ADS

click to open

Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

Exontas Teliosei To Fitema

Είχε ξεμπαρκάρει μόλις την προηγούμενη μέρα, από το λιμάνι του Port Said της Αιγύπτου, μετά από οκτάμηνη απουσία στη θάλασσα, μετρώντας το χρόνο του γυρισμού για να ξαναδεί αυτούς που αγαπούσε με τα μάτια να λάμπουν από χαρά. «Νόστιμον ήμαρ». Αυτή είναι η ζωή των ναυτικών. Γλυκιά του γυρισμού τους η μέρα. Ο καημός του νόστου στην οικογένεια, καίει σαν καντήλι αναμμένο, στην ψυχή τους, δύναμη να παλεύουν και να ξεπερνούν όλα όσα τους τυχαίνουν μέχρι την ημέρα της επιστροφής. Στο Port Said τους παρέλαβε ο πράκτορας του πλοίου, τους μετέφερε στο αεροδρόμιο του Καϊρου, και χαμογελώντας πλατιά τους ευχήθηκε καλό ταξίδι.
Το ταξίδι από το Port Said στο Κάϊρο ήταν σκέτη κόλαση από την αμμοθύελλα της ερήμου.
Η πτήση αναχώρησης για Αθήνα είχε δυο ώρες καθυστέρηση στο Κάϊρο. Τα μάτια του πονούσαν σαν να τους είχαν ρίξει άμμο της ερήμου και ήταν πολύ κακοδιάθετος όταν αναγκαστήκαν να περάσουν μια ταπεινωτική διαδικασία στο τελωνείο του αεροδρόμιου έως ότου εισέρθουν στη μεγάλη αίθουσα των διεθνών αναχωρήσεων.
Η πτήση αναμενόταν στον αερολιμένα του Ελληνικού στις έντεκα και μισή το βράδυ.
Η οικογένεια του από την ανυπομονησία της προσμονής είχαν φτάσει στο αεροδρόμιο μια ώρα νωρίτερα πριν ανακοινωθεί η προσγείωση του αεροσκάφους. Έπειτα περίμεναν ώσπου οι επιβάτες να περάσουν από τον έλεγχο των διαβατήριων και να πάρουν τις αποσκευές τους.
Όταν οι πόρτες άνοιξαν ένα ανθρώπινο κύμα όρμησε στην έξοδο του αεροδρόμιου. Η γυναίκα του σήκωσε τα χεριά της, κουνώντας τα, τον φώναξε με τ’ όνομα του και παρασέρνοντας μαζί της τους δυο μικρούς γιους τους έτρεξε να ρίχτει στην αγκαλιά του. Αυτός τους είδε, άφησε το καρότσι με τις αποσκευές στο πλάι, πήρε τη γυναίκα του αγκαλιά, τη σήκωσε ψηλά, της έδωσε δυο τρυφερά φιλιά, και την έστησε πάλι στα πόδια της, ανασαίνοντας το γνώριμο άρωμα της κολόνιας της. Βουβός από ευτυχία αποτραβήχτηκε από την αγκαλιά της γυναίκας του, στράφηκε στους δυο μικρούς γιους, τους αγκάλιασε με θέρμη κοιτάζοντας τα φωτεινά προσωπάκια τους. «Μεγαλώσατε», τους είπε, κ’ αυτά απλώνοντας τα χεριά τους με χαρακτηριστικά έκδηλο τρόπο χώθηκαν βαθύτερα στην αγκαλιά του και κόλλησαν τα δροσερά μάγουλα τους στο πρόσωπο του.
Λίγες ημέρες αργότερα ήταν οι σχολικές διακοπές του Πάσχα, που βρήκε όλη την οικογένεια στο εξοχικό τους για λίγες ήμερες δραπέτευσης από το πολυάσχολο άστυ.
Το Πάσχα είναι γιορτή κατεξοχήν συνδεδεμένη με την ελληνική ύπαιθρο και το χωριό. Το Πάσχα στα χωριά έχει ένα ιδιαίτερο χρώμα και γιορτάζεται αυθεντικά, διατηρώντας τα παραδοσιακά του χαρακτηριστικά. Θρησκευτική κατάνυξη, επιστροφή στις ρίζες, επαφή με την ανοιξιάτικη φύση, υπέροχα πασχαλιάτικα εδέσματα - μαγειρίτσα, σουβλιστά αμνοερίφια και κόκκινα αυγά είναι μόνο μερικά από αυτά - καθώς και ξεχωριστά τοπικά έθιμα και παραδόσεις συνθέτουν την εικόνα της πιο κατανυκτικής και χαρμόσυνης περιόδου του έτους.
Πηγαίνοντας στις όμορφες Νηές μεταφέρθηκαν σε έναν κόσμο φτιαγμένο μέσα στη πράσινη φύση. Ένα μέρος με εικόνες γλυκές, που η φύση μοιράζει απλόχερα χρώματα, ήπιους ήχους και γλυκούς ανέμους. Η Νηές είναι ένας τόπος τέτοιος. Εκεί που η ζωή κυλάει πιο ήρεμη, χωρίς δονήσεις, ένα ησυχαστήριο που ο παλμοί δεν ξεπερνούν ποτέ τους ογδόντα χτύπους το λεπτό.
Αν είναι και τυχεροί με τον καιρό, θα απολαύσουν ηλιόλουστες βόλτες στα υπέροχα μέρη της ευρύτερης περιοχής που σε αιφνιδιάζουν με την ομορφιά τους.
Είχε μόλις ξημερώσει κι ο ουρανός ήταν ασυννέφιαστος. Όλα έδειχναν ότι η μέρα θα ήταν καλή. Στο ήσυχο τοπίο, μόνο τα τραγούδια των πουλιών έκοβαν τη σιγαλιά. Είχε κοιμηθεί οκτώ ολόκληρες ώρες. Ένοιωθε ξεκούραστος δυνατός. Από νωρίς το πρωί άναψε το τζάκι δίνοντας γιορτινή ατμόσφαιρα στο χώρο. Το σπίτι μες στη σιγαλιά της ερημιάς είχε μια θαλπωρή και γαλήνη που σ’ έκανε να νιώθεις ηρεμία, και σιγουριά να σ’ αγκαλιάζει. Εμπρός ο ακύμαντος κόλπος, μικρός και λαμπερός, ετοιμάζεται να υποδεχτεί το καινούργιο δροσερό, και ανέφελο ανοιξιάτικο πρωινό του Απρίλη με τη θάλασσα να λαμπυρίζει σε χιλιάδες σταγόνες φωτός. Βγήκε με αγαλλίαση στο ψιλό μπαλκόνι του σπιτιού, στη δροσερή πρωινή αύρα, απολαμβάνοντας αρώματα και ήχους, που δυνάμωναν μέσα του την αίσθηση της ελευθερίας και της ανεμελιάς. Όσο έβλεπε το βλέμμα του ο φιδωτός παραλιακός δρόμος ήταν έρημος, πράγμα πολύ φυσικό για την εποχή που δεν υπήρχαν ακόμα παραθεριστές στη περιοχή. Ικανοποιημένος και γαλήνιος βολεύτηκε στο μικρό ξύλινο καναπέ εκεί στη γωνιά του μπαλκονιού και άφησε τα μάτια του να χορτάσουν ομορφιά. Τον φωτεινό ήλιο που χάιδευε με τις ζεστές ακτίνες του την νωπή από την πρωινή δροσιά γη, κάνοντάς την να αχνίζει, και το καφεκόκκινο χώμα να ευωδιάζει υπέροχα. Κοιτούσε την θάλασσα με βλέμμα διαπεραστικό και ευαίσθητο, προσπαθώντας να σκεφτεί πως θα τη ζωγράφιζε αν είχε το ταλέντο του πρόωρα χαμένου αδελφού του. Πως θα μετέφερε στο μουσαμά όλες αυτές τις αποχρώσεις. Ρηχή και διάφανη, ανοιχτοπράσινη με γαλαζωπές ανταύγειες στην ακρογιαλιά, λουλακιά στα βαθιά, και στα ανοιχτά, εκεί που τα ψαροκάικα μάχονται με τα κύματα, απειλητικά σκοτεινή, με χρώμα σχεδόν μπλε σκούρο. Η θάλασσα είναι η αρχέγονη μητέρα των πλασμάτων της γης, επί αιώνες έχει ταΐσει κι έχει ταξιδέψει αμέτρητες ψυχές. Είτε γαλήνια, είτε φουρτουνιασμένη, πάντα εμπνέει το θαυμασμό, το σεβασμό και το δέος, αλλά και μια ιδιαίτερη αγάπη και ευγνωμοσύνη σ’ αυτούς που την έχουν ζήσει από κοντά και έχουν διασχίσει τα ατέλειωτα μονοπάτια της. Έτσι κ’ αυτός, σαν ένας από τους θαυμαστές, ταξιδευτές και εικονικούς εραστές της Ωκεανίδας θεάς, ξετυλίγει στη μνήμη το κουβάρι της ζωής του και επαναφέρει τις μνήμες από τα ταξίδια του στους ωκεανούς και τα λιμάνια της.
 Απέμεινε καθηλωμένος ατενίζοντας έναν ορίζοντα τόσο έντονα και ευδιάκριτα ευθυγραμμισμένο σαν να τον είχε χαράξει κάποιο χέρι, εκεί που το λουλακί της θάλασσας συναντούσε το ξεπλυμένο γαλανό του ουρανού. Αυτή η γραμμή του ορίζοντα ήταν ελαφρά αλλά ξεκάθαρα κυρτή. 
Ο θόρυβος απ’ ένα τρακτέρ στο βάθος της αλέας του δρόμου του διέκοψε τα οράματα. Αναστέναξε μετατοπίστηκε στον καναπέ του και έφερε νωχελικά τη σκέψη και το βλέμμα του στην αυλή του σπιτιού του που απλωνόταν μπρος του.
Η άνοιξη γινόταν αισθητή με πολλούς τρόπους. Τα δέντρα γέμιζαν τρυφερά πράσινα φύλλα και στα παρτέρια τα λουλούδια άνοιγαν τα βελουδένια τους άνθη πλημμυρίζοντας τον αέρα με το γοητευτικό τους άρωμα. 
«Νομίζω ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο στον κόσμο από την δημιουργική δουλειά στον κήπο ένα υπέροχο ανοιξιάτικο πρωινό.» Σκέφτηκε. 
Ταυτόχρονα ξύπνησε μέσα του η αίσθηση ότι στον κήπο τον περίμεναν επείγοντα πράγματα που δεν είχε ακόμη κάνει. Η αυλή και ο κήπος βρισκόταν σε άγρια κατάσταση. Αυτό όμως το είδε σαν διασκέδαση. Έβαλε τα άρβυλα, το παλιό πανωφόρι του, βγήκε στην αυλή κι άρχισε δουλειά.
 Ξεκίνησε ν’ ασχολείται ξεριζώνοντας τ' αγριόχορτα από τις πρασιές και κόβοντας τα νεκρά κλαδιά από τα δέντρα.
Ήταν ήδη η ώρα δέκα και μισή. Έχοντας τελειώσει το φύτεμα στο μικρό του λαχανόκηπο, και το πρώτο εποχικό κούρεμα του γκαζόν, τώρα ασχολιόταν να σκαλίζει τα λουλούδια στα παρτέρια, όταν στην κορνίζα της εξωτερικής πόρτας της αυλής μια γνωστή ανδρική σιλουέτα τον καλημέρισε δειλά, δειλά. Ήταν ο μπάρμπα Θωμάς, ένας ξωμάχος εργάτης της γης και παλιός ναυτικός στα νεανικά του χρόνια. Ο επισκέπτης φορούσε σκούρο βαμβακερό πουλόβερ, το γέρικο κεφάλι σκέπαζε ένας ναυτικός σκούφος, που άφηνε να φαίνεται στις άκρες του τα κάτασπρα μαλλιά του. Πάει καιρός από την τελευταία συνάντηση τους. Στο χαρακωμένο απ’ τις ρυτίδες πρόσωπο του ανθρώπου που στέκεται δίπλα του ένα ευχάριστο χαμόγελο απλώνεται απ’ το κακοξυρισμένο πιγούνι μέχρι τα λαμπερά γαλάζια μάτια του. 
Η θάλασσα δεν ήταν η πρώτη επιλογή του μπάρμπα Θωμά. Ναυτικός έγινε λόγω των οικονομικών συνθηκών της εποχής, όπως και αρκετοί ακόμα Έλληνες που είτε μετανάστευαν είτε συνωστίζονταν έξω από τις εταιρείες στο λιμάνι του Πειραιά.
Ο μπάρμπα Θωμάς ήταν μόνο δεκαεννέα χρόνων πιτσιρικάς όταν μπαρκάρισε. Γνώρισε τη θάλασσα και από την καλή και από την ανάποδη, ώσπου μερικά χρόνια αργότερα γύρισε στον τόπο του και για το χατίρι της αγάπης - είχε τα μάτια σαν τη θάλασσα, πώς να την προσπεράσει; -αποφάσισε να γίνει στεριανός. Παντρεύτηκε και άρχισε να θρέφεται από τα πατρικά τους χωράφια και περιβόλια. Φτωχικά, όμως ζωντανά και χαμογελαστά τα πρώτα τους χρόνια. Ακούραστος κ' εργατικός, με την αξίνα και το άροτρο και περίσσιο κουράγιο δούλευε να δαμάσει την τραχιά γη. Έμαθε με τον καιρό να καλλιεργεί την γη και τα περιβόλια τους. Σαράντα ολόκληρα χρόνια συμβίωσαν ευτυχισμένα οι δυο τους, απέκτησαν δυο παιδιά και αυγάτισαν το βίος τους. Ήταν όμορφα χρόνια. Ζωή βουκολική και αυθεντική. Για το αγαπημένο ζευγάρι ευτυχία ήταν να χαίρονται όσο γίνεται περισσότερο για αυτά που είχαν και πλούτος να χαίρονται περισσότερο για αυτά που απέκτησαν. Είχαν τόσα δεν ζητούσαν περισσότερα. Τα παιδιά μεγάλωσαν έκαναν δίκες τους οικογένειες. Χάνοντας πρόωρα την σύντροφο του έζησε με τη θλίψη και με μια μοναξιά που κανείς και τίποτα να μπορούσε να μετριάσει. Αλλά με τον καιρό το πήρε απόφαση αυτό που του είχε συμβεί. Έμαθε να ζει με τον εαυτό του, να καλλιεργεί τον κήπο του, τα περιβόλια του, και να παρακολουθεί τα εγγόνια του να μεγαλώνουν. Ο μπάρμπα Θωμάς είχε αποκτήσει στον παραλιακό δρόμο της ήσυχης και γραφικής περιοχής ένα διατηρημένο οίκημα με την έννοια της συνεχούς κατοίκησης που γίνεται αντιληπτό αν κανείς βρεθεί μέσα στη μεγάλη του αυλή. Η αυλή βρίσκεται στο μπροστινό μέρος του σπιτιού και στη μέση του πλακόστρωτου μέρους υπάρχει μια υπέροχη τεράστια φλαμουριά, στο τέλος του πλακόστρωτου μέρους βρίσκεται το πηγάδι με το μάγγανο, στο δυτικό μέρος ξαπλώνεται η υπόλοιπη αυλή ανάμεσα στο ξανθό αγιόκλημα που σκάλωνε στους τοίχους, δίπλα στους βασιλικούς, τους δυόσμους, τις μαντζουράνες που δεν ζητούσαν παρά λίγο σκάλισμα, και νεράκι για να λούσουν την ατμόσφαιρα μ’ ευωδιές. Η αυλή ολοκληρώνεται με ένα δασάκι από ελιές. Τα περασμένα χρόνια για την κάλυψη των αναγκών σε νερό της περιοχής υπήρχαν τα πηγάδια. Πριν η περιοχή συνδεθεί με το δίκτυο ύδρευσης του τοπικού δήμου. Το νερό το έβγαζαν με αυτοσχέδιες αντλίες από τα πηγάδια της αυλής, το χρησιμοποιούσανε για τις οικιακές ανάγκες κ’ αυτό που έφευγε δεν το άφηναν να πάει χαμένο. Το μάζευαν σε δεξαμενή και πότιζαν τους κήπους, όχι μόνο τους δικούς τους αλλά και των άλλων. Τα περισσότερα πηγάδια είχαν νερό υφάλμυρο. Σωτήριο ήταν το πηγάδι στην αυλή του σπιτιού του μπάρμπα Θωμά. Είχε νεράκι όταν το θέλανε όλοι οι γείτονες, όπως το θέλανε. Όταν το χειμώνα έξω ξύριζε ο βοριάς το νερό από το πηγάδι έβγαινε αχνιστό και το κατακαλόκαιρο όταν ο ήλιος έσκαγε την πέτρα το νεράκι του ήταν γάργαρο και δροσερό. Κι ούτε ήθελε πολλά. Μόνο μια φτυαριά ασβέστη για να ψοφάνε τα μικρόβια.
Πλησιάζοντας τα ογδόντα την εποχή τούτη ο μπάρμπα Θωμάς, γέρασε πια, μπορεί να χάθηκε η φλόγα της νιότης αλλά το γέρικο κορμί του παραμένει στεγνό και δραστήριο. Τα τελευταία χρόνια ο μπάρμπα Θωμάς είναι ο μοναδικός μόνιμος κάτοικος του οικισμού, έχει αποκτήσει και μια μικρή όμορφη παραδοσιακή ψαρόβαρκα από ξύλο, συχνά δε ανοίγεται μ’ αυτή ανοικτά του κόλπου για ψάρεμα. Στο μυχό του κλειστού κόλπου, στο νοτιοδυτικό ανάγλυφο της ακτής είναι χτισμένο αμφιθεατρικά σε πλαγιά το δεσποτικό και εμπρός του τα κρυστάλλινα γαλαζοπράσινα νερά του όρμου του Μικρού Γιαλού, και το θαυμάσιο τοπίο συνθέτουν το ιδανικό περιβάλλον για ελλιμενισμό στις βάρκες και τ’ αλιευτικά. Εκεί βρίσκεται ελλιμενισμένη και η ψαρόβαρκα του μπάρμπα Θωμά, δυο τρία χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι. Ο μπάρμπα Θωμάς τον παρακάλεσε εάν μπορεί να του μεταφέρει τα δίχτυα με το αυτοκίνητο από το σπίτι στην βάρκα, και εάν ο ίδιος το επιθυμούσε να βγουν παρέα στ' ανοικτά να τα ρίξουν στη θάλασσα. Ήταν κάτι που το είχαν ξανακάνει αρκετές φόρες.
Στο σπίτι ο καπνός συνέχισε να υψώνεται απ την καμινάδα. Αθόρυβα άνοιξε η πόρτα κ’ εμφανίστηκε η σύζυγος του, φορώντας χαρούμενο και φωτεινό φλοράλ φουστάνι με άσπρη πόδια. Τα ξανθοκάστανα μαλλιά της ήταν κομμένα κοντά, αφήνοντας ακάλυπτο το λεπτό λαιμό της. Είχε μάτια μελιά, μεγάλα και φωτεινά κι όλοι πίστευαν ότι αυτό ήταν το πιο όμορφο χαρακτηριστικό της. Όταν όμως έβλεπαν το χαμόγελο της, δεν έδειχναν πια τόσο σίγουροι. 
Τους κάλεσε να περάσουν στο σαλόνι, ετοιμάζει τον πρωινό καφέ τους. Το εσωτερικό του σπιτιού αν και είχε καιρό να χρησιμοποιηθεί, είχε φροντίσει η σύζυγος να το κάνει να αστράφτει από καθαριότητα και να μυρίζει σαπούνι. Όλη η οικογένεια βρισκόταν ήδη στο πόδι. Η σύζυγος μ’ ευχαρίστηση έβαλε νερό να βράσει για τους καφέδες, και στον αέρα πλανιόταν μια γαργαλιστική μυρωδιά από τις πρωινές κρέπες. Αυτός πήρε το κλαδευτήρι πήγε στο βάθος της πρασιάς εκεί που τα κρίνα είχαν θεριέψει, έκοψε μερικά τα τακτοποίησε σε μια μικρή ανθοδέσμη πλαισιωμένα με μερικά αγριολούλουδα και μενεξελιές μολόχες. Με τα λουλούδια στο ένα χέρι και τον μπάρμπα Θωμά εμπρός του διέσχισαν τα τέσσερα πλακοστρωμένα σκαλοπάτια ανέβηκαν στον εξώστη με αργό βήμα και εισήλθαν στο σπίτι χαρίζοντας τα λουλούδια στην όμορφη σύζυγο του. Αυτή τα πήρε μ’ ευχαρίστηση γέμισε ένα ανθοδοχείο και το ακούμπησε προσεκτικά στο ξύλινο κομοδίνο διπλά στην τηλεόραση. Οι δυο μικροί γιοι του πετάρισαν από χαρά βλέποντας τον μπάρμπα Θωμά. Τώρα ήξεραν ότι θα πάνε για ψάρεμα τ’ απόγευμα.
Απογευματινές ώρες φόρτωσαν τα δίχτυα στο πορτ μπαγκαζ του αυτοκινήτου και αναχώρησαν για το μικρό φυσικό λιμανάκι όπου άραζαν ένα δυο καΐκια και μερικές βάρκες. Η μαγεία της ηλιόλουστης ανοιξιάτικης ημέρας αυτές τις ώρες είχε διαλυθεί. Στη διάρκεια του απογεύματος μερικά σύννεφα είχαν σκεπάσει τον ουρανό και οι αχτίδες του Ήλιου τρύπωναν από τα ανοίγματα, λαμπυρίζοντας στη φυρονεριά του μικρού κόλπου. Ο φλοίσβος της θάλασσας αντηχούσε νανούρισμα απαλό, στις έρημες αμμουδερές ακτές και μερικά θαλασσοπούλια όργωναν τον ουρανό. Η αύρα ανάδευε τα πιο ψηλά κλαδιά των δέντρων κι από τα μαντριά στην πλαγιά του λόφου ακούγονταν τα κουδούνια και τα βελάσματα των προβάτων. Στο βάθος ξεχώριζαν τα χωριά του Πηλίου και το βουνό του Τρίκερι, ίδιος βράχος ψηλός που κρύβει τη θέα του Αιγαίου πελάγους.
Οδηγώντας ανάμεσα στους ελαιώνες κοντά στις όχθες του κόλπου προσπερνώντας το προϊστορικό οικισμό «Μετόχι»  (Πρόκειται για βυθισμένο προϊστορικό οικισμό της Μέσης εποχής του Χαλκού στη θέση Μετόχι στον όρμο Νηές ο οποίος βρίσκεται σε βάθος 0-3 μέτρα.)  φτάνουν στο αγκυροβόλιο με τις ψαρόβαρκες. Η «Καπετάνισσα», η ψαρόβαρκα του μπάρμπα Θωμά, τους περιμένει να βγούνε για ψάρεμα. Η περιοχή δεν έχει επαγγελματίες ψαράδες. «Πετρόψαρα ψαρεύουν» συνήθως λέει ο μπάρμπα Θωμάς για τους ερασιτέχνες της περιοχής, καθώς τον βοηθάνε να ετοιμάσει τα δίχτυα.
Ανοικτά του κόλπου σαν μια μικρή κουκκίδα καρφωμένη στο ακύμαντο νερό βλέπουνε τη βάρκα του γείτονα του Παπανικόλα. Ρίχνει δίχτυα και παραγάδια κ’ αυτός.
Φόρτωσαν τα δίχτυα κ’ ένα παραγάδι στη βάρκα, ξεκίνησαν λάμνοντας απαλά με τα κουπιά πέρασαν δίπλα στη βραχώδη ακτή οπού δεσπόζει το μεγάλο οίκημα του δεσποτικού κτισμένο αμφιθεατρικά, να κοιτάζει την ανατολή του ήλιου και να σκοτεινιάζει νωρίς λόγω της κορυφής του Χλωμού, που εμποδίζει τον ήλιο από τη Δύση να φωτίσει το τοπίο. Αν κοιτάξεις το κτίσμα από τη θάλασσα, μοιάζει με θρόνο προς τον Παγασητικό κόλπο. Βάζοντας σε λειτουργία την μηχανή της βάρκας συνέχισαν με κατεύθυνση το βορειοανατολικό άκρο της ακτής, αντίκρισαν το τέλος του ακρωτηρίου και ανοιχτά του άρχισαν να ρίχνουν τα δίχτυα και το παραγάδι. Οι μικροί γιοι του προσπαθούσαν να τα προλάβουν όλα, να βλέπουν το ρίξιμο των δικτύων αλλά και να θαυμάζουν τους μοναδικούς βράχους που βάφονταν από το δυνατό απογευματινό φως όταν ο ήλιος διαπερνούσε την συννεφιά. Είχε αρχίσει να σουρουπώνει όταν έπεσε και το τελευταίο δίχτυ ανοιχτά των ακρωτηρίου και επέστρεψαν στο μουράγιο. Ρίξανε συνολικά περί τα 100 μέτρα δίκτυα σε βάθος που ποίκιλλε από 20 έως 30 οργιές σε μια θάλασσα που κατά την εκτίμηση του μπάρμπα Θωμά, είναι από τους καλύτερους ψαρότοπους της περιοχής.
Σουρούπωσε για τα καλά κατά την επιστροφή στο σπίτι.
Το πέλαγος τρέμει μακριά στο φύσημα ενός μαλακού μαΐστρου. Μια βάρκα άναψε το φως της έξω από το βράχο του «Κεφαλά».
Το ραντεβού για το μάζεμα των Διχτύων ήταν νωρίς το πρωί της επομένης ημέρας.
Ξεκινήσανε λοιπόν την ώρα που βλέπανε το φεγγάρι να ζαλίζει τη θάλασσα, λίγο πριν το χάραμα, ανάμεσα στο ασημί, και τη θολή ανταύγεια, και δεν άργησαν να φθάσουν στις σημαδούρες. Είχε την περιέργεια να δει το αποτέλεσμα και δεν έκανε πολλές ερωτήσεις στο μπάρμπα Θωμά όταν άρχισαν να σηκώνουν τα δίχτυα. Τα πρώτα μέτρα δεν φανέρωσαν και σπουδαία πράγματα. Κάτι λίγα μικρά πετρόψαρα. Στη συνέχεια το δίχτυ ανέσυρε από το βυθό μερικές πέτρες μαζί με κάποια μικρά ψαράκια. Τα τελευταία μέτρα στο δίχτυ τους έδωσε μια ανάσα καθώς έβγαλε αρκετά μπαρμπούνια και ένα μικρό αστακό. Αυτό τους ψήλωσε λιγάκι και οι σφυγμοί τους γίνανε πιο έντονοι και τα βλέμματα πιο λαμπερά κ’ ένιωσαν και οι δυο τους όμορφοι. Και δυνατοί.
Το ξεκαθάρισμα της ψαριάς έγινε πάνω στη ψαρόβαρκα. Έκατσε στη μια άκρη της βάρκας και παρακολουθούσε τα χέρια του μπάρμπα Θωμά να χτενίζουν το δίχτυ και με μια ιδιαίτερη επιδεξιότητα να ξεπλέκουν τα ψάρια και να πετάνε τις πέτρες στη θάλασσα.
Την Κυριακή των Βαΐων, θα τιμήσουν την ψαριά δέοντος σ’ ένα χορταστικό δείπνο. Σύμφωνα με τη θεοσεβούμενη σύζυγο του οι μοναδικές περιπτώσεις που κατά τη διάρκεια της σαρακοστιανής νηστείας επιτρέπεται από την Εκκλησία η κατανάλωση ψαριού είναι η ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (25η Μαρτίου) και η Κυριακή των Βαΐων.
Η ίδια με κέφι και μεράκι ετοίμασε με τα πετρόψαρα μια παραδοσιακή κακαβιά υπό τις συμβουλευτικές οδηγίες του μπάρμπα Θωμά. Μια σούπα που η παράδοση την θέλει να φτιάχνεται από τους ψαράδες πάνω στις ψαρόβαρκες χρησιμοποιώντας διάφορα ψάρια και θαλασσινά που δεν θα πουληθούν στην αγορά. Δεν υπάρχει σωστός και λάθος τρόπος να φτιάξεις την κακαβιά, σε κάθε περιοχή φτιάχνεται με διάφορες παραλλαγές ενώ δεν είναι καθόλου κακό να προσθέσεις ότι νομίζεις ότι θα ανυψώσει το έτσι κ αλλιώς καταπληκτικό αποτέλεσμα.
Από το τραπέζι του δείπνου δεν θα μπορούσε να λείπει και ο μπάρμπα Θωμάς. Ήταν συμφωνία να δειπνίσουν μαζί την ψαριά αυτή.
Ένα δείπνο γεμάτο θαλασσινές ιστορίες. Το γεύμα μαμούθ κράτησε τρεις ώρες. Όταν επιτέλους σηκώθηκαν από το τραπέζι ήταν περασμένες τρεις το απόγευμα. Οι δυο μικροί γιοί του ξεφάντωναν με τα παιγνίδια τους εκεί εμπρός στο γρασίδι της αυλής. Η σύζυγος αφού την βοήθησαν στο συμμάζεμα τους ευχαρίστησε και τους ζήτησε ευγενικά να αποχωρίσουν. Την κουζίνα την θεωρεί δικό της βασίλειο. 
Αυτός και ο μπάρμπα Θωμάς φόρεσαν τα πανωφόρια τους, και βγήκαν στο μπαλκόνι του σπιτιού απολαμβάνοντας τη δροσερή απογευματινή αύρα. 
Με το ποτό στο χέρι προσπαθούσαν με ατέλειωτες συζητήσεις, να λύσουν όλα τα πολιτικά προβλήματα που δεν μπορούσαν να λύσουν οι κυβερνήσεις.
Ο μπάρμπα Θωμάς μιλούσε για τις σημερινές συνθήκες διαβίωσης.
«Η αυλόπορτες με το αγιόκλημα και την περικοκλάδα όλο και περισσότερο εξαφανίζονται. Οι γλάστρες με τους βασιλικούς και τις μαντζουράνες έφυγαν από τα παράθυρα των σπιτιών και τη θέση τους πήραν τα κάγκελα ασφαλείας. Οι πόρτες θωρακίσθηκαν με διπλές και τριπλές κλειδαριές. Οι αυλές περιφράχτηκαν με κιγκλιδώματα. Τα σπίτια εφοδιάστηκαν με αυτόματους συναγερμούς. Κι΄ οι κάτοικοί της κλεισμένοι στα σπίτια - φυλακές εύχονται να μην αντιμετωπίσουν τα χειρότερα.» Παρατηρούσε θλιμμένα.
Αν κάτι ακόμη εκνεύριζε πάρα πολύ το μπάρμπα Θωμά ως παιδί της υπαίθρου είναι οι εκτάσεις φυτεμένες με άχρηστο γκαζόν στους κήπους των εξοχικών κατοικιών.
«Δεν είμαστε Αγγλία που βρέχει κάθε τόσο, είμαστε μια ξηρή και θερμή χώρα με πρόβλημα νερού τους καλοκαιρινούς μήνες. 
Το γκαζόν καταναλώνει απίστευτα μεγάλες ποσότητες νερού κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, καταναλώνει ενέργεια για την κοπή του, αν περπατήσεις πάνω του καταστρέφεται, είναι ακριβό και στην τελική δεν προσφέρει απολύτως τίποτα στον ιδιοκτήτη του».
«Μήπως ήρθε η ώρα να ξηλώσεις το γκαζόν.»  Του πρότεινε με  χαμογελαστή ευγένεια.
«Στη θέση του άχρηστου γκαζόν θα μπορούσες να καλλιεργείς τα λαχανικά σου, να φυτέψεις δέντρα που θα σου προσφέρουν φρούτα και σκιά, στην τελική να φυτέψεις λουλούδια που είναι ομορφότερα από έναν βαρετό χλοοτάπητα.»
«Σκέψου το».
Ήταν η συμβουλή του.
«Τώρα τον Απρίλιο μπορούμε να φυτέψουμε όλα τα λαχανικά καλοκαιρινής συγκομιδής. Ο κατάλογος είναι μακρύς και φυσικά ξεκινάει από τη βασίλισσα του καλοκαιριού που δεν είναι άλλη από την ντομάτα». «Θα σε βοηθήσω και εγώ αν το ξεκινήσεις». Του δήλωσε.
«Την Δευτέρα έχει υπαίθρια λαϊκή αγορά στον Αλμυρό. Αν θέλουμε να καλλιεργήσουμε μπορούμε να αγοράσουμε έτοιμα μικρά φυτά, όπως, ντομάτες, πιπεριές, μελιτζάνες, πεπόνια, καρπούζια, κολοκυθιές.
Αν σου αρέσουν οι πράσινες σαλάτες μπορούμε ακόμα να φυτέψουμε ρόκα μια και μεγαλώνει πολύ γρήγορα.
Από αρωματικά φυτά μπορούμε να σπείρουμε βασιλικό, άνηθο, σέλινο και μαϊντανό ώστε να τα χρησιμοποιεί φρεσκότατα η κυρά στην κουζίνα την καλοκαιρινή περίοδο... που θα έλθετε.
Η άνοιξη είναι πολύ ήπια φέτος και οι ζεστές ημέρες δεν άργησαν αρκετά να έρθουν. Ευνοϊκός καιρός για καλλιέργειες λαχανικών. Τι χρειαζόμαστε; Να μεγαλώσουμε τον πολύ μικρό σου λαχανόκηπο μερικά ακόμη τετραγωνικά μέτρα εκεί στο νοτιοανατολικό της αυλής που το βλέπει συνέχεια ο ήλιος ώστε να χαρίζει τη ζωογόνο δύναμή του σε ό’ τι φυτέψουμε.
Το χώμα φύτευσης πρέπει να είναι ελαφρύ, καλά δουλεμένο, απαλλαγμένο από άλλους σπόρους. Επίσης πρέπει να στραγγίζει καλά για να μην κρατεί υγρασία και σαπίσουν τα φυτά μας».
....... Η μέρες κύλησαν γρήγορα. Ο Απρίλης ανοιξιάτικος και πασχαλινός, αλλά το Πάσχα ήρθε και έφυγε κι εμείς από την μια μέρα στην άλλη επιστρέψαμε στην καθημερινότητα της μεγάλης πόλις. Τα σχολεία ξεκίνησαν.
Αυτές οι μέρες με την οικογένεια είναι κάτι το διαφορετικό. Είναι σαν ένα όνειρο κλεμμένο από το χρόνο. Και δεν θα πάψει ποτέ του να ευγνωμονεί την οικογένεια του, απεριόριστα, γιατί του δίνει κάτι που κανείς δεν μπορεί να του πάρει. Μια ονειρεμένη ζωή. Όχι απλά μια ευχάριστη, αλλά μια ονειρεμένη ζωή. Ωστόσο, δεν γίνεται να ονειρεύεται συνέχεια.
Πρέπει κάποτε να ξυπνήσει.
Ο σοφός παππούς του έλεγε. «Μια φορά ναυτικός για πάντα ναυτικός».
Κι έτσι δεν άργησε να ξαναβρεθεί στα πέλαγα και στα πέρατα του κόσμου.
«Ω Θεέ μου». «Τι είναι η ευτυχία». Σκέφτηκε. Δεν υπάρχει άκρη στο Ουράνιο Τόξο. Με λίγα λόγια όταν εργάζεται δεν νοιώθει απόλυτα δυστυχισμένος κι όταν δεν εργάζεται απόλυτα ευτυχισμένος.
Όταν έφτασε η μέρα να αναχωρήσει όλοι στην οικογένεια μελαγχόλησαν.
Τον συνόδεψε σύσσωμη η οικογένεια στο αεροδρόμιο. Την ώρα του αποχωρισμού η σύζυγος τον αγκάλιασε από τη μέση του κι ακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο του. Μέσα από το πουκάμισο του άκουγε τους χτύπους της καρδιάς του.
«Θα μας τηλεφωνείς κάθε μέρα». Του είπε σε τόνο που δεν επιδεχόταν αντίρρηση.
Αυτός έπιασε με τα δυο χέρια το κεφάλι της, και σήκωσε το πρόσωπο της προς το δικό του. Τα μελιά ματιά της έδειχναν απέραντη θλίψη. «Το ξέρεις ότι το κάνω». Της είπε.
Ακόμη και μετά τους αποχαιρετισμούς, περίμεναν να απογειωθεί το αεροπλάνο του. Και μόνο όταν ο θόρυβος από της μηχανές του εξασθένησε κι έσβησε στον απέραντο ουρανό, μπήκαν στο αμάξι και γύρισαν σιωπηλοί στο σπίτι.
...... Ο σημαντικότερος παράγοντας του ανθρώπου είναι το δίχως άλλο η δημιουργία οικογένειας. Είναι σκληρό πολύ σκληρό για το ναυτικό να στερείται την οικογένειά του, και όλα αυτά που δεν θα ζήσει επειδή θα αρμενίζει κάπου στον Ωκεανό. Αλλά και η αγάπη τους για τη θάλασσα, μάλλον ρέει στο αίμα τους. Υπάρχουν όμως και οι ηρωίδες γυναίκες τους που σηκώνουν μόνες τους τα βάρη της καθημερινότητας, τους καημούς της νύχτας, στα νοικοκυρεμένα σπίτια των μπαρκαρισμένων ναυτικών. Με ευγνωμοσύνη αξίζει ν’ αναφέρονται σ’ αυτές.
«…..Ήρωες δεν είμαστε εμείς, / αλλά αυτές που μένουν / ξωπίσω μ’ αναστεναγμούς / φαμίλια ν’ ανασταίνουν / και να προσμένουν γυρισμό…..».
Καλοτάξιδους να τους έχει ο Ποσειδώνας.
………………………
………………………………………………..

