ADS

click to open

Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

Kavafis... Ithaki



Σα βγεις στον πηγαιµό γιά τήν 'Ιθάκη,
νά εύχεσαι νάναι μακρύς δρόµος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπας,
τόν θυµωµένο Ποσειδώνα µή φοβάσαι,
τέτοια στόν δρόµο σου ποτέ σου δέν θά βρείς,
αν µέν' ή σκέψις σου υψηλή, αν έκλεκτή
συγκίνησις τό πνευµα και τό σώµα σου άγγιζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κυκλωπας,
τόν αγριο Ποσειδώνα δέν θά σuναντήσεις,
αν δέν τους κουβανείς µές στήν ψυχή σου,
αν ή ψυχή σου δέν τους στήνει έµπρός σου.

Νά ευχεσαι νάναι µακρός ό δρόµος.
Πολλά τά καλοκαιρινά πρωϊά νά ειναι
που µέ τι ευχαριστησι, µέ τι χαρά
θά µπαινεις σέ λιµένας πρωτοειδωµένους
νά σταµατήσεις σ' έµπορεία Φοινικικά,
καί τές καλές πραγµάτειες ν' άποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριµπάρια κ' εβενους,
καί ήδονικά µυρωδικά κάθε λογης,
οσο µπορείς πιό αφθονα ήδονικά µυρωδικά'
σέ πόλεις Αίγυπτιακές πολλές νά πάς,
νά µάθεις καί νά µάθεις άπ' τους σπουδασµένους.

Πάντα στόν νου σου ναχεις τήν 'Ιθάκη.
Τό φθάσιµον έκεί ειν' ό προορισµός σoυ .
Αλλά µή βιάζεις τό ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά νά διαρκέσει'
καί γέρος πιά ν' άράξεις στό νησί,
πλουσιος µέ οσα κέρδισες στόν δρόµο,
µή προσδοκώντας πλουτη νά σέ δώσει ή 'Ιθάκη.

Ή 'Ιθάκη σ' εδωσε τ' ώραίο ταξείδι.
Χωρις αυτήν δέν θαβγαινες στόν δρόµο.
'Άλλα δέν εχει νά σέ δώσει πιά.
Κι αν πτωχική τήν βρείς,ή 'Ιθάκη δέν σέ γέλασε.
'Έτσι σοφός που εγινες, µέ τόση πείρα,
ήδη θά τό κατάλαβες ή 'Ιθάκες τι σηµαινουν.

Καβάφης

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

Kosmologia Tis Noissis

Πηγή: Η Κοσμολογία της νόησης – Δανέζη/Θεοδοσίου

Ένα πολύ μικρό απόσπασμα από το βιβλίο "Εισαγωγή στην Κοσμολογία, Κοσμολογία της Νόησης."
......Πως να νοιώσει κανείς, το εγώ του όταν από το 1905 με την Γενική Θεωρία της Σχετικότητας οι φυσικοί ξέρουν ότι το Σύμπαν είναι ένα, ότι οι περιορισμένης αντιληπτικότητας αισθήσεις του ανθρώπου τον αναγκάζουν να ζει με την πεποίθηση ότι είναι κάτι ξεχωριστό από την στιγμή η "ύπαρξη του" δεν τελειώνει στα άκρα του σώματος του ούτε στις μεγαλόπνοες σκέψεις του αλλά είναι ένα μικρό κύτταρο ενός συνολικής ενιαίας ολότητας που περιλαμβάνει τα πάντα. Και κάθε σκέψη του - με βάση της χίλιo αποδειγμένης θεωρίας των συσχετισμένων φωτονίων- μεταβιβάζεται σε χρόνο μηδέν σε όλο το σύμπαν.
Manos Danezis & Stratos Theodossiougeometry_of_universe
Μια σημαντική παράμετρος ενός χώρου, οποιασδήποτε διάστασης, η οποία χαρακτηρίζει το είδος της γεωμετρίας που περιγράφει τις ιδιότητες του, είναι ο παράγοντας της καμπυλότητας του (ε).
Έτσι ένας ευκλείδειος χώρος έχει καμπυλότητα ε=0. Ένας χώρος Lobatschewski έχει αρνητική καμπυλότητα (ε<0 riemann="riemann">0).
Όπως αναφέρει ο M. Talbot (1993): «Είναι σχεδόν αδύνατο να φανταστούμε την καμπυλότητα τον χωροχρόνου στο υλικό της ίδιας της πραγματικότητας. Για να το καταφέρουμε, χρειάζεται να κοιτάξουμε το οικοδόμημα της πραγματικότητας έξω από αυτήν, κάτι που δεν μπορούμε προς το παρόν να κάνουμε. Είμαστε πιασμένοι μέσα σε έναν καθρέφτη και το φως που μας φέρνει εικόνες τον φυσικού Σύμπαντος ακολουθεί τις καμπύλες που έχει η επιφάνεια τον καθρέφτη. Οι στρεβλώσεις που συμβαίνουν όμως είναι αόρατες στα μάτια μας».
Ας αναφερθεί εδώ ότι, σύμφωνα με τη Θεωρία της Σχετικότητας, η καμπύλωση του χώρου και η διαμόρφωση του σε χώρο Lobatschewski ή Riemann εξαρτάται από την πυκνότητα και την ποσότητα της ύλης που σχηματοποιείται στο πλαίσιο του.
Για το λόγο αυτό η διερεύνηση της συνολικής τιμής της μάζας του Σύμπαντος και της κατανομής της στο Σύμπαν είναι αναγκαία προϋπόθεση, προκειμένου να εξαχθούν συμπεράσματα για την πιθανή εξέλιξη του.
Για να γίνουν πιο κατανοητά όλα τα προηγούμενα, ας δώσουμε μια σχηματική απεικόνιση των δισδιάστατων χώρων (επιπέδων) του Ευκλείδη, του Lobatschewski και του Riemann μέσα στον ευκλείδειο χώρο των τριών διαστάσεων.
O T. A. Whiller, στο βιβλίο του Superspace and the nature of quantum geometrodynamics (1968), για όλα τα παραπάνω αναφέρει:
«Η καμπυλωμένη γεωμετρία (μη ευκλείδεια) είναι ένα είδος μαγικού δομικού υλικού, από το οποίο είναι φτιαγμένο οτιδήποτε στον φυσικό κόσμο:
H αργή καμπύλωση σε κάποια περιοχή του διαστήματος περιγράφει ένα βαρυτικό
πεδίο.
Μια κυματοειδής γεωμετρία με έναν διαφορετικό τύπο καμπυλότητας (κατά περιοχή) περιγράφει ένα ηλεκτρομαγνητικό πεδίο.
Μια περιοχή κόμβων υψηλής καμπυλότητας ίσως περιγράφει μια συγκέντρωση φορτίου και ενέργειας-μάζας που κινείται σαν σωματίδιο. Μήπως τελικά τα πεδία και τα σωματίδια είναι ξένες υπάρξεις βυθισμένες στη γεωμετρία, ή μήπως δεν είναι τίποτε άλλο από γεωμετρία;»
O W. K. Cliffor, το 1876, διατύπωσε την άποψη ότι η ύλη δεν είναι τίποτε περισσότερο από κενό καμπύλο διάστημα, ενώ ο T. A. Whiller (1968) δήλωνε:
«…Έκτος από το κενό, καμπυλόγραμμο (μη ευκλείδειο) διάστημα δεν υπάρχει τίποτε άλλο στον κόσμο. H ύλη, το φορτίο, ο ηλεκτρομαγνητισμός και τα υπόλοιπα πεδία είναι μόνο οι εκδηλώσεις της κάμψης του χώρου. H φυσική είναι γεωμετρία».
O ίδιος πάλι σημείωνε ότι ο «ιστός» του χωροχρόνου αποτελείται από μια ταραγμένη θάλασσα φυσαλίδων, την οποία ονόμασε «κβαντικό αφρό», για να καταλήξει: «0 χώρος της γεωμετροδυναμικής των κβάντα μπορεί να συγκριθεί με ένα χαλί αφρού, που επεκτείνεται σε ένα αργόσυρτο κυματιζόμενο τοπίο… Οι διαρκείς μικροσκοπικές αλλαγές που συμβαίνουν στο χαλί του αφρού, όταν εμφανίζονται νέες φυσαλίδες και εξαφανίζονται οι παλιές, συμβολίζουν τις κβαντικές διακυμάνσεις στη γεωμετρία».
Συνεπώς, σύμφωνα με τον Whiller, πάνω στον κβαντικό αφρό επιδρούν βαρυτικές και ηλεκτρομαγνητικές δυνάμεις προκαλώντας δονήσεις και στη συνέχεια κύματα που επισημαίνονται από τον παρατηρητή σαν σωματίδια. H αλληλεπίδραση αυτών των κυμάτων δημιουργεί τα άτομα, τα μόρια και ολόκληρη την ουσία του φυσικού κόσμου. Με τον τρόπο αυτό, τα πάντα στο Σύμπαν είναι κυματισμοί μέσα στο τίποτα.

