ADS

click to open

Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2023

Ena Vradi Me Augoustiatiko Fegari

 .....Είχε ήδη αρχίσει να βραδιάζει! Άναψαν τα φώτα στις κολώνες του δημοτικού φωτισμού κατά μήκος του επαρχιακού δρόμου που διέσχιζε το παραλιακό μέτωπο! Τα πρώτα αστέρια τίναξαν την ασημόσκονη τους στον λουλακί ουρανό, το νυχτολούλουδο στην αυλή τους άνοιξε τα μικρά του άνθη και βάλθηκε να μεθύσει την ατμόσφαιρα και οι σκιές των δέντρων αρχίζουν να μεγαλώνουν στον κήπο τους και να παίζουν κρυφτό καθώς η ώρα περνά και η νυχτερινή ζωή που προσφέρει ο μικρός παραθαλάσσιος οικισμός στον οποίο ζουν αποκτά κίνηση, ζωντανεύει μετά την απογευματινή ραστώνη.
Περασμένες εννέα, βραδινή ώρα, ξεκίνησαν για την μικρή παραδοσιακή παραθαλάσσια ψαροταβέρνα της περιοχής που λειτουργούσε τους καλοκαιρινούς μήνες και αποτελεί πόλο έλξης για τους οικιστές αλλά και για τους λιγοστούς παραθεριστές.  Η Εριφύλη και η Άλκηστις φόρεσαν από ένα πανομοιότυπο Μίντι πουκάμισο φόρεμα απλά διαφορετικού χρώματος, ένα θηλυκό, αέρινο, δροσερό και άνετο ρούχο ιδανικό για κάθε περίσταση που αναδείκνυε την υπέροχη σιλουέτα τους. Ντυμένες λες και απόψε γουστάρουν ο ανδρικός πληθυσμός της ταβέρνας να τις βρίσκουν ακαταμάχητες..
Μόλις είδε τις εντυπωσιακές γυναίκες με την «εκρηκτική» τους εμφάνιση ο Νικηφόρος, σκίρτησε η καρδιά του, οι παλμοί ανέβηκαν, το βλέμμα του έκανε ολόκληρη συζήτηση από αυτό που έβλεπε, ξεκλειδώθηκε το αγόρι μας κελάηδησε και πρόδωσε τα συναισθήματα του. Εντελώς ασυναίσθητα, οι λέξεις ξέφυγαν από τα χείλη του:
«Ωχ Παναγία μου και Χριστέ μου! Τι μουνάρες!» Με λίγα λόγια, προφανώς ο συνδυασμός ξανθιάς και καστανό-κοκκινομάλλας δεν μπορούσε παρά να πλημμυρίσει από συνταρακτικά ερεθίσματα τον αμφιβληστροειδή του.
Και προφανώς, τον άκουσε η Εριφύλη και φυσικά και η Άλκηστις και δεν είναι η πρώτη τους φορά που έχουν ακούσει τη συγκεκριμένη φράση από κάποιον άντρα. 
«Σ’ αρέσουμε αγορίνα μου…;» Τον ρώτησε η Εριφύλη, όχι τόσο για να πει τη γνώμη του, όσο για ν’ ακούσει τις μαγικές λέξεις, που κάνουν τις γυναίκες να νιώθουν πολλούς πόντους ψηλότερες.
«Είστε και οι δυο υπέροχες μωρό μου!  Η εμφάνιση σας, θα κάψει καρδιές στη ταβέρνα κάνοντας τον ανδρικό πληθυσμό να λιώνει σαν βούτυρο σε φρυγανισμένο ψωμί και μόνο που θα σας βλέπει. Έχετε μια γοητεία και ένα σεξ απίλ που γοητεύει και που τραβάει σαν μαγνήτης, τους άντρες. Είστε ακαταμάχητες με τις καμπυλωτές κορμάρες σας. Για νιώστε και εμένα που οι κακοπροαίρετοι μόλις μας δουν στην ταβέρνα να συνοδεύω σε κοινή θέα τα αβυσσαλέα ντεκολτέ σας και τις βυζοχαράδρες σας, θα σκεφτούν κάπως «καλώς τον κερατά».
«Μη φορτώνεις έτσι ρε Μωρό μου, όλες μας πιάνει που και που μια τάση να θέλουμε να ντυθούμε κάπως πιο.... ξέκωλα.. δε σημαίνει κάτι το ότι θέλουμε να αρέσουμε ή ότι θέλουμε να σου δείξουμε ότι αρέσουμε για να σε έχουμε λίγο στην τσίτα.»
Ο Νικηφόρος τις υπερασπίστηκε σαν άντρας ο σωστός. «Αν δεν τα βάλετε τώρα, πότε θα τα βάλετε;» ..(Οι πουτανίτσες ξέρουν πολύ καλά ότι οι βυζάρες τους είναι ακαταμάχητες, σιγά όμως μην τους δώσει πάτημα ότι τις λέει ξέκωλα. Τώρα αν στην ομήγυρη της ταβέρνας θα φανεί και λίγο φλώρος ας το καταπιεί.)
«Αρέσουμε αγορίνα, αρέσουμε, πώς να το κάνουμε; Κι αν οι άντρες καυλώνουν μαζί μας, που φταίμε εμείς για αυτό σε παρακαλώ; Όχι για πες μου έχω άδικο να σε χαρώ.» λάλησε κελαηδώντας χαρούμενα η Άλκηστις.
«Έτσι πρέπει να είναι τα αγαπημένα ζευγάρια κούκλε μου, όσο υπάρχει πάθος, υπάρχει και απόλαυση!» συμπλήρωσε η Εριφύλη.
«Άγιε μου Φανούρη μεγάλη η χάρη σου, τα κορίτσια μ’ άναψαν φωτιές μου πήραν το μυαλό, χάρισε μου χίλια μάτια για να τις θωρώ!»
«Χαχαχα! Χαλάρωσε και μη μασάς ρε χαζέ! Τα σιγανά ποταμάκια να φοβάσαι! Απόλαυσε την γυναικάρα σου αγορίνα μου να φοράει ότι θέλει, είναι δικαίωμα της, στα πλαίσια του ανεκτού! Άμα δε συμφωνούσες, δε θα έμπλεκες με μια γυναίκα που ντύνεται έτσι, δεν το ανακάλυψες υποθέτω τώρα! Μακάρι όλοι οι άνδρες να είχαν το πρόβλημα σου! Οι εννιά στους δέκα σε ζηλεύουν με το που σας βλέπουν! Παίξτο θυμωμένος και φορτωμένος εσύ βέβαια, μην παίρνει και πολλά θάρρητα η ξαδέρφη, αλλά καταβάθως να το χαίρεσαι αυτό που έχεις. Τόσα χρόνια είστε μαζί! Εντάξει τη φάση bibibo θα τη ξεπεράσει κάποια στιγμή, γι αυτό μην σκας, άσε δε που μπορεί να το έχεις συνηθίσει και 'συ και να έχει πάψει να σ' ενοχλεί! Αχ! σας ζηλεύω σα ζευγάρι.... άντε και στα δικά μου!» συμπλήρωσε η Άλκηστις.
