ADS

click to open

Σάββατο 6 Ιουλίου 2024

Mia Kainourgia Mera

Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ.» ....Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας.....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).....
........Άλλη μια μέρα ξημέρωσε. Όλα καινούργια, δροσερά, φωτεινά. Από το παράθυρο γλίστρησε κιόλας η πρώτη γελαστή ακτίνα και από τις χαραμάδες μπουκάρει δροσερό το αεράκι. O Νικηφόρος άνοιξε τα μάτια του αργά η ώρα περασμένη, μια σιωπή τον κύκλωνε κι ο ύπνος του στάθηκε μαγευτικός, δίχως σταμάτημα. Σαν ξύπνησε, καινούρια ίχνη να ακολουθήσει προσπαθεί χαμένος ακόμα σε όνειρα νυχτερινά. Ως συνήθως, τράβηξε μια δυνατή τζούρα νέας πνοής, τεντώθηκε για να ξυπνήσουν όλοι οι μύες και έτριψε απαλά τα βλέφαρά του, απλώνοντας τα χέρια του στη φλοκάτη, τα σεντόνια ήταν κρύα. Η Νεφέλη, μετά την καυτή νύχτα που είχαν περάσει, είχε ήδη σηκωθεί από νωρίς και έλειπε από το σπίτι. Σηκώθηκε να ξεμουδιάσει, το κορμί του το ΄νιωσε ανάλαφρο σ' ένα σπίτι πεντακάθαρο. Δε θυμάται τι όνειρο είδε, μα ένιωθε ανάλαφρος και χαρούμενος σα να έβγαινε από τη παλίρροια της θάλασσας. Μειδίασε αυτάρεσκα και κατευθύνθηκε νωχελικά προς το λουτρό για ένα ζεστό ντους. Άφησε το νερό να σβήσει από πάνω του κάθε ίχνος χαλάρωσης και νωθρότητας και κοίταξε τον εαυτό του στον καθρέπτη. Αντίκρισε την ένταση των ματιών του, έκανε μερικές αστείες γκριμάτσες και χαμογέλασε στην αυτοπεποίθησή του. Με αργές κινήσεις άρχισε να προετοιμάζεται για το πρωινό αναζωογονητικό του ξύρισμα. 
Τελειώνοντας με την πρωινή ρουτίνα αφύπνισης, έριξε δυο ελαφρά σκαμπίλια στα μάγουλά του να τεντώσει τα νεύρα του και ένας χυμός και ένας δυνατός καφές ήταν ότι ακριβώς χρειαζόταν. Μόλις πήρε τις απαραίτητες θερμίδες έφτιαξε έναν μυρωδάτο εσπρέσο καφέ και ξεπρόβαλε την όψη του απ΄ τη μπαλκονόπορτα. Η πρωινή φθινοπωρινή πάχνη στον ήρεμο κόλπο είχε κάτσει πηχτή πάνω από τη θάλασσα, η μέρα είχε φέξει πια για τα καλά, πολλά σύννεφα, ροδισμένα, κι άλλα μελαψά, τα 'σπρώχνε, τα ζύμωνε, τα γοργοκυλούσε ο άνεμος, στον πρωινό απειρόχρωμο και θαμπό ουρανό. Βγήκε απόξω στο μπαλκόνι με θέα την θάλασσα, ρούφηξε την θαλασσινή την οσμή, κάρφωσε το βλέμμα του μακριά στον ορίζοντα, εκεί όπου ο ουρανός συναντούσε τη θάλασσα, γυμνάστηκε για λίγο και άραξε απολαμβάνοντας το καφέ του αναρωτώμενος ταυτόχρονα που χάθηκε πρωινιάτικα η Νεφέλη. 
 Η Νεφέλη: (νέφω: χύνω ύδωρ), η προσφέρουσα ζωογόνον ύδωρ, γνήσιο τέκνο του κανόνα «Η ηθική στη γυναίκα είναι σαν το πιπέρι στη σούπα. Αν είναι λίγο, είναι ένα ωραίο καρύκευμα. Αν το παρακάνεις, δε θέλει κανείς τη σούπα.» Ο Νικηφόρος από όταν γνώρισε τη Νεφέλη τη θυμάται υπεύθυνη και ακούραστη, καλή νοικοκυρά που ξυπνάει απ' τη χαραυγή. Εκεί που ο περισσότερος κόσμος χρειάζεται μερικά λεπτά ακόμη ώσπου να βρει το κουράγιο για να σηκώσει το κεφάλι απ’το μαξιλάρι, και χωρίς να νοιάζεται, προτιμάει να αναβάλλει το πρωινό ξύπνημα, μέχρι τη στιγμή που μια ματιά στο ρολόι θα τους τινάξει απ’το κρεβάτι όπως μια παλιά φρυγανιέρα τινάζει τις φέτες του ψωμιού η Νεφέλη είχε διαφορετική γνώμη για όλα αυτά. 