Πέμπτη 12 Φεβρουαρίου 2009

O Idas Kai I Marpissa

Η ιστορία του Ίδας και της Μάρπησσα είναι ένας μύθος της αγάπης.
Αυτοί οι δύο χαρακτήρες απέδειξαν ότι η αγάπη και η αιώνια αφοσίωση δεν μπορούν να κατακτηθούν από το ξίφος, τη δύναμη, την ομορφιά ή τη δόξα. Η Μάρπησσα ήταν νέο κορίτσι που κάποιο χρόνο στη ζωή της βρήκε η ίδια στην ανάγκη να επιλέξει το σύζυγό της μεταξύ ενός θνητού και ενός Θεού. Ποια ήταν η απόφασή της; 
Κοιτάξτε μέσω του μύθου για να βρείτε την απάντηση.
...........................................................................................................
Ι)... "Στην ελληνική μυθολογία η Μάρπησσα ήταν θυγατέρα του ποτάμιου θεού Εύηνου. Η Μάρπησσα απάχθηκε από τον `Ιδα, που την είχε δεί να χορεύει στο ιερό της «Ορτυγίας Αρτέμιδος», επάνω στο όρος Χαλκίς της Αιτωλίας. Ο Εύηνος κυνήγησε πάνω σε ένα άρμα τον Ίδα μέχρι τον ποταμό Λυκόρμα. Εκεί ο Ίδας του ξέφυγε επειδή είχε φτερωτό άρμα που του είχε δώσει ο πατέρας του, ο θεός Ποσειδώνας."
ΙΙ)... Ίδας μυθολογικός ήρωας των Αιτωλών και Μεσσηνίων. Ήταν γιος του Αφαρέα και αδερφός του Λυγκέα. Κατά την παράδοση, έκλεψε με τη θέλησή της από το ναό του Απόλλωνα την κόρη του ποταμού Εύηνου Μάρπησσα, την οποία ο θεός είχε αρπάξει με τη βία. Ο Απόλλωνας τον καταδίωξε και μονομάχησε μαζί του. Τότε μεσολάβησε ο Δίας και ρίχνοντας έναν κεραυνό χώρισε τους δύο αντίπαλους. Μετά έδωσε εντολή να διαλέξει ελεύθερα η Μάρπησσα όποιον από τους δύο ήθελε για σύζυγο. Εκείνη διάλεξε τον Ίδα και από την ένωσή τους γεννήθηκε η Κλεοπάτρα, η σύζυγος του Μελέαγρου.

........................................................................................................
Οι Έλληνες δεν δίστασαν να τα βάλουν με τους θεούς τους.
Και κυρίως ο κατ’ εξοχήν θεομαχητής ήρωας... ο Ηρακλής.
Ο Μενέλαος πάλεψε με τον Νηρέα.
Ο Ηρακλής με τον Αχελώο, τον Απόλλωνα, τον Άρη που τον λάβωσε σοβαρά στο πόδι, τον Πλούτωνα, τους Τιτάνες, και με τον ίδιο τον Δια, όταν τόλμησε να ελευθερώσει τον Προμηθέα από τα δεσμά του.
Αλλά ένας Ήρωας που αξίζει να αναφερθεί, και να συγκριθεί με τα ιστορήματα της βίβλου, και τους λόγους που ο Αβραάμ, έδωσε την γυναίκα του στην κλίνη του Φαραώ για να σώσει το τομάρι του.
Είναι ο Ίδας. 
Ο ήρωας Ίδας στον αντίστοιχο ελληνικό θρύλο αρνείται να παραδώσει την εκλεκτή της καρδιάς του Μάρπησσα ακόμη κι όταν τη διεκδικεί ένας υπέρλαμπρος θεός, ο κατάξανθος σαϊτευτής Απόλλωνας. Ο ισχυρότερος αντεραστής, ο ίδιος ο θεός Απόλλωνας ζητά να πάρει την αγαπημένη του Μάρπισσα, καθώς ο Ίδας έφθασε στη Μεσσηνία. 
Ο Ίδας όμως δεν υποχώρησε, ούτε στιγμή δεν δίστασε. Απειλητικός τέντωσε το τόξο του ενάντια στο θεό.
Έλεγαν πως το τόξο του δεν λάθεψε ποτέ!
Ο Δίας όμως φρόντισε να συγκρατήσει το χέρι του ήρωα την κρίσιμη στιγμή. Άφησε την εκλογή στη διάθεση της νύφης.
Είχε έρθει ο καιρός που “κανείς” δεν μπορούσε να παραμερίσει αμαχητί έναν ήρωα!
Όσο… “θεός” και αν νόμιζε πως ήταν!
Η Μάρπησσα διάλεξε για μνηστήρα της το “θνητό” θεομάχο Ίδα.
“ Της λιγνοστραγαλης της Μάρπησσας Και του Ίδα, απ’ τους παλιούς που στάθηκε στη γη ο πιο αντρειωμένος. Κι ασκωσε αντίκρυ στον Απόλλωνα τον Φοίβο το δοξάρι”
Ο Ίδας μαζί με τους άλλους θεομάχους ήρωες στον ελληνικό θρύλο, σηματοδοτεί το τέλος της μακροχρόνιας ανεμπόδιστης εκμετάλλευσης των “θνητών” απ’ τους “θεούς”. Όλοι οι Ολύμπιοι δεν θα αργήσουν να αντιληφθούν ότι με τα “βέλη” του ο Έλληνας, είναι ο πρώτος που αναχαιτίζει την ακατάσχετη βουλιμία των θεών του....
.....................
 
