ADS

click to open

Παρασκευή 24 Μαΐου 2024

Malaga... Playa de la Malagueta.. Ki Ena Mpoykali Sangria

Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ....»
«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας του συγγραφέα. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες .....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).....
...Ξαδέρφη αυτό το υπέροχο και απρόβλεπτο ταξίδι που λέγεται ζωή είναι γεμάτο συγκινήσεις, όμορφες στιγμές, αλλά και προκλήσεις εκεί που δεν τις αναμένεις και οι προκλήσεις γίνονται αισθητές και δημιουργούν μια νέα πραγματικότητα επιφέροντας επιπτώσεις και μας υποχρεώνουν να κάνουμε επιλογές που ας είμαστε ειλικρινείς μας φέρνουν αντιμέτωπους με ηθικά διλήμματα. Μπορεί να υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους, παρόλο που μια γυναίκα είναι παντρεμένη, βρίσκει τον εαυτό της τόσο ευάλωτο και εκτεθειμένο να σκέφτεται κάποιον άλλο άνδρα και η σεξουαλική έλξη που της ασκεί να είναι  αναπόφευκτη! Από ηθικοπλαστικής φύσεως του αυστηρά μονογαμικού έρωτα θα βασανίζεται πολύ να σταματήσει να τον σκέφτεται αλλά νομίζω πως δεν υπάρχει τρόπος τις στιγμές που έρχεται αντιμέτωπη με τη σεξουαλικότητα που κρύβουμε μέσα μας, που δεν μπορεί να κρατηθεί άλλο και θέλει να εκδηλωθεί. Είναι οι στιγμές που η σάρκα φλέγεται, οι καύλες κι οι ορμές δεν έχουν εξαρτώμενα ραντεβού. Τότε είναι που δεν υπάρχει κάποιο πρωτόκολλο ή κάποιος ενδεδειγμένος τρόπος χειρισμού μιας τέτοιας κατάστασης. Τότε θα πρέπει να αποφασίσει πώς το χειρίζεται παραιτούμενη από οποιαδήποτε προσπάθεια ηθικοπλαστικής επιχειρηματολογίας! Αγαπητή μου ξαδέρφη υπήρχε, υπάρχει μα και θα υπάρχει εσαεί το παράνομο, το «απαγορευμένο μήλο…» το αμαρτωλό!. Ακριβώς σαν την παρακάτω ιστορία που σου διηγήθηκε η καλή σου φίλη η Ελπινίκη, της κυρίας Μελισσάνθης της συζύγου του υποπλοιάρχου σε γκαζάδικο που εκτελούσε ταξίδια από Μεσόγειο θάλασσα στη Βραζιλία.
Η ερωτική ιστορία αυτή συνέβη πριν μερικά χρόνια και η Ελπινίκη την είχε ακούσει με μια γερή δόση από κουτσομπολιό που σκοτώνει, από τις κοπέλες που εργάζονταν στα γραφεία της μεγάλης ναυτιλιακής εταιρείας που εργαζόταν και ο σύζυγος της και την είχε μεταφέρει στην Εριφύλη. Η Μελισσάνθη όμορφη και σέξι γυναίκα δε δούλευε, γυμναζόταν και πρόσεχε γενικά πολύ τον εαυτό της στα τριάντα πέντε της χρόνια! Γύρω στο ένα εβδομήντα, αδύνατη, μελαχρινή με σγουρά μαλλιά, μαύρα μάτια και πολύ δυνατό στήθος, λες και σου μιλούσε. Παντρεμένη και αυτή με ναυτικό από κάποιο νησί των Κυκλάδων. Την εποχή εκείνη ο σύζυγος είχε μπαρκάρει υποπλοίαρχος σε γκαζάδικο που εκτελούσε ταξίδια από Μεσογειακούς λιμένες της Βορείου Αφρικής στη Βραζιλία μεταφέροντας Crude oil. Η Μελισσάνθη πήρε το αεροπλάνο με προορισμό τη Μάλαγα Ισπανίας και από εκεί οδικώς για τον λιμένα διέλευσης του πλοίου το Αlgeciras όπου επιβιβάστηκε φιλοξενούμενη επιβάτης να μείνει μερικές ημέρες με το σύζυγο της. Ο υποπλοίαρχος του πλοίου ένας στιβαρός άνδρας στα σαράντα και κάτι του χρόνια, στο πλοίο σαν υπεύθυνος των υγρών και επικινδύνων φορτίων, έρχεται καθημερινά αντιμέτωπος με πολύ πιεστικές καταστάσεις και υπερβολικές απαιτήσεις με τη διαχείριση τους που απαιτούσαν αυξημένη διαθεσιμότητα (χρονική, ποιοτική,) εξειδίκευση και υψηλή ευθύνη. Οι συνέπειες της καθημερινής απασχόλησης του με πρόσθετες ώρες εργασίας είχαν σαν αποτέλεσμα να του παράγουν μια ανισορροπία στις ώρες εργασίας του που επηρέαζε την ποιότητα της ζωής του! Κατ΄ επέκταση, θεωρείτο «φυσιολογικό» στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του να αισθάνεται καταβεβλημένος και ταυτόχρονα μειωμένη επιθυμία για τη σχέση που αφορούσε τα σεξουαλικά συζυγικά του καθήκοντα κατά την διάρκεια παραμονής της Μελισσάνθης στο πλοίο. Με λίγα λόγια και καθόλου μουσική δεν δείχνει ιδιαίτερη έμφαση και ορθή εκτίμηση στις σεξουαλικές ανάγκες της κυρίας Μελισσάνθης που πλεονάζουν. Η κυρία Μελισσάνθη μια που πήγε και μια που ξεμπαρκάρισε στο γυρισμό επιστροφή στην πατρίδα με το ίδιο δρομολόγιο σχεδόν αγάμητη. Οι φήμες ότι ο κύριος υποπλοίαρχος είχε αποκτήσει το πολύ συχνό αφροδίσιο νόσημα το βακτήριο Chlamydia trachomatis από μια γρήγορη ξεπετά στη Μπραζίλια και μόλις είχε αναρρώσει και ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός βρίσκοντας δικαιολογία τον φόρτο της εργασίας του για να αποφεύγει τη σεξουαλική επαφή με την κυρία του, ίσως να ήταν και fake news. Στο γυρισμό στον λιμένα του Αlgeciras από το πλοίο μαζί με την κυρία Μελισσάνθη ξεμπαρκάρισε και είκοσι πεντάχρονος νεαρός μηχανικός με καταγωγή από νησί του Αργοσαρωνικού. Ξεκίνησαν αργά απόγευμα από το Αlgeciras με το σούρουπο να τους ακολουθεί κατά μήκος της Costa del Sol Occidental, ο ουρανός ήταν πλημμυρισμένος από ιριδίζοντα ρόδινα και γαλαζοπράσινα, χρώματα, μπλεγμένα αξεδιάλυτα μεταξύ τους, έτσι όπως μόνο η Φύση ξέρει να κάνει, έφτασαν όταν ο ήλιος έγερνε βάφοντας μενεξεδένια τη δύση, και το φως της ημέρας ξεθώριαζε γρήγορα, παραχωρώντας τη θέση του σ’ ένα ήσυχο, μεσογειακό σούρουπο. Η βραδιά είναι διαυγής και δροσερή, και τα φώτα της Malagas λαμπυρίζουν και τρεμοπαίζουν, καλωσορίζοντας τους καθώς αποβιβάζονται στο ξενοδοχείο. Τα νέα φθάνοντας στη Μάλαγα για την κυρία Μελισσάνθη και το νεαρό μηχανικό είχαν δυο όψεις και ευχάριστη και δυσάρεστη αναλόγως από ποια οπτική το έβλεπε ο καθείς τους. Πρώτον με αιτία της απεργίας ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας του αεροδρομίου είχαν ακυρωθεί οι πτήσεις το τελευταίο είκοσι τετράωρο και λόγω μεγάλης πληρότητας των ξενοδοχείων ο πράκτορας πιστεύοντας ότι έχουν συγγένεια μετά βίας τους βρήκε προς διάθεση ένα δίκλινο δωμάτιο σε καλό ξενοδοχείο. Με μια αρχική αμηχανία και μερικά ναι μεν άλλα για την τιμή των όπλων, το αποδέχτηκαν αμφότεροι με άκρως φιλική διευθέτηση. «Είναι ότι καλύτερο κατόρθωσα να βρω.» τους πληροφόρησε ο πράκτορας. Έπρεπε να ξεφύγουν απ’ αυτή τη δύσκολη θέση που έδειχνε «μεν» ιδιάζουσες συνθήκες συγκατοίκησης, «αλλά» πολλά υποσχόμενη καθώς το νέο τους ταξιδιωτικό πρόγραμμα μέχρι να ξεκινήσει η πτήση τους περιελάμβανε τουλάχιστον δυο διανυχτερεύσεις. Το ξενοδοχείο είναι κοντά στον λιμένα και τα μεγάλα μπαλκόνια του βλέπουν στην ατελείωτη θάλασσα! Το δωμάτιο δίκλινο με δύο μονά κρεβάτια και έναν καναπέ μεγάλο ευρύχωρο, κλιματιζόμενο με μπαλκόνι με θέα το λιμάνι, τηλεόραση, ψυγείο, δωρεάν wifi, όπου επικρατεί τάξη και καθαριότητα, είκοσι τετράωρο room service. Ο νεαρός μηχανικός τη βοήθησε να μεταφέρουν τις αποσκευές τους στο δωμάτιο. Η Μελισσάνθη μπαίνει τελευταία μέσα, κλειδώνει την πόρτα, βγάζει τα παπούτσια της, φορά παντόφλες του ξενοδοχείου και τακτοποιεί προσεκτικά το πανωφόρι της και την τσάντα της στον καλόγερο και κάθεται στον καναπέ. Ο Νεαρός περιεργάστηκε τα κατατόπια του δωματίου και σχολίασε τα όντως άνετα αν και μονά κρεβάτια που υπήρχαν λέγοντας ότι θα είχαν άνεση στον ύπνο. 
Η Μελισσάνθη κοιτά το ρολόι της. «Είμαι λιγάκι ψόφια, δεν κοιμήθηκα πολύ χθες το βραδυ. Θα μπορούσε να ήταν και χειρότερα όμως. Εγώ με όλη αυτή την αναστάτωση ήδη πεθαίνω της πείνας! Εσύ;».
«Έχω λυσσάξει στην πείνα. Αλλά να κάνουμε πρώτα ένα ντους;»
«Εννοείται πως είναι το πιο αναγκαίο αυτή τη στιγμή μετά το δίωρο ταξίδι μας με το ταξί.»
Ο νεαρός μπήκε πρώτος στο ντους! Όταν τελείωσε και βγήκε ήταν ήδη ντυμένος έτοιμος για έξοδο.
«Μπείτε και  κάνετε ντους με την ησυχία σας.» και βρήκε την ευκαιρία να της πει πως μόνος αυτός μόνη και αυτή, χωρίς υποχρεώσεις αυτό το βράδυ, να βγαίναν για ποτό, φαγητό, οτιδήποτε. Προς μεγάλη του χαρά δέχτηκε την πρόσκληση του με ευχαρίστηση.
«Εγώ θα βγω στο μπαλκόνι όταν είστε έτοιμη με φωνάζετε να καλέσουμε ταξί για το εστιατόριο.»
«Η Μελισσάνθη κοιτάζει δήθεν με απορία γύρω της.»
«Συμβαίνει κάτι;» Τη ρωτάει
«Κοιτάζω αν είμαστε πολλές»
«Ο νεαρός με γέλιο καλόκαρδο, χαρούμενο. «Για τον πληθυντικό εννοείς;»
Η Μελισσάνθη σκέφτηκε πως μια παράξενη συγκυρία της φέρνει απρόσμενα και αναπόφευκτα τη συγκατοίκηση με το νεαρό άνδρα σ΄ ένα δωμάτιο ξενοδοχείου! Ωστόσο, είχε καλή διάθεση για αυτό που ζούσε. Το κλειδί βρισκόταν στον τρόπο που σκεπτόταν: πέταξε οτιδήποτε αρνητικό και προγραμμάτισε τον νου της να λειτουργεί με θετικές και όμορφες σκέψεις. Μπαίνοντας κάτω από το ντους ένιωσε πολύ πιο ενεργητική με το νερό που πέφτει πάνω στο σώμα της. Χαλαρά και χωρίς βιασύνη, υιοθετώντας ρουτίνα ομορφιάς, φρόντισε και περιποιήθηκε τον εαυτό της που βελτίωσαν όχι μόνο την εμφάνιση της αλλά και την ψυχολογία της. Τέλος ξύρισε και περιποιήθηκε το μουνάκι της, βγήκε έτοιμη, ντύθηκε όμορφα με ένα ωραίο στενό casual φόρεμα έβαλε το καυλωτικό άρωμα της έτοιμη να βγουν με το νεαρό μηχανικό για φαγητό και μετά για ένα ποτό. Ο Νεαρός όσο πλησίαζε η ώρα να βγουν με την Μελισσάνθη άρχιζε να αγχώνεται ευχάριστα. Η ώρα πέρασε και η Μελισσάνθη έκανε την εμφάνιση της στο μπαλκόνι. «Δεν άργησα;» Την είδε! Πολύ καλή η εμφάνιση της, εξωτερικά που φορούσε ρούχο στιλάτο εφαρμοστό και ελάχιστα προκλητικό άλλα από κάτω οι καμπύλες της φαινόταν σκέτη καύλα.
Το ταξί μετά από μια πολύ σύντομη διαδρομή τους άφησε στην Playa de la Malagueta στη γειτονιά με τη μεγάλη γαστρονομική προσφορά να απολαύσουν τις πολλαπλές γαστρονομικές επιλογές τους μπροστά στη Μεσόγειο και η γαστρονομική περιήγηση στη νυχτερινή ζωή της Μάλαγα που είναι απόλαυση καθώς πέφτει η νύχτα. Τα φώτα της πόλης αντανακλούσαν στο νερό. Δάση από κατάρτια διαμέλιζαν το φέγγος της πανσέληνου. Εκείνη τη στιγμή ο νεαρός μηχανικός ένιωθε πως το τοπίο το είχε ζωγραφίσει ο Πικάσο. Ανάμεσα σε κτίρια του δέκατου ένατου αιώνα, μεγάλα δέντρα και ουρανοξύστες υψώνονται στη Μάλαγα και μπροστά τους μια γωνιά μεγάλης μοναδικότητας η Playa de la Malagueta. Το σκηνικό έμοιαζε με καρτ ποστάλ, από τους ψηλούς φοίνικες μέχρι την κατάλευκη άμμο που την έγλειφαν τα κύματα. 
«Το γνωρίζεις ότι η Μάλαγα αυτό το ιστορικό λιμάνι της Μεσογείου, είναι η πόλη του Πικάσο;» γυρίζει και λέει στην Μελισσάνθη ρουφώντας με τα ρουθούνια του την τσίκνα από τα τις paella&Tapas των πολυπληθών ρεστοράν της περιοχής. Η Μελισσάνθη ένιωσε το χέρι του νεαρού άνδρα να τη σπρώχνει απαλά για να περάσει από την ξύλινη πόρτα ενός μικρού ισπανικού εστιατορίου. Μια ανατριχίλα τη διαπέρασε στο άγγιγμα του και υποχρεώθηκε να τονίσει στον εαυτό της ότι η χειρονομία του ήταν απλώς μια επίδειξη ευγένειας και καλών τρόπων. Τίποτα παραπάνω. Τώρα η Μελισσάνθη γλιστρούσε αργά στο κάθισμα που εκείνος τράβηξε ευγενικά για να τη διευκολύνει να καθίσει. Το τραπέζι τους βρισκόταν σε διακριτική θέση, σε μια γωνία. Το εστιατόριο συνδύαζε την ησυχία και την σπιτική ζεστασιά ακριβώς πάνω στη θάλασσα με πολλά χάλκινα σκεύη κουζίνας κρεμασμένα στον έναν τοίχο και ξεθωριασμένα σχέδια ζωγραφικής στον απέναντι. Η ατμόσφαιρα μύριζε σκόρδο και ελαιόλαδο. Μιλούσαν τρώγοντας και πίνοντας για δυο ώρες στη Playa de La Malagueta και άρχισε να αρέσει ο ένας στον άλλον σιγά σιγά. 
«Επιδόρπιο;» ρώτησε την ώρα που η Μελισσάνθη περνούσε απαλά την πετσέτα από τα χείλη της. «Θ’ αστειεύεσαι. Κοντεύω να σκάσω.» «Απ’ ό,τι βλέπω, χρειάζεσαι λίγη εξάσκηση για να τρως πλούσιο γεύμα. Δεν παραξενεύομαι που είσαι τόσο αδύνατη.» «Ε, όχι και αδύνατη!» διαμαρτυρήθηκε εκείνη, μολονότι ένιωθε μυστικά ευχαριστημένη για το κομπλιμέντο. Ποτέ δεν υπήρξε αδύνατη και δεν επρόκειτο να γίνει. Ευθύνονταν τα γονίδιά της γι’ αυτό. «Εντάξει, λοιπόν. Να πιούμε το ποτό μας στο ξενοδοχείο;»
 Απόλαυσαν ένα δείπνο με υπέροχα πιάτα πίνοντας από δυο ποτήρια γλυκό δροσερό κρασί και επιστρέφοντας από το εστιατόριο στο ξενοδοχείο, σίγουρα σκεφτόταν και οι δυο το σεξ. Το ζήτημα ήταν ποιος θα κάνει την πρώτη κίνηση, το πρώτο βήμα. Ένα μικρό «απρόσεχτο» βήμα ήταν αρκετό και πριν καταλάβουν τι έγινε το καζάνι που έβραζε θα σκάσει. Θα γινόταν έτσι κι αλλιώς! Λέγαν αστεία και γελούσαν μαζί. Μεσανυχτα έμοιαζε ήδη σαν να γνωρίζονταν μια ζωή. Συνέχισαν να μιλάνε χαλαρά η Μελισσάνθη αραγμένη στο μικρο καναπέ και ο νεαρός άνδρας απέναντι της σε μια  καρέκλα. Μιλούσαν κυρίως για τη δουλειά των ναυτικών, για το τι τους αρέσει και φυσικά η κουβέντα δεν άργησε να πάει και στα ερωτικά. Η γυναίκα όπως καθόταν έτσι απλωμένη απέναντί του τα δυο υπέροχα πόδια της που ήταν μισάνοιχτα και το φόρεμα της ήταν λίγο σηκωμένο, ανάμεσα φαινόταν τέλεια το κιλοτάκι της. Ένα άσπρο διάφανο με πολύ δαντέλα, υπέροχο και από μέσα σαν μέσα από ελαφρά ομίχλη φαινόταν ροδοκόκκινα τα χείλη απ΄ το μουνί της και το καυλί του κόντεψε να σπάσει το παντελόνι του στη θέα του. Η Μελισσάνθη από απέναντι μπορούσε να βλέπει τον καβάλο του παντελονιού του μόλις κατάλαβε τι είχε συμβεί χαμογέλασε με πολύ νόημα. Παραπονέθηκε ότι νιώθει  τον αυχένα της βαρύ και κουρασμένο, αυτό το «πιάσιμο» που φέρνει πονοκέφαλο. Ο νεαρός άνδρας βρήκε την ευκαιρία που αναζητούσε να κάνει την  κίνηση του. Η σανγκρία (sangria) βοηθούσε, το μπουκάλι που είχαν πάρει μαζί τους στο ξενοδοχείο είχε σχεδόν τελειώσει και η υπομονή και τον δυο επίσης. Από εκείνη την πρώτη ώρα που είχανε βρεθεί μόνοι τους, η καύλα και το πάθος τους, τους καλούσε να παρασυρθούν, σε «παράνομα» - κατά τους τύπους- μονοπάτια ηδονής. Ενώ τίποτα το συγκεκριμένο δεν ειπώθηκε ήταν ολοφάνερο ότι στο μυαλό και των δύο ένα πράγμα υπήρχε. Πως θα πηδηχτούν άγρια αφήνοντας τους τύπους και τις δικλίδες ασφαλείας κατά μέρους.  
«Ένα καλό μασάζ μπορεί να είναι εξαιρετικά χαλαρωτικό και να σου προσφέρει ανακούφιση από το άγχος, θα σε χαλαρώσει, θα σε κάνει να αισθανθείς όμορφα!» Της λέει και σηκώθηκε, πήγε πίσω της και άρχισε να της κάνει μασάζ ξεκινώντας από το κεφάλι για να υπάρξει οικειότητα στα πρώτα του αγγίγματα προχωρώντας σταδιακά προς τον αυχένα, η Μελισσάνθη τεντώθηκε, το απολαμβάνει και αναστέναξε βαθιά. 
«Ξέρεις πόση ώρα το θέλω αυτό.» του είπε. 
«Εγώ να δεις!» υποδεικνύοντας ότι επιτείνει τα λεγόμενα της και ότι και αυτός νιώθει τα ίδια και ακόμα πιο έντονα.
«Πλάκα μου κάνεις τώρα!»
«Στόχος μου με την ενθάρρυνση σου είναι να σε ευχαριστήσω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.» της απαντά.
«Με κάνεις να νοιώθω όμορφα μαζί σου!» 
«Με όλο το θάρρος αν κατάλαβα καλά στο πλοίο κάποιες στιγμές η σχέση σας με το σύζυγο φάνταζε κάπως τεταμένη! Συζυγικές αψιμαχίες;»
«Το πρόβλημα ήταν ότι γενικά έχω μανία να αναλύω υπερβολικά τα πράγματα κι αυτό τον κουράζει. Για αυτό κι έχω γίνει, λέει, ψυχαναγκαστική.»
«Μάλιστα. Και αυτό επηρεάζει και τη σεξουαλική σας ζωή;»
«Δεν ξέρω πως να το ερμηνεύσω! Σκέφτομαι, δηλαδή, μήπως γενικά έτσι είναι οι σχέσεις όταν με τα χρόνια αρχίζεις να συνηθίζεις τον άλλον.»
«Δεν συμφωνώ μαζί σου. Εξάλλου δεν είσαι τόσο μεγάλη! Απεναντίας είσαι νέα και ποθητή.»Της λέει συνεχίζοντας το μασάζ στον αυχένα, ασκώντας απαλή πίεση με τις άκρες των δακτύλων του κατά μήκος της βάσης του κρανίου της. Απελευθερώνοντας ελαφρά το φερμουάρ στο φόρεμα ψιλά είχε ελεύθερους τους ώμους της και άρχισε σιγά-σιγά να κατεβαίνει μέχρι την κορυφή των ώμων της με κυκλικές κινήσεις αυξάνοντας σταδιακά την πίεση καθώς οι μύες της άρχισαν να χαλαρώνουν.
«Εσύ! Για πες τώρα, τι λέει η κοπέλα σου για το επάγγελμα σου;»
«Δεν υπάρχει καμία. Μόνος μου είμαι.»
«Μάλιστα. Και πως είναι η σεξουαλική σου ζωή τελευταία;»
«Πικρή η αλήθεια αλλά θα την πω, νιώθω εντελώς άδειος.»
« Αα! κρίμα. Καλά κι εγώ, μη νομίζεις, καιρό έχω να....»
«Η εύθραυστη μελαχρινή ομορφιά σου μην μου πεις πως δεν έχει θαυμαστές! Όλες οι γυναίκες, έχουν τουλάχιστον έναν θαυμαστή στο περιβάλλον τους ο οποίος παρά το γεγονός ότι γνωρίζει ότι είναι δεσμευμένες, τις πολιορκεί διακριτικά. Σίγουρα προτάσεις δεν σου έχουν κάνει; Άσε τον ναυτικό και παντρέψου εμένα».
«Γέλια...»
«Χυλόπιτα έχεις ρίξει;»
«Ναι έχει χρειαστεί» «Γέλια»
«Εμμονικός θαυμαστής;»
«Ναι έχει υπάρξει. Του μίλησα στα ίσα και με ψυχραιμία και κατάφερα να τον απομακρύνω όταν του είπα ότι δεν έχω διάθεση για κάτι παραπάνω. Το θέμα είναι ότι απλά δεν έχω συνηθίσει να...... Αυτό με τα αφροδίσια που κυκλοφορούσε στο πλοίο ισχύει;» τον ρωτάει ξαφνικά στο ξεκάρφωτο και ο νεαρός έκπληκτος χάνει τα λόγια του μένει αμίλητος. 
«Τον… τον παλιομαλάκα! Τον γαμημένο!» ξεσπάει η Μελισσάνθη.
« Ώπα, αγρίεψαν τα πράγματα…Το θέμα είναι βαρύ και απαιτεί ανάλυση.» Την περιπαίζει με ευχάριστη διάθεση και με σκοπό να διασκεδάσει με τις αντιδράσεις της.
«Όλα καλά;» τη ρώτησε.
«Ναι, όλα καλά», είπε.
Με απαλές κινήσεις επιδέξια και τρυφερά κατεβαίνει ποιο χαμηλά από τους ώμους απελευθερωνει το σουτιέν της από το σύνδεσμο στην πλάτη με αυτοπεποίθηση και αυτό είναι κάτι που ανοίγει τον δρόμο. Τον δρόμο της απόλαυσης μέσα στην κοιλάδα των μαγεμένων λόφων της. Με αργές κυκλικές κινήσεις προχωρά σταδιακά και φτάνει να της κάνει μασάζ στο στήθος ξεκινώντας από έξω προς τα μέσα μέχρι τις θηλές. Άφησε την γυναίκα να τον καθοδηγήσει σχετικά με το μέγεθος της πίεσης που την ευχαριστεί περισσότερο. Οι θηλές ανασηκώνονται με τα χάδια και το μασάζ, σηματοδοτώντας τη διέγερση. Το κορμί της είχε ανάψει, ξύπνησε τις αισθήσεις της, της ξύπνησε το πάθος και τη σεξουαλική επιθυμία. Μείναν για μια στιγμή σιωπηλοί. Ακούει μόνο την αναπνοή της οι θηλές της ευδιάκριτες στητές του ξυπνάνε περίεργα ένστικτα, κάρφωσε τα μάτια του στα δικά της και άρχισε να έχει μια ωραιότατη στύση. Τότε την αγκάλιασε και φιλήθηκαν. Αυτή έμεινε άφωνη ακουμπώντας τον τοίχο, και μάλλον σκεφτόταν πολλά! Αισθανόταν τη δύναμη των μυών του στην προσπάθεια να τον σπρώξει μακριά της, αλλά τα χέρια της έγιναν αδύναμα καθώς η ένταση του φιλιού του δυνάμωνε. Η αντίστασή της γινόταν όλο και πιο απρόθυμη συνειδητοποιώντας ότι ανταποκρινόταν στα φιλιά του. Τα χέρια του αγκάλιασαν κτητικά τους γοφούς της και την έσφιξε τόσο δυνατά πάνω του ώστε εκείνη ένιωσε τον ερεθισμό του. Την είχε φέρει ακριβώς εκεί που ήθελε τώρα. Το κορμί της είχε αποδειχτεί τόσο προδοτικό. Της έβαλε το χέρι της εκεί στη στύση του, η Μελισσάνθη το έσφιξε δυνατά. «Ωραία τι κάνουμε.» της λέει. Το μουνί της είχε διογκωθεί και άρχισε να «μυρμηγκιάζει». Ο κόλπος της γέμισε υγρασία έτοιμος για σεξουαλική πράξη. «Πάμε στο κρεβάτι.» 
Τράβηξε το κεφάλι του προς το μέρος της και τα χείλη τους έσμιξαν πάλι βίαια καθώς το χέρι της έβγαλε αυτό που αναζητούσε από το παντελόνι του. Τα χέρια του τυλίχτηκαν στη μέση της, θηλυκώνοντας τα σώματά τους, καθώς τα στόματα τους δαγκώνονταν λαίμαργα. Ανυπομονησία ξέσπασε ανάμεσά τους, και τα δυνατά χέρια του νεαρού άνδρα γλίστρησαν στον κορμό της, έπιασαν τους γλουτούς της και την ανασήκωσαν με ευκολία. Το σώμα της κατάλαβε τι της ζητούσε και ανταποκρίθηκε. Τα πόδια της τυλίχτηκαν αυτόματα γύρω από τη μέση του, ο άνδρας γύρισε στο πλάι και με δυο βήματα την κόλλησε στον τοίχο, και άρχισε να τη σπρώχνει τρίβοντας το σκληρό πούτσο του στην κοιλότητα που σχημάτιζε το φόρεμα της. Ηδονή και λαχτάρα σφυροκοπούσαν μέσα της και ξεφυσούσε στο στόμα του, εκλιπαρώντας τον σιωπηλά να της δώσει κι άλλο. Τα στήθη της πιέστηκαν στο στέρνο του. Ο ερεθισμός του ήταν τόσο έντονος και εντυπωσιακός που η Μελισσάνθη ένιωσε ένα ρίγος ωμής γυναικείας δύναμης. «Σε θέλω τώρα. Τώρα», τον ικέτεψε. Με μάτια που έκαιγαν, έβγαλαν τα ρούχα τους και τα άφησαν να πέσουν στο πάτωμα. «Θεέ μου, τι όμορφη που είσαι», ψιθύρισε ο νεαρός άνδρας. Το καυτό του βλέμμα έκανε τις θηλές της να σκληρύνουν. Πήρε τα στήθη της στις παλάμες του, χάιδεψε την σάρκα τους κι έπειτα έσκυψε για να τα φιλήσει. Η Μελισσάνθη έβγαλε μια κραυγή, έγειρε αυθόρμητα μπροστά κι έκλεισε τα μάτια της παραδομένη στην ηδονή. Τα χέρια του άνδρα, χάιδευαν τις σφιχτές καμπύλες της κοιλιάς και της μέσης της. Η αναπνοή της έγινε πιο γρήγορη, η φλόγα ανάμεσα στους μηρούς της δυνάμωνε αβάσταχτα.  Τη σήκωσε στην αγκαλιά του, και τη μετέφερε στο κρεβάτι. Την απέθεσε κι έγειρε πάνω της, σκορπίζοντας φιλιά στα στήθη και στους ώμους της. Ύστερα κατέβηκε χαμηλότερα στους γοφούς. «Είσαι σίγουρη;» είπε μέσα απ’ τα δόντια του. «Ναι», απάντησε αποφασιστικά η Μελισσάνθη. «Είμαι». Δείχνοντας πως έχει φτάσει η ώρα να ξεκινήσουν το ταξίδι της μεγάλης απόλαυσης!

Η συνέχεια στην ...
Click to Open
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..2)
.....