«Ναι ρε ξαδέρφη, το καταλαβαίνω αυτό που λες! Είναι ακριβώς όπως τα λες. Συμφωνώ απόλυτα. Από την άλλη, θεωρώ φυσιολογικό και το ότι είναι κάτι που δεν παύει επιδερμικά να με ενοχλεί.»
«Ξέρεις ένα αρχαίο ρητό λέει: Σε όλα υπάρχει νόμος, στο μάτι όχι όμως! Κάτι θα ήξεραν όσοι το είπαν.»
Λόγο του ότι ήταν μεσοβδόμαδα στην ταβέρνα υπήρχαν λιγοστοί πελάτες και μια παρέα που ξεχώριζε αποτελείτο από τρεις νεαρούς στρατιώτες οι οποίοι πρέπει να είχαν μάλλον έλθει από κάποιο μακρινό στρατόπεδο διότι στη γύρω περιοχή δεν υπήρχαν στρατόπεδα.
Οι κυρίες ήταν καταπληκτικές. Κομψότητα, πρόκληση κι αισθησιασμό μαζί, κλέβανε τις ματιές περαστικών και θαμώνων! Ξαφνικά, κάποιες εκδηλώσεις θαυμασμού, ακούστηκαν από το τραπέζι των στρατιωτών για τα δυο υπέροχα θηλυκά, που ήταν εξαιρετικά τολμηρά ντυμένα, με τα ανάλαφρα φουστανάκια τους που άφηναν εκτός από τους καλλίγραμμους μηρούς, άφηναν απ’ έξω και μέρος των γλουτών. Αδιάφορες στις εκδηλώσεις οι δυο γυναίκες - έτσι έδειχναν - κατηφόριζαν συζητώντας και οι στρατιώτες απλώς σταθήκαν ν’ απολαμβάνουν και την πίσω θέα τους. Ο Νικηφόρος τις ακολουθούσε, από πολύ κοντά και μόλις έφτασε κοντά τους και βλέποντας τους να τις παρακολουθούν με θαυμασμό, άκουσε τον ένα στρατιώτη που αναφώνησε «εις ευήκοων όλων» δείχνοντας τις κοπέλες:
«Ορίστε κύριοι, αυτοί είναι κώλοι! Βολιότικοι, εκατό χρόνια μπροστά!»… 
Το τραπέζι ήταν στρωμένο κυριολεκτικά πάνω στο κύμα με θέα μοναδική στον όμορφο κόλπο. Το φεγγάρι βγήκε μέσα από τη θάλασσα ίδιο, κομμένο στη μέση, πορτοκάλι παράξενα φωτισμένο φάνταζε πλεούμενο που ερχόταν από μακριά.  Η ζέστη, τύλιγε τα σώματα τους και οι δυο γυναίκες παραδομένες στην πανσέληνο νύχτα απομακρύνθηκαν και προχώρησαν προς την αμμουδιά της ακτής.Έβγαλαν τα σανδάλια τους και ξυπόλυτες μπήκαν στο ρηχό νερό περπατώντας στον ασημένιο θαλασσινό διάδρομο. Πλατσούριζαν τα πόδια τους στη θάλασσα με φωνές και πειράγματα έβρεχε η μία την άλλη.. 
Τα σώματα τους ανατρίχιασαν, ενώ το φως του φεγγαριού έπαιζε με τον ακάλυπτο μπούστο τους και τις σκληρές θηλές τους, που όρθιες τρύπαγαν το ύφασμα του φουστανιού τους.
Δυο παιδιά πιο πέρα στα βράχια της ακτής κυνηγούσαν τα καβούρια που έκαναν το μεθυσμένο τους περίπατο στην υγρή άμμο.
Από το βάθος στο έμπα του κόλπου ακούστηκε ένα τραγούδι και στο βάθος της ακρογιαλιάς οι σιλουέτες ξεχώριζαν λουσμένες στο νυχτερινό φως. Η χορωδία ακολουθούσε τη φωνή του πρώτου που τραγουδούσε. Στο ύψωμα τα γέρικα ελαιόδεντρα άρχισαν να τρέμουν ελαφρά κι ύστερα να κυματίζουν καθώς η θαλάσσια αύρα χάιδευε τα φύλλα και τους κορμούς τους. Ο δίσκος του φεγγαριού φώτιζε τους λόφους και τη θάλασσα. Οι τραγουδιστές συνέχιζαν τη βαρκαρόλα.
« Λέω να βγάλουμε τα φουστάνια και να μπούμε στο νερό», είπε η Άλκηστις.
«Ανάθεμά σε, Άλκηστις», χαμογέλασε πονηρά η Εριφύλη.
Κοίταξαν αμήχανα η μία την άλλη, ξαφνικό κρύο διαπέρασε την επιδερμίδα τους, κατόπιν στράφηκαν προς την ταβέρνα και τότε διαπίστωσαν πως ο Νικηφόρος τις αναζητούσε.
Το μενού περιελάμβανε μικρές, τραγανές, πεντανόστιμες κουτσομουρίτσες που τρώγονταν σαν πασατέμπο! Γαρίδες ψητές στα κάρβουνα σε σουβλάκια με άρωμα σκόρδου και εσπεριδοειδή! Καλαμάρια ψητά, ο τέλειος μεζές για τσίπουρο-καταστάσεις και πατατοσαλάτα με μαϊντανό για να συνοδεύσουν το τσίπουρο. Η κυρά της ταβέρνας ξέροντας την αδυναμία του Νικηφόρου πάντα του επιφύλασσε μια ευχάριστη έκπληξη.  Μια μυρωδάτη πορτοκαλόπιτα σαν κέρασμα στο τέλος. Αυτή την ταβέρνα ο Νικηφόρος την ένοιωθε σαν στο σπίτι του και την απολάμβανε με την παρέα του η με την οικογένειά του τακτικά.
Περνώντας η ώρα έφτανε κανείς να το καταλάβει ότι τα φανταράκια δεν μπορούσαν να ξεκολλήσουν τα μάτια τους πάνω από τις δυο γυναίκες αλλά και αυτές με τις τολμηρές στιλιστικές επιλογές τους άφηναν ελάχιστα στην φαντασία. Ειδικά μετά από δυο τρία ποτηράκια τσίπουρο τόσο η ευθυμία τους, όσο και το πλεόνασμα κεφιού το άφησαν να ξεχειλίζει ξεχνιόταν και άφηναν ελευθέρα στη θέα τα πλούσια προσόντα τους και στα μάτια των φαντάρων να χαϊδεύουν το εσωτερικό των μηρών τους μέχρι τα μικροσκοπικά εσώρουχα. Είναι νέες και όμορφες, έχουν όλο τον κόσμο στα πόδια τους και μάλιστα άρχισαν να είναι πιο χαλαρές και τολμηρές ταυτόχρονα....έδειχναν να το διασκεδάζουν.
