ADS

click to open

Labels

Social Icons

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τα ταξίδια μου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τα ταξίδια μου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 24 Μαΐου 2024

Malaga... Playa de la Malagueta.. Ki Ena Mpoykali Sangria

Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ....»
«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας του συγγραφέα. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες .....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).....
...Ξαδέρφη αυτό το υπέροχο και απρόβλεπτο ταξίδι που λέγεται ζωή είναι γεμάτο συγκινήσεις, όμορφες στιγμές, αλλά και προκλήσεις εκεί που δεν τις αναμένεις και οι προκλήσεις γίνονται αισθητές και δημιουργούν μια νέα πραγματικότητα επιφέροντας επιπτώσεις και μας υποχρεώνουν να κάνουμε επιλογές που ας είμαστε ειλικρινείς μας φέρνουν αντιμέτωπους με ηθικά διλήμματα. Μπορεί να υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους, παρόλο που μια γυναίκα είναι παντρεμένη, βρίσκει τον εαυτό της τόσο ευάλωτο και εκτεθειμένο να σκέφτεται κάποιον άλλο άνδρα και η σεξουαλική έλξη που της ασκεί να είναι  αναπόφευκτη! Από ηθικοπλαστικής φύσεως του αυστηρά μονογαμικού έρωτα θα βασανίζεται πολύ να σταματήσει να τον σκέφτεται αλλά νομίζω πως δεν υπάρχει τρόπος τις στιγμές που έρχεται αντιμέτωπη με τη σεξουαλικότητα που κρύβουμε μέσα μας, που δεν μπορεί να κρατηθεί άλλο και θέλει να εκδηλωθεί. Είναι οι στιγμές που η σάρκα φλέγεται, οι καύλες κι οι ορμές δεν έχουν εξαρτώμενα ραντεβού. Τότε είναι που δεν υπάρχει κάποιο πρωτόκολλο ή κάποιος ενδεδειγμένος τρόπος χειρισμού μιας τέτοιας κατάστασης. Τότε θα πρέπει να αποφασίσει πώς το χειρίζεται παραιτούμενη από οποιαδήποτε προσπάθεια ηθικοπλαστικής επιχειρηματολογίας! Αγαπητή μου ξαδέρφη υπήρχε, υπάρχει μα και θα υπάρχει εσαεί το παράνομο, το «απαγορευμένο μήλο…» το αμαρτωλό!. Ακριβώς σαν την παρακάτω ιστορία που σου διηγήθηκε η καλή σου φίλη η Ελπινίκη, της κυρίας Μελισσάνθης της συζύγου του υποπλοιάρχου σε γκαζάδικο που εκτελούσε ταξίδια από Μεσόγειο θάλασσα στη Βραζιλία.
Η ερωτική ιστορία αυτή συνέβη πριν μερικά χρόνια και η Ελπινίκη την είχε ακούσει με μια γερή δόση από κουτσομπολιό που σκοτώνει, από τις κοπέλες που εργάζονταν στα γραφεία της μεγάλης ναυτιλιακής εταιρείας που εργαζόταν και ο σύζυγος της και την είχε μεταφέρει στην Εριφύλη. Η Μελισσάνθη όμορφη και σέξι γυναίκα δε δούλευε, γυμναζόταν και πρόσεχε γενικά πολύ τον εαυτό της στα τριάντα πέντε της χρόνια! Γύρω στο ένα εβδομήντα, αδύνατη, μελαχρινή με σγουρά μαλλιά, μαύρα μάτια και πολύ δυνατό στήθος, λες και σου μιλούσε. Παντρεμένη και αυτή με ναυτικό από κάποιο νησί των Κυκλάδων. Την εποχή εκείνη ο σύζυγος είχε μπαρκάρει υποπλοίαρχος σε γκαζάδικο που εκτελούσε ταξίδια από Μεσογειακούς λιμένες της Βορείου Αφρικής στη Βραζιλία μεταφέροντας Crude oil. Η Μελισσάνθη πήρε το αεροπλάνο με προορισμό τη Μάλαγα Ισπανίας και από εκεί οδικώς για τον λιμένα διέλευσης του πλοίου το Αlgeciras όπου επιβιβάστηκε φιλοξενούμενη επιβάτης να μείνει μερικές ημέρες με το σύζυγο της. Ο υποπλοίαρχος του πλοίου ένας στιβαρός άνδρας στα σαράντα και κάτι του χρόνια, στο πλοίο σαν υπεύθυνος των υγρών και επικινδύνων φορτίων, έρχεται καθημερινά αντιμέτωπος με πολύ πιεστικές καταστάσεις και υπερβολικές απαιτήσεις με τη διαχείριση τους που απαιτούσαν αυξημένη διαθεσιμότητα (χρονική, ποιοτική,) εξειδίκευση και υψηλή ευθύνη. Οι συνέπειες της καθημερινής απασχόλησης του με πρόσθετες ώρες εργασίας είχαν σαν αποτέλεσμα να του παράγουν μια ανισορροπία στις ώρες εργασίας του που επηρέαζε την ποιότητα της ζωής του! Κατ΄ επέκταση, θεωρείτο «φυσιολογικό» στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του να αισθάνεται καταβεβλημένος και ταυτόχρονα μειωμένη επιθυμία για τη σχέση που αφορούσε τα σεξουαλικά συζυγικά του καθήκοντα κατά την διάρκεια παραμονής της Μελισσάνθης στο πλοίο. Με λίγα λόγια και καθόλου μουσική δεν δείχνει ιδιαίτερη έμφαση και ορθή εκτίμηση στις σεξουαλικές ανάγκες της κυρίας Μελισσάνθης που πλεονάζουν. Η κυρία Μελισσάνθη μια που πήγε και μια που ξεμπαρκάρισε στο γυρισμό επιστροφή στην πατρίδα με το ίδιο δρομολόγιο σχεδόν αγάμητη. Οι φήμες ότι ο κύριος υποπλοίαρχος είχε αποκτήσει το πολύ συχνό αφροδίσιο νόσημα το βακτήριο Chlamydia trachomatis από μια γρήγορη ξεπετά στη Μπραζίλια και μόλις είχε αναρρώσει και ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός βρίσκοντας δικαιολογία τον φόρτο της εργασίας του για να αποφεύγει τη σεξουαλική επαφή με την κυρία του, ίσως να ήταν και fake news. Στο γυρισμό στον λιμένα του Αlgeciras από το πλοίο μαζί με την κυρία Μελισσάνθη ξεμπαρκάρισε και είκοσι πεντάχρονος νεαρός μηχανικός με καταγωγή από νησί του Αργοσαρωνικού. Ξεκίνησαν αργά απόγευμα από το Αlgeciras με το σούρουπο να τους ακολουθεί κατά μήκος της Costa del Sol Occidental, ο ουρανός ήταν πλημμυρισμένος από ιριδίζοντα ρόδινα και γαλαζοπράσινα, χρώματα, μπλεγμένα αξεδιάλυτα μεταξύ τους, έτσι όπως μόνο η Φύση ξέρει να κάνει, έφτασαν όταν ο ήλιος έγερνε βάφοντας μενεξεδένια τη δύση, και το φως της ημέρας ξεθώριαζε γρήγορα, παραχωρώντας τη θέση του σ’ ένα ήσυχο, μεσογειακό σούρουπο. Η βραδιά είναι διαυγής και δροσερή, και τα φώτα της Malagas λαμπυρίζουν και τρεμοπαίζουν, καλωσορίζοντας τους καθώς αποβιβάζονται στο ξενοδοχείο. Τα νέα φθάνοντας στη Μάλαγα για την κυρία Μελισσάνθη και το νεαρό μηχανικό είχαν δυο όψεις και ευχάριστη και δυσάρεστη αναλόγως από ποια οπτική το έβλεπε ο καθείς τους. Πρώτον με αιτία της απεργίας ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας του αεροδρομίου είχαν ακυρωθεί οι πτήσεις το τελευταίο είκοσι τετράωρο και λόγω μεγάλης πληρότητας των ξενοδοχείων ο πράκτορας πιστεύοντας ότι έχουν συγγένεια μετά βίας τους βρήκε προς διάθεση ένα δίκλινο δωμάτιο σε καλό ξενοδοχείο. Με μια αρχική αμηχανία και μερικά ναι μεν άλλα για την τιμή των όπλων, το αποδέχτηκαν αμφότεροι με άκρως φιλική διευθέτηση. «Είναι ότι καλύτερο κατόρθωσα να βρω.» τους πληροφόρησε ο πράκτορας. Έπρεπε να ξεφύγουν απ’ αυτή τη δύσκολη θέση που έδειχνε «μεν» ιδιάζουσες συνθήκες συγκατοίκησης, «αλλά» πολλά υποσχόμενη καθώς το νέο τους ταξιδιωτικό πρόγραμμα μέχρι να ξεκινήσει η πτήση τους περιελάμβανε τουλάχιστον δυο διανυχτερεύσεις. Το ξενοδοχείο είναι κοντά στον λιμένα και τα μεγάλα μπαλκόνια του βλέπουν στην ατελείωτη θάλασσα! Το δωμάτιο δίκλινο με δύο μονά κρεβάτια και έναν καναπέ μεγάλο ευρύχωρο, κλιματιζόμενο με μπαλκόνι με θέα το λιμάνι, τηλεόραση, ψυγείο, δωρεάν wifi, όπου επικρατεί τάξη και καθαριότητα, είκοσι τετράωρο room service. Ο νεαρός μηχανικός τη βοήθησε να μεταφέρουν τις αποσκευές τους στο δωμάτιο. Η Μελισσάνθη μπαίνει τελευταία μέσα, κλειδώνει την πόρτα, βγάζει τα παπούτσια της, φορά παντόφλες του ξενοδοχείου και τακτοποιεί προσεκτικά το πανωφόρι της και την τσάντα της στον καλόγερο και κάθεται στον καναπέ. Ο Νεαρός περιεργάστηκε τα κατατόπια του δωματίου και σχολίασε τα όντως άνετα αν και μονά κρεβάτια που υπήρχαν λέγοντας ότι θα είχαν άνεση στον ύπνο. 
Η Μελισσάνθη κοιτά το ρολόι της. «Είμαι λιγάκι ψόφια, δεν κοιμήθηκα πολύ χθες το βραδυ. Θα μπορούσε να ήταν και χειρότερα όμως. Εγώ με όλη αυτή την αναστάτωση ήδη πεθαίνω της πείνας! Εσύ;».
«Έχω λυσσάξει στην πείνα. Αλλά να κάνουμε πρώτα ένα ντους;»
«Εννοείται πως είναι το πιο αναγκαίο αυτή τη στιγμή μετά το δίωρο ταξίδι μας με το ταξί.»
Ο νεαρός μπήκε πρώτος στο ντους! Όταν τελείωσε και βγήκε ήταν ήδη ντυμένος έτοιμος για έξοδο.
«Μπείτε και  κάνετε ντους με την ησυχία σας.» και βρήκε την ευκαιρία να της πει πως μόνος αυτός μόνη και αυτή, χωρίς υποχρεώσεις αυτό το βράδυ, να βγαίναν για ποτό, φαγητό, οτιδήποτε. Προς μεγάλη του χαρά δέχτηκε την πρόσκληση του με ευχαρίστηση.
«Εγώ θα βγω στο μπαλκόνι όταν είστε έτοιμη με φωνάζετε να καλέσουμε ταξί για το εστιατόριο.»
«Η Μελισσάνθη κοιτάζει δήθεν με απορία γύρω της.»
«Συμβαίνει κάτι;» Τη ρωτάει
«Κοιτάζω αν είμαστε πολλές»
«Ο νεαρός με γέλιο καλόκαρδο, χαρούμενο. «Για τον πληθυντικό εννοείς;»
Η Μελισσάνθη σκέφτηκε πως μια παράξενη συγκυρία της φέρνει απρόσμενα και αναπόφευκτα τη συγκατοίκηση με το νεαρό άνδρα σ΄ ένα δωμάτιο ξενοδοχείου! Ωστόσο, είχε καλή διάθεση για αυτό που ζούσε. Το κλειδί βρισκόταν στον τρόπο που σκεπτόταν: πέταξε οτιδήποτε αρνητικό και προγραμμάτισε τον νου της να λειτουργεί με θετικές και όμορφες σκέψεις. Μπαίνοντας κάτω από το ντους ένιωσε πολύ πιο ενεργητική με το νερό που πέφτει πάνω στο σώμα της. Χαλαρά και χωρίς βιασύνη, υιοθετώντας ρουτίνα ομορφιάς, φρόντισε και περιποιήθηκε τον εαυτό της που βελτίωσαν όχι μόνο την εμφάνιση της αλλά και την ψυχολογία της. Τέλος ξύρισε και περιποιήθηκε το μουνάκι της, βγήκε έτοιμη, ντύθηκε όμορφα με ένα ωραίο στενό casual φόρεμα έβαλε το καυλωτικό άρωμα της έτοιμη να βγουν με το νεαρό μηχανικό για φαγητό και μετά για ένα ποτό. Ο Νεαρός όσο πλησίαζε η ώρα να βγουν με την Μελισσάνθη άρχιζε να αγχώνεται ευχάριστα. Η ώρα πέρασε και η Μελισσάνθη έκανε την εμφάνιση της στο μπαλκόνι. «Δεν άργησα;» Την είδε! Πολύ καλή η εμφάνιση της, εξωτερικά που φορούσε ρούχο στιλάτο εφαρμοστό και ελάχιστα προκλητικό άλλα από κάτω οι καμπύλες της φαινόταν σκέτη καύλα.
Το ταξί μετά από μια πολύ σύντομη διαδρομή τους άφησε στην Playa de la Malagueta στη γειτονιά με τη μεγάλη γαστρονομική προσφορά να απολαύσουν τις πολλαπλές γαστρονομικές επιλογές τους μπροστά στη Μεσόγειο και η γαστρονομική περιήγηση στη νυχτερινή ζωή της Μάλαγα που είναι απόλαυση καθώς πέφτει η νύχτα. Τα φώτα της πόλης αντανακλούσαν στο νερό. Δάση από κατάρτια διαμέλιζαν το φέγγος της πανσέληνου. Εκείνη τη στιγμή ο νεαρός μηχανικός ένιωθε πως το τοπίο το είχε ζωγραφίσει ο Πικάσο. Ανάμεσα σε κτίρια του δέκατου ένατου αιώνα, μεγάλα δέντρα και ουρανοξύστες υψώνονται στη Μάλαγα και μπροστά τους μια γωνιά μεγάλης μοναδικότητας η Playa de la Malagueta. Το σκηνικό έμοιαζε με καρτ ποστάλ, από τους ψηλούς φοίνικες μέχρι την κατάλευκη άμμο που την έγλειφαν τα κύματα. 
