ADS

click to open

Slider

Κυριακή 10 Μαρτίου 2024

Oi dyo Filenades sto Shopping Center

.....Εριφύλη και Ελπινίκη.......
Αφήνοντας το όχημα στο πάρκινγκ του εμπορικού κέντρου οι δυο όμορφες κυρίες χαλαρές σαν έφηβες πιάστηκαν αγκαζέ και ιδιαίτερα χαμογελαστές και ευδιάθετες περπάτησαν στους χώρους του εμπορικού κέντρου και απόλαυσαν τον περίπατό τους χαζεύοντας στις βιτρίνες και την βόλτα τους στα μαγαζιά.  Τελειώνοντας τα απαραίτητα ψώνια τους κάθισαν να απολαύσουν ένα όμορφο μεσημεριανό γεύμα, μετά τη κοπιαστική βόλτα τους σ’ ένα εξαιρετικά δημοφιλές μπαρ εστιατόριο, ειδικότερα δημοφιλές σε νέους ανθρώπους. Η ατμόσφαιρα ήσυχη και λόγο ότι ήδη είναι προχωρημένη απογευματινή ώρα υπάρχουν λιγοστοί πελάτες στο κατάστημα.
Το ρεστοράν ήταν σχεδόν άδειο, αν εξαιρούσε κανείς τρία-τέσσερα ζευγάρια που κάθονταν στη μπροστινή σάλα του μαγαζιού, οπότε δεν δυσκολεύθηκαν να βρουν τραπέζι. Κάθισαν σε μια ήσυχη γωνία στο βάθος του εστιατορίου ήταν μόνες τους, δεν υπήρχαν πελάτες τριγύρω τους απολαμβάνοντας το γεύμα τους σε στιγμές χαλάρωσης και ιδιωτικότητας. Έχοντας απολαύσει ένα ελαφρύ αλλά πολύ γευστικό γεύμα με ένα εξαίρετο ελαφρό ροζέ κρασί συνοδεία τώρα απολαμβάνουν χαλαρά τη γεύση απ’ ένα δροσιστικό κοκτέιλ. Είχαν χαρούμενη διάθεση, τους λύθηκε η γλώσσα (όχι πως μέχρι τότε ήταν δεμένη) και φλυαρούσαν ακατάπαυστα σαν πρωινές τσίχλες μες σ' ασημένια φυλλώματα.
«Άπαπα! πανάθεμα σε! Τι χουνέρι έκανες στον υπάλληλο εκεί στο κατάστημα με τις γόβες.» Λέει η Ελπινίκη στην Εριφύλη.
«Εγώ! Τι του έκανα;»
«Τι έκανες χρυσή μου η τι έδειξες, όταν δοκίμαζες τις γόβες; Ο υπάλληλος είχε γονατίσει μπροστά σου να σε βοηθήσει και εσύ όταν άνοιξες ελαφρά τα πόδια σου για να έχεις ευκολία στη δοκιμή, χαλαρή και άνετη του δείχνεις ίδια την επίμαχη σκηνή στο «Βασικό ένστικτο». Αυτός παρατηρούσε με λαίμαργο ερωτικό βλέμμα και κόντευε να σκάσει σαν λάστιχο Michelin που πατάει πρόκα στο δρόμο, κάθε φορά που εσύ έκλεινες και άνοιγες τα πόδια σου δοκιμάζοντας τις γόβες. Από σαράντα κύματα τον πέρασες και εξήντα καρδιακές προσβολές έπαθε μέχρι να τελειώσεις τις δοκιμές και να σηκωθείς από το κάθισμα. Τον φουκαρά, τον λυπήθηκα λιγάκι όταν εσύ έφερες τα μάτια σου στο πρόσωπό του, δείχνοντας ότι είχες προσέξει το πού κοίταγε προηγουμένως και το βλέμμα σου είχε εκείνο το πουτανίστικο ύφος του ξέρω ότι με παίρνεις μάτι και γουστάρω.  Με μπαλτά του ‘κοψες την καρδιά.»
«Τουλάχιστον, τις αγόρασα..... οπότε συνδυάσαμε αμφότεροι το τερπνόν μετά του ωφελίμου.» 
Εκείνη την ώρα έκανε την είσοδο στο μπιστρό ο γοητευτικός άνδρας με πολύ στυλ στο εκρηκτικό σεξ απίλ του. Η Ελπινίκη καθώς είχε θέα στην είσοδο τον είδε πρώτη.
«Φιλενάδα έρχεται στο διπλανό τραπέζι! Ακριβώς διπλά σου!.»
Η Εριφύλη μεμιάς  ξαφνιασμένη έστρεψε προς το άλλο μέρος.
«Τι είναι; Έρχεται; Ποιος έρχεται;»  Ρωτάει η Εριφύλη με απορία. Και ξαφνικά βλέπει τον ομορφάντρα απέναντί της.
«Δεν θα το πιστέψεις. Ίδιος μ’ αυτόν τον ηθοποιό που είχε ξεσπάσει ντόρος σχετικά με τα πλούσια ελέη του.» Της ψιθύρισε σκύβοντας κοντά της η Ελπινίκη.
Η Εριφύλη τον παρατηρεί όταν ήταν σχεδόν διπλά της.
«Ρε Ελπινίκη! Φτυστός ίδιος αν λέμε τον ίδιο ηθοποιό. Πως τον έλεγαν να δεις, που έπαιζε σε μια ταινία έναν επιτυχημένο, γοητευτικό τριαντάρη με μια σχεδόν ακόρεστη σεξουαλική όρεξη, όπου εμφανιζόταν και ολόγυμνος.»
«Έχεις δίκιο. Ίδιος αυτός ο εργένης ηθοποιός που δηλώνει ότι αναζήτα να βρει τον έρωτα της ζωής του. Λες και τούτος ο ομορφάντρας να ψάχνει κι αυτός τον έρωτα της ζωής του; Και να 'χει τα ίδια προσόντα; Ξέρεις τι λένε για τον ηθοποιό. Μπορεί να παίξει γκολφ με τα χέρια του δεμένα πίσω από την πλάτη του» Ψιθύρισε το τελευταίο η Ελπινίκη.
«Μωρή φιλενάδα; Πως;!» Ρώτησε η Εριφύλη με απορία.
«Μ' αυτό που του κρέμεται ανάμεσα στα σκέλια!» Εξήγησε σκασμένη στα γέλια η Ελπινίκη.
«Και πώς το έμαθες εσύ;!»
«Θα σου πω!» Της απάντησε, και την κοίταξε με ύφος μυστηριώδες.
«Λοιπόν;»
«Τον είδα γυμνό στο μπάνιο να τη χαϊδεύει κι αυτή μεγάλωνε, μάτια μου.»
«Ανάθεμά σε! Σήμερα δεν παίζεσαι Ελπινίκη! Να 'σαι καλά μ' έκανες και γέλασα!» Και της γέλασε πονηρά η Εριφύλη.
«Του έγινε τόοοση!. Θεέ μου συγχωράμε!» Συνέχισε η Ελπινίκη κι έδειξε με τα χέρια της το μέγεθος.
Ο γοητευτικός άνδρας πέρασε δίπλα τους σε ελάχιστη απόσταση. Τα μάτια της Εριφύλης παρασυρμένη από τη γοητεία της παραστατικής αφήγησης της Ελπινίκης με τα προσόντα του ιδιαίτερα προικισμένου ηθοποιού, ενστικτωδώς στράφηκαν στο καβάλο του άνδρα. Φανταζόταν τη στύση του να φουσκώνει και να γεμίζει το καβάλο του. Ξαφνικό ρίγος διαπέρασε την επιδερμίδα της. Λάγνες επιθυμίες αγκαλιάζουν τις σκέψεις της και πλημμυρίζει τα μέσα της. Ένιωθε να αναψοκοκκινίζει και να πλημμυρίζει χυμούς.
«Τι ηθοποιούς και πράσινα άλογα μου λες ρε φιλενάδα. Αυτός είναι πιο όμορφος από τον Θεό Απόλλωνα που έχουμε στο Μουσείο μας. Τυχερή η κοπέλα που τον αγκαλιάζει.»
Κοίταξαν συνωμοτικά η μία την άλλη, κατόπιν στράφηκαν προς τα διπλανά τραπέζια και τότε διαπίστωσαν πως οι παρέες είχανε φύγει. Ήταν μοναχές τους στην άκρη της παραλληλόγραμμης αίθουσας του καταστήματος.
Ο άνδρας τις είδε! Ένα πλατύ χαμόγελο ευχαρίστησης ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του. Επέλεξε και κάθισε στον γωνιακό καναπέ δίπλα τους. Ήταν το πιο απόμακρο και ήσυχο σημείο του μαγαζιού. Ακριβώς δίπλα και απέναντι από τις δυο μας φίλες. Τόσο η Ελπινίκη όσο και η Εριφύλη τον κοιτούσαν διακριτικά.
Όντως ήταν κούκλος. Κούκλος, όμως. Από αυτούς με τα επιθυμητά χαρακτηριστικά που όλες οι γυναίκες θέλουν. 
Γύρω στα τριάντα του χρόνια με πλούσια ανάκατα μαλλιά μια φιγούρα μοναχικού γοητευτικού τριαντάρη που τραβούσε τα βλέμματα των θηλυκών που προσπερνούσε και μ' ένα γλυκό χαμόγελο που του χαρίζει τη γοητεία εκείνη που δύσκολα μπορεί μία γυναίκα να αντισταθεί.  Με πέντε λέξεις, αρσενικό που δεν περνάει απαρατήρητο και προφανώς, θα είχε πολλές επιτυχίες με τις γυναίκες.
Ακούμπησε απαλά την χρυσό-καστανή ματιά του στις δύο τόσο γοητευτικά λαμπερές γυναικείες σιλουέτες και άφησε τις στιγμές να χαλαρώσουν. Στα χείλη του γεννήθηκε ένα στοχαστικό χαμόγελο. Παρατηρώντας τις το πρόσωπο του ρόδισε και χαμογέλασε. Σκέψεις τον πλημμύρισαν αυθόρμητα. Πραγματοποίησε μια νοητή περιπλάνηση χαρτογραφώντας με ενδιαφέρον τις δυο όμορφες γυναίκες εκεί δίπλα του. Είχε μεγάλη αδυναμία στις όμορφες, προσεγμένες γυναίκες. Θεωρούσε πραγματικό Θηλυκό όποια ήξερε με μαεστρία ν' αναδεικνύει τα δυνατά σημεία που της χάρισε η φύση.
Πρώτα νοερά περιπλανήθηκε στην Ελπινίκη. 
«Αυτή με το σινιέ ταγιέρ. Ομορφιά κλασσική. Απόλυτη κοκέτα  πάντα στην τρίχα. Κομψή γυναίκα που ακόμη και το αιδοίο της  σίγουρα είναι απαλό, όμορφο και περιποιημένο.»
Δεν πρόλαβε να αποσώσει το συλλογισμό του και το βλέμμα του πέφτει γυρνώντας στην Εριφύλη και όταν τα βλέμματα τους συναντήθηκαν ένιωσε εκείνο τον ηλεκτρισμό, αυτό το πρωτόγνωρο συναίσθημα. Ήταν έλξη με την πρώτη ματιά. Kαθώς την κοιτάζει, απολαμβάνει με γρήγορες ματιές τις λεπτές κινήσεις και την αριστοκρατική της φιγούρα, μια κλασική εικόνα κομψοντυμένης ομορφιάς στο ρεστοράν. Tα κατσαρά καστανοκκοκινα μαλλιά της κατεβαίνουν με τέλειο κυματισμό και τονίζουν το σταρένιο της δέρμα, ίδιο με τη χλομάδα των γυναικών της Mεσογείου. Tα τοξωτά φρύδια κι οι μακριές βλεφαρίδες της, μια νυχτερίδα. Tα μάτια της, λαμπυριζουν κάτω απ᾽ τα φρύδια της σαν πολύτιμο πετράδι μέσα σε χρυσό πλαίσιο. Η συμμετρία των χαρακτηριστικών του προσώπου της χαρίζει, χωρίς αμφιβολία, αυτοπεποίθηση! Καλοσχηματισμένη μύτη και χείλη συνθέτουν ένα αρμονικό πρόσωπο, που προσθέτει στο σοβαρό της προφίλ μια πινελιά, μια υποψία για κάτι που μένει ανομολόγητο.
Ήταν η σεξουαλική ένταση που τον απογειώνει. Το σώμα του αυτόματα ποθούσε αυτό που έβλεπε. «Γυναίκα αγριόμουνο» άφησε να φύγει από τα χείλη του ένας άτονος ψίθυρος: «Πολύ όμορφη γυναίκα σαν ατίθασο άτι που ξυπνάει μέσα σου το ζώο. Επίσης, γυναίκα που γουστάρει άγρια κόλπα. Γυναίκα που φέρεται στο σεξ ως αφέντρα» μουρμουρίζει ενώ το ακριβό της άρωμα αναμειγμένο με τη μυρωδιά απ’ το σώμα της τον μεθάει, θα ’θελε να το μαζέψει στην παλάμη του όπως αιωρείται και τον περιβάλλει με τη γοητεία της. Σαν χείμαρρος τον παρέσυρε η σεξουαλική αύρα που ακτινοβολούσε αυτή η γυναίκα. Ένιωσε κύματα καύλας να τον διαπερνούν. Όλα τα κύτταρά του, του έλεγαν ότι αυτή τη γυναίκα επιθυμούν να είναι το άλλο του μισό. 
Η Εριφύλη συνειδητοποίησε ότι ο άντρας που καθόταν απέναντι ακουμπώντας τις παλάμες του διπλωμένες στο τραπέζι είχε ρίξει το βλέμμα του πάνω της. Τα χρυσαφιά του μάτια βυθίστηκαν στα δικά της, αιχμαλωτίζοντας τα για μερικά ατέλειωτα δευτερόλεπτα, κι εκείνη ένιωσε να την αξιολογεί άμεσα και να την κοιτάζει με στιγμιαία περιέργεια. Είχε την άβολη αίσθηση πως αυτός ο άντρας μπορούσε να δει περισσότερα απ’ όσα θα ήθελε η ίδια να δείξει. Έμεινε να τον κοιτάζει σαν χαζή, με την καρδιά να βροντοχτυπάει στο στήθος της, και με μια σκέψη να σκάει σαν βεγγαλικά στο μυαλό της: Θεέ μου, τι άντρας που είναι. Κι ήταν τόσο κοντά της. Ήταν ο πιο επιθυμητός άντρας που είχε ποτέ συναντήσει.
Θυμήθηκε τις ξεχασμένες συμβουλές της γιαγιάς της. Την συμβούλευε πως οι αληθινές γυναίκες πρέπει να είναι εκπληκτικές ηθοποιοί. Από τα χρόνια της πρώιμης εφηβείας τους να κάνουν ώρες πρόβας μπροστά στο ανδρικό κοινό ώστε να εκτοξεύουν την υποκριτική τους. Η γιαγιά της θεωρούσε πάντα τον έρωτα σαν μια Θεατρική σκηνή, όπου οι γυναίκες ζουν την κάθε τους μέρα σαν πρεμιέρα. Γυναίκα είναι εκείνη τη συμβούλευε πως δεν κοιτάζεις ποτέ έναν άγνωστο άνδρα στα μάτια. Αφήνεις να κυλήσει ικανό διάστημα, μέχρις ότου εκείνος προσηλωθεί πάνω σου επίμονα και διεκδικητικά. Επιλέγεις από ένστικτο, τη στιγμή που Θα του ρίξεις μία και μοναδική θανατηφόρα ματιά, λίγο πριν αποχωρήσεις απ' το σκηνικό. Ο άνδρας, έχοντας περάσει τη βασανιστική δοκιμασία της αδιαφορίας, νιώθει το ακαριαίο κοίταγμα σου να καρφώνεται σαν κεντρί στην καρδιά του. Αποχωρώντας αυτοκρατορικά, έχεις ήδη Θέσει τους κανόνες σου. Εσύ βασίλισσα στον Θρόνο, εκείνος πιστός ιππότης αφιερωμένος στη γοητεία σου. Το παιχνίδι συνεχίζεται με απανωτές πολλαπλές δοκιμασίες, μέχρι ν' αποφασίσεις εσύ να δώσεις το οριστικό τέλος. 
 Ξεροκατάπιε. Το αίμα κύλησε πιο έντονα στις φλέβες της. Ξαφνικά, μια αίσθηση φόβου την κυρίευσε. Είχε αρχίσει να φοβάται ότι ο άνδρας δεν θα σταματούσε εκεί. Αισθανόταν ευάλωτη και αυτό φαινόταν. Ο άνδρας της χαμογέλασε εγκάρδια με το που κατάλαβε ότι η Εριφύλη αισθανόταν άβολα. Σήκωσε το βλέμμα του αναζητώντας το σερβιτόρο. Τα βλέμματα τους συναντήθηκαν και πάλι και τα μάτια του βυθίζονταν αλύπητα στα βάθη της ψυχής της, και τα έλεγαν όλα! Η Εριφύλη είχε αρχίσει να νοιώθει αυτή την γλυκιά ζέστη να την κυριεύει να την ζαλίζει και να νιώθει μια αμοιβαία σεξουαλική έλξη. Ένιωσε και αυτή κύματα καύλας να την διαπερνούν.
Από εκείνη τη στιγμή, άρχισαν να επικοινωνούν νοερά. Τα νοητά μηνύματα που αντάλλαζαν ήταν ανοιχτό βιβλίο και για τους δύο. Είναι ζωγραφισμένα στα πρόσωπα τους, κάθε στιγμή, κάθε λεπτό! Χωρίς υποθέσεις. Χωρίς αμφιβολίες. Ξεκάθαρα της έλεγαν ότι ήθελε να τη γνωρίσει. Και μαζί με τα μηνύματα, άρχισαν απλόχερα να γεννιούνται, συναισθήματα πρωτόγνωρα και να την «πλημμυρίζουν». Προσπαθούσε να κρατήσει αποστάσεις, καθώς συλλογιζόταν τις συνέπειες. 
Με κάθε λεπτό που περνούσε, οι χτύποι της καρδιάς της επιταχύνονταν. Η ταραχή της φούντωνε, κι άρχισε να νιώθει φριχτά, καθώς ένταση πλημμύρισε ξαφνικά το χώρο, τόσο απτή και χαρακτηριστική, που θα ταν αδύνατο να ξεγελάσει τον οποιονδήποτε: μια τόσο ωμή, απροκάλυπτη και βίαιη σεξουαλικότητα, που η Εριφύλη ένιωσε να της κόβεται η ανάσα. Σαν ηλεκτρικό ρεύμα τη διαπέρασε το μήνυμα, κι ένιωσε τα γόνατά της να κόβονται.
«Τον θέλω,» σκέφτηκε πανικόβλητη.
Δεν είχε ιδέα πώς της είχε συμβεί αυτό.
«Τον θέλω! Ακόμη ακόμη και όταν σκέφτομαι ότι αυτή την στιγμή, μπορεί και να μην έρθει ποτέ.»
Ασυναίσθητα, το κορμί της έγειρε προς το μέρος του, τα χείλια της μισάνοιξαν, η επιδερμίδα της ρίγησε σαν να τη φυσούσε δυνατός αέρας. Έκλεισε για μια στιγμή τα μάτια, κοντανασαίνοντας.

Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2024

....Erotiki Mythoplassia I ...O Epilogos

..Επίλογος! 
...........Περίμενε ότι ο Αλκιβιάδης θα δίσταζε ή θα συνοφρυωνόταν, εκείνος όμως την κοίταξε σκεπτικός. Κατόπιν, πήρε τα χέρια της συντρόφου του μέσα στα δικά του και εξέτασε τα νύχια της, όπως έκανε στα πρώτα χρόνια της γνωριμίας τους, και μετά την κοίταξε κατάματα.
«Ένα τραπέζι» είπε. «Πράγματι. Ωραία ιδέα».
«Ένα πολύ ιδιαίτερο, αποχαιρετιστήριο, τραπέζι, με μοναδικούς καλεσμένους τον ιερέα μας και τη φιλενάδα σου την Ναυσικά μας και κύριο πιάτο τη συγκίνηση.» Της είπε με τρυφερότητα.
Το τραπέζι αποφασίστηκε να γίνει στη πίσω βεράντα του σπιτιού τους, τηρούσε τις καλύτερες προϋποθέσεις από άποψη περιβάλλοντος. Η μεγάλη βεράντα με την πέργκολα που την σκέπαζαν η κληματαριά και οι βουκαμβίλιες μεταμορφώθηκε σε τραπεζαρία. Το τραπέζι στρώθηκε με λευκό κεντητό τραπεζομάντιλο και οι μυρωδιές έκαναν την βεράντα σαν εξοχική ταβέρνα. Τα τζιτζίκια τερέτιζαν, στα απέναντι πεύκα πανταχού παρόντα αλλά αθέατα, η βραδιά ήταν ζεστή.
Η Ανδρομάχη χαιρόταν αυτή την επιλογή, της άρεσε που, ενώ ήταν στο σπίτι της, ένιωθε σαν να βρισκόταν εντελώς αλλού. Αν και είχε κάποιους φόβους για το επικείμενο εγχείρημα, τους έδιωξε γρήγορα πίνοντας μια ρακή ήδη από την κουζίνα.
Ως τότε, δεν έπινε ποτέ πάνω από ένα δυο ποτηράκια κρασί, έτσι όταν ήπιε μια ρακή, δεν ήξερε αν βούρκωσε εξαιτίας του ποτού ή αν έφταιγε η γλυκόπικρη βεβαιότητα ότι ο ιερέας έφευγε την επόμενη μέρα. Ακούμπησε το ποτήρι της στο τραπέζι με μια πομπώδη χειρονομία και έκανε αέρα στο πρόσωπό της πριν ξεσπάσει σε δάκρυα. Το αποχαιρετιστήριο τραπέζι τους είχε γαρίδες με σκορδάτη, μαγιονέζα με κρίταμα, φρεσκότατα ζουμερά σκουμπριά στη σχάρα, μαϊντανοσαλάτα με πλιγούρι, λεμονάτη καπνιστή μελιτζανοσαλάτα και μία δροσερή σαλάτα με αγγούρι πιπεριές και άνηθο. Όλα φτιαγμένα με μεράκι από τα χέρια της.
Τα θαλασσινά συνόδευε ένα κρασί με νεύρο και όγκο, ένα λευκό ξηρό κρασί από την ποικιλία Σαββατιανό …αρχίζοντας και τελειώνοντας το δείπνο με μια ρακή.
Δύσκολος ο αποχαιρετισμός σε μια φαντασιακή ερωτική σχέση που εξατμίζεται στο πέρασμα του χρόνου.
Ο ιερέας! Και η Ναυσικά! Δυο φαντασιακά πρόσωπα! Δυο υπέροχες υπάρξεις, δυο αέρινες παρουσίες, οι οποίες τους χαρακτηρίζουν και πολλές φορές ταυτίζονται μαζί τους.
Πρόσωπα τόσο οικεία που τον βασανίζει ένα ερώτημα! Θα μπορούσε να είναι αυτοί οι ίδιοι;
Αυτός πάντως τους αγάπησε και την ερωτική του ιστορία την διηγείται με τρυφερότητα. Είναι ίδια η δική τους ερωτική ιστορία, παθιασμένη, που αποκαλύπτεται ισορροπώντας ανάμεσα στο φαντασιακό και το πραγματικό, στην καθημερινή τους αλήθεια και στο ιδανικό παραμύθι. Ο πραγματικός του κόσμος σταμάτησε για λίγο, καθώς μπήκε κι ο ίδιος στον κόσμο του παραμυθιού του. Συνδέθηκε με τους ήρωες του μέσα από την αναζήτηση στις λέξεις, στα συναισθήματά τους, αλλά και με το διάβα του χρόνου. Μπορεί οι περισσότεροι έρωτες να εξατμίζονται στο πέρασμα του χρόνου, αυτό δεν συμβαίνει όμως με την περίπτωση του. Αυτός προτιμά να κρατήσει άσβεστο το πάθος του. Και την κάθε μέρα μέσα από το όνειρο του να το ξαναζωντανεύει.
Γι αυτό και σήμερα οι λέξεις του έχουν σκοινιά και οι προτάσεις σύρματα αγκαθωτά καθώς επιχειρεί  να τους αποχωριστεί. Είναι όμως η κατάλληλη ώρα να τελειώσει το παραμύθι του. Να αποσυνδέσει τον διακόπτη, να κλείσει απαλά την πόρτα, αφήνοντας απ' έξω τις μορφές τους, όσο και αν οι σκέψεις του δεν περιγράφονται με λόγια. Να σβήσει από τη μνήμη του τις φιγούρες τους και να φύγουν με τον ίδιο τρόπο όπως εμφανίστηκαν στο συναισθηματικό φαντασιακό του κόσμο. Η νύχτα ήρθε συμπονετική δροσερή άπλωσε σεντόνια σιωπής, μερικά σύννεφα ψηλά στον ουρανό έτρεχαν και άλλαζαν σχήμα σαν να κυνηγούσαν την ιδεατή μορφή τους.
Έκλεισε τα μάτια του και χαλάρωσε, έμεινε σιωπηλός και αφέθηκε στη ροή των σκέψεων του, ακολουθώντας τις αναμνήσεις του και άρχισε να ακούει με προθυμία όλα εκείνα τα πολύχρωμα παραμύθια με τα οποία ο πόθος και η φαντασία μάγευαν τις αισθήσεις του σαν Σειρήνες μες στο στήθος του που δεν μπορεί να τους αντισταθεί. Θυμήθηκε και του ήρθαν η εικόνες της πρώτης επαφής του με την Ανδρομάχη του σαν να ήταν φύλλα και κλαράκια που επέπλεαν σε ένα ποταμάκι. Ένα ποτάμι τον πλημμύρισε με εικόνες από την κοινή ζωή τους. Έτσι γεννήθηκε ο σπόρος του θαυμαστού φυτού της αγάπης τους. Και φύτρωσε, άφθονα και μεγάλωσε και θέριεψε, και αυτός δεν πρόκειται ποτέ, με κάποια ποταπή πράξη, να κλαδέψει τα φύλλα και τους μίσχους του! Θυμάται λεπτομέρειες πολλές, σημάδια και χνάρια της ζωής τους στο χρόνο, που δεν είχαν χαθεί! Τίποτα δεν έχει αλλάξει στη διάβα του χρόνου. Τι γλυκιά μελωδία που έχουν αλήθεια κάποιες αναμνήσεις. Τον έπνιξε μια τρυφερή νοσταλγία.
Απόψε σε μια ατμόσφαιρα γεμάτη τρυφερότητα  οι δυο τους στη βεράντα, αυτός σύντροφος σταθερός αταλάντευτος, ζουν μαζί τις χαρές και τις λύπες τους. Και δεν υπήρξε ποτέ η εποχή που η ζωή τους να είχε μπροστά της δρόμους και μονοπάτια για πολλές επιλογές. Η διαδρομή τους ήταν πάντα μια, η εξαιρετική διαδρομή που οδηγούσε στα ιδανικά λημέρια της οικογένειας τους.
Κι αυτό δεν είναι ένα τραπέζι λύπης και θλίψης, αλλά ένα τραπέζι χαράς με πρωταγωνιστές τους δυο τους γιατί απόψε γιορτάζουν τα δέκα πέντε χρόνια συμβίωσης και ήταν τόσο χαρούμενοι που πραγματικά έλαμπαν στο γιορτινό τους τραπέζι.
Η ευτυχία είναι γύρω τους, κοντά τους, τους πολιορκεί από παντού και δεν έπαψε να τους χτυπά την πόρτα θέλοντας να φτάσει στην καρδιά τους με τον αέρα που αναπνέουν.
«Τι μεγάλη χαρά να βλέπω γύρω μου χαρούμενους ανθρώπους.» Του λέει, με τα μάτια της να λάμπουν ηδονικά.
«Και εγώ άγγελε μου! Κι όταν εμείς είμαστε ευτυχισμένοι και οι γύρω μας είναι ευτυχισμένοι και χαρούμενοι.»
Την αγκάλιασε και προχώρησαν προς την έσοδο του σπιτιού. Κάτω από τη μεγάλη πόρτα του σαλονιού, σταμάτησε. Τον κοίταξε παράξενα, ένιωθε κάτι περίεργο να πλανιέται στην ατμόσφαιρα. Αισθάνθηκε τόσο περίεργα, ήταν αυτή και αυτός, κανείς άλλος. Ήταν μια γυναίκα έτοιμη να βρυχηθεί. Ήταν η στιγμή τους. Κρεμάστηκε στους ώμους του, ένιωσε τη ζεστασιά της να διαπερνά το κορμί του. Νιώθοντας πως ήθελε περισσότερα από εκείνη, αγκάλιασε τη μέση της με το χέρι του και τράβηξε το κορμί της να κολλήσει στο δικό του. Το πρόσωπό της βρίσκεται κάπου στο στήθος του, τα χείλη της φιλούν το λαιμό του, τα χέρια της έχουν αγκαλιάσει τη μέση του. 
Γλιστράνε στην άκρη του αναπαυτικού καναπέ καθώς αυτός γονατίζει στο πάτωμα, με το ένα του χέρι αγκάλιασε από τη μέση το καυτό κορμί της και το άλλο κατέβηκε από την κοιλιά της και έπιασε το σημείο ανάμεσα στο δαντελένιο εσώρουχό της. Βρήκε αυτό που αναζητούσε και το χάιδεψε ανελέητα με τις άκρες των δαχτύλων του.
Ακόμα και με τόσο λίγα προκαταρκτικά, εκείνη ήταν ήδη έτοιμη, ένιωσε την υγρή ζεστασιά της να τον τυλίγει. Την κράτησε σταθερά καθώς συνέχιζε να τη χαϊδεύει, ώσπου εκείνη τεντώθηκε σαν τόξο, τίναξε το κεφάλι της πίσω και τα νύχια της γαντζώθηκαν στους ώμους του, ενώ οι βρυχηθμοί της απλώθηκαν στις τέσσερις γωνίες του σαλονιού.
..Οι φαντασιώσεις τους κλείδωσαν στο συζυγικό τους κρεβάτι, εκεί ο ένας δίπλα στον άλλο, τα μάτια τους αντικρίζουν μόνο εκείνους. Ο χρόνος σταματάει. Οι λέξεις περισσεύουν η ανάσα τους κόβεται, μένουν μόνο τα βλέμματα τους να μιλήσουν και να καλύψουν όλα τα κενά που υπάρχουν μέσα τους. Οι ανάσες κι οι χτύποι της καρδιάς τους συντονίζονται, χαράζουν κοινές νότες ευτυχίας κι αισθάνονται «ένας» όπως δεκαπέντε χρόνια τώρα.
Σε μια ρουτίνα που δε μιλάνε τα χείλη αλλά τα βλέμματα. Καταργούνται οι λέξεις και απλά της φανερώνει την αγάπη του με πράξεις. Και μαζί ανταμώνουν τ’ όνειρο σ ’έναν κόσμο δικό τους κάτω απ’ την επήρεια εθιστικών αγγιγμάτων, κι αισθήσεων που συγκρούονται κι εκρήγνυται σε ένα ερωτικό παραλήρημα που δίνει ενέργεια στις σεξουαλικές φαντασιώσεις τους.
Ξάπλωσε δίπλα της άνοιξε τα καυτά χείλη του αιδοίου της, και άρχισε απαλά να γλείφει το θάμνο γύρω του. Η Ανδρομάχη αρχίζει να αναδεύεται ανήσυχα, αρχίζει να βογκά και να αναστενάζει γεμάτη λαγνεία.
Αμέσως μετά η γλώσσα του βυθίζεται και το κορμί της σφαδάζει φρενιασμένα. Όσο τη ρουφάει και τη πηδάει με τη γλώσσα του, νιώθει ηδονικό σκίρτημα παντού, σε όλο της το κορμί, δεν μπορεί να αντισταθεί στο κάλεσμά του, τύλιξε τα πόδια της στο λαιμό του και τον κράτησε εκεί.
Της αρέσει αυτή η στάση. Δεν δέχονται όλες οι γυναίκες να πέσει ένας οποιοσδήποτε άντρας ανάμεσα στα σκέλια τους, πρέπει πρώτα να τις κερδίσει για να του δώσουν το σινιάλο. Με τη γλώσσα του διαχώρισε τα δυο χείλη και όταν τ' άνοιξε πια ήταν υγρά και έτριψε τη γλώσσα του πάνω κάτω ανάμεσα στα στρώματα της ευαίσθητης της σάρκας, πέρασε τα χέρια του κάτω απ' τα γόνατα της, έπιασε τους γοφούς της και τη κοιλιά της με της παλάμες του, την χάιδεψε και της άνοιξε τα πόδια. 
Όλα γίνονται απαλά, με ευγένεια, είναι μια προσευχή που θέλει την ώρα της.
Τον ικανοποιεί βαθιά το να φέρνει τη σύντροφο του σε σπασμούς έκστασης με τα φιλιά του.
Το πιστεύει βαθιά ότι μεταξύ δύο συντρόφων δεν υπάρχει καμία διαφθορά, ενοχή ή ντροπή, γιατί η σαρκική ανισότητα παύει να υπάρχει στο κρεβάτι. Υπάρχει μόνο η υπόσχεση της ευχαρίστησης και η εκπλήρωση των αμοιβαίων επιθυμιών.
Η θέα των χειλιών του αιδοίου και των αστραφτερών ρόδινων πτυχών έστειλαν όλο το αίμα από το σώμα του να ξεχυθεί σαν χείμαρρος στο πέος του. 
Εκείνη βόγκηξε απελπισμένα. «Σε παρακαλώ» είπε λαχανιασμένα, τον ικέτεψε να βάλει ένα τέλος στα ηδονικά βασανιστήρια που της έκανε με τη γλώσσα του.
Καθώς εκείνος ξεκίνησε να κινείται με αργές ωθήσεις, εκείνη ανασηκώθηκε για να τον συναντήσει, άρχισε να κινείται ρυθμικά μέσα της σ’ ένα ξέφρενο οργασμό που δεν μπορούσε να τον συγκρατήσει, οι απότομοι σπασμοί του ξύπνησαν μέσα της κύματα, σαν φλόγες, αστραφτερές σαν πυροτεχνήματα, που έκαναν τα σωθικά της να λιώνουν. Σαν καμπάνες που χτυπούσαν δυνατά, χαρμόσυνα. Η απελευθέρωσή του ήρθε καυτή, ο σφυγμός του σφυροκοπούσε στα αυτιά του και ούτε που κατάλαβε τις άναρθρες κραυγές της σαν πληγωμένο θηλυκό ζώο που δεν έβγαζαν κανένα νόημα, καθώς άλλος ένας οργασμός που την κυρίευσε της εξουθένωσε σώμα και ψυχή. Έμεινε να βαριανασαίνει με κλειστά μάτια για καμπόση ώρα και μετά τον έβγαλε απότομα από μέσα της, καθώς συνερχόταν σιγά σιγά.
Ο Αλκιβιάδης κατέρρευσε δίπλα της κατάκοπος και γαλήνιος. Και της ψιθυρίζει στο αυτί πως η χημεία τους όπως κι η μαγεία δε χάνονται. Μια όαση είναι που μέσα της παρασύρονται και χάνονται μέχρι να τους βρει το ξημέρωμα αγκαλιά.
Είχαν αγαπηθεί όπως ποτέ, και καμιά λέξη, κανένα βλέμμα δεν ήταν πιο εκφραστικό απ’ τα κορμιά τους που είχαν νιώσει τόσο έντονα την ηδονή. Ο Αλκιβιαδης κουλουριάστηκε σαν χαδιάρης γάτος πάνω στην Ανδρομάχη του. Τα κορμιά τους εφάρμοσαν φυσικά, το ένα θηλύκωσε στο άλλο, αυτός πίσω της. Το μυώδες στομάχι του κούμπωσε στην καμάρα της πλάτης της, οι μηροί του βρήκαν τη θέση τους στην κοιλότητα των λυγισμένων ποδιών της. Φωλιασμένη μέσα στα μακριά μυώδη μπράτσα του και νανουρισμένη από το απαλό λίκνισμα του, η Ανδρομάχη αποκοιμήθηκε πρώτη.
Και κάθε φορά του υπενθυμίζει πως όταν κοιμούνται μαζί, ν’ αφήνει το πνεύμα του στα χέρια της με ασφάλεια, και δε θα βγει ποτέ από τα δίχτυα της. Όχι ότι αυτός άλλωστε θέλει να ξεφύγει, από την ισόβια σύντροφό του, που τον σαγηνεύει με την άδολη χάρη της και τον φυσικό αισθησιασμό της. Φαινομενικά εύθραυστη, αλλά προικισμένη με τεράστια δύναμη επιβίωσης, ικανή να προσφέρει ασφάλεια και προστασία στην σχέση τους και την οικογένεια τους. Δεν θα δειλιάσει στιγμή να σταθεί στο πλευρό αυτών που αγαπά και να γυρίσει αν χρειαστεί για το χατήρι τους τον κόσμο ανάποδα.
Αυτή η μία και μοναδική που είναι το λιμάνι τους. Ο κυματοθραύστης τους και ο σηματοφόρος της χαράς τους που η παρουσία της πέφτει σαν τη σταγόνα του λαδιού στο νερό, σταγόνα που απλώνεται και γαληνεύει την υδάτινη επιφάνεια.
Είναι σημαντικό γι αυτόν μετά από τόσα χρόνια έγγαμου βίου, την αγάπησε από μέσα προς τα έξω, νοιάζεται για την Ανδρομάχη του, ξέρει ότι μπορούν να συνυπάρχουν χωρίς να κυνηγάνε σκιές αναζητώντας το καλύτερο απ' αυτό που έχουν.
Μαζί λοιπόν προσπαθούν και ζουν με περίσσια αγάπη, με τις συμφωνίες αλλά και τις διαφωνίες τους, και με τις λιακάδες και με τις βροχές, πάντα δίπλα ο ένας στον άλλο, όχι απέναντι.
Αυτό είναι μια καλή συνταγή για μια σχέση τους που ξέρει να μαγειρεύει, αλλά και ξέρει να τρώει!
Ο δε παλιόφιλος καπετάνιος , αφού πρώτα τον κάθισε σε αναμμένα κάρβουνα, ερμηνεύοντας με σαφήνεια όσα οι έρευνες και οι αναλύσεις λένε, τρέχει τώρα τη φωτιά να σβήσει, ανήσυχος για μια εξέλιξη ανεπανόρθωτη στην οικογενειακή ζωή του φίλου του.! 
Πριν αναχωρήσει για τα μακρινά του ταξίδια, του τόνισε με έμφαση.....
Μιας και σίγουρα μετά από την συζήτηση μας η καχυποψία σου έχει φτάσει σε επίπεδα στρατόσφαιρας, καλό θα ήταν πριν καταδικάσεις τη σύντροφό σου ως μοιχαλίδα σε αναμονή, να μπεις στην ακριβώς αντίστροφη διαδικασία που λέει το εξής απλό: Αν μία γυναίκα περνάει καλά, δεν κάνει «σχέδια» παρά μόνο για τον άντρα στον οποίο οφείλει την ευτυχία της.
Ξέρεις, επομένως, τι πρέπει να κάνεις. Άλλωστε, φίλε μου καλέ, ποτέ σου να μην ξεχνάς ότι και η Πηνελόπη, με τον Οδυσσέα έμεινε.
Η μαγκιά είναι το ταίρι σου να είναι προορισμένο για σένα και με τη συμπεριφορά σου να το καλύπτεις τόσο και με τέτοιον τρόπο που να μη βρίσκει τρύπα να μπουκάρει ο δαίμονας.
Και τέλος μια χρήσιμη και βασική συμβουλή που πρέπει να έχεις υπόψη σου .
Το σεξ δεν επιβάλλεται, ούτε απαιτείται. Δεν είναι σωστό ή λάθος, είναι η ανάγκη σου για εκείνη, να τη θέλεις στο μυαλό και στο σώμα σου. Να γουστάρεις τη γυναίκα σου, να θες να κάνετε σεξ. 
Βασικός νόμος και απαράβατος! Η γυναίκα το σεξ το έχει στα σκέλια της. Είναι αυτή που κρατάει το κλειδί του σεξ στα χέρια της. Άμα θέλει, σε κάνει και τρέχεις. Μπορεί να σε φέρει από την άκρη του κόσμου, γιατί ξέρει καλά το κουμπί του άντρα που λέγεται πόθος.
::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::
Υ.Γ.1: Το σεξ δεν είναι έγκλημα.... Η περιγραφή του γιατί πρέπει να είναι;
.......Θυμάμαι την εποχή που ο αέρας ήταν καθαρός και το σεξ βρώμικο .....Μπερνς Τζώρτζ..........
::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::
Υ.Γ.2: Υπάρχει ο ιδανικός σύντροφος;
«Στο μυαλό μας μπορεί να υπάρχει. Αργά ή γρήγορα η πραγματικότητα θα μας χτυπήσει την πόρτα αφού ο ιδανικός άλλος είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος με διαφορετικά βιώματα και προσδοκίες.
Οι δύο πλευρές συναισθάνονται ότι ποτέ δεν θα γίνουν ένα σώμα αλλά θα είναι δύο ξεχωριστά άτομα. Η πρόκληση από εδώ και πέρα είναι να διατηρηθεί ένας κοινός κόσμος, αντιλήψεις και προσδοκίες.
Και τελικά αυτό το πρόσωπο που επιλέξαμε μπορεί να μην είναι το τέλειο ταίρι αλλά εμείς το επιλέξαμε και πάλι αυτό θα διαλέγαμε με όλα τα λάθη και τις αντιθέσεις. Ένας αληθινός άνθρωπος με πολλά χαρίσματα και πτυχές συμπεριφορών που ακόμη εξακολουθούμε να ανακαλύπτουμε και φυσικά να αγαπάμε. Οτιδήποτε άλλο, είναι συνέταιρος και η σχέση σύμβαση......γι αυτό τη σημερινή μας εποχή τόσες αποτυχημένες συμβάσεις καταγγέλλονται πλέον τόσο συχνά.»!

Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2024

H Gynaika Kai O Molieros

...........
...Ο Αλκιβιαδης νιώθει επώδυνο το συναίσθημα της ενοχής για την εξωσυζυγική σεξουαλική του απιστία! Νιώθει ότι ήταν σφάλμα να αναζητήσει αυτό το πάθος από μία εξωτερική πηγή και με αυτό που έπραξε τα κατάφερε να έλθει σε σύγκρουση με το σύστημα αξιών τους και τις απόψεις τους περί οικογενείας και την πράξη αυτή τη βιώνει ως προσωπικό τραύμα.
Η γοητεία του σεξ δείχνει την ανάγκη αυτό που το σώμα του ζητάει να αφυπνίσει τον εγκέφαλο του. Η νόηση του όμως και η συνείδηση του έχει τα δικά της όρια. Είναι σαν να λέει στη σύντροφο του: «Δεν είσαι αρκετή για μένα». Και αυτό του είναι πολύ σκληρό για να σκεφτεί να την απατήσει ξανά. Το ψυχολογικό βάρος που σήκωσε μετά την απιστία δεν αξίζει για κανέναν λόγο τελικά, για μερικές στιγμές ευχαρίστησης, κι αυτό τον κάνει να νιώθει πολύ άσχημα. Θεωρεί πιο σημαντικό το δέσιμο και την εμπιστοσύνη στο δεσμό τους από μία εφήμερη απόλαυση, ακόμη και εάν ο νέος σύντροφος είναι πιο σέξι, πιο επιθυμητός, πιο περιπετειώδης, και η ερωτική δίνη που υπόσχεται είναι πολλών μποφόρ.
Η εικόνα όμως της συμπεριφοράς της Ανδρομάχης του έχει δημιουργήσει έντονο προβληματισμό καθώς είναι διάχυτη η αίσθηση του ότι «κάτι» συμβαίνει. Όταν μάλιστα, στην περίοδο που αυτός της δείχνει να την θέλει αρκετά σεξουαλικά εκφράζοντας με θόρυβο το παράπονό του ότι «τον πάει στη γωνία», βλέποντας τις προτεραιότητές της, χωρίς το σεξ! Αυτό το «κάτι» του μεταδίδει ταυτόχρονα και ένα μήνυμα στην αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμησή του. Είναι σαν να του λέει εμμέσως ότι δεν την ελκύει πια, δεν τα βρίσκουν πλέον στο σεξουαλικό, δεν καταφέρνει να της ξυπνά την ερωτική επιθυμία.
Αποφασίζει πως είναι καιρός να συζητήσει για το πρόβλημα που τον απασχολεί με ένα φίλο από τα παλιά, έναν θαλασσόλυκο καπετάνιο που τον θεωρεί αυθεντία στα ερωτικά.
Η αυθεντία με το κύρος του, σαν έτοιμος από καιρό προσπαθεί να του δώσει τη λύση.
Αρχίζει από το χειρότερο αλλά πιθανό σενάριο που μπορεί να συμβαίνει.
«Καλέ μου φίλε, τα πράγματα είναι απλά στη ζωή. Μην σε πιάνει πανικός! Μείνε ψύχραιμος. Γιατί μάλλον υπάρχει άλλος.» Τον συμβουλεύει και σαν άλλος επιθεωρητής Κλουζώ εν δράσει του αναλύει τα σημάδια.
Παρά την επικρατούσα άποψη ότι ο άνδρας είναι ο κυνηγός και η γυναίκα το θήραμα, συνήθως γίνεται το αντίθετο. Η γυναίκα, σε αντίθεση με τους άντρες, όταν ερωτεύεται δίνει ψυχή και σώμα. Αν λοιπόν έχει ενθουσιαστεί με κάποιον άλλον, μην περιμένεις να κάνει σεξ μαζί σου, τουλάχιστον όχι με την καρδιά της. Το μυαλό της είναι αλλού και δυστυχώς για εσένα εκεί ακριβώς θα επιθυμούσε να είναι και το σώμα της.
Και γιατί να κάνετε σεξ, αφού εκείνη αντλεί ικανοποίηση  από αλλού;
Ακόμα και αν δεν είναι άπιστη, ακόμα και αν δε σε έχει κερατώσει, σίγουρα το ερωτικό στοιχείο μεταξύ σας έχει εξασθενήσει υπερβολικά πολύ.
Έχει μούτρα, αποφεύγει να σε κοιτάξει στα μάτια, μιλάει ελάχιστα. Είναι φανερό πως με κάτι είναι ενοχλημένη, ωστόσο, δεν μπαίνει στη διαδικασία να στο εξηγήσει όσες φορές κι αν εσυ ρωτήσεις «τι έχεις;». Δεν είναι νάζι, δεν είναι κοριτσίστικη ιδιοτροπία, δεν είναι τακτική ή στρατηγική. Είναι μια κουρασμένη γυναίκα που έχει βαρεθεί να τονίζει το αυτονόητο. Τι τής απομένει; Τα μούτρα η έχω πονοκέφαλο! Δεν υπάρχει εραστής, φίλος ή σύζυγος που δεν έχει ακούσει έστω για μια φορά τη δημοφιλέστερη δικαιολογία για να μην κάνει μια γυναίκα σεξ. Η αλήθεια είναι προφανώς πως απλά δεν θέλει. Γιατί, τότε, δεν το λέει. Και πάλι ενοχικά σύνδρομα, κατάλοιπα παλαιότερων γενεών, είναι η αιτία. Η γυναίκα θέλει να σερβίρει την απόρριψη ευγενικά, ώστε να σε πληγώσει όσο γίνεται λιγότερο. Το «έχω πονοκέφαλο» είναι σαφώς ηπιότερο από το «δεν θέλω ούτε να με αγγίξεις σήμερα», δεν βρίσκεις;
Τώρα αν είσαι άτυχος και πέσεις σε μία τέτοια γυναίκα, θα σε έχει σίγουρα βασιλιά, αλλά ψάχνε κάθε τόσο το κεφάλι σου!
Η εμφάνιση και γενικότερα η παρουσία δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο, καθώς δεν είναι λίγες οι φορές που μπορεί να δούμε μία γυναίκα σεμνή και χαμηλοβλεπούσα και μετά από λίγο να μάθουμε ότι έχει κάνει τα τέρατα!
Να ξέρεις, ότι όλες οι γυναίκες, ότι εμφάνιση κι αν διαθέτουν, έχουν τουλάχιστον έναν θαυμαστή στο περιβάλλον τους ο οποίος παρά το γεγονός ότι γνωρίζει ότι είναι δεσμευμένες, τις πολιορκεί διακριτικά. Δεν είναι πρωτοφανές, όσο κι αν σου ακούγεται περίεργο, μια γυναίκα μέσα στην πορεία της ζωής ενός γάμου να χάσει το σεξουαλικό ενδιαφέρον χωρίς όμως να χαθεί η συναισθηματική αναγνώριση και η αγάπη προς τον σύντροφο της, έχοντας όμως διαχωρίσει τη σεξουαλικότητα από τη συναισθηματική επαφή.
Μάλιστα όλες αυτές που συνειδητοποιούν ότι δεν έχουν πια το σεξουαλικό ενδιαφέρον για τον σύντροφό τους, δεν σημαίνει ότι έχουν μπει οι ίδιες σε σεξουαλική σιγή, καθώς μόλις αποκτήσουν καινούργιο σύντροφο, η λίμπιντο επιστρέφει στα ύψη.
Ένας φίλος μου ταξιδιάρης και φιλόσοφος του δρόμου μου ’χε πει κάποτε ότι «οι γυναίκες έχουν δυο ηλικίες, τις ανέραστες που γεννήθηκαν γριές και τις ερωτιάρες που είναι και μένουν πάντα νέες. Δεν έχει σημασία η ηλικία τους αλλά ο πόθος και το πάθος τους για έρωτα. Αυτό δεν έχει σημασία με την μούρη αλλά με την ψυχή τους. Κι είχε δίκιο, μια φορά είδα εξηντάρα να παίρνει παρτούζα δυο αρσενικά και να τους κάνει να φτύνουν τις μάνας τους το γάλα.
Και οι στατιστικές, σαφέστατες! Σύμφωνα με την πιο έγκυρη, το εξήντα πέντε τα εκατό των γυναικών ομολογούν πως έχουν απατήσει τους άντρες τους.
Και μήπως είναι σίγουρο το άλλο τριάντα πέντε; Αυτές απλώς δεν το λένε!
«Αφού το κάνει αυτή γιατί να μην το κάνω κι εγώ;» φαίνεται να σκέφτονται όλο και περισσότερες γυναίκες.
Με τέτοια συντριπτικά ποσοστά, μάλλον κάποια ανυπέρβλητη ανάγκη οδηγεί όλες αυτές τις γυναίκες στην απιστία ή ακόμα και η ίδια η φύση. Κανένα ζώο δεν είναι εκατό τοις εκατό μονογαμικό στο εκατό τοις εκατό της ζωής του. Πόσο εύκολο είναι να αντισταθεί στα «γραμμένα» του DNA της; Ίσως, τελικά, η μονογαμία να επιτυγχάνεται μόνο μέσω μοιχείας.  Και να μην ξεχνάς την κλειτορίδα ως το μοναδικό όργανο που είναι σχεδιασμένο αποκλειστικά για ευχαρίστηση, καθώς διαθέτει 8.000 νευρικές απολήξεις, διπλάσιες από αυτές του πέους. Η κλειτορίδα είναι η Ιερή, η Μεγάλη πιστοποίηση της γυναίκας ως σεξουαλικού όντος. Μητέρα του οργασμού, απαράβατο κέντρο λατρείας και φροντίδας από το οποίο πηγάζουν ανεκτίμητης ορμής ποτάμια, ηλεκτρισμένα, σχεδόν θανατηφόρα. Πώς αλλιώς; Αφού μιλάμε για το γυναικείο ανάλογο του πέους.
Είναι γνωστός ο μύθος που καταδιώκει επί αιώνες τη γυναικεία σεξουαλικότητα.
..........«Ο μύθος θέλει το μάντη Τειρεσία να τυφλώνεται από το εκδικητικό μένος της θεάς Ήρας, όταν τόλμησε να μην τη στηρίξει στη διαμάχη της με το Δία σχετικά με το ποιος έχει τον πιο έντονο οργασμό -ο άντρας ή η γυναίκα. Όταν εκείνος δήλωσε με βεβαιότητα ότι ο γυναικείος οργασμός είναι πολλάκις πιο ισχυρός από τον αντρικό, η Ήρα, νιώθοντας ότι ο Τειρεσίας πρόδωσε το πιο απόκρυφο γυναικείο μυστικό, τον τύφλωσε.»......
«Δηλαδή μου λες είναι αναπόφευκτο..... έρχεται η μέρα, λοιπόν.... που κάποια στιγμή στη ζωή μας η απιστία μας χτυπάει την πόρτα; Όλοι κάποια στιγμή θα κερατώσουμε ή θα κερατωθούμε;» Ρητορικό το ερώτημα του στον ειδήμονα.
Γι' αυτόν είναι δύσκολο να πιστέψει ότι υπάρχει χώρος για απιστία σε μια φυσιολογική σχέση, όπου κυριαρχεί η αγάπη.
«Και να ξέρεις» του τόνισε απτόητος την συνέχεια της ανάλυσις ο θαλασσόλυκος.
Φυσιολογικοί άνθρωποι δεν υπάρχουν, είναι ένας μύθος η κανονικότητα. Όταν οι «μάσκες πέφτουν» παύουν να είναι όλα καλά και φυσιολογικά. Ακόμα κι εκείνος που σου φαίνεται τόσο κανονικός, τόσο απλός, κρύβει στην ντουλάπα του σκελετούς και δυναμίτες, πτώματα, ενοχές και πόθους.
Οι μόνοι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι αυτοί που δεν γνωρίζουμε.......
«Γεννηθήκαμε άπιστοι!» Το σεξ δεν αποδέχεται την ηθική γιατί το σεξ είναι και ανήθικο και ακόλαστο. Δεν μπορείς να το μετρήσεις με όρους ηθικούς. Μπορεί να δώσει κάποιος εντολή σε μία επιθυμία που είναι «πρωτόγονη!» όχι!
Γνωρίζουμε τη διάσημη αυτή φράση του Freud, ο οποίος έπειτα από τριάντα χρόνια μελέτης της γυναικείας ψυχής, δεν κατόρθωσε να απαντήσει στην ερώτηση «τι θέλει η γυναίκα». 
Ο εραστής δεν ρωτάει πολλά. Να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα. Δεν θέλουν να γίνουν φιλαράκια, ούτε θα λύσουν την οικονομική κρίση. Δεδομένου του περιορισμένου χρόνου, εστιάζουν στο θέμα που τους αφορά: το sex. Ταυτόχρονα υπάρχει μια ζωώδης αλήθεια της γυναικείας επιθυμίας.! Ο εραστής της βγάζει τον πιο ακομπλεξάριστο εαυτό της και δεν αφήνει χώρο σε ντροπές και στερεότυπα. Τα «μη», τα «όχι» και τα «πρέπει» τα έχει ήδη. Αυτό που αναζητά είναι να απελευθερωθεί από κανόνες και περιορισμούς, της αρέσει η ελευθερία να πειραματίζεται να εξερευνά και να ικανοποιεί όλες τις σεξουαλικές της ανάγκες και φαντασιώσεις με τον εραστή από ότι με τον σύντροφο της. 
Ο εραστής δεν κάνει σχέδια για το μέλλον. Το πιο πιθανό είναι ότι το μέλλον του είναι ήδη τόσο γεμάτο από σχέδια, που δεν χωράει ούτε ένα μικρό σκίτσο. Περιορίζονται λοιπόν στο σχέδιο της επόμενης συνάντησης – εκτός απροόπτου δηλαδή.
Και αν είναι και νεαρός είναι καλύτερος. Οι λόγοι είναι προφανείς: δεν έχει προβλήματα στύσης, τον ενδιαφέρει ο γυναικείος οργασμός περισσότερο από το δικό του, και δεν θα τη δει ποτέ στα σοβαρά.