Και ο Νικηφόρος το διασκέδαζε… Χάρηκε ιδιαίτερα διαπιστώνοντας ότι τα κορίτσια απολάμβαναν την ομορφιά του καλοκαιριού, ξέγνοιαστες στις διακοπές τους, μακριά από σκοτούρες και άγχος,  χωρίς ευθύνες απόψε και με άφθονο χιούμορ. Τις κοίταξε, χαμογέλασε αμυδρά και πονηρά λέγοντας:
«Μπράβο ρε κορίτσια είμαι χαρούμενος που το απολαμβάνετε! Αλλά ρε κορίτσια… σεμνάα!»
«Το απολαμβάνουμε όσο δεν φαντάζεσαι!»  απάντησε η Άλκηστις, δαγκώνοντας τα χείλη της. «Γιατί σεμνά; Γιατί καλέ; Μα τι κάναμε;»
«Ρε κορίτσια! Τι κάνατε η τώρα που καθίσατε θα έχετε πολλά να αποκαλύψετε. Άτακτα κορίτσια με τα καυλιάρικα φορεματάκια που φορέσατε, έτσι και μόλις ανασηκωθούν λίγο δίνουν φόρα παρτίδα το περιεχόμενο τους και ανάβετε ερωτικές φωτιές. Τα φανταράκια βλέπουν εντελώς δωρεάν τις μικροσκοπικές κιλότες σας που δεν κρύβουν την απεικόνιση της όμορφης εικόνας από τις κοιλάδες με τα ειδυλλιακά τοπία σας, όμορφα σκιαγραφημένα σαν ελκυστικό πανόραμα που ζωντανεύει μέσα τους όνειρα ερωτικά.»… τους είπε
«Τι το κακό κάνουμε; Τους αφήνουμε να απολαύσουν και να χαρούν εικόνες από το φυσικό περιβάλλον και τις ομορφιές της φύσης.»
«Αυτό που κάνετε είναι να τους δημιουργείται προσδοκίες που δεν θα  εκπληρωθούν. Είναι προφανές ότι σας τρώνε με τα μάτια έτσι σεξουαλικά ντυμένες όπως είστε και σας γουστάρουν πολύ. Τα μάτια τους βγάζετε κάθε φορά που σας βλέπουν! Και θα ΄θέλουν να βγάλουν και τα δικά σας μάτια! Αλλά και τα φανταράκια μια χαρά ομορφόπαιδα είναι.»
«Και της το έλεγα της ξαδέρφης. Εριφύλη έξω βγαίνουμε σε ταβέρνα πάμε οι sic κυρίες αν θέλουν να αισθάνονται περισσότερο θηλυκά και σέξι δεν φοράνε εσώρουχα. Αισθάνονται απόλυτα ελεύθερες. Δεν τις νοιάζει πως θα κάτσουν ή πως θα σηκωθούν, διότι απλά δεν τις  απασχολεί αν κοιτάνε ή όχι.»
«Διαβολοκόριτσα είστε αυτό που λένε η πέτρα του σκανδάλου. Θα τους τρελάνετε! Δεν σας έμαθαν ότι μόνο στους άντρες επιτρέπεται να εκφράζουν τις σεξουαλικές τους ανάγκες ενώ οι γυναίκες που τις εκφράζουν μπορεί να θεωρηθούν ανήθικες, λάγνες και αμαρτωλές; »
«Ε ναι! Και εμείς αυτό είμαστε! Καυλιάρες λάγνες και αμαρτωλές από πάνω μέχρι κάτω.» Του λέει ναζιάρικα η Άλκηστις ζαρώνοντας παιχνιδιάρικα την μυτούλα της και σουφρώνοντας τα χειλάκια της.
«Πάντως ξαδερφούλα μου δημιούργησες αμφιθυμία. Από τη μία είσ' ωραία, σε πάω γιατί δε μασάς πουθενά. Από την άλλη  αναρωτιέμαι πόσο σωστό είναι το free-spirit όσον αφορά το ντύσιμο,  κ.λπ.;»  είπε η Εριφύλη.
«Τι εννοείς ξαδέρφη;Τι ρωτάς;»… απάντησε η Άλκηστις.
«Να, την ιστορία με τις κιλότες! Δεν τα δείχνεις εύκολα σε ξένους ανθρώπους. Αλλά και το όλο στυλ σου, απόψε ρε παιδί μου, βγάζει μια πονηριά μια πουτανιά όταν είσαι με δικούς σου ανθρώπους!»
«Εξαρτάται από την παρέα! Μα αν δεν αισθάνομαι άνετα με εσάς, τότε με ποιους; Στη τελική, μου αρέσει να καταλαβαίνω ότι είμαι ποθητή, ακόμα και από τους «ξένους» χωρίς να νιώθω τύψεις που θέλουμε να δείχνουμε τα καλύτερα!» και χαμογέλασε πονηρά στο Νικηφόρο τρίβοντας την πατούσα της στο καλάμι του κάτω από το τραπέζι...
«Έχει τα δίκια της η ερωτιάρα ξαδερφούλα μας. Και όπως λέει ο σοφός λαός, οι άντρες οι σωστοί υποκλίνονται εις του μουνιού τη χάρη». Τόνισε ο Νικηφόρος που του φαινόταν ότι το κλίμα πυροδοτούσε τη σεξουαλική επιθυμία και διάθεση για να πει περισσότερα, αλλά πρόσεχε κάθε του λέξη μην τον παρεξηγήσει και της φανεί κανένας επιπόλαιος λιγούρης αυτός σοβαρός άνθρωπος η Εριφύλη του. Είχε ως αρχή του ότι μια σωστή σχέση βασίζεται Modus operandi στην αμοιβαία εκδήλωση εμπιστοσύνης. Αλλά απόψε με τις γκόμενες που συνοδεύει έχει πάθει την πλάκα του. Έχει φάει φλας με την πάρτη τους.
Όντως το κλίμα ήταν απολαυστικά χαλαρό. Στο βάθος του υπαίθριου εξωτερικού χώρου της ταβέρνας από κάτω από την μεγάλη πέργκολα, καθόταν μια μεγάλη παρέα που την αποτελούσαν γνωστοί και φίλοι του Νικηφόρου. Ο Νικηφόρος ζητώντας την άδεια τους ετοιμάσθηκε να σηκωθεί, ν' αφήσει τα κορίτσια στην ανεμελιά τους για να πάει στο τραπέζι της παρέας.