«Το γνωρίζεις ότι η Μάλαγα αυτό το ιστορικό λιμάνι της Μεσογείου, είναι η πόλη του Πικάσο;» γυρίζει και λέει στην Μελισσάνθη ρουφώντας με τα ρουθούνια του την τσίκνα από τα τις paella&Tapas των πολυπληθών ρεστοράν της περιοχής. Η Μελισσάνθη ένιωσε το χέρι του νεαρού άνδρα να τη σπρώχνει απαλά για να περάσει από την ξύλινη πόρτα ενός μικρού ισπανικού εστιατορίου. Μια ανατριχίλα τη διαπέρασε στο άγγιγμα του και υποχρεώθηκε να τονίσει στον εαυτό της ότι η χειρονομία του ήταν απλώς μια επίδειξη ευγένειας και καλών τρόπων. Τίποτα παραπάνω. Τώρα η Μελισσάνθη γλιστρούσε αργά στο κάθισμα που εκείνος τράβηξε ευγενικά για να τη διευκολύνει να καθίσει. Το τραπέζι τους βρισκόταν σε διακριτική θέση, σε μια γωνία. Το εστιατόριο συνδύαζε την ησυχία και την σπιτική ζεστασιά ακριβώς πάνω στη θάλασσα με πολλά χάλκινα σκεύη κουζίνας κρεμασμένα στον έναν τοίχο και ξεθωριασμένα σχέδια ζωγραφικής στον απέναντι. Η ατμόσφαιρα μύριζε σκόρδο και ελαιόλαδο. Μιλούσαν τρώγοντας και πίνοντας για δυο ώρες στη Playa de La Malagueta και άρχισε να αρέσει ο ένας στον άλλον σιγά σιγά. 
«Επιδόρπιο;» ρώτησε την ώρα που η Μελισσάνθη περνούσε απαλά την πετσέτα από τα χείλη της. «Θ’ αστειεύεσαι. Κοντεύω να σκάσω.» «Απ’ ό,τι βλέπω, χρειάζεσαι λίγη εξάσκηση για να τρως πλούσιο γεύμα. Δεν παραξενεύομαι που είσαι τόσο αδύνατη.» «Ε, όχι και αδύνατη!» διαμαρτυρήθηκε εκείνη, μολονότι ένιωθε μυστικά ευχαριστημένη για το κομπλιμέντο. Ποτέ δεν υπήρξε αδύνατη και δεν επρόκειτο να γίνει. Ευθύνονταν τα γονίδιά της γι’ αυτό. «Εντάξει, λοιπόν. Να πιούμε το ποτό μας στο ξενοδοχείο;»
 Απόλαυσαν ένα δείπνο με υπέροχα πιάτα πίνοντας από δυο ποτήρια γλυκό δροσερό κρασί και επιστρέφοντας από το εστιατόριο στο ξενοδοχείο, σίγουρα σκεφτόταν και οι δυο το σεξ. Το ζήτημα ήταν ποιος θα κάνει την πρώτη κίνηση, το πρώτο βήμα. Ένα μικρό «απρόσεχτο» βήμα ήταν αρκετό και πριν καταλάβουν τι έγινε το καζάνι που έβραζε θα σκάσει. Θα γινόταν έτσι κι αλλιώς! Λέγαν αστεία και γελούσαν μαζί. Μεσανυχτα έμοιαζε ήδη σαν να γνωρίζονταν μια ζωή. Συνέχισαν να μιλάνε χαλαρά η Μελισσάνθη αραγμένη στο μικρο καναπέ και ο νεαρός άνδρας απέναντι της σε μια  καρέκλα. Μιλούσαν κυρίως για τη δουλειά των ναυτικών, για το τι τους αρέσει και φυσικά η κουβέντα δεν άργησε να πάει και στα ερωτικά. Η γυναίκα όπως καθόταν έτσι απλωμένη απέναντί του τα δυο υπέροχα πόδια της που ήταν μισάνοιχτα και το φόρεμα της ήταν λίγο σηκωμένο, ανάμεσα φαινόταν τέλεια το κιλοτάκι της. Ένα άσπρο διάφανο με πολύ δαντέλα, υπέροχο και από μέσα σαν μέσα από ελαφρά ομίχλη φαινόταν ροδοκόκκινα τα χείλη απ΄ το μουνί της και το καυλί του κόντεψε να σπάσει το παντελόνι του στη θέα του. Η Μελισσάνθη από απέναντι μπορούσε να βλέπει τον καβάλο του παντελονιού του μόλις κατάλαβε τι είχε συμβεί χαμογέλασε με πολύ νόημα. Παραπονέθηκε ότι νιώθει  τον αυχένα της βαρύ και κουρασμένο, αυτό το «πιάσιμο» που φέρνει πονοκέφαλο. Ο νεαρός άνδρας βρήκε την ευκαιρία που αναζητούσε να κάνει την  κίνηση του. Η σανγκρία (sangria) βοηθούσε, το μπουκάλι που είχαν πάρει μαζί τους στο ξενοδοχείο είχε σχεδόν τελειώσει και η υπομονή και τον δυο επίσης. Από εκείνη την πρώτη ώρα που είχανε βρεθεί μόνοι τους, η καύλα και το πάθος τους, τους καλούσε να παρασυρθούν, σε «παράνομα» - κατά τους τύπους- μονοπάτια ηδονής. Ενώ τίποτα το συγκεκριμένο δεν ειπώθηκε ήταν ολοφάνερο ότι στο μυαλό και των δύο ένα πράγμα υπήρχε. Πως θα πηδηχτούν άγρια αφήνοντας τους τύπους και τις δικλίδες ασφαλείας κατά μέρους.  
«Ένα καλό μασάζ μπορεί να είναι εξαιρετικά χαλαρωτικό και να σου προσφέρει ανακούφιση από το άγχος, θα σε χαλαρώσει, θα σε κάνει να αισθανθείς όμορφα!» Της λέει και σηκώθηκε, πήγε πίσω της και άρχισε να της κάνει μασάζ ξεκινώντας από το κεφάλι για να υπάρξει οικειότητα στα πρώτα του αγγίγματα προχωρώντας σταδιακά προς τον αυχένα, η Μελισσάνθη τεντώθηκε, το απολαμβάνει και αναστέναξε βαθιά. 
«Ξέρεις πόση ώρα το θέλω αυτό.» του είπε. 
«Εγώ να δεις!» υποδεικνύοντας ότι επιτείνει τα λεγόμενα της και ότι και αυτός νιώθει τα ίδια και ακόμα πιο έντονα.
«Πλάκα μου κάνεις τώρα!»
«Στόχος μου με την ενθάρρυνση σου είναι να σε ευχαριστήσω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.» της απαντά.
«Με κάνεις να νοιώθω όμορφα μαζί σου!» 
«Με όλο το θάρρος αν κατάλαβα καλά στο πλοίο κάποιες στιγμές η σχέση σας με το σύζυγο φάνταζε κάπως τεταμένη! Συζυγικές αψιμαχίες;»
«Το πρόβλημα ήταν ότι γενικά έχω μανία να αναλύω υπερβολικά τα πράγματα κι αυτό τον κουράζει. Για αυτό κι έχω γίνει, λέει, ψυχαναγκαστική.»
«Μάλιστα. Και αυτό επηρεάζει και τη σεξουαλική σας ζωή;»
«Δεν ξέρω πως να το ερμηνεύσω! Σκέφτομαι, δηλαδή, μήπως γενικά έτσι είναι οι σχέσεις όταν με τα χρόνια αρχίζεις να συνηθίζεις τον άλλον.»
«Δεν συμφωνώ μαζί σου. Εξάλλου δεν είσαι τόσο μεγάλη! Απεναντίας είσαι νέα και ποθητή.»Της λέει συνεχίζοντας το μασάζ στον αυχένα, ασκώντας απαλή πίεση με τις άκρες των δακτύλων του κατά μήκος της βάσης του κρανίου της. Απελευθερώνοντας ελαφρά το φερμουάρ στο φόρεμα ψιλά είχε ελεύθερους τους ώμους της και άρχισε σιγά-σιγά να κατεβαίνει μέχρι την κορυφή των ώμων της με κυκλικές κινήσεις αυξάνοντας σταδιακά την πίεση καθώς οι μύες της άρχισαν να χαλαρώνουν.
«Εσύ! Για πες τώρα, τι λέει η κοπέλα σου για το επάγγελμα σου;»
«Δεν υπάρχει καμία. Μόνος μου είμαι.»
«Μάλιστα. Και πως είναι η σεξουαλική σου ζωή τελευταία;»
«Πικρή η αλήθεια αλλά θα την πω, νιώθω εντελώς άδειος.»
« Αα! κρίμα. Καλά κι εγώ, μη νομίζεις, καιρό έχω να....»
«Η εύθραυστη μελαχρινή ομορφιά σου μην μου πεις πως δεν έχει θαυμαστές! Όλες οι γυναίκες, έχουν τουλάχιστον έναν θαυμαστή στο περιβάλλον τους ο οποίος παρά το γεγονός ότι γνωρίζει ότι είναι δεσμευμένες, τις πολιορκεί διακριτικά. Σίγουρα προτάσεις δεν σου έχουν κάνει; Άσε τον ναυτικό και παντρέψου εμένα».
«Γέλια...»
«Χυλόπιτα έχεις ρίξει;»
«Ναι έχει χρειαστεί» «Γέλια»
«Εμμονικός θαυμαστής;»
«Ναι έχει υπάρξει. Του μίλησα στα ίσα και με ψυχραιμία και κατάφερα να τον απομακρύνω όταν του είπα ότι δεν έχω διάθεση για κάτι παραπάνω. Το θέμα είναι ότι απλά δεν έχω συνηθίσει να...... Αυτό με τα αφροδίσια που κυκλοφορούσε στο πλοίο ισχύει;» τον ρωτάει ξαφνικά στο ξεκάρφωτο και ο νεαρός έκπληκτος χάνει τα λόγια του μένει αμίλητος. 
«Τον… τον παλιομαλάκα! Τον γαμημένο!» ξεσπάει η Μελισσάνθη.
« Ώπα, αγρίεψαν τα πράγματα…Το θέμα είναι βαρύ και απαιτεί ανάλυση.» Την περιπαίζει με ευχάριστη διάθεση και με σκοπό να διασκεδάσει με τις αντιδράσεις της.
«Όλα καλά;» τη ρώτησε.
«Ναι, όλα καλά», είπε.
Με απαλές κινήσεις επιδέξια και τρυφερά κατεβαίνει ποιο χαμηλά από τους ώμους απελευθερωνει το σουτιέν της από το σύνδεσμο στην πλάτη με αυτοπεποίθηση και αυτό είναι κάτι που ανοίγει τον δρόμο. Τον δρόμο της απόλαυσης μέσα στην κοιλάδα των μαγεμένων λόφων της. Με αργές κυκλικές κινήσεις προχωρά σταδιακά και φτάνει να της κάνει μασάζ στο στήθος ξεκινώντας από έξω προς τα μέσα μέχρι τις θηλές. Άφησε την γυναίκα να τον καθοδηγήσει σχετικά με το μέγεθος της πίεσης που την ευχαριστεί περισσότερο. Οι θηλές ανασηκώνονται με τα χάδια και το μασάζ, σηματοδοτώντας τη διέγερση. Το κορμί της είχε ανάψει, ξύπνησε τις αισθήσεις της, της ξύπνησε το πάθος και τη σεξουαλική επιθυμία. Μείναν για μια στιγμή σιωπηλοί. Ακούει μόνο την αναπνοή της οι θηλές της ευδιάκριτες στητές του ξυπνάνε περίεργα ένστικτα, κάρφωσε τα μάτια του στα δικά της και άρχισε να έχει μια ωραιότατη στύση. Τότε την αγκάλιασε και φιλήθηκαν. Αυτή έμεινε άφωνη ακουμπώντας τον τοίχο, και μάλλον σκεφτόταν πολλά! Αισθανόταν τη δύναμη των μυών του στην προσπάθεια να τον σπρώξει μακριά της, αλλά τα χέρια της έγιναν αδύναμα καθώς η ένταση του φιλιού του δυνάμωνε. Η αντίστασή της γινόταν όλο και πιο απρόθυμη συνειδητοποιώντας ότι ανταποκρινόταν στα φιλιά του. Τα χέρια του αγκάλιασαν κτητικά τους γοφούς της και την έσφιξε τόσο δυνατά πάνω του ώστε εκείνη ένιωσε τον ερεθισμό του. Την είχε φέρει ακριβώς εκεί που ήθελε τώρα. Το κορμί της είχε αποδειχτεί τόσο προδοτικό. Της έβαλε το χέρι της εκεί στη στύση του, η Μελισσάνθη το έσφιξε δυνατά. «Ωραία τι κάνουμε.» της λέει. Το μουνί της είχε διογκωθεί και άρχισε να «μυρμηγκιάζει». Ο κόλπος της γέμισε υγρασία έτοιμος για σεξουαλική πράξη. «Πάμε στο κρεβάτι.» 
Τράβηξε το κεφάλι του προς το μέρος της και τα χείλη τους έσμιξαν πάλι βίαια καθώς το χέρι της έβγαλε αυτό που αναζητούσε από το παντελόνι του. Τα χέρια του τυλίχτηκαν στη μέση της, θηλυκώνοντας τα σώματά τους, καθώς τα στόματα τους δαγκώνονταν λαίμαργα. Ανυπομονησία ξέσπασε ανάμεσά τους, και τα δυνατά χέρια του νεαρού άνδρα γλίστρησαν στον κορμό της, έπιασαν τους γλουτούς της και την ανασήκωσαν με ευκολία. Το σώμα της κατάλαβε τι της ζητούσε και ανταποκρίθηκε. Τα πόδια της τυλίχτηκαν αυτόματα γύρω από τη μέση του, ο άνδρας γύρισε στο πλάι και με δυο βήματα την κόλλησε στον τοίχο, και άρχισε να τη σπρώχνει τρίβοντας το σκληρό πούτσο του στην κοιλότητα που σχημάτιζε το φόρεμα της. Ηδονή και λαχτάρα σφυροκοπούσαν μέσα της και ξεφυσούσε στο στόμα του, εκλιπαρώντας τον σιωπηλά να της δώσει κι άλλο. Τα στήθη της πιέστηκαν στο στέρνο του. Ο ερεθισμός του ήταν τόσο έντονος και εντυπωσιακός που η Μελισσάνθη ένιωσε ένα ρίγος ωμής γυναικείας δύναμης. «Σε θέλω τώρα. Τώρα», τον ικέτεψε. Με μάτια που έκαιγαν, έβγαλαν τα ρούχα τους και τα άφησαν να πέσουν στο πάτωμα. «Θεέ μου, τι όμορφη που είσαι», ψιθύρισε ο νεαρός άνδρας. Το καυτό του βλέμμα έκανε τις θηλές της να σκληρύνουν. Πήρε τα στήθη της στις παλάμες του, χάιδεψε την σάρκα τους κι έπειτα έσκυψε για να τα φιλήσει. Η Μελισσάνθη έβγαλε μια κραυγή, έγειρε αυθόρμητα μπροστά κι έκλεισε τα μάτια της παραδομένη στην ηδονή. Τα χέρια του άνδρα, χάιδευαν τις σφιχτές καμπύλες της κοιλιάς και της μέσης της. Η αναπνοή της έγινε πιο γρήγορη, η φλόγα ανάμεσα στους μηρούς της δυνάμωνε αβάσταχτα.  Τη σήκωσε στην αγκαλιά του, και τη μετέφερε στο κρεβάτι. Την απέθεσε κι έγειρε πάνω της, σκορπίζοντας φιλιά στα στήθη και στους ώμους της. Ύστερα κατέβηκε χαμηλότερα στους γοφούς. «Είσαι σίγουρη;» είπε μέσα απ’ τα δόντια του. «Ναι», απάντησε αποφασιστικά η Μελισσάνθη. «Είμαι». Δείχνοντας πως έχει φτάσει η ώρα να ξεκινήσουν το ταξίδι της μεγάλης απόλαυσης!

