Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ.» (Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας.....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1))
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1)..........Εριφύλη και Ελπινίκη.......
Αφήνοντας το όχημα στο πάρκινγκ του εμπορικού κέντρου οι δυο όμορφες κυρίες χαλαρές σαν έφηβες πιάστηκαν αγκαζέ και ιδιαίτερα χαμογελαστές και ευδιάθετες περπάτησαν στους χώρους του εμπορικού κέντρου και απόλαυσαν τον περίπατό τους χαζεύοντας στις βιτρίνες και την βόλτα τους στα μαγαζιά. Τελειώνοντας τα απαραίτητα ψώνια τους κάθισαν να απολαύσουν ένα όμορφο μεσημεριανό γεύμα, μετά τη κοπιαστική βόλτα τους σ’ ένα εξαιρετικά δημοφιλές μπαρ εστιατόριο, ειδικότερα δημοφιλές σε νέους ανθρώπους. Η ατμόσφαιρα ήσυχη και λόγο ότι ήδη είναι προχωρημένη απογευματινή ώρα υπάρχουν λιγοστοί πελάτες στο κατάστημα.
Το ρεστοράν ήταν σχεδόν άδειο, αν εξαιρούσε κανείς τρία-τέσσερα ζευγάρια που κάθονταν στη μπροστινή σάλα του μαγαζιού, οπότε δεν δυσκολεύθηκαν να βρουν τραπέζι. Κάθισαν σε μια ήσυχη γωνία στο βάθος του εστιατορίου ήταν μόνες τους, δεν υπήρχαν πελάτες τριγύρω τους απολαμβάνοντας το γεύμα τους σε στιγμές χαλάρωσης και ιδιωτικότητας. Έχοντας απολαύσει ένα ελαφρύ αλλά πολύ γευστικό γεύμα με ένα εξαίρετο ελαφρό ροζέ κρασί συνοδεία τώρα απολαμβάνουν χαλαρά τη γεύση απ’ ένα δροσιστικό κοκτέιλ. Είχαν χαρούμενη διάθεση, τους λύθηκε η γλώσσα (όχι πως μέχρι τότε ήταν δεμένη) και φλυαρούσαν ακατάπαυστα σαν πρωινές τσίχλες μες σ' ασημένια φυλλώματα.
«Άπαπα! πανάθεμα σε! Τι χουνέρι έκανες στον υπάλληλο εκεί στο κατάστημα με τις γόβες.» Λέει η Ελπινίκη στην Εριφύλη.
«Εγώ! Τι του έκανα;»
«Τι έκανες χρυσή μου η τι έδειξες, όταν δοκίμαζες τις γόβες; Ο υπάλληλος είχε γονατίσει μπροστά σου να σε βοηθήσει και εσύ όταν άνοιξες ελαφρά τα πόδια σου για να έχεις ευκολία στη δοκιμή, χαλαρή και άνετη του δείχνεις ίδια την επίμαχη σκηνή στο «Βασικό ένστικτο». Αυτός παρατηρούσε με λαίμαργο ερωτικό βλέμμα και κόντευε να σκάσει σαν λάστιχο Michelin που πατάει πρόκα στο δρόμο, κάθε φορά που εσύ έκλεινες και άνοιγες τα πόδια σου δοκιμάζοντας τις γόβες. Από σαράντα κύματα τον πέρασες και εξήντα καρδιακές προσβολές έπαθε μέχρι να τελειώσεις τις δοκιμές και να σηκωθείς από το κάθισμα. Τον φουκαρά, τον λυπήθηκα λιγάκι όταν εσύ έφερες τα μάτια σου στο πρόσωπό του, δείχνοντας ότι είχες προσέξει το πού κοίταγε προηγουμένως και το βλέμμα σου είχε εκείνο το πουτανίστικο ύφος του ξέρω ότι με παίρνεις μάτι και γουστάρω. Με μπαλτά του ‘κοψες την καρδιά.»