 Upgrade
 Πηγή: Τα πάντα ρεί news Αυγούστου 30, 2019
http://www.tapantareinews.gr/2019/08/blog-post_547.html
 
Από τον Απολλόδωρο και την βιβλιοθήκη του μαθαίνουμε:
     Α 7,8 Εὔηνος μὲν οὖν ἐγέννησε Μάρπησσαν, ἣν Ἀπόλλωνος μνηστευομένου Ἴδας ὁ Ἀφαρέως ἥρπασε, λαβὼν παρὰ Ποσειδῶνος ἅρμα ὑπόπτερον. διώκων δὲ Εὔηνος ἐφ᾽ ἅρματος ἐπὶ τὸν Λυκόρμαν ἦλθε ποταμόν, καταλαβεῖν δ᾽ οὐ δυνάμενος τοὺς μὲν ἵππους ἀπέσφαξεν, ἑαυτὸν δ᾽ εἰς τὸν ποταμὸν ἔβαλε· καὶ καλεῖται Εὔηνος ὁ ποταμὸς ἀπ᾽ ἐκείνου.
    Α 7,9 Ἴδας δὲ εἰς Μεσσήνην παραγίνεται, καὶ αὐτῷ ὁ Ἀπόλλων περιτυχὼν ἀφαιρεῖται τὴν κόρην. μαχομένων δὲ αὐτῶν περὶ τῶν τῆς παιδὸς γάμων, Ζεὺς διαλύσας ἐπέτρεψεν αὐτῇ τῇ παρθένῳ ἑλέσθαι ὁποτέρῳ βούλεται συνοικεῖν· ἡ δὲ δείσασα, ὡς ἂν μὴ γηρῶσαν αὐτὴν Ἀπόλλων καταλίπῃ, τὸν Ἴδαν εἵλετο ἄνδρα.

απόδοση:
   Ο Εύηνος απέκτησε μια κόρη, τη Μάρπησσα, που ενώ ήταν μνηστή του Απόλλωνα, την άρπαξε ο Ίδας, ο γιος του Αφάρεα, με άρμα φτερωτό, που το πήρε από τον Ποσειδώνα. Ο Εύηνος τους καταδίωξε πάνω σε άρμα και έφτασε μέχρι τον ποταμό Λυκόρμα αλλά επειδή δεν μπορούσε να τους φτάσει, έσφαξε τα άλογα και έπεσε στον ποταμό· από εκείνον ονομάστηκε Εύηνος ο ποταμός. Ο Ίδας έφτασε στη Μεσσήνη, αλλά τον βρήκε ο Απόλλωνας και του πήρε την κόρη. Κι εκεί που μάχονταν ποιος θα την παντρευτεί, ο Δίας μπήκε στη μέση και τους χώρισε και προέτρεψε την κόρη να διαλέξει με ποιον θέλει να μείνει· εκείνη, από φόβο μήπως ο Απόλλωνας την εγκαταλείψει όταν γεράσει, διάλεξε για άντρα της τον Ίδα.

 Απολλόδωρος 1.60.1

Ο Ίδας της Ελληνικής Μυθολογίας
Ο Ίδας είναι Μεσσήνιος Ήρωας της Ελληνικής Μυθολογίας, όπου περιγράφεται στην Ιλιάδα ως ο δυνατότερος και πιο τολμηρός από όλους τους ανθρώπους. Ήταν γιος του Αφαρέως και της Αρήνης, της οικογένειας του Περιήρους. Ο Αφαρέας (Αφαρεύς) είναι από τους δημοφιλέστερους ήρωες του μεσσηνιακού ηρωικού κύκλου και σύμβολο της αντιστάσεως των Μεσσηνίων κατά των Σπαρτιατών, παρά το γεγονός ότι αργότερα λατρευόταν και στη Σπάρτη. Αδέλφια του ήταν ο Λυγκέας και ο Πίσος. Επίσης ήταν εξάδελφος των Διοσκούρων και των Λευκιππιδών. Παρέα με τον Λυγκέα πήραν μέρος στην Αργοναυτική Εκστρατεία και στο κυνήγι του Καλυδωνίου Κάπρου.

Ο Ίδας στην Αιτωλία
Κάποτε, ο Ίδας έτυχε να περάσει από τη μακρινή Αιτωλία. Εκεί, στο ιερό της «Ορτυγίας Αρτέμιδος», επάνω στο όρος Χαλκίς της Αιτωλίας, γινόταν μια γιορτή αφιερωμένη στη θεά Άρτεμη και στο πλήθος που ήταν συγκεντρωμένο γύρω από το ναό, ο Ίδας διέκρινε μια πανέμορφη κοπέλα να χορεύει μαγευτικά. Την έλεγαν Μάρπησσα και ήταν κόρη του Βασιλιά της Αιτωλίας, του Εύηνου. Ο Ίδας μαγεύτηκε τόσο πολύ από την ομορφιά της Μάρπησσας και τον θεσπέσιο χορό της, και αποφάσισε να την κλέψει, να την οδηγήσει στη Μεσσηνία και να την παντρευτεί.

Η αρπαγή της Μάρπησσας
Πλησίασε λοιπόν τη Μάρπησσα, άπλωσε τα δυνατά χέρια του, την άρπαξε και στη συνέχεια έφυγε με το άρμα του για τη Μεσσηνία. Ο Εύηνος, αφού έμαθε γρήγορα για την αρπαγή της κόρης του, ανέβηκε και αυτός στο άρμα του για να προλάβει τον Ίδα και τον κυνήγησε μέχρι τον ποταμό Λυκόρμα. Όμως ο Ίδας είχε ήδη κερδίσει δρόμο, τα άλογά του τα οποία ήταν δώρο του πατέρα του Ποσειδώνα ήταν γρηγορότερα ενώ μπορούσαν ακόμη και να πετούν. Έτσι, ο Ίδας κατάφερε να ξεφύγει από τον Εύηνο και έφτασε στη Μεσσηνία. Ο Εύηνος είτε από λύπη, είτε κατά την μάχη του με τον Ίδα, πνίγηκε στα νερά του ποταμού της Αιτωλίας που πήρε από τότε το όνομα του.

Απόλλων εναντίον Ίδα
Ωστόσο και ο θεός Απόλλωνας ενδιαφερόταν να παντρευτεί την όμορφη Μάρπησσα μιας και είχε κι αυτός γοητευτεί από αυτήν, κάποια άλλη φορά που την είχε δει στο παρελθόν. Θύμωσε λοιπόν που την άρπαξε ο Ίδας και ανέβηκε στο άρμα του με τα φτερωτά άλογά του και έφτασε στη Μεσσηνία. Σταμάτησε ο Απόλλωνας το άρμα του δίπλα στου Ίδα και του ζήτησε να του παραχωρήσει τη Μάρπησσα για να την παντρευτεί. Ο Ίδας όμως αρνήθηκε και σύντομα οι δύο άντρες άρπαξαν το δόρυ και την ασπίδα τους και ξέσπασε μια τρομερή μονομαχία μεταξύ τους. Ο Απόλλωνας ήταν θεός αλλά και ο Ίδας επίσης πολύ δυνατός και μπορούσε να αποκρούει όλα τα χτυπήματα του Απόλλωνα.