Τετάρτη 24 Απριλίου 2024

Tha Perassei Kai Afti I Kataigida

.... Ο ήχος από την βροντή τον αιφνιδίασε, τον κατέλαβε απροετοίμαστο. Σηκώθηκε όρθιος, κοίταξε έξω από το παράθυρο του μικρού του γραφείου να δει τι συνέβαινε. Παρατήρησε πως οι δρόμοι άδειασαν από τους πεζούς και ο ουρανός σκοτείνιασε. Τα μαύρα σύννεφα που συσσωρεύονταν, είχαν σκεπάσει τον ήλιο και δεν προμηνύουν τίποτα καλό. Ήταν κατάμαυρα αλλά οι άκρες τους είχαν φωτεινές ανταύγειες λαμπύριζαν σαν χαλκόχρωμο κεχριμπάρι, σαν κρυσταλλιασμένο αλάτι. Το βράδυ της προηγούμενης ημέρας τα δεδομένα στο ευαίσθητο βαρόμετρο του, δεν προμήνυαν το ξέσπασμα της καταιγίδας που θα ακολουθήσει. Αυτός για άλλη μια φορά παρακολουθούσε μια καταιγίδα που ερχόταν. Παρακολουθούσε την τέχνη της πλουσιοπάροχης φύσης και τις εικόνες που προβάλλονταν στον ορίζοντα με θαυμασμό. Τα μικρά καφέ της πλατείας απέναντι, είχαν γεμίσει όταν άρχισαν να πέφτουν οι πρώτες σταγόνες και η πρώτη εκθαμβωτική αστραπή έσκισε στα δυο τον ορατό ορίζοντα εμπρός του. Όταν έβλεπε αστραπή είχε την συνήθεια να μετρά τα δευτερόλεπτα από την αντίληψη της αστραπής μέχρι την αντίληψη της βροντής. Την άκουσε τη βροντή όταν είχε μετρήσει με μια χρήσιμη μέθοδο μέτρησης των δευτερολέπτων «εννέα» και υπολόγισε πως η αστραπή είχε πέσει σε απόσταση τριών χιλιομέτρων περίπου.
 Η βροχή δυνάμωνε όλο και πιο πολύ. Μια καθαρτική μπόρα που κατέβαινε µε βρυχηθμούς από τα ξεκοιλιασμένα σύννεφα. Το νερό έτρεχε ορμητικά στις πλαϊνές υδρορροές των δρόμων κατακαθίζοντας την σκόνη, κρατώντας τους δρόμους καθαρούς. Ένιωσε την αναπάντεχη δροσιά να γλιστράει στο δωμάτιο και να απλώνεται σαν κομπρέσα στους τοίχους. Ένιωσε ένα δροσερό αερικό να τον πλησιάζει και να χαϊδεύει το μέτωπό του. Έβρεχε, έβρεχε, η πόλη ξεπλενόταν. Οι όποιες σκέψεις του θα πρέπει να σκορπίστηκαν όταν στον ουρανό πρόβαλλε ένα διπλό ουράνιο τόξο μέσα από τα σύννεφα. Οι τελευταίες σταγόνες πιτσίλιζαν τα πεζοδρόμια οι βροντές μάκρυναν πέρα βόρειο ανατολικά αφήνοντας πίσω τους ένα μακρινό σιγανό μουρμουρητό. Η καταιγίδα είχε περάσει και η κεντρική πλατεία εκεί έξω άρχισε και πάλι να γεμίζει από ζωή.
Η ζωή στον πλανήτη μας, είναι ένα εύθραυστο και λεπτό φαινόμενο που ισορροπεί πάνω στην κόψη ενός ξυραφιού, ανάμεσα στις σφοδρές εναλλαγές του κλίματος μουρμούρισε χαμηλόφωνα. Ο άνθρωπος ωστόσο δεν ικανοποιείται από τους κινδύνους που κρύβει η φύση. Αντιθέτως παρεμβαίνοντας με θράσος στο οικοσύστημα, σκάβει με επιμελημένη προσοχή τον ίδιο του τον τάφο.
Αυτός χαλάρωσε πίσω από το μεγάλο παράθυρο μισόκλεισε τα μάτια του ξεφυλλίζοντας τη σιωπή που καμωμένη από σκέψεις, που τον συντροφεύει και τον παρασύρει στα άδυτα της μνήμης και στα μεγάλα και ζόρικα ταξίδια του, που έντονα του τα θυμίζει η σημερινή κακοκαιρία. Αξέχαστες εμπειρίες, που του χάρισαν τόσα πολλά και έντονα συναισθήματα! Τον πλημμυρίζουν οι αναμνήσεις του, εκείνες οι πολύτιμες κι ανεκτίμητες αναμνήσεις του, που δεν ξεθωριάζουν ποτέ. Συσσωρευμένη βρυχάται μέσα του η αλμύρα και το αλάτι που τόσα χρόνια πότισε την υπόσταση του και ψάχνει να βρει διέξοδο και να τον ταξιδέψει σ΄ εκείνες τις εποχές σ' εκείνα τα ταξίδια. 
Ας τον ακολουθήσουμε.... .
Σύνορα Γερμανίας Ελβετίας στα χίλια εννιακόσια εβδομήντα πέντε. Το τραίνο δεν έκοψε ταχύτητα καθώς σκαρφάλωνε πάνω στους σκιερούς λόφους. Δυτικά στον φλογισμένο ουρανό διαγραφόταν οι βουνοκορφές των Άλπεων, λουσμένες μέσα στις τελευταίες αχτίδες του Ήλιου που έδυε. Το σκοτάδι έπεφτε τόσο απότομα ώστε η πλαγιές των βουνών χάνονταν μέσα σ’ αυτό αφήνοντας μόνο τις κορυφές να φαίνονται λουσμένες στο φως, με τον ήλιο να χάνεται αιωρούμενος στον ορίζοντα μέχρι να σβήσει και η τελευταία αχτίδα του και οι κορυφές να χαθούν μέσα στο σκοτάδι.
Η μεγάλη παρέα στο βαγόνι του τραίνου ήταν Έλληνες ναυτικοί που ξεμπαρκάρισαν από τον λιμένα Μπρεμερχάφεν (Bremerhaven) που βρίσκεται στις εκβολές του ποταμού Βέζερ, ένα εμπορικό λιμάνι από τα πιο σημαντικά γερμανικά λιμάνια, διαδραματίζοντας καθοριστικό ρόλο στο εμπόριο της Γερμανίας. Από το Μπρέμεν λοιπόν της Γερμανίας οι ναυτικοί αποφάσισαν να επιστρέψουν στην πατρίδα με το τραίνο, το φημισμένο «ακρόπολις εξπρές» της εποχής που εκτελούσε τα δρομολόγια Μόναχο- Θεσσαλονίκη- Αθήνα....
Ακρόπολις Εξπρές», το επονομαζόμενο «τρένο της ξενιτιάς», κουβαλούσε, τα καλοκαίρια ειδικά, στοιβαγμένους στα κουπέ και τους διαδρόμους, Έλληνες, αλλά και Τούρκους «γκασταρμπάιτερ» σε μια περιπετειώδη διαδρομή από τη Θεσσαλονίκη μέσω Γιουγκοσλαβίας προς το Μόναχο και αντίστροφα, η οποία κρατούσε κοντά δύο ημέρες.
Ήταν το τρένο που μετέφερε ελπίδες, προσδοκίες και όνειρα, από τη μεταπολεμική Ελλάδα της δεκαετίας του ΄60 στη Γερμανία. που αγωνίζεται να αναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες του πολέμου. Τα βαγόνια του τρένου φυλάσσουν στο εσωτερικό τους ερμητικά κλεισμένες, χιλιάδες ιστορίες διαφορετικών ηρώων, που με ένα φτερούγισμα στην καρδιά εξορμούσαν για να κατακτήσουν μια καινούργια ζωή, μακριά από την Ελλάδα της δυστυχίας, με μόνη τους αποσκευή την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο και κοινό τους στόχο η κατάκτηση του ονείρου."
Την παρέα των ναυτικών την αποτελούν, ο Γιάννης ο Τρίτος μηχανικός από την Ελευσίνα, ο Ιπποκράτης ο καμαρότος ομογενής εξ Αιγύπτου, ο Αγγελής ο ναύτης από τον προσφυγικό μαχαλά της Καισαριανής, ο Γιώργος Ανθυποπλοίαρχος από την Λευκάδα, ο Πασχάλης ο ναύτης, ένα γιγαντόσωμο θεριό από την Σαμοθράκη, ο Επαμεινώνδας ο λοστρόμος από την ναυτομάνα Άνδρο, και ο νεαρός δόκιμος μηχανικός μας από τα χωριά του Νότιου Πάρνωνα. 
Όλοι αυτοί συνθέτουν μια παρέα εύθυμη, ταλαιπωρημένη μεν αλλά άκρως ζωντανή που η πείνα για ζωή και εμπειρίες ξεχειλίζει μέσα τους.
Προχωρώντας η βραδιά ο νεαρός μηχανικός σηκώθηκε από την θέση του και έκανε το γύρο της κουκέτας να ξεμουδιάσει την απραξία του. Από τον τρόπο που περπατούσε, ένας έμπειρος ταξιδιώτης θα μπορούσε να καταλάβει πως ο νεαρός ήταν σχετικά νεόφερτος σε ταξίδι με το τραίνο. Οι κινήσεις του ήταν κάπως απότομες σε αντίθεση με τον ανάλαφρο, σταθερό βηματισμό πολλών συνταξιδιωτών του. Έριξε μια ματιά στο εξωτερικό τοπίο αλλά τα φώτα στο βαγόνι τον εμπόδιζαν να δει καθαρά εκεί έξω το σκοτεινό τοπίο. Μ’ αυτή τη σκέψη ετοιμάστηκε να γυρίσει στη θέση του όταν ξαφνικά βρέθηκαν σε σήραγγα κι ενστικτωδώς τραβήχτηκε μακριά απ’ το παράθυρό ανοίγω-κλείνοντας τα μάτια του.
 Όλο το υπόλοιπο πλήρωμα αντιμετώπιζαν το νεαρό μηχανικό με φιλική διάθεση και τον ενθάρρυναν να πάρει μέρος στην συζήτηση που είχε ανάψει για τα καλά στο διπλανό κουπέ. Τα κουπέ είναι για έξι άτομα αλλά συνήθως ποτέ δεν είναι γεμάτα στα χειμερινά τους δρομολόγια. Η παρέα τους είχε κάνει κατάληψη σε τρία κουπέ του βαγονιού. Ο ίδιος βρέθηκε να συνταξιδεύουν με τον Αγγελή και έναν Τούρκο φοιτητή από την Κωνσταντινούπολη.
Με τον Τούρκο φοιτητή η γνωριμία ήταν μια ευχάριστη νότα του ταξιδιού. Όταν τα βλέμματα τους συναντήθηκαν μια σιωπηλή αλληλοεκτίμηση διαχύθηκε στα πρόσωπα τους. Ο νεαρός μηχανικός χαμογέλασε και στο πρόσωπο του σχηματίστηκαν σκιερές αυλακιές όμοιες μ’ αυτές του γύρω αλπικού τοπίου. Έγιναν οι απαραίτητες συστάσεις και ήταν εγκάρδια φιλικές παρά τα τραγικά γεγονότα της Κύπρου που ήταν ακόμη νωπά. Η σπίθα που είχε ανάψει στο νησί ήταν παρούσα γύρω τους. Το ότι δεν ξέσπασε πόλεμος σκέφτηκε ο νεαρός μηχανικός οφειλόταν σε μια τραγική συγκυρία περιστάσεων και όχι σε μια εσκεμμένη τακτική των κρατών μας. Η ισχυρογνωμοσύνη τόσο το χουντικού καθεστώτος όσο και του βαθύ κράτους της Γείτονος είχαν φέρει σαν μια κακόγουστη φάρσα σε τροχιά σύγκρουσης τα δυο έθνη. Δικαιολογίες υπήρχαν και για τις δυο πλευρές. Άλλωστε πάντα υπάρχουν.
Απολάμβανε στο ταξίδι να βλέπει τα τοπία να περνούν από μπροστά του σαν μεγάλη οθόνη που κάποιο αόρατο χέρι την άλλαζε συνεχώς.
Ξάπλωσε αναπαυτικά στην κουκέτα του τραίνου, ακούμπησε πίσω στη μαλακή ταπετσαρία κι έκλεισε τα βλέφαρα του. Το τραίνο ταξίδευε με σταθερή ταχύτητα σ’ ένα απαλό νανουριστικό γλίστρημα άλλα ο νεαρός μηχανικός δεν κοιμήθηκε. Αντίθετα σκεπτόταν έντονα τα γεγονότα του τελευταίου ταξιδιού στην μακρινή άπω ανατολή. Στο τραίνο βρίσκει ο ταξιδιώτης το χρόνο να κάνει την εσωτερική του περιήγηση και να παραδοθεί στα όνειρα του. 
Θέλησε να βουλιάξει στη σιωπή και στις αναμνήσεις του, σαν το πλοίο που το καταπίνουν σύννεφα από αφρούς που στροβιλίζονται πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
............... Το τελευταίο ταξίδι ήταν από τη δυτική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών προς τη θάλασσα της Ινδονησίας και από εκεί θα συνέχιζαν για Ευρώπη.
Τις τελευταίες ώρες ο ουρανός καλύφθηκε ολόκληρος με μαύρα σύννεφα και απ’ όλα τα σημεία του ορίζοντα έρχονταν βροντές κι αστραπές που έκαναν την νύχτα μέρα. Αν και αρχικά τα μετεωρολογικά δελτία του καιρού προέβλεπαν σχετικά καλές καιρικές συνθήκες ο καιρός άρχισε να διαμορφώνεται διαφορετικά από αυτό που προβλέπει το μοντέλο. Γύρω τους ο ουρανός ήταν σκούρος και μαβής και ο ήλιος άσπρος και λερωμένος ταξίδευε γοργά, μέσα στα σύννεφα λες και βιαζόταν να κρυφτεί.
Οι ασύρματοι σε όλα τα μήκη και πλάτη του βορειοδυτικού Ειρηνικού, ωκεανού άρχισαν να στέλνουν αδιάκοπα μηνύματα για την μεγάλη καταιγίδα που εξελισσόταν σε τυφώνα. Είχε ξεκινήσει ανατολικά των Φιλιππίνων και σάρωνε ανεξέλεγκτα τον απέραντο ωκεανό, κινούμενος με τρομαχτική ταχύτητα βόρεια, βορειοανατολικά. Τα πλοία που ταξίδευαν κοντά σε απάνεμα λιμάνια, κόλπους ή προφυλαγμένα νησιά, έσπευσαν να αγκυροβολήσουν για λόγους ασφαλείας, μετά τις απανωτές προειδοποιήσεις που έστελναν τα ερτζιανά.
Πλάκωσε η νύχτα. Και τι νύχτα! Κόλαση σωστή. Ούτε άστρο στον ουρανό. Τα φώτα της καμπίνας του άναψαν καθώς βρήκε το διακόπτη και τον γύρισε. Για ένα λεπτό αισθανόταν πολύ ζαλισμένος για να κάνει κάτι και έμεινε ακίνητος κοιτάζοντας στο κενό.
Σηκώθηκε. Ακολούθησε τον αλουέ του πλοίου μέχρι την έξοδο του ντέκ.
Το πλοίο χόρευε στα λυσσασμένα κύματα τα οποία λες και ήθελαν να το καταπιούν.
 Αγκομαχούσε πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας κι όλο κλυδωνιζόταν και μούγκριζε κάτω από το ανελέητο σφυροκόπημα των κυμάτων.
Όταν κόπασαν οι αστραπές δεν μπορούσε να δει τίποτα, η νύχτα ποτέ δεν ήταν τόσο σκοτεινή όσο αυτή.
Όσα πλοία βρέθηκαν όμως μεσοπέλαγα, το μόνο που ήλπιζαν οι ναυτικοί τους, ήταν να μη βρεθεί στη ρότα τους τούτος ο ανισόρροπος τυφώνας που άλλαζε πορεία και κατεύθυνση συνεχώς. Μια διέσχιζε τον ωκεανό προς τα βορειοανατολικά, μια γύριζε απότομα νότια, και εκεί που περίμεναν όλοι οι μετεωρολόγοι πως θα κόπαζε και θα ξεθύμαινε, αυτός θαρρείς και έπαιρνε αιφνίδιες δυνάμεις, έστρεφε και πάλι βορειοανατολικά με μεγαλύτερη ακόμα ένταση.
Στη γέφυρα υπήρχε σύσκεψη για τα επερχόμενα.
Ο πλοίαρχος ήταν ένας άνδρας γύρω στα πενήντα, αλλά τα μαλλιά του ήσαν ακόμη αρκετά μαύρα και πυκνά. Ανήκε στη κατηγορία των όχι εξαιρετικά όμορφων ατόμων που εμπνέουν όμως εμπιστοσύνη από την πρώτη στιγμή που τα συναντάει κανένας. Έδινε την εντύπωση του ευχάριστου πεπειραμένου πλοιάρχου που δεν νοιαζόταν να δίνει συμβουλές χωρίς προκατάληψη, ωστόσο είχε πολύ καλή επαφή με τα πληρώματα του. Μια χρυσή καρδιά κάτω από μια τραχιά μορφή είχε σκεφτεί ο νεαρός μηχανικός στην αρχική τους γνωριμία και είχε επιδοκιμάσει με τον νου του την κοινοτοπία του χαρακτηρισμού του. Ο Γραμματικός του πλοίου ήταν ο καπετάν Γεράσιμος που ήταν γραμματικός με κεφαλαία γράμματα. Γεροδεμένος, τετράγωνες πλάτες, μετρίου αναστήματος, με αεικίνητα γαλάζια μάτια, που δεν άφηναν τίποτα απαρατήρητο. Τα εγγλέζικα του ήταν πολύ καλύτερα από του καπετάνιου και μιλούσε πέντε έξι γλώσσες ακόμα.
Είχε περάσει μια ώρα πριν βεβαιωθούν ότι η τροπική καταιγίδα έδειχνε μεταβαλλόμενη αλλαγή πορείας με άμεσο κίνδυνο να διασταυρωθεί με το δρομολόγιο του πλοίου, αλλά ακόμη δεν μπορούσαν να αποφανθούν ποσό σύντομα θα συνέβαινε αυτό.
Ο αμείλικτος δείκτης του βαρομέτρου στη γέφυρα του πλοίου τυλιγμένο μέσα στο πέπλο της νύκτας διέγραφε τα τελευταία λεπτά συνεχή πτώση κάνοντας αντιληπτά τα γεγονότα που θα ακολουθούσαν.
Ο γραμματικός μίλησε πρώτος
«Όλοι φεύγουν σα να τους κυνηγάει ο διάβολος. Ο καιρός μπορεί να γίνει πολύ ζόρικος σε τούτα τα μέρη. Έχω ταξιδέψει στην καραϊβική θάλασσα τα πρώτα μου ναυτικά χρόνια, κι έχω δει μερικούς τυφώνες στα ταξίδια μου, άλλα τίποτα δεν συγκρίνεται με έναν κυκλώνα του Ειρηνικού.»
«Έχουμε μόνο δυο επιλογές να κάνουμε» είπε.
«Μπορούμε να μειώσουμε ταχύτητα να παραμείνουμε στην θαλάσσια περιοχή που βρισκόμαστε αναμένοντας ότι τελικά η καταιγίδα θα πάρει τη συνηθισμένη βορειοανατολική πορεία που ακολουθούν οι καταιγίδες της περιοχής αυτή την εποχή και να περάσει σε ασφαλή απόσταση από την θέση μας.»
Η άλλη λύση είναι να κάνουμε αναστροφή πορείας να γυρίσουμε νοτιά νοτιοανατολικά και να αναμένουμε το ξέσπασμα της μέχρι να εξαντληθεί στα βόρεια. Ας ελπίσουμε πως δεν θα χρειαστεί να δοκιμάσουμε την δεύτερη λύση.» Συμπλήρωσε.
Ο μεγάλος κίνδυνος ήταν η συνεχώς μεταβαλλόμενη και απρόβλεπτη πορεία της καταιγίδας. Ο καπετάνιος σκέφτηκε πως είχε πολύ καιρό ν’ ακούσει χειρότερο μαντάτο. Έκανε μερικούς αριθμητικούς υπολογισμούς με το μυαλό του για να υπολογίσει την ακριβή απόσταση της καταιγίδας και τις πιθανές πορείες της. Αν και αισθανόταν ότι το πλοίο θα ήταν φοβερά εκτεθειμένο στην απόφαση του αποφάσισε να ακολουθήσουν την πρώτη λύση.
Απόμεινε να διαπιστωθεί εάν η πρώτη λύση που αποφασίστηκε ήταν και η πιο κατάλληλη και αποτελεσματική για την αντιμετώπιση της καταιγίδας.
Βρίσκονταν κάπου νοτιοανατολικά της Ιαπωνίας και η θεομηνία να μην είχε σκοπό να λιγοστέψει. Όσο πήγαινε, και φούντωνε. Η θάλασσα σφυροκοπούσε το πλοίο απ’ άκρη σ’ άκρη και κυνηγούσαν το ένα το άλλο τα κύματα, ψήλωναν σαν θεριά ανήμερα καβαλίκεψαν το κατάστρωμα και σάρωναν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους και περνούσαν μανιασμένα αφήνοντας τους αφρούς καταπάνω τους.
Τρεις ημέρες αργότερα ξημέρωσε με τον ουρανό και τη θάλασσα να έχουν ακόμη μια θωλομάρα που σου έσφιγγε την καρδιά. Κατά το μεσημέρι ο ήλιος έσχισε τα σύγνεφα κι έριξε μιαν αχτίνα του μακριά. Αν και δεν είχαν οριστικά μείνει ακόμη μακρυά από την ακτίνα δράσης της καταιγίδας, το πλοίο ανακτούσε ταχύτητα καθώς η αντίσταση της κακοκαιρίας λιγόστεψε.
Μπορεί να είχαν ακόμη δρόμο μέχρι να απομακρυνθούν τελείως και να βγουν έξω από την ακτίνα δράσης της και σε ασφαλή πορεία, μα ήξεραν ότι είχε περάσει κι αυτή η καταιγίδα, άγρια όπως όλες που χτυπάνε χωρίς λύπη και έλεος… και… κάποια στιγμή αρχίζει να χαράζει ο Ήλιος ζωηρός και τα πάντα γεμίζουν με φως. Τα νερά του ωκεανού ήρεμα καθρεφτίζουν τις ακτίνες του. Υπέροχες στιγμές. Χρειάζονται μοναχά λίγα δευτερόλεπτα να κοιτάξεις τέτοιες εικόνες, για να νιώσεις ευτυχισμένος άνθρωπος. Να ζεστάνεις την ψυχή σου με την ανάσα σου. Και να σκεφτείς πόσα πράγματα σημαντικά έχεις να κάνεις, μόλις περάσει η καταιγίδα. Κι όταν η καταιγίδα θα έχει περάσει, δεν θα θυμάσαι πως τα κατάφερες ή πως επιβίωσες.
Γιατί ότι γίνει στη θάλασσα γρήγορα λησμονιέται. Έγινε πέρασε, πάει με τ’ αγέρι, με το κύμα, με τον αφρό, με του καιρού τη  διάβα. 
Πόσο διαφορετική είναι τούτες τις ώρες η θάλασσα.
Γαλήνια! Μια ήρεμη γαλήνη, μια αβίαστη γαλήνη, μια απόμακρη γαλήνη. .............................