Ο Αλκιβιάδης δεν είχε ποτέ του αμφιβολίες για την πίστη της Ανδρομάχης του, ποτέ δεν ένοιωσε ανησυχία για τη σχέση τους. Αλλά διάβολε σήμερα ο θαλασσόλυκος κατόρθωσε να του δημιουργήσει αμφιβολίες και σύγχυση.
Ερωτήματα πολλά. «Τι έχεις να πεις προφέσορα;» Ρώτησε με απορημένο ύφος.
«Δηλαδή;»
«Τι γνώμη σου ζητάω»
«Μου βάζεις δύσκολα. Δεν κάνω μαντείες πάνω από μια γυάλινη σφαίρα, δεν έχω ικανότητες θείας αποκάλυψης ούτε πιστεύω σε μυστικιστικές ενοράσεις. Μου είναι αδύνατο να πω σε κάποιον ποιο άλογο θα κερδίσει στον ιππόδρομο, πόσα χρόνια θα ζήσει η αν η γυναίκα του τον απατά. 
Δεν υπάρχει ξεκάθαρη απάντηση. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να πω να μη το παίρνει και κατάκαρδα αδελφέ μου αν η γυναίκα κάποιου τον απατά. Άμα νοιώσει ο κερατάς τη γλύκα του κεράτου, μέλι και γάλα γίνεται με τη νοικοκυρά του. Πολλοί είναι αυτοί που κρέμασαν τη φωτογραφία τους παραδίπλα στα πορτρέτα των πιο διάσημων της ιστορίας με το θέμα αυτό. Ήφαιστος, Αγαμέμνονας, Μενέλαος, κι άλλων ενδόξων.»  Του λέει με ένα δραματικό-κοροϊδευτικό ύφος και του κλείνει το μάτι φιλικά . Ήταν φανερό ότι ο θαλασσόλυκος διακωμωδεί τις καχυποψίες του Αλκιβιάδη.
«Σόρυ φίλε μου που στα λέω χύμα, αλλά έτσι δουλεύει η ζωή. Τι να κάνουμε; Και μήνυση να της κάνεις δεν αλλάζει.»
«Πως το είπες το ποσοστό έξι στις δέκα; Κι εγώ θα είμαι η εξαίρεση;» Αναρωτήθηκε μέσα από τα δόντια του ο Αλκιβιάδης. Φαίνεται ότι το κοροϊδευτικό ύφος του θαλασσόλυκου δεν γαληνεύει την ψυχή του. Αντίθετα του δημιουργεί ανησυχία με έντονη καχυποψία.
Εδώ και καιρό γνωρίζει ένα ζευγάρι αγαπημένο, με ζωή ασυννέφιαστη. Και ξαφνικά μαθαίνει πως η κυρία πηδιέται σα σκύλα. Ο αφελής σύζυγος την κοιτάει στα μάτια.
Συμβαίνει βέβαια και το αντίθετο. Αλλά αυτό δεν τον αφορά. Συνέχισε τις σκέψεις του.
Να την ελέγξει, του είναι αδιανόητο. Το θεωρεί αναξιοπρεπές. Την αγαπάει και την σέβεται. Δεν διανοήθηκε ποτέ να την αμφισβητήσει. Αλλά το βράδυ, όταν του αρνείται την αγκαλιά της αρχίζει να αναρωτιέται: «Κι αν;» Θα ήταν τόσο φυσικό.
Εδώ που τα λέμε, το αντίθετο είναι αφύσικο. Αφού η συντριπτική πλειοψηφία αυτό κάνει. Αποκλείεται αυτός να είναι η εξαίρεση! Αλλά δεν είχε και καμία ένδειξη.
Απλώς νοιώθει ότι η σεξουαλική καμπή στη σχέση τους μπορεί και να οφείλεται στο ότι η Ανδρομάχη του έχει αφοσιωθεί στα παιδιά τους. Τα έχει σε πρώτο πλάνο.
Το αντιλαμβάνεται. Αυτή είναι η φύση. Είναι απολύτως λογική αυτή η εξέλιξη στις σχέσεις ... είναι αναπόφευκτη..... η ερωτική επιθυμία μπαίνει σε τροχιά ύφεσης, και προσπερνά ότι είναι σημαντικό στον γάμο της να κρατά ζωντανή την επικοινωνία και τον ποιοτικό χρόνο με τον σύντροφό της.
Αυτός την εξωσυζυγική σχέση την θεωρεί κατάσταση νοσηρή, να είναι μ’ έναν άνθρωπο που τον αγαπά, τον πονά και τον φροντίζει ως τον σύντροφό του και ταυτόχρονα να υποστηρίζει καινούργιες συγκινήσεις πού γεμίζουν το κενό του και να γεύεται την ηδονή και τη σεξουαλική απόλαυση με κάποιον άλλον. Δεν το μπορεί.... ώστε η ιδέα της απιστίας δεν του περνάει καν από το μυαλό ή τον αγγίζει τόσο λίγο που δεν έχει σημασία.
Πως το είχε νοιώσει με την Ναυσικά; «Σκατά».
Εκτός φυσικά, όταν πρόκειται για τις προσωπικές του στιγμές.
Το μυαλό του πλάθει εικόνες νοητές, και απόλυτα πιπεράτες..... το ερωτικό του πάθος τρέφεται από εικόνες --με φανταστικές ερωμένες--.
Σ' ένα λιμάνι με ομίχλη και σκούρα λυπημένη θάλασσα. Καράβια που σφυρίζουν ασταμάτητα και όμορφες γυναίκες. Γυναίκες γεννημένες για να σε μεθύσουν με τις ομορφιές τους, να σε περιμένουν με την ανάγκη να αγαπηθούν παράφορα, να τους κάνει κάποιος έρωτα. Κι αυτός ν' ανάβει και να σβήνει στην αγκαλιά τους...... νιώθει ότι βρήκε τον παράδεισο και την κόλαση στο πρόσωπό τους!
«Και τώρα Μούσα Ερατώ,
έλα κοντά μας
και πες μας πώς ο Ιάσονας ...
έφερε το χρυσόμαλλο Δέρας...
από τον ερωτά του στη Μήδεια ...
γιατί έχεις τις χάρες
της Κύπριδας Αφροδίτης...
και φέρνεις τη μαγεία
στα ανύπαντρα κορίτσια...»
Μούσα εκείνες τις στιγμές μπορεί να είναι η ίδια η Ανδρομάχη του.
Είναι το εισιτήριο εκείνης που θαυμάζει, εκστασιάζεται και αποκαλύπτει τις βαθύτερες σεξουαλικές του ορμές όταν μπαίνει ως στόχος στο μυαλό του και στις σεξουαλικές φαντασιώσεις του. Η νύκτα χαϊδεύει τα όνειρα και η σιγαλιά τις σκέψεις.
Ερευνά άσεμνα και ακόλαστα...... βγάζοντας στην επιφάνεια τις πρωτόγονες απόκρυφες παρορμήσεις του, με λατρευτική αφοσίωση, σαν να προσπαθεί, να έλθει σε σωματική επαφή μαζί της.
Παραδομένος στο πάθος του με αυθάδεια σεργιανούσε σε λιβάδια διονυσιακής μέθης και ηδονής.
Ανακουφισμένος χαλάρωσε, και με αργές, νωχελικές κινήσεις αναχωρεί για την κρεβατοκάμαρα τους.
Μια μεγάλη έκπληξη, σαν πειρασμός ακάλεστος ήρθε να ταράξει την τρικυμισμένη τον τελευταίο καιρό είναι αλήθεια ερωτική τους σχέση. Μα η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις. Κάποιες στιγμές μάλιστα κάποια περιστατικά μας προκαλούν απρόσμενη έκπληξη και μας αφήνουν γεμάτους απορία.
«Άργησες!», του είπε η γοητευτική συντροφος του με ναζιάρικη φωνή, κάνοντας αυτά τα «κουταβίσια μάτια», όλο χάρη και γοητεία, όταν τον είδε να ξεπροβάλλει στην πόρτα του δωματίου.
«Μουτράκια μωρό μου και αργείς να έλθεις στο κρεβάτι τα βράδια;» του λέει χαδιάρικα.
Ασφαλώς, δεν τόλμησε να τις εκμυστηρευτεί τις μύχιες σκέψεις του και περιορίστηκε μονάχα στο ν' αρνηθεί. «Όχι βέβαια! Γιατί να το κάνω αυτό;»
«Μα δεν με πλησιάζεις τελευταία στο κρεβάτι, ούτε καν αναφέρεις κάτι.» Του λέει.
«Απλά σέβομαι τις επιθυμίες σου οι οποίες τελευταία δεν συμπεριλαμβάνουν το κομμάτι αυτό της συμβίωσής μας.»
Ωστόσο, η Ανδρομάχη δεν είναι από εκείνες που παραδίνονται στον «εχθρό» αμαχητί. Είχε, λοιπόν, έτοιμο το «καρφί» που του το πέταξε στη συνέχεια:
«Αυτό, κούκλε μου, µου το λες τώρα ως απειλή;.»
Η αλήθεια είναι ότι αυτός τα έχει χάσει μπροστά στον απροκάλυπτο τρόπο που η σύντροφος του ερωτοτροπεί απόψε. Στα μάτια της που του χαμογελούσαν μελιστάλαχτα, διακρίνεται διάχυτος ερωτισμός, αρκούντως ερεθιστικός…. «πολλά υποσχόμενος.»
Η Ανδρομάχη με όλη την ομορφιά της απλώθηκε στο κρεβάτι σαν γάτα, αισθησιακή και νωχελική, επιτρέποντας στο σεντόνι που κρατούσε δήθεν από ντροπή να γλιστρήσει, αποκαλύπτοντας ωστόσο με ακριβή και προσεχτική επιμέλεια, κάποιες γωνιές του κορμιού της, ασφαλώς για να φαίνεται πιο προκλητική και να μπορεί να διεγείρει την φαντασία του καλύτερα, ξυπνώντας μέσα του όλα τα «άγρια» και «ατίθασα» ένστικτα του έρωτα.
Η ατμόσφαιρα, το όλο κλίμα που δημιουργείται και η σκηνή με το σεντόνι κινητοποιεί τη φαντασίωση του και τον προετοιμάζει για το θέαμα που θα επακολουθησει. Η γοητεία της αποπλάνησης βάζει ξανά τη σύντροφο του στο ερωτικό παιχνίδι όπου αρχίζει να αναζωογονείται, να έχει ενέργεια, και όλα αυτά σε αντίθεση με τον τελευταίο καιρό όπου  στη σχέση τους επικρατούσε ηρεμία και ρουτίνα, και η ερωτική επιθυμία είχε μπει στο ντουλάπι.
«Μήπως ενοχλώ τη βραδινή σου ηρεμία και ρουτίνα;»
Ένα πονηρό χαμόγελο ανέβηκε στα χείλη της, καθώς έλεγε: «Αγάπη μου! Σε διαβεβαιώνω, δεν έχω ενοχληθεί στο ελάχιστο. Ίσως θα θέλεις να μου κάνεις παρέα.»  και απόμεινε εσκεμμένα σιωπηλή για μια στιγμή.
Ο Αλκιβιαδης χαμογέλασε όχι με ιδιαίτερη ικανοποίηση. «Πολύ δελεαστική προσφορά!» Αγνοώντας τη προκλητική στάση της Ανδρομάχης προσπαθώντας να ξεπεράσει τη νευρικότητά του και να εξηγήσει τις συνθήκες αυτής της απρόσμενης έκπληξης.
«Το διασκεδάζεις, να με πειράζεις απόψε! Κάνω λάθος;» 
«Το διασκεδάζω πολύ. Μη μου πεις, αγάπη μου, ότι είσαι κουρασμένος!»
«Γιατί ρωτάς μωρό μου;»
«Γιατί απόψε έχουμε πολλή δουλειά.» Του ψιθύρισε ναζιάρικα.
Αχ, μούσα μου! Εσύ που τα βλέπεις και όλα τ’ ακούς! Και τι δεν θα έδινε στ’ αλήθεια για να της πει ότι όντως είναι κουρασμένος. Ότι η μούσα τον είχε κάνει πτώμα. Όμως, για τίποτα στον κόσμο δεν θα της έλεγε κάτι τέτοιο. Είναι απαράβατος κανόνας, ποτέ του να μην υποπέσει σ’ αυτό το σφάλμα. Να προβεί δηλαδή σε μια ανάλογη «ομολογία» απέναντι στη γεμάτη σφρίγος και ζωντάνια σύντροφο του, όταν της αρέσει να τον σκανδαλίζει, να τον σαγηνεύει, να ξυπνάει μέσα του τις πιο απόκρυφες επιθυμίες. Δεν είπε τίποτα, μόνο σήκωσε ελαφρά το σεντόνι και γλίστρησε αθόρυβα στο κρεβάτι δίπλα της. Το χέρι της άρχισε να διατρέχει το σώμα του, κινούμενο «επικίνδυνα» προς τις «κάτω περιοχές», αυτές τις «άκρως ανδρικές»!
«Ουπς! Τι έχουμε εδώ; Σαν μαραμένη γλαδιόλα είναι αγάπη μου.»
Αυθόρμητα, δίχως σκέψη και προετοιμασία ενέδωσε στο πειρασμό να πάρει το αίμα της πίσω για τις προσωπικές αιχμές που της απηύθυνε με αιχμηρό τρόπο στη τελευταία σύγκρουση τους για τη σεξουαλική συμπεριφοράς της, καθώς είχε θέσει υπό ενοχή την ηθική της.
«Η γυναίκα είναι πάντα έτοιμη για την εκδίκηση της» είπε κάποτε ο Μολιέρος
Είχε την ευκαιρία της να πάρει τη προσωπική «εκδίκηση» που αφήνει υπέροχη γεύση σε όποιον τη γεύεται, και το έπραξε με τον πιο «γλυκό» τρόπο που τον ξεσήκωνε σεξουαλικά.
«Ήθελες να με γαμήσεις ε! Με τι;» Του λέει καθώς έτριβε το μαραμένο του πέος στα κωλομέρια της.
«Σου σηκώνεται καθόλου; Πόσο καιρό έχει να σου σηκωθεί άχρηστε; Παραδέξου ότι δεν μπορείς !»
Αποφασισμένη να παρατείνει το πιάτο της εκδίκησης που τρώγεται κρύο….. πετάει το σεντόνι από πάνω της και μένει ολόγυμνη μπροστά στα έκπληκτα μάτια του, με τα πόδια της ανασηκωμένα και ορθάνοιχτα, με τα χέρια της να πιάνει το ...................



Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2023

«Giati oi Kontoi Echoun Tis Kaliteres Gomenes?»

......«Βρε το άτιμο το Ζουζούνι τι μας κάνει απόψε με την μυθοπλαστική αφήγηση της που με δεξιοτεχνία έρχεται να ρίξει φως στα πιθανά εξωσυζυγικά παραστρατήματα της πεθεράς μου! Η εξαιρετική πλοκή της ιστορίας της περιγράφει τα υποτιθέμενα γεγονότα με μαγικό τρόπο που όταν την ακούς μόνο αδιάφορο δε σε αφήνει. Έπλασε μια καυτή ερωτική περιπέτεια γεμάτη δράση και πλοκή βγαλμένη με απόλυτη μαεστρία μέσα από την αφήγηση της για μια νεαρή παντρεμένη γυναίκα που αγαπιέται από έναν άλλο άνδρα. Μια γοητευτική και σοβαρή μητέρα, η οποία απροσδόκητα επιλέγει να ζήσει ριψοκίνδυνες και ακραίες ερωτικές ιστορίες σε μια παθιασμένη ερωτική σχέση με τον γοητευτικό εργοδότη της και ζει το ερωτικό της πάθος µε μια μοναδική ένταση που ρίχνει τις αντιστάσεις της και παρασύρεται σε μια ερωτική σχέση με μαγική διαδικασία που την απολαμβάνει.
Η ιστορία της βγαλμένη από αληθινές ιστορίες απόλυτα συνυφασμένες με την πραγματική ζωή, με παρέσυρε και εμένα και αλλάξαμε θέμα. Αλήθεια ρε Ζουζούνι τι ηλικία έχει αυτός ο πως τον λες. Ο γλίτσας;»
«Γύρω στα σαράντα πέντε τον κάνω.»
«Και με την Φαίδρα δηλαδή τι παίζει; Πως και έμπλεξε με τον κομψευόμενο λιμοκοντόρο; Είναι και κοντός αναθεμάτον! Για λέγε, το θέμα είναι γαργαλιστικό και οι λεπτομέρειές του ακόμα, γαργαλιστικότερες!»
«Πώς το καταλαβαίνεις ρε ξαδέρφη ότι ο άνθρωπος είναι λιμοκοντόρος;»
«Τι να σου πω ξαδερφούλα μου! Αυτός κάνει μπαμ από χιλιόμετρα μακρυά. Είναι ντυμένος και συμπεριφέρεται επιδεικτικά λες και είναι Κόντης. Δεν το βλέπεις; Ένας ψευτό-δανδής, ένα χάρχαλο. Δεν ξέρω κιόλας, αν μπορεί να γαμεί.»
«Όπως και να ’λέγεται υποτιμητικά ο άνθρωπος, όσο τον αφορά, η συχνή συναναστροφή του με την Φαίδρα, εξάπτει τα κουτσομπολιά, και δίνει τροφή για σχόλια δεδομένου ότι και ο σύζυγος της Φαίδρας είναι ναυτικός και συνήθως είναι μακροχρόνια απών από την οικογένεια του και το συζυγικό κρεβάτι τους. Και όπως λέμε δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά.» 
«Αλήθεια γιατί οι κοντοί έχουν πάντα τις καλύτερες γκόμενες; Είχε δίκιο η γιαγιά μας, που μας έλεγε ότι όλα τα καλά αιδοία έχουν πάει στους κοντούς.» 
«Μπράβο η γιαγιά! Δηλαδή χωρίς ντροπή έλεγε τέτοια λόγια η γιαγιά μας.» της λέει παιχνιδιάρικα η Άλκηστις.
«Ντροπή-ξενδροπή το ως άνω αξίωμα ότι όλα τα καλά αιδοία για κάποιο μυστηριώδη λόγο έχουν πάει στους κοντούς δεν είναι κάτι το αόριστο και νεφελώδες αλλά επαληθεύεται πανηγυρικά. Ωστόσο, οι ανά την οικουμένη ψυχίατροι το μελετούν, χωρίς να έχουν καταλήξει ακόμη σε συμπέρασμα.»
«Ώστε επαληθεύεται πανηγυρικά; Δεν έχω λόγους να το αμφισβητήσω ούτε έχω βάσιμες αντιρρήσεις για την αλήθεια ή την ορθότητα σε κάτι που δεν είναι αόριστο και νεφελώδες. Αυτό, άλλωστε, επαληθεύεται πανηγυρικά από τα ίδια τα γεγονότα. Έτσι είναι η ζωή, συμβαίνουν αυτά, ειδικότερα, στην παρούσα συγκυρία που ο ερίτιμος σύζυγος της Φαίδρας είναι απών από τη συζυγική κλίνη, και τον περισσότερο καιρό αλωνίζει τους ωκεανούς με τα καράβια, και είναι αναγκασμένος με το επάγγελμα που διάλεξε να κάνει ν' αγωνίζεται να προσφέρει πλουσιοπάροχα τον άρτον της οικογενείας του. Και όταν καλή μου ξαδέρφη η καύλα είναι περισσότερο ενοχλητική και επώδυνη, τότε είναι που έρχεται ο διάολος, που δεν χρωστάει ποτέ καλό, λέει να το ρίξει λίγο έξω, βάζοντας την ουρά του τις ατέλειωτες μέρες και νύχτες που την Φαίδρα την αγγίζουν η μοναξιά, η θλίψη, και η νοσταλγία του σαρκικού πάθους και αναζητά στις ονειροπολήσεις της την ερωτική επαφή. 
Υποψιάζομαι πως η Φαίδρα ένιωθε ότι γινόταν μια έντονη μάχη μέσα στο μυαλό της: Η μία πλευρά της έλεγε ότι σαν μια νέα γυναίκα ήταν απόλυτα φυσιολογικό να έχει σεξουαλικές ορμές και να επιθυμεί να τις ικανοποιήσει στη πράξη ενώ μια η άλλη πλευρά της ψιθύριζε πως έπρεπε να αρνηθεί να πραγματοποιήσει  αυτές τις επιθυμίες της και να παραμείνει το «καλό» κορίτσι, η καλή και σεμνή νοικοκυρά. Να παραμένει πιστή και αφοσιωμένη σύζυγος και μια ενάρετη οικογενειαρχης, και η συμπεριφορά της πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψη της και  τις αντιδράσεις των άλλων γύρω της έστω κι αν οι επιθυμίες της πηγάζουν από τα μύχια της ύπαρξης της. Να συμβιβάζεται με όσους κανόνες συμπεριφοράς ρυθμίζουν τα μέλη που απαρτίζουν τη κοινωνική της συμβίωση. Το πρόβλημα όμως είναι πως στη καθημερινή της πραγματικότητα, μαίνεται ένας πεισματικός ανταρτοπόλεμος ανάμεσα στην ανάγκη της να υπακούσει στην εσωτερική φωνή της σεξουαλικής επιθυμίας της και στην προσπάθεια να λάβει υπ’ όψη της το συμβόλαιο υπακοής στους κοινωνικά αναγνωρισμένους κανόνες συμπεριφοράς.
Ο κόμπος έφτασε στο κτένι όταν ο σύζυγος της ανακοίνωσε ότι ανανέωσε τη σύμβαση εργασίας και θα μείνει στο καράβι μερικούς μήνες ακόμη. Η κοπέλα σοκαρίστηκε, ήταν πολύ αναπάντεχο. Τότε ήταν που σκέφτηκε πως έφτασε η ώρα να αντιμετωπίσει δραστικά μια δυσάρεστη κατάσταση. Τη ρώτησε κανείς αυτήν αν την πείραζε να τον περιμένει ακόμα μερικούς μήνες; Όχι βέβαια. Απλώς της το ανακοίνωσε πως θα παρέτεινε το ταξίδι του και το σεξ στο συζυγικό κρεβάτι θα έπρεπε να περιμένει μέχρι να γυρίσει ο σύζυγος από το εξωτερικό. Η Φαίδρα είχε πάρει την υπομονή της μητέρας της και μπορούσε να αντέξει πολλά πριν χάσει την ψυχραιμία της. Και δεν υπήρχε λόγος να τη χάσει στη συγκεκριμένη περίσταση. Τα βράδια όταν τα παιδιά της  κοιμόντουσαν, αυνανιζόταν στα σκοτάδια προσπαθώντας να καταπραΰνει την κάψα που ένοιωθε. Ήταν ένα ένοχο μυστικό, που ακόμα και τώρα, μετά τα τριάντα της, τη βασάνιζε. Είχε παντρευτεί για να θάψει τελικώς τις βρώμικες σκέψεις που κατέκλυζαν το μυαλό της αλλά το ανησυχητικό όμως ήταν ότι τώρα τελευταία, οι προστυχιές έρχονται στο μυαλό της όλο και πιο συχνά για κάποιο λόγο. Έπρεπε να βρει έναν εραστή και σύντομα μάλιστα. Ένιωθε έντονη επιθυμία να ικανοποιήσει την ανάγκη στις σεξουαλικές της ορμές, και να παρακάμψει τους κανόνες!
 Παραβιάζοντας λοιπόν τους κανόνες τουλάχιστον δεν θα πήγαινε με τον πρώτο τυχόντα. Οπότε ο καθηγητής της κόρης της δεν ήταν ο πρώτος τυχόντας, ήταν και άμεσα διαθέσιμος και μια κάποια λύση. Βλέπεις ο αγαπητός σύζυγος της Φαίδρας δεν είχε πάντα κατά νου αυτό που έλεγαν οι πιο παλιοί. Η μακροχρόνια απουσία του συζύγου από το σπίτι οδηγεί τη σύζυγο στη συζυγική απιστία: «άσε τα μεγάλα ταξίδια χωρίς τη γυναίκα σου, και να ’χεις πάντα κατά νου, ότι δηλαδή, όσο ο καλός μου αργεί, το κέρατο του αυξάνει».
«Μη μου πεις ότι παίζει και «φάση» με τη Φαίδρα, και ότι έχει εμπλακεί σε μία σχέση μόνο για το σεξ μαζί του. Μα είναι δυνατόν! Είναι τόσο τυχερός ο τζιτζιφιόγκος που του κάθεται η κυρία;»  
«Είναι άλλωστε «κοινό μυστικό»  ότι έχουν περιστασιακά συνευρεθεί σε ερωτικές επαφές μεταξύ τους. Στην Αθήνα μάλιστα οι κακές γλώσσες του περίγυρου της τάξης της κόρης λένε διάφορα λίγο έως πολύ καυστικά! σχόλια.»
«Όπως;» 
«Ο «Λιμοκοντόρος» είχε αναλάβει «φιλικά» τα καθήκοντα να βοηθά επικουρικά την κόρη της στα μαθήματα την χρονιά που ετοιμαζόταν για τις πανελλήνιες εξετάσεις της και η Φαίδρα ένιωθε βαθιά την υποχρέωση και αναζητούσε εύσχημο τρόπο να βγάλει την υποχρέωση και να τον ευχαριστήσει που παρείχε μαθησιακή καθοδήγηση στην κόρη της. Ταυτόχρονα όμως, και ο «Λιμοκοντόρος» έψαχνε την ευκαιρία για να πηδήξει την Φαίδρα. Η Φαίδρα δεν άργησε να του ανταποδώσει και αυτή την υποχρέωση της. Εε! Να οι κακόβουλες διαδόσεις, αφήνουν υπαινιγμούς και λένε ότι δέχεται απροσκόπτως τις επισκέψεις του και τον αποζημιώνει για την βοήθεια που προσφέρει στην κόρη της και τον πληρώνει καλά, και όταν χρειάζεται να την βοηθήσει καμία ώρα παραπάνω τον πληρώνει.. ακόμα πιο καλά... 
«Όταν λες ακόμα πιο καλά... πώς το εννοείς;»
«Οι φήμες λένε ότι τον «λιμοκοντόρο» τον διεγείρουν ορέξεις διαφορετικής φύσεως, συνεπώς όταν βρίσκει ξεκλείδωτη την πίσω πόρτα της του αρέσει να κάνουν ένα καυτό παιγνίδι στο δεύτερο μέρος με την πίσω πόρτα της.»
«Από τη πίσω πόρτα Εε; Η αλλιώς οθωμανικό… χμμμμ ωραία φάση είναι αυτή…»
«Ξαδέρφη έχω απορία! Γιατί το ΄λένε οθωμανικό;»
«Γιατί οι Τούρκοι μας πήρανε καβάλα τετρακόσια χρόνια και το μάθανε!»
«Σοβαρά το λες;»
«Υπάρχει κι ένας πιο επίσημος, ιστορικοφανής, επιστημονικοφανής τρόπος ότι μάλλον λάθος ορισμός είναι! Λοιπόν, υπάρχει και μία άλλη εκδοχή. Οι Δυτικοί το λένε «Ελληνικό», εμείς οθωμανικό, οι Τούρκοι το λένε «Περσικό». Οι Πέρσες ότι λέγεται «Qazvin style». Το Qazvin είναι πόλη της Περσίας που φημίζεται για ανωμαλίες κλπ, και μάλιστα είναι πηγή ανεκδότων, όπως π.χ. έχουμε εμείς τα Ποντιακά ανέκδοτα. Παράδειγμα: μια μαμά δε βρίσκει το παιδί της, και πάει στην αστυνομία και δίνει περιγραφή: «οκτώ χρονών, στρουμπουλά μπούτια, φορούσε σορτσάκι, ροδαλά μαγουλάκια» και ο αστυνομικός πιάνει τον ασύρματο και λέει: «οχτάχρονος χάθηκε στην περιοχή του νότιου Qazvin. 
Συμπέρασμα: οι δυτικοί το ρίχνουν σε μας, εμείς στους Τούρκους, οι Τούρκοι στους Πέρσες, και οι Πέρσες σε συγκεκριμένους Πέρσες.
Όπως και να έχει πάντως και ότι και να λέμε ρε Άλκηστις το βέβαιον είναι ότι η Φαίδρα είναι όντως ωραία γυναίκα, αυτό που λέμε μετά θαυμασμού «μπουκιά και συχώριο», μου θυμίζει αυτήν την ηθοποιό που έπαιζε στο …. Πρόεδρος για μια Μέρα…  να δεις πως την λένε. Διάβολε δεν το πιστεύω ότι έμπλεξε με αυτόν τον λιμοκοντόρο. Αυτή είναι πολύ κοκέτα και αυτός αγάπη μου είναι σαν ζαρωμένη ρέγκα.»
«Εριφύλη! Sigourney Weaver, την λένε και από ότι γνωρίζω είναι και η μεγάλη αδυναμία του Νικηφόρου.»
«Ποια η Φαίδρα;»
«Για την ηθοποιό λέω. Για την Φαιδρά δεν ξέρω. Λες να την γουστάρει ο Νικηφόρος; Διόλου απίθανο εσύ δεν λες ότι είναι πολύ ωραία γκόμενα. Λογικό το βρίσκω να κολλάει το ματάκι του.»
«Λογικό; Αμ άμα θέλει να του τα βγάλω; Άκου λογικό! Ποσό χρονών είναι η Φαίδρα και πόσο η κόρη της;»
«Πρέπει να είναι γύρω στα τριάντα έξι με τριάντα επτά η Φαίδρα και δεκαοκτώ με δεκαεννιά η κόρη της.»
«Δηλαδή η Φαίδρα παντρεύτηκε πολύ μικρή;»
«Ναι! Οι κακές γλώσσες, που ως συνήθως συμβαίνει εις τα χωριά, «δεν χρωστούν καλό σε άνθρωπο», λεν πως ήταν λίγο ζωηρή και άτακτη δεδομένης της αναμφισβήτητης ομορφιάς της, αλλά και του ιδιαιτέρως φλογερού ταμπεραμέντου της. Βεβαίως συνηθίζεται να λέγεται και ότι «καπνός χωρίς φωτιά δεν βγαίνει» και ίσως αυτό να είχε κάποιαν βάσιν αλήθειας. Οι συντηρητικοί γονείς της που την απόκτησαν σε μεγάλη ηλικία επιθυμούσαν να τη δουν παντρεμένη με έναν άνθρωπο που θα τη φρόντιζε, γι' αυτό και φρόντισαν και την πάντρεψαν γρήγορα μ’ ένα κοντοχωριανό της ναυτικό.  Υποψιάζομαι ότι οι γονείς της πίεσαν για το γάμο και σίγουρα δεν υπήρχε έρωτας σε αυτόν. Ζούνε στην Αθήνα το χειμώνα και στο χωριό έρχονται για διακοπές το καλοκαίρι.» 
«Εννοείται ξαδέρφη, πως δεν επικροτούμε την απιστία της και σεβόμαστε το δικαίωμά της να ζει όπως θέλει και να μοιράζεται τον έρωτα με όποιον θέλει επίσης. Η νεαρή δεν ξέρει τίποτα;»
«Ίσως και να υποψιάζεται. Τι να σου πω. Δανάη τη λένε και είναι και αυτή πολύ όμορφη, ομορφότερη κι από την μάνα και πολύ καυλιάρικο νυμφίδιο. Ψάχνεται και από ότι ξέρω και τελευταία ερωτοτροπεί από δω κι από κει, με αποτέλεσμα να έχει συχνούς καυγάδες με την γιαγιά της και την μητέρα της, όταν συχνά ξεπορτίζει και ψάχνει για επιβήτορα. Τουτέστιν  δεν είναι από τις κοπέλες που περιορίζουν τον εαυτό τους. Είναι λίγο κακομαθημένη, αλλά πολύ όμορφη, κληρονόμησε την ομορφιά της μητέρας της, Και η μητέρα της είναι πιο ήπια πιο εκλεπτυσμένη. Και σε αντίθεση με τη Δανάη, η Φαίδρα είναι πιο ευγενική και πιο συμπονετική φύση!»
Η Εριφύλη αποφασίζει ότι είναι ώρα να τα μαζεύουν σιγά-σιγά.
«Τι λες ώρα δεν είναι να αναχωρήσουμε. Ας φωνάξουμε το Νικηφόρο! Περιμένει σαν βαρβάτο άλογο, να ζευγαρώσει με τις φοράδες! Ετοιμάσου να τον δαμάσουμε παρέα.» 
Η καρδιά της Άλκηστις φτερούγισε, κοιτάζοντας πέρα στο τραπέζι που βρισκόταν ο Νικηφόρος, είχε απολαύσει το δείπνο, αλλά τώρα ένιωθε να υγραίνεται από την σεξουαλική προσμονή.
«Ξαδέρφη έχω ένα έντονο συναίσθημα αμφιβολίας που με κυριεύει για το πως θα ανταποκριθεί!»
«Άσε το παιχνίδι επάνω μου! Για ότι συμβεί και φυσικά οτιδήποτε ακολουθείσει. Εσύ απλά βάλε όλο το σεξαπίλ σου! Δεν έχεις ιδέα τι μας περιμένει. Ο Νικηφόρος πάντα, μα πάντα, πιέζει τα σωστά κουμπιά. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που τον έχω.» λέει η Εριφύλη της Άλκηστις και το μυαλό της περιπλανιέται σε αυτά που είχε σχεδιάσει για τους τρεις τους απόψε. Βέβαια είχε και αυτή λίγο άγχος! Ήταν μια αρκετά τολμηρή κίνηση, αλλά ένιωθε ότι με ευχαρίστηση ο Νικηφόρος θα συναινούσε. Το πίστευε ότι θα του άρεσε η ιδέα της.
Όλα έμοιαζαν ιδανικά συμφωνημένα μεχρι που η κυρά της ταβέρνας μαζί με τον λογαριασμό έφερε και την πληροφορία ότι την Άλκηστις την ζητούσαν στο τηλέφωνο και αυτό το τηλεφώνημα ήταν που ήρθε για να ανατρέψει τα ερωτικά πλάνα που η Εριφύλη σχεδίαζε! Ένα ερωτικό τρίγωνο με συμμετοχή και της Άρτεμις για λίγη ποικιλία στην ερωτική τους ζωή με το Νικηφόρο της πάνω και πέρα από κάθε ταμπού, που δεν χωράνε συντηρητισμοί, καθώς ο άνθρωπος από τη φύση του ανήκει στα πολυγαμικά ζώα και περιορίζεται στη μονογαμία εξ εθίμου και θρησκείας. Μια αληθινή λοιπόν επανάσταση με ανοιχτό μυαλό που θέτει την αγάπη τους πάνω και πέρα από κάθε ταμπού, σχήμα, θεσμό και κλισέ πριν αρχίσουν να αισθάνονται τα θεμέλια της μονογαμικής τους σχέσης να τρίζουν και ο στερεότυπος θεσμός του ζευγαριού να καταρρέει. 
Συγκεκριμένα, την  Άλκηστις την αναζητούσε ο θείος της που είχε το φαρμακείο του κοντινού χωριού και τη βραδιά αυτή ήταν εφημερεύον για όλα τα γύρω χωριά. Πολλές φορές η Άλκηστις τους βοηθούσε στις εφημερίες την καλοκαιρινή περίοδο με το αζημίωτο! Η θεία της που εκτελούσε την εφημερία είχε να απροσδόκητο ατύχημα με αποτελέσματα ο θείος ήταν αναγκασμένος να απουσιάσει για μερικές ώρες. Η κοπέλα που βοηθούσε στη διαχείριση του φαρμακείου φοβόταν να μείνει μόνη της στο φαρμακείο τις νυχτερινές ώρες. Ο θείος της λοιπόν παρακαλούσε θερμά την Άλκηστις να τους εξυπηρετήσει μένοντας με την υπάλληλο από τα μεσάνυχτα μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες που θα γυρίσει. Η Άλκηστις το δέχτηκε χωρίς δεύτερη σκέψη. Η Εριφύλη προθυμοποιήθηκε να της δανείσει το αυτοκίνητο αν το επιθυμεί, η εναλλακτικά να την πάνε με τον Νικηφόρο στο χωριό. Ούτε δέκα λεπτά δρόμος δεν είναι. Τελικά στο τραπέζι που είχε καθίσει ο Νικηφόρος ήταν ο πολιτικός μηχανικός που είχε αναλάβει την ανέγερση της οικοδομής τους με την σύζυγο του και εκείνη την ώρα αναχωρούσαν και αυτοί. Έτσι το θέμα λύθηκε και η Άλκηστις θα πήγαινε με το ζευγάρι στο χωριό. 
Η Εριφύλη της έδωσε το κλειδί του σπιτιού για να πάρει φεύγοντας ότι χρειάζεται. «Κρατά το θα το χρειαστείς αν έρθεις πολύ πρωί» της λέει. Ο Νικηφόρος έχει και άλλο στα κλειδιά του αυτοκίνητο.
.......Γυρίζοντας τώρα το ζεύγος ο Νικηφόρος και η Εριφύλη στο σπίτι περασμένες έντεκα βράδυ, ήταν μια όμορφη βραδιά με φεγγάρι, με έναν ουρανό χωρίς σύννεφα και αστέρια που τρεμόπαιζαν σε συνδυασμένες κινήσεις. Όταν έφθασαν στο τέλος  του δρόμου μπροστά στην πόρτα του κήπου ο Νικηφόρος τράβηξε την Εριφύλη πίσω από την κολόνα της μεγάλης αυλόπορτας. Την τράβηξε γρήγορα στην αγκαλιά του και έφερε τα χείλη του στα δικά της. Δέκα χρόνια τώρα το ερωτικό τους σμίξιμο ξεκινάει πριν πέσουν ακόμη στο κρεβάτι και όταν σμίγουν επιτέλους τα κορμιά τους, είναι για ν' αγγίξουν το αποκορύφωμα του έρωτα και της ηδονής.
«Μμμμ »... Η Εριφύλη στέναξε. Ένιωσε τα χέρια του να γλιστρούν κάτω από τη γυμνή πλάτη της και κάτω από το φόρεμά της για να χαϊδέψουν τους γλουτούς της. Η σάρκα της ήταν κρουστή κάτω απ' τις παλάμες του, το δέρμα της σαν ακριβό μετάξι. Το σώμα της ανέδινε μια μυρωδιά που του ήταν τόσο οικεία: Μια απόλυτα ερεθιστική μυρωδιά!
Ο Νικηφόρος χάιδεψε στη βουβωνική χώρα της Εριφύλης του και αισθάνθηκε πόσο ερεθισμένη ήταν. Η Εριφύλη στέναξε ξανά και τον έσπρωξε πίσω.
«Θεέ μου, το χρειαζόμουν αυτό.» Είπε ο Νικηφόρος χωρίς ανάσα όταν τα χείλη τους χωρίστηκαν μετά από ένα μακρύ φιλί.
Η Εριφύλη δεν αισθάνονταν το κεφάλι της από το φιλί και το τσίπουρο. Έφερε τα χείλη της στα δικά του για ένα δεύτερο φιλί που κράτησε ακόμα περισσότερο. Δούλεψε τη γλώσσα της στο στόμα του και τον ένιωσε να την αιχμαλωτίζει αμέσως με τα χείλη του. Στέναξε, καθώς πιέζονταν ακόμα πιο σκληρά τις κάτω περιοχές της. Τα χέρια του χτύπησαν τους γλουτούς κάτω από το φόρεμα, πιέζοντας την εύπλαστη σάρκα στα δυνατά δάκτυλά του.
Ένα από τα χέρια του Νικηφόρου γλίστρησε στη συνέχεια προς τα πάνω στους γυμνούς μηρούς της Εριφύλης. Το σώμα του ήταν οδυνηρά ζωντανεμένο, απαιτητικό, ξαναμμένο, ερεθισμένο, με το απαλό, θηλυκό σώμα που κρατούσε τώρα στα μπράτσα του.
«Ω Θεέ μου!» κλαψούρισε η Εριφύλη καθώς το χέρι του έφτασε στο δαντελωτό μαύρο εσώρουχό της και άγγιξε το μουνί της μέσα από αυτό..
Ο Νικηφόρος χαμογέλασε στον εαυτό του καθώς μπορούσε να νιώσει τα πρησμένα και υγρά χείλη του αιδοίου της κάτω από τα δάχτυλά του. Στη συνέχεια, ένα δάκτυλο βρήκε το μουνί της.
«Νικηφόρε - Νικηφόρε σε παρακαλώ! Περνάει κόσμος! Θα μας δουν.» Ένας μικρός ήχος βγήκε από τα χείλη της καθώς το δάχτυλό του γλίστρησε σιγά-σιγά στο μουνί της.
«Ω, βλέπω ότι είσαι ενθουσιασμένη» της είπε περιχαρής. «Αυτό είναι καλό. Γιατί αυτό είναι μόνο η αρχή, μωρό μου!» Και άρχισε να τρίβει με τα δάχτυλά του την κλειτορίδα της.
Η Εριφύλη δάγκωσε τα χείλη της.
«Μωρό μου! Τι δώρο μου έστειλε ο Θεός.! Τι γυναικάρα είσαι εσύ. Αχ θα με πεθάνεις! Θέλω τόσο πολύ να σε γαμήσω απόψε!»
«Πρόστυχε άνδρα. Χωρίς ντροπή, τα ίδια μου λες κάθε βράδυ!»
Ξαφνικά, υπήρχαν φωνές που έρχονταν από το δρόμο. Καθώς οι φωνές πλησίαζαν πιο κοντά, η Εριφύλη απομακρύνθηκε προς το εσωτερικό της αυλής......

Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2023

Ena Vradi Me Augoustiatiko Fegari

 .....Είχε ήδη αρχίσει να βραδιάζει! Άναψαν τα φώτα στις κολώνες του δημοτικού φωτισμού κατά μήκος του επαρχιακού δρόμου που διέσχιζε το παραλιακό μέτωπο! Τα πρώτα αστέρια τίναξαν την ασημόσκονη τους στον λουλακί ουρανό, το νυχτολούλουδο στην αυλή τους άνοιξε τα μικρά του άνθη και βάλθηκε να μεθύσει την ατμόσφαιρα και οι σκιές των δέντρων αρχίζουν να μεγαλώνουν στον κήπο τους και να παίζουν κρυφτό καθώς η ώρα περνά και η νυχτερινή ζωή που προσφέρει ο μικρός παραθαλάσσιος οικισμός στον οποίο ζουν αποκτά κίνηση, ζωντανεύει μετά την απογευματινή ραστώνη.
Περασμένες εννέα, βραδινή ώρα, ξεκίνησαν για την μικρή παραδοσιακή παραθαλάσσια ψαροταβέρνα της περιοχής που λειτουργούσε τους καλοκαιρινούς μήνες και αποτελεί πόλο έλξης για τους οικιστές αλλά και για τους λιγοστούς παραθεριστές.  Η Εριφύλη και η Άλκηστις φόρεσαν από ένα πανομοιότυπο Μίντι πουκάμισο φόρεμα απλά διαφορετικού χρώματος, ένα θηλυκό, αέρινο, δροσερό και άνετο ρούχο ιδανικό για κάθε περίσταση που αναδείκνυε την υπέροχη σιλουέτα τους. Ντυμένες λες και απόψε γουστάρουν ο ανδρικός πληθυσμός της ταβέρνας να τις βρίσκουν ακαταμάχητες..
Μόλις είδε τις εντυπωσιακές γυναίκες με την «εκρηκτική» τους εμφάνιση ο Νικηφόρος, σκίρτησε η καρδιά του, οι παλμοί ανέβηκαν, το βλέμμα του έκανε ολόκληρη συζήτηση από αυτό που έβλεπε, ξεκλειδώθηκε το αγόρι μας κελάηδησε και πρόδωσε τα συναισθήματα του. Εντελώς ασυναίσθητα, οι λέξεις ξέφυγαν από τα χείλη του:
«Ωχ Παναγία μου και Χριστέ μου! Τι μουνάρες!» Με λίγα λόγια, προφανώς ο συνδυασμός ξανθιάς και καστανό-κοκκινομάλλας δεν μπορούσε παρά να πλημμυρίσει από συνταρακτικά ερεθίσματα τον αμφιβληστροειδή του.
Και προφανώς, τον άκουσε η Εριφύλη και φυσικά και η Άλκηστις και δεν είναι η πρώτη τους φορά που έχουν ακούσει τη συγκεκριμένη φράση από κάποιον άντρα. 
«Σ’ αρέσουμε αγορίνα μου…;» Τον ρώτησε η Εριφύλη, όχι τόσο για να πει τη γνώμη του, όσο για ν’ ακούσει τις μαγικές λέξεις, που κάνουν τις γυναίκες να νιώθουν πολλούς πόντους ψηλότερες.
«Είστε και οι δυο υπέροχες μωρό μου!  Η εμφάνιση σας, θα κάψει καρδιές στη ταβέρνα κάνοντας τον ανδρικό πληθυσμό να λιώνει σαν βούτυρο σε φρυγανισμένο ψωμί και μόνο που θα σας βλέπει. Έχετε μια γοητεία και ένα σεξ απίλ που γοητεύει και που τραβάει σαν μαγνήτης, τους άντρες. Είστε ακαταμάχητες με τις καμπυλωτές κορμάρες σας. Για νιώστε και εμένα που οι κακοπροαίρετοι μόλις μας δουν στην ταβέρνα να συνοδεύω σε κοινή θέα τα αβυσσαλέα ντεκολτέ σας και τις βυζοχαράδρες σας, θα σκεφτούν κάπως «καλώς τον κερατά».
«Μη φορτώνεις έτσι ρε Μωρό μου, όλες μας πιάνει που και που μια τάση να θέλουμε να ντυθούμε κάπως πιο.... ξέκωλα.. δε σημαίνει κάτι το ότι θέλουμε να αρέσουμε ή ότι θέλουμε να σου δείξουμε ότι αρέσουμε για να σε έχουμε λίγο στην τσίτα.»
Ο Νικηφόρος τις υπερασπίστηκε σαν άντρας ο σωστός. «Αν δεν τα βάλετε τώρα, πότε θα τα βάλετε;» ..(Οι πουτανίτσες ξέρουν πολύ καλά ότι οι βυζάρες τους είναι ακαταμάχητες, σιγά όμως μην τους δώσει πάτημα ότι τις λέει ξέκωλα. Τώρα αν στην ομήγυρη της ταβέρνας θα φανεί και λίγο φλώρος ας το καταπιεί.)
«Αρέσουμε αγορίνα, αρέσουμε, πώς να το κάνουμε; Κι αν οι άντρες καυλώνουν μαζί μας, που φταίμε εμείς για αυτό σε παρακαλώ; Όχι για πες μου έχω άδικο να σε χαρώ.» λάλησε κελαηδώντας χαρούμενα η Άλκηστις.
«Έτσι πρέπει να είναι τα αγαπημένα ζευγάρια κούκλε μου, όσο υπάρχει πάθος, υπάρχει και απόλαυση!» συμπλήρωσε η Εριφύλη.
«Άγιε μου Φανούρη μεγάλη η χάρη σου, τα κορίτσια μ’ άναψαν φωτιές μου πήραν το μυαλό, χάρισε μου χίλια μάτια για να τις θωρώ!»
«Χαχαχα! Χαλάρωσε και μη μασάς ρε χαζέ! Τα σιγανά ποταμάκια να φοβάσαι! Απόλαυσε την γυναικάρα σου αγορίνα μου να φοράει ότι θέλει, είναι δικαίωμα της, στα πλαίσια του ανεκτού! Άμα δε συμφωνούσες, δε θα έμπλεκες με μια γυναίκα που ντύνεται έτσι, δεν το ανακάλυψες υποθέτω τώρα! Μακάρι όλοι οι άνδρες να είχαν το πρόβλημα σου! Οι εννιά στους δέκα σε ζηλεύουν με το που σας βλέπουν! Παίξτο θυμωμένος και φορτωμένος εσύ βέβαια, μην παίρνει και πολλά θάρρητα η ξαδέρφη, αλλά καταβάθως να το χαίρεσαι αυτό που έχεις. Τόσα χρόνια είστε μαζί! Εντάξει τη φάση bibibo θα τη ξεπεράσει κάποια στιγμή, γι αυτό μην σκας, άσε δε που μπορεί να το έχεις συνηθίσει και 'συ και να έχει πάψει να σ' ενοχλεί! Αχ! σας ζηλεύω σα ζευγάρι.... άντε και στα δικά μου!» συμπλήρωσε η Άλκηστις.
«Ναι ρε ξαδέρφη, το καταλαβαίνω αυτό που λες! Είναι ακριβώς όπως τα λες. Συμφωνώ απόλυτα. Από την άλλη, θεωρώ φυσιολογικό και το ότι είναι κάτι που δεν παύει επιδερμικά να με ενοχλεί.»
«Ξέρεις ένα αρχαίο ρητό λέει: Σε όλα υπάρχει νόμος, στο μάτι όχι όμως! Κάτι θα ήξεραν όσοι το είπαν.»
Λόγο του ότι ήταν μεσοβδόμαδα στην ταβέρνα υπήρχαν λιγοστοί πελάτες και μια παρέα που ξεχώριζε αποτελείτο από τρεις νεαρούς στρατιώτες οι οποίοι πρέπει να είχαν μάλλον έλθει από κάποιο μακρινό στρατόπεδο διότι στη γύρω περιοχή δεν υπήρχαν στρατόπεδα.
Οι κυρίες ήταν καταπληκτικές. Κομψότητα, πρόκληση κι αισθησιασμό μαζί, κλέβανε τις ματιές περαστικών και θαμώνων! Ξαφνικά, κάποιες εκδηλώσεις θαυμασμού, ακούστηκαν από το τραπέζι των στρατιωτών για τα δυο υπέροχα θηλυκά, που ήταν εξαιρετικά τολμηρά ντυμένα, με τα ανάλαφρα φουστανάκια τους που άφηναν εκτός από τους καλλίγραμμους μηρούς, άφηναν απ’ έξω και μέρος των γλουτών. Αδιάφορες στις εκδηλώσεις οι δυο γυναίκες - έτσι έδειχναν - κατηφόριζαν συζητώντας και οι στρατιώτες απλώς σταθήκαν ν’ απολαμβάνουν και την πίσω θέα τους. Ο Νικηφόρος τις ακολουθούσε, από πολύ κοντά και μόλις έφτασε κοντά τους και βλέποντας τους να τις παρακολουθούν με θαυμασμό, άκουσε τον ένα στρατιώτη που αναφώνησε «εις ευήκοων όλων» δείχνοντας τις κοπέλες:
«Ορίστε κύριοι, αυτοί είναι κώλοι! Βολιότικοι, εκατό χρόνια μπροστά!»… 
Το τραπέζι ήταν στρωμένο κυριολεκτικά πάνω στο κύμα με θέα μοναδική στον όμορφο κόλπο. Το φεγγάρι βγήκε μέσα από τη θάλασσα ίδιο, κομμένο στη μέση, πορτοκάλι παράξενα φωτισμένο φάνταζε πλεούμενο που ερχόταν από μακριά.  Η ζέστη, τύλιγε τα σώματα τους και οι δυο γυναίκες παραδομένες στην πανσέληνο νύχτα απομακρύνθηκαν και προχώρησαν προς την αμμουδιά της ακτής.Έβγαλαν τα σανδάλια τους και ξυπόλυτες μπήκαν στο ρηχό νερό περπατώντας στον ασημένιο θαλασσινό διάδρομο. Πλατσούριζαν τα πόδια τους στη θάλασσα με φωνές και πειράγματα έβρεχε η μία την άλλη.. 
Τα σώματα τους ανατρίχιασαν, ενώ το φως του φεγγαριού έπαιζε με τον ακάλυπτο μπούστο τους και τις σκληρές θηλές τους, που όρθιες τρύπαγαν το ύφασμα του φουστανιού τους.
Δυο παιδιά πιο πέρα στα βράχια της ακτής κυνηγούσαν τα καβούρια που έκαναν το μεθυσμένο τους περίπατο στην υγρή άμμο.
Από το βάθος στο έμπα του κόλπου ακούστηκε ένα τραγούδι και στο βάθος της ακρογιαλιάς οι σιλουέτες ξεχώριζαν λουσμένες στο νυχτερινό φως. Η χορωδία ακολουθούσε τη φωνή του πρώτου που τραγουδούσε. Στο ύψωμα τα γέρικα ελαιόδεντρα άρχισαν να τρέμουν ελαφρά κι ύστερα να κυματίζουν καθώς η θαλάσσια αύρα χάιδευε τα φύλλα και τους κορμούς τους. Ο δίσκος του φεγγαριού φώτιζε τους λόφους και τη θάλασσα. Οι τραγουδιστές συνέχιζαν τη βαρκαρόλα.
« Λέω να βγάλουμε τα φουστάνια και να μπούμε στο νερό», είπε η Άλκηστις.
«Ανάθεμά σε, Άλκηστις», χαμογέλασε πονηρά η Εριφύλη.
Κοίταξαν αμήχανα η μία την άλλη, ξαφνικό κρύο διαπέρασε την επιδερμίδα τους, κατόπιν στράφηκαν προς την ταβέρνα και τότε διαπίστωσαν πως ο Νικηφόρος τις αναζητούσε.
Το μενού περιελάμβανε μικρές, τραγανές, πεντανόστιμες κουτσομουρίτσες που τρώγονταν σαν πασατέμπο! Γαρίδες ψητές στα κάρβουνα σε σουβλάκια με άρωμα σκόρδου και εσπεριδοειδή! Καλαμάρια ψητά, ο τέλειος μεζές για τσίπουρο-καταστάσεις και πατατοσαλάτα με μαϊντανό για να συνοδεύσουν το τσίπουρο. Η κυρά της ταβέρνας ξέροντας την αδυναμία του Νικηφόρου πάντα του επιφύλασσε μια ευχάριστη έκπληξη.  Μια μυρωδάτη πορτοκαλόπιτα σαν κέρασμα στο τέλος. Αυτή την ταβέρνα ο Νικηφόρος την ένοιωθε σαν στο σπίτι του και την απολάμβανε με την παρέα του η με την οικογένειά του τακτικά.
Περνώντας η ώρα έφτανε κανείς να το καταλάβει ότι τα φανταράκια δεν μπορούσαν να ξεκολλήσουν τα μάτια τους πάνω από τις δυο γυναίκες αλλά και αυτές με τις τολμηρές στιλιστικές επιλογές τους άφηναν ελάχιστα στην φαντασία. Ειδικά μετά από δυο τρία ποτηράκια τσίπουρο τόσο η ευθυμία τους, όσο και το πλεόνασμα κεφιού το άφησαν να ξεχειλίζει ξεχνιόταν και άφηναν ελευθέρα στη θέα τα πλούσια προσόντα τους και στα μάτια των φαντάρων να χαϊδεύουν το εσωτερικό των μηρών τους μέχρι τα μικροσκοπικά εσώρουχα. Είναι νέες και όμορφες, έχουν όλο τον κόσμο στα πόδια τους και μάλιστα άρχισαν να είναι πιο χαλαρές και τολμηρές ταυτόχρονα....έδειχναν να το διασκεδάζουν.
Και ο Νικηφόρος το διασκέδαζε… Χάρηκε ιδιαίτερα διαπιστώνοντας ότι τα κορίτσια απολάμβαναν την ομορφιά του καλοκαιριού, ξέγνοιαστες στις διακοπές τους, μακριά από σκοτούρες και άγχος,  χωρίς ευθύνες απόψε και με άφθονο χιούμορ. Τις κοίταξε, χαμογέλασε αμυδρά και πονηρά λέγοντας:
«Μπράβο ρε κορίτσια είμαι χαρούμενος που το απολαμβάνετε! Αλλά ρε κορίτσια… σεμνάα!»
«Το απολαμβάνουμε όσο δεν φαντάζεσαι!»  απάντησε η Άλκηστις, δαγκώνοντας τα χείλη της. «Γιατί σεμνά; Γιατί καλέ; Μα τι κάναμε;»
«Ρε κορίτσια! Τι κάνατε η τώρα που καθίσατε θα έχετε πολλά να αποκαλύψετε. Άτακτα κορίτσια με τα καυλιάρικα φορεματάκια που φορέσατε, έτσι και μόλις ανασηκωθούν λίγο δίνουν φόρα παρτίδα το περιεχόμενο τους και ανάβετε ερωτικές φωτιές. Τα φανταράκια βλέπουν εντελώς δωρεάν τις μικροσκοπικές κιλότες σας που δεν κρύβουν την απεικόνιση της όμορφης εικόνας από τις κοιλάδες με τα ειδυλλιακά τοπία σας, όμορφα σκιαγραφημένα σαν ελκυστικό πανόραμα που ζωντανεύει μέσα τους όνειρα ερωτικά.»… τους είπε
«Τι το κακό κάνουμε; Τους αφήνουμε να απολαύσουν και να χαρούν εικόνες από το φυσικό περιβάλλον και τις ομορφιές της φύσης.»
«Αυτό που κάνετε είναι να τους δημιουργείται προσδοκίες που δεν θα  εκπληρωθούν. Είναι προφανές ότι σας τρώνε με τα μάτια έτσι σεξουαλικά ντυμένες όπως είστε και σας γουστάρουν πολύ. Τα μάτια τους βγάζετε κάθε φορά που σας βλέπουν! Και θα ΄θέλουν να βγάλουν και τα δικά σας μάτια! Αλλά και τα φανταράκια μια χαρά ομορφόπαιδα είναι.»
«Και της το έλεγα της ξαδέρφης. Εριφύλη έξω βγαίνουμε σε ταβέρνα πάμε οι sic κυρίες αν θέλουν να αισθάνονται περισσότερο θηλυκά και σέξι δεν φοράνε εσώρουχα. Αισθάνονται απόλυτα ελεύθερες. Δεν τις νοιάζει πως θα κάτσουν ή πως θα σηκωθούν, διότι απλά δεν τις  απασχολεί αν κοιτάνε ή όχι.»
«Διαβολοκόριτσα είστε αυτό που λένε η πέτρα του σκανδάλου. Θα τους τρελάνετε! Δεν σας έμαθαν ότι μόνο στους άντρες επιτρέπεται να εκφράζουν τις σεξουαλικές τους ανάγκες ενώ οι γυναίκες που τις εκφράζουν μπορεί να θεωρηθούν ανήθικες, λάγνες και αμαρτωλές; »
«Ε ναι! Και εμείς αυτό είμαστε! Καυλιάρες λάγνες και αμαρτωλές από πάνω μέχρι κάτω.» Του λέει ναζιάρικα η Άλκηστις ζαρώνοντας παιχνιδιάρικα την μυτούλα της και σουφρώνοντας τα χειλάκια της.
«Πάντως ξαδερφούλα μου δημιούργησες αμφιθυμία. Από τη μία είσ' ωραία, σε πάω γιατί δε μασάς πουθενά. Από την άλλη  αναρωτιέμαι πόσο σωστό είναι το free-spirit όσον αφορά το ντύσιμο,  κ.λπ.;»  είπε η Εριφύλη.
«Τι εννοείς ξαδέρφη;Τι ρωτάς;»… απάντησε η Άλκηστις.