Η συνέχεια στην ...
Click to Open
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..2)
.....

Τετάρτη 24 Απριλίου 2024

Tha Perassei Kai Afti I Kataigida

.... Ο ήχος από την βροντή τον αιφνιδίασε, τον κατέλαβε απροετοίμαστο. Σηκώθηκε όρθιος, κοίταξε έξω από το παράθυρο του μικρού του γραφείου να δει τι συνέβαινε. Παρατήρησε πως οι δρόμοι άδειασαν από τους πεζούς και ο ουρανός σκοτείνιασε. Τα μαύρα σύννεφα που συσσωρεύονταν, είχαν σκεπάσει τον ήλιο και δεν προμηνύουν τίποτα καλό. Ήταν κατάμαυρα αλλά οι άκρες τους είχαν φωτεινές ανταύγειες λαμπύριζαν σαν χαλκόχρωμο κεχριμπάρι, σαν κρυσταλλιασμένο αλάτι. Το βράδυ της προηγούμενης ημέρας τα δεδομένα στο ευαίσθητο βαρόμετρο του, δεν προμήνυαν το ξέσπασμα της καταιγίδας που θα ακολουθήσει. Αυτός για άλλη μια φορά παρακολουθούσε μια καταιγίδα που ερχόταν. Παρακολουθούσε την τέχνη της πλουσιοπάροχης φύσης και τις εικόνες που προβάλλονταν στον ορίζοντα με θαυμασμό. Τα μικρά καφέ της πλατείας απέναντι, είχαν γεμίσει όταν άρχισαν να πέφτουν οι πρώτες σταγόνες και η πρώτη εκθαμβωτική αστραπή έσκισε στα δυο τον ορατό ορίζοντα εμπρός του. Όταν έβλεπε αστραπή είχε την συνήθεια να μετρά τα δευτερόλεπτα από την αντίληψη της αστραπής μέχρι την αντίληψη της βροντής. Την άκουσε τη βροντή όταν είχε μετρήσει με μια χρήσιμη μέθοδο μέτρησης των δευτερολέπτων «εννέα» και υπολόγισε πως η αστραπή είχε πέσει σε απόσταση τριών χιλιομέτρων περίπου.
 Η βροχή δυνάμωνε όλο και πιο πολύ. Μια καθαρτική μπόρα που κατέβαινε µε βρυχηθμούς από τα ξεκοιλιασμένα σύννεφα. Το νερό έτρεχε ορμητικά στις πλαϊνές υδρορροές των δρόμων κατακαθίζοντας την σκόνη, κρατώντας τους δρόμους καθαρούς. Ένιωσε την αναπάντεχη δροσιά να γλιστράει στο δωμάτιο και να απλώνεται σαν κομπρέσα στους τοίχους. Ένιωσε ένα δροσερό αερικό να τον πλησιάζει και να χαϊδεύει το μέτωπό του. Έβρεχε, έβρεχε, η πόλη ξεπλενόταν. Οι όποιες σκέψεις του θα πρέπει να σκορπίστηκαν όταν στον ουρανό πρόβαλλε ένα διπλό ουράνιο τόξο μέσα από τα σύννεφα. Οι τελευταίες σταγόνες πιτσίλιζαν τα πεζοδρόμια οι βροντές μάκρυναν πέρα βόρειο ανατολικά αφήνοντας πίσω τους ένα μακρινό σιγανό μουρμουρητό. Η καταιγίδα είχε περάσει και η κεντρική πλατεία εκεί έξω άρχισε και πάλι να γεμίζει από ζωή.
Η ζωή στον πλανήτη μας, είναι ένα εύθραυστο και λεπτό φαινόμενο που ισορροπεί πάνω στην κόψη ενός ξυραφιού, ανάμεσα στις σφοδρές εναλλαγές του κλίματος μουρμούρισε χαμηλόφωνα. Ο άνθρωπος ωστόσο δεν ικανοποιείται από τους κινδύνους που κρύβει η φύση. Αντιθέτως παρεμβαίνοντας με θράσος στο οικοσύστημα, σκάβει με επιμελημένη προσοχή τον ίδιο του τον τάφο.
Αυτός χαλάρωσε πίσω από το μεγάλο παράθυρο μισόκλεισε τα μάτια του ξεφυλλίζοντας τη σιωπή που καμωμένη από σκέψεις, που τον συντροφεύει και τον παρασύρει στα άδυτα της μνήμης και στα μεγάλα και ζόρικα ταξίδια του, που έντονα του τα θυμίζει η σημερινή κακοκαιρία. Αξέχαστες εμπειρίες, που του χάρισαν τόσα πολλά και έντονα συναισθήματα! Τον πλημμυρίζουν οι αναμνήσεις του, εκείνες οι πολύτιμες κι ανεκτίμητες αναμνήσεις του, που δεν ξεθωριάζουν ποτέ. Συσσωρευμένη βρυχάται μέσα του η αλμύρα και το αλάτι που τόσα χρόνια πότισε την υπόσταση του και ψάχνει να βρει διέξοδο και να τον ταξιδέψει σ΄ εκείνες τις εποχές σ' εκείνα τα ταξίδια. 
Ας τον ακολουθήσουμε.... .
Σύνορα Γερμανίας Ελβετίας στα χίλια εννιακόσια εβδομήντα πέντε. Το τραίνο δεν έκοψε ταχύτητα καθώς σκαρφάλωνε πάνω στους σκιερούς λόφους. Δυτικά στον φλογισμένο ουρανό διαγραφόταν οι βουνοκορφές των Άλπεων, λουσμένες μέσα στις τελευταίες αχτίδες του Ήλιου που έδυε. Το σκοτάδι έπεφτε τόσο απότομα ώστε η πλαγιές των βουνών χάνονταν μέσα σ’ αυτό αφήνοντας μόνο τις κορυφές να φαίνονται λουσμένες στο φως, με τον ήλιο να χάνεται αιωρούμενος στον ορίζοντα μέχρι να σβήσει και η τελευταία αχτίδα του και οι κορυφές να χαθούν μέσα στο σκοτάδι.
Η μεγάλη παρέα στο βαγόνι του τραίνου ήταν Έλληνες ναυτικοί που ξεμπαρκάρισαν από τον λιμένα Μπρεμερχάφεν (Bremerhaven) που βρίσκεται στις εκβολές του ποταμού Βέζερ, ένα εμπορικό λιμάνι από τα πιο σημαντικά γερμανικά λιμάνια, διαδραματίζοντας καθοριστικό ρόλο στο εμπόριο της Γερμανίας. Από το Μπρέμεν λοιπόν της Γερμανίας οι ναυτικοί αποφάσισαν να επιστρέψουν στην πατρίδα με το τραίνο, το φημισμένο «ακρόπολις εξπρές» της εποχής που εκτελούσε τα δρομολόγια Μόναχο- Θεσσαλονίκη- Αθήνα....
Ακρόπολις Εξπρές», το επονομαζόμενο «τρένο της ξενιτιάς», κουβαλούσε, τα καλοκαίρια ειδικά, στοιβαγμένους στα κουπέ και τους διαδρόμους, Έλληνες, αλλά και Τούρκους «γκασταρμπάιτερ» σε μια περιπετειώδη διαδρομή από τη Θεσσαλονίκη μέσω Γιουγκοσλαβίας προς το Μόναχο και αντίστροφα, η οποία κρατούσε κοντά δύο ημέρες.
Ήταν το τρένο που μετέφερε ελπίδες, προσδοκίες και όνειρα, από τη μεταπολεμική Ελλάδα της δεκαετίας του ΄60 στη Γερμανία. που αγωνίζεται να αναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες του πολέμου. Τα βαγόνια του τρένου φυλάσσουν στο εσωτερικό τους ερμητικά κλεισμένες, χιλιάδες ιστορίες διαφορετικών ηρώων, που με ένα φτερούγισμα στην καρδιά εξορμούσαν για να κατακτήσουν μια καινούργια ζωή, μακριά από την Ελλάδα της δυστυχίας, με μόνη τους αποσκευή την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο και κοινό τους στόχο η κατάκτηση του ονείρου."
Την παρέα των ναυτικών την αποτελούν, ο Γιάννης ο Τρίτος μηχανικός από την Ελευσίνα, ο Ιπποκράτης ο καμαρότος ομογενής εξ Αιγύπτου, ο Αγγελής ο ναύτης από τον προσφυγικό μαχαλά της Καισαριανής, ο Γιώργος Ανθυποπλοίαρχος από την Λευκάδα, ο Πασχάλης ο ναύτης, ένα γιγαντόσωμο θεριό από την Σαμοθράκη, ο Επαμεινώνδας ο λοστρόμος από την ναυτομάνα Άνδρο, και ο νεαρός δόκιμος μηχανικός μας από τα χωριά του Νότιου Πάρνωνα. 
Όλοι αυτοί συνθέτουν μια παρέα εύθυμη, ταλαιπωρημένη μεν αλλά άκρως ζωντανή που η πείνα για ζωή και εμπειρίες ξεχειλίζει μέσα τους.
Προχωρώντας η βραδιά ο νεαρός μηχανικός σηκώθηκε από την θέση του και έκανε το γύρο της κουκέτας να ξεμουδιάσει την απραξία του. Από τον τρόπο που περπατούσε, ένας έμπειρος ταξιδιώτης θα μπορούσε να καταλάβει πως ο νεαρός ήταν σχετικά νεόφερτος σε ταξίδι με το τραίνο. Οι κινήσεις του ήταν κάπως απότομες σε αντίθεση με τον ανάλαφρο, σταθερό βηματισμό πολλών συνταξιδιωτών του. Έριξε μια ματιά στο εξωτερικό τοπίο αλλά τα φώτα στο βαγόνι τον εμπόδιζαν να δει καθαρά εκεί έξω το σκοτεινό τοπίο. Μ’ αυτή τη σκέψη ετοιμάστηκε να γυρίσει στη θέση του όταν ξαφνικά βρέθηκαν σε σήραγγα κι ενστικτωδώς τραβήχτηκε μακριά απ’ το παράθυρό ανοίγω-κλείνοντας τα μάτια του.
 Όλο το υπόλοιπο πλήρωμα αντιμετώπιζαν το νεαρό μηχανικό με φιλική διάθεση και τον ενθάρρυναν να πάρει μέρος στην συζήτηση που είχε ανάψει για τα καλά στο διπλανό κουπέ. Τα κουπέ είναι για έξι άτομα αλλά συνήθως ποτέ δεν είναι γεμάτα στα χειμερινά τους δρομολόγια. Η παρέα τους είχε κάνει κατάληψη σε τρία κουπέ του βαγονιού. Ο ίδιος βρέθηκε να συνταξιδεύουν με τον Αγγελή και έναν Τούρκο φοιτητή από την Κωνσταντινούπολη.
Με τον Τούρκο φοιτητή η γνωριμία ήταν μια ευχάριστη νότα του ταξιδιού. Όταν τα βλέμματα τους συναντήθηκαν μια σιωπηλή αλληλοεκτίμηση διαχύθηκε στα πρόσωπα τους. Ο νεαρός μηχανικός χαμογέλασε και στο πρόσωπο του σχηματίστηκαν σκιερές αυλακιές όμοιες μ’ αυτές του γύρω αλπικού τοπίου. Έγιναν οι απαραίτητες συστάσεις και ήταν εγκάρδια φιλικές παρά τα τραγικά γεγονότα της Κύπρου που ήταν ακόμη νωπά. Η σπίθα που είχε ανάψει στο νησί ήταν παρούσα γύρω τους. Το ότι δεν ξέσπασε πόλεμος σκέφτηκε ο νεαρός μηχανικός οφειλόταν σε μια τραγική συγκυρία περιστάσεων και όχι σε μια εσκεμμένη τακτική των κρατών μας. Η ισχυρογνωμοσύνη τόσο το χουντικού καθεστώτος όσο και του βαθύ κράτους της Γείτονος είχαν φέρει σαν μια κακόγουστη φάρσα σε τροχιά σύγκρουσης τα δυο έθνη. Δικαιολογίες υπήρχαν και για τις δυο πλευρές. Άλλωστε πάντα υπάρχουν.
Απολάμβανε στο ταξίδι να βλέπει τα τοπία να περνούν από μπροστά του σαν μεγάλη οθόνη που κάποιο αόρατο χέρι την άλλαζε συνεχώς.
Ξάπλωσε αναπαυτικά στην κουκέτα του τραίνου, ακούμπησε πίσω στη μαλακή ταπετσαρία κι έκλεισε τα βλέφαρα του. Το τραίνο ταξίδευε με σταθερή ταχύτητα σ’ ένα απαλό νανουριστικό γλίστρημα άλλα ο νεαρός μηχανικός δεν κοιμήθηκε. Αντίθετα σκεπτόταν έντονα τα γεγονότα του τελευταίου ταξιδιού στην μακρινή άπω ανατολή. Στο τραίνο βρίσκει ο ταξιδιώτης το χρόνο να κάνει την εσωτερική του περιήγηση και να παραδοθεί στα όνειρα του. 
Θέλησε να βουλιάξει στη σιωπή και στις αναμνήσεις του, σαν το πλοίο που το καταπίνουν σύννεφα από αφρούς που στροβιλίζονται πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
............... Το τελευταίο ταξίδι ήταν από τη δυτική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών προς τη θάλασσα της Ινδονησίας και από εκεί θα συνέχιζαν για Ευρώπη.
Τις τελευταίες ώρες ο ουρανός καλύφθηκε ολόκληρος με μαύρα σύννεφα και απ’ όλα τα σημεία του ορίζοντα έρχονταν βροντές κι αστραπές που έκαναν την νύχτα μέρα. Αν και αρχικά τα μετεωρολογικά δελτία του καιρού προέβλεπαν σχετικά καλές καιρικές συνθήκες ο καιρός άρχισε να διαμορφώνεται διαφορετικά από αυτό που προβλέπει το μοντέλο. Γύρω τους ο ουρανός ήταν σκούρος και μαβής και ο ήλιος άσπρος και λερωμένος ταξίδευε γοργά, μέσα στα σύννεφα λες και βιαζόταν να κρυφτεί.
Οι ασύρματοι σε όλα τα μήκη και πλάτη του βορειοδυτικού Ειρηνικού, ωκεανού άρχισαν να στέλνουν αδιάκοπα μηνύματα για την μεγάλη καταιγίδα που εξελισσόταν σε τυφώνα. Είχε ξεκινήσει ανατολικά των Φιλιππίνων και σάρωνε ανεξέλεγκτα τον απέραντο ωκεανό, κινούμενος με τρομαχτική ταχύτητα βόρεια, βορειοανατολικά. Τα πλοία που ταξίδευαν κοντά σε απάνεμα λιμάνια, κόλπους ή προφυλαγμένα νησιά, έσπευσαν να αγκυροβολήσουν για λόγους ασφαλείας, μετά τις απανωτές προειδοποιήσεις που έστελναν τα ερτζιανά.
Πλάκωσε η νύχτα. Και τι νύχτα! Κόλαση σωστή. Ούτε άστρο στον ουρανό. Τα φώτα της καμπίνας του άναψαν καθώς βρήκε το διακόπτη και τον γύρισε. Για ένα λεπτό αισθανόταν πολύ ζαλισμένος για να κάνει κάτι και έμεινε ακίνητος κοιτάζοντας στο κενό.
Σηκώθηκε. Ακολούθησε τον αλουέ του πλοίου μέχρι την έξοδο του ντέκ.
Το πλοίο χόρευε στα λυσσασμένα κύματα τα οποία λες και ήθελαν να το καταπιούν.
 Αγκομαχούσε πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας κι όλο κλυδωνιζόταν και μούγκριζε κάτω από το ανελέητο σφυροκόπημα των κυμάτων.
Όταν κόπασαν οι αστραπές δεν μπορούσε να δει τίποτα, η νύχτα ποτέ δεν ήταν τόσο σκοτεινή όσο αυτή.
Όσα πλοία βρέθηκαν όμως μεσοπέλαγα, το μόνο που ήλπιζαν οι ναυτικοί τους, ήταν να μη βρεθεί στη ρότα τους τούτος ο ανισόρροπος τυφώνας που άλλαζε πορεία και κατεύθυνση συνεχώς. Μια διέσχιζε τον ωκεανό προς τα βορειοανατολικά, μια γύριζε απότομα νότια, και εκεί που περίμεναν όλοι οι μετεωρολόγοι πως θα κόπαζε και θα ξεθύμαινε, αυτός θαρρείς και έπαιρνε αιφνίδιες δυνάμεις, έστρεφε και πάλι βορειοανατολικά με μεγαλύτερη ακόμα ένταση.
Στη γέφυρα υπήρχε σύσκεψη για τα επερχόμενα.
Ο πλοίαρχος ήταν ένας άνδρας γύρω στα πενήντα, αλλά τα μαλλιά του ήσαν ακόμη αρκετά μαύρα και πυκνά. Ανήκε στη κατηγορία των όχι εξαιρετικά όμορφων ατόμων που εμπνέουν όμως εμπιστοσύνη από την πρώτη στιγμή που τα συναντάει κανένας. Έδινε την εντύπωση του ευχάριστου πεπειραμένου πλοιάρχου που δεν νοιαζόταν να δίνει συμβουλές χωρίς προκατάληψη, ωστόσο είχε πολύ καλή επαφή με τα πληρώματα του. Μια χρυσή καρδιά κάτω από μια τραχιά μορφή είχε σκεφτεί ο νεαρός μηχανικός στην αρχική τους γνωριμία και είχε επιδοκιμάσει με τον νου του την κοινοτοπία του χαρακτηρισμού του. Ο Γραμματικός του πλοίου ήταν ο καπετάν Γεράσιμος που ήταν γραμματικός με κεφαλαία γράμματα. Γεροδεμένος, τετράγωνες πλάτες, μετρίου αναστήματος, με αεικίνητα γαλάζια μάτια, που δεν άφηναν τίποτα απαρατήρητο. Τα εγγλέζικα του ήταν πολύ καλύτερα από του καπετάνιου και μιλούσε πέντε έξι γλώσσες ακόμα.
Είχε περάσει μια ώρα πριν βεβαιωθούν ότι η τροπική καταιγίδα έδειχνε μεταβαλλόμενη αλλαγή πορείας με άμεσο κίνδυνο να διασταυρωθεί με το δρομολόγιο του πλοίου, αλλά ακόμη δεν μπορούσαν να αποφανθούν ποσό σύντομα θα συνέβαινε αυτό.
Ο αμείλικτος δείκτης του βαρομέτρου στη γέφυρα του πλοίου τυλιγμένο μέσα στο πέπλο της νύκτας διέγραφε τα τελευταία λεπτά συνεχή πτώση κάνοντας αντιληπτά τα γεγονότα που θα ακολουθούσαν.
Ο γραμματικός μίλησε πρώτος
«Όλοι φεύγουν σα να τους κυνηγάει ο διάβολος. Ο καιρός μπορεί να γίνει πολύ ζόρικος σε τούτα τα μέρη. Έχω ταξιδέψει στην καραϊβική θάλασσα τα πρώτα μου ναυτικά χρόνια, κι έχω δει μερικούς τυφώνες στα ταξίδια μου, άλλα τίποτα δεν συγκρίνεται με έναν κυκλώνα του Ειρηνικού.»
«Έχουμε μόνο δυο επιλογές να κάνουμε» είπε.
«Μπορούμε να μειώσουμε ταχύτητα να παραμείνουμε στην θαλάσσια περιοχή που βρισκόμαστε αναμένοντας ότι τελικά η καταιγίδα θα πάρει τη συνηθισμένη βορειοανατολική πορεία που ακολουθούν οι καταιγίδες της περιοχής αυτή την εποχή και να περάσει σε ασφαλή απόσταση από την θέση μας.»
Η άλλη λύση είναι να κάνουμε αναστροφή πορείας να γυρίσουμε νοτιά νοτιοανατολικά και να αναμένουμε το ξέσπασμα της μέχρι να εξαντληθεί στα βόρεια. Ας ελπίσουμε πως δεν θα χρειαστεί να δοκιμάσουμε την δεύτερη λύση.» Συμπλήρωσε.
Ο μεγάλος κίνδυνος ήταν η συνεχώς μεταβαλλόμενη και απρόβλεπτη πορεία της καταιγίδας. Ο καπετάνιος σκέφτηκε πως είχε πολύ καιρό ν’ ακούσει χειρότερο μαντάτο. Έκανε μερικούς αριθμητικούς υπολογισμούς με το μυαλό του για να υπολογίσει την ακριβή απόσταση της καταιγίδας και τις πιθανές πορείες της. Αν και αισθανόταν ότι το πλοίο θα ήταν φοβερά εκτεθειμένο στην απόφαση του αποφάσισε να ακολουθήσουν την πρώτη λύση.
Απόμεινε να διαπιστωθεί εάν η πρώτη λύση που αποφασίστηκε ήταν και η πιο κατάλληλη και αποτελεσματική για την αντιμετώπιση της καταιγίδας.
Βρίσκονταν κάπου νοτιοανατολικά της Ιαπωνίας και η θεομηνία να μην είχε σκοπό να λιγοστέψει. Όσο πήγαινε, και φούντωνε. Η θάλασσα σφυροκοπούσε το πλοίο απ’ άκρη σ’ άκρη και κυνηγούσαν το ένα το άλλο τα κύματα, ψήλωναν σαν θεριά ανήμερα καβαλίκεψαν το κατάστρωμα και σάρωναν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους και περνούσαν μανιασμένα αφήνοντας τους αφρούς καταπάνω τους.
Τρεις ημέρες αργότερα ξημέρωσε με τον ουρανό και τη θάλασσα να έχουν ακόμη μια θωλομάρα που σου έσφιγγε την καρδιά. Κατά το μεσημέρι ο ήλιος έσχισε τα σύγνεφα κι έριξε μιαν αχτίνα του μακριά. Αν και δεν είχαν οριστικά μείνει ακόμη μακρυά από την ακτίνα δράσης της καταιγίδας, το πλοίο ανακτούσε ταχύτητα καθώς η αντίσταση της κακοκαιρίας λιγόστεψε.
Μπορεί να είχαν ακόμη δρόμο μέχρι να απομακρυνθούν τελείως και να βγουν έξω από την ακτίνα δράσης της και σε ασφαλή πορεία, μα ήξεραν ότι είχε περάσει κι αυτή η καταιγίδα, άγρια όπως όλες που χτυπάνε χωρίς λύπη και έλεος… και… κάποια στιγμή αρχίζει να χαράζει ο Ήλιος ζωηρός και τα πάντα γεμίζουν με φως. Τα νερά του ωκεανού ήρεμα καθρεφτίζουν τις ακτίνες του. Υπέροχες στιγμές. Χρειάζονται μοναχά λίγα δευτερόλεπτα να κοιτάξεις τέτοιες εικόνες, για να νιώσεις ευτυχισμένος άνθρωπος. Να ζεστάνεις την ψυχή σου με την ανάσα σου. Και να σκεφτείς πόσα πράγματα σημαντικά έχεις να κάνεις, μόλις περάσει η καταιγίδα. Κι όταν η καταιγίδα θα έχει περάσει, δεν θα θυμάσαι πως τα κατάφερες ή πως επιβίωσες.
Γιατί ότι γίνει στη θάλασσα γρήγορα λησμονιέται. Έγινε πέρασε, πάει με τ’ αγέρι, με το κύμα, με τον αφρό, με του καιρού τη  διάβα. 
Πόσο διαφορετική είναι τούτες τις ώρες η θάλασσα.
Γαλήνια! Μια ήρεμη γαλήνη, μια αβίαστη γαλήνη, μια απόμακρη γαλήνη. .............................