Η Εριφύλη τον πιάνει από το χέρι όταν ήταν έτοιμος να σηκωθεί ο Νικηφόρος τον τραβά να σκύψει διπλά της και του ψιθυρίζει στ’ αυτί φανερά καυλωμένη και του πετάει την ατάκα που τον έστειλε έβδομο ουρανό.
«Μην αργήσεις! Να ξέρεις ότι σε περιμένει ένα κολασμένο βράδυ ερωτικής απόλαυσης. Και ελπίζω να έχεις αντοχές, σε θέλω ταύρο απόψε.
«Για μένα το λες αυτό;»
«Εσύ τι λες; Βλέπεις κανέναν άλλο εδώ γύρω μας; »
«Δεν ξέρω, μπορεί να σας γυάλισε καμιά διαθέσιμη πούτσα στον περίγυρο και να ερεθιστήκατε.»
«Πούτσες θες να πεις. Και άμεσα διαθέσιμες μάλιστα» δείχνοντας του που να κοιτάξει με κεκαλυμμένο νόημα προς τα φανταράκια χαμογελώντας με στυλ ικανοποίησης. Παράλληλα γυρίζει και τον κοιτάει καθώς κάθεται πλάι της και τον καμαρώνει! 
«Τι κούκλος που είσαι ρε μωράκι μου;» του ψιθύρισε με αισθησιακή φωνή πλησιάζοντας στο αυτί του και του σκάει ένα φιλί στο μάγουλο.
Τα χείλη της ζωγράφισαν ένα καλοσχηματισμένο κόκκινο σημάδι. Για μια στιγμή σκέφτηκε να το αφήσει έτσι. Σαν να ήθελε να επιδεικνύει κάποιο κατόρθωμά της. Γρήγορα όμως άλλαξε γνώμη και με μία κίνηση του χεριού της, του το έτριψε να φύγει. Το χέρι του Νικηφόρου κατέβηκε ενστικτωδώς στον πούτσο του, που είχε πετρώσει, σαν για να τον προστατέψει. Αυτό φυσικά δεν της ξέφυγε της Εριφύλης. Με τρόπο  βάζει το δικό της χέρι στο καυλί του πάνω από το παντελόνι του που είχε αρχίσει να καυλώνει κι απλά κρυβόταν κάτω από το τραπέζι. Τα μάτια της Εριφύλης φώτισαν, ένα χαμόγελο ικανοποίησης πλημμύρισε το πρόσωπό της καθώς τα μάτια της ταξίδεψαν στο πρόσωπό του και ανοιγόκλεισαν με σαφές νόημα.  
«Μωράκι μου εσύ!» του είπε και το άρπαξε με το χέρι της με μαεστρία.
«Εεε ! Κάτσε φρόνιμα! Περίμενε να πάμε σπίτι… Μας βλέπει ο κόσμος! » της είπε με ναζιάρικο τόνο.
«Ε άντε ρε μανάρι μου! Πήγαινε τώρα στους φίλους σου που θέλεις και μην αργείς. Μην κάνεις κάνα χρόνο. Που τους έχεις δει;»
«Εδώ στο βάθος της αλέας είναι μωρούλι μου… Πηγαίνω και επιστρέφω σύντομα!» της είπε και σηκώθηκε με χαρωπό τρόπο ελευθερώνοντας το χέρι του.
Επικράτησε μια σιωπή για λίγα δευτερόλεπτα!  
«Μμμμ! Έτσι, μωρό μου... Έτσι, καυλιάρη μου. Μην αργήσεις μωρό μου!»
«Πουτανίτσα μου, αυτά μου κάνεις και με καυλώνεις περισσότερο!»
«Κι ακόμα δεν έχεις δει τίποτα μωρό μου.!» του τονίζει ναζιάρικα και του κλείνει το μάτι. «Και που να ήξερες τι σε περιμένει» μονολογεί με ευχάριστη διάθεση καθώς σκέφτεται πως η ερωτική βραδιά τους μόλις είχε αρχίσει. Η Εριφύλη  διαισθάνεται πως ο Νικηφόρος είναι ήδη ξαναμμένος και θα ήθελε διακαώς εδώ και τώρα να τη γαμήσει. Αν γίνεται και πάνω στο τραπέζι. Που να ξέρει τι του ετοιμάζει απόψε του καυλιάρη της. Τελευταία είχε πιάσει τον εαυτό της που και που να φαντασιώνεται κάποια φάση μαζί τους στο κρεβάτι και την ξαδέρφη της. Απόψε λοιπόν έχει σχεδιάσει να τις γαμήσει και τις δυο ο καυλιάρης της! Eε, αφού είναι απόλυτα σίγουρη πως η ξαδέρφη της θελει να κάνει σεξ μαζί του. Και είναι ευρύτερα γνωστό πως στους άνδρες αρέσει η ποικιλία και τι καλύτερο από να προσθέσουν και την Άλκηστις στο κρεβάτι τους και να τον λιώσουν στον έρωτα; Η φαντασίωση του άνδρα ότι κάνει σεξ με δυο γυναίκες ταυτόχρονα είναι ποιο παλιά από τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα και δεν υπάρχει άνδρας που θα σου αρνηθεί να φέρεις μια φίλη σου στο κρεβάτι για παρτούζα. Όταν κάνει κρύο η αγάπη θέλει δύο λέει ένα τραγουδάκι και αν το σκεφτείς καλή είναι η μια γκόμενα όμως με δυο έχουμε ξεφύγει από τα στερεότυπα και ανεβάζουμε επίπεδο. Και ο Νικηφόρος όπως κάθε παντρεμένος που τυχαίνει να έχει ωραία γυναίκα βλέπει σαν ξερολούκουμα τις σέξι φίλες της. Στα αρχίδια του αν είναι παντρεμένες ή ελεύθερες όπως η ξαδέρφη η Άλκηστις. Εκείνος γουστάρει τρελά να της καρφώσει το μουνάκι όταν τον καυλώνει και με το ζόρι κρατιέται να μην της ζητήσει να γαμηθούν, μα και αυτή είναι πάντα έτοιμη να του ανοίξει τα πόδια της εκλιπαρώντας να τη γαμήσει σαν ξαναμμένη τσούλα. Μην τους αφήσει λοιπόν να περιμένουν άλλο. Άντε τυχερός ο γαμιόλης, απόψε θα γαμάει δύο υπέροχα καυλιάρικα μουνάκια που θα του χαρίσουν μοναδικές στιγμές καύλας.! Τι άλλο θα μπορούσε να ζητήσει από μια τέτοια έκπληξη, και ότι κανείς μας δεν θα ξεχάσει τη νύχτα αυτή, και θα πάμε βόλτα, όλοι μαζί, στους ουρανούς της ηδονής.