Η χαρούμενη παρέα των ναυτικών μας τις περισσότερες ώρες τις περνούσαν συνήθως μαζεμένοι σε μια κουκέτα φλυαρώντας ευχάριστα. Οι συζητήσεις τους περιφέρονταν γύρω από τα της πατρίδος και συμπληρωματικά με τη γνώση των αναγκών του επαγγέλματος τους, που οι αρχαιότεροι της παρέας μετέφεραν την συσσωρευμένη πείρα τους στους νεώτερους. Ο ανθυποπλοίαρχος ήταν αυτός που άλλαξε πρώτος το αντικείμενο της συζήτησης. Το να περάσεις την κουβέντα από την επαγγελματική συζήτηση στη πολιτική δε χρειαζόταν και μεγάλη δεξιοτεχνία, γιατί τις ήμερες εκείνες η πολιτική αποτελούσε το κύριο θέμα. Και δεν υπήρχε καμία αμφιβολία, πως όλοι θα είχαν και κάποιο πειστικό επιχείρημα στο λόγο τους, και αν κάποιος προσπαθούσε να τους αντικρούσει θα του πρόβαλλαν τις συνηθισμένες κοινωνικές θεωρίες. Ο ανθυποπλοίαρχος είχε ξαναβρεθεί σε παρόμοιες συζητήσεις και με το ταλέντο του ομιλητή με την βαθιά καλλιεργημένη και ειλικρινή φωνή του έδινε προοδευτικά ζωηρό τόνο στην συζήτηση ώστε να μην καταλήξει σε ανιαρή κουβέντα. Χαμηλόφωνος και πάντα τόσο χαμογελαστός που σε προτρέπει να υποψιαστείς ότι ο πολίτικος διάλογος δεν του είναι μια άγνωστη πρακτική, αλλά ταυτόχρονα δεν είναι ο κλασσικός τύπος επαναστάτη που θέλει να ανατρέψει τα σύγχρονα πολιτικά δρώμενα.
Έπεσε μια ξαφνική σιωπή στην κουκέτα. Μόνο το σφύριγμα της ατμομηχανής και το τρίξιμο των τροχών του σιδηροδρομικού συρμού ακουγόταν στην ατμόσφαιρα. Η πολύβουη παρέα είχε σταματήσει την κουβέντα της για να μπορέσει να ακούσει την αναγγελία από τα μεγάφωνα. Ο νεαρός μηχανικός έστρεψε το βλέμμα του προς τα διαγράμματα πάνω από τις πόρτες για να αναγνωρίσει τον σταθμό άφιξης του τραίνου.
 «Πλησιάζουμε το Ζάγκρεμπ.» Πληροφόρησε την ομήγυρη, στη συνέχεια περπάτησε όχι πολύ σταθερά προς το κοντινότερο παράθυρο κόλλησε το πρόσωπο του στο τζάμι, κοίταξε ίσια μπροστά του και σε μερικά δευτερόλεπτα εμφανίζεται σαν φωτεινή όαση σε σκοτεινή έρημο η πολιτεία του Ζάγκρεμπ. Έμεινε κολλημένος στο τζάμι παρατηρώντας εκεί που ο μεγάλος μεταλλικός θόλος του σταθμού έλαμπε στο ομιχλώδες πρωινό κάτω από το φως των λαμπτήρων.
Ένα μεγάλο γκρουπ με ποδοσφαιριστές της τοπικής ομάδας καταλαμβάνουν με θορυβώδη τρόπο τα μπροστινά βαγόνια, γεμίζουν με ζωή τα σαλόνια και τα παράθυρα των βαγονιών.
Οι νέοι ταξιδιώτες μπαίνουν στο τραίνο και ξεκίνησαν να βολεύονται στις θέσεις τους.
Για μια στιγμή το βλέμμα του ταξίδεψε στον σκοτεινό καθρέφτη του γυάλινου διαχωριστικού κι είδε το είδωλο της κάπως μισοφωτισμένο καθώς προβαλλόταν στο καθρέφτη. Το είδωλο μιας κοπέλας να στέκεται πίσω στο διάδρομο. Η ελκυστική εμφάνισή της τον απορρόφησε να την παρατηρεί, κι όσο περισσότερο την κοιτούσε του ήταν αδύνατο να τραβήξει τα μάτια του απ’ το είδωλό της. Έμοιαζε με έφηβη, και σίγουρα δεν ήταν πάνω από είκοσι χρόνων. Όλα τα χαρακτηριστικά της, ως κι ο τρόπος που στεκόταν, έμοιαζαν να τονίζουν την παιδικότητα του προσώπου της, και σύντομα κατάλαβε ότι η θέα της είχε αρχίσει να τον εξάπτει. Εκείνη βέβαια δεν φαινόταν να τον προσέχει, αλλά για να αποφύγει το βλέμμα του να συναντήσει το δικό της, κοίταξε για μια στιγμή αμήχανος τα χέρια του. Στο μυαλό του εξακολουθούσε να βλέπει το είδωλο της άγνωστης κοπέλας. 
Ξανασήκωσε το βλέμμα του.... Τότε, είδε το ίδιο καστανόξανθο κεφάλι, και μαζί του την υπόλοιπη εικόνα της. Στεκόταν όρθια στην είσοδο της κουκέτας χαμογελώντας ανάλαφρα, στα χέρια της κρατούσε ένα μεγάλο δερμάτινο ταξιδιωτικό σάκο, και είχε το βλέμμα της στραμμένο προς την πινακίδα της κουκέτας.
Τα βλέμματα τους συναντήθηκαν. Ασυναίσθητα αυτός τραβήχτηκε προς τα πίσω, την ίδια στιγμή, όμως δεν σταμάτησε να την κοιτάζει. Αν και η κοπέλα προσποιούνταν ότι η προσοχή της χάνονταν στην πινακίδα, αισθανόταν το βλέμμα του να την εξερευνά, έδειξε αμήχανη όπως κι εκείνος. Τον κοίταξε μια στιγμή και μετά έριξε το βλέμμα πάνω από το κεφάλι του…. Έμεινε λοιπόν ακίνητη για μερικά λεπτά, ξαφνικά έστρεψε τα μάτια της πάνω του και είδε στο βλέμμα της «ματιά καθαρή» που πάσχιζε να ρωτήσει. Ίσιωσε το κορμί του σαν να δανειζόταν ενέργεια η αυτοπεποίθησή του κίνησε τα χείλη του σ’ ένα «την κουκέτα σας ψάχνεται» κ' επειδή δε βγήκε καθαρός ήχος.... πρόσθεσε βουβά «τι πριγκιπική κορμοστασιά θεέ μου». Ήταν ψηλή και στητή σαν λαμπάδα, ένα κορίτσι γύρω στα είκοσι, με εμφάνιση «νεράιδας» παρατηρούσε γοητευμένος το παράστημα της. Το ταξίδι απόχτησε άλλης ποιότητας ενδιαφέρον… σκέφτηκε.
*Ναʼ την έρχεται λικνισμένη με χάρη
Μ’ έναν πανέμορφο κότσο 
Με γυρισμένες προς τα επάνω τις άκρες των μαλλιών της.
Όπως το πουλί μέσα στα σύννεφα.
Μ’ ένα λινό φόρεμα.
Απλά ντυμένη.
Με πόση χάρη κουνούσε ανάλαφρα το κορμί της.
Η λεπτή και χαριτωμένη κορμοστασιά της.
Α! Τι εκπληκτική ομορφιά.
Μ’ αλαβάστρινα δάχτυλα που έμοιαζαν 
Με τους βλαστούς του μπαμπού την άνοιξη.
Τα ροδοκόκκινα χείλια της,
Στόλιζαν το αρωματισμένο στόμα της.
(*Το ποίημα προέρχεται από την κινεζική μυθολογία...)
Και τα δικά της χείλη κινήθηκαν επίσης. «Είναι ελεύθερα» ρώτησε μ’ ευχάριστα φιλικό τόνο δείχνοντας τις άδειες θέσεις. Η φωνή της έστω και στις τετριμμένες λέξεις ηχεί βαθιά, βελούδινη στ’ αυτιά του!
Κάτι πήγε να της πει αλλά τον πρόλαβε εκείνη λέγοντας: «Είστε Έλληνας; Η κάνω λάθος;»
«Ναι, ναι πραγματικά από την Ελλάδα είμαι… Αλήθεια και εσείς;  Πολύ ενδιαφέρον.».
«Νομίζω εδώ είναι η θέση μου! Μπορώ να καθίσω;;»
«Ναι βέβαια γιατί όχι».
Ξεπερνώντας την αρχική του αμηχανία ο νεαρός μηχανικός περπάτησε σιωπηλός την απόσταση που τους χώριζε, την πλησίασε να την βοηθήσει, ζήτησε ευγενικά τον ταξιδιωτικό σάκο τον πήρε στα στιβαρά του χεριά και τον τακτοποίησε στον ουρανό της κουκέτας.
Τον ευχαρίστησε που τη βοήθησε. «Ευχαριστώ πολύ ήταν, πολύ ευγενικό εκ μέρους σας» του είπε.
Η αρχική του αμηχανία ήταν ορατή με γυμνό μάτι. Φαινόταν ντροπαλός - σα να είχε καταπιεί τη γλώσσα του μολονότι η κοπέλα μιλούσε την γλώσσα του.
Την κοίταξε «Δεν είναι απαραίτητο να μ’ ευχαριστήσετε καν. Ακολούθησα κανόνες της λακωνικής γης.» της απάντησε βρίσκοντας το χαμόγελο του.
Έμεινε για λίγο ευχάριστα άναυδη «αιφνιδιασμένη».
«Μη μου πείτε! Και εσείς Λάκωνας» είπε.
Το πανωφόρι της παλλόταν στους ώμους όπως τον προσπερνούσε στα θυρόφυλλα της κουκέτας που έκλεισαν πίσω τους, γλίστρησε σαν χορεύτρια, ήταν υπέροχη, ήταν ένα όνειρο και το άρωμά της έμεινε εκεί δα, στη νοτισμένη πρωινή ατμόσφαιρα της κουκέτας.
Ένοιωσε και πάλι τον εαυτό του να κοκκινίζει ελαφρά.
«Από τα περίχωρα της Μονεμβασιάς» και προτείνοντας το χέρι του μ’ εγκαρδιότητα συστήθηκε.
Αυτή δίστασε ανεπαίσθητα, βλεφάρισε αντικρίζοντας δυο μάτια στο χρώμα του καπουτσίνο που θα έβαζαν σε πειρασμό κάθε γυναίκα. Μετά πήρε το χέρι του και το κράτησε για λίγο σφιχτά. «Να υποθέσω ότι θα βρεθούμε και συγγενείς;» αναρωτήθηκε «φορώντας» ένα αφοπλιστικό χαμόγελο. «Από τα ορεινά χωριά του Ζάρακα η καταγωγή μου. Τα κρυμμένα ανάμεσα στα βουνά», συμπλήρωσε, και της ξέφυγε ένας στεναγμός ευχαρίστησης καθώς καθόταν αναπαυτικά στην άδεια θέση. Και μόνο η σκέψη της απρόσμενης συνάντησης σ’ αυτό τον απόμακρο σιδηροδρομικό σταθμό των Βαλκανίων την έκανε να χαμογελάσει. Ίσως το ταξίδι της να μην εξελισσόταν άσχημα. Ο κόσμος τελικά είναι πολύ μικρός.
Ένιωσαν το απαλό συναίσθημα της επιτάχυνσης της αμαξοστοιχίας και μετά μια αόριστη, ελάχιστη αντιληπτή, αίσθηση ταχύτητας.
Η κοπέλα, πραγματικά ήταν πολύ όμορφη, το ντύσιμο της αν και ευπρεπές άφηνε αρκετά ερεθιστικά σημεία ακάλυπτα. 
Ο νεαρός μας μηχανικός προσποιήθηκε ότι άκουγε τον διπλανό του, τον Αγγελή τον ναύτη για να μην της δώσει να καταλάβει ότι χάζευε τις χυτές γάμπες της. Στο μεταξύ αναλογίστηκε το εσωτερικό του δίλημμα πως θα προετοιμάσει το έδαφος για ένα φλερτ. Ύστερα συγκράτησε την παρόρμηση του να πει κάτι «χαριτωμένο». Ήταν καθαρή διαίσθηση. Πρέπει να προσέξει πάρα πολύ καλά την αρχή, πώς θα το πάει. Σε πρώτη φάση τα βλέμματα τον γυναικών τον προσπερνούν. Βλέπουν έναν νεαρό άντρα µε όχι ιδιαίτερα προσεγμένα παπούτσια, µ’ ένα φθαρμένο τζιν κι από πάνω ένα βαμβακερό μπλουζάκι. Τα μαλλιά του είναι επίτηδες ανακατωμένα. Είχε μαλλιά που του το επιτρέπουν. Σκεφτόταν. «Μπας και πολύ το βασανίζω το θέμα;»
Αυτή η σκέψη ήταν τόσο έντονη που παρέλειψε όλες τις τυπικότητες και μπήκε κατευθείαν στην ουσία. Η νεαρή γυναίκα παρουσίαζε πλέον έντονο ενδιαφέρον για εκείνον ως άντρα. 
Είτε θα της έλεγε κατευθείαν την αλήθεια για τις σκέψεις του, ξέροντας τον κίνδυνο ότι η έλξη μεταξύ τους θα έκανε φτερά αν προσπαθούσε να δώσει μια ώθηση πέρα από τα επιτρεπτά όρια. Στριφογύρισε στη θέση του έτσι ώστε να την κοιτάζει κατάματα, ακουμπώντας το χέρι στην πλάτη του καθίσματος και γέρνοντας προς το μέρος της, τη ρώτησε όταν εκείνη έμεινε σιωπηλή: «Αν σας κάνω μια προσωπική ερώτηση, υπόσχεσαι να μην με παρεξηγήσετε;» 
«Εξαρτάται από την ερώτηση.»
Έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό. Ήταν ένας αναστεναγμός ανακούφισης. «Με συγχωρείς» είπε «Κλασσική γυναικεία απάντηση.»
Μισόκλεισε τα µάτια της. Τι άραγε να ρωτούσαν αυτά τα μισόκλειστα µάτια. «Α, ώστε το πρόσεξες ότι είμαι γυναίκα».
Χωρίς να τραβήξει το βλέμμα του από πάνω της, έθαψε προς στιγμήν τα δάχτυλά του στα μαλλιά του και τα τράβηξε ανέμελα προς τα πίσω, µε αποτέλεσμα να ανακατευτούν ακόμα πιο πολύ. Στο μεταξύ δεν κοιτούσε πια τον διπλανό του. Ήταν σαν να μην υπήρχε πια. Σαν να ήταν πια µόνο οι δυο τους. Η κοπέλα του χαμογέλασε. Και δεν έκανε καμία προσπάθεια να κρύψει το σύντομο εξεταστικό βλέμμα που άφησε να γλιστρήσει πάνω από το υπόλοιπο σώμα του. Προφανώς της άρεσε αυτό που έβλεπε, γιατί το χαμόγελό της έγινε πιο πλατύ, δείχνοντας έτσι τα ωραία δόντια της. Και το χαμόγελο το νεαρού μηχανικού πλάτυνε και τα μάτια του τώρα λένε τόσα πολλά όσα δεν τολμά η φλύαρη γλώσσα του. Ήταν δυνατόν να μην προσέξει κάτι τέτοιο. Η αλήθεια ήταν ότι του άρεσε πολύ η νεαρή γυναίκα διπλά του. «Ναι και βέβαια το πρόσεξα πως είστε μια όμορφη και ενδιαφέρουσα γυναίκα και θα χαιρόμουν να γνωριστούμε καλύτερα.» 
«Δε νομίζετε πως βιάζεστε κύριε .....;»
«Αλκιβιαδης! Δίκιο έχετε, πάντα βιάζομαι για κάτι που μ’ ενδιαφέρει πολύ. Αυτό που στη γλώσσα μας ονομάζεται «τακτ», μου είναι δύσκολο να το εφαρμόσω,..»
«Μυρτώ! Βοηθάει όμως στις καλές σχέσεις δεν συμφωνείται;. »
«Οφείλω να δεχτώ πως έχετε δίκιο αλλά..... »
«Αλλά; Τι είναι αυτό που σας ενδιαφέρει και δεν το λέτε;».
«Όπως δείχνουν τα πράγματα, ας πούμε είστε εσείς.» της είπε αυτός χαμογελώντας.
«Βιάζεστε, βιάζεστε. Θα δούμε…προς το παρόν πρέπει πρώτα να γνωριστούμε».
«Σωστά, αλήθεια είστε δεσποινίς ή κυρία;». Παίρνει νέα ρίσκα  να την προσεγγίσει.
«Παίζει ρόλο αυτό; Στην εποχή μας ο διαχωρισμός αυτός είναι περιττός.»
«Ναι βέβαια, αλλά είναι ένας τρόπος να μάθω αν είστε παντρεμένη…».
«Και σε τι θα σας ωφελούσε αυτό;».
«Ε, πως, αν είστε παντρεμένη θα πρέπει να σας διεκδικήσω από το σύζυγο αν είστε δεσμευμένη…».
«Α, έτσι μπορείτε να φτάσετε ως εκεί; Δε θα χρειαστεί, δεν είμαι παντρεμένη».
 Ο Αλκιβιάδης δεν μπόρεσε να μη γελάσει. Κατάλαβε ότι η έμπνευση της στιγμής είχε αγγίξει την  νεαρή κοπέλα. ««Εμείς οι δυο έχουμε ακόμη πολλά να πούμε!»
Την είδε να ξεροκαταπίνει και πρόσεξε τη διαστολή στις κόρες των ματιών της, που μαρτυρούσε την στιγμιαία διέγερση της.
Τα σώθηκα του πήραν φωτιά. Όταν ανεβαίνει το θερμόμετρο, τα πάντα μπορούν να συμβούν.
Έκατσε πιο βαθιά στο κάθισμα κι έπαιξε με τα δάχτυλα την άκρη από το κορδόνι του πανωφοριού του, αφήνοντας το μυαλό του να παρασυρθεί σε προσωπικές σκέψεις.
«Η Ρηχειά ήταν στη νηπιακή ηλικία η καλοκαιρινή μου διαμονή. Αλλά και στην εφηβεία μου πέρασα δυο ολόκληρα καλοκαίρια εκεί. Στο δρόμο προς τη Βλυχάδα, τοπίο μαγικό η Ράχη. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς πως πολύ κοντά σε αυτό τον ορεινό οικισμό βρίσκεται η μαγευτική παραλία της Βλυχάδας. Άγνωστη για τους πολλούς, ακριβό προνόμιο για αυτούς που την γνωρίζουν. Είναι βίωμα, μαγεία, και δεν παίρνει περιγραφή η μαγευτική αυτή παραλία, εκεί που η θάλασσα λαμπυρίζει σε χιλιάδες σταγόνες φωτός. Ένα τοπίο με μυστική παρθενικότητα, με αρώματα βουνού και ψιθύρους της θάλασσας στη σκιά των βράχων, θαυμάζοντας το μαγευτικό και σπάνιο χρώμα των νερών. Παραλία δυσπρόσιτη, με ανοίγματα στους συμπαγείς βράχους, όπου σχηματίζεται ο εντυπωσιακός όρμος της Βλυχάδας. Η πρόσβαση γίνεται μέσα από μονοπάτια με πικροδάφνες, γαλατσίδες, κιτρινοξιλιές, συκιές και σκίνα. Τα καλοκαιρινά βράδια στη Βλυχάδα είναι δροσερά. Είναι ο γλυκός νυκτερινός αέρας που κατεβαίνει από τα βουνά του Ζάρακα με τα έλατα και περνάει από τα αμπέλια, τις ελιές, τις χαρουπιές και τις συκιές και φέρνει μαζί το θυμάρι που σμίγει με τη θαλασσινή αύρα. Αυτή η αύρα είναι που μαζί με τον ήσυχο παφλασμό του νερού σε νανουρίζουν τα βράδια κοντά στο κύμα, όταν αποκαμωμένος από το κολύμπι ησυχάζεις. Ένα άγριο και επιβλητικό τοπίο, που γίνεται όμως απρόσιτο και πολύ επικίνδυνο όταν λυσσομανούν τα μελτέμια.» Της είπε.
Είδε τη λάμψη στο χαμόγελο του προσώπου της, λες και κάποιος το είχε αποτυπώσει εκεί. Το μυαλό της πρέπει να ταξίδεψε σε ευτυχισμένες στιγμές....... σε χαρούμενους τόπους. Της χαμογέλασε καθησυχαστικά, και στο χαμόγελο του φάνηκε μια λάμψη ευχαρίστησης στην ανάμνηση αυτών των καλοκαιριών.
«Πως βρεθήκατε στο Ζάγκρεμπ;»
«Σπουδάζω σ' αυτή την πόλη.»
«Είστε Ελληνίδα και σπουδάζετε εδώ στο Ζάγκρεμπ;».
«Γιατί σπουδάζω στην Κροατία;. Εκτός από την ομορφιά της χώρας, η υψηλή ποιότητα σπουδών σε συνδυασμό με τα χαμηλά δίδακτρα είναι δέλεαρ.»
«Α, μάλιστα. Είστε τόσο νέα. Έχετε σκέψεις για κάποια ακαδημαϊκή καριέρα;»»
«Υπερβολές. Σπουδάζω ιατρική. Το κάνω γιατί μ’ αρέσει… αλλά πέστε μου εσείς πως
ασχοληθήκατε με την θάλασσα;»
«Που το καταλάβατε;»
«Άκουσα κάποιες στιχομυθίες με τους φίλους σας και κατάλαβα..»
Πήγαν παρακάτω, μίλησαν όμως περισσότερο για τα ενδιαφέροντα τους παρά για την
προσωπική τους ζωή. Τους απασχόλησε ακόμα η πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη άλλαζε αλλά κανένας δεν θα μπορούσε να βεβαιώσει πως πήγαινε προς το καλύτερο. Στην πατρίδα, έλεγαν, είχε επανέλθει η δημοκρατία αλλά πώς να επανέλθει κάτι που δεν είχε φύγει μια και δεν είχε υπάρξει; 
Πάνω από δυο ώρες, συζήτησαν. Εκείνη ξέσπασε πολλές φορές σε γέλια «Αγαπητέ μου, μένω κατάπληκτη! Γνωρίζετε πολύ καλύτερα από μένα, τα χωριά του Πάρνωνα.»
«Για να είμαι ειλικρινής, ποτέ δε θα μου περνούσε από το μυαλό ότι κάποτε θα αντάμωνα κάτω από τέτοιες συνθήκες μια Ζαρακιτισα με γνήσια ομορφιά και αντάξια απόγονο της πεντάμορφης Στάμω, την Παναρίτη. Της λυγερής της Στάμω, με την αέρινη κορμοστασιά».
«Με κολακεύετε. Πολύ φοβάμαι ότι δεν γνωρίζω, για το πρότυπο που μου λέτε.» Του αποκρίθηκε χαμογελώντας.
Του φάνηκε παράξενο που δεν γνώριζε την ιστορία τούτη.
Τις επόμενες ώρες της αφηγήθηκε την «ιστορία» της φημισμένης Στάμω.
Την αιχμάλωτη του Ιμπραήμ. ...........
"......... Την ώρα που ο ήλιος καταπόρφυρος, αναδυόταν βαθιά στον ορίζοντα, μέσα στα καταγάλανα νερά του Μυρτώου, άρχισε το μακελειό. Σκοτείνιασε ο ουρανός και ο ουρανός και ο ήλιος κρύφτηκε μες στη μεγάλη εκείνη σκοτεινιά. Άναψαν τα τούρκικα γιαταγάνια, καθώς τα σφαγμένα κορμιά κατρακύλαγαν το ένα πίσω από το άλλο στο βάθος της βαθιάς εκείνης λαγκάδας.
«Α! Ετούτη τη μορφονιά αφέντη μου, μην τη χαλάσουμε» είπε ο δήμιος στο σερασχέρη δείχνοντας με το ματωβαμμένο χέρι του τη Στάμω, που κράταγε σφιχτά στην αγκαλιά της το δωδεκάχρονο αδελφό της τον Αντώνη. «Είναι πολύ γκιουζέλ. Θα χαρεί ο πασάς σαν του την πάμε να την έχει στολίδι στο χαρέμι του»
Έτσι, την όμορφη Στάμω, την Παναρίτη και τον μοναδικό αδερφό της, τον Αντώνη, τους μπάρκαραν σε ένα πλεούμενο, και από την Πύλο βρέθηκαν στην Αλεξάνδρεια, συστημένοι για το χαρέμι του μεγάλου πασά. Τη λυγερή τη Στάμω,με την αέρινη κορμοστασιά, εκείνος ο πασάς τη στόλισε στα μετάξια και τα χρυσαφικά. Την έκανε βασίλισσα του χαρεμιού του. ....................."
.....Υπήρχε κάποιο πάθος και βαθύ αίσθημα πίσω από τα λόγια του, που έκρυβε μια βαθιά εσωτερική ζεστασιά. Είχε χαθεί μέσα στις λεπτομέρειες της αφήγησης του για αρκετή ώρα όταν άκουσε μ’ ευχαρίστηση την απαλή μουσική που πλημμύρισε ξαφνικά το βαγόνι, χωρίς να διασπασθεί η ροή της ιστορίας του. Όπως ξαφνικά άρχισε η μουσική έτσι ξαφνικά σταμάτησε. Μεσολάβησε μια σύντομη σιγή, και μια γλυκιά διακριτική φωνή ανήγγειλε τον επόμενο σταθμό.
Το τραίνο πλησίαζε τώρα στο τέλος του ταξιδιού του. Θα έφτανε στη Θεσσαλονίκη σε λιγότερο από μια ώρα. Στα μάτια του νεαρού μηχανικού απλώθηκε μια ονειροπόλα έκφραση. Κοίταξε την κοπέλα δίπλα του σιωπηλός. Την περίμενε αυτή την εξέλιξη. Όταν όμως το τέλος του ταξιδιού και ο χωρισμός όσο και αν είναι αναμενόμενος, γίνεται πραγματικότητα, πάντα προκαλεί ένα τρεμούλιασμα στην καρδιά. Είναι δύσκολη η αντιμετώπιση της πικρής αυτής αλήθειας, που σε βγάζει από έναν εφήμερο απατηλό παράδεισο. Για λίγο οι δυο νέοι κοιτάχτηκαν ο ένας με τον άλλον, εκτιμώντας, μελετώντας, ξεπερνώντας τα σύνορα της συστολής που χώριζαν τη σύντομη γνωριμία τους. Κάτι αναταράχτηκε μέσα τους, κι ορθώθηκε όπως το τρομαγμένο άλογο.
Άφιξη στη Θεσσαλονίκη.
Αισθάνθηκαν τον κρύο αέρα να τυλίγει τα πόδια τους και παγωμένες ψιχάλες βροχής να πέφτουν πάνω τους. Ζύγωνε η ώρα του χωρισμού.
Η καρδιά τους χτυπούσε δυνατά στο στήθος.
Ήταν ένα φυσικό συναίσθημα, ωστόσο δεν ήθελαν να το αφήσουν να έλθει στην επιφάνεια.
Αυτή δεν ήταν χαρούμενη, ούτε ανάλαφρη η ομιλητική.
Μια σκιά απλώθηκε στο πρόσωπο της. « Έως εδώ ήταν λοιπόν;». Και κάποιο ίχνος παράκλησης φάνηκε στη φωνή της.
Την κοίταξε ερωτηματικά στα μάτια, με αμφιβολία για μια στιγμή, κι είπε.
«Δεν είμαι σίγουρος τι εννοείς μ’ αυτό. Ακούγεται σα μια θετική πρόταση.»
Εκείνη τον πλησίασε κι αυτός χωρίς δισταγμό την αγκάλιασε. Έβαλε το δάχτυλο της στα χείλια του κι αυτός το φίλησε ανάλαφρα. Κοιτάζοντας τον με ελαφρά δακρυσμένα τα γκριζοπράσινα μάτια της του είπε. «Φαινόσουν τόσο ευτυχισμένος τόσο χαρούμενος εκεί μέσα στην κουκέτα. Έμεινα κουρνιασμένη στον ώμο σου και άκουγα την καρδιά σου να κτυπάει γρήγορα στην αρχή και μετά αργά και πιο αργά.»
«Πρέπει να χωρίσουμε τώρα.» του είπε.
Εκείνος δίστασε και μετά έσκυψε και την φίλησε. Έμειναν αγκαλιασμένοι για λίγο.
«Θα ξαναϊδωθούμε σύντομα.» Της είπε.
«Το ελπίζω» του μουρμούρισε με θλίψη και κίνησε για το μικρό αυτοκίνητο που την ανέμενε εκεί έξω στην είσοδο του σιδηροδρομικού σταθμού της πόλης.
Τα βλέμματα τους αποχωρίστηκαν με την σιωπηλή αλληλοεκτίμηση αυτών , που επιθυμούν οι δρόμοι τους να σμίγουν ξανά.
Στεκόταν ακίνητος στη μέση της αποβάθρας κι άκουγε τα βήματά της που απομακρύνονταν, την παρακολουθούσε μέχρι που έκλεισε η πόρτα του αυτοκινήτου πίσω της.
Κατέβασε τα μάτια του τα στύλωσε στο έδαφος και δεν τα σήκωσε παρά μόνο όταν τα μεγάφωνα του σταθμού ανήγγειλαν την αναχώρηση του τραίνου. Προχώρησε προς την σκάλα ανόδου μελαγχολικά και ανέβηκε στο βαγόνι για τη συνεχεία του ταξιδιού και το τέλος της διαδρομής. Δεν είχε καμία διάθεση για κουβέντα καθώς καθόταν στη φωτισμένη κουκέτα του. Το τραίνο ξεκίνησε.
Με την πλάτη ακουμπισμένη στο κάθισμα του, κοίταζε από το αχνισμένο τζάμι το σταθμό που έμενε πίσω τους με μάτια που δεν έβλεπαν. Ένοιωθε την καρδιά του να κτυπάει ξέφρενα στο στήθος του.
Την ονειρευόταν συχνά ...... όχι απόλυτα ερωτικά........ όταν επέστρεψε στα επαγγελματικά του θαλασσινά ταξίδια. Στα όνειρα του έβλεπε πάντα ότι ήταν αδύνατο να τη φτάσει. Δεν τον άκουγε όταν τη φώναζε. Του έφευγε, όσο την πλησίαζε.
Τα όνειρα αδυνάτισαν με τον καιρό.

............
**Τώρα που πίσω από πέλαγα
έχουν χαθεί τα παλαιά μου οράματα
και δεν με φθάνει η μορφή τους
κι η ανάμνηση τους μ’ άφησε…

Δεν τό ’θελα ποτέ
σε τέτοιες σκέψεις να γυρίσω.
Μα είναι νύχτες,
κάποιες ατέλειωτες,
που από τα πέλαγα
όλως ακούραστα
τα παλαιά μου οράματα
τα φέρνω πίσω.

**Από τη συλλογή Έρεβος (1956)
[πηγή: Κική Δημουλά, Ποιήματα, Ίκαρος, Αθήνα 62005, σ. 14]

Παρασκευή 5 Απριλίου 2024

Ta Kata Sinthiki Pseudi

Την πρώτη φορά που η βιβλιοθηκάριος της δημοτικής βιβλιοθήκης της Λαμίας μου μίλησε για το μυθιστόρημα «Τα κατά συνθήκην ψεύδη» του Μαξ Νορντάου ήμουν έφηβος και έμεινα ξετρελαμένος με το συγγραφέα. Κάποιες φράσεις που μου άρεσαν, τις σημείωνα με μολύβι και τις απομνημόνευα σαν να ήταν κείμενα από κάποιες, ιερές γραφές.
Δυο λόγια, εξ αντιγραφής, για τον συγγραφέα (1849-1923). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του, εβραϊκής καταγωγής, Αυστριακού στοχαστή Μαξιμίλιαν Ζίντφελντ· γιατρός στο επάγγελμα, έζησε στο Παρίσι όπου βρήκε ιδανικές συνθήκες να εξειδικευθεί στην κοινωνική κριτική και στο ξεμπρόστιασμα του αστικού φαρισαϊσμού. Στον πρόλογο ο ίδιος, με λεοντή προφήτη, προειδοποιεί: «Πολλοί αναγνώστες θ’ αγανακτήσουν, προ πάντων εκείνοι που θα διαβάσουν εδώ τις πιο μύχιες γνώμες τους». Υποστηρίζει: «Η μεγάλη ασθένεια της εποχής μας είναι η δειλία. Δεν έχουμε θάρρος να πούμε ανοιχτά τη γνώμη μας, ν’ αναλάβουμε ευθύνη για όσα πιστεύουμε στ’ αλήθεια». Το κατά Νορντάου ακόμα χειρότερο: «Δεν θέλουμε να ψυχράνουμε κανέναν, ούτε να χτυπήσουμε καμιά πρόληψη. Κι αυτό το λέμε σεβασμό των πεποιθήσεων του άλλου. Αλλά οι άλλοι είναι εκείνοι που δεν σέβονται καθόλου τις δικές μας πεποιθήσεις, τις κακολογούν, τις κυνηγάνε με μίσος». Μύλος, έτσι;