Σηκωνόταν πάντοτε στις έξι, και ο Νικηφόρος δεν είχε κατορθώσει εξηγήσει αυτή την ανεξήγητη πρωινή βιασύνης της. Είναι τολμηρή, θαρραλέα και διεκδικεί αυτό που της αρέσει. Στο σεξ παίρνει το παιχνίδι πάνω της και θέλει να της δίνεσαι ολοκληρωτικά. Θέλει συχνό σεξ, παίρνει πρωτοβουλίες και σε ταξιδεύει στον έβδομο ουρανό. Αυτά σκεφτόταν ο Νικηφόρος ατενίζοντας για αρκετή ώρα το βουνό απέναντί του με βλέμμα κενό, η μέρα είναι μουντή και συννεφιασμένη αλλά η θερμοκρασία ήταν ευχάριστα δροσερή κι ο ήλιος να ανεβαίνει ανενόχλητος μετά τη χθεσινή μπόρα παίζοντας πίσω από παχιά μπλαβιά σύννεφα χαρίζοντας, που κι που, κάποιες σύντομες ανάπαυλες λιακάδας. Τα κοκόρια ακούγονταν με ηχώ και ο αέρας μύριζε απ' τους ανθούς της λεμονιάς στο βάθος του κήπου. Δεν τον επηρέαζε η υγρασία της θάλασσας. Το γύρω τοπίο με τη βοήθεια των σύννεφων γίνονταν ομορφότερο. Τα φυλλοβόλα δέντρα είναι πράσινα, αλλά ο ψίθυρος του φθινοπώρου, που πλησιάζει, είναι εμφανής εδώ κι εκεί στις κιτρινισμένες άκρες των φύλλων που είχαν χάσει τα λαμπερά κίτρινα, τα χρυσαφιά, τα μελιά, τα έντονα πορτοκαλιά και τα κεχριμπαρένια τους χρώματα. Κάποια στιγμή μπλέχτηκε στα πόδια του η γάτα, ζητιάνευε κι αυτή τα χάδια του, νιαούριζε ζωηρά και του απέσπασε για λίγο το μυαλό από το περιβάλλον. Κοιτούσε, δήθεν ικετευτικά τον Νικηφόρο, τριβόταν στα πόδια του, άφηνε την ουρά της σημαντικά περισσότερη ώρα πάνω στη γάμπα του, ακόμη κι αν το σώμα της είχε αποκολληθεί από εκείνη. Η ουρά της γάτας, ήταν το ύστατο παρακάλι, η πονηριά, ο εκβιασμός, η πουτανιά του αιλουροειδούς. Τη χρησιμοποιούσε κατά βούληση. Τη Νεφέλη πάντως, την τούμπαρε συνεχώς. Σε μια στροφή του δρόμου η γάτα κόντεψε να λιώσει κάτω από τις ρόδες του αυτοκινήτου της και η Νεφέλη από τις τύψεις που δεν την πρόσεξε εκείνη τη στιγμή, είπε να την υιοθετήσει και να την προσέχει για όλες τις υπόλοιπές στιγμές της. Δεν είχε περάσει καμπόση ώρα που ρέμβαζε στον ήχο της παλίρροιας όταν έκανε την εμφάνιση της η Νεφέλη ερχόμενη από το διπλανό σπίτι της Φαίδρας. Αν και ήταν ακόμη πρωί, η Νεφέλη ακτινοβολούσε, και όταν τον είδε τα μάτια της έλαμψαν, πάνω στη φρέσκια επιδερμίδα της, και τα κατακόκκινα μάγουλα. Οι χθεσινοβραδυνοί οργασμοί είχαν επιδράσει πάνω της σαν το πιο θαυματουργό καλλυντικό. Τον πληροφόρησε ότι επί ευκαιρία της τριημέρου αργίας είχαν έλθει στο εξοχικό τους η γειτόνισσα της η Φαίδρα μαζί με την κόρη της την Δανάη. Ήρθαν πολύ αργά χθες το βράδυ. Μάλιστα είδε φως στο σπίτι μου και πέρασε να μου πει μια καλησπέρα. Δυστυχώς για κακή μας τύχη ήταν την ώρα που ζούσαμε σε ένα παράλληλο σύμπαν, όπου η ηδονή είχε τον πρώτο λόγο και οι λέξεις έβγαιναν από το στόμα μας, μόνες τους, χωρίς καν να τις σκεφτούμε. Επόμενο ήταν να ακούσει τα παθιασμένα πρόστυχα βογγητά κατάλαβε τι συμβαίνει και δεν μας ενόχλησε. Τελικά πάντα μπορεί να εμφανιστεί κάποιος ξαφνικά και να σε κάνουν τσακωτό, η να σε υποπτευτούν.