Την ίδια ώρα στο τραπέζι των φαντάρων το κουτσομπολιό έχει πάρει φωτιά..
«Μαλάκες, θα με κάνουν να χύσω, οι πουτάνες.» Λέει ο πρώτος φαντάρος που αποτυπώνει ανάγλυφα  την εύλογη επιθυμία του και τα υποβόσκοντα αισθήματα και τη διακαή επιθυμία και των υπολοίπων που αφήνονται να χαρούν και να διασκεδάσουν, όποτε βρίσκουν ευκαιρία με όλη την ορμή της ζωής τους και τη φρεσκάδα της νιότης τους, που δεν πτοείται από τις περιστάσεις. 
«Συγκρατήσου μόνο, και ήρεμα, οι Κυρίες συνοδεύονται.» Προσπαθεί να τους προσγειώσει ο πιο νηφάλιος.
«Ναι ρε Μαλάκα μου, αλλά δε φταίω. Αφού τα πουτανιά από κάποια στιγμή και μετά, άπλωσαν τις ποδάρες τους, σήκωσαν τα φουστανάκια τους πιο ψηλά και έβλεπα τα κιλοτάκια τους. Και εσύ το έβλεπες όμως.»
«Ναι τις γαμιόλες… επίτηδες το κάνουν. Και ο άλλος, χαμπάρι δεν παίρνει!.» Σιγοντάρει ο τρίτος φαντάρος τον πρώτο.
«Ναι το μαλάκα, χαϊδολογιέται όλη την ώρα μαζί τους, αλλά δεν πήρε χαμπάρι ότι οι γκόμενες μας τα δείχνουν φόρα παρτίδα. Πάντως πολύ γουστάρω να  γλείψω τα μουνάκια τους... και να πιω τα ζουμάκια τους...» Ξαναπαίρνει το λόγο ο πρώτος φαντάρος.
«Εγώ θα έγλειφα το μουνί της μικρότερης μέχρι το πρωί… μέχρι να στεγνώσει της γαμιόλας. Μ αρέσει που είναι τόσο καυλόμουνο… Την βλέπω που τρώει με τα μάτια τον .... Μαλάκα!... όλο το βράδυ. Μάλλον γκόμενος της μεγαλύτερης είναι και η πιτσιρίκα του τα ρίχνει. Ώρες-ώρες του την πέφτει με τα πόδια. Έχει βγάλει τα πέδιλα της, κάτω από το τραπέζι και του χαϊδεύει τον πούτσο, πάνω από το παντελόνι.» Τους πληροφορεί ο Τρίτος φαντάρος.
«Εγώ θα τις γαμούσα αν όχι και τις δυο έστω τη μια τη λίγο μεγαλύτερη που είναι θάνατος και η πιτσιρίκα ωραία είναι αλλά η άλλη είχε αυτό που θέλω. Αγριόμουνο να σε λιώσει στο κρεβάτι..» Κάνει ρελάνς ο πρώτος φαντάρος.
Φεύγοντας ο Νικηφόρος συνειδητοποιεί το … «Απόψε σε θέλουμε.»
«Γαμιόλες!  Το έβαλαν σκοπό η γυναίκα μου και η ξαδέρφη να παίξουν με τις αντοχές μου απόψε;  είναι όμως και οι δυο τους από τις γυναίκες που ή τις γαμάς μέχρι το μεδούλι ή καλύτερα κάνε κάτι άλλο. Θα γίνει της κόλασης».
...Πίνοντας χαλαρά το τσίπουρο τα δυο κορίτσια σε πολύ καλή ψυχική διάθεση, άρχισαν να ανοίγουν την καρδιά τους η μια στην άλλη.
«Άλκηστις να σε ρωτήσω κάτι σαν την καλή μου ξαδέλφη που είσαι;»
«Έλα ξαδέλφη, ελεύθερα, ρώτα ότι θες.»
«Απ' ότι γνωρίζω δεν είχες κάποια σχέση αυτό τον καιρό. Τελικά βρήκες γκόμενο η ακόμη έτσι μόνη είσαι;»
«Ρωτάς αν απέκτησα σχέση;.»
«Κάτι τέτοιο..»
«Όχι. Μόνη εδώ και καιρό. Ερημιά στον ορίζοντα των προσωπικών. Ούτε καν φλερτ. Δεν είμαι σε φάση.»
«Πως και συμβαίνει αυτό;»
«Τι να πω; Ίσως γιατί δεν με θέλει κανένας;.»
«Ρε συ με βρήκες μικρό και με δουλεύεις;. Άτιμη νεολαία:»
«Ξαδέλφη συνήθισα να είμαι μόνη και είναι τόσο άνετα που έχω τις ελευθερίες μου... αλλά και γιατί δεν έτυχε να βρεθεί κάτι στο διάβα μου;..»
«Παράξενο! Είναι να αναρωτιέται κανείς, μα είναι δυνατόν τέτοιος κορίτσαρος αυτές τις εποχές να είναι μόνος του;.»
«Συμβαίνουν αυτά. Που θα πάει κάτι θα τύχει και μένα. Ανησυχείς μήπως και μείνω στο ράφι; Εγώ πάλι καθόλου δεν ανησυχώ. Μια χαρά περνάω.»
«Αλήθεια έχεις νιώσει ποτέ την τρέλα να θες κάποιον τόσο πολύ; Τόσο που να έχεις πεταλούδες, ταχυπαλμία, ζαλούρα. Αυτή την ωραία ζαλούρα, σα να έχεις πιει λίγο παραπάνω όπως απόψε. Να τον θέλεις τόσο που να μην μπορεί κανείς να σε συμβουλέψει αλλά και να μη σε νοιάζει τι θα συμβεί αν, αν και αν. Να θες κάποιον που να σε απολαμβάνει επειδή το γουστάρει και σε κάνει να θολώνεις από την καύλα; Γιατί αν δεν σε κάνει να θολώνεις από καύλα, είναι σχέση νερόβραστη δεν έχει νόημα!»  
«Είναι κάποιος που μου αρέσει πολύ, χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς υπεραναλύσεις, με τραβάει σωματικά και τον θέλω να τον ρίξω στο κρεβάτι αλλά το πρόβλημα είναι ότι τον χαίρεται άλλη.»
«Ααα! Για λέγε-για λέγε! Αφού το ξέρεις πως άναψες φωτιές και έχω μεγάλη περιέργεια. Λέγε λοιπόν.»
«Θα σου ανοίξω την καρδιά μου και θα σου εξομολογηθώ. Αλλά ρε Εριφύλη με όλο το θάρρος θέλω να σε ρωτήσω κάτι πρώτα εγώ! Ίσως γίνομαι κάπως αδιάκριτη αλλά σαν την αγαπημένη μου ξαδέλφη που είσαι και τα λέμε όλα μεταξύ μας θα μου πεις πρώτα τα δικά σου και μετά θα σου πω τα δικά μου!»