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024

....Erotiki Mythoplassia I ...O Epilogos

..Επίλογος! 
..........Περίμενε ότι ο Αλκιβιάδης θα δίσταζε ή θα συνοφρυωνόταν, εκείνος όμως την κοίταξε σκεπτικός. Κατόπιν, πήρε τα χέρια της συντρόφου του μέσα στα δικά του και εξέτασε τα νύχια της, όπως έκανε στα πρώτα χρόνια της γνωριμίας τους, και μετά την κοίταξε κατάματα.
.«Ένα τραπέζι» είπε. «Πράγματι. Ωραία ιδέα».
«Ένα πολύ ιδιαίτερο, αποχαιρετιστήριο, τραπέζι, με μοναδικούς καλεσμένους τον ιερέα μας και τη φιλενάδα σου την Ναυσικά μας και κύριο πιάτο τη συγκίνηση.» Της είπε με τρυφερότητα.
Το τραπέζι αποφασίστηκε να γίνει στη πίσω βεράντα του σπιτιού τους, τηρούσε τις καλύτερες προϋποθέσεις από άποψη περιβάλλοντος. Η μεγάλη βεράντα με την πέργκολα που την σκέπαζαν η κληματαριά και οι βουκαμβίλιες μεταμορφώθηκε σε τραπεζαρία. Το τραπέζι στρώθηκε με λευκό κεντητό τραπεζομάντιλο και οι μυρωδιές έκαναν την βεράντα σαν εξοχική ταβέρνα. Τα τζιτζίκια τερέτιζαν, στα απέναντι πεύκα πανταχού παρόντα αλλά αθέατα, η βραδιά ήταν ζεστή.
Η Ανδρομάχη χαιρόταν αυτή την επιλογή, της άρεσε που, ενώ ήταν στο σπίτι της, ένιωθε σαν να βρισκόταν εντελώς αλλού. Αν και είχε κάποιους φόβους για το επικείμενο εγχείρημα, τους έδιωξε γρήγορα πίνοντας μια ρακή ήδη από την κουζίνα.
Ως τότε, δεν έπινε ποτέ πάνω από ένα δυο ποτηράκια κρασί, έτσι όταν ήπιε μια ρακή, δεν ήξερε αν βούρκωσε εξαιτίας του ποτού ή αν έφταιγε η γλυκόπικρη βεβαιότητα ότι ο ιερέας έφευγε την επόμενη μέρα. Ακούμπησε το ποτήρι της στο τραπέζι με μια πομπώδη χειρονομία και έκανε αέρα στο πρόσωπό της πριν ξεσπάσει σε δάκρυα. Το αποχαιρετιστήριο τραπέζι τους είχε γαρίδες με σκορδάτη, μαγιονέζα με κρίταμα, φρεσκότατα ζουμερά σκουμπριά στη σχάρα, μαϊντανοσαλάτα με πλιγούρι, λεμονάτη καπνιστή μελιτζανοσαλάτα και μία δροσερή σαλάτα με αγγούρι πιπεριές και άνηθο. Όλα φτιαγμένα με μεράκι από τα χέρια της.
Τα θαλασσινά συνόδευε ένα κρασί με νεύρο και όγκο, ένα λευκό ξηρό κρασί από την ποικιλία Σαββατιανό …αρχίζοντας και τελειώνοντας το δείπνο με μια ρακή.
Δύσκολος ο αποχαιρετισμός σε μια φαντασιακή ερωτική σχέση που εξατμίζεται στο πέρασμα του χρόνου.
Ο ιερέας! Και η Ναυσικά! Δυο φαντασιακά πρόσωπα! Δυο υπέροχες υπάρξεις, δυο αέρινες παρουσίες, οι οποίες τους χαρακτηρίζουν και πολλές φορές ταυτίζονται μαζί τους.
Πρόσωπα τόσο οικεία που τον βασανίζει ένα ερώτημα! Θα μπορούσε να είναι αυτοί οι ίδιοι;
Αυτός πάντως τους αγάπησε και την ερωτική του ιστορία την διηγείται με τρυφερότητα. Είναι ίδια η δική τους ερωτική ιστορία, παθιασμένη, που αποκαλύπτεται ισορροπώντας ανάμεσα στο φαντασιακό και το πραγματικό, στην καθημερινή τους αλήθεια και στο ιδανικό παραμύθι. Ο πραγματικός του κόσμος σταμάτησε για λίγο, καθώς μπήκε κι ο ίδιος στον κόσμο του παραμυθιού του. Συνδέθηκε με τους ήρωες του μέσα από την αναζήτηση στις λέξεις, στα συναισθήματά τους, αλλά και με το διάβα του χρόνου. Μπορεί οι περισσότεροι έρωτες να εξατμίζονται στο πέρασμα του χρόνου, αυτό δεν συμβαίνει όμως με την περίπτωση του. Αυτός προτιμά να κρατήσει άσβεστο το πάθος του. Και την κάθε μέρα μέσα από το όνειρο του να το ξαναζωντανεύει.
Γι αυτό και σήμερα οι λέξεις του έχουν σκοινιά και οι προτάσεις σύρματα αγκαθωτά καθώς επιχειρεί  να τους αποχωριστεί. Είναι όμως η κατάλληλη ώρα να τελειώσει το παραμύθι του. Να αποσυνδέσει τον διακόπτη, να κλείσει απαλά την πόρτα, αφήνοντας απ' έξω τις μορφές τους, όσο και αν οι σκέψεις του δεν περιγράφονται με λόγια. Να σβήσει από τη μνήμη του τις φιγούρες τους και να φύγουν με τον ίδιο τρόπο όπως εμφανίστηκαν στο συναισθηματικό φαντασιακό του κόσμο. Η νύχτα ήρθε συμπονετική δροσερή άπλωσε σεντόνια σιωπής, μερικά σύννεφα ψηλά στον ουρανό έτρεχαν και άλλαζαν σχήμα σαν να κυνηγούσαν την ιδεατή μορφή τους.
Έκλεισε τα μάτια του και χαλάρωσε, έμεινε σιωπηλός και αφέθηκε στη ροή των σκέψεων του, ακολουθώντας τις αναμνήσεις του και άρχισε να ακούει με προθυμία όλα εκείνα τα πολύχρωμα παραμύθια με τα οποία ο πόθος και η φαντασία μάγευαν τις αισθήσεις του σαν Σειρήνες μες στο στήθος του που δεν μπορεί να τους αντισταθεί. Θυμήθηκε και του ήρθαν η εικόνες της πρώτης επαφής του με την Ανδρομάχη του σαν να ήταν φύλλα και κλαράκια που επέπλεαν σε ένα ποταμάκι. Ένα ποτάμι τον πλημμύρισε με εικόνες από την κοινή ζωή τους. Έτσι γεννήθηκε ο σπόρος του θαυμαστού φυτού της αγάπης τους. Και φύτρωσε, άφθονα και μεγάλωσε και θέριεψε, και αυτός δεν πρόκειται ποτέ, με κάποια ποταπή πράξη, να κλαδέψει τα φύλλα και τους μίσχους του! Θυμάται λεπτομέρειες πολλές, σημάδια και χνάρια της ζωής τους στο χρόνο, που δεν είχαν χαθεί! Τίποτα δεν έχει αλλάξει στη διάβα του χρόνου. Τι γλυκιά μελωδία που έχουν αλήθεια κάποιες αναμνήσεις. Τον έπνιξε μια τρυφερή νοσταλγία.
Απόψε σε μια ατμόσφαιρα γεμάτη τρυφερότητα  οι δυο τους στη βεράντα, αυτός σύντροφος σταθερός αταλάντευτος, ζουν μαζί τις χαρές και τις λύπες τους. Και δεν υπήρξε ποτέ η εποχή που η ζωή τους να είχε μπροστά της δρόμους και μονοπάτια για πολλές επιλογές. Η διαδρομή τους ήταν πάντα μια, η εξαιρετική διαδρομή που οδηγούσε στα ιδανικά λημέρια της οικογένειας τους.
Το ερωτικό πάθος, αν και λιγότερο έντονο από ό,τι στην αρχή, μπορεί να αναβιώσει ξανά και ξανά σε μια σχέση στην οποία έχει αναπτυχθεί εμπιστοσύνη και οικειότητα.Διότι δεν είναι η σεξουαλική επιθυμία που τροφοδοτεί το ερωτικό συναίσθημα, αλλά τα τρυφερά συναισθήματα που ξυπνούν την επιθυμία του ενός για τον άλλον.
Κι αυτό δεν είναι ένα τραπέζι λύπης και θλίψης, αλλά ένα τραπέζι χαράς με πρωταγωνιστές τους δυο τους γιατί απόψε γιορτάζουν τα δέκα πέντε χρόνια συμβίωσης και ήταν τόσο χαρούμενοι που πραγματικά έλαμπαν στο γιορτινό τους τραπέζι.
Η ευτυχία είναι γύρω τους, κοντά τους, τους πολιορκεί από παντού και δεν έπαψε να τους χτυπά την πόρτα θέλοντας να φτάσει στην καρδιά τους με τον αέρα που αναπνέουν.
«Τι μεγάλη χαρά να βλέπω γύρω μου χαρούμενους ανθρώπους.» Του λέει, με τα μάτια της να λάμπουν ηδονικά.
«Και εγώ άγγελε μου! Κι όταν εμείς είμαστε ευτυχισμένοι και οι γύρω μας είναι ευτυχισμένοι και χαρούμενοι.»
Την αγκάλιασε και προχώρησαν προς την έσοδο του σπιτιού. Κάτω από τη μεγάλη πόρτα του σαλονιού, σταμάτησε. Τον κοίταξε παράξενα, ένιωθε κάτι περίεργο να πλανιέται στην ατμόσφαιρα. Αισθάνθηκε τόσο περίεργα, ήταν αυτή και αυτός, κανείς άλλος. Ήταν μια γυναίκα έτοιμη να βρυχηθεί. Ήταν η στιγμή τους. Κρεμάστηκε στους ώμους του, ένιωσε τη ζεστασιά της να διαπερνά το κορμί του. Νιώθοντας πως ήθελε περισσότερα από εκείνη, αγκάλιασε τη μέση της με το χέρι του και τράβηξε το κορμί της να κολλήσει στο δικό του. Το πρόσωπό της βρίσκεται κάπου στο στήθος του, τα χείλη της φιλούν το λαιμό του, τα χέρια της έχουν αγκαλιάσει τη μέση του. 
Γλιστράνε στην άκρη του αναπαυτικού καναπέ καθώς αυτός γονατίζει στο πάτωμα, με το ένα του χέρι αγκάλιασε από τη μέση το καυτό κορμί της και το άλλο κατέβηκε από την κοιλιά της και έπιασε το σημείο ανάμεσα στο δαντελένιο εσώρουχό της. Βρήκε αυτό που αναζητούσε και το χάιδεψε ανελέητα με τις άκρες των δαχτύλων του.
Ακόμα και με τόσο λίγα προκαταρκτικά, εκείνη ήταν ήδη έτοιμη, ένιωσε την υγρή ζεστασιά της να τον τυλίγει. Την κράτησε σταθερά καθώς συνέχιζε να τη χαϊδεύει, ώσπου εκείνη τεντώθηκε σαν τόξο, τίναξε το κεφάλι της πίσω και τα νύχια της γαντζώθηκαν στους ώμους του, ενώ οι βρυχηθμοί της απλώθηκαν στις τέσσερις γωνίες του σαλονιού.
..Οι φαντασιώσεις τους κλείδωσαν στο συζυγικό τους κρεβάτι, εκεί ο ένας δίπλα στον άλλο, τα μάτια τους αντικρίζουν μόνο εκείνους. Ο χρόνος σταματάει. Οι λέξεις περισσεύουν η ανάσα τους κόβεται, μένουν μόνο τα βλέμματα τους να μιλήσουν και να καλύψουν όλα τα κενά που υπάρχουν μέσα τους. Οι ανάσες κι οι χτύποι της καρδιάς τους συντονίζονται, χαράζουν κοινές νότες ευτυχίας κι αισθάνονται «ένας» όπως δεκαπέντε χρόνια τώρα.
Σε μια ρουτίνα που δε μιλάνε τα χείλη αλλά τα βλέμματα. Καταργούνται οι λέξεις και απλά της φανερώνει την αγάπη του με πράξεις. Και μαζί ανταμώνουν τ’ όνειρο σ ’έναν κόσμο δικό τους κάτω απ’ την επήρεια εθιστικών αγγιγμάτων, κι αισθήσεων που συγκρούονται κι εκρήγνυται σε ένα ερωτικό παραλήρημα που δίνει ενέργεια στις σεξουαλικές φαντασιώσεις τους.
Τα δάχτυλα και τα χέρια του, της χαρίζουν λυτρωτικά χάδια και χαλαρώνουν κάθε της αντίσταση, κάθε της ενδοιασμό. Το μασάζ σε κάθε σημείο του σώματός της την κάνουν να παραδίνεται άνευ όρων και να ξεχνά κάθε «πρέπει», «μη» και «δεν». Μαζί του δεν υπάρχουν «απαγορεύεται» κι «επιτρέπεται» και όλα γίνονται σκόνη που τη φυσάει, κάθε φορά που αφήνει μικρές αναπνοές πάνω στο κορμί της. Κάνει το σώμα της δικό του κι αυτή δοκιμάζει και δοκιμάζεται, παίζει, ταξιδεύει, τρελαίνεται και του προσφέρεται. Κάθε φορά που την κάνει να «τελειώνει», νιώθει να δαμάζεται κι απολαμβάνει δυνατά τον ρόλο της.Τον νιώθει να εισχωρεί στο κορμί της και τον εκλιπαρεί να μη σταματήσει. Όταν είναι υπό το καθεστώς της καύλας, δεν κρατά μεζούρες. Μόνο παρακαλά αυτός ο «τύραννος» να συνεχίσει να τη βασανίζει. Μόνη της λύτρωση η ένωσή τους και αυτό που θα κάνει όλες τους τις αισθήσεις να χτυπήσουν συναγερμό και να φτάσει το μυαλό τους στο «κόκκινο». Λόγια, κραυγές, μουγκρητά, ιδρώτας, δύναμη κι αδυναμία, όλα καταθέτονται στο βωμό της απόλαυσης και της κορύφωσης.
,,,,,,Ξάπλωσε δίπλα της άνοιξε τα καυτά χείλη του αιδοίου της, και άρχισε απαλά να γλείφει το θάμνο γύρω του. Η Ανδρομάχη αρχίζει να αναδεύεται ανήσυχα, αρχίζει να βογκά και να αναστενάζει γεμάτη λαγνεία.
Αμέσως μετά η γλώσσα του βυθίζεται και το κορμί της σφαδάζει φρενιασμένα. Όσο τη ρουφάει και τη πηδάει με τη γλώσσα του, νιώθει ηδονικό σκίρτημα παντού, σε όλο της το κορμί, δεν μπορεί να αντισταθεί στο κάλεσμά του, τύλιξε τα πόδια της στο λαιμό του και τον κράτησε εκεί.
Της αρέσει αυτή η στάση. Δεν δέχονται όλες οι γυναίκες να πέσει ένας οποιοσδήποτε άντρας ανάμεσα στα σκέλια τους, πρέπει πρώτα να τις κερδίσει για να του δώσουν το σινιάλο. Με τη γλώσσα του διαχώρισε τα δυο χείλη και όταν τ' άνοιξε πια ήταν υγρά και έτριψε τη γλώσσα του πάνω κάτω ανάμεσα στα στρώματα της ευαίσθητης της σάρκας, πέρασε τα χέρια του κάτω απ' τα γόνατα της, έπιασε τους γοφούς της και τη κοιλιά της με της παλάμες του, την χάιδεψε και της άνοιξε τα πόδια. 
Όλα γίνονται απαλά, με ευγένεια, είναι μια προσευχή που θέλει την ώρα της.
Τον ικανοποιεί βαθιά το να φέρνει τη σύντροφο του σε σπασμούς έκστασης με τα φιλιά του.
Το πιστεύει βαθιά ότι μεταξύ δύο συντρόφων δεν υπάρχει καμία διαφθορά, ενοχή ή ντροπή, γιατί η σαρκική ανισότητα παύει να υπάρχει στο κρεβάτι. Υπάρχει μόνο η υπόσχεση της ευχαρίστησης και η εκπλήρωση των αμοιβαίων επιθυμιών.
Η θέα των χειλιών του αιδοίου και των αστραφτερών ρόδινων πτυχών έστειλαν όλο το αίμα από το σώμα του να ξεχυθεί σαν χείμαρρος στο πέος του. 
Εκείνη βόγκηξε απελπισμένα. «Σε παρακαλώ» είπε λαχανιασμένα, τον ικέτεψε να βάλει ένα τέλος στα ηδονικά βασανιστήρια που της έκανε με τη γλώσσα του.
Καθώς εκείνος ξεκίνησε να κινείται με αργές ωθήσεις, εκείνη ανασηκώθηκε για να τον συναντήσει, άρχισε να κινείται ρυθμικά μέσα της σ’ ένα ξέφρενο οργασμό που δεν μπορούσε να τον συγκρατήσει, οι απότομοι σπασμοί του ξύπνησαν μέσα της κύματα, σαν φλόγες, αστραφτερές που έκαναν τα σωθικά της να λιώνουν. Είναι σαν να διαδέχονται το ένα το άλλο, πολλά κύματα ευχαρίστησης. Σχεδόν σαν πυροτεχνήματα, όπου υπάρχει μια έκρηξη και μετά έρχεται μια άλλη, λίγο μετά μια ακόμα και είναι όλες υπέροχες.. Η απελευθέρωσή του ήρθε καυτή, ο σφυγμός του σφυροκοπούσε στα αυτιά του και ούτε που κατάλαβε τις άναρθρες κραυγές της σαν πληγωμένο θηλυκό ζώο που δεν έβγαζαν κανένα νόημα, καθώς άλλος ένας οργασμός που την κυρίευσε της εξουθένωσε σώμα και ψυχή. Έμεινε να βαριανασαίνει με κλειστά μάτια για καμπόση ώρα και μετά τον έβγαλε απότομα από μέσα της, καθώς συνερχόταν σιγά σιγά.
Ο Αλκιβιάδης κατέρρευσε δίπλα της κατάκοπος και γαλήνιος. Και της ψιθυρίζει στο αυτί πως η χημεία τους όπως κι η μαγεία δε χάνονται. Μια όαση είναι που μέσα της παρασύρονται και χάνονται μέχρι να τους βρει το ξημέρωμα αγκαλιά.
Είχαν αγαπηθεί όπως ποτέ, και καμιά λέξη, κανένα βλέμμα δεν ήταν πιο εκφραστικό απ’ τα κορμιά τους που είχαν νιώσει τόσο έντονα την ηδονή. Ο Αλκιβιαδης κουλουριάστηκε σαν χαδιάρης γάτος πάνω στην Ανδρομάχη του. Τα κορμιά τους εφάρμοσαν φυσικά, το ένα θηλύκωσε στο άλλο, αυτός πίσω της. Το μυώδες στομάχι του κούμπωσε στην καμάρα της πλάτης της, οι μηροί του βρήκαν τη θέση τους στην κοιλότητα των λυγισμένων ποδιών της. Φωλιασμένη μέσα στα μακριά μυώδη μπράτσα του και νανουρισμένη από το απαλό λίκνισμα του, η Ανδρομάχη αποκοιμήθηκε πρώτη.
Και κάθε φορά του υπενθυμίζει πως όταν κοιμούνται μαζί, ν’ αφήνει το πνεύμα του στα χέρια της με ασφάλεια, και δε θα βγει ποτέ από τα δίχτυα της. Όχι ότι αυτός άλλωστε θέλει να ξεφύγει, από την ισόβια σύντροφό του, που τον σαγηνεύει με την άδολη χάρη της και τον φυσικό αισθησιασμό της. Φαινομενικά εύθραυστη, αλλά προικισμένη με τεράστια δύναμη επιβίωσης, ικανή να προσφέρει ασφάλεια και προστασία στην σχέση τους και την οικογένεια τους. Δεν θα δειλιάσει στιγμή να σταθεί στο πλευρό αυτών που αγαπά και να γυρίσει αν χρειαστεί για το χατήρι τους τον κόσμο ανάποδα.
Αυτή η μία και μοναδική που είναι το λιμάνι τους. Ο κυματοθραύστης τους και ο σηματοφόρος της χαράς τους που η παρουσία της πέφτει σαν τη σταγόνα του λαδιού στο νερό, σταγόνα που απλώνεται και γαληνεύει την υδάτινη επιφάνεια.
Είναι σημαντικό γι αυτόν μετά από τόσα χρόνια έγγαμου βίου, την αγάπησε από μέσα προς τα έξω, νοιάζεται για την Ανδρομάχη του, ξέρει ότι μπορούν να συνυπάρχουν χωρίς να κυνηγάνε σκιές αναζητώντας το καλύτερο απ' αυτό που έχουν.
Μαζί λοιπόν προσπαθούν και ζουν με περίσσια αγάπη, με τις συμφωνίες αλλά και τις διαφωνίες τους, και με τις λιακάδες και με τις βροχές, πάντα δίπλα ο ένας στον άλλο, όχι απέναντι.
Αυτό είναι μια καλή συνταγή για μια σχέση τους που ξέρει να μαγειρεύει, αλλά και ξέρει να τρώει!
Ο δε παλιόφιλος καπετάνιος , αφού πρώτα τον κάθισε σε αναμμένα κάρβουνα, ερμηνεύοντας με σαφήνεια όσα οι έρευνες και οι αναλύσεις λένε, τρέχει τώρα τη φωτιά να σβήσει, ανήσυχος για μια εξέλιξη ανεπανόρθωτη στην οικογενειακή ζωή του φίλου του.! 
Πριν αναχωρήσει για τα μακρινά του ταξίδια, του τόνισε με έμφαση.....
Μιας και σίγουρα μετά από την συζήτηση μας η καχυποψία σου έχει φτάσει σε επίπεδα στρατόσφαιρας, καλό θα ήταν πριν καταδικάσεις τη σύντροφό σου ως μοιχαλίδα σε αναμονή, να μπεις στην ακριβώς αντίστροφη διαδικασία που λέει το εξής απλό: Αν μία γυναίκα περνάει καλά, δεν κάνει «σχέδια» παρά μόνο για τον άντρα στον οποίο οφείλει την ευτυχία της.
Ξέρεις, επομένως, τι πρέπει να κάνεις. Άλλωστε, φίλε μου καλέ, ποτέ σου να μην ξεχνάς ότι και η Πηνελόπη, με τον Οδυσσέα έμεινε.
Η μαγκιά είναι το ταίρι σου να είναι προορισμένο για σένα και με τη συμπεριφορά σου να το καλύπτεις τόσο και με τέτοιον τρόπο που να μη βρίσκει τρύπα να μπουκάρει ο δαίμονας.
Και τέλος μια χρήσιμη και βασική συμβουλή που πρέπει να έχεις υπόψη σου .
Το σεξ δεν επιβάλλεται, ούτε απαιτείται. Δεν είναι σωστό ή λάθος, είναι η ανάγκη σου για εκείνη, να τη θέλεις στο μυαλό και στο σώμα σου. Να γουστάρεις τη γυναίκα σου, να θες να κάνετε σεξ. 
Βασικός νόμος και απαράβατος! Η γυναίκα το σεξ το έχει στα σκέλια της. Είναι αυτή που κρατάει το κλειδί του σεξ στα χέρια της. Άμα θέλει, σε κάνει και τρέχεις. Μπορεί να σε φέρει από την άκρη του κόσμου, γιατί ξέρει καλά το κουμπί του άντρα που λέγεται πόθος.
::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::
Υ.Γ.1: Το σεξ δεν είναι έγκλημα.... Η περιγραφή του γιατί πρέπει να είναι;
.......Θυμάμαι την εποχή που ο αέρας ήταν καθαρός και το σεξ βρώμικο .....Μπερνς Τζώρτζ..........
::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::
Υ.Γ.2: Υπάρχει ο ιδανικός σύντροφος;
«Στο μυαλό μας μπορεί να υπάρχει. Αργά ή γρήγορα η πραγματικότητα θα μας χτυπήσει την πόρτα αφού ο ιδανικός άλλος είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος με διαφορετικά βιώματα και προσδοκίες.
Οι δύο πλευρές συναισθάνονται ότι ποτέ δεν θα γίνουν ένα σώμα αλλά θα είναι δύο ξεχωριστά άτομα. Η πρόκληση από εδώ και πέρα είναι να διατηρηθεί ένας κοινός κόσμος, αντιλήψεις και προσδοκίες.
Και τελικά αυτό το πρόσωπο που επιλέξαμε μπορεί να μην είναι το τέλειο ταίρι αλλά εμείς το επιλέξαμε και πάλι αυτό θα διαλέγαμε με όλα τα λάθη και τις αντιθέσεις. Ένας αληθινός άνθρωπος με πολλά χαρίσματα και πτυχές συμπεριφορών που ακόμη εξακολουθούμε να ανακαλύπτουμε και φυσικά να αγαπάμε. Οτιδήποτε άλλο, είναι συνέταιρος και η σχέση σύμβαση......γι αυτό τη σημερινή μας εποχή τόσες αποτυχημένες συμβάσεις καταγγέλλονται πλέον τόσο συχνά.»!