«Να, την ιστορία με τις κιλότες! Δεν τα δείχνεις εύκολα σε ξένους ανθρώπους. Αλλά και το όλο στυλ σου, απόψε ρε παιδί μου, βγάζει μια πονηριά μια πουτανιά όταν είσαι με δικούς σου ανθρώπους!»
«Εξαρτάται από την παρέα! Μα αν δεν αισθάνομαι άνετα με εσάς, τότε με ποιους; Στη τελική, μου αρέσει να καταλαβαίνω ότι είμαι ποθητή, ακόμα και από τους «ξένους» χωρίς να νιώθω τύψεις που θέλουμε να δείχνουμε τα καλύτερα!» και χαμογέλασε πονηρά στο Νικηφόρο τρίβοντας την πατούσα της στο καλάμι του κάτω από το τραπέζι...
«Έχει τα δίκια της η ερωτιάρα ξαδερφούλα μας. Και όπως λέει ο σοφός λαός, οι άντρες οι σωστοί υποκλίνονται εις του μουνιού τη χάρη». Τόνισε ο Νικηφόρος που του φαινόταν ότι το κλίμα πυροδοτούσε τη σεξουαλική επιθυμία και διάθεση για να πει περισσότερα, αλλά πρόσεχε κάθε του λέξη μην τον παρεξηγήσει και της φανεί κανένας επιπόλαιος λιγούρης αυτός σοβαρός άνθρωπος η Εριφύλη του. Είχε ως αρχή του ότι μια σωστή σχέση βασίζεται Modus operandi στην αμοιβαία εκδήλωση εμπιστοσύνης. Αλλά απόψε με τις γκόμενες που συνοδεύει έχει πάθει την πλάκα του. Έχει φάει φλας με την πάρτη τους.
Όντως το κλίμα ήταν απολαυστικά χαλαρό. Στο βάθος του υπαίθριου εξωτερικού χώρου της ταβέρνας από κάτω από την μεγάλη πέργκολα, καθόταν μια μεγάλη παρέα που την αποτελούσαν γνωστοί και φίλοι του Νικηφόρου. Ο Νικηφόρος ζητώντας την άδεια τους ετοιμάσθηκε να σηκωθεί, ν' αφήσει τα κορίτσια στην ανεμελιά τους για να πάει στο τραπέζι της παρέας.
Η Εριφύλη τον πιάνει από το χέρι όταν ήταν έτοιμος να σηκωθεί ο Νικηφόρος τον τραβά να σκύψει διπλά της και του ψιθυρίζει στ’ αυτί φανερά καυλωμένη και του πετάει την ατάκα που τον έστειλε έβδομο ουρανό.
«Μην αργήσεις! Να ξέρεις ότι σε περιμένει ένα κολασμένο βράδυ ερωτικής απόλαυσης. Και ελπίζω να έχεις αντοχές, σε θέλω ταύρο απόψε.
«Για μένα το λες αυτό;»
«Εσύ τι λες; Βλέπεις κανέναν άλλο εδώ γύρω μας; »
«Δεν ξέρω, μπορεί να σας γυάλισε καμιά διαθέσιμη πούτσα στον περίγυρο και να ερεθιστήκατε.»
«Πούτσες θες να πεις. Και άμεσα διαθέσιμες μάλιστα» δείχνοντας του που να κοιτάξει με κεκαλυμμένο νόημα προς τα φανταράκια χαμογελώντας με στυλ ικανοποίησης. Παράλληλα γυρίζει και τον κοιτάει καθώς κάθεται πλάι της και τον καμαρώνει! 
«Τι κούκλος που είσαι ρε μωράκι μου;» του ψιθύρισε με αισθησιακή φωνή πλησιάζοντας στο αυτί του και του σκάει ένα φιλί στο μάγουλο.
Τα χείλη της ζωγράφισαν ένα καλοσχηματισμένο κόκκινο σημάδι. Για μια στιγμή σκέφτηκε να το αφήσει έτσι. Σαν να ήθελε να επιδεικνύει κάποιο κατόρθωμά της. Γρήγορα όμως άλλαξε γνώμη και με μία κίνηση του χεριού της, του το έτριψε να φύγει. Το χέρι του Νικηφόρου κατέβηκε ενστικτωδώς στον πούτσο του, που είχε πετρώσει, σαν για να τον προστατέψει. Αυτό φυσικά δεν της ξέφυγε της Εριφύλης. Με τρόπο  βάζει το δικό της χέρι στο καυλί του πάνω από το παντελόνι του που είχε αρχίσει να καυλώνει κι απλά κρυβόταν κάτω από το τραπέζι. Τα μάτια της Εριφύλης φώτισαν, ένα χαμόγελο ικανοποίησης πλημμύρισε το πρόσωπό της καθώς τα μάτια της ταξίδεψαν στο πρόσωπό του και ανοιγόκλεισαν με σαφές νόημα.  
«Μωράκι μου εσύ!» του είπε και το άρπαξε με το χέρι της με μαεστρία.
«Εεε ! Κάτσε φρόνιμα! Περίμενε να πάμε σπίτι… Μας βλέπει ο κόσμος! » της είπε με ναζιάρικο τόνο.
«Ε άντε ρε μανάρι μου! Πήγαινε τώρα στους φίλους σου που θέλεις και μην αργείς. Μην κάνεις κάνα χρόνο. Που τους έχεις δει;»
«Εδώ στο βάθος της αλέας είναι μωρούλι μου… Πηγαίνω και επιστρέφω σύντομα!» της είπε και σηκώθηκε με χαρωπό τρόπο ελευθερώνοντας το χέρι του.
Επικράτησε μια σιωπή για λίγα δευτερόλεπτα!  
«Μμμμ! Έτσι, μωρό μου... Έτσι, καυλιάρη μου. Μην αργήσεις μωρό μου!»
«Πουτανίτσα μου, αυτά μου κάνεις και με καυλώνεις περισσότερο!»
«Κι ακόμα δεν έχεις δει τίποτα μωρό μου.!» του τονίζει ναζιάρικα και του κλείνει το μάτι. «Και που να ήξερες τι σε περιμένει» μονολογεί με ευχάριστη διάθεση καθώς σκέφτεται πως η ερωτική βραδιά τους μόλις είχε αρχίσει. Η Εριφύλη  διαισθάνεται πως ο Νικηφόρος είναι ήδη ξαναμμένος και θα ήθελε διακαώς εδώ και τώρα να τη γαμήσει. Αν γίνεται και πάνω στο τραπέζι. Που να ξέρει τι του ετοιμάζει απόψε του καυλιάρη της. Τελευταία είχε πιάσει τον εαυτό της που και που να φαντασιώνεται κάποια φάση μαζί τους στο κρεβάτι και την ξαδέρφη της. Απόψε λοιπόν έχει σχεδιάσει να τις γαμήσει και τις δυο ο καυλιάρης της! Eε, αφού είναι απόλυτα σίγουρη πως η ξαδέρφη της θελει να κάνει σεξ μαζί του. Και είναι ευρύτερα γνωστό πως στους άνδρες αρέσει η ποικιλία και τι καλύτερο από να προσθέσουν και την Άλκηστις στο κρεβάτι τους και να τον λιώσουν στον έρωτα; Η φαντασίωση του άνδρα ότι κάνει σεξ με δυο γυναίκες ταυτόχρονα είναι ποιο παλιά από τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα και δεν υπάρχει άνδρας που θα σου αρνηθεί να φέρεις μια φίλη σου στο κρεβάτι για παρτούζα. Όταν κάνει κρύο η αγάπη θέλει δύο λέει ένα τραγουδάκι και αν το σκεφτείς καλή είναι η μια γκόμενα όμως με δυο έχουμε ξεφύγει από τα στερεότυπα και ανεβάζουμε επίπεδο. Και ο Νικηφόρος όπως κάθε παντρεμένος που τυχαίνει να έχει ωραία γυναίκα βλέπει σαν ξερολούκουμα τις σέξι φίλες της. Στα αρχίδια του αν είναι παντρεμένες ή ελεύθερες όπως η ξαδέρφη η Άλκηστις. Εκείνος γουστάρει τρελά να της καρφώσει το μουνάκι όταν τον καυλώνει και με το ζόρι κρατιέται να μην της ζητήσει να γαμηθούν, μα και αυτή είναι πάντα έτοιμη να του ανοίξει τα πόδια της εκλιπαρώντας να τη γαμήσει σαν ξαναμμένη τσούλα. Μην τους αφήσει λοιπόν να περιμένουν άλλο. Άντε τυχερός ο γαμιόλης, απόψε θα γαμάει δύο υπέροχα καυλιάρικα μουνάκια που θα του χαρίσουν μοναδικές στιγμές καύλας.! Τι άλλο θα μπορούσε να ζητήσει από μια τέτοια έκπληξη, και ότι κανείς μας δεν θα ξεχάσει τη νύχτα αυτή, και θα πάμε βόλτα, όλοι μαζί, στους ουρανούς της ηδονής.
Την ίδια ώρα στο τραπέζι των φαντάρων το κουτσομπολιό έχει πάρει φωτιά..
«Μαλάκες, θα με κάνουν να χύσω, οι πουτάνες.» Λέει ο πρώτος φαντάρος που αποτυπώνει ανάγλυφα  την εύλογη επιθυμία του και τα υποβόσκοντα αισθήματα και τη διακαή επιθυμία και των υπολοίπων που αφήνονται να χαρούν και να διασκεδάσουν, όποτε βρίσκουν ευκαιρία με όλη την ορμή της ζωής τους και τη φρεσκάδα της νιότης τους, που δεν πτοείται από τις περιστάσεις. 
«Συγκρατήσου μόνο, και ήρεμα, οι Κυρίες συνοδεύονται.» Προσπαθεί να τους προσγειώσει ο πιο νηφάλιος.
«Ναι ρε Μαλάκα μου, αλλά δε φταίω. Αφού τα πουτανιά από κάποια στιγμή και μετά, άπλωσαν τις ποδάρες τους, σήκωσαν τα φουστανάκια τους πιο ψηλά και έβλεπα τα κιλοτάκια τους. Και εσύ το έβλεπες όμως.»
«Ναι τις γαμιόλες… επίτηδες το κάνουν. Και ο άλλος, χαμπάρι δεν παίρνει!.» Σιγοντάρει ο τρίτος φαντάρος τον πρώτο.
«Ναι το μαλάκα, χαϊδολογιέται όλη την ώρα μαζί τους, αλλά δεν πήρε χαμπάρι ότι οι γκόμενες μας τα δείχνουν φόρα παρτίδα. Πάντως πολύ γουστάρω να  γλείψω τα μουνάκια τους... και να πιω τα ζουμάκια τους...» Ξαναπαίρνει το λόγο ο πρώτος φαντάρος.
«Εγώ θα έγλειφα το μουνί της μικρότερης μέχρι το πρωί… μέχρι να στεγνώσει της γαμιόλας. Μ αρέσει που είναι τόσο καυλόμουνο… Την βλέπω που τρώει με τα μάτια τον .... Μαλάκα!... όλο το βράδυ. Μάλλον γκόμενος της μεγαλύτερης είναι και η πιτσιρίκα του τα ρίχνει. Ώρες-ώρες του την πέφτει με τα πόδια. Έχει βγάλει τα πέδιλα της, κάτω από το τραπέζι και του χαϊδεύει τον πούτσο, πάνω από το παντελόνι.» Τους πληροφορεί ο Τρίτος φαντάρος.
«Εγώ θα τις γαμούσα αν όχι και τις δυο έστω τη μια τη λίγο μεγαλύτερη που είναι θάνατος και η πιτσιρίκα ωραία είναι αλλά η άλλη είχε αυτό που θέλω. Αγριόμουνο να σε λιώσει στο κρεβάτι..» Κάνει ρελάνς ο πρώτος φαντάρος.
Φεύγοντας ο Νικηφόρος συνειδητοποιεί το … «Απόψε σε θέλουμε.»
«Γαμιόλες!  Το έβαλαν σκοπό η γυναίκα μου και η ξαδέρφη να παίξουν με τις αντοχές μου απόψε;  είναι όμως και οι δυο τους από τις γυναίκες που ή τις γαμάς μέχρι το μεδούλι ή καλύτερα κάνε κάτι άλλο. Θα γίνει της κόλασης».
...Πίνοντας χαλαρά το τσίπουρο τα δυο κορίτσια σε πολύ καλή ψυχική διάθεση, άρχισαν να ανοίγουν την καρδιά τους η μια στην άλλη.
«Άλκηστις να σε ρωτήσω κάτι σαν την καλή μου ξαδέλφη που είσαι;»
«Έλα ξαδέλφη, ελεύθερα, ρώτα ότι θες.»
«Απ' ότι γνωρίζω δεν είχες κάποια σχέση αυτό τον καιρό. Τελικά βρήκες γκόμενο η ακόμη έτσι μόνη είσαι;»
«Ρωτάς αν απέκτησα σχέση;.»
«Κάτι τέτοιο..»
«Όχι. Μόνη εδώ και καιρό. Ερημιά στον ορίζοντα των προσωπικών. Ούτε καν φλερτ. Δεν είμαι σε φάση.»
«Πως και συμβαίνει αυτό;»
«Τι να πω; Ίσως γιατί δεν με θέλει κανένας;.»
«Ρε συ με βρήκες μικρό και με δουλεύεις;. Άτιμη νεολαία:»
«Ξαδέλφη συνήθισα να είμαι μόνη και είναι τόσο άνετα που έχω τις ελευθερίες μου... αλλά και γιατί δεν έτυχε να βρεθεί κάτι στο διάβα μου;..»
«Παράξενο! Είναι να αναρωτιέται κανείς, μα είναι δυνατόν τέτοιος κορίτσαρος αυτές τις εποχές να είναι μόνος του;.»
«Συμβαίνουν αυτά. Που θα πάει κάτι θα τύχει και μένα. Ανησυχείς μήπως και μείνω στο ράφι; Εγώ πάλι καθόλου δεν ανησυχώ. Μια χαρά περνάω.»
«Αλήθεια έχεις νιώσει ποτέ την τρέλα να θες κάποιον τόσο πολύ; Τόσο που να έχεις πεταλούδες, ταχυπαλμία, ζαλούρα. Αυτή την ωραία ζαλούρα, σα να έχεις πιει λίγο παραπάνω όπως απόψε. Να τον θέλεις τόσο που να μην μπορεί κανείς να σε συμβουλέψει αλλά και να μη σε νοιάζει τι θα συμβεί αν, αν και αν. Να θες κάποιον που να σε απολαμβάνει επειδή το γουστάρει και σε κάνει να θολώνεις από την καύλα; Γιατί αν δεν σε κάνει να θολώνεις από καύλα, είναι σχέση νερόβραστη δεν έχει νόημα!»  
«Είναι κάποιος που μου αρέσει πολύ, χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς υπεραναλύσεις, με τραβάει σωματικά και τον θέλω να τον ρίξω στο κρεβάτι αλλά το πρόβλημα είναι ότι τον χαίρεται άλλη.»
«Ααα! Για λέγε-για λέγε! Αφού το ξέρεις πως άναψες φωτιές και έχω μεγάλη περιέργεια. Λέγε λοιπόν.»
«Θα σου ανοίξω την καρδιά μου και θα σου εξομολογηθώ. Αλλά ρε Εριφύλη με όλο το θάρρος θέλω να σε ρωτήσω κάτι πρώτα εγώ! Ίσως γίνομαι κάπως αδιάκριτη αλλά σαν την αγαπημένη μου ξαδέλφη που είσαι και τα λέμε όλα μεταξύ μας θα μου πεις πρώτα τα δικά σου και μετά θα σου πω τα δικά μου!»
«Έλα ξαδέλφη, ρώτα και ΄συ ότι θες.»
«Ξαδέρφη το διάστημα που ο σύντροφος σου ο Νικηφόρος φεύγει για τα μεγάλα ταξίδια του και μένεις μόνη σου αναρωτιέμαι: Όταν εσύ τον χρειάζεσαι και είναι μη διαθέσιμος και σου λείπει από το κρεβάτι, εσύ δεν έχεις την επιθυμία να ξενοκοιτάξεις έναν άλλο άντρα που είναι «πάντα διαθέσιμος», να έχετε μια ειλικρινή, ξεκάθαρη σχέση που να σου δίνει αυτά που θες και να σου καλύπτει όλα τα κριτήρια στις σεξουαλικές σου ανάγκες;  Να σε κάνει να θολώνεις από την καύλα που λες και εσύ, και αυτή η έλξη, η τρέλα και το πάθος του κινδύνου, του παράνομου να θεωρείς ότι αξίζει το κέρατο, τόσο που να τα παρατάς όλα για να τρέξεις στην αγκαλιά του .»
«Χμ! Κάπου το πας εσύ μουσίτσα με έμμεσο, πονηρό τρόπο. Δε μπορεί! Εσύ κάτι ξέρεις και μου κάνεις την αθώα περιστερά. Εεε ναι κάποιον είχα! Αλλά τι να λέμε τώρα.»
«Μπα τι βλέπω! Έλα τώρα που σε πιάσαν οι ντροπές!»
«Κρυφή μουσίτσα αφού τον είδες στο μπιστρό στο  εμπορικό κέντρο. Άρα τον ξέρεις! Αυτός είναι. Πολύ καλός, ευγενικός και μορφωμένος, από εύπορη οικογένεια ευπαρουσίαστος, ψηλός, γυμνασμένος και στα δικά μου χρόνια.»