«Έλα ξαδέλφη, ρώτα και ΄συ ότι θες.»
«Ξαδέρφη το διάστημα που ο σύντροφος σου ο Νικηφόρος φεύγει για τα μεγάλα ταξίδια του και μένεις μόνη σου αναρωτιέμαι: Όταν εσύ τον χρειάζεσαι και είναι μη διαθέσιμος και σου λείπει από το κρεβάτι, εσύ δεν έχεις την επιθυμία να ξενοκοιτάξεις έναν άλλο άντρα που είναι «πάντα διαθέσιμος», να έχετε μια ειλικρινή, ξεκάθαρη σχέση που να σου δίνει αυτά που θες και να σου καλύπτει όλα τα κριτήρια στις σεξουαλικές σου ανάγκες;  Να σε κάνει να θολώνεις από την καύλα που λες και εσύ, και αυτή η έλξη, η τρέλα και το πάθος του κινδύνου, του παράνομου να θεωρείς ότι αξίζει το κέρατο, τόσο που να τα παρατάς όλα για να τρέξεις στην αγκαλιά του .»
«Χμ! Κάπου το πας εσύ μουσίτσα με έμμεσο, πονηρό τρόπο. Δε μπορεί! Εσύ κάτι ξέρεις και μου κάνεις την αθώα περιστερά. Εεε ναι κάποιον είχα! Αλλά τι να λέμε τώρα.»
«Μπα τι βλέπω! Έλα τώρα που σε πιάσαν οι ντροπές!»
«Κρυφή μουσίτσα αφού τον είδες στο μπιστρό στο  εμπορικό κέντρο. Άρα τον ξέρεις! Αυτός είναι. Πολύ καλός, ευγενικός και μορφωμένος, από εύπορη οικογένεια ευπαρουσίαστος, ψηλός, γυμνασμένος και στα δικά μου χρόνια.»
«Ξαδέρφη! Μου θυμίζεις μια γλυκανάλατη ιστορία με την Κοκκινοσκουφίτσα που 'τανε σωστή μουσίτσα όπως μου τον παρουσιάζεις το λεγάμενο! «Μια φορά κι έναν καιρό σ’ έναν τόπο μακρινό, ηλιόλουστο και συναρπαστικό, πάνω στο ψηλότερο βουνό, μέσα στο δάσος το πυκνό ζούσε ένα ζώο φιλικό, έξυπνο και προστατευτικό. Ήταν ένας λύκος με δέρμα λαμπερό και γκριζωπό και βλέμμα κάπως φλογερό τολμώ να πω. Τον έλεγαν Ιερεμία χάρη στης ψυχής του την ανείπωτη ηρεμία. Κείνο ήτανε το σπιτικό του και αυτός ο άγρυπνος φρουρός του. Το πρόσεχε σαν κόρη οφθαλμού, κρατώντας μακριά το πόδι του εχθρού. Ορκίστηκε να διαφυλάττει την ησυχία και την τάξη, για να τον αγαπά ολόκληρη η πλάση. Και τα παιδιά όταν τον βλέπουν, να πάψουν να τον αποφεύγουν και στη γούνινη αγκαλιά του με λαχτάρα να προσφεύγουν..... Πως τον γνώρισες;»
Κορίτσι μου είναι αυτός που γνώρισες εκεί στην έκθεση ζωγραφικής όταν πήγαμε καλεσμένες. Τον είχαμε γνωρίσει παρέα με την Ελπινίκη πριν από κάποιους μήνες! Θα το θυμάσαι που μας είχες δει σε εκείνο το μπιστρό στο εμπορικό κέντρο. Αυτός είναι! Εξ αρχής μας προκαλούσε έντονα ερωτικά συναισθήματα και στις δυο γυναίκες. Εσένα δε σου έχει τύχει ποτέ να γνωρίσεις κάποιον και να νιώθεις ότι θέλεις να κάνεις έρωτα από το πρώτο κιόλας ραντεβού; Αυτό πάθαμε και εμείς μαζί του. Κάθε φορά που τον σκεφτόμουν μου έβγαιναν εικόνες από άγρια γαμήσια μεταξύ μας. Είχε μια γλύκα ο πούτσος του, άστα να πάνε. Όταν με γαμούσε με ξεπάτωνε. Εκείνες τις ήμερες αυτή η σχέση με είχε παρασύρει και όταν τον σκεπτόμουν ήμουν μουσκεμένη όλη μέρα. Μου έβγαζε τέτοια καύλα που όταν τον συναντούσα απολάμβανα το γαμήσι μαζί του χωρίς όρια. Γαμιόμασταν με τέτοιο πάθος σαν να ήταν το τελευταίο γαμήσι και για τους δυο μας. Ένιωθα σαν πεταλούδα που έχει πλησιάσει επικίνδυνα στην φλόγα.»
Η Άλκηστις προσποιείται πως η ίδια δεν είχε ιδέα για την παράνομη ερωτική σχέση της Εριφύλης και κάνει πως την άφησε έκπληκτη η σημερινή αποκάλυψη της Εριφύλης.
«Ξαδέρφη! Τι είναι αυτά που ακούν τ' αυτάκια μου; Μια γυναίκα που χαίρεται το σεξ με τον εραστή της παράλληλα με τον γάμο και την οικογένειά της χωρίς να πληγώνεται κανείς. Ένα ώριμο σεξουαλικά και ξαναμμένο θηλυκό που δεν καταλαβαίνει τίποτα από όρκους αγάπης και συνουσιάζεται με τον εραστή της στο κρεβάτι της αμαρτίας. (Εδώ παρ' ολίγο να ξεφύγει της Άλκηστις ... Ένα ώριμο σεξουαλικά και ξαναμμένο θηλυκό που δεν καταλαβαίνει τίποτα από όρκους αγάπης και συνουσιάζεται με τον εραστή της επάνω στο γραφείο της αμαρτίας! Αλλά την τελευταία στιγμή το έσωσε... Σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να αποκαλυφθεί στην Εριφύλη ότι ήξερε πως κεράτωσε τον Νικηφόρο όταν την είχε δει πως τη γαμούσε ο Αρχιτέκτονας επάνω στο μεγάλο ξύλινο γραφείο εκεί στη γκαλερί με τους πίνακες.)
Ξαδέρφη!  Ομολογώ ότι αν και είσαι πολύ σέξι, και πολύ θηλυκό, δεν σε είχα καταλάβει ακριβώς για τόσο ερωτιάρα και καυλιάρα. Εννοείται ότι σε εισαγωγικά στο λέω!»