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2024

Sto Super Market Me Ta Biologika

Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία Ι: (Part:2)....
«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας του συγγραφέα. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες .....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία Ι: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία Ι (Part..1)»
........Στη Θεσσαλονίκη περασμένα μεσάνυχτα Σαββάτου προς ξημερώματα της Κυριακής, όπως είδαμε η Ναυσικά και η Ανδρομάχη είχαν την ευκαιρία να ζήσουν μια συναρπαστική λεσβιακή εμπειρία γεμάτη έντονη σεξουαλική ενέργεια και πάθος, παρασυρμένες από το ανομολόγητο πάθος της μιας για την άλλη, που κατέκλυσε τα κορμιά τους, θόλωσε το μυαλό τους και εξαφάνισε την λογική τους με αποτέλεσμά να κάνουν το τόλμημα να επιδοθούν σε τολμηρά σεξουαλικά παιχνίδια μεταξύ τους. Και οι δύο ομολογούσαν πως αναστατώθηκαν οι αισθήσεις τους όσο καμιά άλλη φορά και δεν είχαν την δύναμη να αντισταθούν ώστε τα πάντα μπορούσαν να συμβούν τη νύχτα τους στη Θεσσαλονίκη. Η ένταση της επιθυμίας, ο ίλιγγος των αισθήσεων άρπαξε την ψυχή τους και την τράνταξε ίδια καθώς αγέρας από τα βουνά χυμάει μέσα στους δρυς φυσομανώντας. Η στάση τους δεν άφηνε περιθώρια για παρανοήσεις. Τις είχε ενώσει μια νύχτα μαγείας και τρέλας. Η αλήθεια είναι πως μερικά χρόνια πριν δεν θα είχαν διανοηθεί ακόμη και να συζητήσουν το εν λόγω θέμα, πόσο μάλλον ως δυο ετερόφυλες γυναίκες να τολμήσουν να δοκιμάσουν και να μοιραστούν μαζί την εμπειρία προσφέροντας σεξ η μια στην άλλη, υπερβαίνοντας το πολιτισμικό εμπόδιο, της ηθικοπλαστικής υποκρισίας και του πουριτανισμού. Το σεξουαλικό πάθος και η αξία του έρωτα υπερίσχυσε της όποιας λογικής τους και με αμοιβαίο σεβασμό επιτρέποντας και στις δύο να είναι ανοιχτές και ειλικρινείς μεταξύ τους, μοιράστηκαν πολλαπλούς οργασμούς σε σύντομο χρόνο μέχρι τον «επόμενο γύρο», δεδομένου ότι σαν γυναίκες ήξεραν τι ήθελαν και κατ΄επέκταση πως να φέρει την κορύφωση της σεξουαλικής διέγερσης η μία στην άλλη. Το ερωτικό πάθος είναι θεόσταλτο από την Αφροδίτη δηλώνει στους στίχους του ο Ευριπίδης και «είναι φυσικό, άμα οι θεοί το θέλουν, οι θνητοί να σφάλλουν». 
Το ερωτικό πάθος και η ηδονή που έζησαν εκείνο το Σάββατο δεν το είχαν βιώσει ποτέ ξανά στη ζωή τους, παρόλο που και οι δυο γυναίκες είχαν μια υγιή, δραστήρια και ικανοποιητική σεξουαλική ζωή. Αυτή η επαφή τους τις έκανε να απενοχοποιήσουν το λεσβιακό σεξ, να αγαπήσουν το σώμα τους να μην έχουν ταμπού στο κρεβάτι. Απλά αφέθηκαν. Σαν γυναίκες ήξεραν ακριβώς που και πότε να αγγίξει η μια την άλλη. Τι ήθελαν να ακούσουν, να λέει η μια στην άλλη. Νοιαζόταν να ικανοποιήσει η μια την άλλη. Δεν θα ξεχάσουν τον τρόπο που προσπαθούσε να ικανοποιήσει η μια την άλλη και αυτό τους δημιουργούσε ένα επίπεδο εμπιστοσύνης, επιτρέποντας και στις δύο να αισθάνονται ασφαλείς μεταξύ τους, μεχρι που αποφάσισαν πως το σεξ με γυναίκα είναι αλλιώς και αγκαλιασμένες έπεσαν σε βαθύ ύπνο στο άνετο και αναπαυτικό κρεβάτι του ξενοδοχείου!
 Πίσω στην Αθήνα τον Αλκιβιάδη το ίδιο σαββατόβραδο τον απασχολούσε κάτι που πολύ απλά μπορεί να συμβεί στον καθένα. Από νωρίς βιώνει το αίσθημα της μοναξιάς του σε μια φορτισμένη συναισθηματική κατάσταση, έχοντας έντονες νυχτερινές αϋπνίες, και οι αϋπνίες τον ταξίδευαν στα μονοπάτια της μνήμης, και του ζητούσαν επίμονα να ζήσει ανεκπλήρωτες ερωτικές επιθυμίες! Η αιτία που ζει τις εσωτερικές ενσυνείδητες συγκρούσεις του είναι η ερωτική επιθυμία για μια γυναίκα, που σήμερα την είδε μετά από χρόνια με μια λαχτάρα που κατάφερε να τον αγγίξει και να χαραχτεί βαθιά στην συνείδηση του απρόσμενα το μεσημέρι του Σαββάτου και του δημιουργεί την αίσθηση πως μέσα του γεννιέται κάτι μυστικό, κάτι συνωμοτικό, μα και ανησυχητικό μαζί, και ο νους του αδυνατεί να σταματήσει να τη σκέφτεται. Η μορφή της είχε κάνει νυχτερινή απόβαση στο μυαλό του και στη σκέψη της δεν ησυχάζει με τίποτα. Νιώθει απόψε αυτό το ρομαντικό συναίσθημα γι αυτή τη γυναίκα με τον ψυχισμό ενός εφήβου, τότε που έψαχνε τη ζωή του χωρίς να ξέρει πού θα τη βρει. Ένιωσε ένα μικρό τσιμπηματάκι στην καρδιά με τις αναδυόμενες σκέψεις. Είχε πρόσφατα αφήσει πίσω του τα σαράντα του χρόνια κι η Βαλερία σήμερα του είχε φανεί ίδια με την αέρινη οπτασία που έβλεπε στα εφηβικά του όνειρα. Και σήμερα στα σαράντα του χρόνια γνωρίζει ότι η σεξουαλική επιθυμία είναι ένα πάθος στο οποίο υπάγονται όλα τα άλλα πάθη και στο οποίο όλα ενώνονται και η πραγματική ευτυχία στηρίζεται στις αισθήσεις και η αρετή δεν ικανοποιεί καμιά από αυτές!
Η ιστορία του ξεκίνησε όπως κάπως έτσι ξεκινούν πολλές ιστορίες οι οποίες συμβαίνουν κάποτε! Κι όμως η μέρα είχε ξεκινήσει φυσιολογικά, με όλες τις συνήθειές της, τους εξαναγκασμούς και τις μικρές απολαύσεις της. Όταν λοιπόν ξημέρωσε το Σάββατο τίποτα δεν προανήγγειλε ότι αυτό το συνηθισμένο Σάββατο που απολάμβανε τη προσωρινή μοναξιά του θα ερχόταν κάποια στιγμή να πολιορκείται από μύχιες και ανεκπλήρωτες ερωτικές επιθυμίες, και το ενδιαφέρον και η προσοχή του να εστιάζεται σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο που έγινε η εφήμερη ηρωίδα του και το αντικείμενο του αναπάντεχου ερωτικού του πάθους. Κεντρική πρωταγωνίστρια μια παλιά τους φίλη, η γοητευτική Βαλερία με την απαράμιλλη κομψότητα της. Τίποτα δεν προμήνυε την τρελή τροπή που θα έπαιρναν οι σεξουαλικές του διαθέσεις απ' τα επερχόμενα γεγονότα και αυτό το έντονο αίσθημα κάψας που είχε νιώσει να απλώνεται χαμηλά στην κοιλιά του από την παρουσία της Βαλερίας.
Ο Αλκιβιάδης άνοιξε τα μάτια του στις επτά και δέκα. Τον είχε ξυπνήσει η καμπάνα της μικρής εκκλησίας τους, η μέρα φάνταζε ωραία, ηλιόλουστη, κάτι που έπρεπε να εκμεταλλευτεί, μια και το φθινόπωρο ήταν προ των πυλών. Ως συνήθως, τεντώθηκε απλώνοντας τα χέρια του στο κρεβάτι τα σεντόνια ήταν κρύα. Η Ανδρομάχη η εδώ και δέκα πέντε χρόνια σύντροφος του, είχε ήδη αποδράσει από χθες Παρασκευή πρωί για τη τριήμερη εκδρομή  της.   
Πήγε στο μπάνιο, έκανε την πρωινή του τουαλέτα έπλυνε τα δόντια του, μετά πήγε στο δωμάτιο έβγαλε τις πιτζάμες του και έβαλε ρούχα εργασίας κήπου. 'Έφτιαξε το πρωινό καφέ του, πήγε βόλτα το σκύλο, καθάρισε το κλουβί με τον παπαγάλο άνοιξε το Κομπιούτερ και  έλεγξε τα  Εmail του. Ο Αλκιβιάδης αυτό το ΠΣΚ ζει τη προσωρινά εργένικη ζωή του χαλαρός και νηφάλιος. Ξεκινώντας η μέρα του χωρίς αναταράξεις σαν να βρισκόταν σε ήρεμα νερά, ήταν η Ανδρομάχη του που του προκάλεσε μια ανησυχία! Συνήθως όταν απουσίαζε τον έπαιρνε πάντα πρώτη τηλέφωνο απ' τα άγρια χαράματα να μιλήσουν, να έχουν επαφή. Σήμερα ασυνήθιστο περνούσε η ώρα, ανέβηκε ο ήλιος και το τηλέφωνο δεν κτύπησε! Την πήρε πρώτος εκείνος και το τηλέφωνο δεν του απαντούσε. Ανησύχησε! Την πήρε και πάλι, άργησε να το σηκώσει και όταν το σήκωσε του δικαιολογήθηκε πως την πήρε βαθιά ο ύπνος γιατί από βραδύς τη ταλαιπώρησαν οι κολικοί της! Ο Αλκιβιάδης ανησύχησε και αναστατώθηκε που η Ανδρομάχη του βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα τέτοιο δυσάρεστο γεγονός μα η ίδια τον καθησύχασε, λέγοντάς του πως όλα είναι καλά και ήταν κάτι περαστικό και πάει της πέρασε! Τον διαβεβαίωσε πως ήδη ένιωθε πολύ πιο ευχάριστα αναμένοντας τις προγραμματισμένες εξόδους σ’ αυτή την τριήμερη «απόδραση» της που συμβάλλουν ακόμη περισσότερο στην καλή της διάθεση, και της προσφέρουν μία ανάλαφρη διάθεση ελευθερίας και παράλληλα θα ξεδώσει, θα εκτονωθεί, και θα αποβάλει άγος, νεύρα και φυσικά την κακή διάθεση.
«Ανδρομάχη Μωρό μου! Με έκανες ν’ ανησυχήσω. Καλά εγώ έλειπα από δίπλα σου! Ο ρασοφόρος ο φίλος μας που ήταν να σου συμπαρασταθεί στη ταλαιπωρία σου; Η Ναυσικά;!»
«Η Ναυσικά ο Θεός να την έχει καλά, χάρις την αδελφική φιλία που μας ενώνει μου συμπαραστάθηκε στις ιδιαίτερες αυτές στιγμές μου με αλληλεγγύη και εχεμύθεια αγάπη μου! Ευτυχώς που ήταν κάτι περαστικό, μπορεί να με ταλαιπώρησε αλλά σημασία έχει που στο τέλος όλα πήγαν καλά! Ήταν κάτι που το έζησα πολύ έντονα τη νύχτα αλλά δεν χρειάζεται να υπερβάλουμε και εσύ δεν χρειάζεται να ανησυχείς αγάπη μου γιατί έχω βρει το κατάλληλο καταπραϋντικό και να τώρα με την κουβέντα μας καθυστερώ να πάρω πάλι τη δόση μου στην ώρα της!»
«Ναι έχεις δίκιο αγάπη μου να μην σε καθυστερώ, και σε παρακαλώ Ανδρομάχη μου να προσέχεις τον εαυτό σου και να μη μου ταλαιπωρείσαι! Άλλωστε το ταξίδι το έκανες για να ξεδώσεις από τα καθημερινά. Ο καιρός πως είναι στη Θεσσαλονίκη;»   
«Εντάξει αφού το είπαμε αυτό, ότι και να ήταν πάει και πέρασε! Καλά είμαι τώρα και σ΄ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σου. Ο καιρός είναι τέλειος αν και η πρόγνωση αναφέρει βροχή. Εσύ πως είσαι αγάπη μου; Για πες μου, σου λείπω;»
«Καλά είμαι αγάπη μου απλά μου λείπεις αλλά εσύ μη το σκέφτεσαι κοίτα να περνάς όμορφα και μη σε νοιάζει εγώ εδώ είμαι και θα σε περιμένω να μου πεις ωραίες και πολλές ιστορίες του ταξιδιού σου! Φιλιά πολλά!.»
«Κούκλε μου! δεν ξέρεις πόσο σε λατρεύω!» του ψιθύρισε. «Ποσό σε λατρεύω όταν είσαι τόσο χαλαρός και τρυφερός μαζί μου ! Σου στέλνω πολλά φιλιά.» 
Η αλήθεια είναι πως όταν ο Αλκιβιαδης ακούει τη φωνή της Ανδρομάχης, ειδικά η φωνή της στο τηλέφωνο νιώθει μια ευχαρίστηση. Η θύμηση αυτής της φωνής τον ευχαριστεί, αφού είναι η φωνή του προσώπου που αγαπά. Η φωνή της Ανδρομάχης είναι πολύ ηχηρή, ζεστή, ο τρόπος που λέει: Εμπρός, η Ανδρομάχη είμαι, όλα αυτά τα απροσδιόριστα πράγματα. Και όντως, υπάρχει μια πολύ φευγαλέα ευχαρίστηση στη θύμηση αυτής της φωνής και ειδικά τώρα που είναι στη μοναξιά του.
....... Και όμως! Σαν κάτι απροσδιόριστο να τον προβληματίζει σήμερα τον Αλκιβιάδη! Λίγο περίεργα μου τα λέει η Ανδρομάχη μου! Εντάξει για δέκα πέντε χρόνια παντρεμένοι πολύ καλά τα πάμε στη σχέση μας. Όταν όμως ξαφνικά «ξεχνάει» να σε πάρει τηλέφωνο και στο καπάκι πριν κλείσει το τηλέφωνο θυμήθηκε με έμφαση να σου πει πως σε «λατρεύει» λογικά σου δημιουργεί αντικρουόμενα συναισθήματα και ταυτόχρονα καταιγισμό από αρνητικές σκέψεις.» Μουρμούρισε προβληματισμένος ο Αλκιβιάδης κλείνοντας το τηλέφωνο! «Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά, αυτά που λέει είναι αυτά που κάνει! Το μόνο σίγουρο είναι οι  εικασίες που έχεις. Γιατί στις εικασίες με τον εγκέφαλο βλέπεις και όχι με τα μάτια! Σκέψου Αλκιβιάδη σε τι πέλαγος άγνοιας κολυμπάς όταν αυτά που σου καλλιεργεί στον εγκέφαλο δεν είναι και τόσο σίγουρο ό,τι είναι έτσι όπως λέγονται! Βιάζεται λέει να πάρει το γιατρικό της!» Ύποπτο του φαίνεται! Συγκρατήθηκε όμως, αντιστάθηκε στον πειρασμό γιατί σε κάτι τέτοιες στιγμές προσπαθούσε να ‘ναι όσο μπορούσε πιο ευγενικός μαζί της. Τι να κάνει Σαββάτο πρωί! Να Ανοίξει κουβέντα με επιχειρήματα; Καλά κρασιά, επτά-μηδέν θα λήξει το σκορ εις βάρος του και θα τρώει και τι γκρίνια της για κάνα τριήμερο. Οπότε δεν έχει κανένα νόημα, να μπει σε κουβέντα με την Ανδρομάχη, τσάμπα χαμένος χρόνος αν υπάρχει διαφωνία. Δεν πρόκειται ποτέ να βρει άκρη. Της λέει «ναι αγάπη μου δίκιο έχεις» και καθάρισε. Απλά τρώει λίγη ώρα μέχρι να το πει, γιατί οι γυναίκες γενικά δεν αποδέχονται την εύκολη παράδοση. Τον θέλουν τον τσακωμό. Όπως θα 'θελαν αν μπορούσαν το κομμωτήριο, το μανικιούρ και το πεντικιούρ σε καθημερινή βάση. Το κομμωτήριο κι ο τσακωμός δεν είναι μια συνήθεια, είναι DNA. Δεν θέλουν να κερδίσουν το μπρα ντε φερ με μία κίνηση. Δεν γίνεσαι πειστικός Αλκιβιάδη. Το κάνεις όπως κάνουν αυτές τον ψεύτικο οργασμό. Δυσθυμείς, βογκάς, διαφωνείς και μετά παραδίνεσαι. Γι αυτό Αλκιβιάδη δώσε δύο-τρία λεπτά από το χρόνο σου. Αυτή είναι, σύμφωνα με τον σοφό παππού του, η καλύτερη συμβουλή αν θέλει να μην του τα ζαλίζει όλη την ώρα η γυναίκα του. Το τι θα κάνει τελικά είναι μια άλλη υπόθεση. Θα ξαναβγεί με τους κολλητούς του, θα ξαναστάξει το κατούρημα στη λεκάνη, θα ρίξει καφέ στο πάτωμα, θα συνεχίσει να κοιτά τον κώλο της κάθε Τζένιφερ Λοπέζ -απλά δεν θα το λέει. 
«Ναι αγάπη μου, έχεις δίκιο, εγώ φταίω!». Αυτό είναι το τρίπτυχο της ευτυχίας. Ο Αλκιβιάδης το έχει εμπεδώσει!
......Το πρόγραμμα του εκκλησιαστικού τουρισμού βρίσκεται στη δεύτερη ήμερα του. Η περιήγησης του εκκλησιαστικού τουρισμού τελείωσε νωρίς το απόγευμα  και έτσι οι γυναίκες είχαν την ευκαιρία στον υπόλοιπο χρόνο τους να κάνουν ένα γρήγορο ντους και στη συνέχεια ο ελεύθερος χρόνος τους αποτελεί μια καλή αφορμή για να βγουν έξω και να το διασκεδάσουν, θέλοντας να εκμεταλλευτούν πλήρως τη βραδιά τους. Είχε περάσει πολύς καιρός από τότε που οι δυο φιλενάδες είχαν βγει να διασκεδάσουν οι δυο τους παρέα και απόψε ετοιμάστηκαν για μια ξέφρενη βραδινή έξοδο! Όσο κι αν δεν θέλουν να το συνειδητοποιήσουν τα τριάντα πέντε τους χρόνια έχουν χτυπήσει την πόρτα τους. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να τα βάψουν μαύρα. Βρίσκονται στην καλύτερη και πιο δημιουργική ηλικία για τη γυναίκα γενικότερα! Η αλήθεια είναι ότι θέλουν να βγουν, να φλερτάρουν, να διασκεδάσουν και να λειτουργήσουν  αποχαιρετώντας το καλοκαίρι όσο πιο αυθόρμητα γίνεται. Έχουν κουραστεί από τα πρέπει της λογικής και θέλουν απόψε να κάνουν του κεφαλιού τους. Διψάνε για λίγη περιπέτεια και ελευθερία. Μπούκωσαν από τις ευθύνες, από τα προβλήματα και θέλουν απόψε να ξεγράψουν αυτούς τους μπελάδες από το μυαλό τους. Τι θέλουν, τι πραγματικά ζητούν;  Ένα διάλειμμα από την καθημερινότητά τους. Έναν ερωτικό πειρασμό που ελλοχεύει εκεί έξω να τις βάλει σε περιπέτειες και να στείλει την αδρεναλίνη στα ύψη, σε ένα «παιχνίδι» ενηλίκων. Πολλές γυναίκες σ΄ αυτή την ηλικία καταφεύγουν στην αναζήτηση αυτής της συγκίνησης, ταράζοντας έτσι τα λιμνάζοντα νερά της καθημερινότητάς τους. Τα τελευταία χρόνια δεν είναι λίγες οι παντρεμένες γυναίκες που ενδίδουν στο φλερτ κάποιου άλλου άντρα, ακόμα κι αν έχουν καταφέρει επανειλημμένως να αντισταθούν στους «πειρασμούς» στο παρελθόν ώστε να ανανεώσουν την σεξουαλική τους ζωή. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο όρος «σεξουαλική ζωή» μοιάζει με άγνωστη λέξη σε μια μακροχρόνια σχέση. Δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργο που μια γυναίκα αναζητά άλλον παρτενέρ για να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές της ανάγκες. Η σεξουαλική ανία στο γάμο της, είναι ίσως ο συνηθέστερος λόγος και τα κίνητρα που οδηγούν μια γυναίκα σε ξένη αγκαλιά που της προκαλεί ερεθισμό και σεξουαλική διέγερση και κυλιέται με τον εραστή στο κρεββάτι της «αμαρτίας.»
.................Ο Αλκιβιάδης όταν έμαθε πως ο ρασοφόρος άφησε το ποίμνιο του και αναχώρησε για το Άγιο Όρος προβληματίζεται! Ο κατεργάρης φίλος του και πνευματικός της Ανδρομάχης, του είχε υποσχεθεί να κοιμάται ήσυχος, να μην ανησυχεί, για την συμπεριφορά της Ανδρομάχης. Αυτός θα είναι φύλακας φρουρός που θα φροντίζει και θα προσέχει ώστε το κορίτσι τους να μην απομακρυνθεί από τα μονοπάτια της κοινωνικής ηθικής και το δρόμου του Θεού στη διάρκεια της εκδρομής τους. Με την προσευχή του και την ευλογία του θα της κρατάει άγρυπνη την ηθική της συνείδηση, ώστε να μην πέσει στις  παγίδες και στις πλεκτάνες του διαβόλου. Ο Σατανάς στήνει τα δίχτυα του και απλώνει τα πλοκάμια του, σε παντρεμένες γυναίκες να παρασυρθούν σε εξωσυζυγικές ερωτικές σχέσεις! Και αυτός δεν παρέμεινε δίπλα της, να τον νιώθει φύλακα προστάτη της  ώστε να μην επηρεάζεται από τον ύπουλο πειρασμό των Πρωτοπλάστων αναζητώντας να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές της ανάγκες εκτός συζυγικής κλίνης.
  Με τη στιβαρή ανδροπρεπή παρουσία του ως ιερωμένος με πλούσια εμπειρία από το γυναικείο κοινό της ενορίας του να την προστατεύσει να μην πλανηθεί από τον απατεώνα σατανά, που παρακινεί με χίλιους δυο τρόπους τις γυναίκες, πονηρά και ύπουλα σε αμαρτωλές σκέψεις! Και εάν τις αμαρτωλές σκέψεις που της έβαλε ο Σατανάς στο νου όταν αρχίζει να τις κάνει πράξεις, τότε έχει ήδη διαβεί τον δρόμο της αμαρτίας και της ενοχής της. Πόσο διαφορετικό θα ήταν το συναίσθημα του αν αισθανόταν ο Αλκιβιάδης ότι ο ρασοφόρος φίλος του ήταν διαρκώς διπλά της φύλακας άγγελος της να την αποτρέψει από πονηρά ερωτικά παραστρατήματα. Όταν με το καλό συναντηθούν θα του ψάλει τον εξάψαλμο που αντί να μείνει εκεί δίπλα της και καθώς το χέρι του θα τη χαϊδεύει τρυφερά να κάνει πράξη το θεάρεστο έργο του σαν ο πλέον κατάλληλος. Να τη βάλει κάτω και με τον καυτό και καυλωμένο «πυρσό» του να ξεκλειδώσει την πίσω πόρτα της και να δουλέψει τη τρύπα της να είναι έτοιμη... όπως του είχε υποσχεθεί... Κι όμως οι υποσχέσεις του έμειναν κενές περιεχόμενου όταν ο «άγιος» πατέρας πήρε τα Άγια όρη και τα βουνά. Δηλαδή αναρωτιέται ο Αλκιβιάδης ο ρασοφόρος φίλος της και πνευματικός της δεν προβληματίζεται πως ίσως κάποιος αδέσποτος εραστής της μιας βραδιάς κάνει μαζί της παιγνίδια, γεύεται τα θεσπέσια καπούλια της και ξεχειλώνει τον «πάτο» της όπως τώρα φαντασιώνεται ο Αλκιβιάδης και καυλώνει που το σκέφτεται.;
Τα κορίτσια λοιπόν αποφάσισαν μια βραδινή βόλτα στα club/bar της Θεσσαλονίκης με πολύ ωραία μουσική και πολύ καλή εξυπηρέτηση. Το κέντρο της πόλης προσφέρεται να τους χαρίσει αξέχαστες εμπειρίες, αφού αδιαμφισβήτητο σήμα-κατατεθέν του αποτελούν τα bars του. Τα βήματα τους τις έφεραν σ΄ένα από αυτά τα club/bar «κρυμμένο» σε στοά με ατμόσφαιρα αυθεντικού μπαρ, ευνοεί την κουβέντα, ενώ ταυτόχρονα τις μεταφέρει σε κάποια γειτονιά της Θεσσαλονίκης με τον πολύ ιδιαίτερο χώρο του και με το καλό Servise θα έχουν την δυνατότητα να περάσουν όμορφες και ποιοτικές στιγμές κατά την διάρκεια της βραδινής τους εξόδου. Ήταν ένα ιδιαίτερο στέκι για τα νιάτα και όχι μόνο όπου μια σχετικά νέα γυναίκα που δεν συνοδεύεται από άνδρα όπως η Ανδρομάχη μπορεί να περάσει όμορφα. Εισήλθε αγέρωχη, αεράτη, φωτεινή, πανέμορφη, σίγουρη για τον εαυτό της, μονοπωλεί τα αντρικά (και όχι μόνο) βλέμματα αδιαφορώντας για τις φλογερές ματιές που συγκέντρωνε γιατί ήξερε πως κάπου μέσα εκεί θα βρισκόταν και αυτός που απόψε αναζητεί να βρει. Έναν ελκυστικό νεαρό άνδρα από αυτούς που την εποχή αυτή έρχονται στη Θεσσαλονίκη για τα μεταπτυχιακά τους προγράμματα στα πανεπιστήμια της συμπρωτεύουσας και που τελικά δεν καλύπτονται ψυχολογικά μόνο με τις πανεπιστημιακές τους ασχολίες και αποφασίζουν τα βράδια να πηγαίνουν σε κάποιο κλαμπάκι να ξεδώσουν λιγάκι από τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Ταυτόχρονα υπάρχουν και οι νεαροί εμπορικοί αντιπρόσωποι από τα στελέχη των εταιρειών που λαμβάνουν μέρος στην επικείμενη εμπορική έκθεση που λαμβάνει χώρα στην πόλη και που συνηθίζεται και αυτοί να συχνάζουν στα club/bar και ότι προκύψει στη συνέχεια της βραδιάς. Ειδικά για μια γυναίκα που δεν θέλει να βάλει τη σχέση της σε κάτι πιο σοβαρό. Χωρίς μακρινές όψεις του μέλλοντος, μπορεί απλά να απολαύσουν ο ένας τον άλλον για μια βραδιά. Η Ανδρομάχη λοιπόν χωρίς να θελει να πάει αυτή τη σχέση της μιας βραδιάς σε πιο σοβαρό στάδιο, αυτή θα είναι η σωστή της απόφαση. Να βρει έναν νεαρό άντρα έντονα σεξουαλικός που θα μπορεί να πετύχει επαρκή στύση και να εκκινήσει ένα νέο σεξουαλικό κύκλο αμέσως μετά από τον πρώτο οργασμό του ώστε να είναι έτοιμος για επόμενο γύρο που θα γεμίσει τη βραδιά της με χρώμα και ποικιλία και θα τονώσει το «εγώ» παρασύροντας την να έχει πολλαπλούς οργασμούς κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής τους που θα συγκλονίσουν το κορμί της. Ο εραστής είναι πάντα πιο πρόθυμος να κάνει κομπλιμέντα και να τονώσει την σεξουαλική εικόνα της ερωμένης του. Ο μόνιμος σύντροφος από την άλλη, είτε γιατί θεωρεί αυτά τα πράγματα δεδομένα, είτε γιατί κι αυτός έχει ψιλοβαρεθεί, αμελεί να τονώσει το «εγώ» της γυναίκας. Η μάχη είναι όπως και να το κάνουμε Αλκιβιάδη είναι άνιση και νικητής βγαίνει ο εραστής πανηγυρικά. Είναι αναπόφευκτο αν η γυναίκα συναντήσει έναν άλλον άντρα που θα είναι πρόθυμος κατ’ αρχήν να γεμίσει την μοναξιά της με κουβέντα και συμπαράσταση, ο δρόμος προς την ερωτική απιστία είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. 
Η περίπτωση είναι απλή γνωρίζονται, φλερτάρουν, της πιάνει αυτός τη κουβέντα, μπορεί να έχουν πιει κι ένα ποτό παραπάνω, «το ‘να πράγμα φέρνει τ’ άλλο» και νάτο βρίσκονται από κοντά και βγάζουν τα μάτια τους. Τι όχι; Ο Αλκιβιαδης αναρωτιέται μήπως η Ανδρομάχη του που λατρεύει τα ταξίδια, της αρέσει να ψυχαγωγείται και να ψυχαγωγεί και έχει διαρκώς την ανάγκη να προβάλλεται και να απολαμβάνει τη συγκίνηση της περιπέτειας αυτό να ήταν και το βασικό της κίνητρο της τριήμερης εκδρομής της στη Θεσσαλονίκη και διόλου απίθανο οι νύχτες της να κυλούν συνδυάζοντας την απόδραση με την απόλαυση σε στιγμές μυστικές, λάμψεις μαγικές κι αγκαλιές ερωτικές, στην αγκαλιά ενός όμορφου, νεαρού καλοσχηματισμένου άνδρα με γυμνασμένο σώμα. Η Ανδρομάχη σαν πνευματώδης κεφάτη και μποέμισσα, είναι ευχάριστη και δεξιοτέχνης στο να γοητεύσει και να διασκεδάσει ένα νεαρό σύντροφο. Κάνει εύκολα φίλους αλλά δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για μακροχρόνιες και απαιτητικές σχέσεις. Σαν ελεύθερο πνεύμα απαιτεί διανοητική ισορροπία από το ερωτικό της ταίρι και δεν θα δεχτεί να την παραπετάξουν ή να της βάλουν χαλινάρι. Έχει την τάση να μπλέκεται σε περιπέτειες με πολλούς άντρες ιδιαίτερα σε νεαρή ηλικία. Επειδή δεν έχει συναισθηματικούς ενδοιασμούς, εύκολα μπορεί να χρησιμοποιήσει το σεξ σαν όπλο να δουλέψει υπέρ της. Επινοεί πολλές ηδονικές και τολμηρές επιλογές ως παλιά καραβάνα με πολλά γραμμένα χιλιόμετρα στον ερωτικό στίβο, να πλανέψει με τη καυτή παρουσία της και να τους «ξυπνήσει» τα ερωτικά τους ένστικτα με δική της πρωτοβουλία και χωρίς αναστολές, σαν γυναίκα-αρπακτικό που ξέρει τι θέλει και πώς πρέπει να κινηθεί για να το αποκτήσει στην αναζήτησή μιας σχέσης με σεξ της μίας βραδιάς ώστε να καλύψει την έλλειψη του Αλκιβιάδη! Δεν ψάχνει να βρει τον έρωτα της ζωής της όταν αναζητά έναν νεαρό άνδρα για σεξ της μια βραδιάς, αλλά ένα υποκατάστατο μικρότερης ηλικίας του Αλκιβιάδη με αυξημένη σεξουαλική απόδοση στο σεξ που θα διεγείρει το σεξουαλικό της ένστικτο, θα αυξήσει τη σεξουαλικής της ευχαρίστηση και θα περάσει μαζί του για λίγες ώρες τη γοητεία της αμαρτίας με ερωτική απόλαυση και ηδονή. Δεν υπάρχει τίποτα το μεμπτό σε όλο αυτό. Θέλει για ένα βράδυ, να μετατραπεί σε κάποια άλλη, κάποια που έχει φαντασιωθεί, και να κάνει πράγματα που σίγουρα με τον Αλκιβιάδη της ούτε καν σαν σκέψη δεν μπορούσε να εκδηλώσει! Στο κάτω κάτω, τον παρτενέρ της δεν πρόκειται να τον ξαναδεί. Γιατί λοιπόν να μην αφήσει τον εαυτό της ελεύθερο;  να εκφράσει τις πιο ακραίες φαντασιώσεις της  και μετά να ξαναγυρίσει στην οικογενειακή της ζωή και στην ρουτίνα της καθημερινότητας και της σεξουαλικής επαφής. Να νιώσει συναισθήματα πρωτόγνωρα, να καλύψει παράνομες επιθυμίες, να ζήσει το σεξ σε όλη του τη διάσταση, να αφεθεί κι ας πονέσει. Το θεωρεί ότι είναι φυσικό να βιώνει αυτές τις κοινωνικές κατακτήσεις του φύλου της και να μην αισθάνεται ενοχές ότι διαπράττει αταξίες ή αμαρτήματα επωφελούμενη από αυτές.. Ο Αλκιβιαδης φαντάζεται την Ανδρομάχη με την κολλητή της τη Ναυσικά και την ξαδέρφη της Ναυσικάς να πηγαίνουν στο club/bar παρέα, που σημαίνει δεν θέλουν να φανούν εύκολες, ειδικά στα μάτια των θαμώνων, «κρατώντας» έτσι τις άμυνες τους στο «πέσιμο»  πράγμα που κάνει το παιχνίδι τους λιγάκι πιο εύκολο. Δεν υπήρχε άντρας που να μην έριχνε το βλέμμα του πάνω της. Ο καθένας θα στοιχημάτιζε, με τον αέρα της μοιραίας γυναίκας που εξέπεμπε, ότι στο τέλος της βραδιάς θα είχε βγάλει γκόμενο. Η Ανδρομάχη τους έβλεπε όλους για να βρει το βλέμμα που θα τη μαγνητίσει, τη μορφή που θα την τραβήξει με διάθεση για να φλερτάρει. Σάρωνε τα πρόσωπα αλλά ανταπόκριση δεν έβρισκε, να υπάρχει κάποιος ενδιαφέρον διαθέσιμος τύπος στην ανοικτή αίθουσα. Φθάνοντας στη μεγάλη ξύλινη μπάρα με τον χαμηλό και άκρως ατμοσφαιρικό φωτισμό του club/bar η Ανδρομάχη κοντοστάθηκε και για μια στιγμή αιφνιδιάστηκε ευχάριστα. Το βλέμμα της πέφτει σ΄ έναν πολύ ελκυστικό νεαρό άνδρα, ψηλό, ευθυτενή, με αρρενωπά χαρακτηριστικά που η συμμετρία των χαρακτηριστικών του προσώπου του αποπνέουν μια ιδιαίτερη γοητεία, ξεχώριζε ανάμεσα στους θαμώνες και η Ανδρομάχη γοητεύτηκε με την παρουσία του. Η έκπληξή της είναι κάτι παραπάνω από εμφανής όταν τον αντικρίζει, δεν έχει πέσει και πολύ έξω από την περιγραφή που είχε φτιάξει με το μυαλό της. Η μόνη διαφορά είναι ότι της φαντάζει πιο νεανικός με τα ανέμελα καστανά τσουλούφια που πέφτουν στο νεανικό πανέμορφο πρόσωπο του ανακατεμένα αλλά πολύ σέξι, λες και μόλις σηκώθηκε από το κρεβάτι. Στο βλέμμα του υπάρχει μια λάμψη που την αφήνει με την εξής απορία: τελικά τα μάτια του είναι πράσινα ή μπλε; Δύσκολο να απαντήσει μέσα σε αυτό το υποτονικά φωτισμένο club/bar. Το χαμόγελό του έχει παιχνιδιάρικη διάθεση και η Ανδρομάχη βάζει στοίχημα ότι η εμφάνισή του τον βοηθάει πολύ και συχνά, και ίσως τη βοηθήσει και εκείνη απόψε. Το τζιν του είναι λίγο φθαρμένο, και φοράει επώνυμης μάρκας παπούτσια. Είναι ένας ενδιαφέρον τύπος και άρχισε να σκέφτεται ότι αυτό το χρωστάει στο λακκάκι που έχει στο πιγούνι του. Τον κάνει ακόμα πιο αινιγματικό, και σ’ αυτό δύσκολα μια γυναίκα μπορεί να αντισταθεί. Μπορεί να μην ήταν καμία έφηβη, εξάλλου είχε κλείσει τα τριάντα πέντε της, όμως τέτοιον άντρα ήταν αδύνατον να τον προσπεράσει αδιάφορα. Καμιά γυναίκα δεν θα μπορούσε να περάσει από δίπλα του και να μην τον κοιτάξει.