Η επέμβαση του Δία και η απόφαση της Μάρπησσας
Η μάχη ήταν αμφίρροπη, κανείς δεν υποχωρούσε ενώ οι αντίπαλοι προκαλούσαν και χλεύαζαν ο ένας τον άλλο κατά τη διάρκεια της. Ο Δίας από τον Όλυμπο, άκουσε τη φοβερή κλαγγή των όπλων και πέταξε σύντομα προς τη Μεσσηνία για να επέμβει. Αρχικά προέτρεψε να πάρει τη Μάρπησσα ο πιο δυνατός, αλλά αφού η μονομαχία τους δεν είχε βγάλει νικητή, αποφάσισε να κάνει την επιλογή του άντρα της η ίδια η Μάρπησσα. Ο Απόλλωνας αισθάνθηκε σίγουρος ότι η Μάρπησσα θα επέλεγε αυτόν για σύζυγο, μιας και ήταν θεός ισχυρός και όμορφος, σε αντίθεση με το Μεσσήνιο γίγαντα ο οποίος ήταν χοντροκομμένος και θνητός.

Η Μάρπησσα ξανακοίταξε τους δύο άντρες. Σκέφτηκε ότι μπορεί ο Απόλλωνας να ήταν θεός και ομορφότερος, αλλά κάποια στιγμή που αυτή θα γεράσει, θα την διώξει και θα παντρευτεί μια άλλη γυναίκα. Αντιθέτως, ο Ίδας μπορεί να ήταν θνητός και άσχημος, αλλά θα έμενε κοντά της μέχρι και τα γεράματα να την προστατεύει και να τη νοιάζεται. Έτσι η Μάρπησσα επέλεξε ως σύζυγο τον Ίδα.
Ο Απόλλωνας έκπληκτος και συνάμα δυσαρεστημένος για την ταπείνωση που δέχτηκε, ανέβηκε στο άρμα του με τα φτερωτά άλογα, και έφυγε αστραπιαία γεμάτος οργή. Έτσι λοιπόν, ο Ίδας κέρδισε την όμορφη Μάρπησσα, την παντρεύτηκε και έζησε ευτυχισμένος μαζί της στη Μεσσηνία, κάνοντας μια κόρη μαζί, την Κλεοπάτρα.

Παραλλαγές του μύθου
Η απλή αυτή μορφή του μύθου εμφανίζεται και στον Σιμωνίδη. Ο Σχολιαστής του Ομήρου όμως γράφει ότι ο Εύηνος εξανάγκαζε τους μνηστήρες της Μάρπησσας να διαγωνισθούν μαζί του στην αρματοδρομία, έκοβε τα κεφάλια των νικημένων και στόλιζε με αυτά τους τοίχους του ανακτόρου του ή του ναού του Ποσειδώνα, δηλαδή έκανε ό,τι και ο Οινόμαος.

Σε άλλη εκδοχή μάλιστα ο Εύηνος έκτισε ολόκληρο ναό μόνο από τα κρανία αυτά! Η μεγάλη ομοιότητα των μύθων Οινομάου-Ιπποδαμείας και Ευήνου-Μάρπησσας καταλήγει σε συνένωσή τους στη μεταγενέστερη παράδοση του Πλουτάρχου: ο Εύηνος είχε νυμφευθεί την κόρη του Οινομάου. Στον αρχικό μύθο όμως σύζυγος του Ευήνου και μητέρα της Μάρπησσας είναι η Αλκίππη.

Η κόρη της Μάρπησσας
Ο Όμηρος στο I της Ιλιάδας, μέσα από την αφήγηση του Ήρωα Φοίνικα, αναφέρεται στην κόρη της Μάρπησσας, Κλεοπάτρα η οποία είχε παντρευτεί τον Μελέαγρο. Ο Φοίνικας ανήκε στην τριμελή επιτροπή που ορίστηκε από τον Νέστορα για την επίσκεψη στην σκηνή του Αχιλλέα με σκοπό να τον πείσουν να γυρίσει στην μάχη. Στην αφήγηση του ο Φοίνικας αναφέρεται στην οικογένεια της Μάρπησσας. Αναφέρει χαρακτηριστικά στο αρχαίο κείμενο:
    ἤτοι ὃ μητρὶ φίλῃ Ἀλθαίῃ χωόμενος κῆρ κεῖτο παρὰ μνηστῇ ἀλόχῳ καλῇ Κλεοπάτρῃ κούρῃ Μαρπήσσης καλλισφύρου Εὐηνίνης Ἴδεώ θ', ὃς κάρτιστος ἐπιχθονίων γένετ' ἀνδρῶν τῶν τότε

Περίληψη ολόκληρης της αφήγησης του Φοίνικα στην Ιλιάδα:
Κάποτε γινόταν πόλεμος ανάμεσα στους Κουρήτες και τους Αιτωλούς γύρω από την όμορφη Καλυδώνα (529-32). Αιτία για το κακό ήταν η θεά Άρτεμη που θυμωμένη με τον Οινέα, επειδή δεν της αφιέρωσε τους πρώτους καρπούς του θερισμού, έστειλε έναν κάπρο που κατέστρεφε τη γη και τους καρπούς της Αιτωλίας. Ο Μελέαγρος το σκότωσε, μα η θεά ξεσήκωσε διαμάχη στους Κουρήτες και τους Αιτωλούς για το δέρμα και το κεφάλι του κάπρου (533-49). Πολεμούσε στο πλευρό των Αιτωλών ο Μελέαγρος και όλα έβαιναν καλώς, ώσπου ο ήρωας οργισμένος με τη μητέρα του κλείστηκε στο σπίτι του πλάι στη γυναίκα του την Κλεοπάτρα (550-56), που οι γονείς της την φώναζαν Αλκυόνη, για να τους θυμίζει το πάθημα της μητέρας της Μάρπησσας, όταν την άρπαξε ο Απόλλωνας και ο άντρας της ο Ίδας και πατέρας της Κλεοπάτρας την έσωσε παίρνοντας το τόξο να χτυπήσει το θεό (557-64). Η περιγραφή ξαναγυρνά στη συνέχεια του θυμού του Μελεάγρου εξηγώντας ότι εξοργίστηκε με τη μητέρα του την Αλθαία, καθώς αυτή πικραμένη, που ο γιος της σκότωσε τον αδερφό της, τον καταράστηκε να βρει το θάνατο καλώντας την Ερινύα (565-73/4). Ο Μελέαγρος δε λυγίζει από τα ολοένα και αυξανόμενα παρακάλια των Αιτωλών γερόντων που του έστειλαν ιερείς και υπόσχονταν δώρα ούτε από τα παρακάλια του πατέρα του Οινέα ούτε των αδερφών και της μητέρας του ούτε των πολυαγαπημένων του φίλων (574-87). Μόνο όταν η πόλη φτάνει στον έσχατο κίνδυνο συγκινείται από το κλάμα της αγαπημένης του γυναίκας, που του προλέγει τα δεινά(588-95). Σώζει την πόλη του, αλλά τώρα πια δε λαμβάνει τα δώρα (596-9).



Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009

To Taxidi Tou Ikarou

Tο ταξίδι του Ίκαρου
O Ίκαρος δεν χάθηκε εξαιτίας του Ήλιου αλλά μάλλον από τις συνθήκες που επικρατούσαν στην Γη.  Δεν είμαστε ακόμη απόλυτα βέβαιοι αν πήγε «εκεί που κανείς δεν ξέρει»  και βρήκε «αυτό που κανείς δεν γνωρίζει»   η αν έχασε το δρόμο του.
Χάπι εντ
Ας πούμε ότι βρισκόμαστε στις πύλες του παραδείσου, με τον Άγιο Πέτρο.
Πλησιάζουν δυο υποψήφιοι, ένας μηχανικός της ΝΑΣΑ και ένας ακτιβιστής εναντίον της πείνας.
Ο Άγιος επιρρεπής στα καλά έργα και τη φιλανθρωπία, ασχολείται πρώτα με τον δεύτερο τύπο και τον ρωτάει πως πάει ο αγώνας.
 Ο ακτιβιστής τα μασάει.
"Τις τελευταίες δεκαετίες, όπως έχει επισημάνει και ο νομπελίστας οικονομολόγος Amartya Sen , οι λιμοί δεν σχετίζονται κυρίως με την έλλειψη προσφοράς τροφίμων. Η παραγωγή επαρκεί να χορτάσει ολόκληρος ο πλανήτης. Το θέμα δεν είναι ότι ο φτωχός δεν έχει χρήματα να αγοράσει, αλλά το ότι είναι τόσο φτωχός που δεν μπορεί να συμπράξει με τα πιθανά δίκτυα διανομής. Το να γέμιζαν οι πληθυσμοί την κοιλιά τους με λούπινα και σούπα δεν θα χαλούσε τα σχέδια των πολυεθνικών. Πέρα λοιπόν από την αδιαφορία και τη διαφθορά, ευθύνονται ο κακός συντονισμός και οι συγκρούσεις, ειδικά οι εμφύλιες."
Οι ακτιβιστές δύσκολα μπορούν να αιτιολογήσουν την μικρή πρόοδο που πέτυχαν. Φταίνε άραγε τα συμφέροντα, η ανθρώπινη φύση, η χαμηλή προτεραιότητα που δίνει ο χορτάτος στην πεινά των παιδιών του άλλου; Ειδικά αν πρόκειται για κατοίκους μιας μακρινής γωνίας του κόσμου, που δεν θα του χτυπήσουν ποτέ την πόρτα; Μα και οι ίδιοι οι καλοπροαίρετοι και ενίοτε ηρωικοί αρωγοί δεν ξεφεύγουν από τις εγγενείς μικρότητες της ανθρώπινης προσωπικότητας.
Η ίδια η μητέρα Τερέζα ήταν δογματική, ευνοϊκά διακείμενη στους δικτάτορες και επικίνδυνα αρνητική στην σύγχρονη ιατρική.
"Προσπαθήσαμε σκληρά αλλά" ….
Λέει μονότονα ο αγωνιστής και καταλογίζει ευθύνες επί δικαίων και αδικών, άπονων και συμπονετικών.
Ο άγιος Πέτρος γνέφει συγκαταβατικά, αλλά δείχνει κουρασμένος και μελαγχολικός. Ο κόσμος δεν έχει αλλάξει. Θα τον αφήσει να περάσει, δεν περισσεύουν βέβαια οι φιλάνθρωποι, και τα στελέχη μη κυβερνητικών οργανισμών έχουν ευνοϊκή μεταχείριση και στο υπερπέραν.
Αλλά είναι φανερό πως η αίσθηση ανημποριάς του τύπου τον προβλημάτισε και τον απογοήτευσε.
Φωνάζει τέλος και τον μηχανικό της ΝΑΣΑ και του ζητά και το δικό του διαβατήριο για την αιωνιότητα.
"Στείλαμε σκάφος στον Κρόνο, που άφησε μια άκατο να βουτήξει στον Τιτάνα. Πετύχαμε απόλυτα τον συντονισμό, όποτε βάλαμε ακόμη μια πινελιά, συμπληρώσαμε ακόμα μια ψηφίδα στην μεγάλη εικόνα που έχουμε για την θέση μας στο σύμπαν."
"Πως τα καταφέρατε βρε μπαγάσηδες;"  Αναφωνεί  ο Άγιος, άνθρωπος του 1ου αιώνα μ.χ.
"Εμείς για να πάμε μέχρι την Καπερναούμ"…
Είναι βέβαια μεγάλη ιστορία, αλλά θα την ακούσει μέχρι τέλος. Του αρέσουν οι ιστορίες με Χάπι εντ.
Κάτι κατάφερε εντέλει η ριμάδα οι ανθρωπότητα όλους αυτούς τους αιώνες. Δεν πήγαν πια και όλα στράφι!

Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2008

Idanikos Kai Anaxios Erastis... Kavadias

Του Νίκου Καββαδία

Στο έργο του εκφράζεται η περιπέτεια μιας θαλασσινής ψυχής.
Κυριαρχεί παντού η θάλασσα,απέραντος δρόμος γνώσεων, διέξοδος του ανικανοποίητου, παρήγορη προέκταση πέρ’ απ’ τους ασφυκτικούς ορίζοντες του παραδεκτού.
Τα λιμάνια μικροί σταθμοί για λίγη ξεκούραση.
Οι άνθρωποι επιβάτες, περνούν και φεύγουν.
Οι μνήμες πολλές, πολλές φορές ανώνυμες.
Το ταξίδι, χρόνος φευγιού, δρόμος ελευθερίας.

Mal Du Depat

Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά, σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.

Για το Μαδράς, τη Σιγγαπούρ, τ' Αλγέρι και το Σφάξ
θ' αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία,
κι εγώ, σκυφτός σ' ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς,
θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία.

Θα πάψω πια για μακρινά ταξίδια να μιλώ
οι φίλοι θα νομίζουνε πως τα' χω πια ξεχάσει,
κι η μάνα μου χαρούμενη θα λέει σ' όποιον ρωτά:
"Ήταν μια λόξα νεανική, μα τώρα έχει περάσει ..."

Μα ο εαυτός μου μια βραδιάν εμπρός μου θα υψωθεί
και λόγο, ως ένας δικαστής στυγνός, θα μου ζητήσει,
κι αυτό τ' ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί,
θα σημαδέψει, κι άφοβα το φταίχτη θα χτυπήσει.

Κι εγώ που τόσο επόθησα μια μέρα να ταφώ
σε κάποια θάλασσα βαθιά στις μακρινές Ινδίες,
θα 'χω ένα θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ
και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες.

Marabou

Λένε για μένα οι ναυτικοί που εζήσαμε μαζί
πως είμαι κακοτράχαλο τομάρι διεστραμμένο,
πως τις γυναίκες μ' ένα τρόπον ύπουλο μισώ
κι ότι μ' αυτές να κοιμηθώ ποτέ μου δεν πηγαίνω.

Ακόμα, λένε πως τραβώ χασίσι και κοκό
πως κάποιο πάθος με κρατεί φριχτό και σιχαμένο,
κι ολόκληρο έχω το κορμί με ζωγραφιές αισχρές,
σιχαμερά παράξενες, βαθιά στιγματισμένο.

Ακόμα, λένε πράματα φριχτά παρά πολύ,
που είν' όμως ψέματα χοντρά και κατασκευασμένα,
κι αυτό που εστοίχισε σε με πληγές θανατερές
κανείς δεν το 'μαθε , γιατί δεν το 'πα σε κανένα.

Μ' απόψε, τώρα που έπεσεν η τροπική βραδιά,
και φεύγουν προς τα δυτικά των Μαραμπού τα σμήνη,
κάτι με σπρώχνει επίμονα να γράψω στο χαρτί,
εκείνο, που παντοτινή κρυφή πληγή μου εγίνη.

Ήμουνα τότε δόκιμος σ' ένα λαμπρό ποστάλ
και ταξιδεύαμε Αίγυπτο γραμμή Νότιο Γαλλία.
Τότε τη γνώρισα - σαν άνθος έμοιαζε αλπικό -
και μια στενή μας έδεσεν αδελφική φιλία.