«Ξαδέρφη! Μου θυμίζεις μια γλυκανάλατη ιστορία με την Κοκκινοσκουφίτσα που 'τανε σωστή μουσίτσα όπως μου τον παρουσιάζεις το λεγάμενο! «Μια φορά κι έναν καιρό σ’ έναν τόπο μακρινό, ηλιόλουστο και συναρπαστικό, πάνω στο ψηλότερο βουνό, μέσα στο δάσος το πυκνό ζούσε ένα ζώο φιλικό, έξυπνο και προστατευτικό. Ήταν ένας λύκος με δέρμα λαμπερό και γκριζωπό και βλέμμα κάπως φλογερό τολμώ να πω. Τον έλεγαν Ιερεμία χάρη στης ψυχής του την ανείπωτη ηρεμία. Κείνο ήτανε το σπιτικό του και αυτός ο άγρυπνος φρουρός του. Το πρόσεχε σαν κόρη οφθαλμού, κρατώντας μακριά το πόδι του εχθρού. Ορκίστηκε να διαφυλάττει την ησυχία και την τάξη, για να τον αγαπά ολόκληρη η πλάση. Και τα παιδιά όταν τον βλέπουν, να πάψουν να τον αποφεύγουν και στη γούνινη αγκαλιά του με λαχτάρα να προσφεύγουν..... Πως τον γνώρισες;»
Κορίτσι μου είναι αυτός που γνώρισες εκεί στην έκθεση ζωγραφικής όταν πήγαμε καλεσμένες. Τον είχαμε γνωρίσει παρέα με την Ελπινίκη πριν από κάποιους μήνες! Θα το θυμάσαι που μας είχες δει σε εκείνο το μπιστρό στο εμπορικό κέντρο. Αυτός είναι! Εξ αρχής μας προκαλούσε έντονα ερωτικά συναισθήματα και στις δυο γυναίκες. Εσένα δε σου έχει τύχει ποτέ να γνωρίσεις κάποιον και να νιώθεις ότι θέλεις να κάνεις έρωτα από το πρώτο κιόλας ραντεβού; Αυτό πάθαμε και εμείς μαζί του. Κάθε φορά που τον σκεφτόμουν μου έβγαιναν εικόνες από άγρια γαμήσια μεταξύ μας. Είχε μια γλύκα ο πούτσος του, άστα να πάνε. Όταν με γαμούσε με ξεπάτωνε. Εκείνες τις ήμερες αυτή η σχέση με είχε παρασύρει και όταν τον σκεπτόμουν ήμουν μουσκεμένη όλη μέρα. Μου έβγαζε τέτοια καύλα που όταν τον συναντούσα απολάμβανα το γαμήσι μαζί του χωρίς όρια. Γαμιόμασταν με τέτοιο πάθος σαν να ήταν το τελευταίο γαμήσι και για τους δυο μας. Ένιωθα σαν πεταλούδα που έχει πλησιάσει επικίνδυνα στην φλόγα.»
Η Άλκηστις προσποιείται πως η ίδια δεν είχε ιδέα για την παράνομη ερωτική σχέση της Εριφύλης και κάνει πως την άφησε έκπληκτη η σημερινή αποκάλυψη της Εριφύλης.
«Ξαδέρφη! Τι είναι αυτά που ακούν τ' αυτάκια μου; Μια γυναίκα που χαίρεται το σεξ με τον εραστή της παράλληλα με τον γάμο και την οικογένειά της χωρίς να πληγώνεται κανείς. Ένα ώριμο σεξουαλικά και ξαναμμένο θηλυκό που δεν καταλαβαίνει τίποτα από όρκους αγάπης και συνουσιάζεται με τον εραστή της στο κρεβάτι της αμαρτίας. (Εδώ παρ' ολίγο να ξεφύγει της Άλκηστις ... Ένα ώριμο σεξουαλικά και ξαναμμένο θηλυκό που δεν καταλαβαίνει τίποτα από όρκους αγάπης και συνουσιάζεται με τον εραστή της επάνω στο γραφείο της αμαρτίας! Αλλά την τελευταία στιγμή το έσωσε... Σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να αποκαλυφθεί στην Εριφύλη ότι ήξερε πως κεράτωσε τον Νικηφόρο όταν την είχε δει πως τη γαμούσε ο Αρχιτέκτονας επάνω στο μεγάλο ξύλινο γραφείο εκεί στη γκαλερί με τους πίνακες.)
Ξαδέρφη!  Ομολογώ ότι αν και είσαι πολύ σέξι, και πολύ θηλυκό, δεν σε είχα καταλάβει ακριβώς για τόσο ερωτιάρα και καυλιάρα. Εννοείται ότι σε εισαγωγικά στο λέω!»
(Άντε μην το πω και εκτός εισαγωγικών! Πουτάνα είσαι αλλά όπως μ' έμαθε η γιαγιά μου...Μην κρίνεις για να μη κριθείς!) Σκέφτεται ρεαλιστικά η Άλκηστις.
«Μη μασάς κορίτσι μου! και είμαι πρόθυμη να σου λύσω κάθε σου απορία. Πουτάνα! Πες το! Και πες μου μια γυναίκα να μην είναι!» Της απάντησε γελώντας η Εριφύλη.
«Δηλαδή! Σου έκατσε ένας γκόμενος γκουρού στο σεξ, με φουλ του άσσου στο κρεβάτι, το καλό αρσενικό που λένε, με τις καλύτερες σεξουαλικές επιδόσεις. Μπράβο Εριφύλη γαμιάς με τα όλα του.  «Αλλά καλά το κατάλαβα ξαδερφούλα μου; Σας γαμούσε ο Αρχιτέκτονας και τις δυο ρε θηρίο;»
«Ε ναι! Βλέπεις την ερωτική επαφή μας μαζί του, την ανέλαβε πρώτα η Ελπινίκη. Δε σου κρύβω πως εγώ στην αρχή δυσκολευόμουν να απατήσω τον Νικηφόρο και όταν το έκανα είχα μετανιώσει και με κυνηγούσαν τύψεις. Ένιωθα ότι είχα κάνει κάτι κακό. Μα οι άνθρωποι δικαίως θεωρούμαστε πολύπλοκα όντα. Αυτό που λένε πολλές φορές ότι με τίποτα δεν είμαστε ευχαριστημένοι, τίποτα δεν είναι αρκετό, είναι λιγάκι αλήθεια. Παλεύουμε να φέρουμε εις πέρας επιθυμίες στην καθημερινότητά μας κι όταν τελικά τα καταφέρνουμε, αισθανόμαστε λίγο άσχημα. Όταν έρχεται η ώρα να περάσουμε καλά, αισθανόμαστε τύψεις. Πόσες φορές γελάς κι έχεις πετάξει τη φράση «σε καλό να μας βγει», με μια συστολή μη σου βγει «ξινή» η χαρά. Από τη μια μου βαστούσαν οι ενοχές και ένιωθα απαίσια για την απιστία που έκανα και ότι δε θα ήθελα να ξαναγίνει και από την άλλη η καύλα είναι ένα συναίσθημα που σε τρώει από μέσα προς τα έξω, σε πολλές πτυχές της ζωής σου, είτε το θέλεις είτε όχι βρίσκει τη χαραμάδα να φωλιάσει ύπουλα στο κορμί σου. Η συνάντηση μας με τον Αρχιτέκτονα , κυριολεκτικά άλλαξε τα πράγματα προς μια κατεύθυνση που δεν μπορούσα ποτέ να πιστέψω, ούτε που είχα ποτέ φανταστεί! Δεν είναι τυχαίο που ένιωθα να μου αρέσει, και δεν κρατούσε τα χαλινάρια το μουνί μου στη χαρά του και η συμμετοχή της Ελπινίκης τελικά ήταν γιατρικό. Μετά μιλάμε είχαμε ξεσαλώσει παρέα. Μας γαμούσε και τις δύο και μας γαμούσε αφάνταστα καλά. Δεν το περίμενα.
Βλέπεις οι γυναίκες μπορούμε να παίξουμε λίγο πιο εύκολα με την ιδέα μιας δεύτερης γυναίκας στα σεντόνια μας. Στα είκοσι οκτώ μου πλέον χρόνια ξέρω πως έναν καλό σύντροφο και γαμιά, δύσκολα τον βρίσκεις κι ακόμα δυσκολότερα τον αφήνεις. Με το Νικηφόρο δεν είναι μόνο σαρκική υπόθεση το σεξ. Όταν γυρνούσε με φρόντιζε τόσο πολύ, που μόνο σεξουαλικά πεινασμένη δε θα με έλεγε κανείς. Απεναντίας πρόκειται για κάτι πολύ βαθύ και μόνον το γαμήσι μαζί του με περπατάει σε άγνωστα μονοπάτια, και μου χαρίζει την υπέρβαση, την αληθινή τελείωση. Γαμιόμαστε και μόλις τελειώνουμε θέλουμε να ξαναρχίσουμε αμέσως γιατί δεν χορταίνουμε με τίποτα.
Ξέρεις ωστόσο υπάρχει κι ο αστάθμητος παράγοντας της αφόρητης μοναξιάς και το σύνδρομο της στέρησης στο σεξ που σου χτυπάει κόκκινο όταν λείπει ο Νικηφόρος και σε βαράει κατακούτελα. Αυτά που μου προσέφερε ο Νικηφόρος μου έλειπαν τον πρώτο καιρό της απουσίας του. Οι καύλες μου ώρες-ώρες ήταν ανυπόφορες που ντρεπόμουν να το παραδεχτώ ακόμα και στον εαυτό μου.»
Το σεξ ξαδέρφη έχει συνδεθεί με τα νιάτα, και καυλώνουμε γιατί η φύση θέλει να υπάρχουμε. Κάποτε τα σκουλήκια ή οι φλόγες θα φάνε αχόρταγα τα κορμιά μας και εμείς θα έχουμε στερήσει από αυτά την ηδονή;
«Πάντως, δεν της το είχα και της Ελπινίκης. Να και η Ελπινίκη πολύ προχωρημένη στα σεξουαλικά … και την είχα για παρθενοπιπίτσα.» 
«Ξαδερφούλα μου θα το διαπιστώσεις και 'συ! Το τέλειο σεξ γίνεται με τρεις.  Γιατί να έχεις έναν ερωτικό παρτενέρ όταν μπορείς να έχεις δύο; Να! να είμαστε δύο κορίτσια με έναν αξιόλογο άντρα σαν τον Νικηφόρο,  εμπεριέχει την προστυχιά του μοιραίου.  Άλλωστε κοινό μυστικό είναι ότι μία στις δύο γυναίκες, έχει συμμετάσχει σε τρίο, είτε εκτός σχέσης, είτε με τον σύντροφό της»
«Και τώρα;»
«Και τώρα; Τι;».
«Να ρωτάω που βρίσκεται η σχέση σας με τον Αρχιτέκτονα.».
«Μετά το τελευταίο μας γαμήσι αυτός έφυγε για το Λονδίνο να αναλάβει κάποιο έργο ανακαίνισης στις επιχειρήσεις τις οικογενειακές τους.»
«Χωρίσατε;. Έτσι ήπια, χωρίς μελοδραματισμούς;»
«Ε ναι! Ξέραμε ότι το κάτι παραπάνω δεν υπήρχε. Κάποια πράγματα είναι μεγαλύτερα από εμάς. Και έτσι πρέπει να είναι. Κανένα άγχος λοιπόν. Μάλλον στο τέλος του χρόνου τελειώνει και γυρίζει πίσω»
«Και τώρα; Νικηφόρος; Αλήθεια ποτέ δεν θα πίστευα ότι έχεις παράπονα από το γάμο σου.»
«Όχι αγάπη μου. Δεν έχω ιδιαίτερα παράπονα από το γάμο μου. Απεναντίας ο γάμος μου είναι επιτυχημένος και όσο είμαστε μαζί το επιβεβαιώνει αυτός, από την πλευρά του, με την αγάπη του για μένα. Είναι παραπάνω από άψογος μαζί μου, είναι, μπορώ να πω, διαμάντι. Τον αγαπώ και τον νοιάζομαι βαθιά. Ο Νικηφόρος είναι ο σταθερός κουβαλητής για την οικογένεια μας για τα παιδιά μας. Εγώ από την άλλη, φροντίζω να μεγαλώνουν σωστά, χωρίς να χρειάζεται να δουλεύω σε τίποτα σκληρές δουλειές, με αντάλλαγμα τη σεξουαλική μου διαθεσιμότητα όταν επιστρέφει από τα ταξίδια του και έχουμε πιπεράτες επαφές και καλή χημεία.
Να μερικές φορές η απιστίες μου έχουν απλώς ως κίνητρο την επιθυμία μου σαν γυναίκα για έξαψη και ποικιλία ώστε να «υποκύπτω»,..... ενάντια στην κρίση και τη λογική....., στην έλξη ενός δυναμικού αλλά ευγενικού άντρα και να απολαμβάνω την κυριαρχική αντρική σεξουαλικότητα που επιθυμώ όταν μου λείπει ο Νικηφόρος. Ρε ζουζούνι τι σε μαθαίνω. To sex είναι το πιο ωραίο πράγμα στη ζωή! Το σεξ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας, γιατί πολύ απλά είναι στη φύση μας να αναζητάμε την απόλαυση και την ικανοποίηση. Και ενώ η γυναίκα μπορεί να διεγείρεται πιο εύκολα από τον άντρα και να διαθέτει περισσότερες σεξουαλικές ικανότητες όπως είναι οι πολλαπλοί οργασμοί, κάτι που δεν μπορεί να πετύχει ένας άνδρας, στους άντρες επιτρέπεται να εκφράζουν τις σεξουαλικές τους ανάγκες ενώ οι γυναίκες που τις εκφράζουν μπορεί να θεωρηθούν ανήθικες, λάγνες και αμαρτωλές.»
«Ρε πως τα λες. Σαν πλοκή ερωτικού ρομαντικού μυθιστορήματος μου ακούγετε.»
«Μέχρι την ηλικία των είκοσι πέντε αγάπη μου το σεξουαλικό κεφάλαιο μιας γυναίκας έχει συνήθως κορυφωθεί. Μετά από τα τριάντα, δεν είναι πλέον στην αναπαραγωγική ακμή της και αρχίζει να χάνει στον ανταγωνισμό με νεότερες γυναίκες. Μέχρι την ηλικία των σαράντα, το σεξουαλικό της κεφάλαιο έχει μειωθεί στο σημείο όπου το να βρει σύντροφο ποιότητας γίνεται πλέον αμφίβολο. Γι αυτό απόλαυσε-το όσο είναι νωρίς... Το λέει και το λαϊκό σοφό τραγούδι. Γλέντα καμένε άνθρωπε, γιατί θε να γεράσεις, και τα νιάτα δεν πουλιούνται πια να τα ξαναγοράσεις.»
«Μμμμ... Δεν διαφωνώ.»
«Για αυτό λοιπόν κάτσε να τα πούμε και άκου να μαθαίνεις, με την ησυχία σου και με το πάσο σου στο τσίπουρο που θα πιούμε! Ετούτο τον καιρό που απ' ότι κατάλαβα δεν γαμιέσαι με κανέναν πως τη βγάζεις; Φαντασία μου πλανεύτρα;» Ρωτάει τώρα η Εριφύλη.
«Τι να κάνω μόνη μου τι βρίσκω και έχει και εγγυημένα αποτελέσματα! Αδειάζει το μυαλό μου από περιττές σκέψεις, και δίνομαι ψυχή και σώμα στο ιερό μου καθήκον! Αλλά που θα πάει. Γουστάρω και εγώ κάποιον και όπως σου είπα τον έχω στο μυαλό μου και πιστεύω σύντομα να τον καταφέρω να ξεκινήσουμε να μου ξεσκίζει και μένα το μουνί και τον κώλο και να μου χαρίζει τους οργασμούς των ονείρων μου!» 
«Ενδιαφέρον μου ακούγεται. Ποιος είναι; Γνωστός; Τον ξέρω;»
«Ε πως να στο πω», άρχισε ο Άλκηστις αργά-αργά σα να μετρούσε τις κουβέντες της.
«Όλο μυστήριες κουβέντες είσαι ρε Άλκηστις. Τι θες να πεις και δεν το λες καθαρά;»
«Τι θες να πω δηλαδή;»
«Την αλφαβήτα. Με δουλεύεις;»
«Θα τον μάθεις αν μ' αφήσεις να στα πω λοιπόν με τη σειρά τους και κατά πως μπορώ εγώ.»
«Λέγε τα όπως θες και μ' όσα στολίδια γουστάρεις» της χαμογέλασε αδελφικά η Εριφύλη και της χάιδεψε τρυφερά το χέρι.
«Που είχαμε μείνει το λοιπόν. Α ναι!» άρχισε η Άλκηστις πάλι αργά αργά σα να μετρούσε και πάλι τις κουβέντες της. «Άσε που τα πράματα δεν είναι ρόδινα.» 
«Μη λοξοδρομείς την κουβέντα ρε συ Άλκηστις, αγανάκτησε ξανά ο Εριφύλη. Γαμάς κουβέντα που λέμε. Τέλος πάντων είπε μετά από μικρή σκέψη. Τι ζόρι έχεις να μου τον πεις και όταν τα λες αυτά, δε με κοιτάς στα μάτια! Ξέρεις πως δε μου αρέσει καθόλου όταν γίνεσαι αινιγματική. Πες μου ποιος είναι και γιατί διστάζεις να το πεις.»
Η Άλκηστις γύρισε και την κοίταξε με σταυρωμένα τα χέρια και ένευσε καταφατικά.
«Θα σου πω την αλήθεια! Λοιπόν τον ξέρεις. Και πολύ καλά μάλιστα. Καλύτερα δεν γίνεται.»
«Σοβαρά το λες; Και ποιος είναι ο τυχερός που θέλεις να γευτεί τα κάλλη σου;»
«Εσύ ποιον να λες! ..............................................

 
Web Informer Button