Εντόπισε λοιπόν το υποψήφιο θήραμα που ψάχνει για να περάσει μαζί του μια καυτή ερωτική νύχτα που θα την οδηγήσει στην απόλυτη σεξουαλική ικανοποίηση. «Θα έχει μέλλον αυτή η ιστορία» σκέφτηκε, η Ανδρομάχη με κάποιες ενοχές και ένιωσε το μουνί της να υγραίνεται και να ερεθίζεται υπενθυμίζοντας της ότι είναι έτοιμο για τρελά γαμήσια από την ώρα που είδε το νεαρό άνδρα. Μια ανατριχίλα διαπερνά όλο το κορμί της, ξεχνάει το πού βρίσκεται, δεν γνωρίζει ποιος μπορεί να είναι ο άγνωστος, δεν νιώθει τίποτα άλλο παρά μια έντονη επιθυμία να κάνει πραγματικότητα τα πιο τρελά της όνειρα.Η βραδιά της έδειχνε ότι θα ξεκινούσε με τις καλύτερες προϋποθέσεις καθώς κοιτάζεται στον καθρέπτη του μπαρ και άρχισε ασυναίσθητα να διορθώνει τον εαυτό της! Ένιωσε ένα κύμα αυτοπεποίθησης και θηλυκότητας να την κατακλύζει. Το φόρεμα αγκάλιαζε τις καμπύλες της κάνοντάς την να νιώθει όμορφη και ελκυστική! Σαν έμπειρη και δυναμική γυναίκα για να μην καρφωθούν οι αμαρτωλές της προθέσεις από την πρώτη στιγμή έψαχνε την κατάλληλη ευκαιρία και αφορμή για να καταλήξει με τον πλέον ανώδυνο και πλάγιο τρόπο στον αρχικό σκοπό της και να τραβήξει την προσοχή του, με ασφάλεια και διακριτικότητα ως προς τις προθέσεις της, ώστε να τον παρασύρει και να τον κάνει να θελει και εκείνος να την προσέξει και να τον κρατάει επί ποδός. Ο άντρας που θα την αντέξει θα πρέπει να είναι αρκετά δυνατός προτού επιλέξει να μπλεχτεί μαζί της. Το ερωτικό κλειδί της είναι ο έλεγχος, θέλει αυτή να κατευθύνει το ερωτικό παιχνίδι και την πορεία της σεξουαλικής ολοκλήρωσης. Εκρηκτική και θορυβώδης μπορεί να φωνάζει και να γρατζουνά όταν οι κρυφές σεξουαλικές φαντασιώσεις της ανθίζουν σε ερωτικές ηδονές γεμάτες πάθος. Αντάλλαξε οπτική επαφή μαζί του πολύ διακριτικά στην αρχή και όσο ακαταμάχητο κι αν τον έβρισκε, απόφυγε να τον κοιτάει πολύ έντονα αλλά το κατάλαβε ότι τον είχε εντυπωσιάσει με την κομψή εμφάνιση, το σικ ντύσιμο της που αναδεικνύει το σώμα της με όμορφο τρόπο, χωρίς να είναι ιδιαιτέρως αποκαλυπτικό. Αυτό το βράδυ η Ανδρομάχη είναι πιο χαλαρά, ντυμένη είχε προτιμήσει ένα ρούχο με έξω ώμους πολύ μα πολύ όμορφο και κολακευτικό. Μια τριανταπεντάρα γυναίκα, όμορφη, σικάτη, ευγενική, που έκλεβε την παράσταση με τη δήθεν διακριτικότητά της, αλλά και τον αέρα της ταυτόχρονα. Αφού ανταλλάξανε ματιές η Ανδρομάχη γύρισε να παραγγείλει στο μπαρ αργά προσεκτικά ώστε να του δώσει αρκετό χρόνο για να την κοιτάξει καλά και να την εκτιμήσει και να τραβήξει την προσοχή του με τη φυσική εμφάνιση της και την αυτοπεποίθηση τουλάχιστον σαν πρώτη ματιά. Γυρνώντας  πάλι το βλέμμα στην αίθουσα ένιωσε το βλέμμα του να τη σκανάρει! Ο νεαρός άνδρας αφού έμεινε καρφωμένος να την κοιτάει για κάποια δευτερόλεπτα, γύρισε το βλέμμα του στο πρόσωπο της και την είδε να τον κοιτά με λάγνα ματιά που μαρτυρά ότι είναι διαθέσιμη και πρόθυμη να του παραδοθεί. Αμίλητος πήρε το ποτήρι του και ήπιε μία γουλιά από το ποτό που έπινε, σαν να ήθελε να βρέξει τα ξεραμένα του χείλη. Στην πραγματικότητα η παρουσία της γυναίκας του φάνηκε να τον πυροβολούσε στην καρδιά του. Η Ανδρομάχη από ένστικτο αντιλαμβάνεται την αρχική αμηχανία του νεαρού άνδρα και πως ίσως να ένιωθε κάπως άβολα. Σκέφτηκε λοιπόν ότι αυτή τη στιγμή του δισταγμού του ήταν ευκαιρία να δράσει η ίδια αποφασιστικά για τη συνέχεια που επιθυμούσε. Του χάρισε το πιο γλυκό χαμόγελο της και οι εκφράσεις του προσώπου της μιλούν για τα θέλω της, που του έλεγαν χωρίς λόγια. «Τη νύχτα αυτή Μωρό μου ελπίζω εσύ θα με έχεις στη θερμή την αγκαλιά σου. Σε νιώθω που ανατριχιάζεις και μόνο που σε κοιτάζω και καυλώνεις εξαιτίας μου. Ομορφάντρα μου στάζω κι εγώ από καύλα, ερωτισμό και όλα μαζί ανάκατα και δεν ποθώ τίποτε άλλο παρά πως να μοιραστώ μια ολόκληρη νύχτα μαζί σου και πως θα είναι να με γαμάς ξανά και ξανά χωρίς σταματημό, χωρίς περιορισμούς, χωρίς «πρέπει» και «μη», μεχρι να μας βρει το ξημέρωμα.»
Αχ και που να ήξερε, ότι όλα γίνονται βάσει σχεδίου. Όχι ότι χρειάζεται να το μάθει κιόλας. Όρμα Ανδρομάχη! Είσαι σε καλό δρόμο. Οι κλεμμένες ματιές και οι παιχνιδιάρικες ανταλλαγές είχαν εμβαθύνει τη σύνδεσή τους! Το πρόσωπο του νεαρού φωτίστηκε από έκπληξη και φάνηκε ότι το θέαμα που έβλεπε του άρεσε και με το βλέμμα του την «έγδυνε» και  αυτό που έβλεπε επιβεβαίωνε την εντύπωσή του ότι η γυναίκα είχε απίστευτο κορμί, πανέμορφη για τρελό σεξ και το ύφος της, δείχνει ότι η γυναίκα έχει πολλές αρετές και οι επιδόσεις της στο κρεβάτι πρέπει να είναι από τις πιο μεγάλες.
Για την Ανδρομάχη δεν υπάρχουν δεύτερες σκέψεις! Παρασυρμένη από την άμεση ερωτική έλξη χωρίς να χάσει χρόνο σκαρφίστηκε μια δικαιολογία προκειμένου να έλθουν σε επαφή, ζητώντας δήθεν μια πληροφορία, αλλά στην πραγματικότητα για να πιάσουν κουβέντα, ξέροντας ότι οι άντρες λατρεύουν να βοηθούν μια γυναίκα όταν τους το ζητά. Μα και εκείνος άλλο που δεν ήθελε. 
«Κυρία μου! Με μεγάλη μου ευχαρίστηση να σας βοηθήσω! Σας ακούω με προσοχή ώστε να καταλάβω τι ακριβώς αναζητάτε.» είπε και άπλωσε το χέρι του προς το μέρος της για χειραψία. Με τη καρδιά φτερουγίζοντας του έδωσε το χέρι της, και η επιθυμία για οικειότητα βρήκε το δρόμο της στο μυαλό της. Από αυτή την απλή επαφή τους στην ατμόσφαιρα που τους περιβάλλει δημιουργείται μεταδοτική θετική ενέργεια και τους συνδέει. Ένιωθαν μια απίστευτη σεξουαλική χημεία να γεννιέται ανάμεσά τους με την Ανδρομάχη μάταια να  προσπαθεί να καταπνίξει οποιοδήποτε ίχνος αδυναμίας της.
«Επιτρέψτε μου να σας συστηθώ. Είμαι ο Φίλιππος!»
«Ανδρομάχη!,»
«Χάρηκα πολύ ωραία μου κυρία!.» αποκρίθηκε ευγενικά ο Φίλιππος
«Παρομοίως η χαρά είναι και δική μου Φίλιππε.»
«Ελπίζω να συμφωνείται να μιλάμε στον ενικό;» Τη ρώτησε.
Η Ανδρομάχη έγνεψε συγκαταβατικά, ανεβασμένη από το διακριτικό καμάκι του νεαρού και ωραίου άνδρα, η αυτοπεποίθηση της πήγε στα ύψη. 
Η Ναυσικά νιώθει πως η φιλενάδα της, δεν ασχολείται απόψε με κανένα αθώο φλερτ αλλά θελει το αθώο φλερτάκι να το πάει σε άλλο επίπεδο και κυρίως διαλέγει το «θύμα» που θα αποπλανήσει η άθλια! Είναι μετρ στο να κάνει πλάγιες προσεγγίσεις, και απόψε πολιορκεί χωρίς ενδοιασμούς τον σέξι νεαρό άνδρα που της γυάλισε και δεν υπάρχει περίπτωση να της γλυτώσει αφού τον έχει βάλει στο μάτι. Προχωράει σιγά σιγά και μεθοδικά, και ένα είναι σίγουρο, ότι δεν του είναι αδιάφορη, ανταποκρίνεται, και μήτε που θα καταλάβει πότε θα της παραδοθεί πλήρως στην άτιμη γοητεία της! Ο, αυτάρεσκος και απαιτητικός του χαρακτήρας της, τον κάνει να νιώθει μία αρχέγονη έλξη που δεν έχει νιώσει ποτέ ξανά και παίζει και να την ερωτευτεί ακαριαία! Για να μην πολυλογούμε θα τον τρελάνει απόψε και θα τον δέσει κόμπο τον πιτσιρικά που να μην ξέρει από πού του ήρθε και πώς βρέθηκε στο κρεβάτι μαζί της.
Γι αυτό η Ναυσικά με τρόπο παίρνει την ξαδέρφη της και αποχώρησαν πολύ διακριτικά για να συνεχίσουν τη βόλτα τους και πληροφορούν την Ανδρομάχη ότι θα συναντηθούν στο ξενοδοχείο τους.
Αφού συστήθηκαν ο νεαρός άνδρας την πληροφορεί ότι έχει βρεθεί στη Θεσσαλονίκη για επαγγελματικούς λόγους. Η εταιρεία που εργάζεται συμμετέχει σε κάποιο συνέδριο και την αντιπροσωπεύει.»
«Όμορφη Κυρία μου επιτρέψτε μου να πω ότι είστε υπέροχη και είστε το πιο όμορφο και σέξι πλάσμα που βρίσκεται απόψε στο club/bar! »
«Είμαι σίγουρη ότι λέτε τα ίδια σε όλες τις γυναίκες!»
«Όχι και όλες. Με αδικείς! Βγάζετε πολύ γρήγορα συμπεράσματα χωρίς να με γνωρίζεται.»
«Ας γνωριστούμε λοιπόν, πάντα υπάρχει περιθώριο να γνωριστούμε λίγο καλύτερα. Και όπως είπαμε στον ενικό.» του είπε αυθόρμητα η Ανδρομάχη και γυρίζει το βλέμμα της στο πάτωμα. Ένιωθε τα μάγουλά της να καίνε για την πρωτοβουλία της και αστείο που στην ηλικία της συνεχίζει ακόμη να κοκκινίζει.Κι όμως αυτό της συμβαίνει. Και νιώθει μια έντονη έλξη, και η επιθυμία είναι τόσο έντονη, τόσο καθαρά σεξουαλική και δυνατή, κάτι που δε θα μπορούσε να διανοηθεί ότι θα της τύχαινε στη Θεσσαλονίκη. Τον βλέπει και νιώθει να τη χτυπάει σαν κύμα.
«Σωστά στον ενικό, νέοι άνθρωποι είμαστε! Ελπίζω να γνωριστούμε όχι λίγο καλύτερα, αλλά πολύ καλά,» της είπε με ύφος γεμάτο υπονοούμενα. Στο φινάλε και οι δύο παίζουν το παιχνίδι της αποπλάνησης. Η συζήτησή τους έμπαινε και έτρεχε σε ένα πλήθος διαφορετικών θεμάτων και κατευθύνσεων, με το καταπραϋντικό του γέλιο να κεντρίζει τις αναστολές και τον αυτό-έλεγχό της παρασύροντάς τη να γελάει μαζί του και η Ανδρομάχη αισθανόταν όλο και πιο άνετη. Ήταν σίγουρη ότι δεν του περνούσε αδιάφορη γιατί τα πειράγματα έδιναν και παίρναν συνεχώς. Η διαθεση της συνέχισε να ανεβαίνει, με το πολύ ωραίο καμάκι που της έκανε. Χωρίς καμιά απολύτως χυδαιότητα, με ευγένεια, της έδειχνε πόσο πολύ του άρεσε. Οι ροκ μπαλάντες που ακούγονταν από τα ηχεια, συμπλήρωναν το σκηνικό. Η καρδιά της κόντευε να βγει από το στήθος της. Με την άκρη του ματιού της πρόσεξε το νεαρό άνδρα να βάζει το χέρι του πάνω από το παντελόνι στον ανδρισμό του ακουμπώντας εκεί ακριβώς που ήταν το φούσκωμα και να το χαιδευει διακριτικά κοιτώντας την στα μάτια με το χαμόγελό του να απλώνεται σε όλο του το πρόσωπο που σημαίνει ότι τον επηρεάζει θετικά και πως είναι πρόθυμος να ανοίξει τον εαυτό του να γνωριστούν στενότερα. Η Ανδρομάχη όπως είχε καθίσει σταυροπόδι πιέζοντας τη κλειτορίδα της ένιωσε αφόρητα υγρή, βλέποντας την κίνηση του, να είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική, και σημάδι να της δώσει να καταλάβει τι σκέφτεται και της αρέσει αυτό που βλέπει.
«Μάλιστα! Καύλωσε το αγόρι μας. Καλά ξεκινάμε τη βραδιάς μας! Τον βλέπω και θέλω να τον βάλω κάτω δεν κρατιέμαι, και ξέρω ότι θέλει και αυτός!» Σκέφτηκε, και ένα χαμόγελο ικανοποίησης σχηματίστηκε και στο δικό της πρόσωπό. 
««Εσείς...συγνώμη καμιά φορά δυσκολεύει ο ενικός! Εσύ είσαι από εδώ από τη Θεσσαλονίκη;.»
«Όχι! Από την Αθήνα!» Μια πολύ καλή φίλη μου συμμετέχει σ' ένα τριήμερο σεμινάριο πληροφορικής που γίνεται εδώ στη πόλι και σκέφτηκα ότι θα ήταν υπέροχο να αποδράσω παρέα της και να γνωρίσω και εγώ την όμορφη Θεσσαλονίκη μας. Εσύ;»
Ο Φίλιππος γέλασε, με τα μάτια του να λάμπουν από προσμονή. «Εγώ κατάγομαι από την Κέρκυρα αλλά σπούδασα εδώ στο πανεπιστήμιο και μόλις πρόσφατα τελείωσα εδώ το μεταπτυχιακό μου. Όπως καταλαβαινεις έχω δεσμούς με την όμορφή πόλι μας.»
«Αν δεν είμαι αδιάκριτη οι δεσμοί αφορούν και την ύπαρξη επίσημου δεσμού!;»
«Θέλω να πιστέψετε ότι αυτή την εποχή είμαι μοναχικός σαν λύκος.»
«Απλά θα έλεγα ότι είμαι μια πολύ τυχερή γυναίκα που ένας τόσο γοητευτικός άνδρας μου προσφέρεται με την παρουσία του και τον πολύτιμο χρόνο του να μου κάνει συντροφιά και να καλύψει και τη δική μου μοναξιά το αποψινό βράδυ.»
«Ελπίζω η παρουσία μου και η συντροφιά μου να βοηθήσουν να δημιουργηθεί η κατάλληλη ατμόσφαιρα όπου η αισιοδοξία και το κέφι θα κυριαρχούν ώστε να έχεις την ευκαιρία να απολαύσεις μία έντονη ρομαντική βραδιά με πάθος και να ζήσουμε παρέα μοναδικές στιγμές σε μια βραδιά απόλυτης χαλαρότητας και διασκέδασης. Με μεγάλη μου χαρά προσφέρω τις υπηρεσίες μου στη διάθεση σου, μπορείς δε να στηριχτείς επάνω μου να σου δείξω τα όμορφα κατατόπια από αυτή τη στιγμή.» της είπε ξυπνώντας την από το λήθαργο των σεξουαλικών σκέψεων που είχε βυθιστεί. «Και για ό,τι χρειαστείς μη διστάσεις, να ζητήσεις την βοήθειά μου, εγώ θα στη δώσω και θα σε βοηθήσω να ικανοποιήσεις όλες σου τις επιθυμίες και να σου προσφέρω τις υπηρεσίες μου αρκεί να το ζητήσεις..»
«Σε όλα; Όλες τις επιθυμίες μου που μπορεί να είμαι διατεθειμένη να σου ζητήσω να μου ικανοποιήσεις;! Ακόμη και αν τις θεωρείς ακραίες;» Τον κοίταξε και του γέλασε πονηρά δίνοντας του να καταλάβει τι είναι αυτό ακριβώς που του ζητούσε.
«Ωραία μου κυρία: Εδώ κολλάει το ωραία μου κυρία! Είμαι εδώ μαζί σου και βρίσκομαι στην απόλυτη διάθεσή σου να σου προσφέρω τις υπηρεσίες μου και να εκπληρώσω κάθε σου επιθυμία χωρίς να βαραίνει η ατμόσφαιρα με τα «πρέπει» και σε βεβαιώνω πως ο άντρας που έχεις δίπλα σου ενδιαφέρεται πραγματικά για σένα και αξίζει το χρόνο σου.
«Ευχαριστώ Φίλιππε! Προς το παρόν απολαμβάνω πολύ την παρέα σου, είσαι ένα πολύ ενδιαφέρον, και κυρίως ευχάριστο άτομο και σέξι συνοδός και σκέτος πειρασμός για μια κυρία. Αλλά σε παρακαλώ κόψε το «Ωραία μου Κυρία» το βρίσκω ρετρό, βγαλμένο από κιτάπια άλλης εποχής. Οι φίλοι μου με φωνάζουν Μάχη. Ακούγεται πιο φυσιολογικό»» Ο ενθουσιασμός της Ανδρομάχης ήταν έκδηλος.
«Το φυσιολογικό είναι και πληκτικό, αλλά δε διαπίστωσα κάτι πληκτικό σ’ εσένα.»
Ανάμεσά τους υπάρχει ένα κενό σκαμπό. Νιώθει τόσο έντονα τη γοητεία του, που γέρνει προς το μέρος του. «Ευχαριστώ. Πάντως, μ’ αρέσει το Μάχη». Του λέει πίνοντας μια γουλιά από το κοκτέιλ της.
«Η ευχαρίστηση είναι και δική μου Μάχη! Εκτιμώ πολύ την ειλικρίνεια σου. Για να είμαι και εγώ ειλικρινής, σου δηλώνω πως νιώθω να υπάρχει τόσο έκδηλη χημεία μεταξύ μας που καλύτερα δεν γίνεται. Είσαι πολύ όμορφη γυναίκα! Μου αρέσεις και χαίρομαι ιδιαίτερα που σε γνώρισα απόψε.»
«Δεν ξέρω αν μπορώ να πιστέψω σε κάτι τόσο ρομαντικό, πάντως το μόνο σίγουρο είναι ότι νιώθω πως μεταξύ μας όντως υπάρχει χημεία και με κάνεις απόψε να νιώθω ξεχωριστή και τα καυλιάρικα πουτανάκια οι φοιτήτριες που ξεσαλώνουν στο μπαρ με κοιτάζουν με μισό μάτι που ήρθε απόψε η μιλφάρα και τους πήρε το καλύτερο τεκνό. Αγκάθι στο μάτι τους έγινα.»
«Είσαι νέα και ωραία γυναίκα, Μάχη μου! Και τόσο εντυπωσιακά νέα που είναι πολύ εύκολο να σε μπερδέψουν με τις εικοσάχρονες φοιτητριούλες σαν να είσαι από την ίδια γενιά. Συγνώμη που παίρνω το θάρρος, και σου εκφράζω ανοιχτά τις προθέσεις μου, νομίζω πως εμείς οι δυο ταιριάζουμε ως ζευγάρι και χωρίς να θέλω να σε κάνω να νιώθεις άβολα, γενικά το κλίμα το νιώθω ότι είναι ερωτικό και ελπίζω να εκτιμήσεις και εσύ την ειλικρίνειά μου!»
Είχε πλέον βραδιάσει για τα καλά, και η Ανδρομάχη αισθανόταν ευχάριστα με τα δυο ποτά που είχε πιει ενώ έκαναν παρέα. Βέβαια, τα ποτά που είχε πιει δεν ήταν πολύ δυνατά, αλλά άρχισε να νιώθει την επίδρασή τους πάνω της καθώς η ηδονή γλιστρούσε στη κιλότα της. Δεν ένιωθε μεθυσμένη αλλά ένιωθε  ευχάριστα άτακτη.
«Δεν νιώθω άβολα Φίλιππε μου, και δεν χρειάζεται να βάζεις όρια! Απεναντίας νιώθω πολύ ευχάριστα και άνετα μαζί σου που μπορείς να με ανεχτείς στη μοναξιά μου, προσφέροντας μου μια όμορφη βραδιά. Δεν λένε πως η ντομπροσύνη και η ειλικρίνεια πάντα κερδίζουν;!»
«Οπότε είναι όλα οκ! Στις σχέσεις έμαθα πως κανείς δεν υποχρεώνει κανέναν. Δεν υπάρχει ούτε βία ούτε χυδαιότητα. Ούτε καν σεξουαλική παρενόχληση. Αν θες να κερδίσεις κάποια, τότε θα πρέπει να είσαι και πρόθυμος να τη χάσεις». Πιστεύω πως δεν σε βάζω σε δύσκολη θέση, που θα σε ρωτήσω, αν έχεις ελεύθερο χρόνο να σε πάω σε ένα πολύ όμορφο μέρος εδώ κοντά ή θα πρέπει να γυρίσεις σύντομα στο ξενοδοχείο όπου σε περιμένουν οι φίλες σου!;»
«Όχι Φίλιππε, δεν υπάρχει κανένα θέμα με τις φίλες μου! Είναι πολύ ξεχωριστές για μένα και όπως καταλαβαίνεις δείχνουν την απαραίτητη κατανόηση! Και όσο για το χρόνο το σημερινό βράδυ είμαι μια ελεύθερη γυναίκα γεμάτη ερωτικές φαντασιώσεις και τρελά όνειρα, και με τέτοιο σέξι άνδρα για συνοδό «φλερτάρω κι ερωτεύομαι» είναι το μότο της αποψινής μου βραδιάς και εάν ανέχεσαι την παρουσία μου ευχάριστα όπως εγώ τη δική σου τότε όλη η νύχτα είναι δική μας και μπορώ να γυρίσω ότι ώρα θέλω στο ξενοδοχείο. Αν το θες και εσύ μπορούμε να πάμε κάπου να είμαστε πιο άνετα και μακριά από αδιάκριτα μάτια, προσφέροντας ο ένας στον άλλον ότι επιθυμεί να δώσει και στο βαθμό που οι ίδιοι ελεύθερα αποφασίζουμε να το κάνουμε.»
«Ιδιαίτερα ευχάριστο ηχεί στα αυτιά μου το ελεύθερα αποφασίζουμε και αυτό το μότο της αποψινής βραδιάς! «Φλερτάρω κι ερωτεύομαι». Και εγώ ομορφιά μου ελεύθερος και αδέσμευτος είμαι και στην απόλυτη διάθεση σου το αποψινό βράδυ, δίχως πολλές εξηγήσεις και με ανέμελη διάθεσή σε προτρέπω να ξεφύγεις από τη ρουτίνα σου, να κάνεις απόψε κάτι έξω από τα συνηθισμένα, και αν επιθυμείς μια ερωτική περιπέτεια, άφησε ελεύθερο τον εαυτό σου να την απολαύσει, με μια καυτή ερωτική βραδιά που θα τη θυμάσαι για πάντα. Συμφωνείς;»
Η Ανδρομάχη έγνεψε πρόθυμα και το λαμπερό σέξι χαμόγελο της που απλώνεται στο πρόσωπό τη είναι μια ενστικτώδης αντίδραση ικανοποίησης.
«Συνεπώς αποφασίστηκε! Είναι μόνο δέκα λεπτά η διαδρομή. Είναι ένα εξαιρετικό ξενοδοχείο με μπαρ-ρεστοράν, πισίνα και όμορφη μουσική. Τι λες κι εσύ; Ξεκινάμε; Και ετοιμάσου για νέες και απολαυστικές ερωτικές περιπέτειες το αποψινό βράδυ που που θα σου αναπτερώσουν το ηθικό και θα σε ανανεώσουν σημαντικά.»
Προφανώς η σκέψη τους είναι ίδια και η επαφή τους προσφέρει όλη τη διέγερση και την ένταση που χαρακτηρίζουν τα πρώτα ραντεβού. Όλα κυλούσαν με ευχάριστο ρυθμό, με κουβεντούλα, και μια πολύ καλή χημεία σαν συντροφιά. Ένιωθαν υπέροχα και οι δυο τους. Η συνάντησή τους πληρεί όλες τις προϋποθέσεις που αμφότεροι νιώθουν αυτό το κάτι που τους κάνει να πιστεύουν πως σίγουρα θα προκύψει μεταξύ τους η προσδοκώμενη ανταπόκριση στο ερωτικό κάλεσμα που επιθυμούν διακαώς να κάνουν ο ένας στον άλλον. Διαβάζοντας τα πρόσωπα τους όλα συγκλίνουν σ΄ ένα ερωτικό μήνυμα και περιγράφουν όλα αυτά που θέλουν να κάνουν.
«Εκεί μένεις;»
«Όχι μένω εδώ στο κοντινό ξενοδοχείο όπου έχω και το αυτοκίνητο μου στο πάρκινγκ! Για ευκολία αν  συμφωνείς και εσύ προτείνω να πάρουμε ταξί.»
«Συμφωνώ! Απόψε αγορίνα μου αφήνομαι ψυχή και σώμα στα στιβαρά σου χέρια και εσύ καπετάνιος να κουμαντάρεις τη βαρκούλα μας να βγούμε ανοιχτά στα πελάγη τα ηδονικά! Το μυαλό της δημιουργεί σκόρπιες εικόνες χαρούμενες, ξέγνοιαστες, ανθρώπους να επιδίδονται σε ερωτικές περιπτύξεις χωρίς ίχνος ντροπής. Κλείνει τα μάτια και φαντάζεται κι εκείνη ότι απόψε έχει το θάρρος να ξεφύγει από τη σεμνότυφη φύση της, να αφεθεί στα στιβαρά μπράτσα του νεαρού άνδρα που θα την οδηγήσουν σε στιγμές αχαλίνωτου πάθους, να ζήσει όσα ονειρεύεται και δεν τολμούσε να εκφράσει.»
Ο Αλκιβιάδης γνωρίζει από πρώτο χέρι ότι η Ανδρομάχη προικισμένη από τη φύση με το χάρισμα της ομορφιάς είχε τον τρόπο να πετυχαίνει σύντομα το στόχο της να τρελαίνει τους άντρες, και όταν ήθελε ήξερε να τους φτάνει στα άκρα από την καύλα. Τους φαντάζεται φεύγοντας από το club/bar μέσα σε ένα ταξί και σε όλη τη διαδρομή να απαριθμεί του νεαρού άνδρα όλους τους πρόστυχους τρόπους με τους οποίους θα τον καβαλήσει με το που θα φτάσουν στο ξενοδοχείο. Κόλλησε δίπλα του και άρχισε να του χαϊδεύει το πούτσο πάνω από το παντελόνι. Του έκανε ένα απαλό μασάζ!. Ο πούτσος του σάλεψε σκληραίνοντας σε μια εντυπωσιακή στύση.
«Ε! Βλέπω εδώ αντίσκηνο έχεις στήσει! Το πρόσεξα ήδη από το μαγαζί πως σου ήταν σηκωμένος. Το παθαίνεις συχνά;»
Τι να της απαντήσει τώρα. Έβγαλε ένα απαλό βαθύ μουγκρητό, ένιωσε αμήχανα εκείνη τη στιγμή και γύρισε το βλέμμα του ίσια μπροστά, κοίταξε μήπως τους είχε είχε πάρει είδηση ο ταξιτζής, αλλά ευτυχώς όχι. Ξεπερνώντας τους όποιους δισταγμούς του σιγά-σιγά, έβαλε κι αυτός το χέρι του επάνω στα πόδια της κάτω από το φουστάνι της και άρχισε να της τα χαϊδεύει. Οι άκρες των δαχτύλων του ταξίδευαν κατά μήκος των εσωτερικών μηρών της Ανδρομάχης, πλησιάζοντας όλο και πιο κοντά στο κέντρο της ηδονής της. Έπιασε το απαλό κιλοτάκι της και άρχισε να της το χαϊδεύει ενώ η Ανδρομάχη άνοιξε τα πόδια της να τον διευκολύνει. Μετακίνησε αργά το κάτω μέρος της κιλότα της και εξερεύνησε απαλά τα βάθη της ενώ η Ανδρομάχη συνέχιζε με το ένα της χέρι στο καβάλο του να του χαιδευει τον πούτσο εκεί ακριβώς που ήταν έτοιμος να εκραγεί από το φούσκωμα. Τον νιώθει να σκληραίνει και να μεγαλώνει και είναι πλέον έρμαιο στο χέρι της, δικός της! Ο νεαρός άνδρας δεν μπορούσε να βγάλει μιλιά. Ήταν σαν να ήταν σε νιρβάνα!
Απ' ότι βλέπω σου έχω κάνει ιδιαίτερα μεγάλη ζημία και αυτή έχω χρέος και οφείλω να την αποκαταστήσω. Και αυτόν δε μπορούμε να τον αφήσουμε με παράπονο όπως έχει ξεσηκωθεί σαν την μαγνητική πυξίδα που κατευθύνεται προς το Βορρά.» Του ψιθυρίζει συνωμοτικά, με μια παιχνιδιάρικη ερωτική λάμψη να χορεύει στα μάτια της.
«Μωρό μου,» της ψιθυρίζει και αυτός. «Έχεις δίκιο! Έχει χαράξει πορεία με ιδανικό προορισμό αυτή τη βραδιά το μουνάκι σου. Αν και αυτός θα ήταν ιδανικός προορισμός για πολλές βραδιές!» Είναι ανυπόμονος, περιμένει με αδημονία αυτή τη στιγμή. Να περιποιηθεί το μουνάκι σου, περιμένει πως και πως για να το ικανοποιήσει! Αυτό είναι το γιατρικό του.» Την πλησίασε, της έπιασε απαλά το πρόσωπο και αργά έσκυψε και τη φίλησε απαλά στα χείλη της. Τα μηνύματα της τον καύλωσαν πολύ. Φανταζόταν να του κάνει αυτά που περιέγραφε και η καύλα διαπερνούσε το κορμί του. Η Ανδρομάχη μάλλον το κατάλαβε και με ρώτησε αν έχει καυλώσει με αυτά που του λέει. Ασυναίσθητα απάντησε ναι και τότε αυτή του είπε να ετοιμαστεί γιατί όλα αυτά έρχονται.
«Σε θέλω! Σε θέλω πολύ…» της ψιθύρισε κοιτώντας τη στα μάτια και παραδόθηκαν σ΄ ένα ατελείωτο φιλί το οποίο ένιωσαν πως κράτησε για ώρες λες και τα χείλη τους δε σταματούσαν να αναζητούν τη λύτρωση.