Kiniras, Smina kai o Adonis

Ο πλούσιος βασιλιάς της Κύπρου Κινύρας είχε μια πεντάμορφη κόρη, που πεισματικά αρνιόταν της χαρές του έρωτα. Ήρωες πολλοί και πριγκιπόπουλα έφυγαν λυπημένα, χωρίς να καταφέρουν να αποκτήσουν την πεντάμορφη κόρη του, Σμύρνα. Η θεά όμως του Έρωτα Αφροδίτη, προσβεβλημένη από τη στάση της που δεν της προσέφερε τις απαιτούμενες τιμές, έστειλε στη Σμύρνα για τιμωρία ερωτικό πάθος για τον ίδιο τον πατέρα της. “ Το πάθος όλο και φούντωνε, αποφάσισε να τα φανερώσει όλα στην παραμάνα της την Ιππολύτη. Η ασυνείδητη γριά της υποσχέθηκε τρόπο να βρει” Έτσι η Σμύρνα έσμιξε με τον ίδιο τον πατέρα της, χωρίς εκείνος να το ξέρει, στο θεοσκότεινο κοιτώνα του. Πέρασε όμως καιρός. Η Σμύρνα είχε έγκυος μείνει. Όταν ο εξαπατημένος πατέρας έμαθε την ντροπή του, να την τιμωρήσει θέλησε την θυγατέρα του, και την κατεδίωξε με γυμνό σπαθί. Οι θεοί όμως άκουσαν τις σπαρακτικές παρακλήσεις της καταδιωκόμενης, θεόπληκτης Σμύρνας και για να την γλιτώσουν την μεταμόρφωσαν σε δέντρο. Την Σμύρνα!
Ο Κινύρας, ο αιμομίκτης πλούσιος βασιλιάς της Κύπρου, μετά απ’ αυτή την ντροπή του αυτοκτόνησε. Ύστερα από εννιά μήνες, το “δέντρο” άνοιξε και βγήκε ένα παιδί, μοναδικής ομορφιάς ο Άδωνις. Θαμπωμένη η Αφροδίτη το έκλεισε σ’ ένα κιβώτιο και το εμπιστεύτηκε στην Περσεφόνη, με την εντολή να μην το ανοίξει”. Η εντολή βέβαια ως συνήθως έφερε αντίθετο αποτέλεσμα. Η Περσεφόνη άνοιξε το κιβώτιο, είδε τον πανέμορφο μικρούλη Αδωνη κι αρνιόταν την επιστροφή του στην Αφροδίτη. Έτσι μεγάλος ξέσπασε ”καβγάς”, ο απόηχος του στον Δια έφθασε τον δικαστή τον ύστατο. Να βρει μια λύση δίκαιη για τις δυο γυναίκες [Σολομώντεια] που διεκδικούσαν το όμορφο μωρό τον Αδωνη.
Ο Δίας όρισε τέσσερις μήνες ο θαυματουργικά γεννημένος Αδωνις θα τους περνούσε στον Όλυμπο ψηλά, μετά, “χώρισε στη μέση” τον υπόλοιπο χρόνο του Αδωνη που θα τον περνούσε μαζί με τις “δυο μητέρες του” την Αφροδίτη και την Περσεφόνη.
Ο μύθος τούτος του Αδωνη περιέχει όλες τις παραδοξότητες της οικογένειας του Λωτ που με τόση φυσικότητα περιλαμβάνονται στον μύθο των Σοδόμων.
Βέβαια εδώ ο ηθικός ήρωας της βίβλου δεν έχει ενδοιασμούς να τον “μεθάνε τακτικά τα κοράσια του” και να ορέγεται τους χυμούς των. Ο καλός θεός για τους φίλους και τους συγγενείς είναι. Για μερικές αιμομιξίες του Λωτ τώρα με τις κόρες του μέχρι τα κορίτσια να πιάσουνε καρπό, εντάξει δεν χάλασε και ο κόσμος. Διάβολε ολόκληρο ιδιωτικό θεό έχουμε. Τέσσερις πόλεις μας βοήθησε να κάψουμε και να πάρουμε την πλούσια γη τους [Σόδομα, Γόμαρα, Αδάμα, Σεβωειμ]. Άλλωστε εδώ ο Αβραάμ παρουσίαζε την όμορφη Χαλδαία γυναίκα του για αδελφή του, και σαν πετυχημένος νταβατζής, βοηθούμενος βέβαια από τις Χαλδαίας ψευτομαγειες και ταχυδακτυλουργίες του, έβαλε στο χέρι ολόκληρους Φαραώ και λοιπούς φυλάρχους. Συνηθισμένο φαινόμενο η ηθική ανωτερότητα τους. Με τα πολλά μεθύσια τα κατάφεραν, τούτα τα κορασιά, δεν γέννησαν Αδωνη, αλλά Άμμων και Μωαβ.

Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Exei Kati Dromous I Kardia

..... Μια Κυριακή του Απρίλη, ο καιρός που όλη την εβδομάδα ήταν άστατος κατά περιόδους νεφελώδης με τοπικές βροχές και σποραδικές καταιγίδες άλλαξε σκηνικό και, αποφάσισε να μας κάνει την έκπληξη με πολλή ζέστη και έναν φωτεινό ήλιο να ομορφαίνει τον πεντακάθαρο ουρανό! 
Μέσα σε κλίμα έντονης χαράς, και συναισθηματικής φόρτισης αντάμωσαν οι γιοί μου με φίλους και πρώην συμμαθητές στον άπλετο προαύλιο χώρο της μικρής γραφικής εκκλησίας της ενορίας μας. Άπαντες στην ολιγομελή νεαρή παρέα ήταν πρώην συμμαθητές που είχαν αποφοιτήσει σχετικά πρόσφατα απ' το λύκειο της περιοχής μας.
Τους νεαρούς μας φίλους τους συνδέει η οικειότητα που συνδέει τους νέους με κοινά βιώματα και επιπλέον η κοινή τους ερασιτεχνική ασχολία που αφορούν την οδήγηση στο χώμα με τις μοτοσικλέτες εκτός δρόμου.
Νεαροί που φλερτάρουν με την ιδέα να γίνουν ένα με την φύση και να αισθάνονται τον αέρα στο πρόσωπο τους απολαμβάνοντας τις εκτός δρόμου περιπέτειες και οι εκδρομικές τους αποδράσεις με φυσιολατρικό χαρακτήρα αποτελεί μια γοητευτική εξόρμηση που τους διασκεδάζει και αποτελούν συνάμα μια  αθλητική δραστηριότητα.
Είναι προφανές ότι απολαμβάνουν αυτό που κάνουν και έτσι η επιλογή της εκάστοτε τοποθεσίας για εξόρμηση οργανώνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Σήμερα η εξόρμηση τους αποφασίστηκε να είναι στα Δερβενοχώρια...
Μια ορεινή περιοχή που αποτελεί ένα γοητευτικό τερέν για τους λάτρεις των δύο τροχών, σε συνθήκες εκτός δρόμου, μόνο πενήντα λεπτά από το κέντρο της Αθήνας. Τολμούν και ρισκάρουν αυτές τις εξορμήσεις, γιατί είναι μια εμπειρία την οποία αγαπούν.
Μου ζήτησαν την γνώμη μου (σαν έμπειρου ναυτικού στα μάτια τους) για τον καιρό κατά την διάρκεια της ημέρας.
«Αγαπητή μου νεολαία. Στους απέναντι λόφους η πρωινή ομίχλη είχε την τάση να ανεβαίνει προς τον ουρανό, σύμφωνα λοιπόν με την ναυτική μου εμπειρία, είναι ένα σίγουρο σημάδι καλού καιρού. Θα συμπλήρωνα ότι ο κόκκινος ουρανός το βράδυ που μας πέρασε, συνήθως σημαίνει καλές καιρικές συνθήκες και κατά τη διάρκεια της νύχτας, αλλά και την επόμενη μέρα. Θα συνιστούσα μονάχα να έχετε την δέουσα προσοχή στους ορεινούς δρόμους που θα εξορμήσετε διότι η χθεσινή βροχή θα έχει δημιουργήσει λάσπη, επικίνδυνα νεροφαγώματα και απειλητικές κατολισθήσεις που θα σας δυσκολέψουν πολύ, αν και ξέρετε πως να τις αντιμετωπίσετε.»
....Στην μικρή τους παρέα ξεχώριζε ένα αγόρι ψηλό, έντονα μελαχρινό, αδύνατο με σγουρό μαλλί και ζωηρά μελιά μάτια. Το αγόρι αυτό είχε μια ικανότητα, ένα ξεχωριστό ταλέντο, ένα φυσικό χάρισμα, με την μουσική... Είχε και την τύχη να γεννηθεί και να μεγαλώσει με μουσικά ακούσματα που κυριαρχούσαν στο πατρικό του..
Του άρεσε να συνθέτει τραγούδια και με τη βελούδινη φωνή του να τα τραγουδάει στη νεανική τους παρέα. Γενικά σαν χαρακτήρας ήταν αγαπητός και απόλυτα αποδεκτός από όλους και είχε πολύ έντονο το χαρακτηριστικό της ευγένειας, σε σημείο που να την ξεχωρίζεις πραγματικά στο πρόσωπο του.
Η γονείς του σίγουρα θα ήταν πολύ περήφανοι και καμάρωναν για το αγόρι που γέννησαν και μεγάλωναν.
Όλοι τους στην νεανική παρέα τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά «Τραμουντάνα.»
Ο λόγος που τον αποκαλούσαν μ' αυτό το προσωνύμιο;
Ο νεαρός (Λευτέρης το όνομα του), είχε πατέρα ναυτικό.
«Τραμουντάνα, βόρειος άνεμος που φέρνει τα μηνύματα από το βορρά. Βοριαδάκι πολλές φορές τσουχτερό, άλλοτε πάλι πιο μαλακό έγινε από τους ποιητές ήρωας για αρκετές αταξίες.
Του μικρού παράγγειλα να είναι καλό παιδάκι
Μη μου χτυπάει πορτόφυλλα και στο παραθυράκι.

Που πάει να πει πως είναι άνεμος ζωηρός και ατίθασος, κάνει ζαβολιές και βάζει σε μπελάδες. Εν αντιθέσει με τον νεαρό «Τραμουντάνα» που ήταν ένα ήρεμο νεαρό αγόρι.
«Οι άνθρωποι της πόλης, οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι γνωρίζουν τον βοριά. Στη θάλασσα όμως ο βοριάς είναι γνωστός σαν Τραμουντάνα.
Ατενίζοντας μέσα στην ομήγυρη τη σιλουέτα του νεαρού «Τραμουντάνα» συλλογιζόμουν εκείνες τις μακρινές ημέρες που γνώρισα τον πατέρα του. Μόλις και μετά βίας μου έρχεται στο νου η εικόνα της πρώτης γνωριμίας μας. Πότε αλήθεια περάσαν είκοσι και χρόνια; Και καμιά φορά όσο εσύ κυνηγάς τις αναμνήσεις, όσο τρέχεις από πίσω τους, τόσο εκείνες απομακρύνονται.
......... Σήμερα θα σας πω μια ιστορία. Θα σας πω πώς θυμάμαι ότι έγιναν τα πράγματα και θα σας διηγηθώ την ιστορία ενός μεγάλου έρωτα του νεαρού την εποχή εκείνη πατέρα του «Τραμουντάνα» με την πανέμορφη μητέρα του με καταγωγή από την Κούβα.
Υπάρχουν κάποιοι έρωτες που γεννιούνται με την πρώτη ματιά. Κεραυνοβόλους τους λένε κι όχι άδικα. Το βλέμμα μαγνητίζεται, η καρδιά αρχίζει να χτυπά πιο δυνατά και το μυαλό κολλά εκεί. Για να μην ξεκολλήσει.
........ Η γνωριμία μου με τον Σπύρο τον πατέρα του νεαρού Λευτέρη έγινε τα πρώιμα χρόνια της καριέρας μας στη θάλασσα.
Θυμάμαι. 
Νεαρός ήμουν μπαρκαρισμένος σ’ ένα γκαζάδικο Δεύτερος μηχανικός. Και σήμερα όπως ανοίγω το ημερολόγιο της ζωής, θολά αντικρίζω τη φιγούρα του.
Ήταν στο Willemstad του Curacao. Μια τυπική πόλη-λιμάνι.
Το φλεγόμενο αυτό λιμάνι γεμίζει χνότα από έρωτες π’ αφήνουν τόσο το πλήθος από τους τουρίστες, όσο και τα πληρώματα απ’ τα καράβια.
Ήμασταν κ’ εμείς ένα τσούρμο ναυτικοί από δυο ελληνικά πλοία που είχαμε πιάσει το λιμάνι για φορτοεκφόρτωση και επισκευές. 
Τριγυρνούσαμε μέσα στη νύχτα στους δρόμους και τα σοκάκια κάτω απ’ τους ίσκιους των σπιτιών και απλά γνωριστήκαμε τα δυο πληρώματα μεταξύ μας.
Ο πατέρας του «Τραμουντάνα», ο Σπύρος, ήταν τότε κι' αυτός Δεύτερος μηχανικός στο πλοίο που συναντήσαμε να εκτελεί εργασίες επισκευών στα ναυπηγεία του λιμανιού. Ένας καστανόξανθος νεαρός άνδρας, με όμορφα μεσογειακά χαρακτηριστικά.
«Το Willemstad, είναι η τυπική πόλη-λιμάνι. Ουσιαστικά είναι μια ευρωπαϊκή αποικία η οποία απεικονίζει την οργανική ανάπτυξη μιας πολυπολιτισμικής κοινότητας. Είναι μια πόλη πλούσια σε πολιτισμό και μια από τις πιο πολυσυλλεκτικές στο πλανήτη καθώς στον πληθυσμό των εκατό πενήντα χιλιάδων κατοίκων αντιπροσωπεύονται πενήντα πέντε εθνικότητες. Από το 1997 αποτελεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.
Μέσα σε ένα τροπικό περιβάλλον, η ιστορική αρχιτεκτονική της πόλης φαντάζει εντυπωσιακή. Λέγεται ότι ένας πρώην κυβερνήτης του νησιού υπέφερε από έντονους πονοκεφάλους και πιστεύοντας ότι η ασθένειά του επιδεινώνεται με τις έντονες αντανακλάσεις του ήλιου από τα λευκά κτίρια, έδωσε εντολή οποιοδήποτε κτίριο είναι λευκό να βαφεί. Μικρή σημασία ειχε του ότι αργότερα ανακαλύφθηκε ότι ο κυβερνήτης ήταν μέτοχος στο μοναδικό χρωματοπωλείο του νησιού.»
Η μεγάλη μας παρέα βρέθηκε να απολαμβάνει το ποτό της σε υπαίθριο καλαμοσκεπές μπαρ με τους καναπέδες στην παραλία και με ζωντανή κουβανέζικη μουσική.
Η αφεντιά μου, ο Σπύρος, και ο μάγειρας του πλοίου μας, βρεθήκαμε να είμαστε παρέα μέσα στην παρέα. Συζητούσαμε ξεφυλλίζοντας την μέχρι σήμερα ζωή μας την γεμάτη από ταξίδια, εμπειρίες, και γνωριμίες στα ταξίδια αυτά. 
Ο μάγειρας σαν μύστης των νησιών της Καραϊβικής, μας εξηγούσε μια ιστορία που είχε να κάνει με παράξενα δέντρα «Watapana» που συναντήσαμε στους δρόμους.
Ιδιαίτερα στάθηκε στην ιστορία ενός μοναδικού δέντρου «Watapana.»
«Το σκάλισμα που υπάρχει σ' αυτό το δέντρο «Watapana» (δέντρο της ζωής μέσα του) στο κέντρο της Willemstad, είναι ένα από τα πιο ερωτικά γλυπτά που έχω δει ποτέ.
Είναι το γυμνό σώμα μιας γυναίκας λαξευμένο στις χρώμα του αίματος ρίζες του δέντρου. Σύμφωνα με την τοπικό μύθο, ο τεχνίτης που δημιούργησε αυτά τα γλυπτά στο δέντρο το έκανε αργά τη νύχτα και εμφανιζόταν στην πόλη μια φορά για λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Ο θρύλος ισχυρίζεται ότι ο γλύπτης ήταν στα πρόθυρα της αυτοκτονίας όταν έκανε το πρώτο σκάλισμα του, και η δημιουργία του έδωσε πίσω τη θέληση για να ζήσει.».....
«Τα δέντρα αυτά είναι μια φυσική πυξίδα για την Αρούμπα και το Κουρασάο, γιατί είναι λυγισμένα σε γωνία ενενήντα μοιρών που δείχνει πάντα νοτιοδυτικά λόγο της διεύθυνσης που φυσούν οι τοπικοί άνεμοι.» Συνέχισε την ξενάγηση του ο μάγειρας.
Μετά το πρώτο ποτό το μεγαλύτερο μέρος της μεγάλης παρέας μας χαιρέτησε και αναχώρησε. Τα βήματα τους παρέσυραν προς τη Campo Alegre το θρυλικό μεγάλο υπαίθριο θέρετρο ενηλίκων του Κουρασάο. Πρόκειται για ένα εξωτικό, ερωτικό και συναρπαστικό μέρος όπου τα εφήμερα όνειρα γίνονται πραγματικότητα.
Με τον εξ Αιγύπτου ομογενή μάγειρα του πλοίου μας, όταν συζητά κανείς μαζί του, αντιλαμβάνεται ότι έχει να κάνει με έναν μεθοδικό, πολυταξιδεμένο, έμπειρο και γλωσσομαθή άνθρωπο. Και αυτό δεν ήταν μια απλή εντύπωση. Ήταν η πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα η οποία γινόταν εύκολα ορατή μόλις από τις πρώτες κουβέντες του. Πρόσχαρος και ανοιχτόμυαλος διακρινόταν για την ευαισθησία του απέναντι στα κοινωνικά ζητήματα που μας προβλημάτιζαν. Άτομο με ευρύτητα γνώσεων και κριτική σκέψη. Ταυτόχρονα σε κάθε ευκαιρία που του παρουσιαζόταν αφιέρωνε πολλές φορές τον ελεύθερο χρόνο του σε λέσχες και καζίνο, είχε μια ελεγχομένη τάση με το τζόγο. Τα τυχερά παιχνίδια τον συνάρπαζαν χαρίζοντας του εμπειρίες. 
Αποδείχτηκε ότι και ο Σπύρος που προστέθηκε στην παρέα μας δεν έλεγε όχι σε μια εθιμοτυπική επίσκεψη στο καζίνο και δεν χρειάστηκε μεγάλος κόπος να με παρασύρουν και μένα.
Στην παρέα μας προστέθηκε και ο ασυρματιστής του πλοίου μας. Καταθέσαμε έκαστος σε κοινό κουμπαρά από διακόσια δολάρια και αποφασίσαμε να μας αντιπροσωπεύσει στο τραπέζι του καζίνο ο Σπύρος.
Του αναγνωρίσαμε μια ιδιαίτερη διαισθητικότητα και ποντάροντας στην διορατικότητα του ότι θα βγούμε κερδισμένοι τα βραδύ αυτό, και θα απολαύσουμε μία εφήμερη οικονομική επιτυχία.
Για διασκέδαση μ’ ενθουσιασμό, το Curacao είναι ένας θεϊκός παράδεισος για τους επισκέπτες του. Ξενοδοχεία με όμορφες λευκές αμμώδεις ακτές δίπλα στα ζεστά, ήρεμα νερά, διαθέτουν ιδιωτικές παραλίες, και καταπράσινους τροπικούς κήπους.
Σχεδόν όλα τα ξενοδοχεία διαθέτουν πολυτελή ευρύχωρα καζίνο, να δοκιμάσετε την τύχη σας, και εκθαμβωτικά μπαρ για να απολαύσετε ένα δροσερό κοκτέιλ και κάποια μουσική της Καραϊβικής σε στιγμές χαλάρωσης.
 Ήταν ήδη μεσάνυχτα που τα δικά μας βήματα μας οδήγησαν στο Curacao Plaza Hotel & Casino. Ένα εξαιρετικό ξενοδοχείο σε πλεονεκτικό σημείο του λιμανιού από όπου μπορούσαμε απολαμβάνοντας το ποτό μας εμείς που δεν παίζαμε στο τζόγο να παρακολουθούμε τα πλοία που περνούν μέσα και έξω από πολυσύχναστο λιμάνι του Κουρασάο.
Δυστυχώς όμως ο νεαρός δεύτερος μηχανικός ήταν άτυχος τη βραδιά αυτή. Άλλωστε για την φιλική παρέα μας  (των ναυτικών) το βράδυ τούτο τα τυχερά παιχνίδια δεν ήταν αυτοσκοπός, αλλά τρόπος διασκέδασης. 
Οι περισσότεροι, οι αμύητοι, όπως η αφεντιά μου, που θέλουν να ζήσουν για λίγο τον μύθο του τζόγου, θα επιχειρήσουν κάποτε κάποιο ραντεβού με την τύχη. Το πιο πιθανό είναι ότι εκείνη δεν θα είναι πιστή, γι’ αυτό και δεν πρέπει να επενδύσουν επάνω της τίποτα που δεν αντέχουν να χάσουν.
Λίγες και πολυάσχολες οι μέρες μας στο Willemstad το οποίο μας είχε προσφέρει αμέτρητες όμορφες παραστάσεις, αλλά πλέον τα πλοία είχαν μπει στην τελική ευθεία της αναχώρησης.
Δεν άργησε η στιγμή που χωρίσαμε οι παρέες των δυο πλοίων.
Το πλοίο μας αναχώρησε κενό φορτίου και με πλήρες έρμα για λιμένα της δυτικής Αφρικής.
Επίσης, ολοκληρώθηκε η διαδικασία επισκευών του πλοίου που υπηρετούσε ο Σπύρος, ως Δεύτερος μηχανικός, το πλοίο τους παρέλαβε φορτίο πετρελαιοειδών από το Willemstad με λιμένα προορισμού εκφοτωσης τη Havana της Κούβας.
Αναχωρώντας εγώ δεν κράτησα επαφή με τον αγαπητό μας συνάδελφο τον Σπύρο.
Η ζωή στο πλοίο μας κυλούσε στα συνηθισμένα, ο καιρός περνούσε.
....Ο μάγειρας μας σαν κοινωνικός κοσμοπολίτης συνέχισε να έχει πάντα επαφή μαζί του.
Και σαν μάστορας μοναδικός που έχει να κάνει με την ικανότητά τούτης της μαγικής τέχνης της αφήγησης, έχει την ευχέρεια να μας δώσει ζωντανά τα γεγονότα, που εμείς αγνοούσαμε, και να μας αφηγείται την συνέχεια της ιστορίας του Σπύρου.
............«Μια μέρα ηλιόλουστη και δροσερή απ' του ωκεανού την αύρα, ένα παλιό αμερικανικό αυτοκίνητο μετέφερε τον φίλο μας το Δεύτερο μηχανικό έξω από το Capitolio στην La Habana Vieja (Παλιά Αβάνα). Τα βήματα του τον οδήγησαν στο αρχιτεκτονικό αριστούργημα στο Gran Teatro de La Habana ("Μέγα Θέατρο της Αβάνας") που είναι γνωστό ως το Παλάτι της Γαλικίας. 
Ήταν ένας ολιγόωρος περίπατος αναψυχής που θα το εκμεταλλευόταν για να γνωρίσει τα αξιοθέατα της πόλης. Στο επόμενο λιμένα προορισμού, το Ρότερνταμ ο φίλος μας θα ξεμπαρκάριζε και θα επέστρεφε στην πατρίδα.
Η παλιά πόλη είναι η περιοχή της Havana με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση κτιρίων αποκατεστημένα στην προηγούμενη δόξα τους. Μουσεία, γκαλερί τέχνης, ξενοδοχεία, εστιατόρια και καταστήματα ανοίγουν όλη την ώρα σε αναπαλαιωμένα αρχοντικά σπίτια ή εμπορικούς οίκους. Σήμερα η Habana Vieja (Παλιά Αβάνα) είναι ένα μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO  που έφερε πίσω στο χρόνο την περιοχή με σκληρή δουλειά.
....... Την είδε! Να ξεπροβάλλει σαν άλλη "Dona Ines de Bobadilla" πίσω από τα γλυπτά του Giuseppe Moretti, που αντιπροσωπεύουν αλληγορίες και απεικονίζουν την καλοσύνη, την εκπαίδευση, τη μουσική και το θέατρο.
Ψηλή, με καμπύλες για ζούληγμα, πόδια ατελείωτα, στήθος εφηβικά στητό, μάτια αμυγδαλωτά, δέρμα σοκολατί. Μια πραγματικά πανέμορφη κρεολή. Το λευκό φόρεμα αγκάλιαζε τέλεια το καλλίγραμμο κορμί της. 
Τι εξωτικό πλάσμα ήταν αυτό; Κατάλαβε ότι έχασκε αποβλακωμένος κι έκλεισε το στόμα με το χέρι του. 
Περπατούσε με χάρη αιλουροειδούς.
Οι δυο νέοι κοιτάζονται στα μάτια και κανείς τους δεν κατεβάζει τα βλέφαρα.
Το αίμα μέσα στις φλέβες παίρνει έναν καινούριο δρόμο. Το στομάχι του σφίχτηκε. Κόμπος στο λαιμό. Ο γιακάς τον έκοβε. Χαλάρωσε την ανύπαρκτη γραβάτα του. Και τότε, ακριβώς την στιγμή που ένιωθε ευάλωτος, τελείως εκτεθειμένος στα γελαστά μάτια της, η καλλονή έκανε αυτό που είχε ευχηθεί. Του χάρισε την θέα των πάλλευκων δοντιών της. Το ωραιότερο χαμόγελο που είχε δει ποτέ. Κόντεψε να λιποθυμήσει.
Κάτι την ρώτησε, κάτι του είπε, βρέθηκαν να κουβεντιάζουν και να χαμογελούν στο ίδιο τραπέζι. Ήταν από σχολή Gran Teatro de La Habana όπου κι εργαζόταν. Ζούσε στην πόλη με τους γονείς της. Της είπε ότι ήταν Έλληνας απ’ το πλήρωμα του πλοίου που ξεφόρτωνε στη ραφιναρία του λιμανιού. 
Την έκανε να γελά μελωδικά. Κι άμα κάνεις τη γυναίκα να γελάει, την κέρδισες, έλεγε ο σοφός παππούς του. Μέσα σε ένα ιδιαίτερα χαρούμενο κλίμα με διάχυτη μια γλυκιά συγκίνηση, αποφάσισαν να ξαναβρεθούν σύντομα..
Στην επομένη συνάντηση η απόσταση ανάμεσα στα σώματα τους είχε σχεδόν εκμηδενιστεί. Τυχαία αγγίγματα στην αρχή, μετά καθόλου τυχαία. Την αγκάλιασε απ’ τους ώμους κι αυτή τον έπιασε απ’ τη μέση. Έτσι όπως ήταν αγκαλιασμένοι περπατούσαν κατά μήκος της Malecon, το θαλάσσιο τείχος, που εκτείνεται κατά μήκος της ακτογραμμής της Havana. Ένοιωθε το σώμα της να βυθίζεται στην αγκαλιά του. Ένοιωθε τους ψιθύρους της καρδιάς της να πάλλονται στο στέρνο το δικό του.
Τα μάτια του ατένιζαν στο βλέμμα της το βελουδένιο , ανείπωτη, απέραντη, μενεξεδένια θάλασσα που μέσα της φωλιάζουν λευκά μαργαριτάρια.
Το βράδυ στο El Tropical  του έκλεψε την καρδιά όταν την είδε να χορεύει και να λικνίζεται στους κουβανέζικους ρυθμούς. Την πήρε μια σφιχτή αγκαλιά και της είπε πως είναι η γυναίκα της ζωής του!
«Σε αγαπώ τρελά!» της είπε.
Τα γόνατα της λύγιζαν και η καρδιά της κτυπούσε τρελά. Νόμιζε πως όσοι άνθρωποι βρισκόντουσαν γύρω της, άκουγαν την τρελή καρδιά της. Το βλέμμα της σταμάτησε στο πρόσωπο του, που την κοιτούσε γεμάτο φως. Έλαμπε ανάμεσα στο πλήθος. Ξαφνικά ένιωσε τα πάντα να κινούνται με ένα τρομερά αργό ρυθμό, που δεν μπορούσε να καταλάβει, μα δεν την ένοιαζε καθόλου. Αντιθέτως ευχόταν να διαρκούσε όσο γινόταν περισσότερο αυτή η ανείπωτη ευτυχία. 
«Έτσι είναι λοιπόν η αγάπη;» σκέφτηκε μέσα της και ολόκληρο το πρόσωπο της χαμογέλασε. Στάθηκαν για λίγο ο ένας απέναντι στον άλλο και απλά κοιταζόντουσαν χωρίς να λένε τίποτα. Μιλούσαν τα μάτια και έδιναν υποσχέσεις, μιλούσαν οι καρδιές και έδιναν όρκους όπως γίνεται συνήθως με τους ερωτευμένους. Της πήρε το χέρι απαλά και την πλησίασε. Εκεί σε εκείνο το κλαμπ της Havana ξεκίνησαν όλα. Μια δυνατή σχέση αγάπης που τελικά τα κατάφερε παρ’ όλες τις φουρτούνες, να τις ξεπεράσουν.
Οι Κουβανοί υπήκοοι δεν είχαν το δικαίωμα να ταξιδεύουν στο εξωτερικό χάρη του σκληρού νόμου περί μετανάστευσης, μετά τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν το 1961 από το καθεστώς. Υπήρχε και το άγρυπνο μάτι του κομματικού σπιούνου, αν σε έπιαναν να προσπαθείς απεγνωσμένα να διαφύγεις, σε τουφέκιζαν στο άψε-σβήσε, κολλώντας σου τη ρετσινιά του εχθρού της επανάστασης και του λαού.
Ο έρωτας λένε είναι εθιστικός, κ’ όταν είναι και υπερβολικός «βλάπτει σοβαρά και την υγεία». 
Αν είναι να καταστρέψεις με κάτι την υγεία σου, ας είναι αυτό ο έρωτας!
Δεν το βάζει κάτω όμως.
Πήρε τη μεγάλη απόφαση.
Θα γινόταν φυγάς.
Θα τον ακολουθούσε.
Ο Δεύτερος προετοίμασε τη λύση για να «δραπετεύσει» η κρεολή από την χώρα της, βάζοντας σε κίνδυνο όχι μόνο την ανεκτίμητη ζωή της  αλλά και το ίδιο το πλοίο με το φορτίο του.
 Έχει ήδη αρχίσει να βραδιάζει και το φεγγάρι, απόψε δεν κάνει την εμφάνιση του, μένει κρυμμένο ανάμεσα στα σύννεφα. Περίεργο τούτο το βράδυ, γεμάτο ένταση. Βράδυ που αγκαλιάζει τις σιωπές και λιγοστεύει το φως του φεγγαριού για να αφήσει τις σκιές απόψε αθέατες στη γύρω πλάση.
Το πλήρωμα ετοιμάζεται να ταξιδέψουν το πλοίο.
Μικρά υπόκωφα κύματα σκαλίζουν την ακτή. Οι αρχές κάνουν τον τελευταίο έλεγχο στο πλοίο και ετοιμάζονται να αποχωρήσουν απ' αυτό. Σε μια σκοτεινή γωνιά του λιμανιού η κρεολή τρεμάμενα βγάζει το λίνο φόρεμα της, το κρύβει προσεκτικά στην ακτή και αθόρυβα βουτά στα σκοτεινά νερά. Με τη βοήθεια της αποθαλασσίας (swell)  σιγά σιγά προσεγγίζει το πηδάλιο του πλοίου και σκαρφαλώνει σαν αίλουρος στο rudder trunk του. Εκεί την αναμένει ο αγαπημένος της που με γρήγορους ρυθμούς ανοίγει την εξωτερική ανθρωποθυρίδα επιθεώρησης απ’ όπου εισέρχεται η αγαπημένη του εντός του στεγανού χώρου.
Οι μανούβρες ήδη έχουν ξεκινήσει με το πηδάλιο πλέον σε λειτουργία και την μηχανή σε μανούβρες, το πλοίο αποπλέει, ξεμακραίνουν απ’ το λιμάνι, μα κι απ' ολόκληρη την Havana.
«Άγιε Νικόλα βοήθα μας…!» σιγοψιθυρίζει ο Δεύτερος.
«Παναγιά μου λυπήσου μας…!» βογκάει η κρεολή κρυμμένη στη σκοτεινή δεξαμενή.
Η βάρδια της γέφυρας υπομονετικά παρακολουθεί τα παραπλέοντα πλοία. Δεν έχει και πολύ κίνηση απόψε. Σιγά σιγά το πλοίο πλησιάζει στην έξοδο του λιμένα. Τα σύννεφα έτρεχαν στον ουρανό σπρωγμένα απ' τον Νοτιά, κι η βροχή έκανε την εμφάνιση της στη θάλασσα και στη στεριά. Στην έξοδο του μεγάλου κόλπου προσεκτικά το ταχύπλοο (η πιλοτίνα) πλησιάζει στη μέση του πλοίου, κολλάει στα πλευρά του και ετοιμάζεται να παραλάβει τον πιλότο του λιμένα. Για τον Δεύτερο αν και όλα τα σημάδια φαινόντουσαν κανονικά, στο μυαλό του κυριαρχούσε ένας φόβος. Αμίλητος, περιμένει καρτερικά την ώρα που το πλοίο θα εξέλθει στα διεθνή θαλάσσια ύδατα.
Το καράβι είναι μεσοπέλαγα κι η Κούβα δε φαίνεται πουθενά.
Η κρεολή άκουσε το συνθηματικό κτύπημα στα τοιχώματα της δεξαμενής. Η ανθρωποθυρίδα της δεξαμενής άρχισε να ανοίγει. Η καρδιά της σκίρτησε σαν ένα σπίρτο που πήρε φωτιά και σκόρπισε ζεστά κύματα χαράς σε όλο της το σώμα.
«Σε λίγο, ψιθύρισε σχεδόν τραυλίζοντας ξέπνοα, σε λίγο θα τον δω στα αλήθεια.» 
Ήταν γλυκιά αυτή η ελευθερία και ένας έρωτας έτοιμος μπροστά της φλογισμένος, να της υπόσχεται ένα μέλλον γεμάτο δώρα ζωής. Έχει κάτι δρόμους η καρδιά να σπάζει φυλακές, να ελευθερώνει την αγάπη. Έχει και μια μαγεία το σύμπαν να μας αγκαλιάζει στοργικά, περιμένοντας πάντα υπομονετικά την σωστή ώρα, για να μας παραχωρήσει το δικό μας μερίδιο στην ευτυχία. Επιτέλους η μικρή δεξαμενή γέμισε από φως. 
Η γυναίκα σχεδόν είχε χάσει τις αισθήσεις της. Ο Δεύτερος την χτύπησε απαλά στα μάγουλα και την πιτσίλισε με νερό για να συνέρθει. Η κρεολή άνοιξε τα μάτια της και χαμογέλασε. Την αγκάλιασε τρυφερά βρίσκοντας τον δρόμο για τα χείλη της.
Ο γάμος τους έγινε στο πέλαγος επάνω στο πλοίο από τον πλοίαρχο.
Κουμπάροι το πλήρωμα όλο.
«Σπίτι μου, είναι όπου είσαι εσύ!» ορκίστηκαν οι νεόνυμφοι.
Σε λίγες ώρες θα βρισκόταν στο Ρότερνταμ, πόσο απίστευτο τους φαινόταν.
Ο γάμος τους δηλώθηκε επισήμως στις προξενικές αρχές της χώρας μας.
Τελειώνοντας την αφήγηση του ο μάγειρας, συμπλήρωσε.
«Ο καλύτερος σύμμαχος της αγάπης είναι ο χρόνος. Και αυτή η αγάπη του Δεύτερου μηχανικού και της κρεολής φυγάδας, τα κατάφερε, άντεξε στο χρόνο, έβγαλε ρίζες βαθιές, και αγκάλιασε τη γη, γεμίζοντας την λουλούδια. Έτσι γίνεται συνήθως με την αγάπη. Σου δίνει τη δύναμη να αντέξεις τα πάντα.»
……………
Μια Κυριακή του Απρίλη, με πολλή ζέστη και έναν φωτεινό ήλιο να ομορφαίνει τον πεντακάθαρο ουρανό, στην μικρή παρέα των νέων ξεχώριζε ένα αγόρι ψηλό πολύ μελαχρινό, αδύνατο με σγουρό μαλλί και ζωηρά μελιά μάτια.
Όλοι τους στην νεανική παρέα το νεαρό Λευτέρη τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά «Τραμουντάνα.»
¨Ήταν - ο Λευτέρης - ο πρώτος τους γιος.