«Με είχε τρελαίνει το γαμήσι σου μωρό μου. Καριόλη άνδρα, μου φάνηκε ατέλειωτο!. Είχε πάρει φωτιά το μουνί μου!. Έζησα στιγμές με εκρηκτικούς οργασμούς που θα τους θυμάμαι για καιρό! Λένε πως το καλό κρεβάτι θέλει φαντασία και εφευρετικότητα. Σωστά;»
«Σωστά! Έτσι τούρμπο που με είχες κάνει κατά τη διάρκεια του σεξ .»
«Δηλαδη είμαι γυναίκα που βάζει φωτιά στα σεντόνια;»
«Τα αποτελέσματα έδειξαν Μωρό μου ότι έχεις τεράστια διάθεση για σεξ, δεν έχεις αναστολές, έχεις αυτοπεποίθηση επειδή ξέρεις να ικανοποιείς αλλά και να ικανοποιείσαι.»
«Ξέρω να ζήσω το σεξ καυλιάρη μου!»
«Άρα λοιπόν…! Η Φαίδρα ξέρει με ποιον ήσουν τη νύχτα και γαμιόσουν.»
«Ναι είδε τ’ αυτοκίνητο σου και το κατάλαβε.»
«Λες να μας κάνει  βούκινο;... με τα επιτεύγματα μας;.  Ελπίζω πως δεν θα έχουμε προβλήματα.»
«Από την Φαίδρα; Δεν νομίζω, αυτή είναι πολύ εχέμυθη και διακριτική και δεν θα έχουμε προβλήματα. Άλλωστε γνωριζόμαστε χρόνια τώρα και κάτι που «λέγεται εκεί, μένει εκεί!» και έτσι μπορώ να την εμπιστευτώ. Αλλού είναι το πρόβλημα.»
«Δηλαδή που είναι το πρόβλημα;.»
«Να πρέπει να μας άκουσε και η κόρη της η Δανάη.»
«Τι να πω τώρα εγώ; Πότε έγινε αυτό με την Δανάη;»
«Από ότι κατάλαβα ει χε βγει με το φεγγάρι ήταν δίπλα στην αμμουδιά στο κύμα, αλλά υποπτεύομαι πως γυρίζοντας από το μονοπάτι που χωρίζει τα σπίτια μας, κατάλαβε τι παίζει, στάθηκε στην πίσω αυλή και έζησε μαζί μας τις καύλες μας.» 
«Δηλαδή μας άκουγε τότε που λέγαμε ότι μας κατέβει και το λεξιλόγιο είχε ένα ευρύ φάσμα με διάφορες αποχρώσεις;»
«Τα πιο ωραία λόγια στο κρεβάτι θα ειπωθούν όταν έχεις χάσει τα λογικά σου και δεν φιλτράρεις τίποτα κούκλε μου. Στο κάτω κάτω εκείνη την ώρα που χάνουμε τον έλεγχο σιγά μη βάλουμε και «μπιμπ» στο στόμα μας. Το φαντάζεσαι; »
«Φαντάζομαι την Δανάη που άκουσε τι κάναμε, με λεπτομερή περιγραφή.»
 «Παραμύθια για ενήλικες λέγαμε αγορίνα μου! Πειράζει;»
«Η Δανάη ε! Μαθήτρια του λυκείου δεν είναι;»
«Όχι ! Έχει τελειώσει το λύκειο. Είναι φοιτήτρια σε κάποια σχολή κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η κοπέλα είναι αρκετά δυναμική και ολίγον άτακτη σαν θηλυκό, ένα χαριτωμένο αλάνι τώρα στα δέκα οκτώ της. Σίγουρα έχει να κάψει καρδιές τώρα που μεγάλωσε! Να δεις τα βλέμματα των αντρών στο δρόμο πως την κοιτάνε.»