(Άντε μην το πω και εκτός εισαγωγικών! Πουτάνα είσαι αλλά όπως μ' έμαθε η γιαγιά μου...Μην κρίνεις για να μη κριθείς!) Σκέφτεται ρεαλιστικά η Άλκηστις.
«Μη μασάς κορίτσι μου! και είμαι πρόθυμη να σου λύσω κάθε σου απορία. Πουτάνα! Πες το! Και πες μου μια γυναίκα να μην είναι!» Της απάντησε γελώντας η Εριφύλη.
«Δηλαδή! Σου έκατσε ένας γκόμενος γκουρού στο σεξ, με φουλ του άσσου στο κρεβάτι, το καλό αρσενικό που λένε, με τις καλύτερες σεξουαλικές επιδόσεις. Μπράβο Εριφύλη γαμιάς με τα όλα του.  «Αλλά καλά το κατάλαβα ξαδερφούλα μου; Σας γαμούσε ο Αρχιτέκτονας και τις δυο ρε θηρίο;»
«Ε ναι! Βλέπεις την ερωτική επαφή μας μαζί του, την ανέλαβε πρώτα η Ελπινίκη. Δε σου κρύβω πως εγώ στην αρχή δυσκολευόμουν να απατήσω τον Νικηφόρο και όταν το έκανα είχα μετανιώσει και με κυνηγούσαν τύψεις. Ένιωθα ότι είχα κάνει κάτι κακό. Μα οι άνθρωποι δικαίως θεωρούμαστε πολύπλοκα όντα. Αυτό που λένε πολλές φορές ότι με τίποτα δεν είμαστε ευχαριστημένοι, τίποτα δεν είναι αρκετό, είναι λιγάκι αλήθεια. Παλεύουμε να φέρουμε εις πέρας επιθυμίες στην καθημερινότητά μας κι όταν τελικά τα καταφέρνουμε, αισθανόμαστε λίγο άσχημα. Όταν έρχεται η ώρα να περάσουμε καλά, αισθανόμαστε τύψεις. Πόσες φορές γελάς κι έχεις πετάξει τη φράση «σε καλό να μας βγει», με μια συστολή μη σου βγει «ξινή» η χαρά. Από τη μια μου βαστούσαν οι ενοχές και ένιωθα απαίσια για την απιστία που έκανα και ότι δε θα ήθελα να ξαναγίνει και από την άλλη η καύλα είναι ένα συναίσθημα που σε τρώει από μέσα προς τα έξω, σε πολλές πτυχές της ζωής σου, είτε το θέλεις είτε όχι βρίσκει τη χαραμάδα να φωλιάσει ύπουλα στο κορμί σου. Η συνάντηση μας με τον Αρχιτέκτονα , κυριολεκτικά άλλαξε τα πράγματα προς μια κατεύθυνση που δεν μπορούσα ποτέ να πιστέψω, ούτε που είχα ποτέ φανταστεί! Δεν είναι τυχαίο που ένιωθα να μου αρέσει, και δεν κρατούσε τα χαλινάρια το μουνί μου στη χαρά του και η συμμετοχή της Ελπινίκης τελικά ήταν γιατρικό. Μετά μιλάμε είχαμε ξεσαλώσει παρέα. Μας γαμούσε και τις δύο και μας γαμούσε αφάνταστα καλά. Δεν το περίμενα.
Βλέπεις οι γυναίκες μπορούμε να παίξουμε λίγο πιο εύκολα με την ιδέα μιας δεύτερης γυναίκας στα σεντόνια μας. Στα είκοσι οκτώ μου πλέον χρόνια ξέρω πως έναν καλό σύντροφο και γαμιά, δύσκολα τον βρίσκεις κι ακόμα δυσκολότερα τον αφήνεις. Με το Νικηφόρο δεν είναι μόνο σαρκική υπόθεση το σεξ. Όταν γυρνούσε με φρόντιζε τόσο πολύ, που μόνο σεξουαλικά πεινασμένη δε θα με έλεγε κανείς. Απεναντίας πρόκειται για κάτι πολύ βαθύ και μόνον το γαμήσι μαζί του με περπατάει σε άγνωστα μονοπάτια, και μου χαρίζει την υπέρβαση, την αληθινή τελείωση. Γαμιόμαστε και μόλις τελειώνουμε θέλουμε να ξαναρχίσουμε αμέσως γιατί δεν χορταίνουμε με τίποτα.
Ξέρεις ωστόσο υπάρχει κι ο αστάθμητος παράγοντας της αφόρητης μοναξιάς και το σύνδρομο της στέρησης στο σεξ που σου χτυπάει κόκκινο όταν λείπει ο Νικηφόρος και σε βαράει κατακούτελα. Αυτά που μου προσέφερε ο Νικηφόρος μου έλειπαν τον πρώτο καιρό της απουσίας του. Οι καύλες μου ώρες-ώρες ήταν ανυπόφορες που ντρεπόμουν να το παραδεχτώ ακόμα και στον εαυτό μου.»
Το σεξ ξαδέρφη έχει συνδεθεί με τα νιάτα, και καυλώνουμε γιατί η φύση θέλει να υπάρχουμε. Κάποτε τα σκουλήκια ή οι φλόγες θα φάνε αχόρταγα τα κορμιά μας και εμείς θα έχουμε στερήσει από αυτά την ηδονή;
«Πάντως, δεν της το είχα και της Ελπινίκης. Να και η Ελπινίκη πολύ προχωρημένη στα σεξουαλικά … και την είχα για παρθενοπιπίτσα.» 
«Ξαδερφούλα μου θα το διαπιστώσεις και 'συ! Το τέλειο σεξ γίνεται με τρεις.  Γιατί να έχεις έναν ερωτικό παρτενέρ όταν μπορείς να έχεις δύο; Να! να είμαστε δύο κορίτσια με έναν αξιόλογο άντρα σαν τον Νικηφόρο,  εμπεριέχει την προστυχιά του μοιραίου.  Άλλωστε κοινό μυστικό είναι ότι μία στις δύο γυναίκες, έχει συμμετάσχει σε τρίο, είτε εκτός σχέσης, είτε με τον σύντροφό της»
«Και τώρα;»
«Και τώρα; Τι;».
«Να ρωτάω που βρίσκεται η σχέση σας με τον Αρχιτέκτονα.».
«Μετά το τελευταίο μας γαμήσι αυτός έφυγε για το Λονδίνο να αναλάβει κάποιο έργο ανακαίνισης στις επιχειρήσεις τις οικογενειακές τους.»
«Χωρίσατε;. Έτσι ήπια, χωρίς μελοδραματισμούς;»
«Ε ναι! Ξέραμε ότι το κάτι παραπάνω δεν υπήρχε. Κάποια πράγματα είναι μεγαλύτερα από εμάς. Και έτσι πρέπει να είναι. Κανένα άγχος λοιπόν. Μάλλον στο τέλος του χρόνου τελειώνει και γυρίζει πίσω»
«Και τώρα; Νικηφόρος; Αλήθεια ποτέ δεν θα πίστευα ότι έχεις παράπονα από το γάμο σου.»