Υ.Γ: Για πρώτη φορά μετά από 50 χρόνια, οι κάτοικοι της Κούβας έχουν σήμερα το δικαίωμα να ταξιδεύουν στο εξωτερικό χάρη σε μια μεταρρύθμιση του νόμου περί μετανάστευσης που υιοθετήθηκε από τον πρόεδρο Ραούλ Κάστρο και την οποία περίμεναν με ανυπομονησία οι πολίτες της χώρας, μερικοί από τους οποίους εκφράζουν πάντως φόβους ότι η εφαρμογή της θα είναι περιορισμένη.

. .............................................................................................
Σημείωση: Inés de Bobadilla (La Giraldilla)
Το Castillo de la Real Fuerza (χτίστηκε το 1558) στην Κούβα έχει ένα άγαλμα στο παρατηρητήριο του, που αντιπροσωπεύει μια γυναίκα..... La Giraldilla .
Το 1634, ο  Juan de Vitrián Viamonte προσθέτει ένα παρατηρητήριο με "weathervane" γλυπτό με τη μορφή μιας γυναίκας,  έργο του από τον Geronimo Martín Pinzón, ένας καλλιτέχνης από την Αβάνα, και με βάση την εικόνα στεφανώνει την La Giralda της Σεβίλης... Παρά το γεγονός ότι ο λόγος για την επιλογή αυτού του γλυπτού, που ονομάζεται La Giraldilla, δεν είναι γνωστός, μια κοινή πρόταση είναι προς τιμήν της  Inés de Bobadilla, της μόνη γυναίκα κυβερνήτης της Αβάνας, η οποία ανέλαβε τον έλεγχο από το σύζυγό της Hernando de Soto , όταν αυτός ανέλαβε μια αποστολή στη Φλόριντα. Λέγεται ότι τοποθετήθηκε εκεί για να τιμήσει την Ines de Bobadilla η οποία λέγεται ότι πέρασε πολλά χρόνια να διερευνά τον ορίζοντα για τα σημάδια της επιστροφής του πλοίου του συζύγου της, Hernando de Soto (εν αγνοία της, είχε πεθάνει). Η εικόνα έγινε το σύμβολο της πόλης της Αβάνας (διατίθεται και για το Havana Club.... ετικέτα ρούμι), και τώρα που πραγματοποιήθηκε το Μουσείο της Πόλης στεγάζεται στο Palacio de los Capitanes Generales στην Plaza de Armas, ενώ ένα πιστό αντίγραφο είναι στη θέση του στο παρατηρητήριο του
 Castillo de la Real Fuerza .

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

(Abrolhos) ...Kratiste Ta Matia Sas Anoixta!

Μια παλιά ναυτική παροιμία, λέει. «Υπάρχουν τριών ειδών άνθρωποι, οι ζωντανοί, οι νεκροί, και αυτοί που ταξιδεύουν».
Η νοητή γραμμή που ενώνει την αφετηρία με τον προορισμό για τους πολλούς λέγεται διαδρομή, μα υπάρχουν και αρκετοί που την αποκαλούν ταξίδι. Η διαδρομή μοιάζει με διασκελισμό του διαβήτη πάνω στον χάρτη. Μια πορεία, ευθεία ή καμπύλη. Εδώ, όλα είναι προβλέψιμα και τακτοποιημένα. Το ταξίδι όμως είναι κάτι διαφορετικό. Αυτό που αλλάζει δεν είναι η απόσταση και η διάρκεια, αλλά ο τρόπος που το βιώνουμε. Αυτό που αλλάζει είναι η διάθεσή μας να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση. Έτσι, το ταξίδι μεταμορφώνεται σε περιπέτεια........................
Οι εποχές κυλούν πολύ γρήγορα, και τα χρόνια τρέχουν λες και κάποιος βιαστικός, που δεν μπορεί να περιμένει, τα σπρώχνει να κατρακυλήσουν από μια απότομη κατηφόρα. Κάπως έτσι πέρασαν τα χρόνια και για τα ζωηρά και ανήσυχα αγόρια που αποφοίτησαν απ’ την ακαδημία του εμπορικού ναυτικού. Ήξεραν καλά τι ήθελαν να κάνουν με το θράσος που διακρίνει τους νέους. Δεν τους χρειαζόταν να το σκεφτούν. Ο κόσμος της θάλασσας, «η θαλασσινή περιπέτεια», τους άνοιγε την αγκαλιά του και τους προσκαλούσε σε μοναδικές συγκινήσεις και αυτοί βιαζόταν να πετάξουν σε νέους ορίζοντες.
Μάταια έκλαιγαν οι μανάδες και τα κορίτσια πίσω τους.
Ποιος μπορεί να είναι σίγουρος για το τι του επιφυλάσσει η ζωή όταν βρίσκεται ακόμα στο πρώιμο επαγγελματικό ξεκίνημα του.
Απλώς ονειρεύεται το τέλος σύμβασης εργασίας και την επιστροφή του στην πατρίδα και την οικογένειά του που πολλές φορές έχει αυξηθεί όσο αυτός έσκιζε τις θάλασσες. Μοίρα κοινή των ναυτικών που σπάνια βλέπουν τα παιδιά τους να γεννιούνται και να μεγαλώνουν.
Καλό τους ταξίδι λοιπόν.
Βρισκόμαστε στην άκρη του χειμώνα και στις αρχές της Άνοιξης του χίλια εννιακόσια εβδομήντα επτά. Ο ήρωας μας είχε τελειώσει μ’ επιτυχία τις εξετάσεις του για την απόκτηση του διπλώματος Τρίτου μηχανικού εμπορικού ναυτικού. Είχε πάρει οριστικά την απόφαση να συνεχίσει αποκλειστικά το ναυτικό επάγγελμα........ ποτέ του δε διανοήθηκε να κάνει κάτι διαφορετικό. Οι μέρες του κυλούσαν γεμάτες νέα όνειρα και νέους στόχους. Κι όμως, πάντα κάτι του έλειπε. Και στους δυο μήνες επάνω ανέβηκε την σκάλα του αεροπλάνου με προορισμό το Μπουένος Άιρες της Αργεντινής. Τελικός προορισμός ο λιμένας Σάντα Φε στην ενδοχώρα και στις όχθες του ποταμού Salado κοντά στην συμβολή του με τον Ρίο Παρανά, για να μπαρκάρει με ένα μεγάλο ποντοπόρο εμπορικό πλοίο.
Ο ποταμός Rio Parana είναι ένας ποταμός στη κεντρική Νότια Αμερική, που διασχίζει τις χώρες Βραζιλία, Παραγουάη και Αργεντινή. Το όνομα Parana είναι μια σύντμηση της φράσης "para rehe onáva", η οποία προέρχεται από την τοπική γλώσσα «Tupi» που σημαίνει "τόσο μεγάλος όσο η θάλασσα". Στο ρου του συγχωνεύεται πρώτα με το ποταμό Παραγουάη και έπειτα μακρύτερα προς τα κάτω με τον ποταμό Ουρουγουάη για να διαμορφώσει τον μεγάλο Río de la Plata που εκκενώνει στον Ατλαντικό Ωκεανό. Στο τέλος του αεροπορικού ταξιδιού, αναστενάζοντας με ανακούφιση ο ήρωας μας σκαρφάλωσε στο βαγόνι του τραίνου που θα τον μετέφερε από το Μπουένος Άιρες στο Σάντα Φε. Έγειρε στο άβολο, σκληρό κάθισμα και έκλεισε κουρασμένος για λίγο τα μάτια του. Σύντομα τα ξανάνοιξε κοιτάζοντας το τοπίο στο μακρινό ορίζοντα που άλλαζε με ταχύτητα, από τα ψηλά βουνά στις βαθιές χαράδρες. Το μεγάλο ταξίδι είχε αρχίσει. Η περιπέτεια και όλα όσα είχε ακούσει από τις ιστορίες των παλιών ναυτικών για τις μαγευτικές πολιτείες της Νοτίου Αμερικής τον περίμεναν. Με αυτή την ιδέα ξανάκλεισε τα μάτια του προσπαθώντας να κλέψει λίγες ώρες ανάπαυσης.
Το ταξίδι από το Μπουένος Άιρες στην επαρχία Σάντα Φε αποδεικνύεται μια ακόμη έντονη εμπειρία. Το τραίνο με προορισμό το Ροζάριο, την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Αργεντινής και πρωτεύουσα της επαρχίας Σάντα Φε, ξεκινά από τον κεντρικό σταθμό, κοντά στο λιμάνι του Μπουένος Άιρες.
Η επιβίβαση γίνεται στον Estación Plaza Constitución που είναι ένας μεγάλος, ένας από τους πιο πολυάσχολους σιδηροδρομικούς σταθμούς της Αργεντινής.
Το κτήριο του σταθμού ένα κομψοτέχνημα γαλλικού ύφους σχεδιάστηκε από Βρετανούς αρχιτέκτονες. Για πολλά έτη θεωρήθηκε το σημαντικότερο παράδειγμα της δομικής εφαρμοσμένης μηχανικής στη Νότια Αμερική και αρχιτεκτονικά ένα από τα λεπτότερα κτήρια στον κόσμο. Το 1997 δηλώθηκε ως Εθνικό μνημείο της χώρας. Τέσσερις ώρες αργότερα η διασχίζοντας την ατέλειωτη Πάμπα φτάνεις στο Ροζάριο. Αφήνοντας πίσω το Ροζάριο το τραίνο συνεχίζει βόρεια, στην καρδιά της υπαίθρου. Καθώς το τρένο διέσχιζε το βόρειο κομμάτι της διαδρομής το τοπίο άρχισε να αλλάζει σιγά-σιγά, να σου δίνει μια αίσθηση μιας φύσης πιο ανοιχτής, πιο άγριας, πιο αυστηρής, πιο μεγάλης.
Ο ήλιος βρισκόταν στη δύση του, το σούρουπο πλημμύριζε την ατμόσφαιρα με πορφυρές αποχρώσεις. Άλλη μια μέρα είχε φτάσει στο τέλος της. Τι κι αν είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Ο νους διψούσε για εικόνες, άπληστος, αχόρταγος νους, να δει, να γεμίσει παραστάσεις, εμπειρίες, τοπία, να χωρέσει τον κόσμο. Χαζεύοντας το τοπίο ο ήρωας «χαμένος» κάπου σε αυτή την παράξενη αίσθηση, δεν αντιλήφθηκε ότι το τραίνο ήταν ήδη σχεδόν έξω από το σταθμό. Το τρένο σταμάτησε, ήταν ο τελευταίος σταθμός. Εκεί κατέβηκε και κίνησε για να συναντήσει τον πράκτορα του πλοίου που τον περίμενε στην αποβάθρα. Σ’ όλη την διάρκεια του ταξιδιού με το τραίνο δεν είχε φάει τίποτε, αλλά και πάλι δεν πεινούσε, σκέφτηκε για λίγο πίσω την πατρίδα, τους δικούς του, και αναστέναξε, μα η έλξη που ασκούσε πάνω του ο ορίζοντας της νέας επαγγελματικής του περιπέτειας ήταν πολύ μεγαλύτερη. Καθώς η ώρα περνά και η νύχτα απλώνεται η πόλη γεμίζει πολύχρωμα φώτα. Η νύχτα αυτή στην πόλη ήταν δροσερή, γεμάτη ήχους και κίνηση, όπως συμβαίνει συνήθως με τις πρώιμες φθινοπωρινές νύκτες.
Σάντα Φε.
Πόλη της βορειοδυτικής Αργεντινής, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιφέρειας. Βρίσκεται στη συμβολή των ποταμών Σαλάδο και Κοράντα, στη δυτική πλευρά του Ρίο Παρανά, απέναντι από την πόλη Παρανά η οποία βρίσκεται στην ανατολική όχθη του ποταμού. Είναι συγκοινωνιακός κόμβος στη διασταύρωση πολλών σημαντικών οδών και σιδηροδρομικών γραμμών και διαθέτει ένα πολύ καλά εξοπλισμένο ποτάμιο λιμάνι που δέχεται πλοία μεγάλης χωρητικότητας, ενώ κοντά της βρίσκεται το διεθνές αεροδρόμιο Σάουσε Βιέχο. Με πολλά σημαντικά εμπορικά κέντρα, πολυάσχολη πολιτιστική ζωή, ενδιαφέρουσες επιλογές στον αθλητισμό και τον τουρισμό, πολυάριθμα καλλιτεχνικά και μουσικά γεγονότα, και μια συναρπαστική νυχτερινή ζωή.
Η συναρπαστική νυχτερινή ζωή της ενέπνευσε και τον βάρδο της θάλασσας Νίκο Καββαδία που την αναφέρει γλαφυρά