«Απόψε είμαι δική σου. Το σώμα μου το ζητά και όλη τη νύχτα θα είμαστε ένα μωρό μου. Θέλω τόσο πολύ να σε νιώθω να με αγγίζεις... Να νιώθω το κορμί σου πάνω στο δικό μου, να σε νιώθω μέσα μου! Γι αυτό βαστήξου και μετά θα το ευχαριστηθείς καλύτερα, η προσμονή κάνει θαύματα.» του ψιθύρισε κι αυτή και συνέχισε να του χαιδευει το πούτσο προσπαθώντας τώρα να βάλει το χέρι της μέσα από το παντελόνι του χωρίς όμως να τα καταφέρει.  
Χαμένοι στην ένταση της σύνδεσής τους, απολάμβαναν το γλυκό βασανιστήριο της προσμονής. Η Ανδρομάχη κατέβηκε πρώτη από το ταξί, ο νεαρός άνδρας είχε μείνει πίσω να την κοιτάει. Εισήλθε στην είσοδο του ξενοδοχείου και χωρίς χρονοτριβή κατευθύνθηκε κατευθείαν προς τη ρεσεψιόν και εκεί τον περίμενε να τη φτάσει δίνοντας του το μήνυμα ότι δε χωράνε ντροπές και δεν την ενδιέφερε το εστιατόριο και η μουσική στη πισίνα αλλά ένα ευρύχωρο καυτό κρεβάτι που τους περιμένει να περάσουν μερικές ώρες μοναδικής απόλαυσης με απίστευτη όρεξη για καυτές καταστάσεις και να καούν μαζί στις φλόγες του πάθους σβήνοντας τις καύλες τους! Φυσικά ο νεαρός άνδρας δεν άργησε να την ακολουθήσει. Έκλεισαν δωμάτιο σαν ερωτευμένο ζευγάρι και παράγγειλαν room service αλλά με λύπη ο ρεσεψιονίστ τους πληροφόρησε ότι το room service είχε κλείσει από τις 21:30 Ευγενικά τους πληροφόρησε ότι είχε τον τρόπο να τους εξυπηρετήσει. Τον ευχαρίστησαν για την καλοσύνη του παρήγγειλαν, τους οδήγησε στο ασανσέρ, και θα τους τηλεφωνούσε στο δωμάτιο όταν έλθει η παραγγελία τους! 
Μπαίνουν μέσα στο ασανσέρ με την Ανδρομάχη πισωπατώντας. Τα χείλη τους συναντήθηκαν και επιδίδονται σε ένα άγριο, παθιασμένο φιλί, εντείνοντας τον ηλεκτρισμό ανάμεσα τους καθώς εξερευνούσαν τα βάθη του πόθου τους και τις σεξουαλικές τους επιθυμίες.  
«Και τώρα οι δυο μας. Απόψε σε θέλω να λιώνεις από τη καύλα στην αγκαλιά μου!» της ψιθυρίζει μέσα στο αυτί της και νιώθει τη γλώσσα του να χαϊδεύει το λοβό του αυτιού της. Χαμηλώνει τα βλέφαρα της και η καρδιά της χορεύει σε τρελούς ρυθμούς μόλις νιώθει το άγγιγμα της γλώσσας του και τη καυτή ανάσα του μέσα στο αυτί της κάνοντας τις τρίχες του σβέρκου να σηκωθούν όρθιες. Δαγκώνει το κάτω χείλος της απολαμβάνοντας το χάδι του. «Με τρελαίνεις αγορίνα μου, έχω χάσει τον έλεγχο και χωρίς καμιά ντροπή από τα όρια ξεφύγαμε» σιγομουρμουρίζει ανήμπορη. 
«Ο έρωτας μωρό μου τις αμαρτίες όλες μας τις ευλογεί. Απόψε δίωξε όλους τους καημούς σου και ασ' την άκρη τους ενδοιασμούς σου. Είσαι δική μου είμαι δικός σου, ασ' τον ελεύθερο τον εαυτό σου και κάνε αυτό που θέλεις και μην έχεις ενοχές. Μωρό μου με έχει πιάσει τρέλα και σε θέλω σαν τρελός!» επιμένει εκείνος θέλοντας να τη βασανίσει και η γλώσσα του κυλάει στο λαιμό της. Ένας αναστεναγμός βγαίνει μέσα από το στόμα της και όλο της το είναι ουρλιάζει από ηδονή. «Αφού το θέλεις και εσύ!» συμπλήρωσε με το στόμα του να περνάει από το μάγουλο της ώσπου φτάνει στις άκρες των χειλιών της. 
Έφτασαν στον όροφο ανοίγοντας η πόρτα του ανελκυστήρα στο διάδρομο η Ανδρομάχη ενστικτωδώς τραβήχτηκε από την αγκαλιά του. Ρίχνει μια ανήσυχη ματιά τριγύρω! Ένιωσε ένα μείγμα ενθουσιασμού και ανησυχίας να κυλάει στις φλέβες της. Ένα μέρος της ήθελε να αγκαλιάσει τη νέα της τόλμη και την ευκαιρία να απολαύσει την επιθυμία της για σεξ με το νεαρό άνδρα αλλά ένα άλλο μέρος της ανησυχούσε!
«Νιώθω μια ανησυχία» παραδέχεται ψιθυριστά όλα αυτά μου έχουν έρθει πολύ απότομα!
«Αν θέλεις, μπορούμε να φύγουμε»». την καθησυχάζει ο Φίλιππος και γνέφει προς την πόρτα του ασανσέρ. 
«Όλα αυτά έχουν έρθει πολύ απότομα! Δίνω την εντύπωση ότι είμαι εύκολη.» Επαναλαμβάνει προσπαθώντας να χωνέψει την τολμηρή απόφαση της ότι κάνει κάτι που ήταν εντελώς νέο, απρόσμενο, πολύ προχωρημένο και επικίνδυνο.
«Δε θέλω να φύγεις», λέει ο Φίλιππος και την πιάνει από τα μπράτσα. Την τραβάει κοντά του και κολλάει το σώμα του πάνω της. Την κοιτάζει ίσια στα μάτια και τη ρωτάει: «Τι θέλεις;» 
«Εσένα». Κολλάει πάνω του. Τον φιλάει. Το κορμί του είναι σκληρό σαν πέτρα. Αυτή την ώρα θεωρεί ότι δε χρειάζονται ευγένειες. Να τις βράσει τις ευγένειες! Ο άντρας αυτός απόψε την κάνει να τον θέλει με τρόπο που δε χαρακτηρίζει μια κυρία. Επομένως γιατί να προσποιείται;
Μπαίνουν στο δωμάτιο η πόρτα κλείνει και τη καθηλώνει πάνω της. Τη παγιδεύει ανάμεσα στα μπράτσα του και φέρνει τα χείλη του μια ανάσα από τα δικά της. Το ένα χέρι του ανεβαίνει στα μαλλιά της, τα χαϊδεύει και μετά ανασηκώνει το πιγούνι της. Τα χείλη του αγγίζουν τα δικά της σαν πούπουλο. Δε φιλιούνται. Ανταλλάσσουν ανάσες. Το στήθος της φουσκώνει καθώς αναπνέει την ανάσα του και ύστερα χαμηλώνει καθώς τη βγάζει. Η Ανδρομάχη έχει ανατριχιάσει. Πιέζει δυνατά τις παλάμες της στην πόρτα για να συγκρατηθεί και να μην αρχίσει να του σκίζει τα ρούχα. Από μέσα της αρχίζει να μετράει για να ηρεμήσει. Ένα. Δύο. Τρία. Τέσσερα.. Πέντε. Έξι. Εφτά. Οχτώ. Εννιά. Δέκα. Πάνω σε μια έξαρση της επιθυμίας της, τα χέρια της τυλίγονται γύρω από το σβέρκο του, τα πόδια της γύρω από τη μέση του και τα χείλη της πιέζονται πάνω στα δικά του. Εκείνος κολλάει το σώμα της στο δικό του και η πλάτη της πιέζεται πάνω στην πόρτα. Τη πιάνει από τα οπίσθια. Το σώμα της συνεχίζει να είναι γαντζωμένο πάνω του. Η Ανδρομάχη αναστενάζει ξέπνοα μέσα στο στόμα του και η γλώσσα του εισχωρεί μέσα στο στόμα της επίμονα ηδονικά και αμέσως η αναπνοή της κόβεται, εκτοξεύοντας την στα αστέρια. «Είσαι πολύ όμορφη» ψιθυρίζει και τα δάχτυλα του πιάνουν τρυφερά το μάγουλο της. Για μια στιγμή χάνεται μέσα στο μελένιο χρώμα των ματιών του και νιώθει τη καρδιά της να σφυροκοπάει.
Στέκεται μπροστά του με την ανάσα της να βγαίνει κοφτή κοιτάζοντας την αρρενωπή μορφή του. Τα καστανά μαλλιά του να είναι όλα προς τα πίσω, οι έντονες γωνίες του προσώπου του και έπειτα τα σαρκώδη χείλη του στο χρώμα του ροδάκινου είναι εκείνα που την προκαλούν να μπει και να χαθεί στην αγκαλιά του. Εκείνος δεν έχει πάρει το βλέμμα του από πάνω της. Η Ανδρομάχη αργά ξεκουμπώνει τα κουμπιά του λευκού πουκάμισου του και το γεροδεμένο στέρνο του κάνει την εμφάνιση του. Τα δάχτυλα της ξεκινάνε το ταξίδι πάνω στο στιβαρό του στήθος και στο τέλος πάνω στο σφιχτό στομάχι του όπου και σταματάνε και χαζεύει το σταρένιο κορμί του, 
«Σε θέλω σαν τρελός, Μωρό μου».ψιθυρίζει αυτός πάνω στο στόμα της. Ξεροκαταπίνει και αφήνεται ανήμπορη μέσα στα χέρια του και στα φιλιά του. «Θέλω να μπω μέσα σου και να σε νιώσω!» πρόσθεσε με τα χέρια του να πιάνουν και να σφίγγουν δυνατά τη μέση της. Την πιέζει με το σώμα του έτσι ώστε να κάτσει πάνω στο κρεβάτι. Απομακρύνεται λίγο από πάνω της και σηκώνει τα πόδια της βγάζοντας τις γόβες της. Ξεκινάει να βγάζει το καλτσόν της με το βλέμμα μου καρφωμένο μέσα στο δικό της. Γέρνει  προς τα πίσω στηρίζοντας το κορμό της με τους αγκώνες να ακουμπούν πάνω στο κρεβάτι. Αφού της έβγαλε το καλτσόν, τα χέρια του χαϊδεύοντας αισθησιακά τα άκρα της ανηφορίζουν προς τα πάνω αργά και αισθησιακά. 
Παραδομένη λοιπόν- στο έκτακτο με εχεμύθεια one night stand- σε μιας ιδιαίτερης περίπτωσης ερωτικής συνεύρεσης απέθεσε το διψασμένο για σεξ κορμί της στις αχαλίνωτες σεξουαλικές ορμές του νεαρού άνδρα και της μιας νύχτας γαμιά της ο οποίος έχει όλα τα στοιχεία εκείνα που καλύπτουν και ικανοποιούν όλες τις σεξουαλικές απαιτήσεις της, αποδεικνύοντας της ότι είναι ανεξάντλητος αφού τα επίπεδα τεστοστερόνης του χτυπούν κόκκινο και της προσφέρει μια σεξουαλική σχέση με καυτό ανεξάντλητο σεξ και τρελά ερωτικά παιχνίδια σε μία ακραία έκλυση πόθου, που η κυρία αφού του προκαλεί ερωτικά ανατριχιάσματα τον θέλει με λύσσα ανάμεσα στα σκέλια της να γίνει κομμάτια για χάρη της.! 
Αυτά και πολλά άλλα είναι πιθανά σενάρια που γίνονται στο μυαλό μας ξανά και ξανά σκεφτόταν φευγαλέα ο Αλκιβιάδης! Οι γνωστοί γρύλοι του μυαλού. Σκαλώνει το μυαλό, οι αρνητικές σκέψεις διαδέχονται η μία την άλλη, τα σενάρια ξεφεύγουν, οι λεπτομέρειες είναι σχεδόν χειροπιαστές, τα σενάρια μοιάζουν πιστευτά, και εκεί αρχίζουν τα προβλήματα. Αλλά ο Αλκιβιαδης δεν το άφησε να του χαλάσει τη διάθεσή του φτάνοντας σε συμπεράσματα που κάθε άλλο παρά έχουν σχέση με την πραγματικότητα. «Δεν χρειάζεται ν’ αναρωτιέμαι! Είναι μικρή η ζωή μπροστά σε κάτι τέτοια ασφυκτικά διλήμματα που τίθενται και το κέρατο είναι από εκείνες τις καταστάσεις που έρχονται όταν δεν τις περιμένεις η τουλάχιστον δεν έχεις ποτέ σκεφτεί ή φανταστεί πως θα μπορούσε να χτυπήσει και τη δική σου πόρτα, αφού στη σχέση σου όλα μοιάζουν να κυλούν ρόδινα. Και ο ρασοφόρος εξομολογος της και κολλητός του που χάθηκε την ώρα που τον είχε ανάγκη το κορίτσι τους; Ε!, Θα του τα ψάλει όταν συναντηθούν.»
Κατά τ' άλλα όμως το Σαββάτο του είχε ξεκινήσει φυσιολογικά, με όλες τις συνήθειες του, τους εξαναγκασμούς και τις μικρές απολαύσεις του. Καθώς είχε τελειώσει το σκάλισμα στα παρτέρια του κήπου καθόταν στο τραπέζι της κουζίνας με το laptop μπροστά του και με καλή διάθεση και με τα ακουστικά στα αφτιά, είχε συνδέσει στο YouTube τη Σινέντ Ο' Κόνορ στο Nothing Compares 2 U, και ταυτόχρονα είχε ανοίξει το blog του στο ιντερνέτ και προσπαθούσε να σπαταλήσει έτσι το ελάχιστο ταλέντο του δημιουργώντας και χρησιμοποιώντας λέξεις που να χαϊδεύουν τα αφτιά των αναγνωστών που καταβροχθίζουν τις ιστορίες στο ιντερνέτ και κάπως έτσι η μέρα του κύλησε γρήγορα και δημιουργικά. Είχε εξαντλήσει κάθε περιθώριο δημιουργικής έμπνευσης, και τώρα ήθελα να βγει έξω!
Αναρωτήθηκε τι θα προτιμούσε για μεσημεριανό γεύμα. Η σκέψη να βγει έξω για φαγητό δεν τον ενθουσίαζε. Άλλωστε ήταν αρχή του να μη πλησιάζει εύκολα καταστήματα ταχυφαγίας ή καντίνες. Το ψυγείο στη κουζίνα τους, ήταν φίσκα, δεν έλειπαν ποτέ τα τρόφιμα. Τη προοπτική όμως να φάει κάτι κατεψυγμένο την απέρριψε. Το θρεπτικό, ισορροπημένο, περιορισμένο σε λίπος γεύμα θα ήταν το ιδανικό! Η υγιεινή και γευστική διατροφή του ανέβαζε το ηθικό! Σήμερα αποφάσισε να πεταχτεί στο super market της περιοχής με τα βιολογικά προϊόντα που έχει γεύματα όμορφα τοποθετημένα μέσα σε  κουτιά φαγητού, θα ήταν το «γεύμα του στο πόδι». Η αλήθεια είναι ότι ήθελε να βγει λίγο έξω οπότε γιατί όχι; Πήγε στο δωμάτιο του και ετοιμάστηκε να βγάλει τα πρόχειρα ρούχα που φορούσε και να βάλει ένα τζιν και ένα πουκάμισο καθαρό. Έκανε αρκετή ζέστη οπότε το σκέφτηκε και δεν άλλαξε. «Εντάξει στο super market πηγαίνω όχι στο μέγαρο μουσικής» και ξεπόρτισε βάζοντας και κάτι ξεφτισμένα ανδρικά Μοκασίνια College που ήταν έξω από την κυρία είσοδο. Σαν σκιά, μέσα στην αντηλιά, είδε τον εαυτό του στη μεγάλη τζαμαρία της μπαλκονόπορτας, είχε κάνει και ένα σχετικά βαθύ κούρεμα τελευταία, αποφάσισε πως από εμφάνιση ήταν να τον κλαίνε οι ρέγγες. 
Ενώ έκανε μια βόλτα στο κατάστημα αναμένοντας να εκτελέσουν τη παραγγελία του στο βιολογικό τμήμα του εστιατορίου βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με μια γυναίκα ιδιαίτερα ελκυστική που τον μαγνήτισε. Ο Αλκιβιαδης λίγο έλειψε να μη την αναγνωρίσει. Από μακριά το μόνο που έβλεπε ήταν οι μακριές γάμπες της, που διαγράφονταν ανάγλυφα κάτω από το ύφασμα μιας υπέροχη σικάτης φούστας. Ξαφνικά το θέαμα της ομορφιάς της τον πανικόβαλε. Ήταν ψηλή λεπτή και ένα διακριτικό μακιγιάζ συμπλήρωνε την εικόνα αυτής της γυναίκας. Στην αρχή μπερδεύτηκε με μια παράξενη σύμπτωση. Του φάνηκε φτυστή η Μία Γουάλας, η ηρωίδα του Πάλπ Φίξιον, που την υποδυόταν η Ούμα Θέρμαν. Όμορφη τρομερά αισθησιακή. Την αναγνώρισε ήταν η Βαλερία που προχωρούσε προς το τμήμα με τα ψάρια και τα κατεψυγμένα θαλασσινά του καταστήματος! Ήταν αυτόπτης μάρτυρας μιας εξαιρετικής ομορφιάς και έμεινε άναυδος με την σέξι και ιδιαίτερα ελκυστική παρουσία της. Εντυπωσιακή, ψηλή καλοφτιαγμένη χάρμα ιδέσθαι. Η επιδερμίδα της σαν ώριμο στάχυ, το αγέρωχο ύφος της και οι ιδανικές αναλογίες της θύμιζαν αρχαίο άγαλμα της Κλασικής και Ελληνιστικής περιόδου. Τα μαύρα μαλλιά της, πολύ ωραία, άφηναν κάποιες τούφες να πέφτουν ατημέλητα και να αγκαλιάζουν το πρόσωπό της. Το βήμα της γοργό, η περπατησιά της λυγερή, σφιχτοί μηροί, που σίγουρα τους διατηρούσε με τζόκινγκ και καθημερινό γυμναστήριο! Μία θύελλα τεστοστερόνης! Ένα λαχταριστό κορμί που άναβε φωτιές. Τέρψη των ματιών και ξύπνημα των πόθων. Στο ρυθμό της μουσικής των τακουνιών της που κοπανούσαν στα πλακάκια του καταστήματος, η σιλουέτα της, ελισσόταν ανάμεσα στους πελάτες και οι πιο αδιάκριτοι από αυτούς έστρεφαν το κεφάλι στο πέρασμά της. Τα αίματα άναβαν, οι καρδιές επιτάχυναν και το μυαλό τους κατακλυζόταν από ένοχες σκέψεις. Αυτή περπατούσε σα να μη τη βλέπουν, αλλά κάποια βλέμματα την έχουν ήδη γδύσει. Η Βαλερία όπως τη βλέπει σήμερα στα τριάντα πέντε της χρόνια ήταν μια μελαχρινή γυναίκα πιο όμορφη από τότε που τη γνώρισε ο Αλκιβιαδης. 
Το χαριτωμένο μουτράκι της και η σκανταλιάρικη μύτη της της έδιναν ναζιάρικο ύφος. Κοιτούσε τον κόσμο με ορθάνοιχτα μάτια, κατάμαυρα, χρώμα που προίκιζε το βλέμμα της με μεγάλη γκάμα εκφράσεων. Πάντα στην τρίχα! Η αλήθεια ήταν πως ο Αλκιβιαδης αν και είχε εκπλαγεί τα πρώτα δευτερόλεπτα, δεν είχε ξαφνιαστεί ωστόσο. Ελεημόνησε τον εαυτό του αμήχανος! Δεν ήξερε που να κρυφτεί με το θέαμα που παρουσίαζε. Καταστροφή! Έμοιαζε να καταριέται τον εαυτό του, βλαστήμησε δις! Πρώτον γιατί δεν έβαλε το τζιν και το καθαρό πουκάμισο! Τα παπούτσια ας πούμε πως τρώγονται. Αμ! το άλλο με το κοντοκουρεμένο κεφάλι! Και του γκρίνιαζε η Ανδρομάχη! «Κούκλε» μου να σε χαρώ εγώ! Σαν ηλίθιος είσαι μ αυτό το κούρεμα! Τι μύγα σε τσίμπησε και κουρεύτηκες έτσι! Αχ βρε Ανδρομάχη μου πως γίνεται να έχεις πάντα δίκιο.! Μην αμελείς ποτέ την εξωτερική σου εμφάνιση του τόνιζε πάντα! Το σαν ψαράς ντύσιμο μπορεί να είναι δελεαστικό για σένα, αλλά σίγουρα όχι και για τους γύρω σου! 
Γοητευμένος από το θέαμα μπροστά του, με ένα μείγμα θαυμασμού και επιθυμίας εμφανές στα μάτια του! «Είτε το θέλουμε είτε όχι, είμαστε δέσμιοι της χημείας και της φύσης. Κι αυτή η δέσμευση, που άρχισε εκατομμύρια χρόνια πριν, εξακολουθεί να ασκεί την ίδια έντονη επιρροή «τραβώντας» μας κυριολεκτικά από τη μύτη!» Σκεφτόταν ο Αλκιβιαδης και είχε μια στιγμή δισταγμού πριν μαζέψει το κουράγιο του και τη πλησιάσει να τη χαιρετήσει! Χαιρετήθηκαν αλλά δεν μπορούσε να το χωνέψει ακόμα και τυμπάνιζε νευρικά τα δάχτυλά του πάνω στο παντελόνι του.  Δίπλα του η Βαλερία με άψογο χτένισμα και σικάτο ντύσιμο και αυτός, σαν συνοδός που έχει βγάλει το σκύλο βόλτα στα χώματα του γειτονικού πάρκου. Ακόμα και στη θλιβερή κατάσταση που ένιωθε ότι βρισκόταν του ήταν δύσκολο να μη σκάσει ένα χαμόγελο βλέποντας την υποδοχή που του είχε επιφυλάξει με αφοπλιστική ειλικρίνεια η Βαλερία με τη χαρούμενη όψη της, μ' ένα εγκάρδιο και πλατύ χαμόγελό και το χέρι προτεταμένο για χειραψία, ήταν το έναυσμα για μια πολύ ευεργετική επίδραση στα συναισθήματα του Αλκιβιάδη. Τώρα ένιωθε πολύ πιο χαλαρωμένος για την ασουλούπωτη εμφάνιση του. Ακόμα κι η στιγμιαία ψιλοκουβέντα που έπιασε με τον υπάλληλο στο πάγκο με τα ψάρια τον είχε ηρεμήσει και ξαναβρήκε για λίγο την καλή του διάθεση. Της χαμογελούσε ευγενικά, με την ιδιαίτερη συστολή που τον κατείχε. Εντάξει δεν ήταν και γελοίο το θέαμα του μα αυτός αντικειμενικά πίστευε, πως η σημερινή αμφίεση του δεν ταίριαζε και πολύ στη φυσιογνωμία του.
Ο Υπάλληλος απευθυνόταν με κάτι μακρόσυρτα «κυρία μου! σε ψιλές φέτες θέλετε το σολομό», καθώς οι κλεφτές ματιές του όλο ξέφευγαν προς τις ωραίες γάμπες της Βαλερίας πέρα από το να βεβαιωθεί ότι της είχε φανεί χρήσιμος.
«Μη μου πεις πως συχνάζεις κι εσύ στο βιολογικό τμήμα του super market;» ήταν αναμενόμενο, το σχόλιο της.
«Όχι συχνά μα σήμερα που είμαι εργένης προσπαθώ να αντλήσω έμπνευση για το δείπνο μου! Ακολουθώ το συρμό που λέει πως τα βιολογικά προϊόντα είναι hot τάση, κι οι συνταγές τους είναι ισορροπημένες και δεν παχαίνουν.» 
«Ναι, έχεις δίκιο! Πώς και Σαββατοκύριακο, είσαι εργένης; Η Ανδρομάχη;»
«Είναι Θεσσαλονίκη με τη φίλη σας τη Ναυσικά.»
«Με τι Ναυσικά; Επαγγελματικό ή ταξίδι αναψυχής;»
«Στο  πλαίσιο ενός συνεδρίου, που συμμετέχει η φίλη σας η Ναυσικά, βρήκαν ευκαιρια και απέδρασαν ένα τριήμερο παρέα!»
«Τι συνέδριο;»
«Κάτι με Ηλεκτρονική Μάθηση νομίζω! Ξέρεις τη Ναυσικά. Λογικά της ταιριάζει!» 
«Καλά λες! Τα παιδιά; Στο χωρίο με παππού και γιαγιά;»
«Ναι! η τελευταία τους εβδομάδα των διακοπών.» 
Απορροφημένοι έλεγαν πολλά και διάφορα, όταν ο υπάλληλος τη πληροφόρησε πως είναι έτοιμα τα φιλέτα του φρέσκου σολομού που είχε παραγγείλει η Βαλερία, και αμφότεροι ξεκίνησαν για τα ταμεία του καταστήματος. Ο Αλκιβιάδης όμως κοίταζε τη Βαλερία αχόρταγα, με ένα απροσδιόριστο βλέμμα. Έδειχνε αδιάφορος, ή μάλλον ήθελε να το παίξει αδιάφορος γιατί μέσα του σκεπτόταν πως αυτός ο λαχταριστός κορίτσαρος θα γινόταν ιδανικός παρτενέρ στο κρεβάτι του. Αυτό το πανέμορφο αψεγάδιαστο κορμί με τις αρμονικές καμπύλες και τα ατέλειωτα πόδια! . Η Βαλερία έριξε μια κλεφτή ματιά και το κατάλαβε ότι τη κοιτάζει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Δεν φάνηκε να πειράχτηκε. Ίσως να κολακεύτηκε κιόλας από την εμφάνιση της.
Η Βαλερία ήταν ο τελευταίος κρίκος της παρέας τριών κοριτσιών από το δημοτικό σχολείο. Η Ανδρομάχη, η Ναυσικά και η Βαλερία. Ήταν κι οι τρεις μια χαρά γκόμενες, η Βαλερία όμως ήταν η πιο εκκεντρική και ανεξάρτητη της ομάδας, ήταν πολύ καλή με τα μικρά παιδιά. Το περιπετειώδες ταμπεραμέντο της διασκέδαζε πολύ τις φίλες της, που τρελαίνονταν για τις θεοπάλαβες ιστορίες της.
Τη θυμάται από τα εφηβικά της χρόνια μαθήτρια του λυκείου! Απλή ζωή ζούσε και ζει η Βαλερία ακόμη και σήμερα από όσο γνωρίζει. Ήσυχα τα εφηβικά της χρόνια, συνετές σπουδές, γάμο µε άντρα που την ερωτεύτηκε και την αγάπησε! Και τα κατάφερε τελικά και έγινε καθηγητρια και αποδείχτηκε ότι ήταν πλασμένη γι’ αυτή τη δουλειά. Η επικοινωνία, η ζεστή ατμόσφαιρα, οι αιχμηρές συζητήσεις, αυτός ήταν ο δρόμος της! Ατενίζοντας την σήμερα, μετά από μερικά χρόνια που είχε να τη δει, τόσο όμορφη, τόσο ζωντανή του αγγίζει όλες τις αισθήσεις του μυαλό του, το οποίο λειτουργεί στιγμιαία και αναρωτιέται! Άραγε μήπως πίσω από αυτή τη σταθερή ζωή, καταφέρνει να κρύβει απαγορευμένες επιθυμίες και ένοχα μυστικά όπως όλοι μας. 
Τίποτα δεν προανήγγειλε και τίποτα δεν προμήνυε ότι μια απλή ουρανοκατέβατη συνάντηση με μια οικογενειακή φίλη από τα παλιά ανάμεσα στα ράφια ενός super market θα του πυροδοτούσε ένα τόσο έντονο αίσθημα κάψας που στο πέρασμα της ώρας άρχισε να απλώνεται χαμηλά στην κοιλιά του και ο ίδιος ολόκληρος να φλέγεται από πόθο που ζητούσε ικανοποίηση.
Ο Αλκιβιαδης δεν μπορούσε παρά να γοητευτεί από τη γοητεία της Βαλερίας που ξυπνούσε μέσα του μια πρωτόγονη λαχτάρα αλλά σαν άνδρας δεν είχε ταμπεραμέντο πιτ μπουλ που ορμάει σε ό,τι γυναικείο ποδόγυρο κινείται και του αρέσει, αλλά ήταν υπομονετικός και επίμονος, κάτι που πολλές φορές είχε αποδειχτεί εξίσου προσοδοφόρο με το θράσος που του έλειπε. Δεν είχε αυτή τη σπίθα της διαφθοράς, ώστε να δείξει τον απόκρυφο πόθου του στην ηρωίδα του με εμμονή και χωρίς ενοχές εγκαταλείποντας κάθε κοινωνικά θεμιτό, για να ικανοποιήσει τον ανικανοποίητο πόθο του εισβάλλοντας μέσα στο ασφαλές οικογενειακό της λιμάνι. Διάβολε! Αλήθεια πόσο ανόητος άραγε να της φαίνεται με τους δισταγμούς του! Η λογική του έλεγε ότι δεν μπορούσε να κάνει εκείνος το πρώτο βήμα. Η Βαλερία είναι το «κλειδί», ακόμη κι ένα ζεστό χαμόγελο της μπορεί να βοηθήσει πολύ στο να σπάσει ο πάγος!
Ο κόμπος στο στομάχι του γινόταν όλο και πιο σφιχτός όσο περπατούσαν ο ένας διπλά στον άλλο. Μόλις βγήκαν από την αυτόματη πόρτα του καταστήματός στο υπαίθριο πάρκινγκ, οι δυο τους ήταν σιωπηλοί. Ο Αλκιβιάδης στενάζει βαριά. Ένας τέλειος στεναγμός απίστευτης καύλας. Αλλά με μια δόση αθωότητας και ενοχής μαζί. Σαν να ομολογεί στον εαυτό του πως ξέρει πολύ καλά ότι δεν πρέπει να το σκέφτεται αυτό. Ότι είναι απαγορευμένο. Αλλά και ότι δεν μπορεί να σταματήσει να το σκέφτεται. Ότι ο πειρασμός είναι πολύ μεγάλος για να μπορέσει ν’ αντισταθεί. Πήρε μια γεμάτη ανάσα και προσπάθησε να συντονιστεί με το περιβάλλον.
Την παρακολουθούσε που πήγαινε στο αυτοκίνητο της. Είχε ένα απίστευτο βάδισμα. Κάτι στους γοφούς της θύμιζε αιλουροειδές και έδινε την αίσθηση ότι βάδιζε σε αργή κίνηση. Έπρεπε να σταματήσει να την κοιτάζει. Αν κοίταζε συνέχεια τα οπίσθια της κινδύνευε να στραβολαιμιάσει.
Πλάθει «σενάρια» που ανάβουν την ερωτική του φλόγα. Η σεξουαλική επιθυμία τείνει να σχετίζεται με τις φαντασιώσεις του και του ζητά να πάρει την πρωτοβουλία και να αφήσει τη συστολή του για λίγο στην άκρη.
Έπειτα, καθώς ο Αλκιβιάδης ετοιμαζόταν να πάρει το αυτοκίνητο, στάθηκε μπροστά στη πόρτα του και βλέποντάς την Βαλερία έτοιμη να μπει στο αυτοκίνητο της, αμφιταλαντεύτηκε για μερικά δεύτερα  και κοιτάζοντας τη στα μάτια ξεφούρνισε: «Συγγνώμη που σε κοιτάζω επίμονα, αλλά επιτρέψτε μου να πω ότι δεν το περίμενα μετά από τόσα χρόνια που είχαμε να ιδωθούμε να αντικρίσω μια τόσο όμορφη και σέξι γυναίκα!» Ο Αλκιβιαδης σαν σωστός που ήταν τζέντλεμαν κατά τη διάρκεια της επαφής τους της την έπεφτε μεν παιχνιδιάρικα, αλλά όχι πολύ περισσότερο του επιτρεπτού.
«Μην το πάρεις στραβά! Αν δεν είχες αυτοκίνητο θα δεχόσουν να σε πάω σπίτι σου; Έτσι, για να θυμηθούμε τα παλιά τότε που είμασταν γειτόνοι...» 
Απλώνεται μεταξύ τους μια παύση.
Μετά από κάμποσα δευτερόλεπτα της λέει, «είπα κάτι που δεν έπρεπε;»
«....»
«Βαλερία;»
«Μμμ;»
«Είπα κάτι κακό;»
«Σκέφτομαι.»
«Τι σκέφτεσαι;»
«Εε!, ναι, γιατί όχι», ψέλλισε η Βαλερία αιφνιδιασμένη. 
«Ωραία! χάρηκα πολύ που σε είδα. Προτείνω να κανονίσουμε, με την πρώτη ευκαιρία ένα φιλικό δείπνο να έρθουν και πάλι οι οικογένειες μας πιο κοντά.
Η Βαλερία τον λοξοκοίταξε κι έπειτα κούνησε το κεφάλι της θετικά. Του Φάνηκε πως προσπαθούσε να επιλέξει με προσοχή τα λόγια της.
Η κίνηση στην έξοδο του super market αυξανόταν διαρκώς και ο Αλκιβιαδης τη περιεργαζόταν μέσα από τα σκούρα τζάμια του αυτοκινήτου και από τη θέση του οδηγού όπου στρογγυλοκάθησε στο σκιερό πάρκινγκ! Σαν ένας περίεργος που κατασκοπεύει από κάποιο παράθυρο, μπορούσε να παρακολουθεί την Βαλερία χωρίς να είναι σίγουρος αν εκείνη ξέρει ότι ήταν αντικείμενο παρατήρησης του. Παρατηρούσε σχολαστικά κάθε της μορφασμό, επιζητώντας να εισβάλει λαθραία στις σκέψεις της και να αποκτήσει πολύχρωμο περιεχόμενο απ' τη προσωπική της ζωή. Όμορφη, προσεγμένη γυναίκα πραγματικό θηλυκό η όποια ξέρει με μαεστρία ν’ αναδεικνύει τα δυνατά της σημεία που της χάρισε η φύση. Τη θυμήθηκε πώς ήταν νεαρή δεκαοκτάχρονη, όταν τους σύστησε η Ανδρομάχη και πρωτογνωρίστηκαν. Κάτω από το σκανταλιάρικο βλέμμα της, το χαρούμενο γέλιο της κρυβόταν μια θερμή νεαρή γυναίκα πάντα έτοιμη να βοηθήσει τους φίλους της.