«Τουλάχιστον, τις αγόρασα..... οπότε συνδυάσαμε αμφότεροι το τερπνόν μετά του ωφελίμου.»
Εκείνη την ώρα έκανε την είσοδο στο μπιστρό ο γοητευτικός άνδρας με πολύ στυλ στο εκρηκτικό σεξ απίλ του. Η Ελπινίκη καθώς είχε θέα στην είσοδο τον είδε πρώτη.
«Φιλενάδα έρχεται στο διπλανό τραπέζι! Ακριβώς διπλά σου!.»
Η Εριφύλη μεμιάς ξαφνιασμένη έστρεψε προς το άλλο μέρος.
«Τι είναι; Έρχεται; Ποιος έρχεται;» Ρωτάει η Εριφύλη με απορία. Και ξαφνικά βλέπει τον ομορφάντρα απέναντί της.
«Δεν θα το πιστέψεις. Ίδιος μ’ αυτόν τον ηθοποιό που είχε ξεσπάσει ντόρος σχετικά με τα πλούσια ελέη του.» Της ψιθύρισε σκύβοντας κοντά της η Ελπινίκη.
Η Εριφύλη τον παρατηρεί όταν ήταν σχεδόν διπλά της.
«Ρε Ελπινίκη! Φτυστός ίδιος αν λέμε τον ίδιο ηθοποιό. Πως τον έλεγαν να δεις, που έπαιζε σε μια ταινία έναν επιτυχημένο, γοητευτικό τριαντάρη με μια σχεδόν ακόρεστη σεξουαλική όρεξη, όπου εμφανιζόταν και ολόγυμνος.»
«Έχεις δίκιο. Ίδιος αυτός ο εργένης ηθοποιός που δηλώνει ότι αναζήτα να βρει τον έρωτα της ζωής του. Λες και τούτος ο ομορφάντρας να ψάχνει κι αυτός τον έρωτα της ζωής του; Και να 'χει τα ίδια προσόντα; Ξέρεις τι λένε για τον ηθοποιό. Μπορεί να παίξει γκολφ με τα χέρια του δεμένα πίσω από την πλάτη του» Ψιθύρισε το τελευταίο η Ελπινίκη.
«Μωρή φιλενάδα; Πως;!» Ρώτησε η Εριφύλη με απορία.
«Μ' αυτό που του κρέμεται ανάμεσα στα σκέλια!» Εξήγησε σκασμένη στα γέλια η Ελπινίκη.
«Και πώς το έμαθες εσύ;!»
«Θα σου πω!» Της απάντησε, και την κοίταξε με ύφος μυστηριώδες.
«Λοιπόν;»
«Τον είδα γυμνό στο μπάνιο να τη χαϊδεύει κι αυτή μεγάλωνε, μάτια μου.»
«Ανάθεμά σε! Σήμερα δεν παίζεσαι Ελπινίκη! Να 'σαι καλά μ' έκανες και γέλασα!» Και της γέλασε πονηρά η Εριφύλη.
«Του έγινε τόοοση!. Θεέ μου συγχωράμε!» Συνέχισε η Ελπινίκη κι έδειξε με τα χέρια της το μέγεθος.
Ο γοητευτικός άνδρας πέρασε δίπλα τους σε ελάχιστη απόσταση. Τα μάτια της Εριφύλης παρασυρμένη από τη γοητεία της παραστατικής αφήγησης της Ελπινίκης με τα προσόντα του ιδιαίτερα προικισμένου ηθοποιού, ενστικτωδώς στράφηκαν στο καβάλο του άνδρα. Φανταζόταν τη στύση του να φουσκώνει και να γεμίζει το καβάλο του. Ξαφνικό ρίγος διαπέρασε την επιδερμίδα της. Λάγνες επιθυμίες αγκαλιάζουν τις σκέψεις της και πλημμυρίζει τα μέσα της. Ένιωθε να αναψοκοκκινίζει και να πλημμυρίζει χυμούς.