Η χαρούμενη παρέα των ναυτικών μας τις περισσότερες ώρες τις περνούσαν συνήθως μαζεμένοι σε μια κουκέτα φλυαρώντας ευχάριστα. Οι συζητήσεις τους περιφέρονταν γύρω από τα της πατρίδος και συμπληρωματικά με τη γνώση των αναγκών του επαγγέλματος τους, που οι αρχαιότεροι της παρέας μετέφεραν την συσσωρευμένη πείρα τους στους νεώτερους. Ο ανθυποπλοίαρχος ήταν αυτός που άλλαξε πρώτος το αντικείμενο της συζήτησης. Το να περάσεις την κουβέντα από την επαγγελματική συζήτηση στη πολιτική δε χρειαζόταν και μεγάλη δεξιοτεχνία, γιατί τις ήμερες εκείνες η πολιτική αποτελούσε το κύριο θέμα. Και δεν υπήρχε καμία αμφιβολία, πως όλοι θα είχαν και κάποιο πειστικό επιχείρημα στο λόγο τους, και αν κάποιος προσπαθούσε να τους αντικρούσει θα του πρόβαλλαν τις συνηθισμένες κοινωνικές θεωρίες. Ο ανθυποπλοίαρχος είχε ξαναβρεθεί σε παρόμοιες συζητήσεις και με το ταλέντο του ομιλητή με την βαθιά καλλιεργημένη και ειλικρινή φωνή του έδινε προοδευτικά ζωηρό τόνο στην συζήτηση ώστε να μην καταλήξει σε ανιαρή κουβέντα. Χαμηλόφωνος και πάντα τόσο χαμογελαστός που σε προτρέπει να υποψιαστείς ότι ο πολίτικος διάλογος δεν του είναι μια άγνωστη πρακτική, αλλά ταυτόχρονα δεν είναι ο κλασσικός τύπος επαναστάτη που θέλει να ανατρέψει τα σύγχρονα πολιτικά δρώμενα.
Έπεσε μια ξαφνική σιωπή στην κουκέτα. Μόνο το σφύριγμα της ατμομηχανής και το τρίξιμο των τροχών του σιδηροδρομικού συρμού ακουγόταν στην ατμόσφαιρα. Η πολύβουη παρέα είχε σταματήσει την κουβέντα της για να μπορέσει να ακούσει την αναγγελία από τα μεγάφωνα. Ο νεαρός μηχανικός έστρεψε το βλέμμα του προς τα διαγράμματα πάνω από τις πόρτες για να αναγνωρίσει τον σταθμό άφιξης του τραίνου.
 «Πλησιάζουμε το Ζάγκρεμπ.» Πληροφόρησε την ομήγυρη, στη συνέχεια περπάτησε όχι πολύ σταθερά προς το κοντινότερο παράθυρο κόλλησε το πρόσωπο του στο τζάμι, κοίταξε ίσια μπροστά του και σε μερικά δευτερόλεπτα εμφανίζεται σαν φωτεινή όαση σε σκοτεινή έρημο η πολιτεία του Ζάγκρεμπ. Έμεινε κολλημένος στο τζάμι παρατηρώντας εκεί που ο μεγάλος μεταλλικός θόλος του σταθμού έλαμπε στο ομιχλώδες πρωινό κάτω από το φως των λαμπτήρων.
Ένα μεγάλο γκρουπ με ποδοσφαιριστές της τοπικής ομάδας καταλαμβάνουν με θορυβώδη τρόπο τα μπροστινά βαγόνια, γεμίζουν με ζωή τα σαλόνια και τα παράθυρα των βαγονιών.
Οι νέοι ταξιδιώτες μπαίνουν στο τραίνο και ξεκίνησαν να βολεύονται στις θέσεις τους.
Για μια στιγμή το βλέμμα του ταξίδεψε στον σκοτεινό καθρέφτη του γυάλινου διαχωριστικού κι είδε το είδωλο της κάπως μισοφωτισμένο καθώς προβαλλόταν στο καθρέφτη. Το είδωλο μιας κοπέλας να στέκεται πίσω στο διάδρομο. Η ελκυστική εμφάνισή της τον απορρόφησε να την παρατηρεί, κι όσο περισσότερο την κοιτούσε του ήταν αδύνατο να τραβήξει τα μάτια του απ’ το είδωλό της. Έμοιαζε με έφηβη, και σίγουρα δεν ήταν πάνω από είκοσι χρόνων. Όλα τα χαρακτηριστικά της, ως κι ο τρόπος που στεκόταν, έμοιαζαν να τονίζουν την παιδικότητα του προσώπου της, και σύντομα κατάλαβε ότι η θέα της είχε αρχίσει να τον εξάπτει. Εκείνη βέβαια δεν φαινόταν να τον προσέχει, αλλά για να αποφύγει το βλέμμα του να συναντήσει το δικό της, κοίταξε για μια στιγμή αμήχανος τα χέρια του. Στο μυαλό του εξακολουθούσε να βλέπει το είδωλο της άγνωστης κοπέλας. 
Ξανασήκωσε το βλέμμα του.... Τότε, είδε το ίδιο καστανόξανθο κεφάλι, και μαζί του την υπόλοιπη εικόνα της. Στεκόταν όρθια στην είσοδο της κουκέτας χαμογελώντας ανάλαφρα, στα χέρια της κρατούσε ένα μεγάλο δερμάτινο ταξιδιωτικό σάκο, και είχε το βλέμμα της στραμμένο προς την πινακίδα της κουκέτας.
Τα βλέμματα τους συναντήθηκαν. Ασυναίσθητα αυτός τραβήχτηκε προς τα πίσω, την ίδια στιγμή, όμως δεν σταμάτησε να την κοιτάζει. Αν και η κοπέλα προσποιούνταν ότι η προσοχή της χάνονταν στην πινακίδα, αισθανόταν το βλέμμα του να την εξερευνά, έδειξε αμήχανη όπως κι εκείνος. Τον κοίταξε μια στιγμή και μετά έριξε το βλέμμα πάνω από το κεφάλι του…. Έμεινε λοιπόν ακίνητη για μερικά λεπτά, ξαφνικά έστρεψε τα μάτια της πάνω του και είδε στο βλέμμα της «ματιά καθαρή» που πάσχιζε να ρωτήσει. Ίσιωσε το κορμί του σαν να δανειζόταν ενέργεια η αυτοπεποίθησή του κίνησε τα χείλη του σ’ ένα «την κουκέτα σας ψάχνεται» κ' επειδή δε βγήκε καθαρός ήχος.... πρόσθεσε βουβά «τι πριγκιπική κορμοστασιά θεέ μου». Ήταν ψηλή και στητή σαν λαμπάδα, ένα κορίτσι γύρω στα είκοσι, με εμφάνιση «νεράιδας» παρατηρούσε γοητευμένος το παράστημα της. Το ταξίδι απόχτησε άλλης ποιότητας ενδιαφέρον… σκέφτηκε.
*Ναʼ την έρχεται λικνισμένη με χάρη
Μ’ έναν πανέμορφο κότσο 
Με γυρισμένες προς τα επάνω τις άκρες των μαλλιών της.
Όπως το πουλί μέσα στα σύννεφα.
Μ’ ένα λινό φόρεμα.
Απλά ντυμένη.
Με πόση χάρη κουνούσε ανάλαφρα το κορμί της.
Η λεπτή και χαριτωμένη κορμοστασιά της.
Α! Τι εκπληκτική ομορφιά.
Μ’ αλαβάστρινα δάχτυλα που έμοιαζαν 
Με τους βλαστούς του μπαμπού την άνοιξη.
Τα ροδοκόκκινα χείλια της,
Στόλιζαν το αρωματισμένο στόμα της.
(*Το ποίημα προέρχεται από την κινεζική μυθολογία...)
Και τα δικά της χείλη κινήθηκαν επίσης. «Είναι ελεύθερα» ρώτησε μ’ ευχάριστα φιλικό τόνο δείχνοντας τις άδειες θέσεις. Η φωνή της έστω και στις τετριμμένες λέξεις ηχεί βαθιά, βελούδινη στ’ αυτιά του!
Κάτι πήγε να της πει αλλά τον πρόλαβε εκείνη λέγοντας: «Είστε Έλληνας; Η κάνω λάθος;»
«Ναι, ναι πραγματικά από την Ελλάδα είμαι… Αλήθεια και εσείς;  Πολύ ενδιαφέρον.».
«Νομίζω εδώ είναι η θέση μου! Μπορώ να καθίσω;;»
«Ναι βέβαια γιατί όχι».
Ξεπερνώντας την αρχική του αμηχανία ο νεαρός μηχανικός περπάτησε σιωπηλός την απόσταση που τους χώριζε, την πλησίασε να την βοηθήσει, ζήτησε ευγενικά τον ταξιδιωτικό σάκο τον πήρε στα στιβαρά του χεριά και τον τακτοποίησε στον ουρανό της κουκέτας.
Τον ευχαρίστησε που τη βοήθησε. «Ευχαριστώ πολύ ήταν, πολύ ευγενικό εκ μέρους σας» του είπε.
Η αρχική του αμηχανία ήταν ορατή με γυμνό μάτι. Φαινόταν ντροπαλός - σα να είχε καταπιεί τη γλώσσα του μολονότι η κοπέλα μιλούσε την γλώσσα του.
Την κοίταξε «Δεν είναι απαραίτητο να μ’ ευχαριστήσετε καν. Ακολούθησα κανόνες της λακωνικής γης.» της απάντησε βρίσκοντας το χαμόγελο του.
Έμεινε για λίγο ευχάριστα άναυδη «αιφνιδιασμένη».
«Μη μου πείτε! Και εσείς Λάκωνας» είπε.
Το πανωφόρι της παλλόταν στους ώμους όπως τον προσπερνούσε στα θυρόφυλλα της κουκέτας που έκλεισαν πίσω τους, γλίστρησε σαν χορεύτρια, ήταν υπέροχη, ήταν ένα όνειρο και το άρωμά της έμεινε εκεί δα, στη νοτισμένη πρωινή ατμόσφαιρα της κουκέτας.
Ένοιωσε και πάλι τον εαυτό του να κοκκινίζει ελαφρά.
«Από τα περίχωρα της Μονεμβασιάς» και προτείνοντας το χέρι του μ’ εγκαρδιότητα συστήθηκε.
Αυτή δίστασε ανεπαίσθητα, βλεφάρισε αντικρίζοντας δυο μάτια στο χρώμα του καπουτσίνο που θα έβαζαν σε πειρασμό κάθε γυναίκα. Μετά πήρε το χέρι του και το κράτησε για λίγο σφιχτά. «Να υποθέσω ότι θα βρεθούμε και συγγενείς;» αναρωτήθηκε «φορώντας» ένα αφοπλιστικό χαμόγελο. «Από τα ορεινά χωριά του Ζάρακα η καταγωγή μου. Τα κρυμμένα ανάμεσα στα βουνά», συμπλήρωσε, και της ξέφυγε ένας στεναγμός ευχαρίστησης καθώς καθόταν αναπαυτικά στην άδεια θέση. Και μόνο η σκέψη της απρόσμενης συνάντησης σ’ αυτό τον απόμακρο σιδηροδρομικό σταθμό των Βαλκανίων την έκανε να χαμογελάσει. Ίσως το ταξίδι της να μην εξελισσόταν άσχημα. Ο κόσμος τελικά είναι πολύ μικρός.
Ένιωσαν το απαλό συναίσθημα της επιτάχυνσης της αμαξοστοιχίας και μετά μια αόριστη, ελάχιστη αντιληπτή, αίσθηση ταχύτητας.
Η κοπέλα, πραγματικά ήταν πολύ όμορφη, το ντύσιμο της αν και ευπρεπές άφηνε αρκετά ερεθιστικά σημεία ακάλυπτα. 
Ο νεαρός μας μηχανικός προσποιήθηκε ότι άκουγε τον διπλανό του, τον Αγγελή τον ναύτη για να μην της δώσει να καταλάβει ότι χάζευε τις χυτές γάμπες της. Στο μεταξύ αναλογίστηκε το εσωτερικό του δίλημμα πως θα προετοιμάσει το έδαφος για ένα φλερτ. Ύστερα συγκράτησε την παρόρμηση του να πει κάτι «χαριτωμένο». Ήταν καθαρή διαίσθηση. Πρέπει να προσέξει πάρα πολύ καλά την αρχή, πώς θα το πάει. Σε πρώτη φάση τα βλέμματα τον γυναικών τον προσπερνούν. Βλέπουν έναν νεαρό άντρα µε όχι ιδιαίτερα προσεγμένα παπούτσια, µ’ ένα φθαρμένο τζιν κι από πάνω ένα βαμβακερό μπλουζάκι. Τα μαλλιά του είναι επίτηδες ανακατωμένα. Είχε μαλλιά που του το επιτρέπουν. Σκεφτόταν. «Μπας και πολύ το βασανίζω το θέμα;»
Αυτή η σκέψη ήταν τόσο έντονη που παρέλειψε όλες τις τυπικότητες και μπήκε κατευθείαν στην ουσία. Η νεαρή γυναίκα παρουσίαζε πλέον έντονο ενδιαφέρον για εκείνον ως άντρα. 
Είτε θα της έλεγε κατευθείαν την αλήθεια για τις σκέψεις του, ξέροντας τον κίνδυνο ότι η έλξη μεταξύ τους θα έκανε φτερά αν προσπαθούσε να δώσει μια ώθηση πέρα από τα επιτρεπτά όρια. Στριφογύρισε στη θέση του έτσι ώστε να την κοιτάζει κατάματα, ακουμπώντας το χέρι στην πλάτη του καθίσματος και γέρνοντας προς το μέρος της, τη ρώτησε όταν εκείνη έμεινε σιωπηλή: «Αν σας κάνω μια προσωπική ερώτηση, υπόσχεσαι να μην με παρεξηγήσετε;» 
«Εξαρτάται από την ερώτηση.»
Έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό. Ήταν ένας αναστεναγμός ανακούφισης. «Με συγχωρείς» είπε «Κλασσική γυναικεία απάντηση.»
Μισόκλεισε τα µάτια της. Τι άραγε να ρωτούσαν αυτά τα μισόκλειστα µάτια. «Α, ώστε το πρόσεξες ότι είμαι γυναίκα».
Χωρίς να τραβήξει το βλέμμα του από πάνω της, έθαψε προς στιγμήν τα δάχτυλά του στα μαλλιά του και τα τράβηξε ανέμελα προς τα πίσω, µε αποτέλεσμα να ανακατευτούν ακόμα πιο πολύ. Στο μεταξύ δεν κοιτούσε πια τον διπλανό του. Ήταν σαν να μην υπήρχε πια. Σαν να ήταν πια µόνο οι δυο τους. Η κοπέλα του χαμογέλασε. Και δεν έκανε καμία προσπάθεια να κρύψει το σύντομο εξεταστικό βλέμμα που άφησε να γλιστρήσει πάνω από το υπόλοιπο σώμα του. Προφανώς της άρεσε αυτό που έβλεπε, γιατί το χαμόγελό της έγινε πιο πλατύ, δείχνοντας έτσι τα ωραία δόντια της. Και το χαμόγελο το νεαρού μηχανικού πλάτυνε και τα μάτια του τώρα λένε τόσα πολλά όσα δεν τολμά η φλύαρη γλώσσα του. Ήταν δυνατόν να μην προσέξει κάτι τέτοιο. Η αλήθεια ήταν ότι του άρεσε πολύ η νεαρή γυναίκα διπλά του. «Ναι και βέβαια το πρόσεξα πως είστε μια όμορφη και ενδιαφέρουσα γυναίκα και θα χαιρόμουν να γνωριστούμε καλύτερα.» 
«Δε νομίζετε πως βιάζεστε κύριε .....;»
«Αλκιβιαδης! Δίκιο έχετε, πάντα βιάζομαι για κάτι που μ’ ενδιαφέρει πολύ. Αυτό που στη γλώσσα μας ονομάζεται «τακτ», μου είναι δύσκολο να το εφαρμόσω,..»
«Μυρτώ! Βοηθάει όμως στις καλές σχέσεις δεν συμφωνείται;. »
«Οφείλω να δεχτώ πως έχετε δίκιο αλλά..... »
«Αλλά; Τι είναι αυτό που σας ενδιαφέρει και δεν το λέτε;».
«Όπως δείχνουν τα πράγματα, ας πούμε είστε εσείς.» της είπε αυτός χαμογελώντας.
«Βιάζεστε, βιάζεστε. Θα δούμε…προς το παρόν πρέπει πρώτα να γνωριστούμε».
«Σωστά, αλήθεια είστε δεσποινίς ή κυρία;». Παίρνει νέα ρίσκα  να την προσεγγίσει.
«Παίζει ρόλο αυτό; Στην εποχή μας ο διαχωρισμός αυτός είναι περιττός.»
«Ναι βέβαια, αλλά είναι ένας τρόπος να μάθω αν είστε παντρεμένη…».
«Και σε τι θα σας ωφελούσε αυτό;».
«Ε, πως, αν είστε παντρεμένη θα πρέπει να σας διεκδικήσω από το σύζυγο αν είστε δεσμευμένη…».
«Α, έτσι μπορείτε να φτάσετε ως εκεί; Δε θα χρειαστεί, δεν είμαι παντρεμένη».
 Ο Αλκιβιάδης δεν μπόρεσε να μη γελάσει. Κατάλαβε ότι η έμπνευση της στιγμής είχε αγγίξει την  νεαρή κοπέλα. ««Εμείς οι δυο έχουμε ακόμη πολλά να πούμε!»
Την είδε να ξεροκαταπίνει και πρόσεξε τη διαστολή στις κόρες των ματιών της, που μαρτυρούσε την στιγμιαία διέγερση της.
Τα σώθηκα του πήραν φωτιά. Όταν ανεβαίνει το θερμόμετρο, τα πάντα μπορούν να συμβούν.
Έκατσε πιο βαθιά στο κάθισμα κι έπαιξε με τα δάχτυλα την άκρη από το κορδόνι του πανωφοριού του, αφήνοντας το μυαλό του να παρασυρθεί σε προσωπικές σκέψεις.
«Η Ρηχειά ήταν στη νηπιακή ηλικία η καλοκαιρινή μου διαμονή. Αλλά και στην εφηβεία μου πέρασα δυο ολόκληρα καλοκαίρια εκεί. Στο δρόμο προς τη Βλυχάδα, τοπίο μαγικό η Ράχη. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς πως πολύ κοντά σε αυτό τον ορεινό οικισμό βρίσκεται η μαγευτική παραλία της Βλυχάδας. Άγνωστη για τους πολλούς, ακριβό προνόμιο για αυτούς που την γνωρίζουν. Είναι βίωμα, μαγεία, και δεν παίρνει περιγραφή η μαγευτική αυτή παραλία, εκεί που η θάλασσα λαμπυρίζει σε χιλιάδες σταγόνες φωτός. Ένα τοπίο με μυστική παρθενικότητα, με αρώματα βουνού και ψιθύρους της θάλασσας στη σκιά των βράχων, θαυμάζοντας το μαγευτικό και σπάνιο χρώμα των νερών. Παραλία δυσπρόσιτη, με ανοίγματα στους συμπαγείς βράχους, όπου σχηματίζεται ο εντυπωσιακός όρμος της Βλυχάδας. Η πρόσβαση γίνεται μέσα από μονοπάτια με πικροδάφνες, γαλατσίδες, κιτρινοξιλιές, συκιές και σκίνα. Τα καλοκαιρινά βράδια στη Βλυχάδα είναι δροσερά. Είναι ο γλυκός νυκτερινός αέρας που κατεβαίνει από τα βουνά του Ζάρακα με τα έλατα και περνάει από τα αμπέλια, τις ελιές, τις χαρουπιές και τις συκιές και φέρνει μαζί το θυμάρι που σμίγει με τη θαλασσινή αύρα. Αυτή η αύρα είναι που μαζί με τον ήσυχο παφλασμό του νερού σε νανουρίζουν τα βράδια κοντά στο κύμα, όταν αποκαμωμένος από το κολύμπι ησυχάζεις. Ένα άγριο και επιβλητικό τοπίο, που γίνεται όμως απρόσιτο και πολύ επικίνδυνο όταν λυσσομανούν τα μελτέμια.» Της είπε.
Είδε τη λάμψη στο χαμόγελο του προσώπου της, λες και κάποιος το είχε αποτυπώσει εκεί. Το μυαλό της πρέπει να ταξίδεψε σε ευτυχισμένες στιγμές....... σε χαρούμενους τόπους. Της χαμογέλασε καθησυχαστικά, και στο χαμόγελο του φάνηκε μια λάμψη ευχαρίστησης στην ανάμνηση αυτών των καλοκαιριών.
«Πως βρεθήκατε στο Ζάγκρεμπ;»
«Σπουδάζω σ' αυτή την πόλη.»
«Είστε Ελληνίδα και σπουδάζετε εδώ στο Ζάγκρεμπ;».
«Γιατί σπουδάζω στην Κροατία;. Εκτός από την ομορφιά της χώρας, η υψηλή ποιότητα σπουδών σε συνδυασμό με τα χαμηλά δίδακτρα είναι δέλεαρ.»
«Α, μάλιστα. Είστε τόσο νέα. Έχετε σκέψεις για κάποια ακαδημαϊκή καριέρα;»»
«Υπερβολές. Σπουδάζω ιατρική. Το κάνω γιατί μ’ αρέσει… αλλά πέστε μου εσείς πως
ασχοληθήκατε με την θάλασσα;»
«Που το καταλάβατε;»
«Άκουσα κάποιες στιχομυθίες με τους φίλους σας και κατάλαβα..»
Πήγαν παρακάτω, μίλησαν όμως περισσότερο για τα ενδιαφέροντα τους παρά για την
προσωπική τους ζωή. Τους απασχόλησε ακόμα η πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη άλλαζε αλλά κανένας δεν θα μπορούσε να βεβαιώσει πως πήγαινε προς το καλύτερο. Στην πατρίδα, έλεγαν, είχε επανέλθει η δημοκρατία αλλά πώς να επανέλθει κάτι που δεν είχε φύγει μια και δεν είχε υπάρξει; 
Πάνω από δυο ώρες, συζήτησαν. Εκείνη ξέσπασε πολλές φορές σε γέλια «Αγαπητέ μου, μένω κατάπληκτη! Γνωρίζετε πολύ καλύτερα από μένα, τα χωριά του Πάρνωνα.»
«Για να είμαι ειλικρινής, ποτέ δε θα μου περνούσε από το μυαλό ότι κάποτε θα αντάμωνα κάτω από τέτοιες συνθήκες μια Ζαρακιτισα με γνήσια ομορφιά και αντάξια απόγονο της πεντάμορφης Στάμω, την Παναρίτη. Της λυγερής της Στάμω, με την αέρινη κορμοστασιά».
«Με κολακεύετε. Πολύ φοβάμαι ότι δεν γνωρίζω, για το πρότυπο που μου λέτε.» Του αποκρίθηκε χαμογελώντας.
Του φάνηκε παράξενο που δεν γνώριζε την ιστορία τούτη.
Τις επόμενες ώρες της αφηγήθηκε την «ιστορία» της φημισμένης Στάμω.
Την αιχμάλωτη του Ιμπραήμ. ...........
"......... Την ώρα που ο ήλιος καταπόρφυρος, αναδυόταν βαθιά στον ορίζοντα, μέσα στα καταγάλανα νερά του Μυρτώου, άρχισε το μακελειό. Σκοτείνιασε ο ουρανός και ο ουρανός και ο ήλιος κρύφτηκε μες στη μεγάλη εκείνη σκοτεινιά. Άναψαν τα τούρκικα γιαταγάνια, καθώς τα σφαγμένα κορμιά κατρακύλαγαν το ένα πίσω από το άλλο στο βάθος της βαθιάς εκείνης λαγκάδας.
«Α! Ετούτη τη μορφονιά αφέντη μου, μην τη χαλάσουμε» είπε ο δήμιος στο σερασχέρη δείχνοντας με το ματωβαμμένο χέρι του τη Στάμω, που κράταγε σφιχτά στην αγκαλιά της το δωδεκάχρονο αδελφό της τον Αντώνη. «Είναι πολύ γκιουζέλ. Θα χαρεί ο πασάς σαν του την πάμε να την έχει στολίδι στο χαρέμι του»
Έτσι, την όμορφη Στάμω, την Παναρίτη και τον μοναδικό αδερφό της, τον Αντώνη, τους μπάρκαραν σε ένα πλεούμενο, και από την Πύλο βρέθηκαν στην Αλεξάνδρεια, συστημένοι για το χαρέμι του μεγάλου πασά. Τη λυγερή τη Στάμω,με την αέρινη κορμοστασιά, εκείνος ο πασάς τη στόλισε στα μετάξια και τα χρυσαφικά. Την έκανε βασίλισσα του χαρεμιού του. ....................."
.....Υπήρχε κάποιο πάθος και βαθύ αίσθημα πίσω από τα λόγια του, που έκρυβε μια βαθιά εσωτερική ζεστασιά. Είχε χαθεί μέσα στις λεπτομέρειες της αφήγησης του για αρκετή ώρα όταν άκουσε μ’ ευχαρίστηση την απαλή μουσική που πλημμύρισε ξαφνικά το βαγόνι, χωρίς να διασπασθεί η ροή της ιστορίας του. Όπως ξαφνικά άρχισε η μουσική έτσι ξαφνικά σταμάτησε. Μεσολάβησε μια σύντομη σιγή, και μια γλυκιά διακριτική φωνή ανήγγειλε τον επόμενο σταθμό.
Το τραίνο πλησίαζε τώρα στο τέλος του ταξιδιού του. Θα έφτανε στη Θεσσαλονίκη σε λιγότερο από μια ώρα. Στα μάτια του νεαρού μηχανικού απλώθηκε μια ονειροπόλα έκφραση. Κοίταξε την κοπέλα δίπλα του σιωπηλός. Την περίμενε αυτή την εξέλιξη. Όταν όμως το τέλος του ταξιδιού και ο χωρισμός όσο και αν είναι αναμενόμενος, γίνεται πραγματικότητα, πάντα προκαλεί ένα τρεμούλιασμα στην καρδιά. Είναι δύσκολη η αντιμετώπιση της πικρής αυτής αλήθειας, που σε βγάζει από έναν εφήμερο απατηλό παράδεισο. Για λίγο οι δυο νέοι κοιτάχτηκαν ο ένας με τον άλλον, εκτιμώντας, μελετώντας, ξεπερνώντας τα σύνορα της συστολής που χώριζαν τη σύντομη γνωριμία τους. Κάτι αναταράχτηκε μέσα τους, κι ορθώθηκε όπως το τρομαγμένο άλογο.
Άφιξη στη Θεσσαλονίκη.
Αισθάνθηκαν τον κρύο αέρα να τυλίγει τα πόδια τους και παγωμένες ψιχάλες βροχής να πέφτουν πάνω τους. Ζύγωνε η ώρα του χωρισμού.
Η καρδιά τους χτυπούσε δυνατά στο στήθος.
Ήταν ένα φυσικό συναίσθημα, ωστόσο δεν ήθελαν να το αφήσουν να έλθει στην επιφάνεια.
Αυτή δεν ήταν χαρούμενη, ούτε ανάλαφρη η ομιλητική.
Μια σκιά απλώθηκε στο πρόσωπο της. « Έως εδώ ήταν λοιπόν;». Και κάποιο ίχνος παράκλησης φάνηκε στη φωνή της.
Την κοίταξε ερωτηματικά στα μάτια, με αμφιβολία για μια στιγμή, κι είπε.
«Δεν είμαι σίγουρος τι εννοείς μ’ αυτό. Ακούγεται σα μια θετική πρόταση.»
Εκείνη τον πλησίασε κι αυτός χωρίς δισταγμό την αγκάλιασε. Έβαλε το δάχτυλο της στα χείλια του κι αυτός το φίλησε ανάλαφρα. Κοιτάζοντας τον με ελαφρά δακρυσμένα τα γκριζοπράσινα μάτια της του είπε. «Φαινόσουν τόσο ευτυχισμένος τόσο χαρούμενος εκεί μέσα στην κουκέτα. Έμεινα κουρνιασμένη στον ώμο σου και άκουγα την καρδιά σου να κτυπάει γρήγορα στην αρχή και μετά αργά και πιο αργά.»
«Πρέπει να χωρίσουμε τώρα.» του είπε.
Εκείνος δίστασε και μετά έσκυψε και την φίλησε. Έμειναν αγκαλιασμένοι για λίγο.
«Θα ξαναϊδωθούμε σύντομα.» Της είπε.
«Το ελπίζω» του μουρμούρισε με θλίψη και κίνησε για το μικρό αυτοκίνητο που την ανέμενε εκεί έξω στην είσοδο του σιδηροδρομικού σταθμού της πόλης.
Τα βλέμματα τους αποχωρίστηκαν με την σιωπηλή αλληλοεκτίμηση αυτών , που επιθυμούν οι δρόμοι τους να σμίγουν ξανά.
Στεκόταν ακίνητος στη μέση της αποβάθρας κι άκουγε τα βήματά της που απομακρύνονταν, την παρακολουθούσε μέχρι που έκλεισε η πόρτα του αυτοκινήτου πίσω της.
Κατέβασε τα μάτια του τα στύλωσε στο έδαφος και δεν τα σήκωσε παρά μόνο όταν τα μεγάφωνα του σταθμού ανήγγειλαν την αναχώρηση του τραίνου. Προχώρησε προς την σκάλα ανόδου μελαγχολικά και ανέβηκε στο βαγόνι για τη συνεχεία του ταξιδιού και το τέλος της διαδρομής. Δεν είχε καμία διάθεση για κουβέντα καθώς καθόταν στη φωτισμένη κουκέτα του. Το τραίνο ξεκίνησε.
Με την πλάτη ακουμπισμένη στο κάθισμα του, κοίταζε από το αχνισμένο τζάμι το σταθμό που έμενε πίσω τους με μάτια που δεν έβλεπαν. Ένοιωθε την καρδιά του να κτυπάει ξέφρενα στο στήθος του.
Την ονειρευόταν συχνά ...... όχι απόλυτα ερωτικά........ όταν επέστρεψε στα επαγγελματικά του θαλασσινά ταξίδια. Στα όνειρα του έβλεπε πάντα ότι ήταν αδύνατο να τη φτάσει. Δεν τον άκουγε όταν τη φώναζε. Του έφευγε, όσο την πλησίαζε.
Τα όνειρα αδυνάτισαν με τον καιρό.