Θεέ μου! είμαι μοναχά δεκαεννιά χρονών,
κι έχω σε μέρη μακρινά πολλές φορές γυρίσει.
Θεέ μου! έχω μιαν άκακη, μια παιδική καρδιά,
Αλλά πολύ έχω πλανηθεί, κι έχω πολύ αμαρτήσει.

Συγχώρεσε με ... Μια βραδιά θολή στο Σάντα Φε,
καθώς κάποια με κράταγε σφιχτά στην αγκαλιά της,
ετράβηξα απ’ την κάλτσα της μια δέσμη από λεφτά
που όλη τη μέρα εμάζευεν απ’ την αισχρήν δουλειά της.


Απλωτή πόλη, ανοιχτή, χωρίς καμπύλες, δεν θα τη χαρακτήριζες εξαιρετικά «όμορφη», σίγουρα όμως μια πόλη «ιδιαίτερη», διαφορετική μέσα στην ιδιαιτερότητά της, με το βλέμμα να χάνεται στην επίπεδη γραμμή του ορίζοντα, αναζητώντας το σημείο που ο ουρανός συναντάει τη στεριά, σε ένα μπλε, που όμως είναι τελείως διαφορετικό από το έντονο, λαμπερό μπλε της ελληνικής γης, ένα μπλε πιο σκοτεινό, πιο άγριο, με λιγότερες διακυμάνσεις χρωμάτων και παιχνιδίσματα, ένα μπλε -γκρίζο.
Περασμένα μεσάνυχτα έφτασε στην προβλήτα του λιμένα όπου βρισκόταν σε εξέλιξη η φόρτωση του πλοίου. Το πλοίο ένα «tweendecker», ήταν όμορφο γιαπωνέζικο σκαρί. Όταν το πρώτο-αντίκρισε ο ήρωας μας έμεινε εκστασιασμένος να θαυμάζει την σπαθάτη πλώρη του.
Made in Japan.
Μία φράση η οποία για τους περισσότερους ναυτικούς στον τομέα της ναυπηγικής, περικλείει αξιοπιστία, εμπιστοσύνη, στιβαρότητα και ταυτίζεται με την εμπειρία και την τελειότητα. Έτσι, κάθε αναφορά σε πλοίο το οποίο έχει ναυπηγηθεί στην Ιαπωνία, μιλά για ένα πλοίο το οποίο μπορεί να πλεύσει και στις πιο δύσκολες θάλασσες αλλά και να ταξιδεύει σε αυτές για πολλά χρόνια.
Σήμερα ένα πλοίο «tweendecker» είναι πιο πιθανό να αναφέρεται ως πολλαπλών χρήσεων πλοίο, ένας όρος που είναι αρκετά ασαφής και έχει διαφορετικές σημασίες σε διαφορετικούς ανθρώπους.
Τα γιαπωνέζικα πλοία έχουν σπαθάτες οβάλ ναυπηγικές γραμμές. Είναι πιο όμορφα εξωτερικά σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά που είναι στρογγυλά, πιο εμπορικά πιο εκμεταλλεύσιμα.
Αυτό τ’ όμορφο σκαρί, το είχε ναυλώσει Ιαπωνική εταιρεία, για να μεταφέρει χαλυβουργικά προϊόντα από λιμένες της νοτίου Αμερικής στην ιαπωνική αγορά. Λόγω περιορισμένου βυθίσματος του λιμένος, από τον λιμένα Santa Fe το πλοίο φόρτωνε ένα μέρος του φορτίου και την επομένη θ’ απέπλεε για τον λιμένα του Μπουένος Άιρες. Η επαγγελματική του σχέση με την θάλασσα ήταν σχετικά πρόσφατη και από το πλήρωμα του πλοίου δεν είχε κάποια προηγούμενη γνωριμία από κοινή ναυτολόγηση. Έμεινε έκπληκτος όταν είδε μπροστά του τον Αργύρη από τα Βάτικα, μακρινό συγγενή του. Ο Αργύρης από μικρός ήταν δουλευτής καλός στα περιβόλια και στ’ αμπέλια του χωριού, αλλά μέσα του είχε άλλα όνειρα. Η ζωή στη χωριό δεν είχε την μαγεία των ονείρων του. Ονειρευόταν πως φεύγει για ταξίδια. Και τελειώνοντας το στρατιωτικό του στους τέσσερις μήνες επάνω μπαρκάρισε με ένα μεγάλο εμπορικό. Σήμερα ήταν ο λοστρόμος του πλοίου. Τώρα στα τριάντα του χρόνια, ο χρόνος τον είχε κάνει όμορφο άντρα, ευρύστερνο με μακριά καλογραμμένα πόδια, όλο μύες σκληρούς από τη χειρωνακτική εργασία. Η μακρόχρονη έκθεση στον ήλιο του είχε δώσει ένα μπρούντζινο χρώμα, ενώ πυκνό χνούδι σκέπαζε το πρόσωπό του. Όταν γελούσε, τα δόντια του άστραφταν κατάλευκα και τα μάτια του σπίθιζαν παιχνιδιάρικα.
Ο καπετάνιος του πλοίου, ένας πενηντάρης άνδρας με στεγνό αδύνατο σώμα, μέτριο ανάστημα στρογγυλό πρόσωπο και καλοσχηματισμένο πηγούνι, λεπτά χείλη, μάτια στρογγυλά και το βλέμμα του να στάζει μέλι. Δεν είχε πλούσια κόμη, μάλιστα είχε την τάση για αραίωση. Δεν ήταν ο άνδρας που έδινε σημασία στο ντύσιμό του και γενικότερα στην καλαισθησία. Αν και εργένης είχε μεγάλη αδυναμία στις θηλυκές υπάρξεις χωρίς κάποιες ιδιαίτερες προτιμήσεις. Σταθερή παράμενε η προτροπή του δεύτερου μηχανικού σε κάθε έξοδο του καπετάνιου από το πλοίο. «Κάπταιν μην ξεχάσεις τις γαλότσες, θα σου χρειαστούν στις λάσπες» του έλεγε γελώντας με νόημα.
Μια δεύτερη εξίσου μεγάλη αδυναμία του ήταν η ποδοσφαιρική ομάδα του Ολυμπιακού.
Ο Πρώτος μηχανικός, αν και γνήσιος Πειραιώτης ήταν χαρακτήρας χαμηλών τόνων, μέτοχος και ταυτόχρονα φανατικός οπαδός της ποδοσφαιρικής ομάδας του Εθνικού Πειραιά.
Με τον καπετάνιο γνωρίζονταν απ’ τα παλιά και οι ποδοσφαιρικές καζούρες μεταξύ τους ήταν θέμα συζήτησης τις Κυριακές στην τραπεζαρία του πλοίου.
Ο Δεύτερος μηχανικός από τα μέρη του Γυθείου ήταν ένας σωματώδης άνδρας με αθώα καρδιά. Μανιώδης κυνηγός που δεν έχανε ευκαιρία να διηγείται τα κυνηγετικά του κατορθώματα.
Γενικά το πλήρωμα του πλοίου τόσο οι αξιωματικοί καταστρώματος και μηχανής όσο και το κατώτερο πλήρωμα αποτελούσαν πολύ καλή ομάδα, δεμένη με αρμονία.
Τις επόμενες δυο ημέρες η φόρτωση τέλειωσε. Το πλοίο φόρτωσε στα αμπάρια του ένα μόνο μέρος του φορτίου του από βιομηχανικό χάλυβα, τόσο που ορίζει το επιτρεπόμενο βύθισμα του ποταμού για να ταξιδέψει με ασφάλεια. Με το τέλος των γραφειοκρατικών διαδικασιών επιβιβάστηκαν δυο πλοηγοί και το πλοίο αναχώρησε για λιμένες της Βραζιλίας να κομπλετάρει την φόρτωση.
Ξεκίνησαν με πορεία νότια, και αργότερα νοτιοανατολική.
Λίγες ώρες πριν ο ήλιος ανατείλει, τη δεύτερη ημέρα του ταξιδιού, πυκνή ομίχλη σκέπασε το ποτάμι. Ταξιδεύοντας με πλοίο σε ποτάμι με ομίχλη, δεν είναι και ο καλύτερος συνδυασμός. Αλλά όταν στο πλοίο υπάρχουν πεπειραμένοι πιλότοι που γνωρίζουν τον ποταμό σε κάθε του σπιθαμή όλες τις εποχές του έτους, και ταυτόχρονα το πλοίο έχει αξιόπιστα όργανα ναυσιπλοΐας, τα πράγματα γίνονται πιο απλά χωρίς βέβαια να παύουν να είναι επικίνδυνα. Τις επόμενες ώρες ανατέλλοντας ο ήλιος καθάρισε την ατμόσφαιρα από την βαριά ομίχλη, μια ηλιόλουστη φθινοπωρινή (για το νότιο ημισφαίριο) λαμπερή ημέρα του Απρίλη ξεπρόβαλε στις όχθες του μεγάλου ποταμού. O ποταμός μπροστά φάνταζε σαν ένα καφέ-ασημί φίδι μέσα στη πράσινη θάλασσα των πεδιάδων δεξιά και αριστερά. Χιλιοτραγουδισμένος κι αυτός κι η πεδιάδα, με όλα της τα πρόσωπα έγινε κομμάτι της καρδιάς πρώτα των ανθρώπων της Πάμπας των γκαούτσος, των ποιητών τους , των τραγουδιστών τους αλλά και της καρδιάς των ναυτικών μας που τόσες φορές ταξίδεψαν εκεί και αδελφωθήκανε με τον τόπο και τους ανθρώπους του. Κατεβαίνοντας τον ποταμό μετά το Santa Fe συνάντησαν εμπρός τους γνωστά στους ναυτικούς μέρη. Πόλεις λιμένες όπως, San Lorenzo, Rosario, Villa Constitution, San Nicolas και άλλες πόλεις. Αργά τ’ απόγευμα αφήνανε το ποτάμι του Παρανά προσπέρασαν δεξιά τους το φωταγωγημένο Buenos Aires και εισήρθαν στο αγκυροβόλιο του λιμένα, στα καφετιά νερά του Ρίο ντε λα Πλάτα, εν αναμονή τροφοδοσίας του πλοίου και παραλαβή καύσιμων και λιπαντικών.
Το βράδυ η υγρασία του ποταμού τρυπούσε κόκαλα. Η ατέλειωτες ώρες σταντ-μπάι στο μηχανοστάσιο και το ξενύχτι ήταν η αιτία που δεν επέτρεψαν στον ήρωα μας την απόλαυση της ενδιαφέρουσας διαδρομής.
Μπουένος Άιρες
"Η πόλης ονομάστηκε Μπουένος Άιρες προς τιμή της «Παναγίας των καλών ανέμων» (Santa Maria de los Buenos Aires), προστάτιδας των ναυτικών. Περιτριγυρισμένη από ατέλειωτη Πάμπα (εκτεταμένες πεδιάδες). Ο Ρίο ντε λα Πλάτα «ακίνητος ποταμός», διασχίζει το Μπουένος Άιρες.
Έντονα επηρεασμένο από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, το Μπουένος Άιρες είναι η Ευρώπη της Λατινικής Αμερικής. Η πρώτη ματιά από τα κτίρια, τους δρόμους και τους ανθρώπους, σου δημιουργεί την αίσθηση ότι βρίσκεσαι σε μια ευρωπαϊκή πόλη.
«Οι Μεξικανοί κατάγονται από τους Αζτέκους, οι Περουβιανοί από τους Ίνκας, οι Αργεντίνοι από τα πλοία». Το σχόλιο αυτό του Κάρλος Φουέντες εξηγεί εμμέσως γιατί η Αργεντινή είναι η πιο ευρωπαϊκή χώρα της Λατινικής Αμερικής. Τη διαμόρφωσαν εκείνοι που ήρθαν με τα πλοία: οι ευρωπαίοι μετανάστες, στη μεγάλη τους πλειονότητα Ισπανοί, Ιταλοί, Γάλλοι και Γερμανοί, που έφθαναν κατά κύματα στις ακτές της από τις αρχές του 19ου αιώνα ως τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το Μπουένος Άιρες είναι η πρωτεύουσα μιας απέραντης χώρας. Με αέρα λατινοαμερικάνας ντίβας, δεν είναι μια πόλη που απλώς επισκέπτεσαι. Ζεις μέσα σ' αυτήν, ακόμα κι όταν έχεις φύγεις μακριά της! Γιατί, εκτός από αμέτρητες εικόνες και παραστάσεις, η αργεντίνικη μεγαλούπολη προσφέρει δυνατά συναισθήματα που μιλούν κατευθείαν στην καρδιά σου. Είναι ένα αστικό και πληθυσμιακό «ψηφιδωτό» στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Αρχιτεκτονικά θυμίζει ταυτόχρονα το Παρίσι, τη Ρώμη, τη Μαδρίτη και τη Νέα Υόρκη και προσφέρει στέγη σε εκατομμύρια κατοίκους -ευρωπαϊκής καταγωγής οι περισσότεροι- που διακρίνονται για το έντονο μεσογειακό ταμπεραμέντο τους. Ζωντανές συνοικίες, και χρώματα παντού, υπαίθριες αγορές, πολυάριθμες γκαλερί, χορευτές τάνγκο στη μέση του δρόμου, γυναίκες με λάγνες ματιές, αυθόρμητα χαμόγελα, γαστρονομική πανδαισία, εκρηκτική νυχτερινή ζωή. Όλα αυτά, τυλιγμένα με μια γλυκιά αίσθηση διάχυτου ρομαντισμού, μελαγχολίας και παρακμής, αποτελούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πόλης των «Καλών Αέρηδων»."
Στο αγκυροβόλιο το πλήρωμα της μηχανής είχε μια ακόμη δύσκολη βραδιά μπροστά του. Τα λασπόνερα του ποταμού δημιούργησαν μεγάλα προβλήματα στα ψυγεία ψύξης των μηχανών του πλοίου και κρίθηκε απαραίτητο να καθαρισθούν κατά την διάρκεια της παραμονής στο αγκυροβόλιο. Τελειώνοντας οι εργασίες τροφοδοσίας το πλοίο σήκωσε Άγκυρα και αναχώρησε με πορεία το Banco Chicoiο σημείο όπου συναντά το κανάλι του Buenos Aires αυτό του Montevideo, και συνέχισαν για Recalada Pilot station. Πρόκειται για έναν από τους πιο διάσημους πλοηγικούς σταθμούς, στον κόσμο της θάλασσας και των ναυτικών, που είναι αγκυροβολημένο, στις εκβολές του Rio de la Plata λίγα μίλια νότια του Montevideo της Ουρουγουάης. Οι πλοηγοί ευχαρίστησαν το πλήρωμα για την άριστη συνεργασία στη διακυβέρνηση του πλοίου, και για την ευγενική φιλοξενία που έτυχαν, ευχήθηκαν κάλο ταξίδι, κατέβηκαν στην πιλοτίνα και αναχώρησαν για το πλοίο ξενοδοχείο που βρίσκεται αγκυροβολημένο στη Recalada.
Δυτικά στο βάθος του ορίζοντα αχνοφαινόταν η Punta del Este,  που απλώνετε στη χερσόνησο Maldonado, τμήμα της νοτιοανατολικής Ουρουγουάη με τα ατέλειωτα χιλιόμετρα από λευκές αμμουδιές που χωρίζει τα νερά του Ρίο Ντε λα Πλάτα και του Ατλαντικού Ωκεανού. Τα καφετιά νερά του Ρίο ντε λα Πλάτα, σύντομα έσβησαν μακριά πίσω τους, το πλοίο εισήρθε σε νερά ωκεάνια, αλλιώτικα. Ο ουρανός εκεί φαντάζει ατέλειωτος και η απλωσιά του χώρου κάνει τη ψυχή και το πνεύμα να ανοίγουν. Το φως τονίζει τα περιγράμματα του ωκεανού με τρόπο μοναδικό. Το χρώμα στον ορίζοντα ακτινοβολεί.
Το ταξίδι είχε ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς, και συνεχίστηκε στον ίδιο ρυθμό, με πορεία βόρεια – βορειοανατολική, και με τον νότιο Ατλαντικό ωκεανό ακύμαντο όπως σπάνια τον βρίσκεις αυτή την εποχή του έτους. Τις πρώτες μέρες, ο ήρωας μας όπως ήταν αναμενόμενο αναλώθηκε να έλθει σε επαφή με το νέο μηχανολογικό περιβάλλον του καινούργιου πλοίου και διεισδύοντας στα μυστικά του μηχανοστασίου, να κάνει ακόμη ένα βήμα προς την ολοκλήρωση της επαγγελματικής οντότητάς του. Η εξοικείωση και η εμπειρία, ακόμη και σήμερα παραμένει η πεμπτουσία της επαγγελματικής επιβίωσης στο δύσκολο ανταγωνιστικό περιβάλλον που δραστηριοποιείται.
Συμπλήρωναν την τρίτη ημέρα ταξιδιού στον ανοικτό ωκεανό. Η ατμόσφαιρα πεντακάθαρη και το λαμπύρισμα της πανέμορφο. Γύρω τους ο ωκεανός κυμάτιζε αργά και ρυθμικά από το ελαφρύ αεράκι του Νοτιά.
Ο ήρωας είναι αξιωματικός φυλακής μηχανοστασίου το βράδυ ετούτο. Περασμένα μεσάνυχτα. Άξαφνα, βαριά σύννεφα σκέπασαν τον έναστρο ουρανό. Οι αστραπές ξέσκιζαν τον ουρανό χωρίς έλεος. Τα σύννεφα πύκνωναν και ο αέρας ούρλιαζε. Περνούσε σφυρίζοντας από την γέφυρα και την τσιμινιέρα του πλοίου ζητώντας να ξεριζώσει ότι βρισκόταν επάνω τους. Ανήσυχος ο ήρωας μας ξεκίνησε για το μηχανοστάσιο την ώρα που άνοιξαν τα επουράνια. Η βροχή έπεφτε τουλούμι, και χτυπούσε με βία το σιδερένιο σκαρί.
Το φαινόμενο ήταν μια βίαιη τοπική καταιγίδα. Η Αbroholos.
«Το δέκατο έκτο αιώνα, οι ναυτικοί προειδοποιούσαν τους συναδέλφους τους όταν πλησίαζαν στους κοραλλιογενείς υφάλους στα ανοιχτά της πολιτείας Bahia, στη Βραζιλία: «Άμπρα ους όλιους!» (Κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά!) Σύμφωνα με την παράδοση, αυτή η συνεχώς επαναλαμβανόμενη προειδοποίηση έγινε το όνομα μιας συστάδας πέντε μικρών νησιών στην περιοχή του αρχιπελάγους Αbroholos  
Μια καταιγίδα Abroholos. εμφανίζεται συνήθως από το φθινόπωρο μέχρι το τέλος του χειμώνα για το νότιο ημισφαίριο, ανοικτά των ακτών της ανατολικής Βραζιλίας μεταξύ Cabo de Sao Tome και Cabo Frio. Οι νοτιοανατολικά αληγείς άνεμοι κατά μήκος της Ανταρκτικής και ψυχρά μέτωπα διεισδύουν στις τροπικές περιοχές αποκτούν θερμότητα και υγρασία διασχίζοντας το θερμό ρεύμα στις ακτές της Βραζιλίας προκαλώντας βίαιη καταιγίδα και έντονες βροχοπτώσεις. (Φαινόμενο thundersquall). Χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι προκύπτει γρήγορα, είναι μικρής διάρκειας και εξαφανίζεται γρήγορα και πάλι. Μέσα στη σκοτεινή νύκτα, με τους σφοδρούς ανέμους να σαρώνουν τη θάλασσα ο καπετάνιος για μεγαλύτερη ασφάλεια έφερε το σκάφος δευτερόπλωρα, τα κύματα που ερχόταν έσκαζαν στη μάσκα με δύναμη. Το κλυδωνιζόμενο από τη σφοδρή θαλασσοταραχή καράβι παρουσίασε πρόβλημα στο σύστημα πηδαλιουχίας. Το σκάφος χοροπήδησε πάνω στις κορφές από τα κύματα μ’ ένα τρελό κουπαστάρισμα που του έβαζε νερά στο κατάστρωμα, ζωντανή θάλασσα το σκέπασε. Βρέθηκε έρμαιο στη θαλασσοταραχή, ήταν λες και οι σειρήνες των θαλασσών είχαν βαλθεί να το βουλιάξουν για να γλεντήσουν με τους άμοιρους ναυτικούς στα σκοτεινά και κρύα βάθη του ωκεανού.