Αριστοκρατική, λεπτή και μελαγχολική,
κόρη ενός πλούσιου Αιγύπτιου όπού 'χε αυτοκτονήσει,
ταξίδευε τη λύπη της σε χώρες μακρινές,
μήπως εκεί γινότανε να τήνε λησμονήσει.

Πάντα σχεδόν της Μπασκιρτσέφ κρατούσε το Ζουρνάλ,
και την Αγία της Άβιλας παράφορα αγαπούσε,
συχνά στίχους απάγγελνε θλιμμένους γαλλικούς,
κι ώρες πολλές προς τη γαλάζιαν έκταση εκοιτούσε.

Κι εγώ, που μόνον εταιρών εγνώριζα κορμιά,
κι είχα μιαν άβουλη ψυχή δαρμένη απ' τα πελάη,
μπροστά της εξανάβρισκα την παιδική χαρά
και, σαν προφήτη, εκστατικός την άκουα να μιλάει.

Ένα μικρό της πέρασα σταυρόν απ' το λαιμό
κι εκείνη ένα μου χάρισε μεγάλο πορτοφόλι
κι ήμουν ο πιο δυστυχισμένος άνθρωπος της γης,
όταν εφθάσαμε σ' αυτήν που θα 'φευγε την πόλη.

Την εσκεφτόμουνα πολλές φορές στα φορτηγά,
ως ένα παραστάτη μου κι άγγελο φύλακά μου,
και μια φωτογραφία της στην πλώρη ήταν για με
όαση, που ένας συναντά μέσ' στην καρδιά της Άμμου.

Νομίζω πως θε να 'πρεπε να σταματήσω εδώ.
Τρέμει το χέρι μου, ο θερμός αγέρας με φλογίζει.
Κάτι άνθη εξαίσια τροπικά του ποταμού βρωμούν,
κι ένα βλακώδες Μαραμπού παράμερα γρυλίζει.

Θα προχωρήσω! ... Μια βραδιά σε πόρτο ξενικό
είχα μεθύσει τρομερά με ουίσκυ, τζιν και μπύρα,
και κατά τα μεσάνυχτα, τρικλίζοντας βαριά,
το δρόμο προς τα βρωμερά, χαμένα σπίτια επήρα.

Αισχρές γυναίκες τράβαγαν εκεί τους ναυτικούς,
κάποια μ' άρπαξ' απότομα, γελώντας, το καπέλο
(παλιά συνήθεια γαλλική του δρόμου των πορνών)
κι εγώ την ακολούθησα σχεδόν χωρίς να θέλω.

Μια κάμαρα στενή, μικρή, σαν όλες βρωμερή,
οι ασβέστες απ' τους τοίχους της επέφτανε κομμάτια,
κι αυτή ράκος ανθρώπινο που εμίλαγε βραχνά,
με σκοτεινά, παράξενα, δαιμονισμένα μάτια.

Της είπα κι έσβησε το φως. Επέσαμε μαζί.
Τα δάχτυλά μου καθαρά μέτρααν τα κόκαλά της.
Βρωμούσε αψέντι. Εξύπνησα, ως λένε οι ποιητές,
"μόλις εσκόρπιζεν η αυγή τα ροδοπέταλά της".

Όταν την είδα και στο φως τ' αχνό το πρωινό,
μου φάνηκε λυπητερή, μα κολασμένη τόσο,
που μ' ένα δέος αλλόκοτο, σαν να 'χα φοβηθεί,
το πορτοφόλι μου έβγαλα γοργά να την πληρώσω.

Δώδεκα φράγκα γαλλικά ... Μα έβγαλε μια φωνή,
κι είδα μια εμένα να κοιτά με μάτι αγριεμένο,
και μια το πορτοφόλι μου ... Μ' απόμεινα κι εγώ
ένα σταυρόν απάνω της σαν είδα κρεμασμένο.

Ξεχνώντας το καπέλο μου βγήκα σαν τον τρελό,
σαν τον τρελό που αδιάκοπα τρικλίζει και χαζεύει,
φέρνοντας μέσα στο αίμα μου μια αρρώστια τρομερή,
που ακόμα βασανιστικά το σώμα μου παιδεύει.

Λένε για μένα οι ναυτικοί που εκάμαμε μαζί
πως χρόνια τώρα με γυναίκα εγώ δεν έχω πέσει,
πως είμαι παλιοτόμαρο και πως τραβάω κοκό,
Μ' αν ήξεραν οι δύστυχοι, θα μ' είχαν συχωρέσει ...

Το χέρι τρέμει ... Ο πυρετός ... Ξεχάστηκα πολύ,
ασάλευτο ένα Μαραμπού στην όχθη να κοιτάζω.
Κι έτσι καθώς επίμονα κι εκείνο με κοιτά,
νομίζω πως στη μοναξιά και στη βλακεία του μοιάζω ...

Esmeralda

Ολονυχτίς τον πότισες με το κρασί του Μίδα
κι ο φάρος τον ελίκνιζε με τρεις αναλαμπές.
Δίπλα ο λοστρόμος με μακριά πειρατική πλεξίδα
κι αλάργα μας το σκοτεινό λιμάνι του Cabes.

Απά στο γλυκοχάραμα σε φίλησε ο πνιγμένος
κι όταν ξυπνήσεις με διπλή καμπάνα θα πνιγείς.
Στο κάθε χάδι κ' ένας κόμπος φεύγει ματωμένος
απ' το σημάδι της παλιάς κινέζικης πληγής.

Ο παπαγάλος σου 'στειλε στερνή φορά το «γεια σου»
κι απάντησε απ' το στόκολο σπασμένα ο θερμαστής,
πέτα στο κύμα τον παλιό που εσκούριασε σουγιά σου
κι άντε μονάχη στον πρωραίον ιστό να κρεμαστείς.

Γράφει η προπέλα φεύγοντας ξοπίσω: «Σε προδίνω»,
κι ο γρύλος το ξανασφυράει στριγγά του τιμονιού.
Μη φεύγεις. Πες μου, το 'πνιξες μια νύχτα στο Λονδίνο
ή στα βρωμιάρικα νερά κάποιου άλλου λιμανιού;

Ξυπνάν οι ναύτες του βυθού ρισάλτο να βαρέσουν
κι απέ να σου χτενίσουνε για πάντα τα μαλλιά.
Τρόχισε εκείνα τα σπαθιά του λόγου που μ' αρέσουν
και ξαναγύρνα με τις φώκιες πέρα στη σπηλιά.

Τρεις μέρες σπάγαν τα καρφιά και τρεις που σε καρφώναν
και συ με τις παλάμες σου πεισματικά κλειστές
στερνή φορά κι ανώφελα ξορκίζεις τον τυφώνα
που μας τραβάει για τη στεριά με τους ναυαγιστές.

Dokimos Stin Gefira

Στο ημερολόγιο γράψαμε: « Κυκλών και καταιγίς ».
Εστείλαμε το S.O.S. μακριά σε άλλα καράβια,
κι εγώ κοιτάζοντας χλωμός τον άγριο Ινδικό
πολύ αμφιβάλλω αν φτάσουμε μια μέρα στην Μπατάβια.

Μα δεν λυπάμαι μια σταλιάν – Εμείς οι ναυτικοί
Έχουμε, λένε, την ψυχή στο διάολο πουλημένη.
Μια μάνα μόνο σκέφτομαι στυγνή και σκυθρωπή,
που χρόνια τώρα και καιρούς το γιο της περιμένει.