«Τι ηθοποιούς και πράσινα άλογα μου λες ρε φιλενάδα. Αυτός είναι πιο όμορφος από τον Θεό Απόλλωνα που έχουμε στο Μουσείο μας. Τυχερή η κοπέλα που τον αγκαλιάζει.»
Κοίταξαν συνωμοτικά η μία την άλλη, κατόπιν στράφηκαν προς τα διπλανά τραπέζια και τότε διαπίστωσαν πως οι παρέες είχανε φύγει. Ήταν μοναχές τους στην άκρη της παραλληλόγραμμης αίθουσας του καταστήματος.
Ο άνδρας τις είδε! Ένα πλατύ χαμόγελο ευχαρίστησης ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του. Επέλεξε και κάθισε στον γωνιακό καναπέ δίπλα τους. Ήταν το πιο απόμακρο και ήσυχο σημείο του μαγαζιού. Ακριβώς δίπλα και απέναντι από τις δυο μας φίλες. Τόσο η Ελπινίκη όσο και η Εριφύλη τον κοιτούσαν διακριτικά.
Όντως ήταν κούκλος. Κούκλος, όμως. Από αυτούς με τα επιθυμητά χαρακτηριστικά που όλες οι γυναίκες θέλουν.
Γύρω στα τριάντα του χρόνια με πλούσια ανάκατα μαλλιά μια φιγούρα μοναχικού γοητευτικού τριαντάρη που τραβούσε τα βλέμματα των θηλυκών που προσπερνούσε και μ' ένα γλυκό χαμόγελο που του χαρίζει τη γοητεία εκείνη που δύσκολα μπορεί μία γυναίκα να αντισταθεί. Με πέντε λέξεις, αρσενικό που δεν περνάει απαρατήρητο και προφανώς, θα είχε πολλές επιτυχίες με τις γυναίκες.
Ακούμπησε απαλά την χρυσό-καστανή ματιά του στις δύο τόσο γοητευτικά λαμπερές γυναικείες σιλουέτες και άφησε τις στιγμές να χαλαρώσουν. Στα χείλη του γεννήθηκε ένα στοχαστικό χαμόγελο. Παρατηρώντας τις το πρόσωπο του ρόδισε και χαμογέλασε. Σκέψεις τον πλημμύρισαν αυθόρμητα. Πραγματοποίησε μια νοητή περιπλάνηση χαρτογραφώντας με ενδιαφέρον τις δυο όμορφες γυναίκες εκεί δίπλα του. Είχε μεγάλη αδυναμία στις όμορφες, προσεγμένες γυναίκες. Θεωρούσε πραγματικό Θηλυκό όποια ήξερε με μαεστρία ν' αναδεικνύει τα δυνατά σημεία που της χάρισε η φύση.
Πρώτα νοερά περιπλανήθηκε στην Ελπινίκη.
«Αυτή με το σινιέ ταγιέρ. Ομορφιά κλασσική. Απόλυτη κοκέτα πάντα στην τρίχα. Κομψή γυναίκα που ακόμη και το αιδοίο της σίγουρα είναι απαλό, όμορφο και περιποιημένο.»
Δεν πρόλαβε να αποσώσει το συλλογισμό του και το βλέμμα του πέφτει γυρνώντας στην Εριφύλη και όταν τα βλέμματα τους συναντήθηκαν ένιωσε εκείνο τον ηλεκτρισμό, αυτό το πρωτόγνωρο συναίσθημα. Ήταν έλξη με την πρώτη ματιά. Kαθώς την κοιτάζει, απολαμβάνει με γρήγορες ματιές τις λεπτές κινήσεις και την αριστοκρατική της φιγούρα, μια κλασική εικόνα κομψοντυμένης ομορφιάς στο ρεστοράν. Tα κατσαρά καστανοκκοκινα μαλλιά της κατεβαίνουν με τέλειο κυματισμό και τονίζουν το σταρένιο της δέρμα, ίδιο με τη χλομάδα των γυναικών της Mεσογείου. Tα τοξωτά φρύδια κι οι μακριές βλεφαρίδες της, μια νυχτερίδα. Tα μάτια της, λαμπυριζουν κάτω απ᾽ τα φρύδια της σαν πολύτιμο πετράδι μέσα σε χρυσό πλαίσιο. Η συμμετρία των χαρακτηριστικών του προσώπου της χαρίζει, χωρίς αμφιβολία, αυτοπεποίθηση! Καλοσχηματισμένη μύτη και χείλη συνθέτουν ένα αρμονικό πρόσωπο, που προσθέτει στο σοβαρό της προφίλ μια πινελιά, μια υποψία για κάτι που μένει ανομολόγητο.