«Όχι αγάπη μου. Δεν έχω ιδιαίτερα παράπονα από το γάμο μου. Απεναντίας ο γάμος μου είναι επιτυχημένος και όσο είμαστε μαζί το επιβεβαιώνει αυτός, από την πλευρά του, με την αγάπη του για μένα. Είναι παραπάνω από άψογος μαζί μου, είναι, μπορώ να πω, διαμάντι. Τον αγαπώ και τον νοιάζομαι βαθιά. Ο Νικηφόρος είναι ο σταθερός κουβαλητής για την οικογένεια μας για τα παιδιά μας. Εγώ από την άλλη, φροντίζω να μεγαλώνουν σωστά, χωρίς να χρειάζεται να δουλεύω σε τίποτα σκληρές δουλειές, με αντάλλαγμα τη σεξουαλική μου διαθεσιμότητα όταν επιστρέφει από τα ταξίδια του και έχουμε πιπεράτες επαφές και καλή χημεία.
Να μερικές φορές η απιστίες μου έχουν απλώς ως κίνητρο την επιθυμία μου σαν γυναίκα για έξαψη και ποικιλία ώστε να «υποκύπτω»,..... ενάντια στην κρίση και τη λογική....., στην έλξη ενός δυναμικού αλλά ευγενικού άντρα και να απολαμβάνω την κυριαρχική αντρική σεξουαλικότητα που επιθυμώ όταν μου λείπει ο Νικηφόρος. Ρε ζουζούνι τι σε μαθαίνω. To sex είναι το πιο ωραίο πράγμα στη ζωή! Το σεξ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας, γιατί πολύ απλά είναι στη φύση μας να αναζητάμε την απόλαυση και την ικανοποίηση. Και ενώ η γυναίκα μπορεί να διεγείρεται πιο εύκολα από τον άντρα και να διαθέτει περισσότερες σεξουαλικές ικανότητες όπως είναι οι πολλαπλοί οργασμοί, κάτι που δεν μπορεί να πετύχει ένας άνδρας, στους άντρες επιτρέπεται να εκφράζουν τις σεξουαλικές τους ανάγκες ενώ οι γυναίκες που τις εκφράζουν μπορεί να θεωρηθούν ανήθικες, λάγνες και αμαρτωλές.»
«Ρε πως τα λες. Σαν πλοκή ερωτικού ρομαντικού μυθιστορήματος μου ακούγετε.»
«Μέχρι την ηλικία των είκοσι πέντε αγάπη μου το σεξουαλικό κεφάλαιο μιας γυναίκας έχει συνήθως κορυφωθεί. Μετά από τα τριάντα, δεν είναι πλέον στην αναπαραγωγική ακμή της και αρχίζει να χάνει στον ανταγωνισμό με νεότερες γυναίκες. Μέχρι την ηλικία των σαράντα, το σεξουαλικό της κεφάλαιο έχει μειωθεί στο σημείο όπου το να βρει σύντροφο ποιότητας γίνεται πλέον αμφίβολο. Γι αυτό απόλαυσε-το όσο είναι νωρίς... Το λέει και το λαϊκό σοφό τραγούδι. Γλέντα καμένε άνθρωπε, γιατί θε να γεράσεις, και τα νιάτα δεν πουλιούνται πια να τα ξαναγοράσεις.»
«Μμμμ... Δεν διαφωνώ.»
«Για αυτό λοιπόν κάτσε να τα πούμε και άκου να μαθαίνεις, με την ησυχία σου και με το πάσο σου στο τσίπουρο που θα πιούμε! Ετούτο τον καιρό που απ' ότι κατάλαβα δεν γαμιέσαι με κανέναν πως τη βγάζεις; Φαντασία μου πλανεύτρα;» Ρωτάει τώρα η Εριφύλη.
«Τι να κάνω μόνη μου τι βρίσκω και έχει και εγγυημένα αποτελέσματα! Αδειάζει το μυαλό μου από περιττές σκέψεις, και δίνομαι ψυχή και σώμα στο ιερό μου καθήκον! Αλλά που θα πάει. Γουστάρω και εγώ κάποιον και όπως σου είπα τον έχω στο μυαλό μου και πιστεύω σύντομα να τον καταφέρω να ξεκινήσουμε να μου ξεσκίζει και μένα το μουνί και τον κώλο και να μου χαρίζει τους οργασμούς των ονείρων μου!» 
«Ενδιαφέρον μου ακούγεται. Ποιος είναι; Γνωστός; Τον ξέρω;»
«Ε πως να στο πω», άρχισε ο Άλκηστις αργά-αργά σα να μετρούσε τις κουβέντες της.
«Όλο μυστήριες κουβέντες είσαι ρε Άλκηστις. Τι θες να πεις και δεν το λες καθαρά;»
«Τι θες να πω δηλαδή;»
«Την αλφαβήτα. Με δουλεύεις;»
«Θα τον μάθεις αν μ' αφήσεις να στα πω λοιπόν με τη σειρά τους και κατά πως μπορώ εγώ.»
«Λέγε τα όπως θες και μ' όσα στολίδια γουστάρεις» της χαμογέλασε αδελφικά η Εριφύλη και της χάιδεψε τρυφερά το χέρι.
«Που είχαμε μείνει το λοιπόν. Α ναι!» άρχισε η Άλκηστις πάλι αργά αργά σα να μετρούσε και πάλι τις κουβέντες της. «Άσε που τα πράματα δεν είναι ρόδινα.» 
«Μη λοξοδρομείς την κουβέντα ρε συ Άλκηστις, αγανάκτησε ξανά ο Εριφύλη. Γαμάς κουβέντα που λέμε. Τέλος πάντων είπε μετά από μικρή σκέψη. Τι ζόρι έχεις να μου τον πεις και όταν τα λες αυτά, δε με κοιτάς στα μάτια! Ξέρεις πως δε μου αρέσει καθόλου όταν γίνεσαι αινιγματική. Πες μου ποιος είναι και γιατί διστάζεις να το πεις.»
Η Άλκηστις γύρισε και την κοίταξε με σταυρωμένα τα χέρια και ένευσε καταφατικά.
«Θα σου πω την αλήθεια! Λοιπόν τον ξέρεις. Και πολύ καλά μάλιστα. Καλύτερα δεν γίνεται.»
«Σοβαρά το λες; Και ποιος είναι ο τυχερός που θέλεις να γευτεί τα κάλλη σου;»
«Εσύ ποιον να λες! ..............................................

 
Web Informer Button