............
**Τώρα που πίσω από πέλαγα
έχουν χαθεί τα παλαιά μου οράματα
και δεν με φθάνει η μορφή τους
κι η ανάμνηση τους μ’ άφησε…

Δεν τό ’θελα ποτέ
σε τέτοιες σκέψεις να γυρίσω.
Μα είναι νύχτες,
κάποιες ατέλειωτες,
που από τα πέλαγα
όλως ακούραστα
τα παλαιά μου οράματα
τα φέρνω πίσω.

**Από τη συλλογή Έρεβος (1956)
[πηγή: Κική Δημουλά, Ποιήματα, Ίκαρος, Αθήνα 62005, σ. 14]

Τετάρτη 26 Μαΐου 2021

Daydreams! Sto Vathi Blue tou Okeanou Kai To Skyblue

Μετά από μια δύσκολη και κοπιαστική ημέρα έχοντας διασχίσει την ταραγμένη θάλασσα, ο Αλκιβιάδης μ' ένα βαθύ στεναγμό, εξουθενωμένος, τεντώθηκε ηδονικά, σήκωσε το κεφάλι κι άφησε το σπίρτο του βλέμματός του να πλανηθεί έξω απ' το μεγάλο φινιστρίνι του γραφείου του. Στο βάθος του ορίζοντα, οι τελευταίες αχτίδες από το φως της μέρας έκαναν τον χώρο να μοιάζει βυθισμένος στις σκούρες μπλε και μαβιές σκιές του δειλινού, του ωκεάνιου δειλινού που ποτέ δεν προλάβαινε να τις χαρεί, γιατί είναι τόσο σύντομες. 
Κατέβασε μια γουλιά απ’ το παλιό κονιάκ με την κεχριμπαρένια όψη και το ευγενικό του άρωμα, περίμενε δυο τρία λεπτά πριν από τη δεύτερη γουλιά.... ύστερα άφησε το ποτήρι του, απλώθηκε στον αναπαυτικό καναπέ του γραφείου του και αφέθηκε εις την σιωπή της βαθιάς σκέψης και εις την γαλήνη των ονειροπολήσεων του προκειμένου να ακούσει το μέσα του… την καρδιά του, την ψυχή του… την πεμπτουσία της ύπαρξης του! …Να φέρει ζωή στη ζωή τους! . 
Σε ελάχιστα λεπτά, η νύχτα θα έπεφτε, βαριά και βελούδινη, στον κόσμο γύρω του. Καθώς περνούν ώρες ονειροπολώντας η φαντασία του τείνει να υπερβάλλει σκέφτηκε μ’ ένα αθέλητο χαμόγελο. 
Ονειροπολεί ως συνήθως την Ανδρομάχη του και τα παιδιά τους, το αναπόσπαστο μέρος της ζωής του και του μέλλοντος τους. 
Την Ανδρομάχη του: 
Μια δοκιμασμένη σχέση που έχει ήδη χτίσει εμπιστοσύνη και κοινούς κώδικες με δυνατούς συναισθηματικούς δεσμούς που βασίζεται σε πραγματική αγάπη και ενδιαφέρον, ώστε να μπορεί να επιβιώνει και να αντέχει στην απόσταση και η ίδια η απόσταση μπορεί να ενισχύει και να βελτιώνει τη λειτουργία της σχέσης τους! 
Σίγουρα η απόσταση τους προσθέτει ένα βαθμό δυσκολίας που βασικό ρόλο παίζει η δέσμευση για προσπάθεια και διατήρηση του δεσμού εξίσου και από τις δύο πλευρές καθώς και η εμπιστοσύνη στην δύναμη του ζευγαριού για το κοινό τους μέλλον σε μια δύσκολη πίστα που την ορίζει η απόσταση αλλά ταυτόχρονα πασπαλίζει τον έρωτά τους με πάθος, ένταση, συναίσθημα και επιβεβαίωση. 
Δύσκολο να οριστεί και ακόμη πιο δύσκολο να μετρηθεί η ευτυχία αλλά αν η ευτυχία είναι η κατάσταση ευφορίας και ψυχοσωματικής ικανοποίησης τότε ο Αλκιβιάδης νιώθει τόσο ευτυχισμένος και ονειρεύεται πως βρίσκεται μέσα στη ζεστασιά του σπιτιού τους. 
Η Ανδρομάχη με το σώμα της μελιχρό σιρόπι, μετατράπηκε σε μια ναζιάρα γατούλα που κούρνιασε γουργουρίζοντας πρόθυμα μέσα στην αγκαλιά του, απολαμβάνοντας τα χάδια και την προσοχή του συντρόφου της και αυτός τη γεύεται άπληστα.. 
Αγκαλιάστηκαν τρισευτυχισμένοι κι έπειτα ο Αλκιβιάδης την σήκωσε στον αέρα. Η σωματική τους ρώμη βρίσκεται σε ακμή. Η αρτιμέλεια ζηλευτή. Ευκίνητος και γρήγορος ανάλαφρη όπως ήταν, τη στριφογύρισε και την παρέσυρε. Τα πόδια της δεν άγγιζαν πια χάμω τα χέρια της και τα μαλλιά της ανακατεύονταν στον χαρούμενο χορό τους. 
Ο Αλκιβιαδης φαινόταν να απολαμβάνει το ανεξέλεγκτο κοκκίνισμα του προσώπου της. Χάιδεψε με τον αντίχειρά του τη λεπτή, απαλή επιδερμίδα κάτω από το σαγόνι της. «Δεν έχω ξαναδεί τέτοια μάτια» της είπε σχεδόν αφηρημένα. «Μου θυμίζουν την πρώτη φορά που αντίκρισα τη Θάλασσα.» Τα ακροδάχτυλα του ακολούθησαν τη γραμμή του σαγονιού της. «Όταν ο άνεμος κυνηγάει τα κύματα μπροστά του, το νερό έχει το ίδιο γκριζοπράσινο που έχουν τώρα τα μάτια σου... κι έπειτα, στο βάθος του ορίζοντα, γίνεται σκούρο γαλάζιο.» Η Ανδρομάχη μπορούσε μόνο να υποθέσει ότι την περιέπαιζε πάλι. Παίρνοντας μια μεγάλη ανάσα τον κοίταξε ευτυχισμένη. «Τι θέλεις από μένα;» Ο Αλκιβιάδης άργησε να απαντήσει, τα δάχτυλά του σύρθηκαν μέχρι το λοβό του αυτιού της, μαλάζοντας τον απαλά. «Θέλω τα μυστικά σου. Και θα τα μάθω, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο.»
Χωρίς να το συνειδητοποιήσουν βρέθηκαν ξαφνικά στον καναπέ, αγκαλιασμένοι πάντα. Άρχισαν να φιλιούνται ώσπου τα γέλια τους έγιναν μουρμουρητά κι ασυνάρτητοι ήχοι. Κάποτε η Ανδρομάχη τραβήχτηκε από την αγκαλιά του και σηκώθηκε όρθια.. Στάθηκε στο κέντρο του δωματίου. Η ανάσα της ήταν τραχιά και τα μαλλιά της ανακατεμένα. 
«Ε φτάνει.! Σταμάτα το αυτό.»
«Ανδρομάχη.!» Ο Αλκιβιάδης έκανε να σηκωθεί από τον καναπέ ξετρελαμένος μαζί της, άλλα εκείνη τον σταμάτησε, τεντώνοντας τα χέρια στο στήθος του και πισωπάτησε. 
«Όχι Αλκιβιάδη άκουσε με.» 
Ο Αλκιβιάδης έχει περίσσεια αδρεναλίνης και την εκλιπαρεί με το βλέμμα του να μη του αρνηθεί, ζητιανεύοντας ψήγματα στοργής
«Κοίτα Αλκιβιάδη… Το ξέρεις το πόσο θέλω να… Μα είναι η ώρα που όπου να είναι έρχονται τα λατρεμένα βλαστάρια μας. Τα φέρνει ο πάππους από το σχολείο τους…. Καταλαβαίνεις!»  
Ο Αλκιβιάδης χαμογέλασε «μάλιστα», είπε και σηκώθηκε. Πήγε ως το παράθυρο και κοίταξε έξω. Την ένιωσε που ήρθε και τον αγκάλιασε από πίσω,την ένιωσε να σφίγγεται πάνω του σαν να ζητούσε προστασία και συμπαράσταση. Γύρισε και την πήρε στην αγκαλιά του. Την αγαπούσε. Την αγαπούσε πολύ. Οκτώ χρόνια ήταν μαζί και ήξερε ότι ταίριαζαν οι δυο τους. Του άρεσε αυτό το κορίτσι από την πρώτη στιγμή, ήταν καλή πάστα ανθρώπου. Δεν κοιτούσε μόνο το συμφέρον της, ήταν γεμάτη αισθήματα και αισιοδοξία, της άρεσε να προσφέρει δίχως να περιμένει ανταμοιβή. Περνούσαν καλά οι δυο τους κι αυτό με τον καιρό τους είχε δέσει αρμονικά. Όμως ακόμα και στις αντιπαραθέσεις τους, ο καβγάς έβρισκε διέξοδο. Ξεθύμαιναν εύκολα. Άφηναν κατά μέρος τους εγωισμούς και έψαχναν για πιθανές λύσεις. Ξεκίνησε και πήγε στην πόρτα εξόδου. Σταμάτησε στο κατώφλι και κοίταξε πίσω του. Συμφιλιώνεται ενώ ο πόθος του καταλάγιαζε αργά-αργά στα μάτια του.... Υπακούοντας με καρτερία στην έκκληση της. «Εντάξει! Προφανώς φοβάσαι πως αν συνεχίσω, δε θα καταφέρεις να ελέγξεις τον πόθο σου για μένα.» 
Με πλατύ χαμόγελο, γελαστά μάτια και ένα ρόδινο χρώμα έβαψε το πρόσωπό της οι καθάριες γκρίζες ίριδες των ματιών της είχαν τώρα πινελιές στο πράσινο χρώμα του ωκεανού.
«Είσαι ένα άσωτο κάθαρμα, ένας ασυνείδητος παλιάνθρωπος, ένας...» 
Εκείνος την κοίταξε πειρακτικά και άφησε το βλέμμα του να χρονοτριβήσει στη λυγερή, όμορφη σιλουέτα της. «Μην ξεχάσεις το ακόλαστος μουρντάρης» της είπε, που απολάμβανε διαστροφικά να την ενοχλεί. «Διαφωνούμε συνεχώς. Δεν αντέχουμε ο ένας τον άλλον. Λες και είμαστε παντρεμένοι.»  και βγήκε προτού εκείνη βρει κάτι να του πετάξει..
Ο Αλκιβιάδης βυθίζεται απολαυστικά στη μαγεία μιας τελευταίας ονειροπόλησης…. Είναι στη στιγμή που τίποτα δεν τον βιάζει… που δεν έχει βιασύνη για τίποτα μέσα του… είναι στη στιγμή που ονειρεύεται τόσο ζωντανά πως αγκαλιάζει αυτούς που αγαπά, αυτούς που εκεί είναι δοσμένος ολοκληρωτικά! Την Ανδρομάχη του που με την τρυφερότητα και την αγάπη της μάνας, κράτα απ’ το χέρι τα λατρευτά βλαστάρια τους.
To βράδυ τoν βρήκε χωμένο στην πολυθρόνα του γραφείο του, κρατώντας το ποτήρι με το κονιάκ. Αν και αργά, συνεχίζει να ατενίζει την θάλασσα που άλλαζε χρώμα! Πόσο τον ηρεμούσε η γαλήνη της θάλασσας! Η μουσική από το cd του Αντρέα Μποτσέλι «Best Songs Of Andrea Bocelli» στους ήχους του «Can't Help Falling In Love», ήταν για αυτόν πηγή έμπνευσης! Πόσο τον άγγιζε αυτό το τραγούδι, τον ταξίδευε σ΄ έναν ονειρεμένο τόπο γεμάτο με την αγάπη τους. Με δυσκολία συγκρατούσε τα δάκρυά του στο άκουσμά του. Πώς είναι δυνατόν να είναι ευτυχισμένος ένας άνθρωπος μακριά από τα πρόσωπα που αγαπά και τον κάνουν ευτυχισμένο;
Οι αναμνήσεις χαϊδεύουν τα σφαλισμένα του μάτια και του υπόσχονται σύντομα έναν βαθύ γλυκό ύπνο, που θα συνεχίσει να τον ταξιδεύει στον μαγικό κόσμο των ονείρων.
Και όταν βυθίστηκε στον ύπνο το όνειρο είναι η όμορφη παλίρροια που φτάνει ως την Ανδρομάχη του και τα παιδιά τους: 
Τους αγαπούσε με μια υπερβολικά μεγάλη ένταση που τον πλημμυρίζει, και αυτή η πλημμύρα της αγάπης γεμίζει την ψυχή του από χαρά κι αγαλλίαση.
Κι ως τότε ίσως δεν τους έλεγε τόσο συχνά όσο το έλεγε στον ίδιο τον εαυτό του. 
Θα τους το έλεγε από εδώ και πέρα. Θα τους το έλεγε σ’ όλη τους τη ζωή από εδώ και πέρα.