Θεέ μου! είμαι μοναχά δεκαεννιά χρονών,
κι έχω σε μέρη μακρινά πολλές φορές γυρίσει.
Θεέ μου! έχω μιαν άκακη, μια παιδική καρδιά,
Αλλά πολύ έχω πλανηθεί, κι έχω πολύ αμαρτήσει.

Συγχώρεσέ με ... Μια βραδιά θολή στο Σάντα Φε,
καθώς κάποια με κράταγε σφιχτά στην αγκαλιά της,
ετράβηξα απ' την κάλτσα της μια δέσμη από λεφτά
που όλη τη μέρα εμάζευεν απ' την αισχρήν δουλειά της.

Κι ακόμα, Κύριε... ντρέπομαι να το συλλογιστώ,
(μα ήτανε τόσο κόκκινα και υγρά τα ωραία του χείλια
και κάποια κάπου ολόλυζε κιθάρα ισπανική...)
κοιμήθηκα μ' ένα μικρόν εβραίο στη Σεβίλλια.

Κύριε... τούτο το κορμί το τόσο αμαρτωλό
σε λίγο στις υδάτινες ειρκτές νεκρό θα πέσει...
Μα τέσσερα όμως σκέφτομαι γαλόνια εγώ χρυσά
Κι ένα θλιμμένο δόκιμο, που δεν θα τα φορέσει...

Gramma Apo Tin Marsigia

Έσχισα, φίλε μου, πολλά χαρτιά για να σου γράψω.
Εδώ η Μαρσίλια μ’έκανε πολύ να ζαλιστώ,
κι όμως δεν πέρασε στιγμή, πιστέφτε, αγαπητέ μου,
χωρίς και μες στη ζάλη μου να σας συλλογιστώ.

Σας σκεφτόμουν στο Μπουλβάρ ντε Νταμ σαν περπατούσα
ανάμεσα σε δυο τροτέζ που έκαναν σαν τρελές,
ενώ μιλώντας δυνατά τριγύρω μου περνούσαν
άνθρωποι απ’ όλες, θα ‘λεγες, του κόσμου τις φυλές.

Κι έπειτα πάλι στη μεστή από κόσμο Κανναμπιέρα,
στο Πόρτο Βέκκιο, στην τεφρήν οδό Σαιντ Ονορέ,
κι ακόμα, συγχωρήστε με, σας ένιωθα μαζί μου
στα θορυβώδη και γιομάτα κόσμο καμπαρέ.

Βορινοί ναύτες μπλέκονται με θερμαστές του Νότου,
στα γόνατά τους κάθονται κορίτσια της δουλειάς,
παίζει το πιάνο μοναχό και μια μικρή σφυρίζει
έναν παράταιρο σκοπό μιας μελωδίας παλιάς.

Κι ύστερα απ’ το Ταρτάν εβγήκα μεθυσμένος
και νόμιζα το σώμα μου ανάξιο και μικρό,
πολύ κοντά σας ένιωθα να μου χαμογελάτε
μ’ εκείνο το παράξενο το γέλιο, το πικρό.

Και μόνον όταν στην Κορνίς, σε κάποιο γκρίζο σπίτι,
γύρω από εβραίους που ‘χανε με γυναικεία ντυθεί,
σας έχασα για μια στιγμή απ’ τα μάτια μου, μου εφάνη
ο φύλακας μου άγγελος πως είχε πια χαθεί.

Αύριο φεύγω και μαζί μου φέρνω στην Αθήνα
αναμνήσεις παράξενες, πολλές, με το σωρό
και κάποιο δώρο θλιβερό, προϊόν της Μασσαλίας,
που μια Πωλίν μου χάρισε προχθές στα Numeros...

Kuro Siwo

Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος για το Νότο,
δύσκολες βάρδιες, κακός ύπνος και μαλάρια.
Είναι παράξενα της Ίντιας τα φανάρια
και δεν τα βλέπεις, καθώς λένε με το πρώτο.

Πέρ' απ' τη γέφυρα του Αδάμ, στη Νότιο Κίνα,
χιλιάδες παραλάβαινες τσουβάλια σόγια.
Μα ούτε στιγμή δεν ελησμόνησες τα λόγια
που σου 'πανε μια κούφια ώρα στην Αθήνα

Στα νύχια μπαίνει το κατράμι και τ' ανάβει,
χρόνια στα ρούχα το ψαρόλαδο μυρίζει,
κι ο λόγος της μες' το μυαλό σου να σφυρίζει,
"ο μπούσουλας είναι που στρέφει ή το καράβι; "

Νωρίς μπατάρισε ο καιρός κ' έχει χαλάσει.
Σκατζάρισες, μα σε κρατά λύπη μεγάλη.
Απόψε ψόφησαν οι δυο μου παπαγάλοι
κι ο πίθηκος που 'χα με κούραση γυμνάσει.

Η λαμαρίνα! ...η λαμαρίνα όλα τα σβήνει.
Μας έσφιξε το kuro siwo σαν μια ζώνη
κ' συ κοιτάς ακόμη πάνω απ΄το τιμόνι,
πως παίζει ο μπούσουλας καρτίνι με καρτίνι.