Ώρα πολλή δεν έτρεχε στο κύμα το καράβι,
γιατί ήρθ’ ευτύς ο Ζέφυρος, φριχτά λυσσομανώντας,
κι έσπασε η μπόρα και τα δυο του καραβιού τα ξάρτια
κι έπεσε πίσω. Τ’ άρμενα χυθήκανε στ’ αμπάρι.
Και το κατάρτι χτύπησε στου καραβιού την πρύμη,
του κυβερνήτη την κορφή, και του ᾽καμε όλα λιώμα
της κεφαλής τα κόκαλα κι έπεσε μες στο κύμα
σα βουτηχτής ο δύστυχος και πέταξε η ψυχή του.
Ομήρου Οδύσσεια: ραψωδία μ 407- 415 μετ. Σιδέρη

Ο ήρωας μας, παρ΄ όλο το σκαμπανέβασμα άνοιξε τα χέρια του να κρατηθεί και κατάφερε να φτάσει όσο μπορούσε γρηγορότερα στο διαμέρισμα των πηδαλίων.
Κοίταξε με λαχτάρα να δει το μέγεθος του προβλήματος. Απρόσμενα, ο ήχος του αλάρμ από το κεντρικό ηλεκτρικό πίνακα ελέγχου τον ξάφνιασε και τον έκανε να νοιώσει πρόσκαιρη ανακούφιση. Η ένδειξη του προβλήματος ήταν ότι οι δεξαμενές ελαίου τροφοδοσίας των πηδαλίων ήταν κενές. Το λάδι όμως ήταν όλο εκεί στη θέση του δεν έλειπε σταγόνα. Τι είχε συμβεί;
Όταν το σκάφος χοροπήδησε πάνω στις κορφές από τα κύματα η μαγνητική επαφή ελέγχου της στάθμης των δεξαμενών ελαίου πηδαλίων από μια μικρή κατασκευαστική αστοχία μετακινήθηκε έκτος θέσης ελέγχου και έθεσε τα συστήματα έκτος λειτουργίας. Η διαδικασία επαναφοράς απλή και εύκολη. Τα συστήματα τέθηκαν και πάλι σε λειτουργία.
Έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό που νόμισε πως ακούστηκε μέχρι την γέφυρα και ακόμα μακρύτερα. Ήταν ένας αναστεναγμός ανακούφισης για ότι το πηδάλιο του πλοίου ήταν και πάλι εν λειτουργία μέσα σ’ αυτόν το χαλασμό.
Η βροχή σταμάτησε κι ο αγέρας κόπασε να βρυχάται. Η θάλασσα ήτανε ακόμα φουρτουνιασμένη. Το καράβι συνέχιζε να αγαντάρει στα κύματα που το σαρώνουν. Η φρικτή θαλασσινή τους περιπέτεια, ήταν εκεί παρούσα όταν ο γραμματικός έγραφε στο ημερολόγιο του πλοίου.
«Σήμερα και ώρα 03:30 πλέοντας το πλοίο στις συντεταγμένες 25 μοίρες και 20’ νότια και 43 μοίρες και 50’ δυτικά, ριπαίος άνεμος, συχνός από Απρίλιο έως Οκτώβριο στις ακτές της Βραζιλίας, έφερε καταιγίδα και βίαια καιρικά φαινόμενα τα οποία προκάλεσαν δυνατή βροχή συνοδευομένη από ισχυρό άνεμο με ηλεκτρικές εκκενώσεις,- αστραπές, κεραυνοί, βροντές,- και  χαλάζι. Συνέπεια των δυσμενών και ακραίων καιρικών συνθηκών λασκάρισαν οι αιχμάσεις που συγκρατούσαν το φορτίο από Coils βιομηχανικού χάλυβα στο Νο.3 αμπάρι με συνέπεια το καράβι να πάρει μια μικρή κλίση τριών μοιρών. Το ταξίδι συνεχίζεται με ασφάλεια με προορισμό τον επόμενο λιμένα του Ρίο ντε Τζανέιρο, Βραζιλίας.»

Τον ήρωα μας το ξημέρωμα τον βρήκε άυπνο ταλαιπωρημένο στο Control Room του μηχανοστασίου, μαζί και ο δεύτερος μηχανικός με τον ηλεκτρολόγο.  Όταν κατάλαβε ότι η σφοδρή καταιγίδα τους προσπέρασε πήρε το δρόμο για τη πρύμνη του πλοίου. Με τι αγαλλίαση έβλεπε τώρα την αφρισμένη θάλασσα, ένοιωθε ότι όλη η πλάση αναγεννιόταν, και όλα όσα τη νύκτα πέρασαν θα γίνουν μια θολή ανάμνηση, μια ελαφριά πνοή αγέρα από τα περασμένα. 
«Καλημέρα» φώναξε χαρούμενος.
Τη φωνή του την πήρε ο άνεμος!
Έκλεισε σχεδόν ολότελα τα μάτια του απέναντι στον άνεμο κι ένιωσε χαρά.
Απογευματινές ώρες το πλοίο έπλεε στη θαλάσσια περιοχή νότια του Ρίο Ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας με κατεύθυνση το εξωτερικό αγκυροβόλιο του λιμένα. Η αγκυροβολία στο εξωτερικό αγκυροβόλιο λόγω της ποιότητας του βυθού-πετρώδης- είναι προβληματική για ασφαλή παραμονή πλοίου όταν επικρατούν κακές καιρικές συνθήκες. Η περιοχή που είναι αγκυροβολημένα τα πλοία δεν είναι αρκετά προστατευμένη από τον άνεμο. Τα πλοία παρασύρονται απ’ την προσήνεμη πλευρά του ακρωτηρίου, κουπαστάρουν επικίνδυνα περιμένοντας για μια θέση σε προβλήτα φορτοεκφόρτωσης. Τα περισσότερα πλοία αν όχι όλα, έχουν τις μηχανές τους σε συνεχή ετοιμότητα αναχώρησης από το αγκυροβόλιο στις κακές καιρικές συνθήκες.
Μετά από μια ήσυχη νύχτα - μακάρια - στην άγκυρα, ο ήλιος αναδυόταν από τον ωκεανό, γεμίζοντας τον γαλάζιο ουρανό με πορτοκαλί λιωμένα τριαντάφυλλα. Η σφοδρή καταιγίδα έμεινε μόνο σαν δυσάρεστη ανάπαυλα, όταν το ταξίδι στο μπλε του ωκεανού ημερεύει το βλέμμα και την ψυχή τους.
Απέναντι στο αγκυροβόλιο εκτείνεται ο Κόλπος Γκουαναμπάρα του Ρίο ντε Τζανέιρο, με τις απέραντες αμμώδεις - μίλια με χρυσή άμμο και όλο το χρόνο ζεστό νερό - ακτές, που χωρίζουν τα καταπράσινα δάση της βροχής από το απέραντο γαλάζιο του Νότιου Ατλαντικού. 
Ανταύγειες ανοιξιάτικου κήπου, άνθη ευφροσύνης σε μέρη μαγικά. Ανέμελη ζωή, ρέμβη αγαλλίασης.
Ήταν ώρα πρωινού καφέ που ο ναυτικός πράκτορας ανέβηκε στο πλοίο μαζί με τις λιμενικές αρχές για τις απαραίτητες επιθεωρήσεις και άδειες που αφορούν προσέγγιση και φόρτωση του πλοίου. Τελειώνοντας το πρατιγάρισμα δόθηκε η αδεία στους επιθεωρητές των ασφαλιστών να ανέβουν και αυτοί στο πλοίο, να εκτιμήσουν τις ζημιές απ’ τη σφοδρή κακοκαιρία. 
Στη συνέχεια όπως συνηθίζεται στο ναυτικό δίκαιο η μετατόπιση του φορτίου στο αμπάρι Νο. 3 θεωρήθηκε «αβαρία», μόνο ως προς το χρόνο αποκατάστασης της στοιβάδας του φορτίου. Αποφασίστηκε να ξεφορτώσουν τα Coils βιομηχανικού χάλυβα στην προβλήτα του λιμένα και να τα ξαναφορτώσουν με ασφαλή αίχμαση. 
Μοιάζει με ώρες δουλειάς,  που δεν θα ολοκληρωθεί σε λιγότερο από μια εβδομάδα.
Αυτό κι αν είναι καλό νέο για το πλήρωμα.
Πέρασε ένα ήρεμο διήμερο παραμονής στο αγκυροβόλιο και το πλοίο μεθ' όρμισε εσωτερικά του λιμένα στη προβλήτα φόρτωσης.
Τα ευχάριστα νέα συνέχισαν να  καταφθάνουν κατά ριπές, χαρίζοντας στιγμές ενθουσιασμού στο πλήρωμα. Πρώτη ευχάριστη έκπληξη είχε να κάνει με την προβλήτα φόρτωσης, ήταν δίπλα στην κεντρική πλατεία την φημισμένη Praça Mauá,  η καρδιά της πόλης, το κέντρο όπου ιδρύθηκε το Ρίο. Δεύτερη ευχάριστη έκπληξη το φορτίο θα καθυστερούσε να έλθει στο πλοίο.  
Το φορτίο ήταν ράβδοι αλουμινίου.
Στο λιμάνι φόρτωσης μεταφερόταν με σιδηροδρομικό δίκτυο από το εσωτερικό της χώρας.
Οι τελευταίες ισχυρές βροχοπτώσεις και φονικές πλημμύρες έφεραν κατολισθήσεις προκαλώντας εκτεταμένες ζημιές στο δίκτυο μεταφοράς με αποτέλεσμα ν’ απαιτείται αρκετός χρόνος αποκατάστασης.
Το ταξίδι με προορισμό το Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας αποτελεί όνειρο Ζώης κάθε ταξιδιώτη και όχι μόνο. Του ήρωα μας και του υπόλοιπου πληρώματος υλοποιήθηκε ταυτόχρονα με την επαγγελματική τους απασχόληση. Αυτή η γωνιά του Ατλαντικού κρύβει μαγείες μοναδικές. Η αναφορά και μόνον στο όνομα της πόλης προκαλεί ευχάριστους συνειρμούς και πυροδοτεί αχαλίνωτες φαντασιώσεις. Η γοητεία που ασκεί στον κόσμο είναι ακαταμάχητη. Το Ρίο ντε Τζανέιρο παραπέμπει σε κάτι το συναρπαστικό σχεδόν παραμυθένιο. Είναι δύσκολο να το περιγράψεις με λόγια. Ότι και να πεις θα είναι λίγο. Αν δεν το επισκεφτείς και αν δεν δεις με τα ίδια σου τα μάτια τη γωνιά αυτή της Γης, δύσκολα αποδέχεσαι τις ταξιδιωτικές περιγραφές.
Πόλη για «ανήσυχους» ταξιδιώτες.
Ο καπετάνιος λησμόνησε την υπόσχεση που είχε δώσει στον εαυτό του για συνετή ζωή και γύρισε στα παλιά του. Κάθε βράδυ, κοιμόταν στην αγκαλιά της τελευταίας ερωμένης του,  δίπλα στο ζεστό γυμνό κορμί της ξεχνούσε κάθε τι που τον βασάνιζε. Οι προηγούμενοι όρκοι του ξεχάστηκαν, σκορπίστηκαν μακριά, τις παρέσυρε ο γρήγορος άνεμος. Κι όμως δεν ένιωθε ένοχος, καθώς καταπατούσε τις υποσχέσεις που ὁ ίδιος είχε δώσει. Τέτοιες υποσχέσεις είναι μόνο για τους ναυτικούς που δεν συνάντησαν λιμάνια ορόσημα - συναρπαστικά με φλογερό ταμπεραμέντο - σύμβολα διασκέδασης, όπου οι ηδονές προσφέρονται απλόχερα. Όποιος τα συνάντησε μαθαίνοντας, δεν χρειάζεται τέτοιες υποσχέσεις.
Ο λοστρόμος από την πρώτη μέρα βρέθηκε με μια κοπέλα. Το κορίτσι μιλώντας του γλυκά στην απαλή, τραγουδιστή της γλώσσα, τον μάγεψε μόλις την πρώτο-αντίκρισε.
Το χαμόγελό της μαγευτικό, η επιδερμίδα της είχε το χρώμα σοκολάτας, τα μαλλιά της μακριά, μέχρι την μέση της, πυκνά και μαύρα σαν τον έβενο. Όμως τα μάτια της ήταν που έκαναν τον λοστρόμο  να ξεχάσει τις φουρτούνες που πέρασαν όταν μέρες ολόκληρες ταξίδευαν με άσχημο καιρό. Στα μεγάλα της μάτια μέσα ήταν κρυμμένα όλα τα αστέρια του ουρανού. Ένιωσε σαν να τον καλούσαν να χαθεί στα βάθη τους, σαν να ήταν εκεί φυλαγμένες όλες οι ηδονές του κόσμου και όλες οι περιπέτειες που αναζητούσε.
Του ήρωα μας έκλεψε ένα κομμάτι της καρδιάς του ο χαρακτηριστικός γρανιτένιος όγκος. Ο Κώνος από Ζάχαρη (Pao de Acucar)
Ας μάθουμε γιατί.
Ο Sugarloaf Mountain (Pao de Acucar) είναι ένα εντυπωσιακό φυσικό ορόσημο με θέα στο Ρίο ντε Τζανέιρο και βρίσκεται στην είσοδο του κόλπου Guanabara. Γνωστό ως Pao de Acucar στα πορτογαλικά, είναι το όνομα για το μοναδικό σχήμα του που μοιάζει με μια παραδοσιακή μορφή συσκευασίας της ραφιναρισμένης ζάχαρης που χρησιμοποιούσαν κατά τον 19ο αιώνα. Ο ψηλός κώνος  είναι ένας μονόλιθος. Αποτελείται από γρανίτη και χαλαζία με κυκλική κορυφή. Για να φτάσετε στην κορυφή, η πρόσβαση γίνεται με τελεφερίκ και η διαδρομή περιλαμβάνει δύο στάσεις. Το πρώτο ανεβαίνει στο μικρότερο Morro da Urca, 220 μέτρα ύψος. Το δεύτερο ανεβαίνει στο Pao de Acucar στα 396 μέτρα. Στην πρώτη βλέπει κανείς τον κόλπο Guanabara και τον ωκεανό που κόβει σαν δαντέλα τις ακτές. Οι λόφοι που υψώνονται πάνω από την πόλη μοιάζουν να είναι καλυμμένοι με ένα παχύ πράσινο χαλί και οι σχηματισμοί των σύννεφων φτιάχνουν ένα απόκοσμο σκηνικό. Στη δεύτερη, όπου είναι και η κορυφή, μπορείς  να απολαύσειs ένα συναρπαστικό θέαμα.
Η θέα κόβει την ανάσα.
Στο βάθος διακρίνεται το σύμβολο του Ρίο, το άγαλμα του Χριστού Λυτρωτή.
Οι επισκέπτες από τον θάλαμο του Τελεφερίκ μπορούν να παρακολουθήσουν τους αναρριχητές για Sugarloaf και τα άλλα δύο βουνά της περιοχής: Morro da Babilonia, και Morro da Urca. Μαζί, αποτελούν μία από τις μεγαλύτερες αστικές περιοχές αναρρίχησης στον κόσμο. Ο Sugarloaf είναι για τους αναρριχητές ίσως το πιο δημοφιλής προορισμός στο Ρίο με περισσότερες από πενήντα αναρριχητικές διαδρομές της και στις τέσσερις πλευρές. Οι διαδρομές είναι μια μεγάλη ποικιλία.
Ο ήρωα μας, ένοιωσε μέσα του την ζήλια να τον πλημμυρίζει μέχρι μυελού οστών. Δεν ήταν ζηλόφθονος, νιώθει απλά το τσίμπημα της ζήλιας επειδή κ’ αυτός  ένοιωθε αυτό το συναίσθημα που πλημμυρίζει τον αναρριχητή. Το μόνο, και αληθινό τους αίτημα, είναι πως θέλουν ν’ ανέβουν στην κορυφή. Χωρίς όριο, χωρίς φόβο, χωρίς συστολή, απελευθερωμένοι από κάθε επίγεια άγκυρα, κάθε μορφής. Και ξέρουν, πως για να γίνει αυτό, πρέπει να κάνουν μικρά και σταθερά βήματα, πρώτα να κατανοήσουν κάθε κερδισμένο εκατοστό προς την κορυφή και μετά να συνεχίσουν. Στην προσπάθεια τους ο άνεμος γίνεται ψιθύρισμα στα πρόσωπα τους. Μπορούν να αισθάνονται ελεύθεροι! Μπορούν να μάθουν να νικάν. Κανείς τους δεν θέλει τιμές. Δεν επιθυμεί να γίνει αρχηγός. Θέλουν μόνο να μοιραστούν το μεγαλείο της  προσπάθειας να δείξουν τους ορίζοντες που απλώνονται μπροστά τους. Διαλέγουν τον επόμενό στόχο μέσα τους από τα όσα μαθαίνουν σε τούτον. Αν δεν μάθουν κάτι, τότε ο επόμενος θα είναι όμοιος με τούτον, με τους ίδιους φραγμούς που θα πρέπει να ξεπεράσουν.
Οι περιπέτειες του ήρωα μας δεν σταματούν εδώ. Υπάρχουν και άλλες στη μνήμη. Ο ήρωας μας όμως, δεν είναι μονοδιάστατος. Δεν είναι ούτε καν ένας. Είναι πολλοί, είναι όλοι οι ναυτικοί μας, οι οποίοι έστω κι αν πέρασαν πολλά κοντά στη γαλάζια τους κυρά, εξακολουθεί να τους λείπει το κύμα, η αλμύρα πάνω στα ρούχα τους, στο πετσί τους, το καινούργιο και το άγνωστο.
Όσοι έζησαν απ' τη θάλασσα, σπάνια διατήρησαν μόνο επαγγελματική σχέση μαζί της. Κατά κανόνα την αγάπησαν, τη μίσησαν ή και τα δύο.