Η Βαλερία το κατάλαβε ότι ο Αλκιβιαδης είχε προσηλωθεί πάνω της επίμονα και διεκδικητικά και κινείτο ανέμελα, σχεδόν απρόσεκτα. Το ψηλό κορμί της ήταν ελαφρώς σκυφτό, το πρόσωπό της χαλαρωμένο, με μια μόνιμη ρυτίδα ανησυχίας στο χαμόγελο της. Το φως του μεσημεριανού ήλιου στο εσωτερικό του αυτοκινήτου της έπεφτε στο πρόσωπό της κι εκείνος δεν μπορούσε να ξεκολλήσει το βλέμμα του από πάνω της. Ανεβαίνοντας στο αυτοκίνητο την είδε να κάθεται στο κάθισμα να τον κοιτά και του φάνηκε πως του χαμογέλασε με μια λάμψη σκανταλιάς στα μάτια της. Χαμογέλασε κι αυτός και χαιρέτησε κουνώντας ελαφρά το κεφάλι του. Μπορεί να ήταν η λαχτάρα του, που έκανε το κορμί του να κινηθεί, γιατί εκείνη έστρεψε απότομα τη προσοχή της στην έξοδο του πάρκινγκ! Επιλέγει από ένστικτο, τη στιγμή που θα του ρίξει μία και μοναδική ματιά, λίγο πριν αποχωρήσει απ’ το σκηνικό. Ο Αλκιβιαδης, έχοντας περάσει τη βασανιστική δοκιμασία της αδιαφορίας, νιώθει το ακαριαίο κοίταγμα της να μαγνητίζει την προσοχή του και να καρφώνεται σαν κεντρί στην καρδιά του. Η Βαλερία αποχωρώντας αυτοκρατορικά, έχει ήδη θέσει τους κανόνες της. Εκείνη βασίλισσα στον θρόνο, εκείνος πιστός ιππότης αφιερωμένος στη γοητεία της.
Έμεινε να τη βλέπει να ξεμακραίνει ασάλευτα, βουβά. Τα βλέμματά τους ενώθηκαν τελευταία φορά. Ο Αλκιβιάδης. έκλεισε τα μάτια του προσπαθώντας να τιθασεύσει τις αισθήσεις του και με τη σκέψη στραμμένη στο τελευταίο χαμόγελο της. Αυτό το χαμόγελο! Πόσο λαχταρούσε ν΄ακουμπήσει τα χείλη του στα δικά της, φιλώντας τη στοργικά στα κερασένια της χείλια, ενώ θα τη κρατούσε προστατευτικά στην αγκαλιά του. Ο πειρασμός ήταν μεγάλος, ο σφυγμός του είχε αφηνιάσει και το φούσκωμα ανάμεσα στα πόδια του δεν έπαυε να του υπενθυμίζει τη διέγερσή του με σουβλιές. Προσπάθησε μάταια να αντισταθεί στις ανήθικες σκέψεις του επικαλούμενος τη κοινωνική ηθική του που επιτάσσει σεβασμό και να μην εμπλέκεται σε παράνομες ερωτικές υποθέσεις! Ωστόσο, όπου υπερχειλίζει το συναίσθημα, είθισται να ωχριά η πειθώ του μυαλού. Πως το λέει ο μεγάλος δάσκαλος ο Φρόιντ! «Το σεξουαλικό ένστικτο, δεσπόζει κάθε άλλου, ακόμα και του ενστίκτου τής αυτοσυντήρησης.»
Έτσι, του Αλκιβιάδη, παρά τις ενστάσεις του αυτό το σαββατόβραδο η Βαλερία εντελώς ξαφνικά, από το πουθενά είχε εισβάλει στο συναίσθημα του σαν μια γλυκιά αμαρτία η παρουσία της. Μια αμαρτία κρυμμένη στο πάθος του. Αυτό είναι. Ένα πάθος. Ένα ανομολόγητο πάθος που είχε γίνει η βραδινή του ερωτική πρέζα στη μοναξιά του! Αυτό το βράδυ σκέφτεται με τη ψυχή και το συναίσθημα κι όχι με τη λογική, και είναι κι αυτό το δάγκωμα που νιώθει σαν τη σκέφτεται! Στο μυαλό του τη φαντάζεται, ότι είναι ερωτικό ζευγάρι και αυτή η διαπίστωση του προκαλούσε μια συναισθηματική κατάσταση στην οποία βιώνει για κάτι που θα ήθελε να συμβεί στο εγγύς παρόν ή στο μέλλον!
..Έξω είχε αρχίσει να σουρουπώνει η πιο λατρεμένη του ώρα της ημέρας και ενώ ο ήλιος προσπαθούσε να κρυφτεί πίσω από το οροπέδιο της Πλάτωσης και το Θριάσιο πεδίο, είχε φτάσει η στιγμή για την πιο χαλαρωτική απόλαυση. Ο Αλκιβιαδης διάλεξε από το έπιπλο ένα μπουκάλι Mandarin Napoleon αυτό το εξαιρετικό βελγικό κονιάκ ηλικίας δέκα ετών ακούμπησε ένα ποτήρι στον πάγκο της κουζίνας πάνω στη μαρμάρινη επιφάνεια. Σέρβιρε προσεκτικά κονιάκ στο ποτήρι, δεν ήθελε λεκέδες στη λευκή επιφάνεια του μαρμάρου. Φέρνοντάς το στο στόμα, έκλεισε τα μάτια του απολαμβάνοντας τις αρωματικά αλκοολούχες γεύσεις του cognac που άρχισαν να ρέουν στις φλέβες του, και σε αρμονική συντροφιά να δένουν με τις γεύσεις του μαλακού ganache εσπρέσο και τις γεύσεις από κομποτέ μανταρίνι. Το συνηθισμένο του εκρηκτικό μείγμα ξύπνησε τις αισθήσεις του, και ένα αίσθημα ευεξίας και πληρότητας τον κατέλαβε μονομιάς. Όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, θεωρούσε ένα απολαυστικό άρωμα μια από τις πραγματικά απλές απολαύσεις της ζωής. Έκλεισε τα φώτα πήρε το ποτήρι με το λικέρ και κατευθύνθηκε στο δωμάτιο όπου ήταν το γραφείου του. Το λάτρευε το μικρο του δωμάτιο. Ο χώρος σε συνδυασμό με το φως που έμπαινε από τα παράθυρα του δημιουργούσαν την αίσθηση ότι βρισκόταν σε μπαλκόνι. Το δωμάτιο το είχε διακοσμήσει η Ανδρομάχη όπως και το υπόλοιπο σπίτι. Είχε διαλέξει ταπετσαρίες, βιβλιοθήκες, γραφείο, φωτογραφίες και πίνακες για τους τοίχους. Και ο Αλκιβιαδης ήταν ενθουσιασμένος με ό,τι είχε κάνει. Ποτέ δεν αμφισβήτησε το γούστο της, μάλιστα, ένιωθε πολύ περήφανος! Ήπιε μια γουλιά από το ποτήρι του κι ένιωσε την αψάδα του αλκοόλ να μειώνει την ένταση που ένιωθε. Όχι εντελώς, όμως. Πέρασε το χέρι του μέσα από τα κυματιστά μαύρα μαλλιά του και στριφογύρισε το ποτό μέσα στο ποτήρι του.
Άνοιξε την Τιβί on demand και πέφτει σε μια πρωινάδικη εκπομπή απ΄ αυτές που παρακολουθεί η πεθερά του με τις παρουσιάστριες που το κάνουν με όλους τους ισχυρούς της τηλεόρασης και των περιοδικών για να εξασφαλίσουν μια θέση στο γυαλί, και μετά βγάζουν στη φόρα το εσώρουχο και το ψεύτικο στήθος τους για να ξεχωρίσουν. Παίρνει η άλλη τηλέφωνο, λέει, είμαι σαράντα χρονών, παντρεμένη, με επιτυχημένη επαγγελματική καριέρα, βγάζω πολλά λεφτά και επειδή δουλεύω αρκετές ώρες είμαι πολύ κουρασμένη και όταν γυρίζω σπίτι και δε μπορώ να κάνω τις δουλειές του σπιτιού, οπότε τις κάνει ο άντρας μου. 
«Μα καλά κυρία μου, ο άντρας σας δε δουλεύει; δεν είναι κουρασμένος;»
«Ναι δουλεύει, είναι κουρασμένος αλλά εγώ βγάζω περισσότερα.»
«Συγγνώμη να σας ρωτήσω κάτι προσωπικό, εξωσυζυγική σχέση διατηρείτε;»
«Τι λέτε καλέ, βεβαίως και διατηρώ!»
«Παρντόν; Γιατί κυρία μου;»
«Γιατί το να βλέπω τον άντρα μου στην κουζίνα και γενικά να τον βλέπω να κάνει τις δουλειές του σπιτιού με ξενερώνει εύκολα, δεν με εξιτάρει στο ερωτικό παιχνίδι δεν μου δημιουργεί ένταση, πάθος και σεξουαλικό μαγνητισμό. Εγώ θέλω έναν ερωτικό παρτενέρ πολύ δυναμικό, εκρηκτικό που η αδρεναλίνη του να χτυπάει κόκκινο, και έτοιμο για δράση πάντα, ώστε να μου κινεί το ερωτικό και σεξουαλικό ενδιαφέρον συνεχώς. Κοινώς να διακρίνεται στον ερωτικό τομέα με απίστευτες αντοχές ώστε να παρασύρει και να τεντώνει τις αισθήσεις μου στα άκρα. Να με οδηγεί στην κορύφωση της σαρκικής και ψυχικής ηδονής.
Γρήγορα βαρέθηκε και έκλεισε την τηλεόραση καταλήγοντας στο εξής. Η Γυναίκα στις δυτικές κοινωνίες σήμερα, έχει εθιστεί στην αγορά και την δύναμη που αυτή της παρέχει. Κοινωνικό status κλπ. Αυτά τα πρότυπα έχει από την τηλεόραση και τις «πετυχημένες» φίλες, αυτά επιθυμεί. Αυτό όμως, είναι η διάσπαση της οικογένειας γενικά στον δυτικό κόσμο, κάνει συνειρμούς και σκέψεις για γνωστές τηλεπερσόνες που παριστάνουν τις κυρίες και δεν αφήνουν τεκνό για τεκνό χωρίς να το πηδήξουν. Παράγοντες του θεάτρου, της τηλεόρασης, του καλλιτεχνικού χώρου γενικώς, που εκβιάζουν. «Εσύ θα μου κάτσεις κι εγώ θα σε κάνω φίρμα» Νεαρά κοριτσόπουλα προκειμένου να αποκτήσουν κάποιο δεύτερο ρόλο σε σίριαλ πέφτουν στα γόνατα και με το στόμα ανοιχτό, αποθεώνουν και τον τελευταίο κάμεραμαν.
Βούλιαξε στην καρέκλα του γραφείου πίσω από τον υπολογιστή, έκανε μισή στροφή και βρέθηκε να κοιτάζει απ΄το παράθυρο ατενίζοντας στον ορίζοντα το νυχτερινό ουρανό λες και αναζητούσε εκεί τη μορφή της που θα ήθελε να βρίσκεται απόψε μαζί του. Ακολουθούσε βαθιά σιωπή. Το μυαλό του ήταν καθαρό σαν τον καθαρό νυχτερινό ουρανό, με το φεγγάρι και τον πολικό αστέρα στη θέση τους να τρεμοσβήνουν ζωηρά. Ο Αλκιβιαδης  ανοιγόκλεισε τα μάτια, όρθωσε το κορμί του στην καρέκλα και έκανε πάλι μισή στροφή, ώστε να βρεθεί αντίκρυ στην οθόνη του δεκαεφτάρη TOSHIBA Notebook. Κούνησε το ποντίκι και η οθόνη απέκτησε ζωή. Ήταν αργά, είχε ήδη πάει μεσάνυχτα, αλλά ο Αλκιβιάδης δεν είχε καμιά όρεξη να κοιμηθεί, ήταν πολύ νευρικός. Αν πήγαινε για ύπνο, θα αναμάσαγε τα ίδια και τα ίδια. Καλύτερα να απασχολούσε το μυαλό του. Άνοιξε τον πλοηγό ιντερνέτ, πληκτρολόγησε το κωδικό του blogger και άνοιξε νέα ανάρτηση. Είχε τόσα πράγματα να γράψει, τόσες ιστορίες να πει. Αυτό που του έλειπε ήταν η σωστή διέξοδος, απ’ όπου θα ξεχύνονταν οι σκέψεις και οι ιδέες, σαν λάβα που μετά θα έπηζε σε μια σταθερή ροή.
Η ανάρτηση, αναμφίβολα, όταν θα ήταν πιο νηφάλιος θα κατέληγε στη «διαγραφή» ή στα «πρόχειρα», αλλά του άρεσε και η ιδέα να φλερτάρει με τον κίνδυνο να το ανεβάσει στο blog του και να στείλει το link με MSN στη Βαλερία να το διαβάσει. Ήπιε μαζεμένες τρεις γουλιές από το ποτό του νιώθοντας το μελένιο υγρό να κατηφορίζει στο λαιμό του παρασύροντας μαζί του και έναν ενοχλητικό κόμπο. Ναι, αυτό έφταιγε. Η γυναίκα απόψε είναι συνεχώς στο μυαλό του σε σημείο που νιώθει μπερδεμένος και δεν μπορεί να ελέγξει τη σεξουαλική του ισορροπία!. Στη θύμηση της επιταχύνονται όλα: οι χτύποι της καρδιάς του, η ανάσα του, οι σκέψεις του. Τους φαντάζεται να βρίσκονται οι δυο τους σ΄ ένα μέρος και έναν χώρο απόλυτης ηρεμίας, αυθεντικής φιλοξενίας, αδιαπραγμάτευτης ποιότητας και διακριτικής πολυτέλειας.  Σ΄ ένα πεντάστερο ξενοδοχείο μέσα στη φύση, δίπλα στο κύμα, να μοιράζονται μαζί μοναδικές ερωτικές στιγμές. Έχει κατά νου και την μεγάλη έγκυρη πανεπιστημιακή έρευνα που πραγματοποιήθηκε και αναφέρεται για την απιστία μεταξύ συζύγων, να θέλει τις γυναίκες καθηγήτριες να είναι επιρρεπείς στην απιστία και οι πιο ευάλωτες στους πειρασμούς που θα εμφανιστούν στο δρόμο τους. Ταυτόχρονα όλο και κάτι είχε πάρει το αυτάκι του στα συνήθη γυναικεία κουτσομπολιά της Ανδρομάχης με την Ναυσικά για την πρώην μελαχρινή με μεγάλα όμορφα μάτια, καλοσχηματισμένο σώμα με όμορφες καμπύλες, φιλενάδα τους! Η Βαλερία είχε εξελιχθεί σε προσωπικότητα, που απέπνεε αυτοπεποίθηση. Οι περισσότεροι μάλιστα την θεωρούσαν ότι είχε πρωτοποριακές, ενδεχομένως και εκκεντρικές, απόψεις, θέσεις ή συμπεριφορές, αφού μεταξύ των άλλων ντύνονταν κομψά, βάση των επιταγών της εποχής και ήταν φιλική με τους μαθητές. Με δυο λόγια είναι ένα γοητευτικό πλάσμα για τη μικρή κοινότητα του σχολείου. Τόσο για τους μαθητές που οι περισσότεροι ονειρεύονται να «πηδήξουν» μία τέτοια «μουνάρα» καθηγήτρια, όσο και για πολλούς καθηγητές που επίσης θα ήθελαν να την ρίξουν στο κρεβάτι τους.
«Ανδρομάχη έχεις μάθει για τα ερωτικά κατορθώματά της φίλη μας της Βαλερίας;»
«Της Βαλερίας; όχι δεν ξέρω κάτι! Πάει πολύς καιρός που έχω να μάθω νέα της. Έχουμε χαθεί. Εσύ τι έχεις μάθει;»
«Να οι φήμες και οι κακές γλώσσες λένε ότι έχει ανακαλύψει ότι το απαγορευμένο πόσο μάλλον το παράνομο είναι πιο γλυκό και το απολαμβάνει με έναν παίδαρο.»
«Δηλαδη; Όταν λες απαγορευμένο και γλυκό; Τι εννοείς; ότι τα φοράει στον άνδρα της;»
«Εσύ τι λες να εννοώ; Ότι ρίχνει άχνη στη μπουγάτσα;»
Στην αρχή η Ανδρομάχη ξαφνιάστηκε γιατί θυμάται τη φιλενάδα τους από το λύκειο! Την είχε για συμμαζεμένη κοπέλα και δεν το περίμενε να ακούσει τέτοια σχόλια για το άτομο της. «Τι να σου πω ρε Ναυσικά! Εγώ πάντως την έκοβα σεμνή και μετρημένη. Μεταξύ μας το πιστεύεις ότι μπορεί να είναι αλήθεια τα κουτσομπολιά πως η Βαλερία πέφτει σε παράνομο κρεβάτι;.»
«Αυτές οι σεμνές φιλενάδα μου είναι οι μεγαλύτερες καριόλες, να ξέρεις.»
«Για λεγε τι έχεις μάθει! Είμαι όλη αυτιά.»
«Έμαθα από έγκυρη πηγή ότι το «πνίγει το κουνέλι» στην αγκαλιά του νεαρού γυμναστή του λυκείου που εργάζεται.»
«Έχει μαθευτεί δηλαδή ότι έχει επιλέξει να ανοίξει την πόρτα στο σεξ που της χτύπησε ο νέος νοικάρης χωρίς να διώξει τον προηγούμενο νοικοκύρη;»
«Ε ναι! Όπως συμβαίνει συχνά με κάθε μυστικό, που από στόμα σε στόμα, τελικά γίνεται μουσικό όργανο κι ο ήχος του μπορεί να φτάσει πολύ μακριά.»
..Φαντάζεται τον εαυτό του και τη Βαλερία ότι είναι ήρωες σε ερωτική νουβέλα που έχουν βρει καταφύγιο σε παραλιακό ξενοδοχείο στην αγκαλιά του Μυρτώου πελάγους και του Πάρνωνα! Η μπαλκονόπορτα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου ήταν μισάνοιχτη, και ο μαΐστρος, το δροσερό αυτό θαλασσινό αεράκι συμβολίζει την απαλλαγή τους από τα προβλήματα που τους βασανίζουν, έκανε τις τραβηγμένες κουρτίνες να ανεμίζουν ελαφρά καθώς δυνάμωνε προμηνώντας μιαν φθινοπωρινή μπόρα. Είχε πέσει το σούρουπο, ο ουρανός είχε πάρει ένα χρώμα βαθύ μενεξεδί. Η θάλασσα ήταν όμοια με ζωγραφιά από λάδι, μα υπήρχε κάτι δυσοίωνο έτσι όπως φούσκωνε ο αφρός και τα κύματα έσκαγαν με μανία στη στεριά, στη μικρή προβλήτα και στα βράχια κάτω από το ξενοδοχείο. Εκεί νιώθουν προστατευμένοι και ασφαλείς σε κάθε στιγμή τους από περίεργα βλέμματα. Η Βαλερία ένιωθε όμορφη και δεν χρειαζόταν να αμφιβάλει ότι ο Αλκιβιάδης την ήθελε. Την κοιτούσε όλη την ώρα μ΄ ένα άπληστο βλέμμα. Επιτέλους μπορούν να αγκαλιαστούν. Οι κινήσεις τους έχουν τόση φυσικότητα, που δίνουν την εντύπωση ότι γνωρίζονται από πάντα. Για μια στιγμή, μια μικρούλα στιγμή, επέτρεψε στον εαυτό του να φανταστεί ότι ήταν στην αγκαλιά του τα μακριά, λεπτά δάχτυλά της να χώνονται μέσα στα σκούρα μαλλιά του, το σώμα της να λυγίζει στα δυνατά χέρια του που τη χάιδευαν και την άγγιζαν, τα χείλη της να σμίγουν με τα δικά του και τα βογκητά της να αντηχούν στον νυχτερινό αέρα από τα χάδια του. Τον κοίταξε καθώς το χέρι του ταξίδεψε στο λείο περίγραμμα του μπούστου της και στο στητό της στήθος το ελεύθερο στη νυχτερινή δροσιά. Τα δόντια του άστραψαν στο πονηρό χαμόγελό του, καθώς εκείνος κοίταξε προς τα κάτω τον ερεθισμένο μαστό και ψέλλισε «πανέμορφη», προτού χαμηλώσει τα χείλη του στη σκοτεινή κορυφή που είχε σκληρύνει από τον δροσερό αέρα και τη θερμή αγκαλιά του. Η Βαλερία άφησε το κεφάλι της να πέσει προς τα πίσω σε έκσταση, ανίκανη να ελέγξει την ευχαρίστηση που ένιωθε στα χέρια του, και απόμεινε ακίνητη, νιώθοντας τις θηλές της να σκληραίνουν καθώς το χέρι του τη χάιδευε και το στόμα που περνούσε ξανά και ξανά τη γλώσσα του πάνω από το στήθος της! «Αλκιβιάδη…» Το όνομά του, που ξέφυγε από τα χείλη της  με ένα βαθύ βογκητό, έσκισε τη σιωπή.Τα χέρια τους γλιστράνε παντού, σαν σε κατακτημένα εδάφη. Τα δικά του είναι πιο βιαστικά από τα δικά της. Η Βαλερία ανατρίχιασε καθώς το χέρι του χάιδεψε την πλάτη της.
Ο Αλκιβιαδης δεν έδινε σημασία, δεν άκουγε το σφύριγμα του αέρα, ούτε τον άγριο βόμβο του νερού καθώς, για εκείνον, τίποτα έξω από το δωμάτιο δεν υπήρχε εκείνη την ώρα. Το μόνο θρόισμα που έφτανε ως τα αυτιά του και τον μεθούσε ήταν εκείνο των σεντονιών, ήταν το θρόισμα από τα ρούχα της που έπεφταν στο δάπεδο με ένα ρυθμό γαλήνιο και παθιασμένο ταυτόχρονα, σε τέλειο συντονισμό με τις κινήσεις των χεριών του. Ακόμη και το πιο απαλό του άγγιγμα έκανε το κορμί της να τυλίγεται στις φλόγες. Η Βαλερία άφησε ένα σιγανό βογκητό ηδονής και σήκωσε τα χέρια στον αέρα, βοηθώντας τον να της βγάλει το αέρινο φουστάνι που είχε φορέσει νωρίτερα εκείνο το πρωί. Πολύ γρήγορα, ένας μικρός σωρός από ρούχα σχηματίστηκε γύρω από τα ψηλοτάκουνα παπούτσια της, το μεταξωτό μαντίλι που είχε δέσει στο λαιμό, το φουστάνι, τα λευκά μικροσκοπικά εσώρουχά της.
«Κάνε μου έρωτα, θέλω να με λατρεύεις ως το ξημέρωμα, να γίνεις δικός μου σαν να μην υπάρχει ξημέρωμα…» μουρμούρισε ξέπνοα, έγειρε προς τα πίσω το κεφάλι και αφέθηκε στα χάδια του.
Οι άκρες των δαχτύλων του διέσχισαν απαλά τις καμπύλες της και η Βαλερία ένιωσε ρευστή, σαν να την έπλαθε ο Αλκιβιαδης με το χάδι, με το άγγιγμα του.
«Μη σταματάς, φίλα με, νιώσε με…» ψιθύρισε η Βαλερία, που δεν μπορούσε, πια, να ακούσει ή να ελέγξει τον εαυτό της.
Υπήρχε απελπισία στις ανάσες, στο λαχάνιασμα της, στη μαύρη πείνα που έκανε να στάζουν οι χυμοί του κορμιού της, να τρελαίνεται, να αγριεύει ο πόθος της και να τη σέρνει σε τοπία αχανή, απάτητα. Τα δάχτυλά της μπλέχτηκαν στα πυκνά καστανά του μαλλιά και η τυραννία της απόλαυσης εξακολούθησε για κάμποση ώρα, σχεδόν την έφερε στο απόγειο, μα η Βαλερία πρόλαβε να απομακρύνει τον εραστή της. Εκείνος χαμογέλασε, ανέβηκε στο κρεβάτι και την τράβηξε πλάι του.
Οι ανάσες τους, κοφτές, απεγνωσμένες, σαν να υποψιάζονταν ότι στ’ αλήθεια δε θα υπήρχε ξημέρωμα, έσμιξαν με τον ήχο του ανέμου και της θάλασσας, ακολούθησαν ασύνειδα τις κινήσεις και τις ενώσεις των νεφών οι στεναγμοί τους ήταν οι πρώτες βροντές, η κυοφορία της βροχής του φθινοπώρου, της λυσσασμένης μπόρας που μόνο αυτή θα μπορούσε, ίσως, να μετρηθεί, να συγκριθεί με το ανελέητο ρυθμικό σφυροκόπημα στις καρδιές τους. Και πώς να περιγράψει τη λαγνεία τους δίχως κανιβαλισμό! Χωρίς να διαγραφεί η οδοντοστοιχία τους πάνω στους γυμνούς τους ώμους, ίδιους με το σχήμα ενός αφάγωτου λωτού τη στιγμή της κορύφωσης που η θύελλα ξεσπά στον εγκέφαλο κάτι σαν έκρηξη πυροτεχνημάτων! Την κοιτάζει στα μάτια και η ανάσα του γίνεται πιο έντονη. Κάθε στιγμή κρατά μία αιωνιότητα και έχει τη δική της σημασία. Η ένταση του πόθου ολοένα και μεγαλώνει. Τα χείλη του μόλις που την ακουμπούν. Η φωνή του είναι σιγανή και αισθησιακή καθώς της ψιθυρίζει: «Σε θέλω. Θέλω να μπω μέσα σου και να σε νιώσω... έστω κι αν αυτό θα γίνει μόνο μία και μοναδική φορά»
Ακούμπησε την παλάμη της στο στήθος του. Η φωνή της ήταν βραχνή. «Κι εγώ εσένα! Σε θέλω!» Γλίστρησε τα δάχτυλά της προς τα κάτω ως το στομάχι του κι ένιωσε τα χέρια του να σφίγγουν τους γυμνούς ώμους της καθώς έπεφτε στα γόνατα μπροστά του. 
«Δεν είσαι υποχρεωμένη να…» 
«Είπα ότι σε θέλω! Δεν έχω επιλογή. Ήξερα τι ακριβώς ήθελα από τη στιγμή που συμφώνησα να έρθω εδώ μαζί σου». Ακολουθεί σιωπή και η Βαλερία απαλλαγμένη από όλα τα ρούχα της, γυμνή μπροστά του αφήνεται στις δικές της σαρκικές ανάγκες. 
 Αποχαυνωμένος όπως ήταν, αποδεικνύοντας εν τέλει -έστω και μεταφορικά- πως οτιδήποτε δε βγαίνει από μέσα του, τελικά καταλήγει να τον φέρνει σε κατάσταση νωθρότητας και πλήρους αδράνειας, παραλύοντας τις σωματικές και διανοητικές δυνάμεις του, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αντιδράσει. Του πήρε λίγα λεπτά για να βγει από τους φανταστικούς αισθησιακούς μαιάνδρους της αφήγησης του. Οι κρόταφοι του χτυπούσαν μισόκλεισε τα μάτια κι αναστέναξε ζαλισμένος από το ονειρικό σεξουαλικό του ταξίδι με τη Βαλερία να είναι εκεί παρούσα στο ταξίδι του για
μεγάλα χρονικά διαστήματα, και να κατέχει τις σκέψεις του, όπως μια μεραρχία έχει υπό την κατοχή της μια αλλοτριωμένη εδαφική έκταση. Τα αφτιά του βούιζαν με τις ανήθικες σκέψεις που είχε στο πίσω μέρος του μυαλού του. Απόμεινε να κοιτάζει την οθόνη με βαριά βλέφαρα. Όσο και να κοίταζε την οθόνη μπροστά του, δε θα έγραφε άλλο. Έβλεπε το δρομέα να αναβοσβήνει ανυπόμονα, μα το μυαλό του είχε αδειάσει από ιδέες. Ένα διάλειμμα, αυτό χρειαζόταν. 
Διάβασε και ξαναδιάβασε το κείμενο που ήταν αποθηκευμένο στο πρόχειρο προτού κλείσει τον υπολογιστή. Κράτησε το κεφάλι του με τα δυο του χέρια και βάλθηκε να καταλάβει τι του είχε συμβεί παραδομένος σε έναν κυκεώνα συλλογισμών που υποτίθεται ότι θα του δώσουν το κλειδί της λύσης στις επιθυμίες του. Συλλογίζεται σαν τον Σπαρτιάτη στρατηγό που εξετάζει τα έντερα των ζώων πριν τη μάχη. Ναι, είναι πολύ σημαντική μια μάχη (το μέλλον ενός λαού) Δε μπορούμε να την αφήσουμε στην τύχη. Εκείνο το βράδυ έμεινε πολλές ώρες καθισμένος επάνω στην καρέκλα του γραφείου. Έβαλε ένα δεύτερο πότο το έπινε ήσυχα αφήνοντας τη φαντασία του να ταξιδέψει μέσα στον λαβύρινθο της αβεβαιότητας που νιώθει. Κοίταξε έξω από το παράθυρο του, το φωτισμένο δρόμο. Είχε νυχτώσει εδώ και ώρες, αλλά ήταν πολύ απορροφημένος με την εργασία του για να το καταλάβει.
 Έβλεπε τα φώτα από τα αυτοκίνητα να περνούν απέναντι στη γέφυρα του περιφερειακού της Αττικής οδού. Το διασκέδαζε να μαντεύει από πού έρχονται και που πηγαίνουν. Δεν είχε καμιά διάθεση να πάει να ξαπλώσει και η μοναχική ατμόσφαιρα στο γραφείο του, του φαινόταν ιδανική συντροφιά για την όντως παράξενη διάθεση του. Κάπως έτσι ένιωθε τις βραδινές εκείνες ώρες πριν κοιμηθεί. Συνειδητοποιεί πως οι ώρες αυτές, που γύρω επικρατεί ησυχία και ηρεμία, του δίνουν χρόνο να αναλογιστεί, να σκεφτεί, να κρίνει και οι επιθυμίες του ζητάνε πλέον τη λύση τους. Τα πρόβλημα που τον απασχολεί έρχεται για να του υπενθυμίσει πως πρέπει να κάνει κάτι γι’ αυτό ώστε να αμβλυνθεί. Οι φαντασιώσεις του επιστρέφουν απρόσκλητες κι εκείνο το συναίσθημα που προσπαθει να πείσει τον εαυτό του ότι είναι ανύπαρκτο, φροντίζει να ενισχυθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην μπορεί να το περάσει ανεπαίσθητα. Αυτά που φοβάται δεν μπορούν παρά να είναι όσα του έρχονται στο μυαλό! Είναι οι πιο ενδόμυχες, οι πιο δικές του σκέψεις. Το πορτρέτο της Βαλερίας του προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα, μελαγχολία ανάμεικτη με ελπίδα. Μελαγχολία και ελπίδα που μοιράζονται τον ίδιο χώρο! Με μια ελπίδα που καίει μέσα του σαν άλυτο σταυρόλεξο που λέγεται επιθυμία πως να κατακτήσει το ζωντανό πορτρέτο. Ονειρευόταν να γευτεί με θέρμη την αποδοχή της. Και εκεί που ετοιμάζεται για ακόμα μια φορά να αντιμετωπίσει τον εαυτό του, πως να ξεπεράσει το συναίσθημα του ανεκπλήρωτου ερωτικού απωθημένου που του προκάλεσε η τυχαία συνάντηση με τη Βαλερία, η μορφή της Ανδρομάχης εισβάλλει ανάμεσα στις σκέψεις του. Έπεσε σε λογισμούς να τη σκέφτεται στη Θεσσαλονίκη στο δικό της σενάριο! Ελεύθερη κι απενοχοποιημένη, σαφώς ανανεωμένη, μ’ αυτοπεποίθηση σε μια χαλαρή έξοδο μια ανέμελης βόλτας, για ένα ποτό σε ένα μπαρ, που σίγουρα θα της προσφέρει πολλές ευκαιρίες για ενδιαφέρουσες ανδρικές γνωριμίες με αποτέλεσμα οι παλμοί της να ανεβαίνουν κι η αδρεναλίνη της να χτυπάει κόκκινο, που την βάζει σε μια διαδικασία να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία που της παρουσιάζεται να ζήσει έντονες ερωτικές στιγμές, σε μια άλλη ανδρική αγκαλιά που θα εκτοξεύσει στα ύψη το σε ύπνωση σεξουαλικό της πάθος. Ίσως της καλλονής η αίγλη της να της θύμισε μέσα της παροπλισμένα συναισθήματα, ερωτικές επιθυμίες και ανάγκες, που αυτός είναι συγκρατημένος και ανίκανος να τα εκτιμήσει και «παγωμένα» μένουν ανικανοποίητα και υποτιμούνται στη σχέση τους; Κρυφογέλασε με τις σκεψεις του. «Ίσως αύριο που θα έρθει να μου διώξει τα φαντάσματα της νύχτας. Όλα μες στης ζωής τα βήματα είναι», ψιθύρισε και κάπου εκεί χάθηκε στην αγκαλιά των σεντονιών.
Το επόμενο πρωί ξύπνησε πιασμένος από έναν άσχημο ύπνο. Όλα τα χθεσινά του ξανάρχονταν στο νου, τριγύριζαν στο μυαλό του και τον απασχολούσαν. Κάθισε στην άκρη του κρεβατιού και χασμουρήθηκε. Έριξε μια ματιά στο ξυπνητήρι που βρισκόταν πάνω στο κομοδίνο. Έκανε ένα μορφασμό βλέποντας το είδωλο του στον απέναντι καθρέπτη της κρεβατοκάμαρας. Αυτό που έβλεπε ήταν γένια τριών ημερών κύκλους γύρω από τα μάτια και μερικά ατίθασα ανακατεμένα μικρά τσουλούφια από τα κοντοκουρεμένα μαύρα μαλλιά του, ξανάπεσε πίσω στο κρεβάτι. Ένιωθε ένας άλλος εαυτός του. «Σκατά! Είσαι αξιοθρήνητος!» Παραδέχθηκε συνοφρυωμένος. «Πρέπει να κάνεις ένα χλιαρό ντους να συνέλθεις» μονολόγησε. Ύστερα από αρκετή ώρα μέσα στο ντους βγαίνοντας στο μπαλκόνι καλημέρισε τη πρωινή αύρα! Προσπαθεί να επανέλθει στην κανονικότητα του και να αφήσει πίσω του τις νυχτερινές ονειροφαντασίες του, ν΄ αφήσει πίσω το γεγονός, ότι η ανάμνηση της Βαλερίας «στοιχειώνει τη σκέψη του». Το καλύτερο που μπορεί να κάνει είναι να αναζητήσει μέσα του τις απαντήσεις στο πως θα προχωρήσει παρακάτω κλείνοντας τη πόρτα στις σφοδρές ερωτικές επιθυμίες του για τη Βαλερία και ακολούθησε το κλασικό του πρωινό σύστημα στις αργίες και στις μοναξιές του. Βόλτα το σκύλο στο πάρκο, περιποίηση στο παπαγάλο και σήμερα να μη ξεχάσει το καναρίνι και να καθαρίσει την λεκάνη της άμμου για την υγιεινή του γάτου τους.
Η επερχόμενες ώρες ήταν απολύτως προβλέψιμες μιας συνηθισμένης Κυριακής.

 
Web Informer Button