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2008

Gnorissame To Simpan Otan Itan Neo

Μικρό απόσπασμα από το βιβλίο «Προέκταση στο μέλλον»
Του Άρθουρ Κλαρκ..
...........
Όπως φαίνεται η μέχρι τώρα ζωή του γαλαξία είναι ένα απλό φτερούγισμα τού χρόνου σε σύγκριση με τα αβυσσαλέα χρονικά διαστήματα του μέλλοντος. Με το σημερινό σπάταλο ρυθμό ακτινοβολίας, τα άστρα σαν τον Ήλιο μπορούν να καίνε για δισεκατομμύρια χρόνια ακόμα. Μετά, ύστερα από διάφορες εσωτερικές περιπέτειες ησυχάζουν και συμβιβάζονται με μια ταπεινότερη μορφή υπάρξεως σαν «νάνοι». Έτσι, τα μετανιωμένα άσωτα άστρα λάμπουν για χρονικά διαστήματα που μετριούνται όχι σε δισεκατομμύρια άλλα σε τρισεκατομμύρια χρόνια. Οι πλανήτες τέτοιων άστρων, αν απέχουν απ’ τον ήλιο τους όσο απέχει ή Γη (ή έστω κι ο Ερμής) απ' το δικό της, παγώνουν σε θερμοκρασίες εκατοντάδων βαθμών κάτω απ’ το μηδέν. Αλλά στα χρονικά όρια πού εξετάζουμε, oι φυσικοί ή τεχνητοί πλανήτες μπορεί να πλησιάσουν τον ήλιο για να γλυτώσουν την επερχόμενη εποχή παγετώνων, όπως, πάει πολύς καιρός, οι άγριοι πρόγονοι μας μαζευόντουσαν γύρω απ' τη φωτιά για να προστατευτούν από το κρύο και τα θηρία της νύχτας.
Σ' Ένα περίφημο ελεγειακό απόσπασμα, ο Μπέρτραντ Ράσσελλ παρατήρησε:
…………….....τό ότι οι μόχθοι όλων των καιρών, όλη ή ευλάβεια, όλη ή έμπνευση, όλη ή εκθαμβωτική λαμπρότητα της ανθρώπινης ιδιοφυΐας, προορίζονται να εκλείψουν με το μεγάλο θάνατο του ηλιακού συστήματος, και το ότι ολόκληρο το οικοδόμημα των κατορθωμάτων του ανθρώπου πρέπει να θαφτεί αναπόφευκτα κάτω απ' τα ερείπια ενός σύμπαντος πού γκρεμίζεται, όλα αυτά, μολονότι δεν είναι εντελώς αναμφισβήτητα, είναι, ωστόσο, τόσο σίγουρα πού όποια φιλοσοφία τα απορρίπτει δεν έχει ελπίδες να ορθοποδήσει………………….
Αυτό μπορεί να είναι αρκετά σωστό. Άλλα το γκρέμισμα του σύμπαντος είναι τόσο ασύλληπτα μακριά στο μέλλον, πού δεν έχει καμία σχέση με το ανθρώπινο είδος. Η ίσως και με κανένα είδος πού τώρα υπάρχει στο σπειροειδή στρόβιλο αστεριών πού εμείς ονομάζουμε Γαλαξία.
Ο Γαλαξίας μας βρίσκεται στην άνοιξη της ζωής του, μια άνοιξη γεμάτη λαμπρότητα από το φως γαλανόλευκων αστεριών σαν τον Βέγα και τον Σείριο και, σε μικρότερη κλίμακα, τον Ήλιο μας. "Όταν όλοι αυτοί αρχίσουν να ησυχάζουν, μετά την πυρωμένη εφηβεία τους, σε μερικά δισεκατομμύρια χρόνια, τότε, μόλις θα ξεκινάει ή αληθινή ιστορία τού σύμπαντος.
Θα είναι μια ιστορία φωτισμένη μόνο από το ερυθρό και υπέρυθρο φως νωθρών αστεριών πού μόλις θα φαινόντουσαν με γυμνό μάτι. Και όμως, οι σκοτεινές αποχρώσεις του αιώνιου αυτού σύμπαντος μπορεί να είναι γεμάτες χρώμα κι ομορφιά για οποία παράξενα όντα θα έχουν προσαρμοστεί. Και θα ξέρουν ότι τούς μένουν ακόμα, όχι εκατομμύρια χρόνια με τα όποια εμείς μετράμε τις γεωλογικές περιόδους, ούτε τα δισεκατομμύρια χρόνια που τους χωρίζουν από τις περασμένες ζωές των αστεριών, άλλα χρόνια πού θα μετριούνται κυριολεκτικά σε τρισεκατομμύρια.
Θα έχουν όλο τον απαραίτητο χρόνο στις ατέλειωτες αυτές περιόδους, να δοκιμάσουν τα πάντα, να συγκεντρώσουν όλη τη γνώση. Δεν θα είναι σαν θεοί, διότι κανείς θεός απ’ όσους φαντάστηκε η ανθρώπινη διάνοια δεν είχε τις Ικανότητες πού θα εξουσιάζουν εκείνοι. Αλλά έτσι κι' αλλιώς, μπορεί να μας ζηλεύουν πού λιαζόμαστε στο πρώτο φως της Δημιουργίας, διότι εμείς γνωρίσαμε το Σύμπαν όταν ήταν νέο.

Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2008

Eidololatrika

Η άποψη ότι ο θρήσκος είναι πιο ευτυχισμένος από τον άθεο είναι το ίδιο άτοπη όπως και η διαδεδομένη πεποίθηση πως ο μεθυσμένος είναι πιο ευτυχισμένος από τον νηφάλιο Τζορτζ Μπέρναρντ Σω
.......
Ποτέ μια τόσο βλακώδης και αναπόδεικτη ιδέα όπως αυτή του θεού δεν είχε τέτοια ασυλία. 
Daniel Dennett
..
.........................
..... Διαβάζω ελληνική μυθολογία. Κανείς απ’ τους θεούς ή από τις μοίρες δεν προαναγγέλλει πουθενά τη συντέλεια του κόσμου. Δεν απειλεί πως οι άνθρωποι θα κριθούν κατά τα έργα και τις αμαρτίες τους. Δεν προφητεύει μια Δευτέρα Παρουσία. Ποια Δευτέρα Παρουσία; Αφού όλα και όλοι είναι ήδη, νυν και αεί, εδώ. Και η γη δεν τρέμει παρά από τους οργασμούς µας. Κι απ’ τις ωδίνες των τοκετών µας.
Seafarer 
.....................................

//Ο Ακρίσιος ήθελε πάντα να αποκτήσει έναν διάδοχο για τον θρόνο του. Μετά την γέννηση της Δανάης, προσπάθησε και πάλι να αποκτήσει γιο αλλά δεν τα κατάφερε. Αποφασίζει να πάει στην Πυθία και να μάθει αν θα αποκτήσει αγόρι. Η Πυθία του ανακοινώνει πως θα αποκτήσει εγγονό από την Δανάη και πως θα σκοτωθεί από αυτόν. Γυρνώντας στο Άργος στεναχωρημένος, κλείνει την Δανάη σε ένα υπόγειο δωμάτιο, ώστε να αποφύγει την επαλήθευση του χρησμού. Η Δανάη επικοινωνούσε μόνο με την παραμάνα της, ενώ από ένα παραθύρι, υπερυψωμένο, καταλάβαινε το έξω περιβάλλον.
Όμως, ο Δίας, ερωτευμένος με την ωραία πριγκίπισσα, έπεσε από τη στέγη του κελιού της σαν χρυσή βροχή και έφτασε στην αγκαλιά της. Καρπός της ένωσής τους ήταν ο Περσέας, ιδρυτής των Μυκηνών.

Αυτά είναι απίστευτα, ε;
Ειδωλολατρικά;
Για πρωτόγονους και αμαθείς;

Δεν χρειάστηκε να έχουμε σεξουαλική ένωση, όπως το ίδιο αναφέρεται για την Παναγία και τον κρίνο. Πως συμβαίνει αυτό για μας να είναι πιστευτό; ότι μύρισε ένα κρίνο, και μέσω της χάρης του Θεού έμεινε έγκυος.
....  Αλλά… Ποτές μη λες ποτές που λέγει και ο σοφός ο κοσμάκης. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου. Διότι, δηλαδής; Ότι η Σάρα στα ενενήντα της τα χρόνια το περίμενε πως θα πιάσει παιδί με τον Αβραάμ; .....Σα να το βλέπω το έργο. Μεσημέρι θα ‘τανε. Θα μέτρησαν το ζάχαρο, ύστερα θα πλάγιασαν στο κρεβάτι. Λίγο θα κυλίστηκαν από δω λίγο θα ακουμπήστηκαν από εκεί και τέλος. Τους ήρθε ο ακάλεστος μουσαφίρης. Ισαάκ με το όνομα. Μεγάλη η χάρη του. 
............

*Ο Ντένετς αναφέρεται ως ένας από τους «τέσσερις καβαλάρηδες του Νέου Αθεϊσμού», μαζί με τους Ρίτσαρντ Ντόκινς, Σαμ Χάρρις και Κρίστοφερ Χίτσενς.

Υ.Γ: Για πιο hardcore πιστούς…μία συμβουλή: Ραντίστε με αγιασμό οθόνη και πληκτρολόγιο και μην ξαναπεράσετε από αυτό το άντρο της ακολασίας….
Εναλλακτικά μπορείτε να ανοίξετε το “Πως Νίκησα Τον Σατανά” του Πιτ Παπαδάκου (εκδόσεις Τα_μαύρα_μας_τα_χάλια).




 
Web Informer Button