Ο Νικηφόρος συμφώνησε. Σκέφτεται τη Φαίδρα μια από τις πιο όμορφες φάτσες της περιοχής, που από τα ωάρια της λογικό ήταν να προκύψει η Δανάη, ένα από τα πιο λαχταριστά μωρά. Πράγματι η Δανάη είναι ένα γοητευτικότατο πλάσμα, μια πανέμορφη κοπέλα. Κάτι είχε ακούσει ότι το κοριτσάκι ήταν ξεπεταγμένο από καιρό! Περίεργο πράγμα κι αυτό, κάποτε τα κορίτσια ήταν ντροπαλά και σεμνά, τώρα λες και τα έχει καβαλήσει ο διάολος, με το που θα μπούνε στο γυμνάσιο από παιδιά γίνονται γυναίκες, ποθούν χάδια, φιλιά και είναι πολλές από αυτές που δεν αρκούνται σε αυτά αλλά θέλουν περισσότερα.
«Πάντως η Δανάη θέλει μερικές συμβουλές γιατί στην ηλικία αυτή όπως ξέρεις από την δική σου εμπειρία το μουνί δεν ησυχάζει εύκολα.»
«Μην τα λες εμένα! Λες να μην τα θυμάμαι! Στο λύκειο ήταν που ήμουν ηφαίστειο η κοπέλα και δεν μπορούσα να ηρεμήσω! Όταν με πήδηξε για πρώτη φορά ένας ποδοσφαιριστής της τοπικής μας ομάδας ήμουν ακόμη στη δευτέρα λυκείου και τότε ήθελα πέντε φορές την ημέρα πήδημα για να ηρεμήσω, δεν με προλάβαινε ο τύπος στο γαμήσι σου λέω! Άντε μετά να παίξει μπάλα ο νεαρός που έσερνε τα πόδια του. Και μεταξύ μας εκτός από αυτόν με πηδούσε και ο ξάδερφος μου, που ήταν στρατιώτης όταν ερχόταν με άδεια από το στρατόπεδο στο χωριό.»
 «Θα μείνουν;»
«Η Φαίδρα με τη Δανάη;»
«Ναι. Ποιος άλλος.»
«Ναι θα μείνουν μέχρι αργά το απόγευμα που θα πάει με την μητέρα της στον εσπερινό του μοναστηρίου στο επάνω χωριό. Και επειδή η Φαίδρα δεν έχει μαγειρέψει και μιας και είχαμε να βρεθούμε από κοντά αρκετό καιρό, και εγώ έχω κανονίσει να μαγειρέψω της πρότεινα εάν δεν έχουν άλλα σχέδια τότε είναι καλεσμένες στο σπίτι μου για φαγητό, να έρθουν να φάμε μαζί παρέα δε θα ήθελα να φάμε μονάχοι μας και να περάσουμε γενικά την ημέρα μας στο σπίτι μας. Η Φαίδρα με την κόρη της δέχτηκε με ευχαρίστηση την πρόσκληση και τις αναμένω να έλθουν το μεσημέρι. 
Αα! Να μην το ξεχάσω.  Η Φαίδρα ζήτησε τη μεσολάβηση μου, να σου ζητήσω να της κάνεις μια πολύ φιλική εξυπηρέτηση.»
«Φιλική εξυπηρέτηση; Και εγώ πως μπορώ να τη βοηθήσω; Μη μου πεις πως η Φαίδρα έχει καύλες και αναζητά επιβήτορα; Προσφέρομαι εντελώς δωρεάν να της κάνω μια προσωπική εξυπηρέτηση για να ηρεμήσει η όμορφη κυρία εάν αυτή την εποχή έχει ρθει σε φάση του οίστρου.» 
«Εγώ λέω συμμαζέψου και μην μου λες πολλά. Η γυναίκα γνωρίζει ότι έχεις ένα «κουσούρι». Ξέρει ότι σου αρέσουν οι μηχανές και το ίδιο αρέσουν και στον σύζυγο της.  Η μηχανή του συζύγου της λοιπόν επειδή έφυγε ξαφνικά για μπάρκο έμεινε στην αυλή τους στο εξοχικό και θέλει αν έχεις την ευγενή καλοσύνη να την μεταφέρεις στο σπίτι της μητέρας της στο χωριό για ασφάλεια.»