Ήταν η σεξουαλική ένταση που τον απογειώνει. Το σώμα του αυτόματα ποθούσε αυτό που έβλεπε. «Γυναίκα αγριόμουνο» άφησε να φύγει από τα χείλη του ένας άτονος ψίθυρος: «Πολύ όμορφη γυναίκα σαν ατίθασο άτι που ξυπνάει μέσα σου το ζώο. Επίσης, γυναίκα που γουστάρει άγρια κόλπα. Γυναίκα που φέρεται στο σεξ ως αφέντρα» μουρμουρίζει ενώ το ακριβό της άρωμα αναμειγμένο με τη μυρωδιά απ’ το σώμα της τον μεθάει, θα ’θελε να το μαζέψει στην παλάμη του όπως αιωρείται και τον περιβάλλει με τη γοητεία της. Σαν χείμαρρος τον παρέσυρε η σεξουαλική αύρα που ακτινοβολούσε αυτή η γυναίκα. Ένιωσε κύματα καύλας να τον διαπερνούν. Όλα τα κύτταρά του, του έλεγαν ότι αυτή τη γυναίκα επιθυμούν να είναι το άλλο του μισό.
Η Εριφύλη συνειδητοποίησε ότι ο άντρας που καθόταν απέναντι ακουμπώντας τις παλάμες του διπλωμένες στο τραπέζι είχε ρίξει το βλέμμα του πάνω της. Τα χρυσαφιά του μάτια βυθίστηκαν στα δικά της, αιχμαλωτίζοντας τα για μερικά ατέλειωτα δευτερόλεπτα, κι εκείνη ένιωσε να την αξιολογεί άμεσα και να την κοιτάζει με στιγμιαία περιέργεια. Είχε την άβολη αίσθηση πως αυτός ο άντρας μπορούσε να δει περισσότερα απ’ όσα θα ήθελε η ίδια να δείξει. Έμεινε να τον κοιτάζει σαν χαζή, με την καρδιά να βροντοχτυπάει στο στήθος της, και με μια σκέψη να σκάει σαν βεγγαλικά στο μυαλό της: Θεέ μου, τι άντρας που είναι. Κι ήταν τόσο κοντά της. Ήταν ο πιο επιθυμητός άντρας που είχε ποτέ συναντήσει.
Θυμήθηκε τις ξεχασμένες συμβουλές της γιαγιάς της. Την συμβούλευε πως οι αληθινές γυναίκες πρέπει να είναι εκπληκτικές ηθοποιοί. Από τα χρόνια της πρώιμης εφηβείας τους να κάνουν ώρες πρόβας μπροστά στο ανδρικό κοινό ώστε να εκτοξεύουν την υποκριτική τους. Η γιαγιά της θεωρούσε πάντα τον έρωτα σαν μια Θεατρική σκηνή, όπου οι γυναίκες ζουν την κάθε τους μέρα σαν πρεμιέρα. Γυναίκα είναι εκείνη τη συμβούλευε πως δεν κοιτάζεις ποτέ έναν άγνωστο άνδρα στα μάτια. Αφήνεις να κυλήσει ικανό διάστημα, μέχρις ότου εκείνος προσηλωθεί πάνω σου επίμονα και διεκδικητικά. Επιλέγεις από ένστικτο, τη στιγμή που Θα του ρίξεις μία και μοναδική θανατηφόρα ματιά, λίγο πριν αποχωρήσεις απ' το σκηνικό. Ο άνδρας, έχοντας περάσει τη βασανιστική δοκιμασία της αδιαφορίας, νιώθει το ακαριαίο κοίταγμα σου να καρφώνεται σαν κεντρί στην καρδιά του. Αποχωρώντας αυτοκρατορικά, έχεις ήδη Θέσει τους κανόνες σου. Εσύ βασίλισσα στον Θρόνο, εκείνος πιστός ιππότης αφιερωμένος στη γοητεία σου. Το παιχνίδι συνεχίζεται με απανωτές πολλαπλές δοκιμασίες, μέχρι ν' αποφασίσεις εσύ να δώσεις το οριστικό τέλος.