Click to OpenAndrea Bocelli .....

Σάββατο 24 Απριλίου 2021

From ULCC: Steam Tanker to SD14 (Ax auto to atimo to Jim Beam)

Είμαστε στα τέλη της Άνοιξης αρχές καλοκαιριού του 1981.
Ταξιδεύω με την πτήση της  KLM από Αθήνα για Κάιρο και με τελικό προορισμό μου το SUEZ  προκειμένου να επιβιβαστώ σ’ ένα φορτηγό πλοίο προς ναυτολόγηση. Δεύτερος μηχανικός σ' ένα SD14 κτισμένο στα ναυπηγεία του Σάουθαμπτον της Αγγλίας. Συνταξιδιώτης στο διπλανό κάθισμα ήταν Έλληνας ασυρματιστής με καταγωγή από την Κέρκυρα όπως μου συστήθηκε που πήγαινε και αυτός στο SUEZ για ναυτολόγηση  σε πλοίο αν ενθυμούμαι καλά της εταιρείας του Ωνάση.
Κάποια στιγμή πάνω από τον αεροδιάδρομο μεταξύ της Ρόδου και της Κύπρου άρχισαν ισχυρές αναταράξεις. Το αεροπλάνο πήγαινε σαν βάρκα, πότε πάνω, πότε κάτω. Είχαμε πέσει σε κενό αέρος. Τις στιγμές εκείνες αισθανόμουν ότι το αεροπλάνο πέφτει σε ελεύθερη πτώση.
Όταν οι αναταράξεις ηρέμησαν και ένιωθα ήδη καλύτερα η έκπληξη μου ήρθε από τον συνεπιβάτη μου.
Τότε ήταν που ο συνάδελφος ασυρματιστής βρήκε ευκαιρία να μου μιλήσει για την οδυνηρή του πτήση με αεροσκάφος της Ολυμπιακής αεροπορίας που απογειώθηκε από το αεροδρόμιο Ιωάννης Καποδίστριας της Κέρκυρας με προορισμό την Αθήνα αλλά δεν κατόρθωσε ποτέ να προσγειωθεί ομαλά. Κατέπεσε σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων από το αεροδρόμιο Ελληνικού στη θαλάσσια περιοχή της Βούλας, κοντά στο θεραπευτήριο του ΠΙΚΠΑ όπου και συνετρίβη. Σε τριάντα επτά ανέρχονταν τα θύματα του τραγικού αεροπορικού δυστυχήματος, ενώ οι διασωθέντες ήταν 16. Και ανάμεσα στους διασωθέντες και ο τολμηρός μου συνεπιβάτης της πτήσης.
Είχαν περάσει δέκα χρόνια από τότε.
Μου εξομολογήθηκε ότι την ζωή του την χρωστά κατά κύριο λόγο στην ψύχραιμη αεροσυνοδό που τον πέταξε έγκαιρα ούτε που κατάλαβε πως από την έξοδο κίνδυνου στην θάλασσα. Αυτό μόνο θυμάται…
Εγώ είχα χάσει τη φωνή μου από έκπληξη και το έντονο συναίσθημα (με άφησε άναυδο το θάρρος του να ταξιδεύει ξανά)…
Βλέποντας δε να συνεχίζω να κοιτώ με επίμονη τα φτερά του αεροπλάνου που η ταλάντωση τους ακόμη δεν είχε κοπάσει πλήρως, για να εκλογικεύσει τους φόβους μου βάλθηκε να μου εξηγήσει «να μην φοβάμαι!»
«Νεαρέ μου η γνώση νικάει τον φόβο! Πρώτον δεν υπάρχουν κενά στην ατμόσφαιρα: Αυτό που οι περισσότεροι χαρακτηρίζουν έτσι είναι τα καθοδικά ρεύματα αέρα που είναι ισχυρότερα από την ανυψωτική δύναμη του αεροσκάφους. Η έκθεσή του αεροσκάφους σε ένα τέτοιο ρεύμα προκαλεί μια απότομη καθοδική κίνηση, η οποία στους επιβαίνοντες δημιουργεί την αίσθηση της πτώσης. Τα αεροσκάφη είναι φτιαγμένα για να αντέχουν σε κάτι τέτοιο. Φαντάσου ότι το φτερό που κοιτάς με αδημονία έχει τη δυνατότητα να λυγίσει μέχρι και 6 μέτρα . Η πιθανότητα να πεθάνει κανείς σε αεροπορικό δυστύχημα κατά τη διάρκεια μιας συνηθισμένης πτήσης είναι μία στα έντεκα εκατομμύρια. Με άλλα λόγια, η πιθανότητα να πεθάνεις από καρδιακή προσβολή μέσα στην καμπίνα του αεροπλάνου είναι οχτώ φορές μεγαλύτερη».
Ταυτόχρονα επιδέξια γύρισε την συζήτηση σε προσωπικές ερωτήσεις.
Μου έδωσε την αίσθηση ότι ήθελε να αποφύγει κάθε ερώτηση για το δυστύχημα και το σεβάστηκα.
Πλέον η συζήτηση περιστράφηκε στα επαγγελματικά μας.
Αυτός βρισκόταν κοντά στο να συνταξιοδοτηθεί. Υπολόγιζε ένα δυο μπάρκα ακόμη και θα κατέθετε την υπηρεσία του.
Εγώ τον πληροφόρησα ότι ήμουν έτοιμος να αποκτήσω δίπλωμα μηχανικού Α! τάξης αλλά λόγο ότι η μέχρι χθες υπηρεσία μου αφορούσε μεγάλα πετρελαιοφόρα πλοία κινούμενα με ατμό, αποφάσισα να αλλάξω παραστάσεις πριν την απόκτηση του διπλώματος και γι' αυτό τώρα πήγαινα να εργαστώ σε ένα ντιζελοκίνητο φορτηγό πλοίο και συγκεκριμένα σ’ ένα SD14…
Ήταν η σειρά του να με κοιτάξει με περιέργεια.
«Μεγάλη αλλαγή.» Μου λέει.
«Από τους Γίγαντες των 300.000 dead weight σ’ ένα πλοίο 14.000 dead weight.» Συμπλήρωσε.
«Όντως τουλάχιστον ελπίζω να ‘ναι ενδιαφέρουσα η αλλαγή.» Περισσότερο το τόνισα στον εαυτό μου παρά του απάντησα. 
Στη συνέχεια κάποια στιγμή πέσαμε πάλι σε μικρές αναταράξεις, λες και περνούσαμε πάνω από μικρά, κοφτά κύματα έριξα τελείως πίσω το κάθισμα, γύρισα στο πλάι και με προσεχτική, κατευναστική φωνή παρουσίασα χαμηλόφωνα τα στατιστικά αυτά δεδομένα στη γυναίκα δίπλα στο παράθυρο που τρέμοντας από φόβο αδημονούσε να τελειώσει το ταξίδι. «Βεβαίως, οι στατιστικές δεν βοηθούν αν φοβάστε» πρόσθεσα. «Σας το λέω γιατί ξέρω τι περνάτε».  Η γυναίκα που μέχρι τότε είχε το βλέμμα στραμμένο έξω από το παράθυρο, γύρισε και με κοίταξε, λες και μόλις ανακάλυπτε ότι κάποιος καθόταν δίπλα της.
«Σας ευχαριστώ» είπε, έκανε πως χαμογέλασε κι ύστερα ξαναγύρισε προς το παράθυρο, ακούμπησε το μέτωπο πάνω στο τζάμι, λες και ήθελε να κρύψει το φόβο της. 
Τέλος πάντων, εγώ το καθήκον μου το είχα κάνει. «Με συγχωρείτε» είπα. «Δεν είχα πρόθεση να σας ενοχλήσω...»
Γύρισε ο σώμα της ελάχιστα προς το μέρος μου. 
«Όχι, μη ζητάτε συγγνώμη, είναι ωραίο που υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που νοιάζονται. Έστω κι ελάχιστοι. Συνήθως μας τρομοκρατεί οτιδήποτε στενάχωρο και Θλιβερό».
«Έχετε δίκιο» είπα, και προς μεγάλη μου χαρά, είχα μόλις βρει ένα σταθμό με Rock μουσική, κι ετοιμαζόμουν να φορέσω τ' ακουστικά μου όταν το φωτάκι με την ένδειξη «Προσδεθείτε» άναψε και μια αεροσυνοδός ήρθε και έλεγξε τις ζώνες μας πριν από την προσγείωση και έμεινα με τ' ακουστικά στα χέρια.
Φθάνοντας στο Κάιρο τον καθένα μας τον παρέλαβε ο πράκτορας του, χωρίσαμε και έκτοτε δεν συναπαντηθήκαμε ξανά.
Τον θυμόμουν κάθε φορά που ταξίδευα με αεροπλάνο και πέφταμε σ' αναταράξεις.
Ευαγγέλιο μου έμειναν τα λόγια του.
«Νεαρέ μου η γνώση νικάει τον φόβο! Και να γνωρίζεις δεν υπάρχουν κενά στην ατμόσφαιρα: Αυτό που οι περισσότεροι χαρακτηρίζουν έτσι είναι τα καθοδικά ρεύματα αέρα που είναι ισχυρότερα από την ανυψωτική δύναμη του αεροσκάφους.».
Στο πλοίο συνάντησα τον Πρώτο μηχανικό του πλοίου με τον οποίο είχαμε ήδη γνωριστεί από παλιά και μας σύνδεε οικογενειακή φιλία. Ο Πρώτος εκτελούσε ταυτόχρονα και χρέη αρχιμηχανικού στην εταιρία όταν δεν ταξίδευε, η οποία να σημειώσω ήταν μια οικογενειακή εταιρεία..
Το πλοίο ήταν ναυλωμένο από την Άπω Ανατολή με προορισμό Ευρωπαϊκούς λιμένες εκφόρτωσης και στη συνέχεια είχαμε ναύλο από τις Κάτω χώρες για λιμένες της Ανατολικής ακτής των ΗΠΑ.
Γενικά τα ταξίδια μας ήταν πολύ καλά, με ήρεμες θάλασσες.
Πλοίαρχος στο πλοίο ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός του Πρώτου μηχανικού ένας αψύς Μανιάτης της Μεσσηνιακής Μάνης. Μια λεβέντικη καρδιά που έλεγε αυτό που ένιωθε, αυτό που σκεφτόταν, με κατανόηση και ειλικρίνεια απέναντί σου. Ντόμπρος.
Το πλήρωμα αποτελείτο από Μανιάτες και Βατικιώτες με λίγες εξαιρέσεις. Όπως ο Γραμματικός του πλοίου, με καταγωγή από την Κεφαλλονιά πολιτικός πρόσφυγας στην Πολώνια την ζοφερή περίοδο του εμφυλίου πολέμου όπου και διέμενε.
Ο καπετάν Γεράσιμος ήταν μια ανεκτίμητη μονάδα του εμπορικού μας ναυτικού. Οι γνώσεις του στο αντικείμενο της ναυσιπλοΐας και των φορτώσεων των πλοίων ήταν πανεπιστημιακής εγκυκλοπαίδειας.
Μιλούσε και διαχειριζόταν τουλάχιστον έξι γλώσσες και το ‘χε καημό που δεν τα κατάφερνε αρκετά ικανοποιητικά νομίζω στα Γαλλικά.
Η αφεντιά μου σε προσωπικό επίπεδο από τις ανέσεις ενδιαίτησης των γιγάντιων ULCC πλοίων βρίσκομαι στριμωγμένος σε μια μικρή καμπίνα του SD14 μ’ ένα υποτυπώδες γραφείο και κοινά λουτρά. Νιώθω ότι ξεστράτισα και κάτι μου πήραν από τον πολιτισμό μου άλλα σε αντιστάθμισμα κατάλαβα ότι ένιωθα πολύ πιο ήρεμος και χαλαρός και σαφώς πια ο χρόνος κυλά πιο ήρεμα με μικρότερες ταχύτητες, με πολύ διαφορετικό τρόπο. Γενικά ήταν μία νέα εμπειρία, χωρίς κανένα παράπονο.
Τελειώνοντας την εκφόρτωση στους λιμένες της Ανατολικής ακτής, αρμενίζουμε νότια-νοτιοδυτικά για το λιμάνι του Χιούστον που βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο της πολιτείας του Τέξας στις ΗΠΑ, και είναι το πιο πολυσύχναστο στις ΗΠΑ. Φορτώσαμε πρώτες ύλες πετροχημικών προϊόντων και αναχωρήσαμε τέλος Αυγούστου με προορισμό τον λιμένα της Σαγκάης στην Κίνα.
Το ταξίδι αυτό ήταν μια πολύ πρωτόγνωρη εμπειρία για μένα, όταν διασχίσαμε την παγκοσμίου φήμης Διώρυγα του Παναμά που συνδέει τον Ατλαντικό ωκεανό με τον Ειρηνικό. Η διώρυγα του Παναμά (ισπανικά: Canal de Panamá‎) είναι ένας τεχνητός δίαυλος 82 χλμ. (51 ναυτικών μιλίων) στον Παναμά, ο οποίος ενώνει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό ωκεανό. Είναι η δεύτερη σε ναυτιλιακή σπουδαιότητα από την άποψη των θαλασσίων μεταφορών στον κόσμο, μετά τη Διώρυγα Σουέζ. Ενώνει την επί του Ατλαντικού βόρεια ακτή με εκείνη του Ειρηνικού στα νότια, χρησιμοποιώντας δεξαμενές που ανυψώνουν τα πλοία στα 26 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, που είναι το επίπεδο της τεχνητής λίμνης Gatún και τα χαμηλώνουν πάλι στην άλλη πλευρά στο ύψος της θάλασσας.
Αφήνοντας πίσω μας την διώρυγα του Παναμά ο ανθυποπλοίαρχος μ' εντολή πλοίαρχου σχεδίασε τον ορθοδρομικό πλου (πλους ελάχιστης διαδρομής) του πλοίου στο γνωμονικό ναυτικό χάρτη από τον Παναμά στον λιμένα προορισμού την Σαγκάη.
Αρχές φθινόπωρου μας βρίσκει να ταξιδεύουμε στην ωκεάνια διαδρομή νοτιοανατολικά της Ιαπωνίας όταν το δελτίο καιρού μας πληροφορεί ότι νοτιότερα της πορείας μας την περιοχή την σαρώνει μια ισχυρή τροπική καταιγίδα. Η «Λόλα».
Σπέρνοντας την καταστροφή στις Φιλιππίνες, η τροπική καταιγίδα «Λόλα» έπληξε και τις ανατολικές ακτές της Φορμόζας, με πανίσχυρους ανέμους και τεράστια κύματα. Η ισχύ της είχε εξασθενήσει ωστόσο αναμενόταν να ενισχυθεί ξανά σε τυφώνα προσεγγίζοντας Βόρεια τις ανατολικές ακτές της Ιαπωνίας. Το μετεωρολογικό δελτίο μας πληροφορούσε πως θα απολέσει κάποια από την ισχύ της φθάνοντας κοντά στη ακτές, ωστόσο παράμενε επικίνδυνη με ριπές ανέμου μέγιστης ταχύτητας 120 χιλιομέτρων την ώρα.
Ο πλοίαρχος αποφάσισε να ελαττώσουμε ταχύτητα στο μίνιμουμ εν αναμονή της τελικής πορείας και της εξασθένισης της καταιγίδας για την αποφυγή οποιονδήποτε δυσάρεστων γεγονότων καθώς και της αποφυγής να συναντηθούμε με τον τυφώνα. 
Περνώντας ένα τριήμερο σ΄ αυτή την αναμονή η καταιγίδα εξασθένισε και το πλοίο ξεκίνησε και πάλι στην κανονική του ταχύτητα για τον τελικό προορισμό του.
Το λιμάνι της Σαγκάης βλέπει την Θάλασσα της Ανατολικής Κίνας στην ανατολή και τον Κόλπο του Χανγκτσόου στον νότο. Η Σαγκάη είναι η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη στον κόσμο ενώ αποτελεί σημαντικό οικονομικό κέντρο και πολυσύχναστο λιμάνι της Κίνας. Το αποικιακό παρελθόν της Σαγκάης είναι έκδηλο σε κάθε γωνιά της και συνυπάρχει αρμονικά με το προφίλ της συνεχώς αναπτυσσόμενης μεγαλούπολης με τους πελώριους ουρανοξύστες και τα τεράστια πολυκαταστήματα της.
Στην Κίνα έγινε αντικατάσταση Επιστασίας μηχανοστασίου.
Ο Πρώτος πριν αναχωρήσει από το πλοίο με φώναξε στο γραφείο του ιδιαιτέρως.
Μου ζήτησε να προσέχω και να μην στεναχωρώ τον αδελφό του διότι έχει και κάποιο μικρό πρόβλημα καρδίας.… Βλέπω ότι ταιριάζετε άλλα στο λέω γιατί ώρες-ώρες είστε αγύριστα κεφάλια και οι δυο σας.
Και «Αφήνω το μηχανοστάσιο στα χέρια σου και ότι χρειαστείς στη διάθεση σου.»
«Εντάξει δεν έχω κάποια αντίρρηση, άλλα αυτό με το μηχανοστάσιο μου ακούγεται κάπως. Παράταιρο;»
«Έξυπνος είσαι ξέρεις εσύ πώς να το χειριστείς»
Μου είπε και κάτι για κηπουρούς που δεν αρμόζουν σε δημόσιο διάλογο.
Τελειώνει η εκφόρτωση και το πλοίο είναι ελεύθερο από φορτίο χωρίς ναύλο και άμεσα διαθέσιµο στην ελεύθερη αγορά.
Μένουμε κάπου είκοσι μέρες ανοικτά της ακτής στο αγκυροβόλιο εν αναμονή της χρονικής στιγμής που θα βρεθεί το κατάλληλο ναύλο..
Ο νέος μας Πρώτος μηχανικός ήταν ένας χαμηλών τόνων άνθρωπος, ευγενικός με καταγωγή από κάποιο νησί των Κυκλάδων. Άπλα ήταν μεγάλης ηλικίας και της παλιάς σχολής των μηχανικών που κάθε καινούργια τεχνολογία του φάνταζε κάπως δύσκολα. Μου τόνισε ότι το μηχανοστάσιο ειναι στα χέρια μου. (Ήταν ήδη η δεύτερη φορά που μου τόνισαν ότι το μηχανοστάσιο είναι στα χέρια μου.) Με τον καιρό αποδείχτηκε ότι είχαμε μια πολύ καλή συνεργασία.
Στο αγκυροβόλιο της Σαγκάης εφοδιαστήκαμε με καύσιμα. Όταν ο πράκτορας μας έδωσε τα χαρτιά με τα πιστοποιητικά των καύσιμων λόγο της πλούσιας εμπειρίας μου από τα γκαζάδικα ένοιωσα μια βαθιά ικανοποίηση για την άριστη ποιότητα σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά των καυσίμων.
Αργά το απόγευμα βρίσκομαι στη γέφυρα του πλοίου παρέα με τον καπετάν Γεράσιμο και έχουμε μια φιλική συζήτηση. Από τα ερτζιανά κύματα ακούμε Πρώτο μηχανικό άλλου πλοίου που βρισκόταν ελλιμενισμένο στο αγκυροβόλιο να συνομιλεί με το γραφείο του και να αρνείται πεισματικά να παραλάβει καύσιμα από την Σαγκάη. Με μια περιέργεια ρώτησα τον πράκτορα που βρισκόταν στο πλοίο αν γνωρίζει γιατί συμβαίνει αυτό. Μου δήλωσε πως και ο ίδιος δεν μπορεί να καταλάβει γιατί συμβαίνει αυτό. Τα καύσιμα είναι ακριβώς τα ιδία μ’ αυτά που εφοδιαστήκαμε και εμείς. Η συζήτηση έκλεισε εκεί και εγώ έμεινα με την απορία με την τόσο αρνητική στάση του μηχανικού.
Έχει μπει για τα καλά ο Νοέμβριος όταν οι νέες οδηγίες είναι να προσεγγίσουμε τον λιμένα Τσονγκτζίν που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Βόρειας Κορέας, στην Επαρχία Βόρειου Χαμγκιόνγκ, στην Ιαπωνική Θάλασσα προς φόρτωση.
Προχωρημένο φθινόπωρο με το πλοίο σε κατάσταση έρματος μετά από ένα ταξίδι τεσσάρων ημερών φτάσαμε στον προορισμό μας στον λιμένα φόρτωσης. Κατά την διάρκεια του πλου ο καιρός ήταν βροχερός κατά διαστήματα άλλα η ορατότητα ήταν καλή και ο άνεμος ασθενής.
Το προς φόρτωση και μεταφορά εμπόρευμα ήταν χύδην φορτίο αργιλοπυριτικό ορυκτό που χρησιμοποιείται κυρίως σε γεωτρήσεις πετρελαίου και με προορισμό τον λιμένα εκφόρτωσής, το Ρότερνταμ της Ολλανδίας. Το μετάλλευμα προερχόμενο από την ενδοχώρα έφτανε στο λιμάνι με πολύ χαμηλό ρυθμό με αποτέλεσμα η φόρτωσης του πλοίου καθυστερούσε.
Ένας ακόμη ανασχετικός παράγοντας στο ρυθμό φόρτωσης ήταν και η κακοκαιρία που ενέσκηψε στην περιοχή. Ο χειμώνας εκείνες τις ήμερες ξεκίνησε βαρύς και δύσκολος με το θερμόμετρο να κατρακυλά χαμηλά. Και κάτω από τέτοιες συνθήκες σταματούσε η φόρτωση γιατί το φορτίο δεν έπρεπε να βραχεί.
..... Βρισκόμαστε ήδη μερικές ημέρες στην προβλήτα όταν η αντλία παροχής πετρελαίου στο λέβητα του πλοίου παρουσίασε πρόβλημα τροφοδοσίας του προς καύση.καυσίμου στην εστία. Αλλάζουμε την αντλία με την αμοιβή και ξεκινώ επιθεώρηση της αντλίας. Με έκπληξη παρατηρώ ότι οι οδόντες του ογκομετρικού στροφείου της αντλίας είναι απίστευτα φθαρμένοι (φαγωμένοι). Δεν είχε περάσει περισσότερο από ένα διήμερο και δυστυχώς και η καινούργια αντλία παρουσίασε πανομοιότυπο πρόβλημα.
Με έζωσαν τα φίδια κατά τα κοινώς λεγόμενα. Αμέσως η μνήμη μου ανακάλεσε το συμβάν με τον Πρώτο μηχανικό που αρνείτο να παραλάβει καύσιμα στη Σαγκάη.
«Διάβολε λες.»
Τα σημάδια ήταν φανερά πέρα από κάθε αμφιβολία.
Οι βλάβες παρουσιαστήκαν όταν καταναλώσαμε το παλιό καύσιμο από τις ημερησίας κατανάλωσης δεξαμενές και αυτές άρχισαν να πληρούνται με το καινούργιο καύσιμο. Και η αλλαγή αυτή είχε ολοκληρωθεί μερικές ώρες πριν την άφιξη στον λιμένα, λογικά και η μηχανή εργάστηκε κάποιες ώρες με το καινούργιο καύσιμο.
Στο αγκυροβόλιο στη Σαγκάη είχε γίνει μια εκτεταμένη συντήρηση της μηχανής, και στους καυστήρες είχαν τοποθετηθεί καινούργια προστόμια καυστήρων. Τα εξάρμωσα και πάλι προς επιθεώρηση. Με έκδηλη ταραχή διαπίστωσα ότι είχαν μικρές φθορές ανεπίτρεπτες για την καλή λειτουργιά του συστήματος.
Τα προβλήματα υπαρκτά και δύσκολα.
Το πλοίο διέθετε και δεύτερη εφεδρική δεξαμενή ημερησίας κατανάλωσης η οποία ήταν γεμάτη με παλιό καύσιμο.
Ο λέβητας χωρίς αντλία παροχής πετρελαίου, με μεγάλο κόπο και επινόηση προσαρμόσαμε μια αντλία και τον λειτουργήσαμε με την εφεδρική δεξαμενή πετρελαίου.
Ο ατμός ήταν άκρως απαραίτητος διότι οι θερμοκρασίες  στην περιοχή είχαν πέσει στους 20 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν.
Σε διαβούλευση με τον Πρώτο τον παροτρύνω να έλθει σε επαφή με το γραφείο και να ζητήσει να μας λύσουν το πρόβλημα του καύσιμου, διότι είναι ορατά τα σημάδια ότι η μηχανή πολύ σύντομα θα έχει λειτουργικό πρόβλημα.
Η αλήθεια είναι πως ήταν πολύ διστακτικός και υποχωρητικός με τους απέναντι του γραφείου. Ίσως γιατί και ο ίδιος δεν κατανοούσε ότι μπορεί να συμβεί τόσο μεγάλο πρόβλημα. Δεν του έχει ξανασυμβεί.
Συνομίλησα απ’ ευθείας με τον καπετάνιο.
«Κάπτεν! Το γνωρίζεις ότι πριν τριάμισι  μήνες έγινα πατέρας και δεν έχω δει τον γιο μου. Επειδή το γραφείο δεν συμμερίζεται τους φόβους μου σου μιλώ ειλικρινά ότι εάν ο προορισμός ήταν ανατολικά εγώ θα ετοίμαζα την βαλίτσα μου και θα κατασκήνωνα στην προβλήτα μέχρι να αποφάσιζαν οι βόρειο Κορεάτες τι θα έκαναν μαζί μου.
Τώρα Νότια έχει τόσα πολλά ασφαλή λιμάνια προσέγγισης που πιστεύω ότι σε κάποιο θα τα καταφέρουμε να προσεγγίσουμε διότι σίγουρα τα σημάδια μου δείχνουν ότι παραπάνω από εβδομάδα ταξίδι δεν κάνουμε.
«Έχω και εγώ μιλήσει με το γραφείο και δεν συμμερίζονται τους φόβους σου…» Μου λέει.
«Χίλιες φορές κι άλλες τόσες να βγω υπερβολικός και φαντασιόπληκτος, αλλά τα προβλήματα βλέπω να ΄ρχονται....»
Ταυτόχρονα ο κάπτεν άδραξε την ευκαιρία να μου απευθύνει μια φιλική επίπληξη με πολύ σοβαρό τρόπο.
……..Την προηγούμενη ο  κομισάριος υπεύθυνος του φορτίου και του κόμματος είχε απευθύνει πρόσκληση στο πλήρωμα να παρευρεθεί σε μια εκδήλωση για την φίλια των λαών και εγώ με εύσημο τρόπο βρήκα δικαιολογίες να μην συμμετέχω στην αποστολή και αυτό μου το κρατούσε.......
«Τώρα στ' αλήθεια εγώ σου φταίω που είσαι η Κεφαλή του πλοίου και δεν μπόρεσες να την κάνεις και ‘συ μ' ελαφρά πηδηματάκια από τις…. ανούσιες παράτες τους;»…
Τέλειωσε η φόρτωση το πλοίο συνοδεία ρυμουλκών οδηγήθηκε στην έξοδο του λιμένα, αφήσαμε τον πιλότο και βγήκαμε στην ανοικτή θάλασσα. Την πρώτη ήμερα του ταξιδιού όλα καλά είχε και ο καιρός ηρεμήσει και είχαμε ακόμη λίγο πετρέλαιο από το παλιό. Την δεύτερη ήμερα ξεκίνησε η μηχανή να λειτουργεί με το νέο καύσιμο και εγώ να μην μπορώ να κοιμηθώ παρακολουθώντας τυχόν παρενέργειες. Τρίτη ήμερα και οι αντλίες πετρελαίου υψηλής πίεσης άρχισαν να παρουσιάζουν διαρροή από τα εμβολοχιτώνια τους. Το πρόβλημα ορατό και περνώντας ο χρόνος βαίνει επιδεινούμενο.
Ξημερώματα της τέταρτης ημέρας αποφασίζουμε ότι το πλοίο αδυνατεί να συνεχίσει για πολύ τον πλου. Σε μερικές ώρες έχουμε δυνατότητα να προσεγγίσουμε το Χονγκ Κονγκ η το Καοσιούνγκ της Φορμόζας.
Επιλέξαμε το δεύτερο. Ήταν πιο κοντινό και με πιο ασφαλές αγκυροβόλιο από πολλές απόψεις.
Φτάσαμε στο αγκυροβόλιο λίγο πριν δύσει ο Ήλιος. Είναι γνωστό ότι η αγκυροβολία όσο και το δέσιμο στο λιμάνι αποτελούν τα μεγαλύτερα άγχη του ταξιδιού αφού απαιτούν μανούβρες και συντονισμένη προσπάθεια του πληρώματος.
«Κάπτεν όλα τώρα είναι στα δικά σου χέρια και στη ναυτοσύνη σου.
Κανόνισε την προετοιμασία για το φουντάρισμα όσο πιο ανώδυνα μπορείς διότι κατά 99% όταν η μηχανή κάνει «κράτει» δεν το βλέπω να ξαναπαίρνει μπροστά.. Αντλίες και καυστήρες έχουν παραδώσει πνεύμα…»
Όντως η μηχανή παράδωσε πνεύμα και δεν ξανά-ξεκίνησε!
Ίσως του Μανιάτη πλοιάρχου η ψυχή του να ‘χε πάει στο στόμα κατά την διαδικασία αλλά έκανε άψογη και ασφαλή αγκυροβολία.
Στο πλοίο κατέφθασε κατεπειγόντως ο πρώην Πρώτος μηχανικός που εκτελούσε και χρέη Αρχιμηχανικού.
Δίνουμε δείγμα του καυσίμου σ’ εξειδικευμένο χημικό εργαστήριο προς ανάλυση και ταυτόχρονα παραγγείλαμε τα απαραίτητα ανταλλακτικά που απαιτούνται για τις επισκευές των αντλιών και των καυστήρων της Κυρίας μηχανής.
Τα αποτελέσματα της εργαστηριακής ανάλυσης ήταν ότι τα καύσιμα είχαν σε περιεκτικότητα υπερβολικά υψηλό ποσοστό σε Βανάδιο και Σιλικόνη, και θεωρηθήκαν ακατάλληλα για καύση σε μηχανές εσωτερικής καύσης.
(Εμ γι’ αυτό διάβολε ο Πρώτος μηχανικός εκεί στη ράδα στη Σαγκάη ωρυόταν ότι δεν παίρνει καύσιμα από εκεί. Ποιος να ξέρει τι νίλα είχε πάθει ο καψερός στο παρελθόν.)
«Τη νίλα του Δράμαλη» Θα πρόσθετα εγώ...
...... Σαββατόβραδο αναμένοντας τα ανταλλακτικά των επισκευών αποφασίστηκε μια ομαδική έξοδο του πληρώματος.
Στο πλοίο έχουν παραμείνει οι βάρδιες ο Πρώτος μηχανικός ο Γραμματικός και μερικοί ακόμη.
Την ομάδα εξόδου την απαρτίζουν ο Αρχιμηχανικός ο Πλοίαρχος, οι αξιωματικοί καταστρώματος και μηχανής ο ασυρματιστής οι μάγειρο-καμαρότοι κλπ. Μια σχετικά μεγάλη εύθυμη παρέα φίλων από δώδεκα άτομα που χαλαρώνουν.
Γύρω στις δέκα η ώρα, βραδινή, σύσσωμη η μεγάλη παρέα καταλήξαμε σ’ ένα μικρό μπαρ κοντινό στον λιμένα το «Μπάρκο». Ένας μικρός χώρος με ευχάριστη και προσεγμένη διακόσμηση και ατμόσφαιρα. Ένας γνήσιος τύπος του AMERICAN BAR που η πελατεία του δεν ήταν μόνιμη αλλά διεθνής από τα πληρώματα των πλοίων. Τα σκαμπό του δε ήταν κινητά κατά τρόπο που μπορούσαμε να καθίσουμε άνετα, σχηματίζοντας την παρέα μας και να συζητήσουμε.
Πιάσαμε τον οβάλ πάγκο του Μπαρ από άκρη σ’ άκρη στριμωγμένοι αλλά με περίσσιο κέφι.
Περνώντας η ώρα ήμασταν οι μοναδικοί πελάτες αλλά αρκετοί μπορώ να πω για τον χώρο του μαγαζιού.
Περασμένα μεσάνυχτα και έχουμε ήδη καταναλώσει τρία με τέσσερα μπουκάλια Johnnie Walker.
Οι περισσότεροι ετοιμαζόμαστε για αναχώρηση..
Ο Κάπτεν κοιτάζει το ρολόι του και βάζει τις φωνές
«Που πάτε ορέ! Ένα μπουκάλι ακόμη και φύγαμε.»
«Έχουμε ήδη πιει πολύ, Κάπτεν μου»
Έχει ψιλομεθύσει κιόλας και έχει έρθει στο κέφι, του αρέσει η παρέα μας ας μη του χαλάσουμε το χατίρι.
«Ένα τελευταίο ποτηράκι και φύγαμε.»
«Μπάρμαν πιάσε άλλο ένα Johnnie Walker.»
Δυστυχώς το κατάστημα δεν έχει άλλο Johnnie Walker.
Ο Μπάρμαν φεύγει για λίγο και ψάχνει μήπως και βρει. Τζίφος! Τέτοια ώρα τέτοια λόγια,… όλα κλειστά.
Στην προσθήκη του μπαρ φιγουράρουν μεταξύ άλλων και δυο μπουκάλια ουίσκι Jim Beam..
Εντολή Κάπτεν. «Κατέβασε μας ένα απ’ αυτά.»
Ο μάγειρας σαν πιο έμπειρος της παρέας με τα ποτά θα επιθυμούσε να μην τ' ανακατέψουμε. Ταυτόχρονα μας διηγήθηκε την ιστορία του Johnnie Walker που μας τελείωσε: Πως από ένα μικρό παντοπωλείο έγινε ο διάσημος «Περπατητής.»
Είπαμε πως δεν γίνεται να  χαλάσουμε χατίρι στον Κάπτεν, όποτε χαλάλι του ανοίγουμε και το Jim Beam.
Βάζει στο ποτήρι του πίνει μια γουλιά, σαν να ξινίζει το μούτρο του, αντιλαμβανόμαστε πως δεν τους αρέσει πια η γεύση του ουίσκι όταν αφήνει το ποτήρι στον πάγκο και δεν το ξαναδοκιμάζει..
Ταυτόχρονα κανείς άλλος δεν βλέπω να τιμά τον «Τζίμι.» …. Μένει το μπουκάλι γεμάτο, δώρο στον μπάρμαν και εμείς περασμένα μεσάνυχτα και με το μυαλό θολό απ’ το ποτό, αποφασίσαμε ότι είναι ώρα να ξεκινήσουμε για το πλοίο.
Ο μπάρμαν μας ευχαρίστησε, υποκλίθηκε σαν γνήσιος ανατολίτης μας έσφιξε τα χέρια, τον διαβεβαιώσαμε πως περάσαμε μια ευχάριστη βραδιά και ύστερα μας άνοιξε αργά την πόρτα και μας άφησε να βγούμε στη νύχτα. Ο μπάρμαν στεκόταν στην άκρη της πόρτας και συνέχισε να υποκλίνεται με χάρη καθώς μας αποχαιρετούσε.
Πάνω από τον έρημο, απαλά φωτισμένο δρόμο, ένα μεγάλο φεγγάρι ορθωνόταν στο μισοσυννεφιασμένο ουρανό.
«Νομίζω πως η δροσιά της νύχτας θα μας κάνει καλό.» Λέω στην παρέα τεντώνοντας το κορμί μου.. «Κι όχι τίποτα άλλο, αλλά είμαι και λίγο ζαλισμένος. Χωρίς να έχω πιει πολύ».
Καθώς διαβαίνουμε το κατώφλι του μπαρ, εδώ αρχίζουν τα ωραία με τον Κάπτεν. Άρχισε να ταλαντεύεται και χρειάστηκε να κρατηθεί επίμονα από μια κολόνα, για να σιγουρευτεί για τη στάση του. Μα ούτε κι αυτό τον βοηθούσε.
Να επισημάνω ότι μιλάμε για κάποιον που καταναλώνει πολύ λογικές ποσότητες αλκοόλ και όχι για κάποιον, που χρειάζεται μια μπουκάλα ουίσκι για να την «ακούσει». Το παραπάνω ποτηράκι λοιπόν τον επηρέασε περισσότερο απ’ όσο εκείνος νόμιζε, αφού μετά τη χαλάρωση του ήρθε η ευφορία και γενικά έγινε πιο αυθόρμητος από το συνηθισμένο. Βγαίνοντας έξω στην υγρασία της νύχτας άρχισε και παραπατούσε από το μεθύσι. Ο αδελφός του μου κάνει νόημα να τον έχω τον νου μου και να τον βοηθήσω αν χρειαστεί. Σαν μικρότερος τον σεβόταν και δεν ήθελε να του δείξει ότι έχει ανάγκη από βοήθεια.
Πηγαίνω δίπλα του προσπαθώντας να τον πείσω να στηριχτεί επάνω μου αλλά εκείνος αρνήθηκε πεισματικά και συνέχισε να προχωρήσει μολονότι ήταν εμφανές πως δεν ήταν σε θέση να περπατήσει σταθερά.
«Απόψε δεν πάω πουθενά !» λέει μέσα στο μεθύσι του.
«Χάλια είναι εκεί που πάμε, γι’ αυτό μην πας πουθενά!»
Στη συνέχεια θυμήθηκε την ιστορία με τις δηλώσεις μου στη Κορέα που του δήλωσα ότι αν το ταξίδι ήταν ανατολικά θα κατέβαινα από το πλοίο, και άναψε σαν δαδί. Όρθωσε κορμί του και το γελαστό πρόσωπό του συννέφιασε σαν μαρτιάτικος ουρανός.
«Άλλο πάλι και τούτο! Είχε στραβώσει στ’ αλήθεια μ’ αυτή την ιστορία.»
« Είναι και το μυαλό του θολό απ’ το ποτό, κι όλα του φταίνε.» Σκέφτηκα.
Και με την μανιάτικη προφορά του κομματιαστή και βαριά συρμένη, γυρίζει και μου λέει:
«Τελικά είσαι πολύ μεγάλο καθίκι! Αλλά σε πάω!»
«Είμαι ένα κάθαρμα, δεν το αρνούμαι. Ναι ξέρω πόσο άσχημα φέρθηκα και πόσο καθίκι είμαι, αλλά έλα και στηρίξου επάνω μου.»
«Καλά, λοιπόν! Αφού επιμένεις, αλλά σ' το ξαναλέω: είσαι πολύ μεγάλο καθίκι!»
Συνεχίσαμε, λοιπόν, να περπατάμε σιωπηλοί. Ακούγοντας τον ήχο των βημάτων μας, προσπαθούσα να κρατήσω το βήμα μαζί του, η ατμόσφαιρα ήταν καθαρή και μπορούσα να βλέπω τα πόδια του ολοκάθαρα.
Ο Κάπτεν, τώρα δίπλα μου περπατούσε αδιάφορα με το κεφάλι σκυφτό. Ούτε που μιλούσε, λέξη δεν ανταλλάξαμε όπως τον κρατούσα αγκαζέ. Αυτό μου έκανε εντύπωση.
Είχαμε φτάσει στην προβλήτα όταν τα πόδια μου είχαν αρχίσει να κουράζονται. Διασχίσαμε την είσοδο, για να φτάσουμε στο κιγκλίδωμα με τις λάντζες, κι εκεί επιβιβαστήκαμε.  Απέναντι στο αγκυροβόλιο τα φώτα των πλοίων, που έφεγγαν εκεί, παιχνίδιζαν στο μάτι.
Ο αδελφός του πήδησε πρώτος στη λάντζα για να τον κρατήσει να κατέβει στο κατάστρωμα του σκάφους. Ο Κάπτεν προσγειώθηκε στο εξωτερικό κάθισμα της «λάντζας» τεντώθηκε, τέντωσε την πλάτη του, τους ώμους, το λαιμό του και έγειρε το κορμί του πάνω στη κουπαστή. Άπλωσε τα πόδια του, στήριξε τους αγκώνες του ακούμπησε το κεφάλι του στην ξύλινη πλάτη του στο στέγαστρο του μικρού σκάφους και από εκεί παρατηρούσε και έμεινε να κοιτάζει επίμονα το φεγγαρολουσμένο νερό δίχως να σαλεύει.
Ταχτοποιήθηκα και κάθισα δίπλα του παρατηρώντας πέρα τα φώτα των πλοίων που έμεναν πάντα ακίνητα, κρέμονταν σαν παραλυμένα.
Μόλις ξεκίνησε η λάντζα ο καπετάνιος με μισοκλεισμένα τα βλέφαρα έριξε ένα βλέμμα εμπρός του έπειτα έφερε σιγά το χέρι στα μαλλιά και τα έστρωσε με την παλάμη.  
«Είσαι εντάξει; Πως αισθάνεσαι;» Τον ρώτησα και τον κοίταξα....
Δεν μου απάντησε. Μέσα στη σιγαλιά της νύχτας κάθε άλλος θόρυβος του λιμανιού πνιγόταν από το βίντσι ενός μεγάλου πετρελαιοφόρου που αγκυροβολούσε έξω του λιμένα. Μαούνες φορτωμένες με σωρούς προϊόντα στριμώχνονταν στο βάθος της προβλήτας.
Κ έπειτα, σα να θυμήθηκε έξαφνα μου έπιασε το χέρι στο μπράτσο: Σαν κάτι να είχε ξεχάσει, κάτι σημαντικό.  
Με κοίταξε χαμογελώντας με ορθάνοιχτα μάτια. «Ώστε, λοιπόν, είχες κιόλας σκοπό να φτάσεις ίσαμε εκεί!»
Το βίντσι του μεγάλου βαποριού σταμάτησε να κάνει θόρυβο εκεί έξω από το βραχίονα του λιμανιού.
Το κατάλαβα, η μνήμη του είχε ξαναγυρίσει στα γεγονότα της Κορέας, την απουσία μου στην «παράτα» και την δήλωση μου ότι θα εγκαταλείψω το βαπόρι
Καθισμένος κοντά του έμεινα σιωπηλός και τον άφησα να συνεχίσει τις σκέψεις του προσπαθώντας να διακρίνω το πλοίο μας που ο μακρουλός μεγάλος όγκος του πετρελαιοφόρου του έφραζε την ορατότητα μπροστά μας.
Το βίντσι του βαποριού ακούστηκε πάλι που έτριζε.
«Διορθώνουν τα κλειδιά της άγκυρας.»  είπε ο καπετάνιος
«Σαν να αγκυροβόλησε πολύ κοντά στο βραχίονα του λιμανιού.» Συμπλήρωσα για να σπάσω τη σιωπή μου.
Ούτε που μίλησα ξανά… ήταν και ο καπετάνιος σιωπηλός και απόμακρος αλλά νηφάλιος τώρα μέχρι που η λάντζα πλαγιοδέτησε στη σκάλα του βαποριού.
Την επόμενη μέρα ένα κυριακάτικο πρωινό σαν κι αυτό που ο Θεός ξημέρωσε με καθαρό ουρανό, ο Καπετάνιος μας ανάλαφρος σαν πούπουλο, σηκώθηκε νηφάλιος και με διαύγεια πνεύματος και προσπαθεί να βρει την πραγματικότητα της προηγούμενης.
Τα θυμάται όλα... Μα πιο πολύ θυμάται τον Jim Beam...
«Άτιμο πράγμα αυτό το Jim Beam.! Με χάλασε!»
Το θέμα είναι τώρα τι λες στον Κάπτεν μας που είχε κατεβάσει ένα μπουκάλι Johnnie Walker και απλώς έβρεξε τα χείλη του με το Jim Beam.
Θυμήθηκα τα λόγια του παππού μου που με συμβούλευε στην εφηβεία μου...
«Γιατί όπως όλοι ξέρουμε τελικά, δε φταίει το ποτό γενικά, φταίει εκείνο το τελευταίο ποτό για όλα!»
Το πλοίο ανεφοδιάστηκε καινούργια καύσιμα τα μολυσμένα διαβρωτικά καύσιμα παραδόθηκαν σε υποδοχή της στεριάς. Έγιναν οι απαραίτητες επισκευές και συνεχίσαμε το ταξίδι για τον λιμένα εκφόρτωσης.
Στο Σουέζ ζήτησα και έγινε αντικατάστασης μου…
Συμπλήρωσα δέκα μήνες μπάρκο κάνοντας ακριβώς τον γύρο του κόσμου σαν άλλος Φιλέας Φογκ.
Ο γύρος του κόσμου σε δέκα μήνες….