"Σκυφτός στο δειλινό
ρίχνω τα δίχτυα μου θλιμμένα
στα ωκεάνια μάτια σου"
(Pablo Neruda)  

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

Otan Thimase Pios Eisai Kai Pos Niotheis

Βρισκόμαστε στο 2001, Μόλις 1,5 χρόνο μετά την έναρξη της νέας χιλιετίας, έχει μπει πια για τα καλά ο Σεπτέμβριος.
Βρισκόμαστε ακόμη στην εποχή που ο κόσμος συνεχίζει αμέριμνος να ζει μέσα στην εφήμερη και ψεύτικη καταναλωτική ευημερία του.
Ένα λαμπερό απόγευμα με το άπλετο φως του φωτοδότη Ήλιου γνωστός και εκλεκτός συνάδελφος ναυτικός πάντρευε την κόρη του .
Το Μυστήριο τελέστηκε παρουσία συγγενών και φίλων με τους νεόνυμφους να λάμπουν από χαρά και να δίνουν όρκους αιώνιας πίστης και αγάπης ενώ οι προσκεκλημένοι τους ευχήθηκαν τα καλύτερα για μια ζωή ευτυχισμένη και με πολλούς απογόνους.
Πανευτυχείς και οι γονείς τους καμάρωναν εμφανώς συγκινημένοι.
Η εκκλησία που έλαβε χώρα ο γάμος είναι σε μία μοναδική και ειδυλλιακή τοποθεσία στα βορειοανατολικά της Αττικής δίπλα στο ποτάμι του Κηφισού με πανοραμική θέα τις παρυφές της καταπράσινης Πάρνηθας που βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από τις τελευταίες κατοικίες.
Η θέα στην τριγύρω φύση είναι μοναδική.
Η γαμήλια δεξίωση δόθηκε σε γνωστό κτήμα, όπου εκατοντάδες προσκεκλημένοι των νεόνυμφων έτυχαν της άριστης φιλοξενίας μέχρι πρωίας.
Η τελετή, κατά κοινή ομολογία, ήταν κάτι παραπάνω από λαμπρή… Ήταν εντυπωσιακή.
Ανάμεσα στο πλήθος απ’ τους παρευρισκόμενους  προσκεκλημένους παρευρέθηκε και ο καπετάν Γιάννης συνοδευόμενος απ’ την σύζυγο του.
Αυτός εμφανώς συγκινημένος από την απρόσμενη συνάντηση τους, πιάνει το χέρι του καπετάν Γιάννη δυνατά με τα δυο του χέρια και τον χαιρετά με θέρμη. Έχουν περάσει ήδη πάνω από δέκα χρόνια από τότε που ταξίδευαν στις θάλασσες αντάμα.
Απόψε βρίσκονται και πάλι μαζί. Πόσα χρόνια πίσω πηγαίνει... Τα χρόνια πέρασαν γρήγορα από τότε. ... Μα να που τελικά οι μνήμες βρίσκουν αφορμή να επιστρέψουν. Από τότε που έζησαν και μοιράστηκαν το κοινό τους μπάρκο με τις ιδιαίτερες και δύσκολες για την εποχή συγκυρίες. Ο καπετάν Γιάννης ο πλοίαρχος του σκάφους και αυτός ο Πρώτος μηχανικός.
Σήμερα στο κτήμα κάθισαν πλάι-πλάι στις καρέκλες και έγιναν για λίγες στιγμές ένα ξεχωριστό κομμάτι της χαρούμενης παρέας, που απολάμβανε με βουλιμία την καταναλωτική της συνήθεια των καιρών.
Ήταν η γλυκιά εκείνη ώρα που το δειλινό είχε αρχίσει να δίνει τη θέση του στο σούρουπο κι όπως το γκριζοπράσινο βουνό γέρνει πάνω από το κτήμα, όλος ο ουρανός χρυσίζει.
Η σκηνή της μνήμης άνοιξε τις πόρτες της στο χθες με πρωταγωνιστές τους ίδιους και το υπόλοιπο πλήρωμα του πλοίου της εποχής εκείνης, που εδώ και χρόνια τώρα είχαν περάσει στη λήθη. Και όταν η εικόνα καθάρισε, για λίγο όλα του φάνηκαν σαν να ήταν ίδια με τότε.
Όμως δεν ήταν...
«Ειν’ ο χρόνος ο τροχός που γυρνά η το χνάρι π' αφήνει πίσω;»
Η ζωή είναι όπως οι εναλλαγές των εποχών.
Η ζωή είναι το ασταμάτητο πέρασμα του χρόνου. Τίποτε δεν είναι ίδιο όπως πριν. Αφού η ζωή δεν είναι σταθερή δεν μπορεί και ο ίδιος ο άνθρωπος να είναι σταθερός. Δεν μπορεί ούτε οι σχέσεις των ανθρώπων να είναι πάντα σταθερές.
Είναι αμφίδρομη, αυτή η αέναη αλλαγή της ζωής και του ανθρώπου που κυκλοφορεί μέσα σ’ αυτήν. Ο άνθρωπος αλλάζει επειδή αλλάζει η ζωή και η ζωή αλλάζει μαζί με τον άνθρωπο.
Είμαστε καμωμένοι σαν όντα να κινούμαστε, να υπάρχουμε με αυτό τον τρόπο.
Ο καπετάν Γιάννης όπως από πάντα τον θυμάται, ένας ευχάριστος άνδρας, πλημμυρισμένος στη ψυχή του από ευγενικά και όμορφα συναισθήματα που δεν δίσταζε στιγμή να τα δείξει. Ο καλός χαρακτήρας λένε είναι η καλύτερη ανάμνηση. Αυτούς που αγάπησες θα τους θυμάσαι για πολύ αφού έχεις χαράξει το όνομα τους στην καρδιά σου.
Δεν θεωρείτο τυχαία αξιαγάπητος πλοίαρχος στον ναυτικό κόσμο της ελληνικής ποντοπόρου εμπορικής ναυτιλίας. Αυτό δε το αποδείκνυε η αναγνώριση που έχαιρε, μέσα από τη ανιδιοτελή συνεργασία του με τα πληρώματα του. 
Κεντρικός του άξονας που τον καθοδηγούσε στις συνεργασίες του ήταν η αίσθηση του καθήκοντος και πως πρέπει να παλέψεις για να κερδίσεις την εμπιστοσύνη και την εκτίμησή. Και όταν το κάνεις θα έχεις όχι απλά έναν συνεργάτη αλλά, έναν φίλο.
Αυτός ο δεσμός των ναυτικών είναι που τους κάνει να πιστεύουν ότι κάποια πράγματα δεν σβήνουν ποτέ, όπως η συντροφικότητα που εξελίσσεται σε αληθινή φιλία, φιλία που δεν έχει φραγμούς και μπορεί να κάνει ακόμη και θυσίες στις αντίξοες συνθήκες εργασίας και να τους θυμίζει ότι όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει και τρόπος. 
Όταν έχεις έναν σκοπό ….την επιβίωση… αυτός είναι που σε καθοδηγεί τις δύσκολες ώρες, υπογραμμίζοντας συχνά την ασημαντότητα του ανθρώπου μπροστά στην απεραντοσύνη της φύσης.
..........Τριγύρω στο κτήμα το γλυκό άρωμα από τα λουλούδια ανακατεύεται με την αψιά μυρωδιά του χόρτου, και τ' αστέρια αστραφτερά διαμάντια αιωρούνται πάνω από το βουνό. Εκείνες τις στιγμές οι δυο τους ζούσαν τόσο έντονα το παρελθόν, που το παρόν δεν τους ενδιέφερε πια σχεδόν καθόλου, και τα επόμενα λεπτά έπιασαν τους εαυτούς τους να κάνουν αναδρομές ξετυλίγοντας το μίτο των συλλογισμών τους.
…….Είναι οι πρώτες ημέρες του Μαΐου 1988. 
Το «Leader» ένα εμπορικό πλοίο που είχε ναυλωθεί από εταιρεία ιαπωνικών συμφερόντων, άφησε τα αλμυρά νερά του κόλπου Penobscot και συνεχίζει τον υδάτινο δρόμο του για την περιοχή των Μεγάλων Λιμνών και τελικό προορισμό τον λιμένα Hamilton στη Λίμνη Οντάριο.
Ο πάγος στις λίμνες έχει λιώσει απ’ τον Απρίλιο, έτσι ώστε φορτηγά πλοία μπορούν να κάνουν ταξίδια μέσα από τις λίμνες. Τα ταξίδια με φορτηγά πλοία στις μεγάλες λίμνες δεν είναι μια συνήθης εμπειρία. Είναι κάτι που τα πληρώματα των φορτηγών πλοίων θα θυμούνται για το υπόλοιπο της ζωής τους, ένα ταξίδι χιλιάδων ναυτικών μιλίων ιδιαίτερα συναρπαστικό. Ταξιδεύοντας τη μεγαλύτερη έκταση του γλυκού νερού στον κόσμο, στις δροσερές νύχτες με τη λαμπρότητα των αστεριών του βορά, νιώθεις την ειρήνη στη μοναξιά του τοπίου και βυθίζεσαι στην ομορφιά και το μυστήριο του φυσικού κόσμου.Είναι ένα μεγαλοπρεπές τοπίο που περιλαμβάνει εκατομμύρια εκτάρια ακτής και νησιών. Είναι δύσκολο να οριστεί μέσα σε λίγες λέξεις το προφίλ μιας από τις μεγαλύτερες γεωγραφικές περιοχές της Β. Αμερικής. Από το Cabot trail Nova Scotia μέχρι το Montreal και από το Montreal μέχρι το Chicago και το Lake Superior Canal at Duluth, κάθε περιοχή έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Μοναδικής ομορφιάς δάση, πανέμορφες δαντελωτές παραλίες, λίμνες και ποτάμια συνθέτουν ένα εξαιρετικό φυσικό τοπίο γεμάτο εναλλαγές. Από τη μεγαλοσύνη και την ορμητικότητα του ST Laurence River ταξιδεύεις στους υδάτινους όγκους των μεγάλων λιμνών.
Το ταξίδι τους ξεκίνησε με αρκετά καλούς οιωνούς. Όποιος έχει δει τις μεγάλες λίμνες θα ξέρει γιατί. Η λίμνες τις ημέρες αυτές ήταν ήρεμες, μπροστά στα μάτια τους απλώνεται ένα υπέροχο θέαμα μέσα σε μια φανταστική πανδαισία χρωμάτων και σχημάτων, μπορούν να θαυμάσουν το μεγαλειώδες ξύπνημα της Φύσης από τη χειμερία της νάρκη. Δεν είναι μόνο το μεγαλύτερο σώμα του γλυκού νερού στον πλανήτη είναι, τα πιο όμορφα κρύα, καθαρά νερά. Υπάρχουν περιοχές που το μάτι αναζητεί μάταια για έναν ορίζοντα. Τα πρωινά, ομίχλη κυλά στην ενδοχώρα, αργότερα που ο ήλιος ανεβαίνει ψηλά, φωτεινός χρυσός απλώνεται στην υγρή επιφάνεια, χρώματα βάφουν τα νερά κι ολοένα αλλάζουν, κάθε στιγμή, σαν να λιώνουν μες στ’ αλαφρά κύματα. Τα απογεύματα, οι άνεμοι που φυσούν από τη θάλασσα σηκώνουν λευκά προβατάκια από κύματα σε τουρκουάζ νερά και γλάροι χοροπηδούν στις μεγάλες παραλίες. Οι βραδιές φέρνουν ηρεμία, δροσιά και γαλήνη, ο ουρανός γεμίζει, τ’ αστέρια είναι αμέτρητα, αιωρούνται, μια φωτεινή αναπνοή απλώνεται στο διάστημα. Αυτή την εικόνα έχουν μπροστά τους. Ζωντανή. Επαναλαμβανόμενη. Την αναπολούν και ταξιδεύουν μακριά.
Η λίμνη Οντάριο βρίσκεται στην περιοχή των Μεγάλων Λιμνών μεταξύ των ΗΠΑ και του Καναδά. Σε αυτήν την περιοχή βρίσκονται και άλλες μεγάλες λίμνες (Σουπήριορ, Χιουρόν, Μίσιγκαν, Ήρι) και μαζί, περιέχουν το 50% του γλυκού νερού του πλανήτη μας. Οι λίμνες αυτές συγκέντρωσαν γύρω τους μεγάλο πληθυσμό από την πρώτη στιγμή που οι Ευρωπαίοι έφτασαν στην Αμερική. Στην αρχή το περιβάλλον ήταν άγριο αλλά με τον καιρό τα ανθρώπινα έργα περιόρισαν τα μεγάλα δάση και οι κάποτε άδειες πεδιάδες γέμισαν από αγροκτήματα και πόλεις.
Η πόλις του Χάμιλτον βρίσκεται εγκολπισμένη στη νοτιοδυτική γωνία της λίμνης Οντάριο, στο άκρο της χερσονήσου Niagara και αναδιπλώνεται γύρω από το δυτικότερο τμήμα της. Η περιοχή έχει σημαντική οικονομική δραστηριότητα είναι το πιο ανεπτυγμένο βιομηχανικά τμήμα της χώρας. Με εξήντα τοις εκατό του χάλυβα του Καναδά να παράγεται στο Χάμιλτον, η πόλη έχει γίνει γνωστή ως η πρωτεύουσα χάλυβα του Καναδά.
Ξεκίνησε η φόρτωση χάλυβος στο πλοίο με τη μορφή των σπειρών (coils), και με προορισμό εκφόρτωσης τον λιμένα Μatsuyama της Ιαπωνίας.
Μεγάλες ποσότητες χάλυβα μεταφέρονται δια θαλάσσης. Μέρος αυτής της ποσότητας αποστέλλονται με τη μορφή των σπειρών (coils). Σε πολλές περιπτώσεις, αυτές οι σπείρες χάλυβα είναι εξαιρετικά μεγάλες, που ζυγίζουν μέχρι 20 τόνους. Η φόρτωση και στοιβασία των σπειρών (coils) αυτού του μεγέθους παρουσιάζουν μια σειρά από δυσκολίες. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι μεγάλη προσοχή ασκείται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι δομές στις οροφές των δεξαμενών των πλοίων δεν είναι υπερφορτωμένες, και ότι η στοιβασία είναι επαρκώς ασφαλής για το ταξίδι.
Η διαδρομή του πλοίου προς της έξοδο από τις λίμνες στον Ατλαντικό ωκεανό μέσω του ποταμού ST Laurence ήταν εντυπωσιακή με εναλλαγές σε όλο το σκηνικό που θύμιζαν ζωγραφικό τοπίο. Ενώ το πλοίο πλησίαζε στο Cabot Trail και άφηνε πίσω του τον μεγάλο ποταμό οι χρωματισμοί του τοπίου άλλαζαν κάθε τόσο καθώς τα σύννεφα προσπαθούσαν να κρύψουν τον Ήλιο που κατά διαστήματα έριχνε μερικές ακτίνες φωτός στα παγωμένα νερά. Η φύση έχει προικίσει απλόχερα αυτή τη γωνιά της Γης δημιουργώντας μια δαντέλα από πράσινες ακτές που ανακατεύονται και κονταροχτυπιούνται με το θαλάσσιο στοιχείο, θαρρείς σ' έναν αέναο αγώνα κυριαρχίας. Και ο αέρας όμως δεν περνά απαρατήρητος, καθώς παίζει κι αυτός τα δικά του παιχνίδια συμμετέχοντας με τον τρόπο του και το ασταμάτητο βουητό του στο όλο σκηνικό επεμβαίνοντας στην παλέτα της φύσης.
Ο ουρανός ήταν καθαρός -γαλάζιος κι' ηλιόλουστος- το ανοιξιάτικο μεσημέρι, το πλοίο, έπλεε άνετα, ολοταχώς στα ανοιχτά του Cabot Strait, και εισέρχεται στον «ωκεανό»* με προορισμό ενδιάμεσο τον πιο γνωστό πορθμό της Γης, αυτός του Γιβραλτάρ που χωρίζει Ευρώπη και Αφρική και ενώνει τη Μεσόγειο με τον Ατλαντικό ωκεανό. Οι επόμενες ημέρες του ταξιδιού κύλησαν ήρεμα ο καιρός ήσυχος η θάλασσα λάδι.
*«O Χριστόφορος Κολόμβος, υπήρξε ο πρώτος θαλασσοπόρος που έδωσε την πραγματική σημασία στη λέξη «Ωκεανός». Πριν από αυτόν, οι ναυτικοί αναγκάζονταν να ταξιδεύουν για μήνες κατά μήκος των ακτών από φόβο να ξανοιχτούν στην ανοικτή θάλασσα.»
Έτσι κυλούσαν οι μέρες, έχουν διανύσει μια εβδομάδα γαλήνης και μοναξιάς, ταξιδεύοντας μες στην υγρή άνοιξη του ωκεανού, το πλοίο προσεγγίζοντας το Γιβραλτάρ βρέθηκε μπρος στο κατώφλι της μεσογείου θαλάσσης, έτοιμο να πλεύσει μέσα στη φιλόξενη αγκαλιά της, στην άπλετη δροσιά της.
Εξαίσια μέρα στη Μεσόγειο ξημέρωσε. Ο Ήλιος την διατρέχει και στεγνώνει τις σταγόνες της δροσιάς. Ούριος άνεμος, ξαστερωτής φυσούσε, Ζέφυρος απαλός, καλοδεχούμενος, ευφορία σκορπούσε κ’ αγαλλίαζαν οι τόποι, δρόσιζε και η θάλασσα μεταξωτό ρυτιδωμένο από τα χάδια και φιλιά του.
Πέντε μέρες αργότερα και πριν πέσει απαλά το σούρουπο το πλοίο διασχίζει την διώρυγα του Σουέζ. Οι Αιγύπτιοι πραματευτάδες που διαλαλούνε την πραμάτεια τους στα πλοία αποτελεί αναπόσπαστη παρουσία, είναι μια διαχρονικότητα στο κανάλι του Σουέζ. Κατέφθαναν στα πλοία με μικρές βάρκες γεμάτες από πολύχρωμα είδη, προσεγγίζοντας όποιον ενδιαφέρεται να αγοράσει. Οι αλουέδες των πλοίων μετατρέπονταν σε πολύβουο παζάρι. Η γραφική παρουσία τους και το πηγαίο τους χιούμορ, έχει μείνει χαραγμένο στη θύμηση σε πολλές γενιές ναυτικών που διασχίζουν το κανάλι. Τα πληρώματα των πλοίων καθώς αποτελούσαν την πελατεία τους, διηγούνται ανέκδοτες ιστορίες που περνούν από στόμα σε στόμα και φανερώνουν την αυθεντική ανατολίτικη παρουσία του παζαριού με πραματευτές που διαφήμιζαν τα προϊόντα τους, αλλά και την εύστοχη ετοιμολογία τους.
«Εδώ καπετάνιο παντελόνι κοντό μανίκι, όμορφο, καλό.»
Μηχανικός παζαρεύει μια βαλίτσα δερμάτινη. Με τα πολλά παζάρια την αγόρασε στα τελειώματα του παζαριού –στην έξοδο του πλοίου-. Αφού την περιεργάστηκε καλύτερα στην καμπίνα του ανακαλύπτει ότι η βαλίτσα είναι μια πολύ φθηνή απομίμηση.
Τρέχει να προλάβει τον πραματευτή, ο όποιος ήδη έχει μαζέψει την πραμάτεια του και έχει αποβιβαστεί στην λέμβο του. Κρεμασμένος στην κουπαστή έξαλλος φωνάζει στον Αιγύπτιο.
«Ρε χαραμία (κλέπτη) η βαλίτσα είναι ψεύτικη, από χαρτί είναι».
«Μάστορα μην φωνάζεις», του άπαντα ο Αιγύπτιος ατάραχος.
«Από χαρτί άλλα τι χαρτί, ακριβό χαρτί» (εκατό δολάρια), και αναχωρεί γεμάτος ικανοποίηση λάμνοντας την βάρκα.
Ταξιδεύουν δυο εβδομάδες. Βγαίνοντας από το μεγάλο κανάλι και αφήνοντας πίσω το Σουέζ εισέρχονται στην ερυθρά θάλασσα.
«Η Ερυθρά Θάλασσα είναι η μακρόστενη υδάτινη μάζα που χωρίζει τη βορειοανατολική Αφρική από την Αραβική Χερσόνησο. Περιλαμβάνει τους δύο βραχίονες που είναι γνωστοί ως Κόλπος του Σουέζ και Κόλπος της Άκαμπα. Αποτελεί τμήμα του μεγάλου γεωλογικού ρήγματος που είναι γνωστό ως η Ρηξιγενής Κοιλάδα. Λόγω του γρήγορου ρυθμού εξάτμισης που επικρατεί, τα νερά αυτής της θάλασσας είναι πολύ αλμυρά. Οι ισχυροί άνεμοι, οι απότομες μεταβολές στη διεύθυνσή τους και η ύπαρξη μεγάλων υφάλων καθιστούν επικίνδυνη την πλεύση στην Ερυθρά Θάλασσα.»
Πλησιάζοντας το στενό του Bab-el-Mandeb, αξημέρωτα, δυο μέρες αργότερα, το πλήρωμα ξύπνησε από τις αγκάλες του Μορφέα με βροντές και μπουμπουνητά. Χαλασμός. Ανοίξανε ξαφνικά οι ασκοί του Αίολου, μία σκοτεινή ανταριασμένη μέρα με νοτιά πρόβαλε στον ορίζοντα. Το πλοίο συνάντησε σφοδρή θύελλα με ανέμους που έπνεαν με ταχύτητα τουλάχιστον 120 χιλιομέτρων την ώρα με αποτέλεσμα να ταξιδεύει όρτσα στον καιρό με χαμηλή ταχύτητα.
Το Bab-el-Mandeb, «Πύλη των Δακρύων» στα αραβικά, είναι ένα στενό που βρίσκεται μεταξύ της Υεμένης στην Αραβική Χερσόνησο και Τζιμπουτί, βόρεια της Σομαλίας στο Κέρας της Αφρικής, και συνδέει την Ερυθρά Θάλασσα προς τον Κόλπο του Άντεν. Το στενό αντλεί το όνομά του από τους κινδύνους για τη ναυσιπλοΐα, ή, σύμφωνα με μια αραβική παράδοση, από τους αριθμούς που πνίγηκαν από το σεισμό που χώρισε την Ασία και την Αφρική. Η Περιοχή πλήττεται από αλλεπάλληλα κύματα θυελλωδών ανέμων από το Μάιο ως το Σεπτέμβριο, τους μουσώνες, (περιοδικοί άνεμοι, που δημιουργούνται μεταξύ του Ινδικού ωκεανού και των ηπείρων).
Το πλοίο για τρίτη μέρα συνέχιζε το ταξίδι του κάτω από δύσκολες καιρικές συνθήκες, εισερχόμενο στον κόλπο του Άντεν οι κλυδωνισμοί του έγιναν πιο έντονοι λόγω της συνεχιζόμενης κακοκαιρίας και του έντονου κυματισμού.
Τα μετεωρολογικά δελτία που λαμβάνουν προβλέπουν πως η κακοκαιρία θα συνεχιστεί για το επόμενο διάστημα με τους παρατεταμένους μουσώνες.
Την τέταρτη ημέρα της κακοκαιρίας διαπλέουν το αφρικάνικο κέρας (horn of Africa) και την νήσο Σοκότρα (Socotra Island) και βρίσκονταν πλέον στον ινδικό ωκεανό. Τα γιγαντιαία κύματα του ωκεανού ανάγκαζαν το πλοίο να σκαμπανεβάζει και να «μποτζάρει» επικίνδυνα από την μια πλευρά στην άλλη με δυσάρεστα αποτελέσματα για το πλήρωμα και το φορτίο. Λόγω του φορτίου που μετέφερε και της από δεξιάς κατεύθυνσης των θυελλωδών ανέμων η πλεύση και το μποτζάρισμα γίνονταν ιδιαίτερα έντονο, και το πλοίο έρμαιο της μανιασμένης φύσης. Οι θυελλώδεις άνεμοι απειλούσαν να διαλύσουν το πλοίο σαν καρυδότσουφλο. Όλη αυτή η κατάσταση προφανώς προκαλούσε πολύ σοβαρή ανησυχία τόσο στον καπετάν Γιάννη όσο και στο υπόλοιπο πλήρωμα.
Ο καπετάν Γιάννης μετά από μια διεξοδική ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης, εκτίμησε ότι είναι ανάγκη το πλοίο να αλλάξει πλεύση. Είχε μια χαρισματική ικανότητα να εκτιμά στις δύσκολες καιρικές συνθήκες τις σωστές πρωτοβουλίες που έπρεπε ν' αναλαμβάνεις προς αποφυγή σοβαρών αβαριών. 
Του ζήτησε την άμεση κινητοποίηση του πληρώματος μηχανής....... να τεθεί σε εγρήγορση....  το ίδιο ζήτησε και από το υπόλοιπο πλήρωμα.
Το πλοίο θ’ έκανε αναστροφή και αλλαγή πλεύσης.
Την ώρα της αναστροφής το σκάφος κλυδωνίστηκε ακραία, πλαγιοδρομούσε με τα φτερά της γέφυρας να ακουμπούν στη θάλασσα πότε σταβέντο πότε σοφράνο, το πλοίο δεν αρχικά δεν υπάκουε δεν ισορροπούσε. Η συμπεριφορά του πλοίου σκορπίζει στο χώρο μία εφιαλτική ατμόσφαιρα αμφιβολίας, και το πλήρωμα νοιώθει τη σκοτεινή αγωνία μιας επερχόμενης καταστροφής. Ο πλοίαρχος με τη στιβαρή καθοδήγησή του και τις κατάλληλες εντολές καθοδηγεί τον πηδαλιούχο ώστε να προσεγγίσει με ασφάλεια την επιθυμητή πορεία ώστε το πλοίο να απόκτηση και πάλι σταθερά πλεύση. Οι καρδιές όλων χτυπούσαν ακανόνιστα μέχρι το πλοίο να αποκτήσει δευτερόπρυμνη πλεύση και κάποια στιγμή να ισορροπήσει στην άγρια θάλασσα. Στιγμές που σ’ όλους φάνηκαν αιώνας ατέλειωτος. Σιγά σιγά άρχισε να φεύγει από το κεφάλι τους η ζαλάδα και να αισθάνονται ανακούφιση να γεμίζει τις σκέψεις τους, συγχρόνως τα πόδια τους απόκτησαν σχετική στερεότητα επάνω στη λαμαρίνα.
Ήταν μια στιγμιαία περίοδος ....δύσκολη περίοδος...... της ζωής του καπετάν Γιάννη από αυτές που σε σημαδεύουν ανεξίτηλα και που αφήνουν σφραγίδα  πάνω σου. Μένουν χαραγμένες για πάντα και στην μνήμη και στην ψυχή. Όσοι έχουν βιώσει τις δύσκολες αυτές καταστάσεις και τα καταφέρνουν να περάσουν τις λακκούβες στους δρόμους της ζωής..... ξέρουν.
Πάντα ήταν αυθόρμητος ....γνήσιος Μανιάτης..... μα και τόσο πειθαρχημένος συνάμα. Αγαπούσε τη θάλασσα με όλη του την ψυχή, με όλο του το είναι ....μαχόταν και μοχθούσε καθημερινά με το σκληρό επάγγελμα του με ικανότητα και ναυτοσύνη..... αλλά ταυτόχρονα η σκέψη να εγκαταλείψει τη θάλασσα είχε από παλιά αρχίσει να του τρυπώνει στο μυαλό. «Οι έγνοιες ενός καπετάνιου είναι πολλές φορές φορτίο πιο βαρύ από αυτό που μπορεί να μεταφέρει το καράβι του».. Με άκρως εξομολογητική διάθεση παραδέχτηκε ότι όλες οι παλιές επιφυλάξεις για το ναυτικό επάγγελμα που είχε περνούσαν από δίπλα του... Τελευταία φαίνεται πως έχει ξυπνήσει έντονα η επιθυμία του να αποκαλύψει την ιδέα του που τον είχε πλημμυρίσει. Να αναζητήσει μια νέα ευκαιρία στη στεριά, να μείνει δίπλα στη σύντροφο του που τόσο πολύ του λείπει..
Δεν το έκρυβε. Πολύ συχνά, η απόσταση δημιουργεί συναισθηματικό κενό, ... γεύση στο στόμα… φταίει προφανώς το άδειο μαξιλάρι δίπλα στο δικό του....  θέλει να την έχει δίπλα του.... τον άνθρωπό του ....να τα παρατήσει όλα και να μείνει μαζί της.
Είναι στιγμές οι οποίες φωνάζουν ότι θέλει να μείνει για πάντα δίπλα της. Είναι τόσο εξόφθαλμες που δε χρειάζεσαι μικροσκόπιο για να τις δεις.
Το μυστικό στη σχέση τους είναι η ειλικρίνεια και η επικοινωνία....
Τηρούσε με ευλάβεια τους κανόνες....  Οι άνθρωποι που είναι μακριά, πρέπει να κρατούν το σύντροφό τους ενήμερο για μικρά και μεγάλα θέματα, να μοιράζονται γεγονότα σημαντικά και ασήμαντα, ότι συμβαίνει στην καθημερινότητα τους, προκειμένου να μη χάνουν την επαφή και το δεσμό τους.
Κουβαλούσε στους ώμους του την τέταρτη δεκαετία της ζωής του, τώρα πια, δεν ένιωθε ούτε πολύ νέος ούτε πολύ γέρος-μάλλον σαν να αιωρείται ανάμεσα στα δυο. Από πολλές απόψεις δεν ήταν πια σίγουρος για το πώς έβλεπε τον εαυτό του. Μερικές φορές τού φαινόταν πως η ζωή εξαφανιζόταν αργά πίσω του, πως έσβηνε σαν τα χνάρια στη βροχή, άλλοτε του φαινόταν σαν να ήταν από πάντα ο ήρεμος άνθρωπος που ζούσε μια συνηθισμένη ζωή σε ένα μικρό σπίτι στην άκρη της μεγάλης πόλις.
Τελευταία όλα έφερναν στο νου του, θύμησες που πίστευε πως είχε πνίξει, όμως οι παλιές εμμονές του είχαν ξαναγυρίσει.  Να αναζητήσει μια νέα ευκαιρία.
Το πλοίο άντεξε τα κύματα και τη μεγάλη κακοκαιρία, χωρίς αβαρία χάρις την επαγγελματική ικανότητα του πλοίαρχου μας..... έφτασε στα ήρεμα θαλάσσια νερά του Malacca Strait.
Ήταν οι μέρες ήσυχες, και καθώς νυχτώνει, το μπλε της επιφάνειας της θάλασσας σκουραίνει όλο και περισσότερο. Σε κείνες τις νύχτες που το νερό ήταν ήρεμο σαν λάδι, κάτι τέτοιες νύχτες με γεμάτο το φεγγάρι, είχανε και το πλήρωμα την ευκαιρία να ρεμβάσουνε, να αναπολήσουν και να νοσταλγήσουν. Άνθρωποι μοναχικοί, αυθεντικοί, άλλοτε σίγουροι για τον εαυτό τους και άλλοτε βυθισμένοι στην πλάνη τους, ο καθένας από αυτούς κρύβει και τα δικά του μυστικά, τα οποία δεν αποκαλύπτει παρά μόνο όταν πλέον η σιωπή δεν ωφελεί.
Με τον καπετάν Γιάννη είχαν παράλληλες απόψεις και αντιλήψεις, πολύ συχνά έρχονταν σε σύγκρουση με τις αντιλήψεις του περίγυρου τους. Δεν δίσταζαν να τις εκφράζουν ελεύθερα τις απόψεις τους, στηλιτεύοντας κυρίως την ροπή από μια ικανή μερίδα ναυτικών στον άκρατο καταναλωτισμό της εποχής μας. Με καταγωγή από την λακωνική γη, κουβαλούσαν μέσα τους τη σπαρτιατική λιτότητα του μέτρου..... τον λιτό τρόπο ζωής. Συχνά προκαλούσαν ζωηρές συζητήσεις γύρω από το θέμα αυτό. Το πλοίο συνεχίζει το ταξίδι του με πλώρη για την ιαπωνική θάλασσα, μια εβδομάδα πλεύσης τους χωρίζει από τον προορισμό.
Ατενίζει την θέα στον ορίζοντα της Ινδονησίας από το μικρό φινιστρίνι του γραφείου του, οι υδρατμοί της τροπικής θάλασσας και του νοτισμένου χορταριού απ’ τη βροχή που είχε πέσει αποβραδίς τυλίγουν το τοπίο και εντείνουν τη μυστηριακή ατμόσφαιρα στην ενατένιση του αχανούς τοπίου. Έκλεισε τα μάτια και ένιωσε σχεδόν το τρεμόπαιγμα του φωτός στα βλέφαρά του, μοιάζει να έχει συνειδητοποιήσει ότι τη στιγμή αυτή βιώνει μια βαθιά αίσθηση ψυχικής ανεπάρκειας, στην ουσία δεν είναι παρά ένας θεατής στα τεκταινόμενα.
Οι παλιοί λέγανε ότι ο άνθρωπος χρειάζεται να εργάζεται στο φως της ημέρας και να κοιμάται στο σκοτάδι της νύχτας.
Στην εκπληκτική ταινία του Κουροσάβα «Τα Όνειρα», υπάρχει ο εξής διάλογος ανάμεσα σ’ έναν πολιτισμένο και έναν απολίτιστο Κινέζο.
«Είναι βράδυ. Ένας γέροντας κάθεται ήρεμος στην άκρη ενός ποταμού μες το σκοτάδι και κοιτάει τον ουρανό. Τον πλησιάζει κάποιος και του λέει: Γιατί γέροντα δεν ανάβεις ένα φως να βλέπεις καλύτερα; Τότε πως θα βλέπω το φως των άστρων του απαντάει εκείνος ήρεμα.»
Το ερώτημα ;
Ποιος από τους δύο βρίσκεται στο σκοτάδι της γνώσης ;.
«Ποιος ζωντανός, προικισμένος μ' αισθήσεις,
δεν ποθεί, πάνω απ' όλα του χώρου τα θαύματα ολόγυρα,
το ευφρόσυνο φως,  με κάθε ιριδισμό, κάθε αχτίδα, κάθε του κύμα·
την εύκρατη μορφή του παντού, καθώς μέρα που βγαίνει απ' τον ύπνο.»
-Νοβάλις-
Τριάντα πέντε ημέρες πέρασαν στη θάλασσα. Το πλοίο, έφτασε στον προορισμό του.
Ένας ακόμη θαλάσσιος πλούς ολοκληρώθηκε.
Μέχρι να ξεκινήσει ο επόμενος.
Το πλοίο ειρηνικά ξεκίνησε την εκφόρτωση στην προβλήτα του λιμένα.
Νωρίς πρωινές ώρες, δυο σφοδρές καταιγίδες συναντήθηκαν έξω νοτιοδυτικά από τις Ιαπωνικές ακτές και πάνω από το Tanega-shima Island, Kagoshima (Japan), και δημιούργησαν έναν ιδιαιτέρως ισχυρό κυκλώνα, ο οποίος θεωρείτο ένας από τους χειρότερους κυκλώνες που πέρασαν από τις Ιαπωνικές νήσους.
Η νότια Ιαπωνία τέθηκε σε κατάσταση συναγερμού!  Οι άνεμοι πνέουν με ταχύτητα εκατόν εξήντα χιλιόμετρα την ώρα, την στιγμή που ο τυφώνας βρίσκεται εξακόσια πενήντα χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του λιμένα.
Οι αρχές έχουν κηρύξει τις περιοχές αυτές σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, λόγω της επερχόμενης καταιγίδας και των θυελλωδών ανέμων. Σταμάτησαν όλες οι εργασίες εκφόρτωσης και φόρτωσης στον λιμένα. Σύμφωνα με τις προβλέψεις τα λιμάνια θα παραμείνουν κλειστά για τουλάχιστον δώδεκα ώρες, καθώς δεν αναμένεται βελτίωση των καιρικών συνθηκών στην εσωτερική θάλασσα που περικλείεται από τα νησιά Χονσού, Κιούσου, Σικόκου. Το πλοίο είχε ολοκληρώσει το τελευταίο σκέλος του ταξιδιού του, είναι έτοιμο προς αναχώρηση για τον επόμενο ναύλο του, προορισμός λιμένες της Αυστραλίας. Δεν υπήρχε, καμιά ένδειξη ότι η καταιγίδα που θα συναντούσε, θα ήταν χειρότερη από τις καταιγίδες που έτσι κι αλλιώς αντιμετώπιζε συχνά κατά τα ταξίδια του. Ταυτόχρονα τα νεώτερα δελτία αναφέρουν ένα τρίτο μέτωπο τροπικής καταιγίδας να αναπτύσσεται βορειοανατολικά της θάλασσας των Φιλιππίνων.
Ο πλοίαρχος σε επαφή με το ναυτιλιακό γραφείο του Πειραιά ζητά την παροχή επικουρικής βοήθειας στα τεκταινόμενα, για να πράξει τ' ανάλογα.
Το γραφείο του απαντά. «Ο θεός μαζί σας καπετάνιο. Καλό σας ταξίδι.»!
Η Πυθία έδινε λιγότερο δυσνόητους χρησμούς.
Τον κάλεσε στη γέφυρα, ζήτησε τη συμβουλή του.
«Κάπτεν εκεί έξω βρίσκεται και η Σκύλα και η Χάρυβδης» του απάντησε, θα είναι σωστή τρέλα να συγκρουστούμε μαζί τους.
Ο καπετάνιος αναλαμβάνει την προσωπική ευθύνη και αποφάσισε να αγκυροβολήσουν στην εσωτερική θάλασσα.
Έδωσε εντολή το πλοίο να ποντίσει και τις δυο άγκυρες του. Πρωινές ώρες την επομένη μέρα οι ριπές των ανέμων κυμαίνονταν στα εκατό σαράντα χιλιόμετρα την ώρα. Το πλοίο έθεσε την κυρία μηχανή του σε ισχύ λειτουργίας, τις επόμενες ώρες οι άνεμοι είχαν αυξηθεί φθάνοντας τα διακόσια χιλιόμετρα την ώρα, και το πλοίο αύξησε την ισχύ της μηχανής. Για περισσότερο από τέσσερις ώρες το πλοίο αντιστέκεται ενάντια στους θυελλώδεις ανέμους,. Η θύελλα συνέχισε να αναπτύσσεται πιο έντονα. Καθώς οι άνεμοι αυξήθηκαν πάνω από τα διακόσια χιλιόμετρα την ώρα, το πλοίο αντιστάθηκε παραδέρνοντας κοντά στην δυτική ακτή της εσωτερικής θάλασσας.
Μετά την καταιγίδα, λειτούργησε ο νόμος της φύσης.
Στο πέρασμά της άφησε ανεμοδαρμένους τόπους κι’ ένα λαμπερό ουράνιο τόξο.
Μετά την καταιγίδα πάντα βγαίνει ουράνιο τόξο.
Υπήρξε ζωντανή κάλυψη των γεγονότων. Οι θυελλώδεις άνεμοι που «σάρωσαν» την περιοχή έβγαλαν πλοία στη στεριά, βύθισαν ψαράδικα σκάφη, αποκόλλησαν στέγες ναών, έβγαλαν βάρκες στις προβλήτες των μικρών λιμένων, ξερίζωσαν δάση ολόκληρα και βύθισαν καλλιέργειες στα λασπόνερα.
Το πλοίο απώλεσε τρεις ήμερες ναύλου, αυτή ήταν η μέγιστη αβαρία που υπέστη απ' την καταιγίδα.!
Αυτή η φόρτιση που δέχτηκε ο πλοίαρχος ενάντια στην καταπίεση των προτεραιοτήτων που έπρεπε να ακολουθήσει, ανέδειξε τον υπαρξιακό προβληματισμό του.... ψύχραιμος, γαλήνιος, ατάραχος......... ευγενικά και καλοπροαίρετα πρόταξε το ρεαλιστικό και αντιηρωικό χάρισμα του χαρακτήρα του. Έπραξε αυτό που έπρεπε με θάρρος παρρησία και επαγγελματική ικανότητα.
Ήταν ένας ικανότατος πλοίαρχος και οι πράξεις του το έδειχναν απλόχερα.
Η ζωή, και η πορεία του κάθε ανθρώπου, συμπορεύεται με τον χρόνο μέχρι τη θέαση της αλήθειας μέσα του.
Έμαθε ότι λίγα χρόνια αργότερα, ο πλοίαρχος εγκατέλειψε τη θάλασσα με σκοπό ν' αφοσιωθεί ολοκληρωτικά σε μια ενδιαφέρουσα δουλειά γραφείου. Ταπεινότερη αλλά εξίσου ενδιαφέρουσα. Είχε τα απαραίτητα credit, να τα καταφέρει εξίσου αποτελεσματικά όσο αποτελεσματική ήταν η ασυννέφιαστη καριέρα του στη θάλασσα.
Για τον ίδιο δεν είχε έρθει αυτή η ώρα, ο ορίζοντας της θάλασσας παρέμενε πάντα ανοικτός μπροστά του...
Απόψε βρίσκονται και πάλι μαζί σχεδόν δώδεκα χρόνια μετά από τότε, μιας εποχής πολύ σκληρής με δύσκολες αποφάσεις.
Απόψε συλλογιούνται τους ναυτικούς….
Εκείνους που αυτή την ώρα ταξιδεύουν στους μεγάλους θαλάσσιους δρόμους.
Απόψε συλλογιούνται τους ναυτικούς….
Εκείνους που τις μεγάλες μονότονες ώρες του πλου στα μακρινά ταξίδια, καθισμένοι στις κουκέτες τους , νύχτες σε θάλασσες φουρτουνιασμένες, θυμούνται με νοσταλγία πρόσωπα αγαπημένα και βγάζουν από τα βάθη της ψυχής τους τη λαχτάρα του επαναπατρισμού και που το δικό τους ταξίδι, του γυρισμού στην Ιθάκη τους δε θα μοιάζει με κανένα άλλο.


 
Web Informer Button