Έτσι λοιπόν κύλησε η μέρα τους, μέχρι αργά το μεσημέρι. Ο Νικηφόρος αφού τακτοποίησε μερικές εξωτερικές εργασίες ξαναγύρισε στης Νεφέλης από νωρίς, περιμένοντας τα αποτελέσματα της μαγειρικής της. Έβαλε λίγο κονιάκ στο ποτήρι, τράβηξε τις κουρτίνες του παραθύρου κοιτάζοντας την θάλασσα ενώ από το cd player ακούγονταν η φωνή του Andrea Bocceli στο αγαπημένο του κομμάτι «En Aranjuez con tu amor». Είχε αφοσιωθεί να την παρακολουθεί να μαγειρεύει, καθισμένος στο ξύλινο καναπέ της κουζίνας δίπλα της και κοιτούσε με τα μάτια προσηλωμένα στις κατσαρόλες, πότε έβαζε το αλάτι, την κανέλα, τα μπαχαρικά και οι μυρωδιές από τα φαγητά τον ζάλιζαν και του έλκυαν εσωτερικά στον κόσμο των αισθήσεων. Λένε ότι η μαγειρική είναι η χαρά του ότι μπορεί κάποιος να φέρει εις πέρας ένα αποτέλεσμα, οποιοδήποτε είναι αυτό, είτε είναι γευστικό είτε όχι, όσο έχει σημασία η προσπάθεια. Η χαρά της Νεφέλης είναι ότι φτιάχνει δικά της δημιουργήματα με την ιδιαιτερότητα της προσωπικής φαντασίας της. Είναι ότι κάνει κάτι με τα χέρια της και απολαμβάνει τη χαρά του ότι τα καταφέρνει. Το πιο σημαντικό από όλα όμως, για εκείνη είναι η γεύση να ταυτίζεται με τη συνεύρεση, με τους ανθρώπους με τους οποίους επιλέγει να το χαρεί το συντροφικό τραπέζι. Ένα τραπέζι που θα κάτσουν να φάνε, θα γελάσουν, θα πιουν, θα τσακωθούν, θα τα ξαναβρούν, θα συζητήσουν, θα ξαναγελάσουν. Για τη Νεφέλη το τραπέζι με το φαγητό για φίλους είναι να κάτσουν δύο τρεις ώρες και αυτές οι ώρες να περιέχουν τα πάντα. Να περνάει όλη τους η ζωή μπροστά από τα μάτια τους όταν συνδέονται γύρω από τη γεύση. Ίσως, τελικά της Νεφέλης, η μαγειρική και η γεύση να είναι σαν την αγάπη». Όταν κάθισαν στο τραπέζι δοκιμάζοντας τη συνταγή της Νεφέλης ενθουσιάστηκαν. Το κρέας ήταν εύγευστο και τρυφερό αυτό όμως που το έκανε να ξεχωρίζει ήταν η σάλτσα του με το λεπτό άρωμα του σκόρδου και της κανέλας αλλά και η όψη της σάλτσας με την κρεμώδη υφή της. Και φτάσανε στην ώρα του καφέ. Η Νεφέλη δεν χαλάει την συνήθεια της. Ελληνικός καφές πάντα. Βάζει τα φλιτζανάκια στο τραπέζι και με το τεράστιο μπρίκι που αχνίζει σερβίρει. Πίνουν αργά αργά κουβεντιάζοντας τα νέα του χωριού, της χώρας, και τα προσωπικά τους. Με κουβέντα κι ονειροπολήματα. Ο Νικηφόρος πρέπει να ομολογήσει ότι με μεγάλη του χαρά διαπίστωσε ότι τις δυο γυναίκες τις συνέδεε μια αληθινή και στέρεη φιλία. Σχετικά δεν δυσκολεύτηκε να σκεφτεί ότι «το Ποίημα στους φίλους» που έτυχε να διαβάσει του περίφημου αργεντινού συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες ήταν το πλέον κατάλληλο για να αποδώσει τη φιλία τους και έδωσε απάντηση σε όλα του τα ερωτήματα.
«Δεν μπορώ να σου δώσω λύσεις για τα προβλήματα της ζωής σου, ούτε έχω απαντήσεις για τις αμφιβολίες και τους φόβους σου, όμως μπορώ να σε ακούσω και να τα μοιραστώ μαζί σου. Δεν μπορώ να αλλάξω το παρελθόν ή το μέλλον σου αλλά όταν με χρειάζεσαι θα είμαι δίπλα σου. Δεν μπορώ να αποτρέψω τα παραπατήματα σου, όμως μπορώ να σου προσφέρω το χέρι μου για να κρατηθείς και να μην πέσεις.» 

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Web Informer Button