Πέμπτη 11 Μαρτίου 2021

Ulcc Steam Tanker: Kapetan Panagiotis

Δεν είχαν περάσει ούτε δυο εβδομάδες από την επιστροφή μου στην Ελλάδα όταν ο Τεχνικός διευθυντής με αναζήτησε στο τηλέφωνο.
«Καλημέρα! Ελπίζω να ξεκουράστηκες.»
«Δεν μου αρέσει ο πρόλογος , ύποπτα μου μυρίζει, για  μπες στο κυρίως θέμα»
«Ετοιμάσου να πας Καλαμάτα.»
«Το ξέρεις ότι τα ρούχα μου δεν έχουν βγει ακόμη από τον σάκο;»
«Περνά το Καπετάν Παναγιώτης. Έχουμε πρόβλημα με τα καύσιμα γι αυτό σε παρακαλώ ετοιμάσου. Αύριο πρωί φεύγεις.»
«Το πότε φεύγω τακτοποιήθηκε. Το πότε γυρίζω τι λέει η γυάλινη σφαίρα;.» Για να είμαι ειλικρινής δε με εξέπλητταν πλέον αυτές οι συνθήκες εργασίας, οπότε η αντίδραση μου ήταν ανώφελη.
«Αυτό θα το συζητήσουμε μαζί σύντομα.»
«Μαζί να το συζητήσουμε δεν έχω πρόβλημα. Στη συμβία και στα παιδιά τι λένε; Που τους υποσχέθηκα πως θα τους αφιερώσω λίγο χρόνο;» 
«Ίσως την επόμενη φορά, έχεις περισσότερο χρόνο.»
«Κατάλαβα! Με άλλα λόγια θα τους τραγουδήσω την μαντινάδα. Ήρθε και πάλι η στιγμή αγάπες να σας αφήσω, αλλά να ξέρετε πάντοτε πάλι γρήγορα θα γυρίσω.» 
Διάβολε είχαμε συμφωνήσει με την εταιρεία ότι θα δουλεύω δυο τρίμηνα το χρόνο σαν Relief Engineer αντικαθιστώντας τους Πρώτους μηχανικούς, τα μόνιμα πληρώματα, ώστε να κάνουν τις απαραίτητες διακοπές τους και καταντήσαμε να δουλεύουμε δώδεκα μήνες το χρόνο. «Ευτυχώς που δεν έχει δεκατρείς μήνες ο χρόνος» σκέφτηκα..
Δυο τρεις φορές χρειάστηκε να πάω με ελικόπτερο για αλλαγή μεσοπέλαγα Καραϊβική θάλασσα, όποτε το να πάω Καλαμάτα είναι σαν διαδρομή ...Κολιάτσου-Παγκράτι ..... 
Το πλοίο ερχόταν από Καραϊβική θάλασσα ήταν κενό φορτίου θα παραλάμβανε τροφοδοσία, θα εκτελούσε αλλαγές πληρώματος στη Καλαμάτα και θα αναχωρούσε με τελικό προορισμό λιμένα του Περσικού κόλπου προς φόρτωση.
Το KAPETAN PANAGIOTIS ήταν ένα Ultra Large Crude Oil Tanker πρώην ESSO MEDITERRANEAN που έχει ναυπηγηθεί το 1976 στα ναυπηγεία : Ishikawajima Heavy Industries, Japan.
Η χωρητικότητα του πλοίου ήταν : 457,154  DWT και το  βύθισμα του 26,00 μέτρα. Το ολικό μήκος του (LOA) 378,40 μέτρα και το πλάτος του 68,00 μέτρα.
Propulsion: 2 Steam Turbines from IHI, Tokyo with 45,000 PS/33.570  KW 
Shaft: 80 RPM
Consumption: 227.5 ton /day  
Speed: 16.3 knots laden / 17.2 knots in ballast - 5-blade propeller with a diameter of 9.50 m
Ένας γίγαντας, από τα μεγαλύτερα πλοία που κυκλοφορούσαν.
Πλοίαρχος του πλοίου ο καπετάν Λευτέρης από την Κάρυστο Ευβοίας, ο υποπλοίαρχος επίσης από την Κάρυστο και ο αντλιωρός του πλοίου από την Κάρυστο, ένα ψηλό κορμί ένας όμορφος άντρας, μια ευχάριστη φιγούρα απ' αυτούς που οι γυναίκες έλκονται όχι μόνο για το όμορφο ανδρικό τους πρόσωπο, γαμπρός του καπετάν Λευτέρη. Είχε νυμφευτεί την δεύτερη κόρη του καπετάν Λευτέρη. Ο Δεύτερος μηχανικός ήταν από τα μέρη της Αμφιλοχίας. 
Όλοι τους κουβαλούσαν μια ενδιαφέρουσα ιστορία για τις προσωπικότητες τους. Ο καπετάν Λευτέρης στα πενήντα του χρόνια ψηλός με αρχοντικό παράστημα και καλοσυνάτο βλέμμα, είχε σύζυγο ιαπωνικής καταγωγής που του είχε χαρίσει δυο πανέμορφες κόρες. Μιλούσε με ζέση και τρυφερή αγάπη για την οικογένεια του και ποσό ανεκτίμητη θεωρούσε τη συμβολή της συζύγου του στο κτίσιμο της ευτυχισμένης οικογένειας του. Ο υποπλοίαρχος ένας ψηλός, σωματώδης άντρας µε πυκνή γενειάδα και καλοσυνάτα μάτια, ήταν κάτοχος ενός μικρού τουριστικού σκάφους που την εποχή αυτή το είχε παροπλίσει. Η τουριστική αγορά βρισκόταν σε ύφεση. Ο αντλιωρός είχε ένα ψαροκάικο, που το παράτησε  για να ακολουθήσει το πεθερό του στη θάλασσα. Ο Δεύτερος μηχανικός είχε μια μεγάλη φυτεία με καλαμπόκι στην Αμφιλοχία και ταξίδευε έξι μήνες στη θάλασσα και έξι μήνες αγρότης.
Παραλαμβάνοντας το πλοίο την απαραίτητη τροφοδοσία απέπλευσε με ρότα προς το κανάλι του Σουέζ και με τελικό προορισμό το Περσικό κόλπο.
Οι πληροφορίες για τα καύσιμα ήταν ότι πρόσφατα το πλοίο είχε εφοδιασθεί μια ποσότητα Heavy fuel oil (HFO) με χαρακτηριστικά: maximum density: 1022 kg/m3 at 15°C, τα οποία καύσιμα παρουσίαζαν προβλήματα στην καύση τους και είχαν παραμείνει ανενεργά στην πρωραία δεξαμενή καυσίμων. Αναχωρώντας το πλοίο από την Καλαμάτα με μια γρήγορη επιθεώρηση διαπίστωσα ότι μερικά δίκτυα έρματος του πλοίου να χρίζουν επισκευών και συντήρησης, με αποτέλεσμα να ζητήσω επικουρικά δυο τεχνίτες σωληνουργούς-λαμαρινάδες από την εταιρεία τους όποιους και παραλάβαμε στο Σουέζ. Ήταν δυο Ρουμάνοι στην καταγωγή με τους όποιους είχα εργαστεί στο πρόσφατο παρελθόν και σε άλλο πλοίο, δυο πολύ αξιόλογοι Τεχνίτες (Fitters) οι οποίοι τελικά αποδείχθηκαν άκρως απαραίτητοι σε δύσκολες στιγμές που αντιμετωπίσαμε στο πλοίο. Όπως…
Συμβάν Πρώτο: Φορτωμένοι διασχίζουμε το ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας όταν το ψυγείο κενού παρουσιάζει κρακ στο κέλυφος και διαρροή θαλασσίου νερού ψύξης στο μηχανοστάσιο σε μεγάλες ποσότητες. Οι μεγάλες αντλίες μόλις που προλαμβάνουν την απάντληση των υδάτων. Χάρις στην ικανότητα των τεχνιτών συγκολλήσαμε ένα λαιμό σωλήνα μεγάλης διαμέτρου περιφερειακά του κρακ με φλάντζα στο τέλος του και επάνω του προσαρμόσαμε τυφλή φλάντζα προς αποκατάστασή της διαρροής. Η προσπάθεια αποκατάστασης του απρόβλεπτου προβλήματος, μια δύσκολη και επίπονη εργασία έλαβε αίσιο τέλος με το ψυγείο κενού να εργάζεται χωρίς διαρροή και το πλοίο να συνεχίζει το ταξίδι του με αμείωτη ασφάλεια.
Συμβάν Δεύτερο: Είναι ώρα πέντε πρωινή: Έχουμε αφήσει πίσω μας τον Κόλπο του Άντεν και το Αφρικανικό Κέρας, όταν αναστατωμένος με καλεί στο τηλέφωνο ο καπετάν Λευτέρης και με πληροφορεί ότι έχουμε νερά στο πρωραίο στεγανό (Forepeak). Σε επιθεώρηση με τον υποπλοίαρχο διαπιστώνουμε ρήγμα του σκάφους γύρω στους εξήντα πόντους πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Υπήρχε μια σχετική θαλασσοταραχή όταν κάποιος βουβός μεγάλος κυματισμός που δημιουργούσε το αντιμάμαλο του ωκεανού στο αφρικάνικο κέρας κουτούλησε το γίγαντα και του επέφερε τη ζημιά. Οι δυο τεχνίτες με την βοήθεια και του πληρώματος συγκόλλησαν ένα μεγάλο έλασμα λαμαρίνα για προσωρινή αποκατάσταση μέχρι τον λιμένα, όπου έγινε επιθεώρηση από νηογνώμονα και μόνιμη αποκατάσταση σε μεγάλο μέρος της δεξιάς μάσκας του πλοίου. 
Τα καύσιμα: Τελειώνοντας η εκφόρτωση του πλοίου σε υποθαλάσσιους αγωγούς της Καραϊβικής θάλασσας, επιστρέφουμε με το πλοίο κενό φορτίου δια της Μεσογείου θάλασσας στον Περσικό κόλπο. Διάρκεια ταξιδιού αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε προς καύση τα προβληματικά καύσιμα τα οποία είχαν παραμείνει ανενεργά στην πρωραία δεξαμενή καύσιμων. Το πλοίο για την παραγωγή ατμού διέθετε δυο λέβητες τύπου «D». Κάθε τέσσερις ημέρες γινόταν απομόνωση εναλλάξ τους ενός λέβητα και πλήρης καθαρισμός της εστίας του από τις επικαθήσεις από τα στερεά κατάλοιπα του καύσιμου που προσομοίαζαν σε ηφαιστειακό τοπίο. Μια εργασία επίπονα κουραστική υπό αντίξοες συνθήκες που συμμετείχε όλο το πλήρωμα του πλοίου, μηχανής και καταστρώματος στην αποβολή των κατάλοιπων από τις εστίες των λεβήτων.
Ζήσαμε κάποιες δύσκολες στιγμές, που όμως περάσαν αθόρυβα. Για να επιτευχθούν τα παραπάνω απαιτείτο η συνεργασία και ο αποτελεσματικός συντονισμός των εργασιών του πληρώματος. Ήμασταν όλοι μαζί, μια ομάδα που μπορέσαμε έτσι να ξεδιπλώσουμε την ενέργεια μας, με τρόπο που να κάνουμε τα δύσκολα να φαίνονται εύκολα και να μοιάζουν αρκετά σαν μια απλή υπόθεση.  Η συνεργασία μας δεν ήταν μόνο ένα προσωπικό χάρισμα του πληρώματος αλλά και ανάγκη άρτιας επαγγελματικής αντίδρασης. Η γνώση και οι δεξιότητες αποτέλεσαν καίριους παράγοντες ιδιαίτερα, στα χαρακτηριστικά του θαλάσσιου περιβάλλοντος την περίοδο που συναντήσαμε δύσκολες και αντίξοες συνθήκες.
Αυτή είναι η ζωή του ναυτικού! Οι θαλάσσιες μεταφορές και οι λιμένες είναι ζωτικής σημασίας για το διεθνές εμπόριο και τις διεθνείς συναλλαγές. 
Όλοι μας ενθυμούμαστε ιστορίες για τα μεγάλα ταξίδια των εξερευνητών που αποκάλυψαν στους προγόνους μας την απεραντοσύνη του πλανήτη μας, και τους πλούσιους πόρους του. Αυτό δεν έχει αλλάξει ούτε σήμερα. 

 
Web Informer Button