Ξεροκατάπιε. Το αίμα κύλησε πιο έντονα στις φλέβες της. Ξαφνικά, μια αίσθηση φόβου την κυρίευσε. Είχε αρχίσει να φοβάται ότι ο άνδρας δεν θα σταματούσε εκεί. Αισθανόταν ευάλωτη και αυτό φαινόταν. Ο άνδρας της χαμογέλασε εγκάρδια με το που κατάλαβε ότι η Εριφύλη αισθανόταν άβολα. Σήκωσε το βλέμμα του αναζητώντας το σερβιτόρο. Τα βλέμματα τους συναντήθηκαν και πάλι και τα μάτια του βυθίζονταν αλύπητα στα βάθη της ψυχής της, και τα έλεγαν όλα! Η Εριφύλη είχε αρχίσει να νοιώθει αυτή την γλυκιά ζέστη να την κυριεύει να την ζαλίζει και να νιώθει μια αμοιβαία σεξουαλική έλξη. Ένιωσε και αυτή κύματα καύλας να την διαπερνούν.
Από εκείνη τη στιγμή, άρχισαν να επικοινωνούν νοερά. Τα νοητά μηνύματα που αντάλλαζαν ήταν ανοιχτό βιβλίο και για τους δύο. Είναι ζωγραφισμένα στα πρόσωπα τους, κάθε στιγμή, κάθε λεπτό! Χωρίς υποθέσεις. Χωρίς αμφιβολίες. Ξεκάθαρα της έλεγαν ότι ήθελε να τη γνωρίσει. Και μαζί με τα μηνύματα, άρχισαν απλόχερα να γεννιούνται, συναισθήματα πρωτόγνωρα και να την «πλημμυρίζουν». Προσπαθούσε να κρατήσει αποστάσεις, καθώς συλλογιζόταν τις συνέπειες.
Με κάθε λεπτό που περνούσε, οι χτύποι της καρδιάς της επιταχύνονταν. Η ταραχή της φούντωνε, κι άρχισε να νιώθει φριχτά, καθώς ένταση πλημμύρισε ξαφνικά το χώρο, τόσο απτή και χαρακτηριστική, που θα ταν αδύνατο να ξεγελάσει τον οποιονδήποτε: μια τόσο ωμή, απροκάλυπτη και βίαιη σεξουαλικότητα, που η Εριφύλη ένιωσε να της κόβεται η ανάσα. Σαν ηλεκτρικό ρεύμα τη διαπέρασε το μήνυμα, κι ένιωσε τα γόνατά της να κόβονται.
«Τον θέλω,» σκέφτηκε πανικόβλητη.
Δεν είχε ιδέα πώς της είχε συμβεί αυτό.
«Τον θέλω! Ακόμη ακόμη και όταν σκέφτομαι ότι αυτή την στιγμή, μπορεί και να μην έρθει ποτέ.»
Ασυναίσθητα, το κορμί της έγειρε προς το μέρος του, τα χείλια της μισάνοιξαν, η επιδερμίδα της ρίγησε σαν να τη φυσούσε δυνατός αέρας. Έκλεισε για μια στιγμή τα μάτια, κοντανασαίνοντας.
Ερωτική Μυθοπλασία IΙ: (Part.. 1) .....
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου