Η πρωινή φθινοπωρινή πάχνη στον ήρεμο κόλπο είχε κάτσει πηχτή πάνω από τη θάλασσα, η μέρα είχε φέξει πια για τα καλά, πολλά σύννεφα, ροδισμένα, κι άλλα μελαψά, τα 'σπρώχνε, τα ζύμωνε, τα γοργοκυλούσε ο άνεμος, στον πρωινό απειρόχρωμο και θαμπό ουρανό. Βγήκε απόξω στο μπαλκόνι με θέα την θάλασσα, ρούφηξε την θαλασσινή την οσμή, κάρφωσε το βλέμμα του μακριά στον ορίζοντα, εκεί όπου ο ουρανός συναντούσε τη θάλασσα, γυμνάστηκε για λίγο και άραξε απολαμβάνοντας το καφέ του αναρωτώμενος ταυτόχρονα που χάθηκε πρωινιάτικα η Νεφέλη.
Η Νεφέλη: (νέφω: χύνω ύδωρ), η προσφέρουσα ζωογόνον ύδωρ, γνήσιο τέκνο του κανόνα «Η ηθική στη γυναίκα είναι σαν το πιπέρι στη σούπα. Αν είναι λίγο, είναι ένα ωραίο καρύκευμα. Αν το παρακάνεις, δε θέλει κανείς τη σούπα.» Ο Νικηφόρος από όταν γνώρισε τη Νεφέλη τη θυμάται υπεύθυνη και ακούραστη, καλή νοικοκυρά που ξυπνάει απ' τη χαραυγή. Εκεί που ο περισσότερος κόσμος χρειάζεται μερικά λεπτά ακόμη ώσπου να βρει το κουράγιο για να σηκώσει το κεφάλι απ’το μαξιλάρι, και χωρίς να νοιάζεται, προτιμάει να αναβάλλει το πρωινό ξύπνημα, μέχρι τη στιγμή που μια ματιά στο ρολόι θα τους τινάξει απ’το κρεβάτι όπως μια παλιά φρυγανιέρα τινάζει τις φέτες του ψωμιού η Νεφέλη είχε διαφορετική γνώμη για όλα αυτά. Σηκωνόταν πάντοτε στις έξι, και ο Νικηφόρος δεν είχε κατορθώσει εξηγήσει αυτή την ανεξήγητη πρωινή βιασύνης της. Είναι τολμηρή, θαρραλέα και διεκδικεί αυτό που της αρέσει. Στο σεξ παίρνει το παιχνίδι πάνω της και θέλει να της δίνεσαι ολοκληρωτικά. Θέλει συχνό σεξ, παίρνει πρωτοβουλίες και σε ταξιδεύει στον έβδομο ουρανό.
Αυτά σκεφτόταν ο Νικηφόρος ατενίζοντας για αρκετή ώρα το βουνό απέναντί του με βλέμμα κενό, η μέρα είναι μουντή και συννεφιασμένη αλλά η θερμοκρασία ήταν ευχάριστα δροσερή κι ο ήλιος να ανεβαίνει ανενόχλητος μετά τη χθεσινή μπόρα παίζοντας πίσω από παχιά μπλαβιά σύννεφα χαρίζοντας, που κι που, κάποιες σύντομες ανάπαυλες λιακάδας.
Τα κοκόρια ακούγονταν με ηχώ και ο αέρας μύριζε απ' τους ανθούς της λεμονιάς στο βάθος του κήπου.
Δεν τον επηρέαζε η υγρασία της θάλασσας. Το γύρω τοπίο με τη βοήθεια των σύννεφων γίνονταν ομορφότερο. Τα φυλλοβόλα δέντρα είναι πράσινα, αλλά ο ψίθυρος του φθινοπώρου, που πλησιάζει, είναι εμφανής εδώ κι εκεί στις κιτρινισμένες άκρες των φύλλων που είχαν χάσει τα λαμπερά κίτρινα, τα χρυσαφιά, τα μελιά, τα έντονα πορτοκαλιά και τα κεχριμπαρένια τους χρώματα.
Κάποια στιγμή μπλέχτηκε στα πόδια του η γάτα, ζητιάνευε κι αυτή τα χάδια του, νιαούριζε ζωηρά και του απέσπασε για λίγο το μυαλό από το περιβάλλον.
Κοιτούσε, δήθεν ικετευτικά τον Νικηφόρο, τριβόταν στα πόδια του, άφηνε την ουρά της σημαντικά περισσότερη ώρα πάνω στη γάμπα του, ακόμη κι αν το σώμα της είχε αποκολληθεί από εκείνη. Η ουρά της γάτας, ήταν το ύστατο παρακάλι, η πονηριά, ο εκβιασμός, η πουτανιά του αιλουροειδούς. Τη χρησιμοποιούσε κατά βούληση. Τη Νεφέλη πάντως, την τούμπαρε συνεχώς. Σε μια στροφή του δρόμου η γάτα κόντεψε να λιώσει κάτω από τις ρόδες του αυτοκινήτου της και η Νεφέλη από τις τύψεις που δεν την πρόσεξε εκείνη τη στιγμή, είπε να την υιοθετήσει και να την προσέχει για όλες τις υπόλοιπές στιγμές της.
Δεν είχε περάσει καμπόση ώρα που ρέμβαζε στον ήχο της παλίρροιας όταν έκανε την εμφάνιση της η Νεφέλη ερχόμενη από το διπλανό σπίτι της Φαίδρας. Αν και ήταν ακόμη πρωί, η Νεφέλη ακτινοβολούσε, και όταν τον είδε τα μάτια της έλαμψαν, πάνω στη φρέσκια επιδερμίδα της, και τα κατακόκκινα μάγουλα. Οι χθεσινοβραδυνοί οργασμοί είχαν επιδράσει πάνω της σαν το πιο θαυματουργό καλλυντικό.
Τον πληροφόρησε ότι επί ευκαιρία της τριημέρου αργίας είχαν έλθει στο εξοχικό τους η γειτόνισσα της η Φαίδρα μαζί με την κόρη της την Δανάη.
Ήρθαν πολύ αργά χθες το βράδυ. Μάλιστα είδε φως στο σπίτι μου και πέρασε να μου πει μια καλησπέρα. Δυστυχώς για κακή μας τύχη ήταν την ώρα που ζούσαμε σε ένα παράλληλο σύμπαν, όπου η ηδονή είχε τον πρώτο λόγο και οι λέξεις έβγαιναν από το στόμα μας, μόνες τους, χωρίς καν να τις σκεφτούμε. Επόμενο ήταν να ακούσει τα παθιασμένα πρόστυχα βογγητά κατάλαβε τι συμβαίνει και δεν μας ενόχλησε. Τελικά πάντα μπορεί να εμφανιστεί κάποιος ξαφνικά και να σε κάνουν τσακωτό, η να σε υποπτευτούν.
«Με είχε τρελαίνει το γαμήσι σου μωρό μου. Καριόλη άνδρα, μου φάνηκε ατέλειωτο!. Είχε πάρει φωτιά το μουνί μου!. Έζησα στιγμές με εκρηκτικούς οργασμούς που θα τους θυμάμαι για καιρό! Λένε πως το καλό κρεβάτι θέλει φαντασία και εφευρετικότητα. Σωστά;»
«Σωστά! Έτσι τούρμπο που με είχες κάνει κατά τη διάρκεια του σεξ .»
«Δηλαδη είμαι γυναίκα που βάζει φωτιά στα σεντόνια;»
«Τα αποτελέσματα έδειξαν Μωρό μου ότι έχεις τεράστια διάθεση για σεξ, δεν έχεις αναστολές, έχεις αυτοπεποίθηση επειδή ξέρεις να ικανοποιείς αλλά και να ικανοποιείσαι.»
«Ξέρω να ζήσω το σεξ καυλιάρη μου! Το σεξ αγάπη μου είναι μια άλλη ιστορία για άγρια θηρία. Μια τρελή ταλαιπωρία. Θέλει κότσια αντοχή και φασαρία. Και με την γυναίκα στο κρεβάτι πρέπει να τα δοκιμάζεις όλα να είναι χορτάτη, απ΄ όλα, αλλιώς θα δοκιμάσει να γεμίσει αλλού τον πάτο της και εσύ μαλάκα ναυτικέ θα νομίζεις ότι έχει πάει στην θεία της να φτιάξουν ντολμαδάκια.»
«Άρα λοιπόν…! Η Φαίδρα ξέρει με ποιον ήσουν τη νύχτα και γαμιόσουν.»
«Ναι είδε τ’ αυτοκίνητο σου και το κατάλαβε.»
«Λες να μας κάνει βούκινο;... με τα επιτεύγματα μας;. Ελπίζω πως δεν θα έχουμε προβλήματα.»
«Από την Φαίδρα; Δεν νομίζω, αυτή είναι πολύ εχέμυθη και διακριτική και δεν θα έχουμε προβλήματα. Άλλωστε γνωριζόμαστε χρόνια τώρα και κάτι που «λέγεται εκεί, μένει εκεί!» και έτσι μπορώ να την εμπιστευτώ. Αλλού είναι το πρόβλημα.»
«Δηλαδή που είναι το πρόβλημα;.»
«Να πρέπει να μας άκουσε και η κόρη της η Δανάη.»
«Τι να πω τώρα εγώ; Πότε έγινε αυτό με την Δανάη;»
«Από ότι κατάλαβα ει χε βγει με το φεγγάρι ήταν δίπλα στην αμμουδιά στο κύμα, αλλά υποπτεύομαι πως γυρίζοντας από το μονοπάτι που χωρίζει τα σπίτια μας, κατάλαβε τι παίζει, στάθηκε στην πίσω αυλή και έζησε μαζί μας τις καύλες μας.»
«Δηλαδή μας άκουγε τότε που λέγαμε ότι μας κατέβει και το λεξιλόγιο είχε ένα ευρύ φάσμα με διάφορες αποχρώσεις;»
«Τα πιο ωραία λόγια στο κρεβάτι θα ειπωθούν όταν έχεις χάσει τα λογικά σου και δεν φιλτράρεις τίποτα κούκλε μου. Στο κάτω κάτω εκείνη την ώρα που χάνουμε τον έλεγχο σιγά μη βάλουμε και «μπιμπ» στο στόμα μας. Το φαντάζεσαι; »
«Φαντάζομαι την Δανάη που άκουσε τι κάναμε, με λεπτομερή περιγραφή.»
«Παραμύθια για ενήλικες λέγαμε αγορίνα μου! Πειράζει;»
«Η Δανάη ε! Μαθήτρια του λυκείου δεν είναι;»
«Όχι ! Έχει τελειώσει το λύκειο. Είναι φοιτήτρια σε κάποια σχολή κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η κοπέλα είναι αρκετά δυναμική και ολίγον άτακτη σαν θηλυκό, ένα χαριτωμένο αλάνι τώρα στα δέκα οκτώ της. Σίγουρα έχει να κάψει καρδιές τώρα που μεγάλωσε! Να δεις τα βλέμματα των αντρών στο δρόμο πως την κοιτάνε.»
Ο Νικηφόρος συμφώνησε. Σκέφτεται τη Φαίδρα μια από τις πιο όμορφες φάτσες της περιοχής, που από τα ωάρια της λογικό ήταν να προκύψει η Δανάη, ένα από τα πιο λαχταριστά μωρά. Πράγματι η Δανάη είναι ένα γοητευτικότατο πλάσμα, μια πανέμορφη κοπέλα. Κάτι είχε ακούσει ότι το κοριτσάκι ήταν ξεπεταγμένο από καιρό! Περίεργο πράγμα κι αυτό, κάποτε τα κορίτσια ήταν ντροπαλά και σεμνά, τώρα λες και τα έχει καβαλήσει ο διάολος, με το που θα μπούνε στο γυμνάσιο από παιδιά γίνονται γυναίκες, ποθούν χάδια, φιλιά και είναι πολλές από αυτές που δεν αρκούνται σε αυτά αλλά θέλουν περισσότερα.
«Πάντως η Δανάη θέλει μερικές συμβουλές γιατί στην ηλικία αυτή όπως ξέρεις από την δική σου εμπειρία το μουνί δεν ησυχάζει εύκολα.»
«Μην τα λες εμένα! Λες να μην τα θυμάμαι! Στο λύκειο ήταν που ήμουν ηφαίστειο η κοπέλα και δεν μπορούσα να ηρεμήσω! Όταν με πήδηξε για πρώτη φορά ένας ποδοσφαιριστής της τοπικής μας ομάδας ήμουν ακόμη στη δευτέρα λυκείου και τότε ήθελα πέντε φορές την ημέρα πήδημα για να ηρεμήσω, δεν με προλάβαινε ο τύπος στο γαμήσι σου λέω! Άντε μετά να παίξει μπάλα ο νεαρός που έσερνε τα πόδια του. Και μεταξύ μας εκτός από αυτόν με πηδούσε και ο ξάδερφος μου, που ήταν στρατιώτης όταν ερχόταν με άδεια από το στρατόπεδο στο χωριό.»
«Θα μείνουν;»
«Η Φαίδρα με τη Δανάη;»
«Ναι. Ποιος άλλος.»
«Ναι θα μείνουν μέχρι αργά το απόγευμα που θα πάει με την μητέρα της στον εσπερινό του μοναστηρίου στο επάνω χωριό. Και επειδή η Φαίδρα δεν έχει μαγειρέψει και μιας και είχαμε να βρεθούμε από κοντά αρκετό καιρό, και εγώ έχω κανονίσει να μαγειρέψω της πρότεινα εάν δεν έχουν άλλα σχέδια τότε είναι καλεσμένες στο σπίτι μου για φαγητό, να έρθουν να φάμε μαζί παρέα δε θα ήθελα να φάμε μονάχοι μας και να περάσουμε γενικά την ημέρα μας στο σπίτι μας. Η Φαίδρα με την κόρη της δέχτηκε με ευχαρίστηση την πρόσκληση και τις αναμένω να έλθουν το μεσημέρι.
Αα! Να μην το ξεχάσω. Η Φαίδρα ζήτησε τη μεσολάβηση μου, να σου ζητήσω να της κάνεις μια πολύ φιλική εξυπηρέτηση.»
«Φιλική εξυπηρέτηση; Και εγώ πως μπορώ να τη βοηθήσω; Μη μου πεις πως η Φαίδρα έχει καύλες και αναζητά επιβήτορα; Προσφέρομαι εντελώς δωρεάν να της κάνω μια προσωπική εξυπηρέτηση για να ηρεμήσει η όμορφη κυρία εάν αυτή την εποχή έχει ρθει σε φάση του οίστρου.»
«Εγώ λέω συμμαζέψου και μην μου λες πολλά. Η γυναίκα γνωρίζει ότι έχεις ένα «κουσούρι». Ξέρει ότι σου αρέσουν οι μηχανές και το ίδιο αρέσουν και στον σύζυγο της. Η μηχανή του συζύγου της λοιπόν επειδή έφυγε ξαφνικά για μπάρκο έμεινε στην αυλή τους στο εξοχικό και θέλει αν έχεις την ευγενή καλοσύνη να την μεταφέρεις στο σπίτι της μητέρας της στο χωριό για ασφάλεια.»
Έτσι λοιπόν κύλησε η μέρα τους, μέχρι αργά το μεσημέρι. Ο Νικηφόρος αφού τακτοποίησε μερικές εξωτερικές εργασίες ξαναγύρισε στης Νεφέλης από νωρίς, περιμένοντας τα αποτελέσματα της μαγειρικής της. Έβαλε λίγο κονιάκ στο ποτήρι, τράβηξε τις κουρτίνες του παραθύρου κοιτάζοντας την θάλασσα ενώ από το cd player ακούγονταν η φωνή του Andrea Bocceli στο αγαπημένο του κομμάτι «En Aranjuez con tu amor». Είχε αφοσιωθεί να την παρακολουθεί να μαγειρεύει, καθισμένος στο ξύλινο καναπέ της κουζίνας δίπλα της και κοιτούσε με τα μάτια προσηλωμένα στις κατσαρόλες, πότε έβαζε το αλάτι, την κανέλα, τα μπαχαρικά και οι μυρωδιές από τα φαγητά τον ζάλιζαν και του έλκυαν εσωτερικά στον κόσμο των αισθήσεων. Λένε ότι η μαγειρική είναι η χαρά του ότι μπορεί κάποιος να φέρει εις πέρας ένα αποτέλεσμα, οποιοδήποτε είναι αυτό, είτε είναι γευστικό είτε όχι, όσο έχει σημασία η προσπάθεια. Η χαρά της Νεφέλης είναι ότι φτιάχνει δικά της δημιουργήματα με την ιδιαιτερότητα της προσωπικής φαντασίας της. Είναι ότι κάνει κάτι με τα χέρια της και απολαμβάνει τη χαρά του ότι τα καταφέρνει. Το πιο σημαντικό από όλα όμως, για εκείνη είναι η γεύση να ταυτίζεται με τη συνεύρεση, με τους ανθρώπους με τους οποίους επιλέγει να το χαρεί το συντροφικό τραπέζι. Ένα τραπέζι που θα κάτσουν να φάνε, θα γελάσουν, θα πιουν, θα τσακωθούν, θα τα ξαναβρούν, θα συζητήσουν, θα ξαναγελάσουν. Για τη Νεφέλη το τραπέζι με το φαγητό για φίλους είναι να κάτσουν δύο τρεις ώρες και αυτές οι ώρες να περιέχουν τα πάντα. Να περνάει όλη τους η ζωή μπροστά από τα μάτια τους όταν συνδέονται γύρω από τη γεύση. Ίσως, τελικά της Νεφέλης, η μαγειρική και η γεύση να είναι σαν την αγάπη». Όταν κάθισαν στο τραπέζι δοκιμάζοντας τη συνταγή της Νεφέλης ενθουσιάστηκαν. Το κρέας ήταν εύγευστο και τρυφερό αυτό όμως που το έκανε να ξεχωρίζει ήταν η σάλτσα του με το λεπτό άρωμα του σκόρδου και της κανέλας αλλά και η όψη της σάλτσας με την κρεμώδη υφή της. Και φτάσανε στην ώρα του καφέ. Η Νεφέλη δεν χαλάει την συνήθεια της. Ελληνικός καφές πάντα. Βάζει τα φλιτζανάκια στο τραπέζι και με το τεράστιο μπρίκι που αχνίζει σερβίρει. Πίνουν αργά αργά κουβεντιάζοντας τα νέα του χωριού, της χώρας, και τα προσωπικά τους. Με κουβέντα κι ονειροπολήματα. Ο Νικηφόρος πρέπει να ομολογήσει ότι με μεγάλη του χαρά διαπίστωσε ότι τις δυο γυναίκες τις συνέδεε μια αληθινή και στέρεη φιλία. Σχετικά δεν δυσκολεύτηκε να σκεφτεί ότι «το Ποίημα στους φίλους» που έτυχε να διαβάσει του περίφημου αργεντινού συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες ήταν το πλέον κατάλληλο για να αποδώσει τη φιλία τους και έδωσε απάντηση σε όλα του τα ερωτήματα.
«Δεν μπορώ να σου δώσω λύσεις για τα προβλήματα της ζωής σου, ούτε έχω απαντήσεις για τις αμφιβολίες και τους φόβους σου, όμως μπορώ να σε ακούσω και να τα μοιραστώ μαζί σου. Δεν μπορώ να αλλάξω το παρελθόν ή το μέλλον σου αλλά όταν με χρειάζεσαι θα είμαι δίπλα σου. Δεν μπορώ να αποτρέψω τα παραπατήματα σου, όμως μπορώ να σου προσφέρω το χέρι μου για να κρατηθείς και να μην πέσεις.»
Της Φαίδρας είναι αλήθεια ότι το «ημερολόγιο» της πάντα ήταν γεμάτο με λίγα κενά κατά διαστήματα και πάντα είχε ιστορίες με αρκετά ενδιαφέρουσες γνωριμίες. Είχε έναν απίστευτο μηχανισμό επιτυχούς επιβίωσης και δεν παραδινόταν εύκολα. Φρόντισε να αναπτύξει τόσα ταλέντα και τόσες τεχνικές γοητείας έτσι που πάντα περιστοιχιζόταν από ερωτευμένα μάτια. Είχε έναν πιστό σύζυγο, και ένα τσούρμο θαυμαστές γύρω γύρω. Δεν χορταίνεις να την ακούς αφού οι αφηγήσεις της είναι πάντοτε απολαυστικές και παραστατικές και ο λόγος της ατέλειωτος και εξαιρετικά χορταστικός. Είναι μια καλλιτέχνις των λέξεων, που ζωγραφίζει τις ιστορίες και τους χαρακτήρες της με ζωντάνια και έμπνευση με τη φωνή της να δημιουργεί πολλαπλασιαστική ηχώ στ' αυτιά του με τις στιχομυθίες των ηρώων της, οι οποίες είναι γεμάτες χιούμορ. Οι διάλογοι μαζί της χαρακτηρίζονταν από εξομολογητικές διαθέσεις που του επέτρεπαν κάποιες στιγμές να φτάσει και σ' ερωτήσεις κλειδιά, και δε δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να βρει τους κοινούς τους τόπους. Η Φαίδρα του άρεσε από την πρώτη στιγμή που την είχε δει και σήμερα όσο προχωρούσαν οι συζητήσεις τους τον κέρδιζε ακόμα περισσότερο. Ήταν ευγενέστατη χωρίς να δίνει οποιοδήποτε δικαίωμα για κάτι παραπάνω από την αρχή μιας φιλίας ανάμεσα τους. Ή τουλάχιστον αυτό υποδείκνυε αρχικώς η στάση της. Μίλησαν αρκετά για τις σκέψεις τους και τις σχέσεις τους.
Ταυτόχρονα ο Νικηφόρος διαπίστωσε ότι του εδόθη μια πάρα πολύ καλή ευκαιρία, να γνωρίσει από πολύ κοντά τη νεαρή Δανάη. Αυτό το κορίτσι ήταν όλο ζωντάνια και κέφι, που τον σαγήνευε ακόμη και με το πιο αμυδρό βλέμμα της σαν ιέρεια του ερωτισμού όταν έριχναν μεταξύ τους κλεφτές όλο νόημα ματιές παριστάνοντας μάλιστα δήθεν τους αδιάφορους! Ωστόσο, η φαντασία του μάντευε πολλά και η εν γένει στάση της άφηνε περιθώρια για σεξουαλικούς συνειρμούς όταν τεμπέλιαζε και τεντωνόταν στον καναπέ σαν αξιολάτρευτο κατοικίδιο. Δεν είχε τίποτε το προσποιητό επάνω της με το ονειροπόλο βλέμμα στα όμορφα μάτια της! Κάποια στιγμή η κοπέλα ζήτησε συγνώμη στράφηκε στην μητέρα της και της λέει πως έχει ένα αίσθημα κόπωσης και υπνηλίας μετά το φαγητό, θα πάει να ξαπλώσει στο κρεβάτι της. Οι λιγοστές φακίδες στο πρόσωπο και στα χέρια της φανερώθηκαν έντονες έτσι όπως περνούσε τη φωτισμένη είσοδο του σπιτιού από τον Ήλιο που φεγγοβολούσε ακόμη μολονότι η ώρα ήταν περασμένη. Φεύγοντας άφησε το βλέμμα της να πλανηθεί στο Νικηφόρο λες και του έδινε να διαβάσει κάποιο ένοχα μυστικό σημείωμα. Το πέος του Νικηφόρου πιάστηκε στο δόλωμα του πάθους και σπαρτάρισε μέσα στα δίχτυα του, άρχισε να διογκούται και με πολύ κόπο προσπαθούσε να μείνει αδιάφορος. «Αυτή τη μικρή, βάζω το χέρι µου στη φωτιά πώς ή θα γαμιέται πολύ συχνά, ή θα παίζει μέρα-νύχτα μαλακία. Με καύλωσε το νυμφίδιο!» σκέφτηκε με το πούτσο του να πάλλεται κάτω από το ύφασμα!
Ο Νικηφόρος πήρε τον καφέ του, μετακόμισε στο καναπέ κι απολάμβανε τις ιστορίες, ειδικά την διασκεδαστική αφήγησή της, και έκανε σχόλια, φροντίζοντας και αυτός να κρατά ανάλαφρη την ατμόσφαιρα με χαλαρή κουβεντούλα που ξεκίνησε μεταξύ τους και του έδωσε την ευκαιρία να ξεδιπλώσει την ικανότητά του να αφήνει τους άλλους να μιλάνε, μυρίζοντας τη ζεστή θηλυκή μυρωδιά τους. Κοίταζε τις δύο γυναίκες ίσια στα μάτια δείχνοντας με ελαφρές μυϊκές συσπάσεις το ενδιαφέρον του, ενώ παράλληλα καθοδηγούσε την κουβέντα με υπόγειες έξυπνες ερωτήσεις. Ήταν περίφημος ακροατής ούτως ή άλλως, οπότε η δημιουργία ευχάριστου κλίματος παρέας ήταν μακράν η ειδικότητά του. Οι δικές του πεζές ναυτικές ιστορίες δεν έκρινε ότι είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για εκείνες κι έτσι τεχνηέντως, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από τα δικά τους ενδιαφέροντα. Αποτύπωνε κάθε λέξη της Φαίδρας κι ένιωθε την αύρα της εκφραστικότητάς της να τον μαγεύει. Μιλούσε αργά με χαμηλή φωνή, αλλά µε πάθος και το ζεστό ανέμελο βλέμμα της γινόταν πύρινο, καθώς άφηνε τους συλλογισμούς της να ξεδιπλωθούν. Τα ελαφρώς υγρά χείλη της γεννούσαν διαρκώς πνιχτά γελάκια που γρατζούνιζαν τις αισθήσεις του. Η ώρα κυλούσε στα όμορφα λιβάδια της οικειότητας τους.
Τελευταία η Φαίδρα συμμετείχε στον αγώνα των κατοίκων ενάντια στον σχεδιασμό του αιολικού πάρκου στην περιοχή. Για ‘κείνη αλλοιώνουν θρασύτατα το τοπίο του βουνού.
Τους εξηγούσε με ζέση γιατί δεκάδες τοπικές κοινωνίες, περιβαλλοντικές οργανώσεις, τοπικοί φορείς και συλλογικότητες ανά τη χώρα έχουν ξεσηκωθεί για τις ανεμογεννήτριες. Δεν είναι η αιολική ενέργεια μια εναλλακτική ανανεώσιμη πηγή ενέργειας που λειτουργεί προς όφελος του φυσικού περιβάλλοντος και άρα της ζωής! Και αντιδρούν οι κάτοικοι, οι τοπικοί φορείς για τη βάναυση αλλοίωση του τοπίου έτσι όπως το έχουν γνωρίσει με το σύνθημα «Ελεύθερα Βουνά Χωρίς Αιολικά».
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η αιολική ενέργεια και οι ανεμογεννήτριες είναι μια εναλλακτική, ανανεώσιμη πηγή ενέργειας. Αυτά που αμφισβητούνται έντονα, είναι η επιλογή πολύ μεγάλων ανεμογεννητριών και η χωροθέτηση τους, ιδιαίτερα στις ορεινές περιοχές. Μικρό το όφελος, μεγάλη η καταστροφή! Σύμφωνα με στοιχεία η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από τη λειτουργία ανεμογεννητριών είναι απίστευτα ασήμαντη ενώ η καταστροφή στο φυσικό περιβάλλον είναι πρωτοφανής και ανεπανόρθωτη!
Οι δρόμοι που διανοίγονται για την κατασκευή των αιολικών πάρκων καταστρέφουν το ορεινό τοπίο και τους οικότοπους ενώ πολλές φορές αλλάζουν ακόμη και την πορεία των βρόχινων νερών με διάφορες επιπτώσεις για το περιβάλλον.
H πράσινη ενέργεια και η χρήση των ΑΠΕ δημιουργούν μία νέα πραγματικότητα για τις κοινωνίες τόσο από πλευράς περιβαλλοντικής όσο και οικονομικής.
Η τιμή του ρεύματος που παράγεται από την αιολική ενέργεια, και που φτάνει στο τελικό αποδέκτη, δηλαδή τον καταναλωτή, όχι μόνο δεν είναι μειωμένη, αλλά αυξάνεται από 130% έως 400%, σε σχέση με τις τιμές της συμβατικής ενέργειας.
Ο ήχος που κάνουν τα φτερά τους καθώς γυρίζουν, ένας διαπεραστικός γδούπος που θυμίζει ελικόπτερο, ακούγεται περισσότερο μακριά παρά στη βάση της ανεμογεννήτριας όπου γίνονται συνήθως οι σχετικές μετρήσεις, ενώ ταυτόχρονα παράγονται υπόηχοι και υπέρηχοι που δεν γίνονται αντιληπτοί αλλά κανείς δεν ξέρει αν και κατά πόσο βλάπτουν ανθρώπους και ζώα. Και κάτι ακόμη που πολύς κόσμος αγνοεί.
Η λειτουργία των γιγαντιαίων ανεμογεννητριών δεν επιτρέπει τη δημιουργία χιονιού στις βουνοκορφές, (όπως ακριβώς βάζουν ανεμόμυλους στα πεδινά για να προστατέψουν τα πορτοκάλια από τον πάγο) με αποτέλεσμα να μειώνεται σημαντικά ο υδροφόρος ορίζοντας και να χάνονται πολύτιμοι υδροφόροι πόροι.
Η χλωρίδα, η πανίδα, οι ανεξερεύνητες αρχαιολογικές θέσεις, τα παραδοσιακά μονοπάτια, θα χαθούν κάτω από το βάρος των βίαιων επεμβάσεων. Οι εκατοντάδες ανεμογεννήτριες, οι υποσταθμοί, οι γραμμές μεταφοράς θα εξαφανίσουν το κάλλος των φυσικών τοπίων που θα μετατραπούν σε βιομηχανικές ζώνες παραγωγής αιολικής ενέργειας.
Το ζωικό βασίλειο θα υποφέρει. Έχει εκτιμηθεί ότι χιλιάδες αποδημητικά πουλιά, γεράκια, χρυσαετόι γυπαετοί κλπ. σκοτώνονται από αιολικούς στροβιλοκινητήρες ετησίως.
Όσο για το αισθητικό μέρος; Μια άχαρη σιδεροκατασκευή, ψηλή, καταστρέφει για πάντα τον χαρακτήρα των κορυφών. Άσε που οι βάσεις τους οι οποίες γίνονται συνήθως με ανατινάξεις κρύβουν μέσα τους άπειρους τόνους μπετόν ανακατεμένο με ιδιαίτερα τοξικά επιβραδυντικά πήξης.
Κι όταν οι συμβάσεις για τη χρήση τους λήξουν τι γίνεται τότε; Οι κορυφές μετατρέπονται σε ένα απέραντο νεκροταφείο καλωδίων κι επικίνδυνων παλιοσιδερικών που αιωρούνται στο κενό.
Το μεγαλύτερο αιολικό πάρκο στην Ευρώπη απασχολεί μόνο τρεις μόνιμους υπαλλήλους. Ακόμη και το επιχείρημα ότι δημιουργούν θέσεις εργασίας στην τοπική κοινωνία είναι κι αυτό ένα ψέμα.
Το απόγευμα οι γυναίκες αναχώρησαν. Η Νεφέλη πρόθυμα συνόδευσε τη Φαίδρα, ήθελε και η ίδια να συμμετέχει στον εσπερινό. Ευκαιρία ήταν.
Η Φαιδρά έδωσε τα κλειδιά της μηχανής και της αποθήκης στο Νικηφόρο και τον ευχαρίστησε θερμά που αναλαμβάνει να μεταφέρει τη μηχανή του συζύγου της στο χωριό.
«Σ' ευχαριστώ Νικηφόρε! Το εκτιμώ πολύ που μπαίνεις στο κόπο!» Του λέει και η φωνή της τον περιέλουσε με τη γοητεία της που τον έκανε να ανατριχιάσει. Αν η φωνή της ήταν γεύση θα ήταν ζεστή σοκολάτα σκέφτηκε ο Νικηφόρος.
Αναχώρησαν οι γυναίκες με προορισμό το χωριό από όπου θα έπαιρναν και την ηλικιωμένη χήρα μητέρα της Φαίδρας.
H Δανάη δεν ακολούθησε τις δυο γυναίκες, έμεινε με τις νεαρές παρέες της στη μικρή καφετέρια του χωριού αναμένοντας τον γυρισμό τους. Από τα μικρά της χρόνια δεν ήταν από εκείνους τους νέους ανθρώπους που νιώθουν μια βαθύτερη ανάγκη να ασχολούνται με τα θρησκευτικά ζητήματα της πίστης τους. Από οικογενειακή και μόνο παράδοση ήταν μια απλή χριστιανή και όπως ήταν αναμενόμενο δεν ακολούθησε τις γυναίκες στα εκκλησιαστικά τους καθήκοντα.
Κάποια στιγμή όμως σηκώθηκε βιαστικά λέγοντας στην παρέα της πως πρέπει να επιστρέψει στο σπίτι για ένα σημαντικό ραντεβού και θα επέστρεφε!. Φρόντισε να δικαιολογηθεί στις κολλητές της ότι έπρεπε να αναλάβει να κατατοπίσει τον οικογενειακό τους φίλο το Νικηφόρο που θα αποθηκεύσουν την μηχανή του πάτερα της που την φέρνει από το εξοχικό τους.
Η πιο στενή της φίλη που το τελευταίο καλοκαίρι είχαν παρέα μετατρέψει μυστικά την αποθήκη του πατρικού σπιτιού σε καβάτζα για sex, την συμβουλεύει δήθεν φιλικά. «Να φροντίσεις Χρυσή μου την αποθήκη να την έχετε κλειδώσει από μέσα πριν σας συνεπάρει το σεξουαλικό πάθος.»
... Το απόγευμα ήταν ακόμη ηλιόλουστο όταν έφθασε ο Νικηφόρος και βρήκε τη Δανάη να τον περιμένει στο σπίτι της γιαγιά της. Τη βρήκε έξω στην αυλή, πάνω από τον κήπο τον γεμάτο λουλούδια. Καθόταν σε ένα παγκάκι στο πλάι της πλακόστρωτης αυλής.
Ένα καυλιάρικο μωρό εν τω μεταξύ super-sexy. Ο θησαυρός της άγουρης της νιότης, στα δεκαεννέα της χρόνια, ψηλή, καστανό-μελαχρινή και γεμάτη σφρίγος. Αισθανόταν ήδη πολύ γυναίκα. Φορούσε ένα κολλητό φανελάκι που άφηνε την γραμμωμένη της κοιλίτσα να φαίνεται, χωρίς να φοράει σουτιέν με τις ρογίτσες της να τρυπάνε το λεπτό ύφασμα και να κοιτάζουν τον ουρανό όλο αυθάδεια. Αχ! τα νιάτα! Ένα μίνι τζιν φουστανάκι έσκαγε ακριβώς εκεί που χώριζε το κωλαράκι της από τους μηρούς, αφήνοντας σε άπλετη θέα τα ατελείωτα μαυρισμένα της μπούτια. Και προσεγμένο, φορούσε τέλεια ψηλοτάκουνα τσοκαράκια, αυτά τα πολύ σέξι με καλοβαμμένα κατακόκκινα νύχια. Και το μάτι! αχ τι μάτι ήταν αυτό θεέ μου. Είχε τα πιο συναρπαστικά με ιριδίζοντα χρώματα αστραφτερά μάτια, πλαισιωμένα από τις μακρύτερες και πιο γυριστές βλεφαρίδες που ήταν μονίμως γελαστά. Όντως, κολασμένο μωρό! Μωρό φτιαγμένο για να κλείνει σπίτια, να χαλάει οικογένειες και να σε στέλνει αδιάβαστο με το εξπρές των δώδεκα και τριάντα στην κόλαση να καίγεσαι αιώνια στα καζάνια της για πάρτη της.
Το πρόσωπο του φωτίστηκε από έκπληξη και έμεινε να την κοιτάζει αποσβολωμένος και ευχαριστημένος από το θέαμα που έβλεπε.
Ήταν φανερό ότι είχε συνεπαρθεί και του άρεσε και κάτι μέσα του άρχισε να φουντώνει ηδονικά.
Ήταν απίστευτα όμορφη στο φως του ήλιου. Τα γκρίζα μάτια της είχαν γαλάζιες και πράσινες πιτσιλιές. Σαν οπάλια, χρώμα που προίκιζε το βλέμμα της με μεγάλη γκάμα εκφράσεων.
Ένα καυλιάρικο μωρό που το χαριτωμένο μουτράκι της και η σκανταλιάρικη μύτη της της έδιναν ναζιάρικο ύφος. Μια ψηλή θεά δεκαοκτώ-δεκαεννιά χρονών που θέλεις να σταματήσει ο χρόνος δίπλα της, και που επιθυμείς να την πάρεις πολλές φορές.
Της Δανάης ακόμη ηχούσαν στο μυαλό της οι δυνατές κραυγές πάθους και το έντονο σεξ οργασμού που με λεπτομέρειες αφουγκραζόταν το θορυβώδη έρωτα της χθεσινής νύχτας και την ερωτική κραιπάλη που είχε ζήσει η μιλφάρα η Νεφέλη στην αγκαλιά του Νικηφόρου. Όταν έπεσε για ύπνο όπως αναμενόταν οι ώρες της κυλούσαν πολύ δύσκολα. Αναπαρήγαγε μέσα στο μυαλό της τις σκηνές που φανταζόταν πως διαδραματίζονταν στο εσωτερικό της εξοχικής κατοικίας τις στιγμές που ο Νικηφόρος γαμούσε τη Νεφέλη με κραυγές και ήχους ευχαρίστησης κατά τη διάρκεια του σεξ! Ήξερε πολύ καλά ότι η Νεφέλη και πάλι αυτό το βράδυ θα ούρλιαζε από ηδονή με το Νικηφόρο να περιποιείται κάθε τρύπα της, ενώ η ίδια παρέμενε εκεί στο παγωμένο κρεβάτι της. Λαχταρούσε όσο τίποτα άλλο να νιώσει και η ίδια αυτή την ηδονική ένταση την είχε τόσο ανάγκη! Το αγόρι της τώρα που τα σκέφτεται, δεν είχε καταφέρει ποτέ να την ικανοποιήσει πραγματικά, παρόλο που τον έβρισκε ελκυστικό. Ρε παιδί μου, ήταν απλά υπερβολικά παθητικός και γλυκός για τις προτιμήσεις της. Η Δανάη γούσταρε έναν άνδρα να τη γαμάει σαν πουτάνα και να που τώρα ο Νικηφόρος ήταν σίγουρη πως μπορούσε να της το προσφέρει! Αυτές οι εικόνες έκαναν παρέλαση στο μυαλό της και η καύλα χτιζόταν σιγά σιγά μέσα της. Σκεφτόταν τι απίστευτο γαμήσι θα έκανε με το Νικηφόρο και η σύγκριση με το αγόρι της, της φάνταζε ότι νεαρός φίλος της ήταν απίστευτα ανεπαρκής για το πυρακτωμένο μουνί της που διαμαρτυρόταν και ήταν έντονα βασανιστικό που δεν έλεγε να ηρεμήσει.
Το μόνο λοιπόν που μπορούσε να κάνει ήταν να καταστρώνει σχέδια στο διαβολεμένο μυαλό της. Η Δανάη σκαρφίζεται πως είναι η κατάλληλη ώρα να παίξει με το μυαλό του Νικηφόρου για να τον κάνει να τη θέλει σαν τρελός και να την πηδήξει! Χωρίς χρονοτριβή σηκώνεται από το περβάζι και του απευθύνεται για να τον προλάβει πριν κατέβει από την μηχανή..
«Μην κατεβαίνεις από τη μηχανή σε παρακαλώ κύριε Νικηφόρε.. Θέλω τη βοήθεια σου για μια εξυπηρέτηση με τη μηχανή.».
Ο Νικηφόρος δεν μπορούσε να μη προσέξει τις ορθωμένες θηλές της και το σφιχτό δέρμα της, καθώς τον πλησίαζε γεμάτη χάρη, αναστέναξε σιγανά, μουρμούρισε «πίσω μου σ'έχω σατανά!» κοιτάζοντας το δέκα-οκτάχρονο διαβολάκι.
Το κορίτσι κοντοστέκεται στο πλατύσκαλο της αυλής σκύβει ότι τάχα μου του έπεσε κάτι και κάνει πως δεν το βρίσκει. Σκύβοντας, τα πόδια της είναι ενωμένα και δεν έχει λυγίσει τα γόνατα. Ψάχνοντας στριφογυρίζει στη θέση της με τον Νικηφόρο να βρίσκεται ακόμη καβάλα στη μηχανή ακριβώς πίσω της χαμηλά στην είσοδο της αυλής και σε κάποια σχετική απόσταση..
«Κοίτα το καυλιάρικο μωρό! Μου δείχνει το 'μύδι' της! Μωρρρροοό μου!!!!» Μονολόγησε ο Νικηφόρος ερεθισμένος από τη θέα που του προσέφερε η έφηβη γυναίκα. Τα μάτια του είχαν ακινητοποιηθεί εκεί! Η θέα του τρυφερού νεανικού μουνιού τίναξε σαν ηλεκτρικό ρεύμα τον ήδη πρησμένο πούτσο του. Ο Νικηφόρος τα ‘βάλε με τον εαυτό του για τις απαγορευμένες σκέψεις που έκανε. ‘Ήταν παράλογο σύμφωνα με την λογική του να θέλει να γαμήσει την νεαρή κοπέλα. Αλλά το ένστικτό που δε λογάριαζε τη λογική έκανε το καυλί του να τεντώσει απ’ την καύλα.
Παίρνοντας αργές, μετρημένες ανάσες, ο Νικηφόρος παρατήρησε το νεαρό κορίτσι. Τα βλέμματα τους συναντούνται και αναμετράει ο ένας τον άλλο.Τα μελιά του μάτια ακτινοβόλησαν όπως το σπασμένο γυαλί. Στα τριάντα τρία του χρόνια είναι στα ντουζένια του σαν γάτος που γυρνοβολάει στα κεραμίδια. Και αυτό το κορίτσι έχει κάτι που του ανάβει την πρωτόγονη πλευρά της φύσης του, του διεγείρει τον ερεθισμό, και τον ερωτικό οίστρο του που καμιά φορά όπως και τώρα να νιώθει ότι είναι χάσιμο χρόνου να καταπολεμάει τη λογική και την υπευθυνότητα που επιβάλλεται στις ανθρώπινες κοινωνίες.
Η Δανάη σηκώθηκε όρθια και πρόλαβε να διακρίνει την έξαψη στη ματιά του Νικηφόρου. Ένα χαμόγελο ικανοποίησης απλώθηκε στα κόκκινα χείλια της. Του χαμογέλασε ικανοποιημένη πονηρά και όλο νόημα. Τον Νικηφόρο στεγνός πυρετός τον έπιασε. Αχ αυτό το κορίτσι με τα μάτια φωτιά. Τον κοίταζε και άναβε. Κατέβηκε το πλατύσκαλο και χόρευαν οι ρώγες της. Είναι φανερό ότι βιώνει κι αυτό το ερωτικό σκίρτημα σαν γαργαλητό στο στομάχι. Έχει κι αυτό τα ντουζένια της που δεν την αφήνουν ήρεμα να κοιμηθεί το βράδυ. Τον κοιτούσε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό, καθώς σκέψεις ρίζωναν μέσα της. Η ιδέα να της κάνει έρωτα αυτός ο άντρας ήταν ιδιαίτερα ερεθιστική και ήταν και κάτι που δρα ως διεγερτικό της σεξουαλικής επιθυμίας πάνω της. Στις φλέβες της κυλούσε φλογερό αίμα και το μυαλό της ήταν ήδη γεμάτο με τρυφερές περιπτύξεις και λάγνες φαντασιώσεις, παρορμήσεις που επιθυμούσε για να τις δοκιμάσει. Βλέπεις εις την ηλικία της οι ορμές δεν τιθασεύονται.
Τότε ήταν που στράφηκε μ' ένα χαμόγελο που ζέστανε κάτι που κοιμόταν βαθιά χαμηλα στην κοιλιά του και με περισσιο ναζι και την αθωότητα προσωποποιημένη του εξήγησε τι ακριβώς εξυπηρέτηση του ζητούσε.
«Θα το εκτιμούσα αν με βοηθήσετε κύριε Νικηφόρε! Θα ήθελα σας παρακαλώ να με βοηθήσετε στο εξής! Να σας βάλω στον κόπο να με πας πάλι πίσω στο εξοχικό μας σπίτι να πάρω τον φορητό υπολογιστή μου που τον έχω ξεχάσει και μου είναι απαραίτητος για τα τεστ εξαμήνου της σχολής μου.»
Στην αρχή υπήρχε μια αμηχανία και στους δυο. Ακολούθησε μια σύντομη σιωπή. Η λογική έλεγε ότι δεν μπορούσε να κάνει εκείνος το πρώτο βήμα. Η αλήθεια ήταν ότι ο Νικηφόρος δεν ήταν εντελώς κλειστός στο σεξ. Δε χρειαζόταν παρακάλια για να αναλάβει δράση. Ήξερε να χαρίζει στη γυναίκα ηδονή, αλλά δεν είχε αυτή τη σπίθα της διαφθοράς, που θα ανέβαζε τη Δανάη στα ύψη. Καλή η προσπάθεια της σκεφτηκε, όμως κατάλαβε από τον τρόπο που μισόκλεισε τα μάτια της ότι δεν υπήρχε ούτε ένα κύτταρο αθωότητας σε όλο της το κορμί.
Βλέποντας τον Νικηφόρο αναποφάσιστο να το σκέπτεται στάθηκε μπροστά στην μηχανή και του λέει με περιπαικτική ευγένεια.
«Μπορείς απλώς να αρνηθείς αν φοβάσαι να πας κάπου μόνος μαζί μου. Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον να ανακαλύψω τι φοβάσαι πιο πολύ; Εμένα ή τα σχόλια που θα ακούσεις αύριο;»
Ο Νικηφόρος έσμιξε τα φρύδια του καθώς κοίταξε την Δανάη και την είδε να παίρνει αυτό το αδηφάγο βλέμμα και την πόζα του ξαναμμένου θηλυκού και κατάλαβε τις προθέσεις της και έπιασε το υπονοούμενο. Το γέλιο του απλώθηκε ζεστό πάνω στο δέρμα της.
«Εσένα γιατί να φοβηθώ; Υπάρχει κάποιος λόγος; Της είπε μ’ ένα χαμόγελο που μίκρυνε λίγο αλλά δεν χάθηκε από τα συνεχώς γελαστά του μάτια. Αλλά μου φαίνεται ότι κάποια δεν είναι και πολύ φρόνιμη, έκανε ο Νικηφόρος με ένα τόνο μαλώματος στη φωνή του!»
«Εε... γιατί καλέ;...» απάντησε δήθεν κάπως ντροπαλά η Δανάη.
Στάθηκαν ο ένας απέναντι στον άλλον και πάλι για λίγο ακόμη αμίλητοι, σιωπηλοί. Χωρίς να πάρει μια συνειδητή απόφαση, την πλησίασε αργά. Δεν ήταν σίγουρος πώς θα την αντιμετώπιζε ή τι θα της έλεγε. Εξαρτιόταν από την παρόρμηση που θα του ερχόταν πρώτη τη στιγμή που θα έφτανε κοντά της.
Έπιασε τον εαυτό του να βράζει από ένα καυτό, δυσάρεστο συναίσθημα. Η Δανάη γυμνή από κάτω του, να βογκάει. Δεν υπήρχε τίποτα που να επιθυμούσε περισσότερο εκείνη τη στιγμή. Κι αυτό ήταν λογικό, φυσικά. Τη φαντάστηκε να κλείνει το κεφάλι της ανάμεσα στις παλάμες του, να τη φιλάει λάγνα επί πολλά λεπτά, μέχρι να λιώσει και να μείνει ξέπνοη στην αγκαλιά του, να τη βασανίσει μέχρι να τον ικετέψει και να ουρλιάζει. Αντιθέτως με ότι σκεφτόταν, στάθηκε με τα χέρια του χωμένα στις τσέπες του, παρατηρώντας την ανέκφραστος.
Έγειρε στο πλάι το κεφάλι του και την περιεργάστηκε από πάνω έως κάτω. «Ώστε στ’ αλήθεια χρειάζεσαι αυτόν τον υπολογιστή;» της είπε τελικά για να σπάσει τη σιωπή.
«Σε παρακαλώ! Με προσβάλεις! Δεν το βρίσκω και πολύ ευγενικό εκ μέρους σου.» και του χαμογέλασε με εκείνο το σκανδαλιάρικο αισθησιακό χαμόγελο της, ναζιάρικα και δηκτικά, στρώνοντας ταυτόχρονα τις μακριές τούφες των καστανών μαλλιών της που είχαν ξεφύγει από την κοτσίδα της.
«Και βέβαια τον χρειάζομαι» είπε απότομα η Δανάη. Ο Νικηφόρος μέχρι στιγμής της φαινόταν αρκετά συνεννοήσιμος και δεκτικός, αλλά δεν έπρεπε να προκαλεί παραπάνω για την ώρα. «Για ποιο λόγο θα στο ζητούσα αν δεν τον χρειαζόμουν;»
«Σκέφτηκα ότι ίσως απλά επιθυμείς μια βόλτα στην εξοχή.»«Σε παρακαλώ! Με προσβάλεις! Δεν το βρίσκω και πολύ ευγενικό εκ μέρους σου.» και του χαμογέλασε με εκείνο το σκανδαλιάρικο αισθησιακό χαμόγελο της, ναζιάρικα και δηκτικά, στρώνοντας ταυτόχρονα τις μακριές τούφες των καστανών μαλλιών της που είχαν ξεφύγει από την κοτσίδα της.
Η προοπτική να επιστρέψει στην παραλία με τη μηχανή και η νεαρή γυναίκα καβάλα πίσω του τον προβληματίζει, αλλά αντιμέτωπος με την ναζιάρικη επιμονή της Δανάης, ο Νικηφόρος δεν μπορούσε παρά να συμμορφωθεί καθώς οι συνηθισμένες άμυνες του δεν ήταν πια πιο αποτελεσματικές από τα πεσμένα τείχη που περιέβαλλαν το παλιό λιοτρίβι του χωριού. Ο Νικηφόρος της έγνεψε να την βοηθήσει να ανέβει στην μηχανή ενώ την ίδια ώρα θύμωνε με τον εαυτό του που έκανε «πονηρές» σκέψεις για την νεαρή κοπέλα.
«Αυτό το «κύριε Νικηφόρε» όμως που ακούστηκε για δεύτερη φορά στ΄ αυτιά του Νικηφόρου του ήχησε για ειρωνικό και χαμογέλασε.
«Κρατήσου καλά επάνω μου γιατί ο δρόμος είναι κακοτράχαλος και έχει πολλά νεροφαγώματα, να μην μας συμβεί κάποιο ατύχημα, σε θέλω κορίτσι μου σώα και αρτιμελή όταν επιστρέψουμε πίσω.»
Στην αρχή ο Νικηφόρος ήταν προσεχτικός δοκιμάζοντας με ελαφρά μαρσαρίσματα τα «αρπάγματα» της εντούρο που οδηγούσε στο ανώμαλο έδαφος. Όντως είχε πολύ «πουσάρισμα» με αποτέλεσμα με το παραμικρό χάδι του γκαζιού τα άλογα της να τινάζονται αφηνιασμένα! Σε λίγο όμως συνήθισε τον κακοτράχαλο δρόμο και τώρα οδηγούσε με άνεση. Η Δανάη τον κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά της με το κορμί της κολλημένο πάνω του πίσω από την πλάτη του, τιτιβίζοντας χαρούμενη. Έτριβε τα βυζιά της στην πλάτη του κι αυτός το ένιωθε σαν χάδι. Περισσότερο μάλλον για να τρίβεται πάνω του παρά γιατί φοβόταν. Αλλά αυτό άρεσε και σε εκείνον. Ανατρίχιαζε καθώς ένιωθε την ανάσα της να καίει το αφτί του και τον λαιμό του. Ένιωσε τα χέρια της να τον σφίγγουν πάνω της πέραν όμως του κανονικού. Ένα άγγιγμα στο λαιμό του, με τα μάγουλα της τον κάνει να ανατριχιάσει ολόκληρος.
«Αυτό το «κύριε Νικηφόρε» όμως που ακούστηκε για δεύτερη φορά στ΄ αυτιά του Νικηφόρου του ήχησε για ειρωνικό και χαμογέλασε.
«Ανέβα κορίτσι μου και κάνε μου τη χάρη και μη με δουλεύεις εμένα Δανάη! Τα κυριλίκια κομμένα. Εμένα θα με λες Νικηφόρο, μπαρμπανικηφόρο ή όπως αλλιώς θες. Εντάξει!» Κατέληξε γελώντας.
«Ε...όχι και μπάρμπα, δεν είσαι και τόσο μεγάλος πια, αν και....αν και κρίνοντας από κάποιες φωνές χθες το βράδυ σε μερικά πράγματα μάλλον είσαι μεγάλος!»
Ο Νικηφόρος την κοίταξε στα μάτια, η Δανάη είχε ζωγραφισμένο με αέρα ένα άνετο, ειρωνικό χαμόγελο και πονηρό βλέμμα, που δεν θέλει να αφήσει τίποτα στην τύχη.
«Είπαμε Νικηφόρο με λένε και δεν θέλω να μου χρωστάς. Άλλωστε ποιος δεν θα ήθελε να πάει μια βόλτα με τη μηχανή ένα τόσο εξαίσιο πλάσμα.»
«Δεν ξέρω πώς πρέπει να το πάρω αυτό.»
«Να το πάρεις σαν κομπλιμέντο. Είσαι ότι πιο δροσερό υπάρχει στο χωριό σας.»
Η Δανάη συνέχισε να χαμογελά χαρούμενη καθώς τη βοήθησε να καβαλήσει στη μηχανή. Αγκάλιασε τον άνδρα βολεύτηκε στη θέση της και πέρασε τα χέρια της γύρω από το κορμί του και ξεκίνησαν. Κρατήθηκε από πάνω του, ριγώντας από ευχαρίστηση. Στον ομαλό του δρόμου συνάντησαν ένα μεγάλο κοπάδι από πρόβατα που έφραζαν το δρόμο και τους καθυστερούσαν.
Ο Νικηφόρος αποφάσισε να παρακάμψει το δημόσιο δρόμο και να ακολουθήσει έναν αγροτικό δρόμο ανάμεσα στα χωράφια, κατηφορίζοντας στριφογυριστά μονοπάτια σπαρμένα με λουλούδια και διασχίζοντας άνυδρα χωράφια στην ήσυχη απογευματινή λιακάδα, με τον ζεστό αέρα, και τον γαλάζιο ουρανό. Το έδαφος ήταν λιγότερο καλλιεργήσιμο γύρω τους, με περισσότερη πέτρα παρά χώμα και καλυμμένο με θάμνους.«Κρατήσου καλά επάνω μου γιατί ο δρόμος είναι κακοτράχαλος και έχει πολλά νεροφαγώματα, να μην μας συμβεί κάποιο ατύχημα, σε θέλω κορίτσι μου σώα και αρτιμελή όταν επιστρέψουμε πίσω.»
Στην αρχή ο Νικηφόρος ήταν προσεχτικός δοκιμάζοντας με ελαφρά μαρσαρίσματα τα «αρπάγματα» της εντούρο που οδηγούσε στο ανώμαλο έδαφος. Όντως είχε πολύ «πουσάρισμα» με αποτέλεσμα με το παραμικρό χάδι του γκαζιού τα άλογα της να τινάζονται αφηνιασμένα! Σε λίγο όμως συνήθισε τον κακοτράχαλο δρόμο και τώρα οδηγούσε με άνεση. Η Δανάη τον κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά της με το κορμί της κολλημένο πάνω του πίσω από την πλάτη του, τιτιβίζοντας χαρούμενη. Έτριβε τα βυζιά της στην πλάτη του κι αυτός το ένιωθε σαν χάδι. Περισσότερο μάλλον για να τρίβεται πάνω του παρά γιατί φοβόταν. Αλλά αυτό άρεσε και σε εκείνον. Ανατρίχιαζε καθώς ένιωθε την ανάσα της να καίει το αφτί του και τον λαιμό του. Ένιωσε τα χέρια της να τον σφίγγουν πάνω της πέραν όμως του κανονικού. Ένα άγγιγμα στο λαιμό του, με τα μάγουλα της τον κάνει να ανατριχιάσει ολόκληρος.
.... Ο Νικηφόρος στέκεται προς το παρόν αμήχανα, δεν του είναι εύκολο να ξεπεράσει δισταγμούς κι αναστολές και αυτό του προκαλεί διάχυτη ανησυχία και νευρικότητα και τι μεγάλο πρόβλημα μπορούσε να γίνει αυτό, αυτός, ο ανάρμοστος πόθος του για εκείνη τη νεαρή γυναίκα. Η Δανάη το κατάλαβε ότι ο Νικηφόρος προσπαθούσε να κρατήσει αποστάσεις, καθώς συλλογιζόταν τις συνέπειες αυτής της επαφής τους και το αποφάσισε να σπάσει αυτή τον πάγο, να αναλάβει δράση και να παίξουν το μεγάλο παιχνίδι! Τον φιλούσε πεταχτά στους ώμους και ο Νικηφόρος άρχισε να αισθάνεται ότι τα φιλιά τρυπούσαν τις άμυνες του, έβαζαν φωτιά σε όλο του το δέρμα.
Αυθόρμητα όπως τον κρατούσε σφιχτά κολλημένη επάνω του χωρίς προειδοποίηση κατέβασε το χέρι της πιο χαμηλά και έπιασε να χαϊδεύει το φούσκωμα του παντελονιού του που στο εσωτερικό το πέος του άρχισε να παίρνει την ανιούσα, και να φτάνει στον αφαλό του. Η διέγερση και η ευχαρίστηση που του προκαλούσε την γέμιζε ικανοποίηση και αύξανε και τη δική της έντονη ερωτική διάθεση και σκεφτόταν ότι εκείνη τη στιγμή το μόνο που ήθελε, ήταν αυτό το πέος μέσα της να την γεμίζει ηδονή.
Αυτός είναι αλήθεια δεν το περίμενε τόσο θάρρος και ενστικτωδώς έπιασε τον καρπό της και της έσφιξε το χέρι τόσο ώστε η Δανάη ένιωσε κάτι να σαρώνει ολόκληρο το κορμί της. Ήταν μια αίσθηση ανακούφισης, η εντύπωση ότι όλα πήραν το δρόμο τους. Μια ζεστασιά μαζεύτηκε στα δάχτυλά τους.
«Έι, τι κάνεις εκεί;» Της λέει έκπληκτος, απ' την αναπάντεχη έκπληξη που του επιφύλαξε. Ανοιγόκλεισε τα μάτια του μία κι ύστερα άλλη μία φορά, εμβρόντητος. Η ευθύτητα της χειρονομιας της τον έβγαζε έξω απ’ τα νερά του. Πολύ έξω απ’ τα νερά τουΤης λέει έκπληκτος, απ' την αναπάντεχη και ευχάριστη έκπληξη που του επιφύλαξε.
«Τι κάνω;» Του είπε χαδιάρικα.
«Τι κάνεις;. Αχ βρε παλιοκόριτσο τι μου 'χεις κάνει..Με έχεις ανάψει. Αυτό κάνεις.»
«Δηλαδή έχω φόβο μιας και είμαστε μόνοι μας εδώ στην ερημιά;»
«Μα είσαι σοβαρή; Μου βάζεις ιδέες για την ερημιά που λες.»
«Δηλαδή άμα σε προκαλέσω και άλλο, έχεις σκοπό να με αποπλανήσεις!»
«Μα δεν θέλω να σε αποπλανήσω κορίτσι μου! Αλλά γιατί μου το κανείς αυτό και με προκαλείς και με φτιάχνεις; Θέλω και πολύ νομίζεις; Ήδη νιώθω μια ακατανίκητη επιθυμία να σε καταβροχθίσω.» Και η καρδιά του να σφυροκοπά σαν ο αγέρας στα πανιά.
«Μπα; Γιατί; Τι έχω εγώ και δεν θες να με αποπλανήσεις.;» Του είπε με σκέρτσο και νάζι πουτάνας.
«Δεν είναι δίκαιο να μου κάνεις προσωπικές ερωτήσεις.. Μπορεί να σου πω την αλήθεια.»
Δεν ήταν σίγουρος τι θα της έλεγε. Για μια στιγμή άφησε τον εαυτό του να το σκεφτεί, καθώς φαντάστηκε την πρωτόγονη ικανοποίηση που θα ένιωθε αν τη διεκδικούσε, αν τη σήκωνε στα μπράτσα του και τη μετέφερε σε ένα μαλακό σημείο του εδάφους με μια ζωώδη επιθυμία να τη ρίξει στο ζεστό από τον ήλιο χορτάρι και να την απολαύσει. O Νικηφόρος κούνησε το κεφάλι του για να καθαρίσει το μυαλό του, ανήσυχος από το δρόμο που είχαν πάρει οι σκέψεις του. Ό,τι κι αν ήταν, δεν ήταν από τους άντρες που θα επιβαλλόταν με το ζόρι σε μια γυναίκα. Ωστόσο, η φαντασίωση ήταν πολύ έντονη για να την αγνοήσει. Καταβάλλοντας κόπο, τιθάσευσε τις βάρβαρες παρορμήσεις του.
«Γιατί δεν μου απαντάς;» επέμεινε εκείνη.
«Ω, Θεέ μου! Μωρό μου, σε παρακαλώ… Μη μου το κάνεις αυτό…» Νιώθει όμως συνάμα το κορμί του να αναριγεί με την σκέψη της Δανάης γυμνή από κάτω του, να βογκάει. Δεν υπήρχε τίποτα που να επιθυμούσε περισσότερο. Κι αυτό ήταν λογικό, φυσικά. Όταν μια γυναίκα είναι πρόθυμη, δεν υπήρχε καμία ανάρμοστη πρόκληση.
Η Δανάη δεν του συνέχισε. Είχε ξεκινήσει κάτι που δεν ήξερε προς τα που ακριβώς πήγαινε… Όμως του είχε εμπιστοσύνη. Σφίχτηκε ξανά πάνω του. Αυτή τη φορά όμως, προφανώς, ακόμα πιο δυνατά και πιο ηδονικά. Το κορμί του αντέδρασε έντονα κάψα γλίστρησε κάτω από την επιδερμίδα του και μαζεύτηκε σε άβολα σημεία. Μύες σφίχτηκαν, φούσκωσαν. Ένιωθε την πίεση, του στήθους της πάνω του, και τα χέρια της να γαντζώνονται στο φούσκωμα του παντελονιού του. .
Αυτό της ξύπνησε πόθο και ηδονή, κάνοντας τις ρώγες της να ορθωθούν ατίθασες, προκλητικές... Γλυκιά κι η κάθε κίνησή της, όλο χάρη.
Την ένοιωθε να έχει ανατριχιάσει από ηδονή.
Και ο ίδιος την ήθελε... να της κάνει έρωτα. Οι όποιες αντιστάσεις του είχαν εξουδετερωθεί.... Ένιωσε τις τρίχες στο σβέρκο του να σηκώνονται από έξαψη.
Σε μερικούς πειρασμούς, αποφάσισε ο Νικηφόρος δεν πρέπει να αντιστέκεσαι. Γιατί είναι τόσο επίμονοι ώστε απλώς θα επιστρέφουν, ξανά και ξανά. Επομένως σε τέτοιους πειρασμούς πρέπει οπωσδήποτε να υποκύπτεις, είναι ο μόνος τρόπος να τους ξεφορτωθείς.
Εξερευνούσαν, κατά κάποιο τρόπο, ο ένας τον άλλο.. Ο έρωτας θέλει φαντασία, χωρίς πρέπει και στερεότυπα. σκέφτηκε η Δανάη όταν αποφάσισε να λασκάρει στα γρήγορα και αδέξια την ζωστήρα απ’ το παντελόνι του.
Ήταν περίεργη κατά πόσο το θέαμα του καυλιού του μέσα από το παντελόνι του ήταν το ίδιο εντυπωσιακό όσο η αίσθηση του στην παλάμη της.
«Ακόμα δεν έκανα τίποτα αγορίνα μου, τώρα να δεις τι θα γίνει» του είπε κι έχωσε το χέρι της μέσα από το παντελόνι και το γλίστρησε κάτω από το λάστιχο του εσωρούχου του. Ξέρει τι ζητά και πως να το πάρει. Δεν την σταματά τίποτα, είναι ανυπόμονη, και να τώρα κρατά τη στύση του στα δάχτυλά της, και ανεβοκατεβάζει το δέρμα στο σκληρό μαρκούτσι του. Αυτή η πρόστυχη επαφή απελευθέρωσε μέσα της ένα σωρό σκέψεις και ένα επιφώνημα θαυμασμού και λαγνείας ξέφυγε αυθόρμητα από τα χείλη της.
«Ουάου! Εντυπωσιακό! »....
Ο αυθόρμητος, βαθύς στεναγμός που της ξέφυγε πρόδιδε τον πόθο και το δέος.... για αυτό που έπιανε γυμνό.. Όρθιο θηρίο, στητό και σ’ όλο του το μεγαλείο που κόντευε να τρυπήσει τα ρούχα του.
«Τώρα εξηγείται γιατί αυτή η «σκύλα» η Νεφέλη βογκούσε ασταμάτητα από ηδονή» του ψιθύρισε..... και τον έσφιξε με δύναμη στο χέρι της. «Βρε παλιοκόριτσο!» Αναστέναξε μέσα απ' τα δόντια του ο Νικηφόρος δίνοντας της να καταλάβει ότι η αντίστασή του ήταν προσποιητή.. «Τι κάνεις εκεί στο φίλο μου, δεν ντρέπεσαι; Θα φωνάξω την αστυνομία!»
«Πω πω! Θεέ μου, Είναι ακόμα πιο μεγάλος απ’ όσο φαινόταν αυτός είναι σωστό θηρίο!», είπε λιγωμένη η κοπέλα και κούνησε τρυφερά το χέρι της πάνω κάτω στην σκληρή καυτή παλλόμενη σάρκα του Νικηφόρου.
Όλη αυτή η πούτσα έγινε έτσι για μένα αγορίνα μου; Τέτοια καύλα για μένα μωρό μου;» τον ρωτούσε με ένα καυλιάρικο ύφος.
«Ξέρεις, το αγόρι μου λέει πως τραβάω πολύ καλή μαλακία στον πούτσο του πριν τον αφήσω να με γαμήσει... Μάλιστα λέει πως το ευχαριστιέται πάρα πολύ…», ψιθύρισε η Δανάη.
«Ωχ... μάλλον έχει δίκιο», βόγκηξε ο Νικηφόρος νιώθοντας τον πούτσο του να φουσκώνει και να πρήζεται όσο ποτέ άλλοτε.
Τα μαλλιά της έλαμπαν στο ηλιόφως, η επιδερμίδα της ήταν απαλή σαν πέταλο λουλουδιού και οι καμπύλες τόσο ντελικάτες και απαλές όσο ο ώριμος λωτός.
Έκλεισε τα δάχτυλά της γύρω του, νιώθοντας τη θέρμη του καθώς έσφιγγε το σκληρό του πέος. Το ζούληξε δυνατά και απότομα, το νιώθει να σκληραίνει ακόμα και να ορθώνεται έτοιμο για καυλωτικές διεισδύσεις.
Έκλεισε τα δάχτυλά της γύρω του, νιώθοντας τη θέρμη του καθώς έσφιγγε το σκληρό του πέος. Το ζούληξε δυνατά και απότομα, το νιώθει να σκληραίνει ακόμα και να ορθώνεται έτοιμο για καυλωτικές διεισδύσεις.
«Θα σε κάνω να χύσεις αγόρι μου! Θέλω να νιώσω την πούτσα σου να σπαρταράει στην χούφτα μου.» ψιθύρισε ξεδιάντροπα η Δανάη.
«Ωχ θεέ μου! Μη μου το κάνεις αυτό!», προσπάθησε να διαμαρτυρηθεί ο Νικηφόρος που καταλάβαινε ότι δεν θα κρατιόταν για πολύ ακόμα πάσχιζε να διατηρήσει την αυτοκυριαρχία του. Έδινε κανονική μάχη.
Είχαν κατέβει από την μηχανή.....
«Να πάρει» είπε παραιτημένος. «Θα το κάνω. Παρότι ξέρω πως μετά θα γίνω σκόνη.»
Ο Νικηφόρος είναι περιπετειώδης, παθιασμένος, κυνηγός, ριψοκίνδυνος στο σεξ, έχει έντονη σεξουαλικότητα. Ανάβει φωτιές και έχει τις πιο απίθανες ιδέες. Τα δίνει όλα και τα θέλει όλα. Δεν είναι και πολύ πιστός. Γυρεύει εμπειρίες πρωτόγνωρες, αισθησιακές, πολλές φορές και με μεγαλύτερες γυναίκες. Δεν έχει ταμπού και του αρέσουν οι δύσκολες περιπτώσεις. Είναι τολμηρός και ρισκάρει. Δεν μπερδεύει σεξ και σχέση. Γι΄ αυτόν το σεξ είναι κινητήριος δύναμη. Του αρέσει να επιδεικνύει τις ικανότητές του και να έχει πάντα τον τελευταίο λόγο. Είναι όμως ρομαντικός και συναισθηματικός αλλά του αρέσουν οι προκλήσεις.
«Τι θα κάνεις;» ρώτησε η Δανάη και τον κοίταζε επίμονα και μαργιόλικα. Η κοπέλα είχε φέρει τη συζήτηση ακριβώς σ’ αυτό το σημείο!
Τον Νικηφόρο τον είχε πιάσει μια φιλοσοφική διάθεση περί ηθικής και της το είπε!
«........Δηλαδή εγώ τώρα ρε Δανάη, έχω δικαίωμα πρόσβασης σ’ αυτό το θεσπέσιο κορμί σου; Σαν παντρεμένος πρέπει ν’ αμύνομαι σ’ αυτούς τους γαργαλιστικούς πειρασμούς σου; Ε, όχι ρε γαμώτο είναι άδικο, να βλέπεις αυτό το όμορφο θηλυκό να σε θέλει και εγώ να κάνω το κορόιδο για να μην «πατήσω το στεφάνι μου»
«Ε, δεν είναι ανάγκη να το πατήσεις, απλώς το πηδάς.» Του λέει γλαφυρά η Δανάη με εκείνο το χαριτωμένο ρυθμικό και στρογγυλεμένο Σαρακατσανέικο ιδίωμα. Όταν ήθελε στόλιζε τα λόγια της με παρεμβαλλόμενες τσουχτερές παροιμίες, τη μία πιο ξετσίπωτη από την άλλη, συνδυάζοντάς λάγνες προβλέψεις σεξουαλικής μορφής που τις πετούσε εκεί που δεν το περίμενες, κάνοντας και τους ανάλογους μορφασμούς. Ήταν απόλαυση να την ακούς.
Την κοίταξε περίεργα, και αυτός με πονηρό χαμόγελο, έτοιμος ν’ αποδεχτεί αυτή την εκδοχή αλλά και κάποιο σκεπτικισμό, πιθανόν για τις συνέπειες ενός «πηδήματος του στεφανιού». Η κοπέλα είχε διακινδυνεύσει πολλά για τούτη τη στιγμή και δε θα τον άφηνε να ξεγλιστρήσει τόσο εύκολα. «Είναι μάταιο να αντιστέκομαι», ψέλλισε ο Νικηφόρος. Ακούστηκε κάτι σαν μουγκρητό από τα βάθη του λαιμού του και, επιτέλους, τα χέρια του τυλίχτηκαν γύρω της. Στην αρχή η Δανάη νόμιζε ότι σκόπευε να τη σπρώξει μακριά, αλλά μετά την έσφιξε και την κόλλησε πάνω του, πιέζοντας τα στήθη της στο στέρνο του. Το στόμα του πλανήθηκε για λίγο πάνω από το δικό της και ύστερα της είπε με έναν πονηρό ψίθυρο: «Ποιος είμαι εγώ να της αρνηθώ μια τέτοια περιπέτεια;»
Έτσι, πολύ γρήγορα, η κοπέλα ένιωσε τη λαχτάρα της να φουντώνει. «Αφού θέλεις να κάνουμε παιγνίδια, τότε θα κάνουμε παιγνίδια». Τα σώματά τους παρέμειναν κολλημένα, ενώ το πιο ευαίσθητο σημείο της ανατομίας της τριβόταν λίγο πιο πάνω από το γόνατό του. Σπίθες πάθους άναψαν μέσα της και ταξίδεψαν στις φλέβες της για να μην αφήσουν κανένα σημείο του εαυτού της ανεπηρέαστο. Μα την Αφροδίτη, ήταν καλύτερο απ’ όσο φανταζόταν. Τα μάτια της έκλεισαν και παραδόθηκε, η ζεστή του ανάσα χάιδευε το μάγουλό της σαν άγγιγμα εραστή. Τρέμοντας, άφησε τα χέρια της να ανηφορίσουν στην πλάτη του και βύθισε τα δάχτυλά της στα καστανά, μεταξωτά μαλλιά του. «Ηρέμησε, κορίτσι μου.» Ακόμα κι αν την ήθελε όσο τον ήθελε κι εκείνη, δεν μπορούσε να ξεπεράσει τις αναστολές του. Όχι εντελώς. Αλλά τουλάχιστον μπορούσε να απολαύσει τη στιγμή. Α, ναι, μπορούσε να την απολαύσει πάρα πολύ. Επιτέλους, ο Νικηφόρος ανταποκρινόταν! Η μύτη του έτριψε το σαγόνι της. Οι θηλές της ήταν σκληρές, πολύ σκληρές, και καθώς βασανίζονταν χτυπώντας στον κορσέ της ενίσχυαν τη λαχτάρα της. Ο Νικηφόρος άρπαξε σφιχτά τα μαλλιά της από το κεφάλι της. «Σου φαίνεται διασκεδαστικό να παίζεις με έναν παντρεμένο άντρα;» Η Δανάη έμεινε ακίνητη, κοιτάζοντας τα μάτια του. Ειλικρινά, δεν είχε ιδέα πόσο ελκυστικός ήταν; «Αν ξέρεις τι είσαι, γλυκέ μου, τότε ξέρεις πως είσαι σέξι και υπέροχα απειλητικός».
«Ήρεμα, Γλύκα. Ωραία λοιπόν, όταν με κοιτάζεις έτσι, το μόνο που θέλω είναι να σε βάλω κάτω, κι ένας Θεός ξέρει από πότε έχει να σου πετάξει τα μάτια έξω ένας άντρας.»
Και τον ήθελε ακόμα πιο πολύ. Μια ακόμα ανατριχίλα διαπέρασε τη ραχοκοκαλιά της, φτάνοντας μέχρι τα μέλη της τράβηξε το κεφάλι του προς το δικό της και κόλλησε τα χείλη της στα δικά του. Το στόμα του άνοιξε αμέσως και οι γλώσσες τους συναντήθηκαν, υγρές. Εκείνη πίεσε ακόμα περισσότερο, καθώς τον ήθελε πιο πολύ. Τον ήθελε ολόκληρο. Γλώσσες φωτιάς τύλιξαν όλο το κορμί της και έτριψε το σώμα της πάνω στον ανδρισμό του, ανίκανη να συγκρατηθεί.
Κάθε επίφαση μιας καθωσπρέπει συμπεριφοράς προφανώς είχε κάνει φτερά. «Και κάτι μου λέει ότι θα τα κατάφερνες και με το παραπάνω -θέλω να πω, διάολε, να μου πετάξεις τα μάτια έξω.»
Ο Νικηφόρος έπαψε εντελώς να σκέφτεται και έκανε όλα όσα ήθελε, δάγκωσε απαλά το πάνω χείλι της και έπειτα το κάτω, σφράγισε τα στόματα τους, άγγιξε τη γλώσσα της με τη δική του, έπαιξε μαζί της. Ένα φιλί άρχιζε προτού τελειώσει το προηγούμενο, μια αλυσίδα από ερωτικά χάδια, ανάλαφρα αγγίγματα και σπρωξίματα.
Η ευχαρίστηση τον διαπερνούσε ολόκληρο, αντηχώντας σε κάθε φλέβα και νεύρο. Και, ο Θεός βοηθός, αλλά πονούσε για περισσότερα. Πέθαινε να βάλει τα χέρια του κάτω από τα ρούχα της και να νιώσει κάθε πόντο του κορμιού της. Ήθελε να σύρει τα χείλη του πάνω της χαράσσοντας κρυφά μονοπάτια, να φιλήσει και να γευτεί κάθε σημείο της. Η Δανάη ανταποκρίθηκε, περνώντας το μπράτσο της γύρω από το λαιμό του. Κουνήθηκε πάνω του λες και οι αισθήσεις κατέφθαναν από παντού. Και κατέφθαναν.
Αν δεν τους χώριζαν τα ρούχα, αυτό που έκαναν θα ήταν ένα κανονικό ερωτικό σμίξιμο εκεί στην εξωτερική αυλή του ερημικού εξοχικού.. Ο Νικηφόρος συνέχισε να τη φιλά για πολλή ώρα αφότου θα έπρεπε να έχει σταματήσει, όχι μόνο γιατί το απολάμβανε, αλλά και γιατί ήταν απρόθυμος να αντιμετωπίσει αυτό που θα συνέβαινε στη συνέχεια. Κοίταξαν ο ένας τον άλλον. Ήταν δύσκολο να πει κανείς ποιος από τους δυο ήταν πιο σοκαρισμένος.
Ο Νικηφόρος έκανε μια τελευταία απέλπιδα προσπάθεια να μην ενδώσει στις σεξουαλικές επιθυμίες του. Στένεψε τα μάτια του κι έκλεισε το πρόσωπό της στις παλάμες του. «Πες μου κάτι», της είπε συγκρατημένα. «Δεν είσαι παρθένα, έτσι;» Η Δανάη τον κοίταξε έκπληκτη για την απρόσμενη ερώτηση και του έγνεψε αρνητικά. «Όχι, φυσικά και δεν είμαι. Αλλά δεν ένιωθα πόθο, και ίσως γι’ αυτό να μη με συγκίνησε τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Καλά να πάθω». «Κατάλαβα», είπε ο Νικηφόρος. «Τότε πρέπει να αναπληρώσουμε τη σωματική και ψυχική επαφή, έτσι δεν είναι;» Έσκυψε και τη φίλησε στο στόμα, ανοίγοντας τα χείλη της με τη γλώσσα του. Η Δανάη γουργούρισε από ηδονή, κόλλησε πάνω του και, με τη χαρακτηριστική της τόλμη, αφέθηκε στο καινούριο. Οι γλώσσες τους, καυλωμένες ακόμα, γεμάτες λαιμαργία αναζητήσανε τον δικό τους οργασμικό χορό. Για λίγα λεπτά μόνο φιλιόνταν, χαϊδεύοντας ο ενας τον αλλο.
«Σε θέλω», μουρμούρισε τραχιά ο Νικηφόρος. «Καιρός ήταν», του απάντησε ψιθυριστά.
Τον πήρε από το χέρι και τον παρέσυρε μέσα στο σπίτι. ««Πάμε σπίτι μου. Εκεί θα είμαστε πολύ πιο άνετα. Έλα έχουμε πάνω από τρεις ώρες ώσπου να γυρίσουν από το μοναστήρι.»
Ήταν πολύ παράξενο που ο Νικηφόρος με τόση ευκολία της παρέδωσε απολύτως τον έλεγχο. Με τα δάχτυλά του έπαιζε με την άκρη του φορέματος της. Έπειτα το ανασήκωσε, πέρασε το χέρι του κάτω απ’ το εσώρουχό της, το κατέβασε στον κώλο της και προχώρησε ανάμεσα στα πόδια της στο σημείο όπου τον ποθούσε περισσότερο από οπουδήποτε, καθώς τεντωνόταν προς τα πίσω για να συναντήσει το χέρι του, έχοντας ήδη χάσει το μυαλό της. «Είσαι υγρή, γλυκιά μου. Τι σε φτιάχνει; Η ιδέα να φαντάζεσαι ότι γαμιόμαστε;» Δεν είπε τίποτα απλώς αναστέναξε όταν γλίστρησε μέσα της το δάχτυλό του. «Είσαι τόσο υγρή, που είμαι σίγουρος ότι εύκολα θα δεχόσουν και τα τρία δάχτυλά μου.» Το γέλιο του έγινε φιλί στο πίσω μέρος του λαιμού της καθώς χάιδευε κυκλικά, αργά και παιχνιδιάρικα την κλειτορίδα της. «Σε παρακαλώ...» του ψιθύρισε. Δεν ήξερε αν μπορούσε να την ακούσει. Είχε χώσει το πρόσωπό του στα μαλλιά της κι ένιωθε τον πούτσο του να πιέζει το πλάι του μηρού της, κατά τα άλλα όμως δεν αντιλαμβανόταν τίποτε άλλο παρά μόνο το μεγάλο του δάχτυλο που γλιστρούσε ξανά μέσα της.
«Έχεις καταπληκτικό δέρμα. Ειδικά εδώ.» Φίλησε τον ώμο της.
Βρέθηκαν γυμνοί, σε ένα κρεβάτι με το κεφάλι της πάνω στο στέρνο του, και αυτός να βυθίζει τα χέρια του μέσα στα μαλλιά της. Έγειρε και τη φίλησε στα υπέροχα στητά και σφιχτά βυζάκια της που φούσκωναν και τεντώνονταν σαν σκληρά μεγάλα πορτοκάλια με τις ρώγες τους να πετάγονται σκληρές σαν άκρες λεμονιού!
Δεν ανταλλάσσαν πια κουβέντες, δεν υπήρχαν πια παρά μόνο οι μικρές ωθήσεις του που γίνονταν πιο γρήγορες και πιο ορμητικές. Ο χώρος γέμιζε από τους πνιχτούς ήχους της ηδονής και της αδημονίας. Τα δόντια του πίεζαν τον λαιμό της κι Δανάη γραπώθηκε απ’ τους ώμους του.
«Χριστέ μου, είσαι υπέροχη.»
Έγειρε προς τα πίσω, χαμήλωσε το βλέμμα του και επιτάχυνε λίγο τις κινήσεις του. «Γαμώτο, δεν χορταίνω να κοιτάζω το τέλειο δέρμα σου και το σημείο που με ρουφάει μέσα σου.»
Ήταν σκληρός και γλιστρούσε με ορμητικές κινήσεις. «Θεέ μου, μικρή μου. Με πέθανες.»
Τον ένιωσε να πάλλεται μέσα της -οι τελευταίες δονήσεις του οργασμού του- κι ήθελε να μείνει βυθισμένος εκεί βαθιά για πάντα. Ήταν τέλειο. Τέλειο σε κάθε του λεπτομέρεια, χωρίς δεσμεύσεις, χωρίς ενοχές. τεντώθηκε στις μύτες για να του δώσει ένα φιλί στα χείλη. «Ήταν απίστευτο.»
Ο Νικηφόρος έγνεψε καταφατικά, ψιθυρίζοντας καθώς τη φιλούσε. «Ήταν. Πάμε...;»
..... Γυρίζοντας πίσω στο χωριό καβάλα στη μηχανή η Δανάη έχει γαντζωθεί επάνω στο Νικηφόρο τον αγκαλιάζει σφιχτά και τα φιλιά της του δίνουν να καταλάβει πόσο πολύ έμεινε ικανοποιημένη μαζί του μετά τη σεξουαλική τους πράξη!
Μάλιστα, αυτός εκτίμησε με εσωτερική ικανοποίηση τα χάδια της νιώθοντας ένα αίσθημα «επιβράβευσης» για τις επιδόσεις του στο κρεβάτι μαζί της.
Αφού τακτοποίησαν την μηχανή στην αποθήκη τον ρώτησε αν θέλει να ξαναβρεθούν, αφού αυτή προφανώς το ήθελε και με το παραπάνω......
Αυτός έχοντας ξεπεράσει τις αρχικές του ενστάσεις και χωρίς να έχει πλέον το παραμικρό ίχνος ενδοιασμού της λέει. «Το ξέρεις ότι το θέλω!...... Κάτι άλλο;»
Αυτός έχοντας ξεπεράσει τις αρχικές του ενστάσεις και χωρίς να έχει πλέον το παραμικρό ίχνος ενδοιασμού της λέει. «Το ξέρεις ότι το θέλω!...... Κάτι άλλο;»
«Ναι! Να γαμηθούμε εδώ και τώρα, εδώ στην αποθήκη στα όρθια», του απάντησε και ο τόνος της φωνής αλλά και η χροιά βοηθούν να δημιουργηθεί ένα πλέγμα οικειότητας αλλά και μιας ερωτικής προδιάθεσης. .
«Το ξέρεις αυτό που ζητάς δεν είναι σωστό… Δεν πρέπει…»«Γιατί δεν πρέπει;»
«Γιατί το παρατραβάμε…»
«Τι θα πει το παρατραβάμε»;»
«Ξέρεις τι θα πει…»
«Αυτό που ξέρω είναι πως θέλω να γαμηθώ και πάλι μαζί σου. » Του λέει με αυτοπεποίθηση και τον κοιτάει στα μάτια σαν να του δηλώνει ότι θα τον κάνει δικό της.
«Μην με αγγίζεις εκεί γαμώτο…»
«Πω! πω! Είναι σαν πέτρα, πολύ πέτρα όμως. Καύλωσα πάλι τρελά η πουτάνα. »
«Δεν φοβάσαι μη μας δούνε; Μην γίνουμε ρόμπες.»
«Γιατί να φοβηθώ; Εδώ είμαστε εγώ κι εσύ, δεν πειράζουμε κανέναν…»
«Εγώ κι εσύ. Είσαι σίγουρη κοπέλα μου;»
«Ναι, εγώ κι εσύ» και συνεχίζει να του χουφτώνει το κοντάρι του πάνω από το παντελόνι κάνοντας τον ακόμα ποιο σκληρό.
«Οοοο Πανάθεμα σε!» Η καύλα του, ήταν ανυπόφορη. Ο Νικηφόρος βογκάει από ευχαρίστηση και καύλα.
«Ναι, εγώ κι εσύ… Και αυτός εδώ, που μεγαλώνει.»…
Ο Νικηφόρος άρχισε στα σοβαρά να φοβάται ότι θα τους πάρουν είδηση.…
«Άσε με να τον πιάσω, ψωλαρά μου…:» Η Δανάη είναι πολύ ερεθισμένη και χαϊδεύεται δείγμα πως είναι και πάλι στο προκαταρκτικό στάδιο της σεξουαλικής πράξης. .
«Φοβάμαι πως δεν θα το γλιτώσουμε το απρόβλεπτο κακό…» Της λέει ο Νικηφόρος
Η Δανάη απτόητη, αναψοκοκκινισμένη, αρκετά καυλωμένη και με μια περίεργη αλλά όλο πρόκληση ματιά, τον αγκάλιασε τρυφερά και άρχισε με την γλώσσα της να του γλείφει το αυτί του.
«Τον πιάνω καύλα μου. Τον πιάνω και είναι σαν πάσσαλος.» Λέει με ενθουσιασμό. Γλυκός ο λόγος της, κελάρυσμα δροσάτο.
Ο Νικηφόρος πάγωσε κυριολεκτικά και μη μπορώντας να αντιδράσει της είπε: «Σε παρακαλώ... Μη με αγγίζεις εκεί..:» με χαμηλό τόνο στη φωνή..
«Έλα ρε μωρό μου... Μη γίνεσαι δύσκολος.»
«Δανάη σταμάτα την πλάκα, μη ξεχνάς είμαι άνδρας, σε παρακαλώ σταμάτα γιατί δεν αντέχω άλλο και δεν θα φταίω εγώ για ότι συμβεί, έλα κορίτσι μου σταμάτα.! Δεν είμαστε μόνοι. Από λεπτό σε λεπτό έρχεται η μητέρα σου και η γιαγιά σου.» Της λέει βαριανασαίνοντας από την ηδονή και τον φόβο μην τους πιάσουν.
Αυτή όμως δεν σταματούσε.
«Ωωωω έλα τώρα..:» του είπε κι αυτή τη φορά τον έπιασε από τη μέση, τον τράβηξε πάνω της και κόλλησε το κορμί της στο τοίχο.
«Με καυλώνεις μωρό μου... Θέλω τόσο πολύ να με γαμήσεις» ήταν έτοιμη να εκραγεί.
Ο Νικηφόρος έπιασε τα χέρια της και την απομάκρυνε από πάνω του.
«Παίζεις με τη φωτιά…»
«Ξέρω πως το μουνί μου καίει και σε θέλει ψωλαρά μου!»
«Δεν γίνεται τώρα»
«Γιατί γαμώ το, γιατί;» του φώναξε μέσα στα μούτρα, με εκνευρισμό, απογοήτευση και παραίτηση, και πλέον δίχως κανέναν ερωτικό τόνο στη φωνή της, παραιτήθηκε από την προσπάθεια της.
Ο Νικηφόρος έπιασε τα χέρια της και την απομάκρυνε από πάνω του.
«Παίζεις με τη φωτιά…»
«Ξέρω πως το μουνί μου καίει και σε θέλει ψωλαρά μου!»
«Δεν γίνεται τώρα»
«Γιατί γαμώ το, γιατί;» του φώναξε μέσα στα μούτρα, με εκνευρισμό, απογοήτευση και παραίτηση, και πλέον δίχως κανέναν ερωτικό τόνο στη φωνή της, παραιτήθηκε από την προσπάθεια της.
...Τα γεγονότα που διαδέχονται το ένα το άλλο, εκτυλίχθηκαν µε όλο και ταχύτερους ρυθμούς αυτό το σαββατόβραδο για να γίνουν τελικά ιστορίες, αιχμηρά ανατρεπτικές και καυστικές.
Τίποτα δεν προανήγγειλε ότι θα γεννιόνταν νέες ερωτικές περιπέτειες με κεντρικούς πρωταγωνιστές τη Φαίδρα τη Νεφέλη και το Νικηφόρο και την τρελή τροπή που θα έπαιρναν τα επερχόμενα γεγονότα.
.... Η εντυπωσιακή μηχανή μεγάλου κυβισμού, το εργαλείο που έγινε ο ερωτικός «συνδετικός κρίκος» του Νικηφόρου με την δέκα οκτάχρονη Δανάη παρκάρισε με ασφάλεια στην αποθήκη του σπιτιού στο χωριό αναμένοντας την έλευση του ιδιοκτήτη της, όταν με το καλό ξεμπαρκάρει.
Βρίσκονται πλέον οι δυο τους και πάλι πίσω στο χωριό περιμένοντας από στιγμή σε στιγμή την επιστροφή της Φαίδρας με την μητέρα της και την Νεφέλη από το μοναστήρι. Η Δανάη ανήσυχη νιώθει ακόμη ερωτική διέγερση και την ανάγκη για τρελές καταστάσεις.... καίγεται από καύλα και της ήρθε επιθυμία να ξεσαλώσει και να κάνει παθιασμένα έρωτα εκεί μέσα στην αποθήκη, αλλά βιώνει έντονη δυσαρέσκεια που απορρέει από το ότι ο Νικηφόρος την παρούσα στιγμή απέφυγε πεισματικά να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές της επιθυμίες και ανάγκες.
Όχι ότι δεν είχε διάθεση και ο Νικηφόρος για σεξ μαζί της αλλά η σύγκρουση ανάμεσα στην επιθυμία να απολαύσει το σεξ και στον ασυνείδητο φόβο όταν το κάνει αυτό μήπως πληγωθούν, εκτεθούν ή «τιμωρηθούν» για τις «κακές» πλευρές του εαυτού τους επηρεάζει άμεσα την επιθυμία του και τη συμπεριφορά του. Κατά την αντίληψη του υπάρχουν και όρια που αν τα παραβιάζεις, υπάρχει ο φόβος να γίνουν τσακωτοί ....να τους πιάσουν στα πράσα ... και να θέσουν σε κίνδυνο οικογένειες.
Τελικά η Δανάη αποφάσισε με δυο εξαδέλφες της να πάνε σε μια μουσική εκδήλωση στη παραλιακή ντίσκο και με το τέλος της μουσικής εκδήλωσης θα επέστρεφε στο χωριό και θα έμενε στη γιαγιά της.
Τις στιγμές εκείνες που ετοιμάζονταν προς αναχώρηση βρήκε ευκαιρία να ξεμοναχιάσει το Νικηφόρο, να του δώσει αρχικά ένα πεταχτό ρουφηχτό φιλί και καπάκι μια γεμάτη γονατιά στα σκέλια με στόχο τα γεννητικά του όργανα. Ένα άμεσο χτύπημα που, ενώ είναι πολύ επώδυνο, προκαλεί συνήθως μόνο προσωρινά το επώδυνο αίσθημα ενώ υποχωρεί σχετικά γρήγορα.
«Καυλιάρη μου εσύ σε πόνεσα;»
«Τι με πόνεσες βρε μωρό μου! στο χέρι μου τα 'δωσες.»
«Με συγχωρείς άλλα είμαι πολύ θυμωμένη μαζί σου και δεν ηρεμώ όσο το σκέφτομαι ότι απόψε θα γαμήσεις πάλι την κωλόγρια.» Εννοεί τη Νεφέλη βέβαια.
«Λες πράγματα χωρίς να ξέρεις…»
«Χθες το βράδυ τα βογκητά σας ακουγόταν μέχρι έξω στη παραλία. Σου τρυπούσαν το κεφάλι τα ηδονικά αχ και βαχ, οι αναστεναγμοί της. Σου λέει κάτι αυτό;»
«Δηλαδή τι να μου λέει;»
«Πως έζησε μια παθιασμένη νύχτα και πως τη γάμησες καλά… Και οι γυναίκες ξέρουν να τιμούν τον καλό γαμιά τους… Βογκούσε από καύλα λες και ήθελε να πεθάνει πάνω στον πούτσο σου.»
«Δανάη! Γλυκό μου κορίτσι. Μη γίνεσαι χυδαία, ενώ είσαι τόσο γλυκιά και αθώα.»
«Αλήθεια γιατί δεν έρχεσαι μαζί μας στη ντισκοτέκ; Θα περάσουμε καλά. Αν γουστάρεις και παρτούζες, θα μας γαμήσεις μαζί με την ξαδέρφη μου, μου ζήτησε να συμμετάσχει και αυτή όποτε θέλουμε.»
«Πολύ καλό μου ακούγεται, δεν θα ήταν καθόλου άσχημη ιδέα αλλά νομίζω πως και εσύ το ξέρεις ότι απλά αυτό δεν γίνεται.»
«Ναι δεν γίνεται γιατί υπάρχει η μιλφάρα που κερατώνει τον άντρα της χωρίς αναστολές και η καημενούλα νιώθει πολύ μόνη και καυλωμένη οπότε έχει βρει την παρηγοριά που έψαχνε στο καυλί σου έτοιμη να το ρουφήξει στην πρώτη ευκαιρία! Θα καλοπεράσει απόψε ολονυχτίς καβαλώντας την πούτσα σου ανάμεσα στα σκέλια της και εσύ να της πετάς τα μάτια έξω μέχρι το ξημέρωμα και εκείνη να μην χορταίνει.»
«Δανάη ηρέμησε! Το μυαλό σου μένει στα ίδια και στα ίδια και μοιάζει πια με παλιό πικάπ στο οποίο έχει κολλήσει η βελόνα.»
Για να αλλάξει θέμα ο Νικηφόρος αντιλαμβανόμενος ότι υπήρξε κάποια στιγμή ένταση ανάμεσα στη Δανάη και την Φαίδρα την ρωτάει. «Με τη Φαίδρα πως τα πηγαίνεις; Διακρίνω μια αυταρχικότητα από μέρος της;»
«Όποιος την γνωρίζει, τη λατρεύει. Για τη γλύκα της, τη ζωντάνια, την ευστροφία της. Είναι γοητευτική κυρία. Εγώ, πάλι ξέρω, ότι είναι καλύτερα να έχουμε απόσταση. Είναι το σκληρό καρύδι στην οικογένεια. Το ξέρω ότι μ' αγαπάει. Κι εγώ. Δεν φτάνει, όμως. Τα λόγια που έχω ανταλλάξει με τη μάνα μου δεν επαναλαμβάνονται. Ούτε η ένταση των στιγμών.»
Μάνα και κόρη μπορούν να τσακωθούν για το τίποτα. Η μικρή δεν χάνει ευκαιρία να προκαλέσει την μητέρα της. Να της κάνει κριτική. Λες και ζητάει διαρκώς τη σύγκρουση με την μητέρα της.
«Τι φταίει και βγάζετε αυτή την ένταση;»
«Η μάνα μου, η αγάμητη, που μου σπάει τα νεύρα. Αν τύχει να τσακωθούμε, απλώς δεν θα θες να είσαι μπροστά. Τραγωδίες. Η αγαμησιά φταίει!… Όταν μια γυναίκα μένει απότιστη, αυτά παθαίνει… Θέλει επειγόντως έναν άντρα… Κάποιον να τη πασσαλώσει.»
Η Δανάη αεράτη, φωτεινή, πανέμορφη, σίγουρη για τον εαυτό της, απομακρύνθηκε περπατώντας αγέρωχα και κουνώντας λικνιστικά τους γοφούς καθώς έστειλε ένα βλέμμα στο Νικηφόρο γεμάτο υποσχέσεις και μηνύματα. Όπως: «Δεν τελειώσαμε, αγόρι μου».
Αλίμονο που Θα ξεμπέρδευε έτσι εύκολα ο Νικηφόρος. Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.
Στο τέλος της αυλής η Δανάη κοντοστάθηκε. Πήρε προκλητική στάση κοιτάζοντας για τελευταία φορά το Νικηφόρο, και βγήκε στο δρόμο σινάμενη και κουνιστή. Το δεκαοκτάχρονο πουτανί ξέρει τόσο καλά το παιχνίδι της πρόκλησης. Όλες οι πράξεις της προμελετημένες αποβλέπουν στην εξουδετέρωση των αντιστάσεων του Νικηφόρου. Κι αυτός όμως τη βοηθάει σ’ αυτό. Θαρρώντας τον εαυτό του γυναικοκατακτητή πέφτει στην καλοστημένη παγίδα της.
Ο Νικηφόρος έχωσε τα χέρια στις τσέπες του και αναστέναξε τσιτωμένος. Το συμβάν τον είχε αφήσει ανήσυχο και εκνευρισμένο.
Η Νεφέλη είχε κάνει την εμφάνιση της και τον κοίταξε καχύποπτα.
«Πρέπει να καβγάδισες με τη μικρή μας δεσποινίδα;» παρατήρησε.
«Δεν ήταν καβγάς» είπε απολογητικά ο Νικηφόρος.
«Τότε τι ήταν;»
«Απλά σαν μεγαλύτερος την συμβούλεψα κάπως πιεστικά και αντέδρασε.»
«Ελπίζω να μην ήσουν κακός μαζί της..»
«Εγώ, κακός με τη Δανάη;.» Της λέει και στη συνέχεια συμπληρώνει άηχα την σκέψη του.
«Εγώ, κακός με τη Δανάη; Για μένα θα έπρεπε να ανησυχείς. Έπειτα από την συζήτηση που είχα μαζί της, εγώ φεύγω σέρνοντας ξοπίσω μου τα εντόσθια μου και παρά το νεαρό της ηλικίας της είναι όχι απλά καλή, αλλά «δυναμίτης» στο σεξ;!»
Η Φαιδρά με το αυτοκίνητο της και τη Νεφέλη συνοδηγό επήραν και τον Νικηφόρο και ξεκίνησαν για τα εξοχικά τους σπίτια στην παραλία του χωριού. Οι αυλές των σπιτιών τους είχαν κοινό σύνορο. Λένε ότι οι καλοί φράχτες κάνουν τους καλούς γείτονες, η πραγματική φιλική τους σχέση όμως είχε πολύ εύκολα γκρεμίσει τους φράχτες... Απόψε η Φαίδρα δεν είχε αποφασίσει, αμφιταλαντευόταν εάν θα γυρνούσε και πάλι στο χωριό η θα έμενε να περάσει τη νύχτα στο εξοχικό τους.
Αν και ο καιρός είχε τα ψυχολογικά του εκείνο το σούρουπο της επιστροφής στην παραλία δεν εξηγούσε με τίποτα την αρχική αμήχανη εικόνα τριών ατόμων που νιώθουν κάπως άβολα μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο. Η κατάσταση άλλαξε μέσα σε λίγη λεπτά όταν η Φαίδρα αποφάσισε να πάρει πρωτοβουλία ώστε να αποφορτίσει την αμηχανία και να τονώσει το ηθικό στη μικρή παρέα τους. Το αποτέλεσμα ήταν να επικρατήσει, ένα χαλαρό και επικοινωνιακό κλίμα, αγνοώντας το άβολο αρχικό. Ίσως αρχικά μέχρι να τα «βρουν» να υπήρχε μια παγωμάρα, αλλά μέσα σε λίγο χρόνο τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Η Φαίδρα και η Νεφέλη είναι αυτό που λέμε ωραίοι τύποι ανθρώπων και δεν χρειάστηκε παρά μια καλή «σπρωξιά» για να ξεκινήσει μια εύθυμη και χαλαρή συζήτηση όπως συνηθίζεται ανάμεσα σε φίλους..
Ο Νικηφόρος στη διαδρομή έμαθε ότι μεγάλωσαν στην ιδία γειτονιά του χωριού και παρά την διαφορά ηλικίας έχουν πολύ καλές φιλικές σχέσεις.
Παντρεύτηκαν… ειδικά η Φαιδρά… μικρές. Στην επαρχία όσο να ναι τα έθιμα εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμα. Οι γονείς τους, παραδοσιακοί αγρότες ήθελαν από μικρές που ήταν να γίνουν… καλές νύφες.
Έτσι λοιπόν θεώρησαν υποχρέωσή τους να τις παντρέψουν νωρίς.
H Φαίδρα στα τριάντα επτά της χρόνια σήμερα,ήταν μια αντικειμενικά όμορφη γυναίκα και ο Νικηφόρος αφοσιώθηκε στη μελέτη των συσπάσεων των μυών του προσώπου της. Λάτρευε τους εκφραστικούς ανθρώπους και οι χειρονομίες που συνόδευαν κάθε της λέξη ήταν γοητευτικά έντονες. Άνετη και με το πλατύ χαμόγελό της είναι μια συγκροτημένη γυναίκα, που παρατηρεί τα πάντα γύρω της και την ενδιαφέρουν, ......αν και χαλαρά....., άρχισε να τους εξιστορεί λεπτομερώς όμορφες και άσχημες εμπειρίες από τα κοινωνικά δρώμενα που πολλές φορές μετέχει ενεργά σε διάφορες κινήσεις πολιτών που έχουν σχέση με την διαχείριση του περιβάλλοντος.
Μια γυναίκα με έντονο ρεαλισμό και ευφυή αίσθηση του χιούμορ που δε χάνει στιγμή την αυτοκυριαρχία της.
Και τώρα η καλύτερή της φίλη είναι η όμορφη Νεφέλη μας και η σχέση τους έχει εξελιχθεί σε μια συναισθηματική οικειότητα. Μια οικειότητα που ζωντανεύει τις βαθιές επιθυμίες και τα βάσανα τους, αλλά εμπεριέχει και τις αιχμηρές γωνίες της γυναικείας φιλίας.
Η Νεφέλη τη θαύμαζε, γιατί η Φαίδρα κατάφερνε να τραβά τα βλέμματα ακόμη και φορώντας κάτι που θα έκανε οποιαδήποτε άλλη να μοιάζει με κλόουν.
Ο Νικηφόρος περνώντας η ώρα ενθουσιάζεται με την μαγική ικανότητα της Φαίδρας με την οποία παρουσιάζει την ανθρώπινη επαφή του περίγυρου της.
Το κουτσομπολιό της φωτίζεται από χιούμορ, κατανόηση, διορατικότητα και αλήθεια...
Η Φαίδρα σαν σύζυγος ναυτικού ήθελε να ακούσει τη γνώμη του Νικηφόρου και την εμπειρία του από την συζυγική του ζωή με την Εριφύλη και την σχέση τους που δοκιμάζεται μέσα από το ιδιαίτερα δύσκολο επάγγελμα του.
Ο Νικηφόρος δεν της χαλά χατίρι και της ανοίγει τη ζωή του σαν βιβλίο.
Πρώτο στάδιο: Πεταλούδες στο στομάχι.
Μόλις την είδα ξετρελάθηκα. Πήγα και τη ζήτησα από τούς γονείς της, σαν παλαιομοδίτης δάσκαλος, που δεν μπορεί να ξεχάσει τις παραδόσεις και να συγχρονιστεί.
Στη φάση αυτή οι ορμόνες μου στο ζενίθ αύξησαν τη λίμπιντο και με προμήθευαν με την ενέργεια που χρειαζόμουν για να ξυπνήσω το πρωί και να πάω στη δουλειά μετά από μια βραδιά αχαλίνωτου σεξ.
Δεύτερο στάδιο: Χτίσιμο της σχέσης.
Η φυσική έλξη του ενός προς τον άλλο είχε εδραιωθεί. Κυριολεκτικά η καρδιά μου χτυπούσε πιο δυνατά, ενώ ένιωθα την ανάγκη όχι απλώς να είμαι μαζί της αλλά και να την κατανοήσω. Μπορεί το ανεξέλεγκτο πάθος να είχε πια κοπάσει, όμως η ερωτική φλόγα συνέχιζε να καίει σταθερά μέσα μου.
Τρίτο στάδιο: Αφομοίωση
Αν στα δύο πρώτα στάδια αναρωτιόμουν κυρίως αν αυτή η γυναίκα είναι ο ιδανική για μένα, τώρα το κρίσιμο ερώτημα ήταν «είναι αυτή η σχέση η ιδανική για μένα;».
Οι απαντήσεις στις όποιες αναρωτήσεις μου, μου έδωσαν το πράσινο φως για να αφομοιώσω την Εριφύλη στη ζωή μου και αυτή εμένα στη δική της..
Τέταρτο στάδιο: Ειλικρίνεια
Δεν είναι πάντα εύκολο – ήταν όμως απαραίτητο αν θέλαμε να προχωρήσουμε στο επόμενο στάδιο.
Πέμπτο στάδιο: Σταθερότητα
Μετά από την ένταση, το πάθος και την έξαψη, τα συναισθήματα καταλαγιάζουν και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για ένα κοινό μέλλον. Είναι η φάση που πλέον ο καθένας ξέρει ότι έχει βρει τον άνθρωπό του, το στήριγμά του στη ζωή. Ακόμα κι αν ο «μήνας του μέλιτος» στη σχέση μας έχει πια περάσει, δεν σημαίνει ότι οι πεταλούδες στο στομάχι μου έχουν εξαφανιστεί. Κάποια γεγονότα, όπως η γέννηση των παιδιών μας, μας δένουν ακόμη πιο σφιχτά.
Η Εριφύλη μου είναι μια γυναίκα της εποχής μας: Όμορφη, έξυπνη, γεμάτη ζωντάνια με χιούμορ, με ενδιαφέροντα, με φόβους, με θάρρος και μερικές φορές με θράσος…
Εμπνέει έναν απαράμιλλο ερωτισμό. Της αρέσει να νιώθει επιθυμητή. Επιτρέπει στον εαυτό της μικρά και αθώα φλερτ.
Στο άκουσμα για τα μικρά και αθώα φλερτ της Εριφύλης η «καλή της θεία» η Νεφέλη δεν κρατήθηκε, άνοιξε το στοματάκι και ξεκίνησε το «θάψιμο»! Είναι γνωστό πως η Νεφέλη είναι αρκετά αυθόρμητος και ενθουσιώδης τύπος, όμως δεν λείπουν και οι στιγμές που γίνεται εξαιρετικά επιπόλαιη! Είναι ειλικρινής και αυτά που θα πει μπροστά σου, αυτά θα υποστηρίξει και όταν δεν είσαι παρών! Δεν την χαρακτηρίζει η διπροσωπία μα της αρέσει και το κουτσομπολιό! Το πρόβλημα με την Νεφέλη είναι ότι δεν μπορεί να κρατήσει το στόμα της κλειστό, δηλαδή πάνω στην παρορμητικότητα της, μπορεί από λάθος της να σε βγάλει στη φόρα και να δημιουργηθούν ξαφνικά μπελάδες! Αναμφίβολα μπορείς να της έχεις εμπιστοσύνη, αν της εκμυστηρευτείς ένα μυστικό σου και της επισημάνεις αρκετές φορές ότι δεν πρέπει να το αποκαλύψει! Ωστόσο δεν είναι σίγουρο ότι αν νευριάσει μαζί σου ή αν της πας και λίγο κόντρα… δεν θα σε βγάλει «εφημερίδα» όπως καλή ώρα τώρα που δεν μπορεί να αποφύγει τον πειρασμό να κουτσομπολέψει σήμερα στην παρέα τους την Εριφύλη και να βγάλει τ' άπλυτα της στη φόρα σε σημείο που γίνεται αδιάκριτη! Όποιος πει ότι δεν έχει κουτσομπολέψει ποτέ του είναι ψεύτης! Αυτή είναι η πάγια άποψη της.
Η Φαιδρα σήκωσε το βλέμμα της και κοίταξε τη Νεφελη. «Αχά! Η Εριφύλη εκάνε τρελίτσες;» Η Νεφέλη μετάνιωσε αμέσως γι’ αυτό που είπε. Ήταν όμως πολύ αργά. Η Φαιδρα, που πέταγε τη σκούφια της για κουτσομπολιά, άρπαξε την ευκαιρία. «Αναρωτιέμαι τι ενοουσες»
Τότε ήταν που «πέταξε» τις σπόντες για την «στραβοτιμονιά» της ανιψιά της με τον αρχιτέκτονα.
Τους είδα που τα χέρια του εξερευνούσαν προσεκτικά αλλά με επιμέλεια κάθε σπιθαμή το σώμα της και πλανιόταν γύρω τους μια ανατριχίλα σαν αύρα. Μια ανατριχίλα που την άφηναν σαν σημάδι ηδονής τα χέρια του στο δέρμα της όταν της έκανε μασάζ και αυτή αναστέναζε από πόθο και στο πρόσωπο του έψαχνε να βρει την εκτόνωση που αναζητούσε. Το παιχνίδι του φλερτ αγάπες μου υπάρχει, όσο και η ιστορία της ανθρώπινης επικοινωνίας. Πεποίθησή μου είναι ότι δεν υφίσταται «αθώο» φλερτ. Το φλερτ είναι ο προθάλαμος μιας σχέσης και το πρελούδιο του σεξ. Είναι ένα «ορεκτικό πιάτο» για να συνεχίσουν την κάλυψη της επιθυμίας τους, με το γνωστό «σπιτικό φαγητό» τους και η ανιψιά μου ήταν ανοιχτή στις προκλήσεις του σαγηνευτικού αρχιτέκτονα.»
Η Φαίδρα γύρισε και κοίταξε τον Νικηφόρο μ’ ένα ερωτηματικό χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπο της. Ένα χαμόγελο με νόημα ....σε συμμερίζομαι....που σημαίνει ότι κατανοεί τα συναισθήματα του.... Θέλει κάτι να πει αλλά δεν ξέρει πώς να το εκφράσει ώστε να αποφύγει κάθε σχόλιο επικριτικό.
Είχε μείνει έκπληκτη... «Έλα δεν το πιστεύω! ότι είναι αλήθεια»
Μετά την πρώτη αίσθηση η Νεφέλη ένιωσε κάπως άβολα όταν στη συνέχεια κατάλαβε ότι έγινε η αιτία ν' αποκαλυφθούν οι ατασθαλίες της αγαπημένης της ανιψιάς χωρίς την έγκριση του Νικηφόρου και να βγουν οι ερωτικές ατασθαλίες «άπλυτα» στη φόρα.
«Μεταξύ μας το λες σοβαρά;» ρώτησε προβληματισμένη τη Νεφέλη η Φαίδρα. Έμοιαζε να μην μπορεί ακόμα να πιστέψει στ’ αφτιά της, ότι η Εριφύλη έχει κάνει την «κουτσουκέλα» της. Είχε εξωσυζυγική σχέση! Ρε την Εριφύλη μας. Έχει εραστή! Και δεν της φαινόταν!
Δηλαδή θες να μου πεις ότι του τα έχει φορέσει η Εριφύλη;» Και μεταξύ σοβαρού κι αστείου πρόσθεσε. «Τον έχει κάνει κερατά και αυτός το ξέρει;».
«Φαίδρα μου! Συγνώμη αν πονάει, αλλά είναι η αλήθεια. Το ζήτημα της πίστης και της απιστίας στον γάμο και στις σχέσεις είναι βαθιά κοινωνική πρόκληση. Δεν τους κρίνω, έχουν τη ζωή τους και από μεριάς μου αναγνωρίζω ότι είναι απολύτως ελεύθεροι να τη ζήσουν, όπως θέλουν. Απλώς σα θεία τους εύχομαι να είναι ευτυχισμένοι. Κι Νικηφόρος, πώς να του πω, ερωτεύτηκε τη θάλασσα όπως και ο δικός σου άνδρας. Κι εσείς μένετε μόνες πίσω να τους περιμένετε. Καταλαβαίνω πόσο δύσκολα περνάτε. Ευτυχώς έχετε τα παιδιά σας δίπλα σας και ξεχνιόσαστε. Οι άντρες σας λείπουν μήνες. Λογικό να αισθάνεται την ανάγκη για ανδρική αγκαλιά! Ξέρω καημενούλες μου έχετε κάψες κι εσείς. Φαντάσου ότι η Εριφύλη τραβάει το ίδιο ζόρι με το δικό σου όταν έχετε μήνες να γαμηθείτε. Βλέπεις καλοί χρυσοί οι άντρες σας, τα μουνιά σας, όμως, έχουν πιάσει αράχνες με τη δουλειά που διάλεξαν να κάνουν» της είπε και χαμογέλασε με κατανόηση.
«Φαίδρα μου μπορεί να το παίζετε κυρίες στη καθημερινή σας ζωή αλλά από την άλλη μεριά οι ορμόνες σας δεν αστειεύονται. Αναζητούν διέξοδο και το απαιτούν επιτακτικά. Τι γίνεται λοιπόν στην περίπτωση αυτή; Θα πρέπει να βρεθεί κάποια λύση που θα διατηρεί και την πίτα ολόκληρη αλλά θα έχει και τον σκύλο χορτάτο, όταν «ξυπνούν» τα ερωτικά σας ένστικτα. Και άμα σου μπει η ιδέα, μετά αρχίζει και το κορμί να διαμαρτύρεται και να απαιτεί δικαιώματα, και τότε έρχεται ο διάολος και σου κατσικώνεται στον σβέρκο και ψου-ψου- και μου-μου στο αυτί... αρχίζεις και τρελαίνεσαι. Τι λες έχω άδικο;»
Αυτή είναι η φύση μας Φαίδρα και δεν αλλάζει ότι κι αν λέμε. Το «πουτανάκι» η ανιψιά μου όπως λίγο πολύ όλες μας απολαμβάνει και χαίρεται χωρίς αναστολές το σεξ, ακόμη και με διαφορετικούς συντρόφους, όταν γουστάρει ερωτικά παιχνίδια και της λείπει ο Νικηφόρος της.
Ωστόσο η Νεφέλη την ανιψιά της την αγαπάει πραγματικά είναι δικός της άνθρωπος, και όλα αυτά τα λέει χωρίς κακία ή δόλο!
..... Ο Νικηφόρος νιώθει την ανάγκη να δικαιολογήσει κατά κάποιο τρόπο τις ερωτικές ατασθαλίες της Εριφύλης του στις δυο γυναίκες και κυρίως στη Φαίδρα.
Κορίτσια! Όταν οι καύλες μας παιδεύουν πως να τις παλέψεις που με τα φαρμάκια και τις γλύκες τους σου κόβουν τα ήπατα;! Τι; Δεν τις κάνουμε εμείς αυτές τις ατιμίες; ενώ το ξέρουμε καλά πως το κάνουνε μυριάδες; Γι' αυτό για τα δικά μας τα κουσούρια ερωτώ πριν κατηγορήσουμε την Εριφύλη μου που δεν είναι ένα κομμάτι μάρμαρο, αλλά μια αληθινή γυναίκα που μπορεί να γελάει να κλαίει και γιατί όχι και να καυλώνει και να γαμιέται με τον υδραυλικό που προσπαθεί να της φτιάξει τον νεροχύτη.
Δεν είναι η φαντασία μου λοιπόν αλλά αυτά είναι πραγματικά γεγονότα, που μας δηλώνουν ότι παρά την επικρατούσα άποψη ότι ο άνδρας είναι ο κυνηγός και η γυναίκα το θήραμα, ουδέν ανακριβέστερον αυτού! Κι έχω ντοκουμέντα να το υποστηρίξω. Η γυναίκα επιλέγει ποιον θα βάλει στο κρεβάτι της, γιατί ελέγχει τόσο τη δική της επιθυμία, όσο και την επιθυμία του άνδρα, με απίστευτη ευκολία.
Το εντυπωσιακό είναι ότι, αντίθετα από την κοινή πεποίθηση ότι οι άνδρες ξενοκοιτάνε περισσότερο, οι γυναίκες είναι εξίσου «άτακτες» και όσο περνούν τα χρόνια, οι γυναίκες είναι αυτές που… ξεφεύγουν! Στα επτά χρόνια οι… ξεστρατημένες γυναίκες φτάνουν το 64,5%, ενώ οι άπιστοι άνδρες στο 56,5%!
Μάλιστα, η «φράση επτά χρόνια φαγούρα» κάθε άλλο παρά τυχαία είναι, καθώς η απιστία χτυπάει… ταβάνι στα ζευγάρια που είναι μαζί για πολλά χρόνια!
Δεν την ξεχνώ αυτή τη στατιστική αλλά κυρίως δε βασανίζω τον εγωισμό μου και τη συνείδησή μου ώστε να υποφέρω.
Άλλωστε κάποιος σοφός το είπε από πολύ παλιά.
«Αν πάρω όμορφη γυναίκα, θα την έχω και με άλλους, αν πάρω άσχημη θα την έχω μόνος μου για τιμωρία».
Ταυτόχρονα δεν είμαι τόσο εγωιστής. Θέλω να ζήσει κι αυτή τη ζωή της, να χαρεί, το έχει δικαίωμα. Αν τη μαντρώσω, θα με παρατήσει. Να η συνενοχή μου στο έγκλημα. Προχωρώ ενώ ξέρω τι με περιμένει.
Οι νέες γενιές των κοριτσιών θεωρούν ότι είναι φυσικό να μην αισθάνονται ενοχές ότι διαπράττουν αταξίες ή αμαρτήματα.
Το πρόβλημα ιδίως γεννάται με τις μικροπαντρεμένες που από ενωρίς χορέψατε το χορό του Ησαΐα όπως η Εριφύλη μου και του ελλόγου σας.
Νιώθετε παγιδευμένες, αφού σαν ελεύθερες δεν παίξατε με τον έρωτα, δεν αμαρτήσατε σαν κοπέλες γευόμενες τις προγαμιαίες εφηβικές δραστηριότητες. Αισθάνεστε αδικημένες, σαν να σας είχαν καταδικάσει ερήμην σας.
Ο γάμος λοιπόν δεν σας εμποδίζει στις αταξίες σας, ούτε και δείχνετε καμία επιθυμία αποδέσμευσης από αυτόν. Έγγαμες τώρα πια, προσπαθείτε να κάνετε αναδρομικά όσα δεν κάνατε πριν από το γάμο.
Εν κατακλείδι αγαπητές μου αν η απιστία των φύλων είχε βαθμολογία επιδόσεων, η γυναίκα θα έπαιρνε άριστα, ενώ ο άνδρας θα έμενε μετεξεταστέος. Γιατί ο άνδρας, όσες φορές και να την κάνει την απιστία, πάντα θα συλλαμβάνεται επ΄ αυτοφώρω, ενώ η γυναίκα μόνο αν το πει η ίδια επειδή απλά το θέλει ή για να τον τιμωρήσει, με την προσφιλή φράση «Υπάρχουν και καλύτεροι από σένα».
Τι είναι όμως αυτό που οδηγεί τις γυναίκες σε ξένες αγκαλιές; Ένας μεγάλος σοφός έλεγε. Αφού η επιστήμη δε μπορεί να απαντήσει, ρωτήστε τους φίλους σας εμπιστευθείτε την εμπειρία σας και διαβάστε και τους ποιητές. Γι αυτό λοιπόν την αγαπώ την Εριφύλη μου. Με τα λάθη της, τις ατέλειές της, τις δειλίες της, και τις ερωτικές εξάψεις της. Δεν είναι τέλεια, δεν φτιάχτηκε για να είναι τέλεια -και το ξέρει-, αλλά προσπαθεί να κάνει το σωστό στην οικογένεια μας. Έχει καλές προθέσεις, πάντα. Γι' αυτό την αγαπάω.
...... Κατά τη διάρκεια της διαδρομής ο Νικηφόρος είναι φανερό ότι κορτάρει τη Φαίδρα και της Φαίδρα της αρέσει αυτή η επαφή που έχει μέσα της διακριτικά το παιχνίδι του φλερτ και το απολαμβάνουν μ' ευχαρίστηση και οι δυο πλευρές.
«Έχεις αψεγάδιαστο σώμα… Είσαι τόσο όμορφη…» Της λέει.
«Σ' ευχαριστώ… Υπερβάλλεις όμως. Απλώς οφείλω να προσέχω τον εαυτό μου.»
«Είμαι βέβαιος πως δεν υπερβάλλω…»
Το παιχνίδι αυτό είχε αρχίσει να της αρέσει πολύ της Φαίδρας, ήταν και ωραίος άντρας ο Νικηφόρος και για να λέει την αλήθεια με το κουτσομπολιό της Νεφέλης έχει αρχίσει και θερμαίνεται και ψάχνει, με την «ευλογία» της φυσικής της ορμής να κάνει ερωτικά παιχνιδια μαζί του και όσο το σκέφτεται μια παράξενη ένταση ηδονής την κατακλύζει. Νιώθει μια στοργική επιθυμία να τον παρηγορήσει στην αγκαλιά της και μαζί της να ξεχάσει τις ερωτικές ατασθαλίες της Εριφύλης του.
Έτσι κάποια στιγμή η Φαίδρα έβαλε τη ζώνη ανάμεσα στα στήθη της με τρόπο ώστε να ξεχωρίζουν. Στη συνέχεια δήθεν ανέμελα ξεκούμπωσε τα επάνω κουμπιά από το πουκάμισο της για να πάρει αέρα και να φαίνονται πιο ελεύθερα τα όμορφα στήθη της.
«Έχει κορμάρα με απίστευτο σφιχτό στήθος, λες και η βαρύτητα, δεν έχει αρχίσει να επιδρά με την πάροδο του χρόνου επάνω της.» Λέει η Νεφέλη και ο τρόπος που κοιτάζει μπορεί να τους αποκαλύψει ένα σεξουαλικό ενδιαφέρον. Ο Νικηφόρος προσπαθει να αποδικωποιήσει το βλέμμα της Νεφέλης για να καταλάβει τις πραγματικές προθέσεις της. Το στήθος της Φαίδρας το βλέπει φιλικά ή ερωτικά; Η μάτια της προδίδει άμεσα τις ερωτικές προθέσεις της. Δείχνει συνεπαρμένη από αυτό που παρατηρεί.
«Νεφέλη έχω μια απορία και θέλω να μου απαντήσεις ειλικρινά. Έχεις ποτέ σου δοκιμάσει να κάνεις σεξ με άλλη γυναίκα;» Τη ρωτάει ο Νικηφόρος.
Τον κοιτάζει ξαφνιασμένη λες και προδίδεται από κάποια κρυφή επιθυμία της. «Τι έχεις στο νου σου;» Τον ρωτάει.
Ο Νικηφόρος φαντάζεται τον εαυτό του να βρεθεί σεξουαλικά σε μια τριγωνική ερωτική σχέση με τις δυο γυναίκες. «Προς το παρόν τίποτα. Απλώς να κάτι σκεφτόμουν.» Γύρισε και τις κοίταξε γεμάτος λατρεία τις δυο όμορφες γυναίκες κι αυτές χαμογελούσαν πονηρά και αυτός αναρωτιόταν τι να έχουν στο μυαλό τους. Και η ερώτηση του στη Νεφέλη έμεινε να αιωρείται διότι τα επόμενα λεπτά έφτασαν στον προορισμό τους.
Από την στιγμή που άρχισε το διακριτικό φλερτ ο Νικηφόρος δεν ξεκόλλαγε τα μάτια του από πάνω από τη Φαιδρά και ναι, όσο και να είναι ξεχείλιζε ο πόθος του, περνώντας διάφορα από το μυαλό του.
Είχε σταματήσει από ώρα να δίνει την οποιαδήποτε σημασία στις συζητήσεις τους και απλώς την παρατηρούσε εξεταστικά. Εκείνη μιλούσε για τα προβλήματα με τις σχέσεις στις οικογένειες αλλά το δικό του βλέμμα κατέβαινε στο στήθος της, στους ώμους της και στους καρπούς των χεριών της. Είχε πολύ όμορφα, μακριά δάκτυλα.
Φθάνοντας ο Νικηφόρος κατέβηκε και πήρε το αυτοκίνητο του από την αυλή της Νεφέλης και ξεκίνησε για το εξοχικό τους. Εικόνες με τη μορφή της Φαίδρας άστραφταν στο μυαλό του. Τα γεμάτα στήθη της πίσω απ’ τη ζώνη του αυτοκινήτου του, και το λίκνισμα των γοφών της μέσα από το σοβαρό, μαύρο παντελόνι τον έβαζαν σε πειρασμό. Χτύπησε απαλά τα δάχτυλά του πάνω στο τιμόνι καθώς η σκέψη του κάλπαζε. Την ήθελε. Συγκέντρωσε μαγνητισμένος τη σκέψη του στα σκούρα της μάτια. Ήταν σαγηνευτικά καθώς τελείωναν σε μια παράξενη σχισμή και εξέπεμπαν μια πρωτόγνωρη θαλπωρή που τον καθήλωσε όπως την είδε που περπατούσε αγέρωχη προς το σπίτι της απολαμβάνοντας το αεράκι που της χάιδευε τα μαλλιά. Αναστέναξε ηχηρά και ξεροκατάπιε, και το μόνο που επιθυμούσε ήταν μια δυο ώρες να μείνει μόνος μαζί της να κυλιθούν στα σεντόνια, και να ζήσουν έντονα την κάθε τους στιγμή στο σεξ. Να το ξανακάνουν σχεδόν κατευθείαν αφού τελειώνουν.
Για τον Νικηφόρο η τελευταία ερωτική επαφή του και το παθιασμένο σεξ με τη Δανάη, εκτός από απολαυστικό, ήταν πηγή χαράς και ευεξίας. Αλλά μετά απ' αυτές τις στιγμές που το ερωτικό πάθος είχε χτυπήσει κόκκινο με τις εκρηκτικές σεξουαλικές επιδόσεις τους, τώρα ο Νικηφόρος αναζητούσε ένα ξέφωτο ηρεμίας και ανάπαυσης. Και εκεί που είναι έτοιμος να πει ένα ψεύτικο παραμύθι στη Νεφέλη ότι απόψε είναι συναισθηματικά φορτισμένος από κάποιο ιδιαίτερο γεγονός και ότι οι στιγμές δεν προσφέρονται για έναν έρωτα όλο τρέλα, ω του θαύματος, βρίσκεται η πιο αναίμακτη λύση από την ίδια τη Νεφέλη. Όταν πλέον άρχισε να σουρουπώνει τον επισκέφτηκε η Νεφέλη και του μετέφερε πως οι δυο γυναίκες έπρεπε να επιστρέψουν στο χωριό! Ο ξάδερφος της Νεφέλης ο φαρμακοποιός έκανε προεκλογικό αγώνα για κοινοτάρχης και η Φαίδρα συμμετείχε στο συνδυασμό του. Απόψε λοιπόν είχαν μια έκτακτη συνάντηση να συζητήσουν το πρόγραμμα του συνδυασμού, και προσκάλεσε τις δυο γυναίκες να συνδράμουν στη συνάντηση.
Το βράδυ θα διανυκτέρευαν στη μητέρα της Φαίδρας και θα επέστρεφαν στην παραλία την επόμενη, να τις περιμένει! Η Νεφέλη του υποσχέθηκε ότι θα προμηθευτεί κατσικίσιο γάλα και θα του φτιάξει μια γαλατόπιτα με την συνταγή της που του αρέσει. Ταυτόχρονα η Νεφέλη έχει κατά νου να ετοιμάσει την επομένη ένα ρομαντικό αποχαιρετιστήριο δείπνο! Ένα δείπνο που μπορεί να μετατραπεί σε μαγικό ερωτικό φίλτρο που θα διεγείρει τις αισθήσεις του Νικηφόρου ώστε από την τραπεζαρία να περάσουν στην κρεβατοκάμαρα! «Θα σου φτιάξω εγώ αφροδισιακό φαγητό που θα σε κάνει ντούρο ματάκια μου για να ηρεμήσεις τις καύλες μου και να με σκίζεις από όλες τις τρύπες, έτσι;»
«Να ρωτήσω κάτι ακόμη; Στο δείπνο θα είναι και η Φαίδρα;» Τη ρώτησε ευθέως και την κοίταξε να δει αντίδραση.
«Άρχισε να την γουστάρει και τη Φαίδρα ο ανιψιός μου;»
«Ναι, φυσικά! Πολύ.» της απαντάει. «Είναι πολύ ελκυστική και πολύ θα ήθελα να την φλερτάρω».
««Ναι καυλιάρη μου; Μάνο να την φλερτάρεις»… του λέει η Νεφέλη. «Δηλαδή να υποθέσω πως απόψε το βράδυ στις μοναξιές σου, θα σκέφτεσαι ότι γαμάς και τη Φαίδρα;»
«Δεν είπα κάτι τέτοιο.»
«Το σκέφτηκες όμως.»
«Το σκέφτηκα – αλλά πως το ζητάνε;»
«Κοίτα, αγάπη, και πρόσεξε με! Αν θέλεις να τη γαμήσεις πέσε γονατιστός, με το κορμί όρθιο, λαμπάδα, τα μάτια όμως χαμηλωμένα, πάντα με ταπεινοφροσύνη και με φωνή ευγενική, σταθερή και τόνο απόλυτης υποταγής, μου το ζητάς να βοηθήσω, λέγοντας μου. Κυρία, σας παρακαλώ πολύ... βοηθήστε με!»
«Μωρό μου! Μου βάζεις αμαρτωλές ιδέες! Θα ήθελα να σας έπαιρνα παρτούζα άνετα» Του βγήκε αβίαστα του Νικηφόρου. Προφανώς και στο μυαλό του είχε κάτσει η ιδέα να γαμήσει τη Φαίδρα.
«Κωλόπαιδο από τη στιγμή που μπήκες μέσα στο αυτοκίνητο, δεν μπορούσες να πάρεις τα μάτια σου από πάνω της. Λες και εγώ δεν υπήρχα»
«Μωρό μου καυλιάρικο. Το ότι είναι παντρεμένη και αυτή με ναυτικό με ξενερώνει απίστευτα και είναι πολύ τυχερός ο άντρας της που βρήκε μια όμορφη και έξυπνη γυναίκα σαν κι αυτή, αλλά πραγματικά αν και ξέρω ότι δεν είναι σωστό να τη φλερτάρω, πολύ θα ήθελα να ενώσουμε τα κορμιά μας.»
«Δηλαδή σαν άνδρας να κάνεις έρωτα στην κυρία, και η κυρία να περιμένει να της κάνεις έρωτα.»
«Πολύ κυριλάτη η περιγραφή σου, όμως εγώ σε γνήσια ελληνικά θα ήθελα να ξεσκιστούμε. Να γαμηθούμε. Όχι να ερωτευθούμε.»
«Τελικά ίσως κάτι μπορεί να γίνει. Δεν είναι και τόσο απλό, αλλά δεν είναι και ακατόρθωτο.» του είπε η Νεφέλη και δεν παρέλειψε πάντως να αφήσει σαφή υπονοούμενα ότι πιθανώς όλα γίνονται.
«Γιατί το λες αυτό;» τη ρωτάει ο Νικηφόρος.
«Γιατί από την στιγμή που χωριστήκαμε και μείναμε μόνες μας μου εξομολογήθηκε ότι την έχει πιάσει ένας κόμπος στο στομάχι. Πως να στο πω! Λείπει ο άνδρας της πολύ καιρό, είναι μόνη της, της λείπει το σεξ, και έχει τρελές καύλες, Σε όλους κάποτε συμβαίνει όταν μένουν χωρίς σύντροφο πολύ καιρό. Θέλει πολύ και αυτή από ότι κατάλαβα να κάνετε σεξ μα δυσκολεύεται, δεν ξέρει πως να το πάρει απόφαση πως να πάρει αυτό το ρίσκο αν και τρελαίνεται που της εκδηλώνεις το θαυμασμό σου, ακούει και βλέπει τα πάντα, προσέχει τι της λες και πως την κοιτάς. Καταλαβαίνει ότι τη θέλεις, σε θέλει και αυτή αλλά δυσκολεύεται πως να το ζητήσει. Της αρέσει και το εκτιμά που τη ξελογιάζεις με όμορφο τρόπο.»
«Δεν έχει άδικο Νεφέλη μου, μήπως πολλά που λέμε ότι θέλουμε να κάνουμε, δειλιάζουμε όταν τυχόν τα συναντάμε μπροστά μας; Και πόσο μάλλον, μήπως αυτά που θέλουμε είναι κυρίως τα απαγορευμένα;»
«Μωρό μου να ξέρεις παντρεμένες που δεν θα μπορούσες να φανταστείς και πέρα κάθε υποψίας γυναίκες όπως η Εριφύλη σου απολαμβάνουν τα απαγορευμένα και απόκρυφη ερωτική ζωή; Και μη μου πεις πως και η Φαίδρα, δεν έχει κι αυτή, απόκρυφη ερωτική ζωή;»
«Εε! Γι αυτό σαν φίλη της σκέφτομαι να σας βοηθήσω να ξετυλίξεται το Μίτο της Αριάδνης. Τα είπαμε ο άνδρας της απουσιάζει για μεγάλο χρονικό διάστημα από το την οικογενειακή τους στέγη και το συζυγικό κρεβάτι και η Φαίδρα έχει ξεχάσει την τελευταία φορά που έκανε σεξ. Οι σεξουαλικές ορμές της είναι στο φουλ έχει δυσκολία να τις ελέγξει, η αδρεναλίνη της στα φόρτε της, και τα σημάδια δείχνουν πως είναι σε φάση απελπισίας και χρειάζεται σεξ, επειγόντως! Έχει νεύρα… πολλά νεύρα, δεν έχει υπομονή καθόλου. Τα νεύρα της είναι σαν ένα τεντωμένο σχοινί. Όταν κάνει σεξ να δεις για πότε αυτό το σχοινί θα χαλαρώσει. Άντε, εγώ τις δίνω ιδέες εσύ βοήθησε τη να χαλαρώσει το σχοινί! Αυτό δε, θέλεις μωρό μου; «Θα της κάνω λοιπόν μια προκαταρκτική συζήτηση επί του θέματος, φρόντισε και εσύ να φερθείς έξυπνα αφού σου αρέσει και σε ξεσηκώνει πολύ η γυναίκα. Δεν χρειάζεται να κάνεις περίπλοκη την προσέγγιση σου απλά προσπάθησε πώς θα το κάνεις σωστά, να μην τα θαλασσώσεις και είμαι σίγουρη ότι σύντομα θα κανονίσετε να βρείτε το χρόνο να πηδηχτείτε.»
Ο Νικηφόρος έμεινε για μια στιγμή να την κοιτάζει. «Εννοείς πως η Φαίδρα το συζήτησε μαζί σου. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Πες μου σε παρακαλώ ότι δεν με δουλεύεις!»
Η Νεφέλη έμοιαζε να το διασκεδάζει. «Αγορίνα άστο επάνω μου! Και αύριο να ξημερώσει με το καλό και θα έχεις Νεφέλη και Φαίδρα δύο έμπειρες αισθησιακές καυλιάρες γυναίκες και καλές φίλες, πρόθυμες και ευχάριστες παρουσίες, με πολλή όρεξη για σεξ!
«Νεφέλη υποκλίνομαι! Ελα να σου δώσω μια μεγάλη αγκαλιά! Δεν ξέρεις πόσο μου ανεβάζεις το ηθικό. Είσαι πολύ καύλα γυναίκα, πόσο τυχερός άνδρας είμαι που σε έχω.»
«Γκόμενα πες το ντρέπεσαι;»
Είχε αρχίσει να νυχτώνει για τα καλά, όταν οι γυναίκες αναχώρησαν για το χωριό και ο Νικηφόρος έμεινε μονάχος στο εξοχικό του και στην έρημη παραλία. Την επομένη ημέρα, ο Νικηφόρος είχε ηρεμήσει μεν από τις χθεσινές έντονες σεξουαλικές στιγμές, αλλά σήμερα πιο νηφάλιος σκεφτόταν έντονα τα όσα είχαν συμβεί. Πίνει τον καφέ του, χαμένος στις σκέψεις του, και τότε η κρυφή ερωτική ζωή της Φαίδρας θα περάσει μπροστά από τα μάτια του και πάλι και κάτι τον θυμώνει. Αυτό που τον πονάει, αυτό που τον ερεθίζει είναι ότι έχει μια ιδανική εικόνα για αυτή τη γυναίκα. Έπιασε τον εαυτό του να ζηλεύει υπέρ του δέοντος. Μπορεί να μην έχει κανένα δικαίωμα κι όμως υπάρχουν μερικά πράγματα που τον κάνουν σαν άντρα να ζηλεύει και μόνο η ιδέα ότι η Φαίδρα ήταν με κάποιον άλλον στο κρεβάτι που τον θεωρεί ανάξιο της και αυτό τον πληγώνει. Η αλήθεια είναι πως αυτό που έντονα σκεφτόταν ήταν να κάνει μαζί της τέτοια ταραχή, μέχρι να σπάσουν το κρεβάτι. Να είναι αυτός ο καβαλάρης της, να είναι αυτή το άτι. Κάτι σαν μια γλυκιά εκδίκηση ήταν οι σκέψεις που στροβίλιζαν στο μυαλό του. Δεν το χωρούσε ο νους του ότι αυτή τη κλασσική ομορφιά, η σαγηνευτική και με έναν δικό της μοναδικό τρόπο ξεχωριστή γυναίκα ήταν πολύ πιθανόν σύμφωνα με τις φήμες που έφτασαν στα αυτιά του για τις αταξίες της και δεν επρόκειτο απλά για κακοήθη κουτσομπολιά να τη γευόταν στο κρεβάτι αυτή η στεγνή και σταφιδιασμένη ρέγκα ο λιμοκοντόρος.
.....Ήταν αργά το απομεσήμερο που οι δυο κυρίες είχαν γυρίσει στην παραλία χωρίς την Δανάη αυτή τη φορά. Μεγάλα, κάτασπρα σύννεφα πάλευαν να κλείσουν το φωτεινό κενό του ουρανού, απ’ όπου φαινόταν ένα μικρό κομμάτι γαλάζιου. Πάνω που πλησίαζε το ένα, το άλλο το έσπρωχνε με ορμή, ώσπου στο τέλος, νικημένα εγκατέλειψαν τις προσπάθειές τους και απομακρύνθηκαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Μεμιάς το στερέωμα μεταμορφώθηκε σε απέραντο πέλαγος και ο ήλιος, αν και με κατεύθυνση στη δύση του, εμφανίστηκε μεγαλοπρεπής. Δεν κουνιόταν φύλλο. Η μέρα, από το πρωί, ήταν ζεστή και υγρή, γεμάτη νωχέλεια και βαριεστημάρα. Η γειτονιά ήταν παντελώς έρημη. Η παραλία που δεν κοιμόταν ποτέ τους καλοκαιρινούς μήνες είχε αδειάσει από τους παραθεριστές και τους λιγοστούς κατοίκους της, οι οποίοι τελειώνοντας τις διακοπές τους, είχαν φύγει για τις πολιτείες τους, παραχωρώντας την περιοχή στους πτερωτούς αποδημητικούς επισκέπτες στο ταξίδι τους για το νοτιά.
Η Φαιδρά στη διαδρομή είναι περίεργη να μάθει τι σχέση που έχει η Νεφέλη με τον Νικηφόρο και πως ξεκίνησε η ιστορία τους. «Για πες μου αλήθεια Νεφέλη μου σε παρακαλώ, αν δεν γίνομαι αδιάκριτη, πως ξεκίνησε το ερωτικό σας παραμύθι το οποίο ζείτε μαζί;»……
«Φαίδρα όσο και αν φαίνεται περίεργο ή αμήχανο, συμβαίνει πραγματικά πολύ συχνά γύρω μας. Πολλές σχέσεις δεν ξεκινούν έτσι απλά;.»
«Χμμ! Θεία και ανιψιός; Και η Εριφύλη;»
«Κοίτα. Ο Νικηφόρος είναι λίγο πιο αρσενικό του επιτρεπτού και ότι του αρέσουν οι γυναίκες πολύ, πράγμα που ουδέποτε της το απέκρυψε. Η Εριφύλη λοιπόν είναι το κορίτσι του, η γυναίκα του, η σύντροφός του με την ουσιαστική έννοια των λέξεων αυτών».
«Δηλαδή Νεφέλη μου σαν να λέμε, η Εριφύλη είναι το αγκυροβόλιό του το λιμάνι του που ότι και να γίνει, εκεί θα αράξει αφού όμως πρώτα θα έχει απολαύσει το «ταξίδι του» και σε άλλες θάλασσες από βορά σε νότο και από τη δύση στην ανατολή. Αυτό μου λες;»
«Φαίδρα μου ο Νικηφόρος και η Εριφύλη είναι ένα μοντέρνο ζευγάρι που από την αρχή της σχέσης τους συμφώνησαν ότι οι μικρο περιπέτειες τους που κατά κάποιο τρόπο θα νοστιμίζουν τη ζωή τους δεν θα κλονίζουν αυτό που είναι το κύριο μέλημά τους θα είναι, να μη πάθει ζημιά το απάνεμο και ασφαλές αγκυροβόλι τους.»
«Απορώ με την Εριφύλη πως δεν του είπε. Φίλε μου δεν μου αρέσουν τα πιστεύω σου και γι‘ αυτό, παίρνω το κουβαδάκι μου και πηγαίνω σε άλλη παραλία.»
«Κι όμως Φαίδρα μου δεν συνέβηκε τίποτα απ' αυτά για δυο βασικά πράγματα: Πρώτον τον αγαπάει πολύ. Δεύτερον η κυρία σήμερα είναι πανευτυχής. Κάποια στιγμή πήρε το κουβαδάκι της και πήγε παράλια και ως εκ θαύματος εκεί βρήκε και άλλο αρσενικό και έγινε της παραλίας. Βρέθηκε κάποιες στιγμές με δύο αρσενικά που την λάτρευαν ο καθένας με το δικό του τρόπο. Καλώς ή Κακώς αυτά συμβαίνουν.»
«Και τώρα έχεις και εσύ έναν άνδρα να σκαλίζει με την τσουγκράνα το παρτέρι σου.» της είπε χαμογελώντας καλοσυνάτα η Φαίδρα.
«Μου έχει αναστατώσει την ζωή. Νιώθω όμορφα μαζί του. Ηδονίζομαι χάνομαι στην σφαίρα της ερωτικής φαντασίας.»
«Ναι ε;»
«Ναι! Φαντάσου το εξής: Έχω σχέση μ' έναν πολύ γοητευτικό άνδρα, περνάω όμορφα κάθε φορά που τον συναντώ και έχουμε σεξουαλική χημεία, και μάλιστα όσο είμαστε μαζί με βάζει και κυκλοφορώ χωρίς βρακάκι στο σπίτι. Κάνω δουλειές γυμνή από κάτω. Του αρέσει να με σκέφτεται έτσι.»
«Πάει χάζεψες. Μωρή θεότρελη θα τινάξετε τους γάμους σας στον αέρα. Παλαβοί είστε;»
«Όχι, το έχουμε ξεκαθαρίσει αυτό. Απλά αρκετές φορές στη ζωή δημιουργούνται διάφορες καταστάσεις και ανατρέπονται κάποια δεδομένα! Κάποια στιγμή εντοπίσαμε ότι ταιριάζουμε στις προτιμήσεις μας στο σεξ, και από τότε γαμιόμαστε όποτε έχουμε ευκαιρία, χωρίς πιέσεις και άγχος, είναι και προικισμένος πολύ πανάθεμα τον και νεαρός ακόμη και για μένα αυτή η σχέση είναι πάνω από τύψεις. Το πότε θα καταλήξει αυτή η σχέση δε μπορούμε να το προβλέψουμε, το μόνο σίγουρο είναι ότι έχει ημερομηνία λήξεως! Δεν ρισκάρουμε τους γάμους μας.»
«Αυτό σε τρελαίνει ε; Δεν έχεις άδικο επειδή παντρευόμαστε δεν σημαίνει ότι δεν θα μας ελκύουν άλλοι άνθρωποι: Κάποιες φορές, όταν βρισκόμαστε σε μακροχρόνιες σχέσεις μπορεί να νιώσουμε πως μας εκλύει ένας άλλος άνθρωπος, ειδικά αν μας δίνει λίγη παραπάνω προσοχή και φαντάζει ως κάτι που θα «σπάσει» τη ρουτίνα μας. Για να μην σε αδικώ πρέπει να παραδεχτώ πως και εγώ νιώθω στην μοναξιά μου, ότι αυτό το συναίσθημα με κατατρώει και ονειρεύομαι, να με παρακαλάει ένας τριαντάρης σαν τον Νικηφόρο να κάνω πολύ σεξ μαζί του, αλλά ξέρω ότι είναι απλώς μια φαντασίωση.»
«Βλέπεις που σου λέω; Αμ! το άλλο! Μετά από μια συζήτηση για το σεξ κατάλαβα ότι θέλει να έχει κάποια επαφή μαζί σου και ελκύεται απ' την ίδια την παρουσία σου! Όταν ένας άντρας σε θέλει, το καταλαβαίνεις είναι εξόφθαλμα τα σημάδια ότι σε γουστάρει αλλά δεν είναι σίγουρος αν υπάρχει ανταπόκριση.»
«Αστειεύεσαι προφανώς.»
«Όχι, γιατί να σου πω ψέματα. Μην σοκάρεσαι. Αυτή είναι η αλήθεια.»
«Δεν σοκάρομαι! Ας μην υποκρινόμαστε μεταξύ μας. Ο σύζυγος απουσιάζει συνέχεια και έχει να με πηδήξει πάνω οκτώ μήνες λογικό δεν είναι να σκέφτομαι άλλους άνδρες, όπως όλες μας. Με καυλώνει αφάνταστα να φαντάζομαι τον Νικηφόρο να πηδιόμαστε.»
«Γι αυτό σου λέω θα του προτείνω να σου κάνει ένα ωραίο μασάζ. Να ξέρεις κάνει πολύ καλό ερωτικό μασάζ, το οποίο στοχεύει στην απελευθέρωση της έντασης, τη μείωση του στρες επιτυγχάνοντας τη σεξουαλική διέγερση που θα σε φέρει από την φαντασίωση στην πράξη!.»
.... Μεσημέρι, ο Νικηφόρος βοηθούσε την Νεφέλη στην κουζίνα και η Φαίδρα απολάμβανε ένα δροσιστικό ποτό συμμετέχοντας.
Έπειτα από μια ώρα κουβέντας περί ανέμων και υδάτων κι έχοντας εξαντλήσει τη διάθεσή τους για υπονοούμενα, ο Νικηφόρος δεν θέλησε να τραβήξει την κατάσταση στα άκρα, περίμενε τις γυναίκες να κάνουν την δική τους πρόταση.
Κάποια στιγμή που η Φαίδρα άφησε μονάχους την Νεφέλη με τον Νικηφόρο και πήγε δίπλα στο σπίτι της μέχρι να ετοιμαστεί το φαγητό ο Νικηφόρος δεν έχασε καιρό και προχώρησε την κουβέντα παρακάτω με την Νεφέλη.
«Αρχικά να ξεκαθαρίσουμε το εξής! Θέλεις ακόμη να τη γαμήσεις;»
«Και το ρωτάς;.»
«Προχωρά πρώτος είναι ο πιο ασφαλής τρόπος.»
Δεν είχε περάσει παρά ελάχιστος χρόνος και λες και η ερωτική επιθυμία του Νικηφόρου για την Φαίδρα εισακούστηκε, όταν την άκουσαν να τους καλεί έντρομη από την αυλή του σπιτιού της. Φθάνοντας θορυβημένος ο Νικηφόρος κοντά στο παράθυρο μπορούσε να διακρίνει ένα θάμνο γεμάτο ροζ λουλούδια δίπλα υπήρχαν ψηλές φτελιές, αειθαλείς θάμνοι και αναρριχώμενες τριανταφυλλιές στο φράκτη με τα κάγκελα. Ένας απρόσμενος επισκέπτης σ΄ ένα θάμνο της αυλής την φόβισε ιδιαίτερα. Επρόκειτο για μία ιδιαίτερα μεγάλη αράχνη. Ο Νικηφόρος φθάνοντας δίπλα της την καθησυχάζει. «Όταν την δεις για πρώτη φορά, ίσως να τρομάξεις. Στην συνέχεια όμως αν την παρατηρήσεις καλύτερα θα συνειδητοποιήσεις το πόσο γλυκούλα είναι. Έχει να κάνει με το χρώμα της. Το κόκκινο σώμα της με τις μαύρες βούλες που παραπέμπει στο γνωστό ζουζούνι την πασχαλίτσα.» Της λέει. «Είναι ακίνδυνη.» την καθησυχάζει.
«Ζητώ συγγνώμη... Αλλά ξαφνικά μου ήρθαν ένα σωρό φοβίες στο μυαλό».
0 Νικηφόρος περιεργαζόταν διακριτικά τα μεγάλα της μάτια, το πλατύ της μέτωπο και τις κινήσεις των χειλιών της καθώς του μιλούσε. Είχε κάτι το τελείως διαφορετικό απ' την Εριφύλη του..
Του ζήτησε να μείνει για λίγο μαζί της μέχρι να ηρεμήσει από την τρομάρα που πήρε.
Εισήλθαν μαζί στο σαλόνι της. Καθώς εισήλθαν ο Νικηφόρος έριξε μια αργή ματιά γύρω του. Το σαλόνι της ήταν μεγάλο, ελάχιστα μεγαλύτερο από το δικό τους. Ένα δωμάτιο εξοχικού σπιτιού. Ψηλά ταβάνια, ξύλινα έπιπλα εποχής. Αίσθηση παλιάς αρχοντικής εξοχικής κατοικίας. Αν και ο ίδιος προτιμούσε τις καθαρές γραμμές και τα ουδέτερα χρώματα, η Φαίδρα είχε διαλέξει έντονες αποχρώσεις, που προκαλούσαν αντίθεση, και ένα συνονθύλευμα πραγμάτων για να επιπλώσει το χώρο της. Στους τοίχους κρέμονταν πινάκες ζωγραφικής με νεκρά φύση, ενώ στο πάτωμα έβλεπες σκορπισμένα χαλιά διαφόρων μεγεθών και αποχρώσεων. Ο ήλιος, που βρισκόταν πλέον χαμηλά στον ορίζοντα, τρύπωνε μέσα από τις κατάλευκες περσίδες. Στο κέντρο ένα τεράστιο, μοναστηριακού τύπου τραπέζι, με σκαλιστές καρέκλες. Δείχνουν να είναι αληθινές αντίκες και όχι απομίμηση. Ένα τζάκι που δεν είναι αναμμένο. Ένα μεγάλο μπλε άσπρο βάζο με θολωτό καπάκι chinoiserie style, βρισκόταν πάνω στο πλεχτό σεμέν στο μικρο τραπέζι δίπλα στο τζάκι, αλλά τα αχνοκίτρινα λουλούδια που υπήρχαν μέσα σ’ αυτό είχαν αρχίσει να χάνουν τα πέταλά τους. Πάνω από το τζάκι στο τοίχο κρέμονταν δύο έγχρωμες γκραβούρες, η μία απεικόνιζε ένα ηλιοβασίλεμα, παρόμοιο με αυτό που εκτυλισσόταν τούτη την ώρα έξω από το παράθυρο, και η άλλη μια τρικυμισμένη παραλία. Η μία απέπνεε ηρεμία, η άλλη αγριότητα. Αλήθεια, τι από αυτά τα δύο και σε ποιο βαθμό έκρυβε μέσα της η Φαίδρα;
Ο Νικηφόρος ανέβαλε το φευγιό του για λίγο. Η Φαίδρα είχε εμφανώς φοβηθεί και ήταν ακόμη συννεφιασμένη
«Βλέπω την αγαπάτε την περιοχή σας. Τόσο εσείς όσο και η Νεφέλη.»
«Ναι, φυσικά, το δίχως άλλο.»
«Ωραία είστε εδώ…!»
«Ναι, μοναχικά…»
«Είναι ωραίο πράγμα η εξοχή… Ανοίγει την ψυχή σου!»
«Ναι, και προσωπικά το χρειάζομαι αυτό…»
«Ο καθένας μας το χρειάζεται…»
«Πολύ σωστά…»
«Και η διακόσμηση του σπιτιού σας πολύ όμορφη…»
«Ευχαριστώ…»
«Και το τζάκι φτιάχνει ατμόσφαιρα…»
«Έχουμε κλιματισμό και θέρμανση… Σπάνια ανάβει το τζάκι…»
«Και τα ξύλα μέσα εκεί, τα έχετε για ντεκόρ;»
Κάπως αμήχανη. «Περίπου έτσι…»
«Ωραία.»
«Να μιλάμε στον ενικό;»
«Ναι… Απλώς καμιά φορά από συνήθεια διστάζω…»
«Και με μένα είσαι διστακτικός;… Μα δεν πρέπει…»
«Έχετε δίκιο… Έχεις δίκιο…»
«Λυπάμαι πολύ γι' αυτό.»
«Με συγχωρείτε! Λυπάσαι πολύ; Τι εννοείτε; Δεν καταλαβαίνω.»
Η Φαίδρα αφού σιωπά για λίγο. «'Όταν χθες έφυγες, το σκυλομετάνιωσα! Τι το ήθελα και μίλησα. Σκέφτηκα, πρώτη φορά συζητάω με τον άνθρωπο και να του μιλήσω με τέτοια αγένεια για την Εριφύλη τη γυναίκα του.»
«Σιώπα, καλέ. Εγώ είμαι ειλικρινά ευγνώμων για την κατανόηση στο σχόλιο σου και αυτό μου είχε κινήσει την περιέργεια. Αλλά γιατί μια γυναίκα σαν εσένα να αποφεύγει το θέμα του σεξ»;»
«Χωρίς να Θέλω να γίνω αδιάκριτη, τα συζητάς αυτά τα θέματα στο σπίτι με τη γυναίκα σου;»
«Δηλαδή, εσύ με τον άντρα σου δεν τα συζητάς;»
«Όχι, με τον άνδρα μου το όλο θέμα του σεξ δεν το θίγουμε σχεδόν ποτέ.»
«Μα γιατί, κακό είναι;»
«Όχι». Κούνησε το κεφάλι σκεφτική. «Φυσικά και όχι.»
« Δεν προσπαθώ να μάθω τις λεπτομέρειες της ερωτικής σου ζωής. Απλώς απάντησε στις ερωτήσεις μου, είναι τελείως άκακες. Πιστεύεις ειλικρινά ότι το σεξ εκφράζει τα μυστικά που κρύβονται στην καρδιά μας;»
«Ναι».
Προς στιγμήν, ο Νικηφόρος αναρωτήθηκε αν αυτή ήταν η έκφραση που έπαιρνε όταν έκανε έρωτα.
«Εντάξει, Φαίδρα. Δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι. Όλα είναι ήσυχα τώρα...» Της λέει ο Νικηφόρος και άρχισε ν' αποτραβιέται έτοιμος για να γυρίσει πίσω στο σπίτι της Νεφέλης αφήνοντας η Φαίδρα να αποφασίσει εάν τον θέλει να μείνει,! Αυτός της έδειξε πόσο πολύ την θέλει..
Το σαγόνι της σφίχτηκε καθώς του έδειχνε με μια κίνηση την πόρτα και πίσω από αυτήν. Χαμήλωσε το βλέμμα της. Έπειτα φάνηκε να παίρνει κουράγιο, που τη βοήθησε να ισιώσει τους ώμους και να σηκώσει ψηλά το πιγούνι της.
Ο Νικηφόρος την παρατήρησε μαγεμένος. Κοιτάχτηκαν κάμποση ώρα, συνεπαρμένοι. Έπειτα, προς έκπληξη του Νικηφόρου, η Φαίδρα του χαμογέλασε. Ήταν ένα γλυκό, φυσικό, λαμπερό χαμόγελο, αυτό που του είχε χαρίσει. Ο Νικηφόρος ένιωσε το στήθος του να σφίγγεται και ζεστάθηκε παντού, λες και κάποιο ναρκωτικό είχε εισχωρήσει κατευθείαν στο νευρικό του σύστημα.
«Έχεις αψεγάδιαστο σώμα… Είσαι τόσο όμορφη…» Ψιθύρισε.
«Σ' ευχαριστώ…»
«Φαντάζομαι, το έχεις ακούσει πολλές φορές αυτό…»
«Υπερβάλλεις… Απλώς οφείλω να προσέχω τον εαυτό μου.»
Την παρατηρούσε τώρα που είχε ανάψει τσιγάρο και κάπως αμήχανα έβγαζε με δύναμη τον καπνό του τσιγάρου από τα χείλη της.
«Νομίζεις, δεν έχω προσέξει ότι μάλλον έχεις σταματήσει να μου μιλάς και με παρατηρείς;» Του αντέταξε.
«Ναι είναι αλήθεια πως μπαίνω στον πειρασμό και σε παρατηρώ όση ώρα μιλάμε Και έχεις πολύ όμορφα χείλη!»
«Ναι αλλά αν υποκύπταμε μονίμως στις ορέξεις μας προσβάλλουμε τον εαυτό μας και τους ανθρώπους γύρω μας και υπάρχει δυσκολία!.», σχολίασε ο Φαίδρα.
«Χμμ! Αλήθεια έχεις σκεφτεί ωστόσο, ότι αν η φύση προσβαλλόταν από αυτές τις ορέξεις μας δεν θα μας τις ενέπνεε καθόλου; Είναι δυνατόν να έχω αυτό το έντονο συναίσθημα καύλας αυτή τη στιγμή φτιαγμένο για σένα για να με προσβάλλει η φύση;».
«Και οι επιπτώσεις στα συναισθήματα;», του είπε.
«Πιστεύω πως όταν κάνεις κάτι και θέλεις να το χαρείς, δεν τίθεται ζήτημα επιπτώσεων». Πριν προλάβει να του απαντήσει, είχε σκύψει και τη φιλούσε στο λαιμό και πίσω από το λοβό του αυτιού της. Ένιωσε το δέρμα της να ανατριχιάζει και τη μυρωδιά της να αλλάζει. Δεν φάνηκε να αντιδράει και δεν τον σταμάτησε, αν και οι δυο τους παντρεμένοι! Άφησε να της ξεφύγει ένας αναστεναγμός καύλας όταν της ψιθύρισε ότι την ποθεί.
«Είμαι και εγώ υγρή.» είπε ενώ τόνε κοιτούσε με ένα ακόμα πιο σκοτεινό βλέμμα από πριν. Του τράβηξε μια νυχιά στην πλάτη την ώρα που του πρόσφερε ένα βαθύ φιλί. Ο Νικηφόρος πόνεσε και διαμαρτυρήθηκε με ένα βλέμμα παραπονεμένο. Το δικό της βλέμμα δήλωνε με σαφήνεια αυτό που ήθελε από εκείνον. Σκοτεινό και λάγνο τον καλούσε να συμπεράνει ότι την ερέθιζε η υποταγή του. Ο Νικηφόρος υπομειδίασε και την έσφιξε στην αγκαλιά του.
«Εγώ είμαι εδώ, μη φοβάσαι δεν φεύγω!», της ψιθύρισε στο αυτί και ίσιωσε με το δάχτυλο τη γραμμή των φρυδιών της. Η φωνή του ακουγόταν θερμή, βραχνή και πηγαία. Η Φαίδρα τον αγκάλιασε με δύναμη και έκρυψε το κεφάλι της στον ώμο του. Της χάιδεψε την πλάτη στοργικά και αφέθηκε στις εικόνες του δωματίου. Η επιθυμία τους να επιδοθούν σε τρυφερές περιπτύξεις άρχισε να κροταλίζει μέσα τους. Η Φαίδρα σήκωσε αργά το κεφάλι της και τον κοίταξε κατάματα.
«Φαίδρα! Φαίδρα. Ομορφιά μου... Ξέρω τι θέλεις και το ίδιο θέλω κι εγώ! Σε βλέπω, μου μιλάς, με κοιτάζεις, σε αγγίζω και μόνο που υπάρχω στο χώρο μαζί σου είναι αρκετό για να με μετατρέψει σε θηρίο ανήμερο. Νιώθω ότι αν δε σε βάλω κάτω εδώ και τώρα θα εκραγώ και θα σε πάρω μαζί μου. Σε θέλω εσένα!... Δε χρειάζεται να πούμε τίποτα άλλο! Μεγάλα παιδιά είμαστε άλλωστε.».
Το βλέμμα της χάιδεψε παιχνιδιάρικα το πρόσωπό του. Μια τούφα απ τα μαλλιά της διέσχιζε λοξά το πρόσωπό της. Στράβωσε το στόμα της με μια χαριτωμένη κίνηση και τη φύσηξε ελαφρά. Η τούφα αιωρήθηκε για λίγο και προσγειώθηκε μαλακά πάνω στο αυτί της. Πέρασε τη γλώσσα της πάνω στα χείλη της και τα έγλειψε κυκλικά, πρώτα τα πάνω και μετά τα κάτω.
«Σ’ ευχαριστώ» του είπε με το χαμόγελο ακόμα χαραγμένο στα χείλη της.
Ηλεκτρική εκκένωση τον χτύπησε όταν η γλώσσα της άρχισε να κυλάει στον λαιμό του. 'Ένα υγρό μονοπάτι σχηματίστηκε, κάνοντας το κορμί του να απογειωθεί, αισθάνθηκε την ύπαρξή του να μουδιάζει. Την πήρε κατευθείαν στην αγκαλιά του, η ζεστασιά του κορμιού του διαπέρασε το δικό της, δίνοντας πιο έντονη γεύση στο φιλί του, που έγινε καυτό. Αν και στέκονταν απόλυτα ακίνητοι, η Φαίδρα είχε την αίσθηση πως έτρεχε. Η ανάσα είχε παγιδευτεί στα πνευμόνια της μέχρι που την ελευθέρωσε μ’ έναν τρεμουλιαστό αναστεναγμό. Το κορμί της, συσπειρωμένο σαν ελατήριο, χαλάρωσε μέσα σ’ ένα κύμα ηδονής που την ξάφνιασε. Κόλλησε ακόμα περισσότερο πάνω του, σήκωσε το χέρι της και άγγιξε το πρόσωπό του όταν αυτός την οδηγεί προς το τραπέζι του σαλονιού κοντά στο παράθυρο. Κάτι μουρμούριζε για το ότι είχε μείνει η πόρτα ανοιχτή, αλλά δεν είχε διάθεση να την αφήσει να του ξεγλιστρήσει. Έκανε το λοιπόν μια μικρή παράκαμψη και σιγά-σιγά την πήγε σιμά στην πόρτα και την έκανε να τη σπρώξει και απλά να την κλείσει με τον πισινό της.
Η έλξη τους είναι αμοιβαία και ακαριαία όταν τους κατακλύζει αυτό το έντονο συναίσθημα που δημιουργεί τη σπίθα του σωματικού πάθους που μοιάζει να είναι «μοιραίο γεγονός». Βρίσκονται αντιμέτωποι μ' ένα απροσδόκητο πάθος που κανείς από τους δύο δεν μπορεί να αγνοήσει.
..... Χωρίς να το πολυκαταλάβει η Φαίδρα βρέθηκε κολλημένη με τον κώλο στο μεγάλο τραπέζι του σαλονιού ο Νικηφόρος πέρασε το χέρι του κάτω από τη φούστα της. Χάιδεψε τους μηρούς της απαλά, και ανέβηκε προς τα πάνω! Δεν αντέδρασε, απλώς αφέθηκε, δάγκωσε το κάτω χείλος της και μισοκλείνοντας τα βλέφαρα της απολαμβάνει τα χάδια του πάνω στο κορμί της. Τα χέρια του δεν αργούν να φτάσουν πάνω ψηλά στην κιλότα της. Σιγά σιγά και πολύ τρυφερά και απαλά συνέχισε να της χαϊδεύει τους μηρούς, μιλώντας της με μια καθησυχαστική φωνή όλη την ώρα. Η Φαίδρα ανάσαινε βαριά, ένιωθε τον κόσμο να χάνεται κάτω από τα πόδια της! Άπλωσε το χέρι της και αυτό τράβηξε το δικό του δρόμο, εκείνον που δε γνωρίζει όρια και απαγορεύσεις και έψαξε την ψωλή του. Τα δάχτυλά της ένιωσαν τον πούτσο του να σκληραίνει επικίνδυνα κάτω από το τζιν του! Δεν κρατιόταν. Τον ήθελε. Το πάθος της από μόνο του βγάζει μάτια και δεν της αφήνει χώρο για λογικές σκέψεις.
Η Φαίδρα ξεκούμπωσε το σουτιέν της και το πέταξε στο πλάι. Το στήθος της τινάχτηκε ελεύθερο. Το παρατήρησε εκστατικός. Πληθωρικό και χυμώδες. Η εικόνα τους πλημμύρισε τα μάτια του και το μυαλό του. Δεν μπορούσε να ξεκολλήσει το βλέμμα του. Στάθηκε ακίνητος σαν απολιθωμένος, μαγεμένος. Του 'ρθε τρελή επιθυμία να τα πάρει στα χέρια του, να τα ζυγίσει, να νιώσει τη μαλακή κι ελαστική σάρκα τους. Τα βιολετιά μάτια της σπινθήριζαν από πόθο. Τον καλούσε. Ξεκούμπωσε επιδεικτικά τη φούστα και κατέβασε αργά το φερμουάρ. Μετακίνησε λίγο τους γοφούς της και, εξακολουθώντας να τον κοιτάζει στα μάτια, κατέβασε τη φούστα σέρνοντάς την πάνω στους μηρούς, σαν να τους χάιδευε. Την πέρασε αργά απ' τα γόνατα και την σταμάτησε στους αστραγάλους. Την άφησε εκεί. Κόλλησε τα μπράτσα στο κορμί της και στήριξε τους αγκώνες της στο τραπέζι. Έγειρε το σώμα της προς τα πίσω. Το βλέμμα της εξακολούθησε να τον προσκαλεί. Τον παρατηρούσε ακίνητη. Με μια αστραπιαία κίνηση τίναξε ξαφνικά τις γάμπες της μπροστά, σαν επίθεση καράτε. Ο Νικηφόρος φοβήθηκε ότι θα τον χτυπούσε. Η φούστα εκσφενδονίστηκε με δύναμη και κόλλησε στο πρόσωπό του. Ξαφνιάστηκε. Μέχρι να την παραμερίσει, η Φαίδρα είχε ήδη βγάλει την κιλότα της να κρέμεται στο ένα της γόνατο. Παρατήρησε αποσβολωμένος το πυκνό σκούρο τρίγωνο της ήβης της ανάμεσα στα πόδια της. Γυάλιζε.!.
Ο πόθος τον έκαιγε. Άρχισε να ξεκουμπώνει βιαστικά τα κουμπιά του τζιν του. Άφησε το παντελόνι του να πέσει στο δάπεδο έμεινε γυμνός! Ο πούτσος του τινάχτηκε προς τα πάνω. Ήταν σαν να είχε κατέβει ένας κεραυνός από τη ραχοκοκαλιά του, ξεκινώντας από το μυαλό του!
Την τράβηξε πάνω του σαν υπνωτισμένος γιατί η Φαίδρα δεν ήταν κανένα λεπτεπίλεπτο κοριτσάκι· ήταν λίγους πόντους μόνο κοντύτερη από το ένα κι ογδόντα και, του δικού του ύψους. Χαϊδεύοντας την με απαλές κινήσεις τ' ακροδάχτυλα του άγγιξαν τις ρώγες της, που τις ένιωθε να ηλεκτρίζονται, σκλήρυναν και πετάχτηκαν έξω. Το δέρμα της ανατρίχιασε στο άγγιγμα του. Τα χέρια του αρμένιζαν πάνω στα μαλακά της στήθη χωρίς να τα ελέγχει. Άκουσε το βογκητό της. Κόλλησαν, σφιχταγκαλιασμένοι, βαριανασαίνοντας και φιλώντας ο ένας τον άλλον σ’ ένα παραλήρημα. Ήταν κάτι τόσο άγριο και πρωτόγονο, τόσο βίαιο και επιτακτικό, που θύμιζε περισσότερο βιασμό παρά πράξη έρωτα. Αμοιβαίο βιασμό, για την ακρίβεια. Φιλιόνταν καυτά και παθιασμένα με τις γλώσσες τους να σμίγουν σ’ ένα τρελό χορό.
Στη συνέχεια την σήκωσε με τα δυο χέρια και την ξάπλωσε πάνω στο μεγάλο μοναστηριακό τραπέζι. Άλλωστε, όταν τα σώματα ουρλιάζουν για ερωτική επαφή δε σκέφτονται το πού και το πότε, μα κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να καθησυχάσουν τη φωτιά που βράζει μέσα τους. Δεν είχαν καν τον καιρό ή την υπομονή να εξερευνήσουν ο ένας το σώμα του άλλου.
Μια άγρια ανταλλαγή, ένας σφοδρός πόθος διαπερνά τα κορμιά τους. Μια ερωτική τρυφερότητα που έβγαινε από το κορμί της, από δικές της ξεχασμένες αναμνήσεις και παλιές απολαύσεις και πήγαινε να ανταμώσει τον πόθο του Νικηφόρου.
Τραντάχτηκε ολόκληρη από τον τρελό οργασμό που συγκλόνιζε όλη της την ύπαρξη! Σε κάθε σπρώξιμο του νιώθει να σκάνε μέσα της πυροτεχνήματα, βεγγαλικά και φωτοβολίδες που βελόνιασαν ηδονικά τη σάρκα της και φώτιζαν το πρόσωπό της. Η Φαίδρα, σαν παλαβωμένη γάτα, απελευθέρωσε το ένα της χέρι και κατάφερε να τον χάνει να ματώσει με γρατσουνιές στα πλευρά.
«Μην σταματάς» ψιθύρισε στο αυτί του.
Ο ρυθμός της επιταχυνόταν. Δεν ήταν ο Νικηφόρος που φορτσάριζε. Η Φαίδρα κουνούσε τώρα το κορμί της αντίθετα απ’ το ρυθμό του. Η ένταση επιταχυνόταν μέχρι που το κορμί της έμεινε ακίνητο σχεδόν να σπρώχνει προς τα πίσω ενώ η βαριά της ανάσα ήταν ο μόνος ήχος που ακουγόταν. Ο Νικηφόρος, ξαναμμένος, συνέχισε να κουνιέται μέσα της απελπισμένα. Το κεφάλι του γύριζε και το αίμα στροβιλιζόταν στα τύμπανα του. Η Φαίδρα άρχισε να κυρτώνει την λεκάνη της αφήνοντας ελεύθερο το κορμί της, το χαιρόταν. 'Ηταν η μέρα της! Τώρα όμως υπήρχε ένα πρόβλημα. Με αυτόν τον μανιασμένο ρυθμό ο Νικηφόρος δεν Θα άντεχε για πολύ. Ένιωθε τον οργασμό να διαπερνά τους τένοντες των ποδιών του, να σφίγγει σαν δαγκάνα τα μπούτια του και, αδιαφορώντας για τη δική του βούληση, να προχωράει κατευθείαν στη κωλοτρυπίδα και τα αρχίδια του. 0 Νους του πήγε στον Λεωνίδα. Σ' αυτό το καθίκι το παπαδοπαίδι καπετάνιο από την Άνδρο που μπορούσε να πηδάει τρεις-τέσσερις συνεχείς ώρες χωρίς να τελειώνει. Πώς τα κατάφερνε; Θυμήθηκε ότι σε μια συζήτηση τους του εξηγούσε πως είχε μάθει την τεχνική από ένα ιερομόναχο φίλο του πατέρα του με προσόντα και επιτυχίες στο γυναικείο φύλο ίδιος ο Ρασπούτιν!. 'Ηταν, πάντως, θέμα αναπνοής του εξηγούσε. Ο Νικηφόρος, στηρίζοντας το κορμί του με το ένα του χέρι στον έναν ώμο της Φαίδρας και με το άλλο στο τραπέζι, άρχισε να εισπνέει και να εκπνέει σαν τρόμπα, προσπαθώντας να επιβραδύνει τον ρυθμό. Η Φαίδρα, από κάτω του, συστρεφόταν σαν κομμένη ουρά σαύρας. Την έπιασε από τα μαλλιά και της έσφιξε το βυζί. «Σου αρέσει. Πες το!»
«Καθίκι! Είσαι ένα καθίκι».
Ο Νικηφόρος έσφιξε τα δόντια και ξανανιωμένος συνέχισε να την σφυροκοπά. « Θα σε ξεπατώσω... Τ' ορκίζομαι, Θα σε ξεπατώσω. Πάρε τώρα κι αυτό, σκρόφα!»
Η Φαίδρα είχε κλείσει τα μάτια της κι απολάμβανε τη στιγμή. Αυτό το απροσδιόριστο θραύσμα του χρόνου που η κορύφωση του ερωτικού πάθους άνοιγε τους ουρανούς και την αγκαλιά της Αφροδίτης και κάνει ιέρεια του έρωτα κάθε γυναίκα που μπορεί να ξεπερνά τις προκαταλήψεις και να παραδίνεται στη μαγεία της αρχέγονης θεάς. Ένιωσε το κορμί της να σφίγγεται, έπειτα τέντωσε τα πόδια και τα χέρια της, ανασήκωσε το κεφάλι, τον κοίταξε με έναν μορφασμό ευχαρίστησης κι ύστερα παραδόθηκε αναστενάζοντας ξεψυχισμένα: «Τελειώνω... Τελειώνω, το κέρατο μου. Το κέρατο σου, παλιοτόμαρο».
Το γαμήσι τους κράτησε δεν κράτησε κανένα πεντάλεπτο, ....αλλά ο Νικηφόρος δεν ξέρει πόσο κράτησε.. αισθάνθηκε ότι κράτησε πάρα πολύ, δεν άντεξε, αφέθηκε και ένιωσε το σπέρμα του ν’ ανεβαίνει με ορμή στο ορθωμένο του εργαλείο. Τραβήχτηκε απότομα και το πουτσοκέφαλο άρχισε να φτύνει ποτάμια λευκού σπέρματος πάνω στο κορμάκι της με ορμή. Η πρώτη ριπή έφτασε ως το λαιμό της και πρέπει να έχυνε για πολλή ώρα, η κοιλιά της και τα μουνόχειλα της είχαν λουστεί στο σπέρμα ενώ η Φαίδρα έπιανε τον πούτσο του, που ακόμη έβγαζε ζουμιά, σαν να ήθελε να του τον στραγγίσει. Αυτός χαλάρωσε τα μπούτια του και έμεινε με ανοιχτό το στόμα από την προσπάθεια!
Και τότε, μπαμ! μπαμ! ακούγεται ένα ελαφρό, διστακτικό, διακριτικό χτύπημα - μόλις που το ακούνε-χτύπημα στην πόρτα και η Φαίδρα ν' ανοίγει τα μάτια διάπλατα και να τον κοιτάζει έντρομη. 'Ο Νικηφόρος έκανε να τραβηχτεί, αλλά η Φαίδρα, αντιλαμβανόμενη την παρουσία της Νεφέλης προς μεγάλη του έκπληξη, τον κράτησε σφιχτά πάνω της. Άνοιξε διάπλατα η πόρτα και εμφανίζεται η Νεφέλη. Κοιτάχτηκαν συνωμοτικά με το Νικηφόρο.
....«Μμμ!! από ότι βλέπω έχετε πλούσια και καυτή φαντασία ε;» Λέει με στόμφο και δηκτικό τόνο στο ερωτικό ζευγάρι η Νεφέλη κάνοντας ένα φλας μπακ στη σκηνή που έβλεπε πριν κτυπήσει την πόρτα.
...Τη γαμούσε επάνω στο μεγάλο τραπέζι του σαλονιού. Ο Νικηφόρος όρθιος,
μπροστά στα πόδια του τραπεζίου, με τα παντελόνια του κατεβασμένα στο πάτωμα και η Φαίδρα ανάσκελα πάνω στο απαλόχρωμο κεντητό
τραπεζομάντηλο με απεικονίσεις δασικών τοπίων με το ένα πόδι που μόλις τώρα κατέβαινε απ' τον ώμο του Νικηφόρου, με την δαντελένια λευκή κιλότα
κατεβασμένη χαμηλά στον αστράγαλο στο άλλο πόδι που κρεμόταν στο τραπέζι, με τη λευκή
κοιλιά, το σκούρο τρίγωνο με τα πρησμένα μουνόχειλα, τις σφιχτοδεμένες γάμπες, ξυρισμένες
προσεχτικά και το σουτιέν που κρεμόταν λοξά στο δεξί της ώμο. Η Νεφέλη έβλεπε τους μύες των γλουτών του Νικηφόρου που έσφιγγαν και χαλάρωναν σαν μπαλονάκια αντλίας τελειώνοντας την εκσπερμάτωση. Η καύλα τους γινόταν όλο και πιο ήρεμη αφού οι φωνές τους και τα βογκητά τους είχαν κοπάσει και το μόνο που ακουγόταν, ήταν οι βαριές τους ανάσες. Η εικόνα τους σίγουρα θα έφερνε κατάπληξη σε κάποιον που είναι εθισμένος στην ευπρέπεια την ώρα που η Φαίδρα κρατούσε
το τεράστιο παλούκι του με τα δύο της χέρια και το στράγγιζε με
ηδονή. Ο Νικηφόρος τραβήχτηκε με την πούτσα του ακόμη καυλωμένη κι εντυπωσιακή.
Καθώς ανασηκωνόταν η Φαίδρα, κοίταξε τη Νεφέλη μ’ ένα ύφος που πρόδιδε ενοχή, αμηχανία, και μια κάποια επιθετική διάθεση. Φευγαλέα τα βλέμμα της έπεσε στο δάχτυλο του δεξιού της χεριού που φορούσε τη βέρα του γάμου της. Είναι
παντρεμένη μα είναι και μια γυναίκα που δεν περνάει απαρατήρητη και η
αλήθεια είναι πώς ο σύζυγος, όσο καλός και αν είναι στις υποχρεώσεις
του, από σεξ καλύτερα να μην το αναφέρει. Απουσιάζει μεγάλα χρονικά
διαστήματα και ούτε που θυμάται πότε το κάνανε για τελευταία φορά. Κι
όμως τo σεξ είναι για εκείνη ένα από τις βασικότερες ανάγκες της. Σιγά
σιγά άρχισε να ανακαλύπτει την αυτό-ικανοποίηση. Κλεινόταν στο δωμάτιο
της και κλείνοντας τα µάτια φανταζόταν άντρες µε υπέροχα κορμιά και
τεράστια εργαλεία να τη χαϊδεύουν, να τη φιλάνε σ' όλο της το κορμί και
στο τέλος να της κάνουν έρωτα απ' όλες της τις τρύπες. Έφτανε σε οργασμό
µε τα χέρια της να χαϊδεύουν το στήθος και το μουνάκι της όταν
φανταζόταν νεαρούς άνδρες να οργώνουν το κορμί της µε τα τεράστια καυλιά
τους και όταν τελείωνε να νιώθει ότι κι αυτό είναι μια μορφή
απάτης..... Αλλά κατά κανόνα το κορμί µας έχει τους δικούς του κώδικες
ηθικής και αντιδρά αντίθετα µε το μυαλό.... Δικαιολογούσε τις πράξεις
της.
Η Φαίδρα λοιπόν σαν πολύ ωραία γυναίκα είχε πολλές κατακτήσεις και με τον καιρό δεν το κρύβει πώς κάποιες στιγμές ενέδωσε στο ανδρικό φλερτ και το φλερτ εξελίχθηκε σε πρόσκαιρη ερωτική σχέση και ήρθε σε σεξουαλική επαφή.
«Είμαι αμαρτωλή;»
αναρωτήθηκε. «Είμαι διεφθαρμένη;». Και κοιτούσε με έκδηλη την αμηχανία,
αλλά και με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, την Νεφέλη και τις αντιδράσεις της.
Το
ζεστό γεμάτο κατανόηση χαμόγελο της Νεφέλης έκλεινε όλες τις απαντήσεις
που ήθελε η Φαίδρα. Χαμογέλασε κι αυτή. Κι ένα αίσθημα πληρότητας και
ευεξίας πλημμύρισε όλη της την ύπαρξη και μια ζεστασιά φούντωσε στο
στομάχι της καθώς τώρα σκεπτόταν τις έντονες στιγμές πάθους που
μοιράστηκε με το Νικηφόρο.
Εκείνες τις πρώτες στιγμές η γλώσσα του σώματος του Νικηφόρου προδίδει νευρικότητα και ανασφάλεια «σημάδια» που δείχνουν μια κάποια ντροπή και η αμηχανία είναι το συναίσθημα που δίνει τον τόνο για κάτι που μόλις έκανε και νιώθει ότι δεν έχει την αυτό-πεποίθηση πως να το διαχειριστεί..... και συνέχισε να μένει ακίνητος όρθιος με το σώμα του να στηρίζεται στα χέρια του που κρατούν την άκρη του τραπεζιού.
Οι μακριές βλεφαρίδες της Φαίδρας τρεμόπαιζαν σε τελευταίες σκέψεις. Τη φίλησε απαλά στα κλειστά ματόκλαδα, ανέπνευσε για τελευταία φορά το άρωμά της και σηκώθηκε όρθιος με την πούτσα του ακόμη καυλωμένη κι εντυπωσιακή. Η Νεφέλη παρατήρησε τους καλοσχηματισμένους μύες του γυμνασμένου άντρα και το βλέμμα της μαγνητίστηκε από την πούτσα του. Όρθια καυλωμένη και περήφανη γυάλιζε από τα υγρά του και τα υγρά της βατεμένης φιλενάδας της.
Η Νεφέλη αισθανόταν μιαν απέραντη στοργή για το τρυφερό αυτό κοντάρι που της είχε και της ίδιας χαρίσει ηδονή και ερωτική απόλαυση. Τον κοίταξε μ' ένα πονηρό χαμόγελο. «Πιστεύω να μην το μετάνιωσες που ήρθες μαζί μας» είπε κοροϊδευτικά.
Εκείνος χαμογέλασε ντροπαλά, ντύθηκε σιωπηλά, έφτιαξε τα μαλλιά του και αφού έτριψε τον αυχένα του ν' αναστηθεί λιγάκι, βγήκε στο μπαλκόνι αφήνοντας έναν πνιχτό αναστεναγμό. Η ηχώ του πλακόστρωτου μπαλκονιού του τον επέστρεψε στο πολλαπλάσιο.
Η Νεφέλη ήταν ένας πολύ
ευχάριστος τύπος οφείλει να πει ο Νικηφόρος. Το δίχως άλλο δεν ήταν
φανατική θρησκευόμενη αν και διέθετε κάποιες ηθικές αρχές. Ήταν από
κείνες τις γυναίκες που έχουν ελευθερία στο λόγο, η οποία αντανακλά την
ελευθερία στο κυνήγι της ηδονής.....τους αρέσει το γαμήσι. Δεν είχε
σκοπούς και μεγάλες βλέψεις στη σχέση τους, δεν έδειχνε να ζηλεύει,
κακίες δεν κρατούσε, ήταν μονίμως εύθυμη διέθετε μπόλικο μυαλό και δεν
έχει κανένα ταμπού στο σεξ. Η σεμνοτυφία, οι κοινωνικές δεσμεύσεις και
οι κανόνες της αφήνουν χώρο στην ερωτική απόλαυση.
Γι' αυτό και η Φαίδρα με το Νικηφόρο την γουστάρανε με τρέλα και από σήμερα ακόμη πιο τρελά..
....
Τελικά η Φαίδρα αποφάσισε να μην γυρίσει στο χωριό και να μείνει μαζί
τους απόψε στο εξοχικό. Ειδοποίησε την μητέρα της και την Δανάη ότι ίσως
και να μείνει με την Νεφέλη.
Ο Νικηφόρος είχε πεταχτεί στο δικό του σπίτι να τακτοποιήσει κάποιες εκκρεμότητες και παράξενο αργούσε να γυρίσει.
Οι δύο γυναίκες συζητούσαν ευχάριστα μπροστά στο τζάκι στο σπίτι της Νεφέλης, αναμένοντας τον Νικηφόρο για το βραδινό δείπνο. Το τραπέζι ήταν σχεδόν έτοιμο.
«Η σχέση σας κρατάει καιρό;»
«Όχι! Τώρα στο τέλος του καλοκαιριού σμίξαμε, ταιριάζουμε και περνάμε πολύ όμορφα στο κρεβάτι.
«Ο Παυσανίας;»
«Είναι στην Αθήνα αυτό τον καιρό στον αδελφό του. Χαλαρώνει! καθώς κοντά στον αδελφό του νιώθει ηρεμία, και λέει πως γλύτωσε και την γκρίνια μας.»
«Κι εσύ δω με τον ανιψιό σου, στις παραλιακές ερημιές βάζετε φωτιά στο κρεβάτι σου.»
«Όντως έτσι είναι! Δεν είναι απλά θερμός. Είναι σκέτη φωτιά και λάβρα! Σεξ χωρίς όρια και με τρόπους που ούτε ήξερες ότι υπάρχουν θα σου κάνει ο ανιψιός, και όλα αυτά με μια αφοπλιστική απλότητα, σα να κάνεις ποδήλατο ένα πράγμα. Καυλώνω στην ιδέα και μόνο χρυσή μου ότι εδώ στην ερημιά μπορώ να γαμιέμαι μαζί του και να φωνάζω όσο θέλω χωρίς να με ακούν οι γείτονες.»
«Δηλαδή ζεις το παραμύθι της βασιλοπουλας με τον ανιψιό σου, μ' εκείνον στο ρόλο του θερμου νεαρου εραστη! Πως το λέει η παροιμία: Χθες με το γέρο σύζυγό μου, του οποίου οι ερωτικές περιπτύξεις μου προκαλούσαν «τούρτουρο» σήμερα με το «σκληρό κατάρτι» του νεαρού εραστή μου!
Αλήθεια πως ξεκίνησε το παραμύθι σας.»
Η Νεφέλη μ' ένα πονηρό χαμόγελο αποκαλύπτει στη Φαίδρα πως εκείνη ξεκίνησε, αν και με ιδιαίτερη προσοχή να κάνει το πρώτο βήμα έχοντας κατά νου ότι ο Νικηφόρος μπορεί να της προσφέρει κάτι καλύτερο από αυτό που βρίσκει κάθε βράδυ όταν ξαπλώνει στο κρεβάτι της. Αναζήτησα τα αδύνατα σημεία στο γάμου του, για να του δείξω κάτι διαφορετικό και να ζήσουμε μια περιπέτεια και να απολαμβάνουμε τη σχέση, χωρίς να σκεφτόμαστε πάρα πολύ. Παντρεμένες είμαστε φιλενάδα μου και ξέρουμε από πρώτο χέρι ότι ο γάμος καταλήγει να απενεργοποιεί ορισμένα πράγματα αν δεν φροντίζονται καθημερινά με μεγάλη προσοχή.»
«Ποιο είναι το μυστικό που σε ενθάρρυνε να προκαλέσεις τον ανιψιό σου.»
Η Νεφέλη της είπε την ιστορία με το εξωτερικό ντους που γυμνώθηκε μπροστά του και στη συνέχεια φρόντισε να σηκώνει λιγάκι το φουστάνι της, που δεν είχε φορέσει εσώρουχο και ο ανιψιός της κόντεψε να πέσει από το κρεβάτι χαζεύοντας το μουνάκι της και να του ανέβει και ο πυρετός του.
«Ρε τι σκέφτηκε η θεία.»
«Αν σου δείξω πως ακριβώς το σκέφτηκα να τον αποπλανήσω μπορείς να το κρατήσεις μυστικό;» είπε σε λίγο.
«Ναι, νομίζω ναι άλλωστε δεν υπάρχει λόγος να αμφιβάλλεις! Τι μυστικό;»
«Και έχω το λόγο σου ότι δεν θα με παρεξηγήσεις;»
Η Φαίδρα την κοίταξε ερωτηματικά. «Για πες είμαι όλη αφτιά!»
«Εδώ θα σου δείξω ένα ντοκιμαντέρ με μια παρεμφερή ιστορία με την δική μου.... θείας και ανιψιού. Δεν θα κάνουμε τίποτα απλά την βλέπουμε και την απολαμβάνουμε κι εμείς.» συνέχισε.
«Παράξενο! Εσύ συνήθως δεν βλέπεις ντοκιμαντέρ… Τα σνόμπαρες… Προτιμούσες τις ταινίες ερωτικού περιεχομένου.»
«Όλοι τις προτιμούν αυτές τις ταινίες. Εγώ βλέπω τα πάντα… Από το καθετί μπορείς να πάρεις κάτι.»
Η
Φαίδρα εξακολουθούσε να μην καταλαβαίνει μέχρι που είδε την Νεφέλη να
ανοίγει την οθόνη της τηλεόρασης και να ρυθμίζει την εικόνα στο βίντεο.
Δεν άργησε να καταλάβει πως έβλεπε το εσωτερικό ενός δωματίου παραλιακού
ξενοδοχείου. Ο χώρος όπως τον έβλεπε δεν είχε και μεγάλη διαφορά από
το σαλόνι της όπου πριν λίγο ζούσε το πάθος με τον Νικηφόρο. Τώρα έβλεπε
στην οθόνη ένα ζευγάρι που μόλις είχε ανέβει στο δωμάτιο. Ήταν και οι
δύο όρθιοι. Η γυναίκα ήταν ήδη γυμνή φορώντας πάνω της μόνο τα ακριβά
της κοσμήματα ενώ ο νεαρός στεκόταν απέναντί της ξεκουμπώνοντας αργά το
παντελόνι του.
«Έτσι έβλεπες και εμάς;» ήταν η αναμενόμενη ερώτηση της Φαίδρας.
«Με συγχωρείς καλή μου, καύλωνα τόσο που σας κοιτούσα που ήθελα να ξεσκιστώ μαζί σας!»
Η Φαίδρα δεν ήξερε πως έπρεπε να αντιδράσει. Την συγκρατούσε η προσήλωση στο θέαμα που έβλεπε. Ο νεαρός απελευθέρωνε μια πούτσα μακριά και χοντρή και την έπιανε αισθησιακά στο χέρι του. Η ψωλή του νεαρού σηκωνόταν καθώς τη μάλαζε ενώ η γυναίκα στην οθόνη συνέχιζε να τον παρακολουθεί.
«Είσασταν και εμείς τόσο ερωτικοί, που μας έβλεπες να πηδιόμαστε στο τραπέζι;» τη ρωτάει η Φαίδρα.
«Σστ, άκου» την έκοψε η Νεφέλη.
Ο νεαρός είχε ξεκουμπώσει το πουκάμισό του και διακρίνονταν οι μύες του στήθους του. Το παντελόνι του ήταν ανοικτό αρκετά για να έχει βγάλει την πούτσα του. Κοίταζε τη γυναίκα μ’ εκείνο το ενοχλητικό αλαζονικό του ύφος. Αλλά η Φαίδρα δεν το πρόσεχε. Τα μάτια της ήταν καρφωμένα στην ψωλή του.
Η φωνή του ακούστηκε μέσα από την οθόνη:
«Θέλεις τον πούτσο μου ξεκωλιάρα γυναίκα; Γονάτισε να τον προσκυνήσεις».
Η πληθωρική γυναίκα υπάκουσε χωρίς χρονοτριβή. Χάιδευε τις ρώγες της ενώ έσκυβε προς την πούτσα του νέου άντρα. Φίλησε απαλά το κεφαλάκι και γύρισε πάνω το βλέμμα της να τον κοιτάξει.
«Ναι ψωλοπνίχτρα μου, πάρτον στο στόμα σου, ετοίμασε τον» συνέχισε αυτός.
Η Φαίδρα στράφηκε προς την Νεφέλη. «Είδες πόση την έχει;» ρώτησε
Η Νεφέλη χαμογέλασε. «Ο Νικηφόρος μου την έχει μεγαλύτερη»
«Σοβαρά μιλάς;»
«Και είναι ο καλύτερος. Στο λέω εγώ που έχω δοκιμάσει πολλούς.» έσπευσε να πει η Νεφέλη.
Η Φαίδρα δεν ήταν θυμωμένη. Σκεπτόταν πως κι η ίδια δεν θα αντιστεκόταν στον πειρασμό, αν ήταν στη θέση της Νεφέλης και του Νικηφόρου.
Στην οθόνη, η γυναίκα ήταν πάλι όρθια ενώ ο νεαρός έβγαζε τα τελευταία ρούχα του.
«Γύρνα να σε γαμήσω» ακούστηκε πάλι η φωνή του.
Η γυναίκα έκανε μεταβολή κι έσκυψε πάνω στο τραπέζι του δωματίου.
«Το κάνουν πάνω στο τραπέζι». ψιθύρισε η Νεφέλη
Ο νεαρός γονάτισε πίσω της κι έβαλε το πρόσωπό του ανάμεσα στ’ ανοιγμένα μπούτια της. Από πίσω έγλειφε το μουνί και τον κώλο της. Η γυναίκα αγκομαχούσε. Σε λίγο ο νεαρός σηκώθηκε. Στάθηκε με την πούτσα του προτεταμένη. Η γυναίκα τον κοίταξε πάνω απ’ τον ώμο της. Τώρα έβαζε το χέρι του ανάμεσα στα πόδια της. Η ένταση στο πρόσωπό της έδειχνε πόσο το άγγιγμα του τη διέγειρε. Ο νεαρός την πλησίασε κι η πούτσα έβρισκε το δρόμο της στο μουνί που την περίμενε. Η γυναίκα τώρα τρανταζόταν ολόκληρη από τις αδιάκοπες διεισδύσεις στο μουνί της.
...«Τι
κάνουν τα κορίτσια;» ακούστηκε η φωνή του Νικηφόρου που έμπαινε
φουριόζος στο σαλόνι από το διαδρομο. Κοντοστάθηκε όμως όταν είδε τι
έβλεπαν. Με απορία στο πρόσωπο κοίταζε μια τη Νεφέλη και μια την Φαίδρα.
Τα
μάτια της Φαίδρας ασυναίσθητα είχαν καρφωθεί στο παντελόνι του, λίγο
πάνω από τον καβάλο του. Προσπαθούσε να καταλάβει αν όντως του ήταν
μεγαλύτερη από του νεαρού στην οθόνη.
Ο Νικηφόρος κοίταζε, μια τις γυναίκες και μια την οθόνη. Βρισκόταν σε βρισκόταν σε προφανή αμηχανία να βρει τι πρέπει να πει.
Η Νεφέλη έσπασε τη σιωπή.
«Μωρό μου γιατί άργησες» και γυρίζοντας στη Φαίδρα της λέει «Κάτσε καλή μου» την έπιασε απαλά από τους ώμους και την έβαλε στον καναπέ.
Αμέσως μετά κινήθηκε με λάγνο βήμα προς τον Νικηφόρο. Στάθηκε μπροστά του κι έβαλε το χέρι της στον καβάλο του.
«Δεν θα δείξεις στη Φαίδρα πόσο μεγάλος είσαι; Αν και τον έχει γευτεί η σκρόφα.»
Ο Νικηφόρος χαμογέλασε στραβά ενώ η Νεφέλη ξεκούμπωνε το παντελόνι του. Η Φαίδρα είδε να… ξεδιπλώνεται μια χοντρή και μακριά πούτσα. Κοίταξε προς την οθόνη και είδε τη γυναίκα ανάσκελα στο τραπέζι με τα μπούτια σηκωμένα πάνω στους ώμους του εραστή της που τη γαμούσε ακούραστα. Μάλλον του Νικηφόρου ήταν μεγαλύτερη… Τώρα η Νεφέλη είχε κατεβάσει τη μπλούζα της αποκαλύπτοντας τα βυζιά της. Κάθισε τον Νικηφόρο σε μια καρέκλα και γονάτισε παίρνοντας την ψωλή του στο στόμα της. Λίγο την έγλειφε και λίγο την έπαιζε στα βυζιά της. Και ξανά…
Η Φαίδρα κοίταζε μια αυτούς και μια το ζευγάρι στην οθόνη. Τώρα η γυναίκα ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι κι ο νεαρός ανάμεσα στα μπούτια της, την περιποιόταν πάλι με τη γλώσσα του. Στη θέση αυτή η κάμερα έπαιρνε καθαρότερα το πρόσωπο της κι η Φαίδρα μπορούσε να διακρίνει όλους τους μορφασμούς της ηδονής της. Φτιαχνόταν από το διπλό θέαμα. Ασυναίσθητα είχε σηκώσει τη φούστα της και το χέρι ήταν μέσα στην κιλότα της.
«Θέλεις να τον δοκιμάσεις κι εσύ;» Η φωνή της Νεφέλης την έβγαλε απ’ την ονειροπόληση.
Ο Νικηφόρος είχε σηκωθεί. Κοιτούσε τη Φαίδρα με βλέμμα θολωμένο. Η Νεφέλη δίπλα του κρατούσε απαλά το καυλί του που «έδειχνε» προς αυτήν. Χωρίς να πει λέξη η Φαίδρα σηκώθηκε. Κάρφωσε τα μάτια της στα δικά του. Έγλειψε απαλά τα χείλη της κι άρχισε να βγάζει τα ρούχα της. Αργά και προκλητικά. Ήταν η μέρα της σήμερα.
Είχε μείνει να φορά μόνον τα δαντελένια της εσώρουχα, όταν ο Νικηφόρος άρχισε να βγάζει και να πετάει τα ρούχα του. Η Φαίδρα έβγαλε και το σουτιέν της αποκαλύπτοντας το πλούσιο στήθος της. Άγγιξε αισθησιακά τις άκρες από τις θηλές της ενώ ο Νικηφόρος βρισκόταν τώρα μπροστά της. Ένιωθε την ανάσα του.
Είχε περάσει πάνω από μια ώρα που ο Νικηφόρος μάζεψε τα ρούχα του και πήγε προς το
μπάνιο. Λίγο αργότερα φρεσκαρισμένος επέστρεφε στη σαλόνι, ενώ οι δύο
γυναίκες έχοντας κι αυτές φρεσκαριστεί έπαιρναν επιτέλους εκείνο το γεύμα για το οποίο είχαν πολύ νωρίτερα καθίσει.
Στην
οθόνη η ώριμη γυναίκα με τον εραστή της εγκαταλείπουν το ξενοδοχείο.
Ήταν ανάλαφρη περπατώντας σχεδόν νεανικά ενώ το πρόσωπό της έλαμπε. Ο
νεαρός την κρατούσε από το χέρι και δεν την άφηνε από τα μάτια του καθώς
αυτή πλήρωνε το δωμάτιο. Η Φαίδρα παρατήρησε ότι το ύφος και το βλέμμα
του νεαρού ήταν τώρα πολύ διαφορετικά. Κανένα ίχνος από την αλαζονεία με
την οποία είχε μπει στο ξενοδοχείο νωρίτερα.
Στην οθόνη ένα νέο ζευγάρι έμπαινε στο δωμάτιο στο ξενοδοχείο, αλλά κανείς δεν είχε πολύ διάθεση να ασχοληθεί με την τηλεόραση.
Η Νεφέλη με τη Φαίδρα φλυαρούσαν χαμηλόφωνα. Η Φαίδρα είχε αρχίσει πάλι να ανάβει από τις αποκαλύψεις για τη ζωή της Εριφύλης και της Νεφέλης.
Ακούγοντας την αφήγηση με τις περιπέτειες και τις ερωτικές εικόνες της Εριφύλης εξάπτει και τη δική της φαντασία. Της Φαντάζει σαν σενάριο που η Νεφέλη με γερές δόσεις σασπένς πλέκει το κουβάρι μιας διήγησης όπου κεντρική ηρωίδα είναι η Εριφύλη και οι περιπέτειες με τον εραστής της. Είναι πραγματικά ενδιαφέρουσες οι αποκαλύψεις για τη κρυφή ζωή της Εριφύλης και την ερωτική εμπειρία που βιώνει.
Ο
Νικηφόρος απολάμβανε την γεύση και ο άρωμα από το Jack Daniel's και
προσπαθούσε να βάλει σε τάξη τις σκέψεις του. Οι αποκαλύψεις για την
Εριφύλη έκαναν την καρδιά του να σκιρτήσει. Εξέτασε το περιεχόμενο του
ποτηριού του με μελετημένη βαρεμάρα.
«Που τα ξέρεις όλα αυτά;» Ρωτάει δήθεν με απορία τη Νεφέλη
«Τα είδα με τα μάτια μου.» η Νεφέλη απάντησε κάπως κυνικά.
«Πρέπει να είναι κανείς ιδιαίτερα παρατηρητικός σε ό,τι αφορά την Εριφύλη. Απ' ότι γνωρίζω δε μιλάει για τον εαυτό της.»
Ήπιε
το υπόλοιπο μπράντι του, άφησε το ποτήρι του με προσοχή και έγειρε την
πλάτη του στη ράχη της καρέκλας του πλέκοντας τα δάχτυλά του μεταξύ τους
και ακουμπώντας τα πάνω στο επίπεδο στομάχι του.
Η Φαίδρα μετά από πιο ώριμη σκέψη αποφάσισε τελικά πως έπρεπε να αναχωρήσει. Ειδοποίησε την Δανάη και τις ανιψιές της ότι σύντομα θα περάσει από την ντισκοτέκ στη γειτονική παραλία και να είναι έτοιμες να τις παραλάβει για να επιστρέψουν στο χωριό.
«Πιστεύω να υπάρξουν οι όροι και οι προϋποθέσεις να συνεχίσουμε τη συζήτηση - και το ανεπανάληπτο σεξ καθώς ο Νικηφόρος γνωρίζει πως να ικανοποιεί απόλυτα μια γυναίκα- πολύ σύντομα....» Λέει της Νεφέλης.
«Ε! ναι εννοείται! Θα το κανονίσω εγώ όλα με την δέουσα επιμέλεια αρκεί να υπάρχει συναίνεση.»
«Ωραία χάρηκα που τα είπαμε... και όχι μόνον... και ελπίζω να υπάρξει και επόμενη φορά! Καλή σας συνέχεια σε ότι έχετε αποφασίσει.»
Αφού έφυγε η Φαίδρα και έμειναν οι δυο τους! Κακά τα ψέματα στην ερημιά οι ώρες, κυλούν αργά, πολύ αργά, εντείνοντας την ανυπομονησία όσο ευχάριστο και αν είναι το περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται και όσο καλή και η παρέα!
Ο Νικηφόρος έχοντας υπόψιν του τα πλεονεκτήματα του κρύου ντους, αποφάσισε να μπει στο λουτρό και να κάνει ένα κρύο ντους που είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος να τον βοηθήσει στην αποκατάσταση των μυών χαρίζοντας του ενέργεια και αναζωογόνηση.
Είναι ορισμένες φόρες που ο Νικηφόρος προτιμάει το κρύο ντους γιατί νιώθει πως βελτιώνει την αυτοπειθαρχία του τον κάνει πιο σκληρό, αποφασιστικό και του μεγαλώνει την πυγμή και τη θέλησή.
Επίσης, έχει διαβάσει μελέτες πως το κρύο ντους θεωρείται ότι βελτιώνει την ποιότητα του σπέρματος.
Βγαίνοντας από το λουτρό γνωρίζει πολύ καλά πως λίγα πράγματα μπορούν να συγκριθούν με τις φθινοπωρινές βραδιές όταν το σαλόνι μετατρέπεται σε αυτοσχέδιο μπαρ για λίγους και εκλεκτούς, που το ηχείο παίζει up beat μελωδίες και αυτός να απολαμβάνει με την παρέα του τη Νεφέλη λαχταριστά cocktail με βάση την τεκίλα. Το ερώτημα είναι, πώς θα καταφέρει να «απογειώσει» αυτή τη φθινοπωρινή βραδιά και να νιώσουν πως είναι σε beach bar της Σκιάθου, ακόμη και αν βρίσκονται στον έρημο παραλιακό οικισμό; Κι όμως, η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα «κρύβεται» στο αγαπημένο του ποτό, δηλαδή την εκλεκτή τεκίλα, καθώς αυτή είναι που θα τους αποκαλύψει το cocktail που τους ταιριάζει και το οποίο θα «σφραγίσει» και γευστικά τη διάθεση και θα τους οδηγήσει σε μεγαλύτερη σεξουαλική ικανοποίηση! Ευδιάθετος και αναζωογονημένος ξεκίνησε να παρασκευάσει τα cocktail με τα υλικά που διακρίνονται για τα αρώματα πιπεριού, τη διαρκή επίγευση και τις φρέσκες βοτανικές «νότες» που διαθέτουν και που προκαλούν μικρές «εκρήξεις» απόλαυσης στους γευστικούς τους κάλυκες και μια ιδιαίτερα δροσιστική γεύση. .
«Καλά είμαστε εδώ» της λέει. «Χρειαζόμαστε ένα ποτό για θερμανθούμε». και χωρίς να χάσει χρόνο ετοιμάζει δύο Κοκτέιλ
Ήτανε μόνοι τους. Όσο ο Νικηφόρος ετοίμαζε τα Κοκτέιλ μπήκε και η Νεφέλη να κάνει ένα ντους. Ο Νικηφόρος της τόνισε να πλυθεί καλά, παντού. Έτσι και έκανε. Πήγε στο λουτρό και πλύθηκε παντού. Μόλις έκανε το αναζωογονητικό ντους με το αγαπημένο της αφρόλουτρο άπλωσε στο δέρμα της την ενυδατική κρέμα, και φόρεσε το αγαπημένο της μπουρνούζι και είναι έτοιμη να περάσει την πόρτα τότε είναι που μια ερώτηση έρχεται στο μυαλό της και «αναβοσβήνει» σαν neon ταμπέλα μπροστά στα μάτια της: «Αποσμητικό έβαλα;»
Ο Νικηφόρος είχε ξαπλώσει στον καναπέ και παρακολουθούσε τις βραδινές ειδήσεις και στο τραπεζάκι να στέκουν δυο δροσιστικά, λαχταριστά και παιχνιδιάρικα κοκτέιλ, που θα καταφέρουν να αναβαθμίσουν τη νύχτα τους.
Η Νεφέλη έκλεισε την πόρτα του λουτρού πίσω της πήγε στην κουζίνα. Πήρε το μπολ με τους ξηρούς καρπούς. Καθάρισε κι έκοψε σ ένα μικρό όμορφο πιάτο ένα μήλο, έβαλε δύο μπανάνες. Πήρε τα τσιγάρα, τον αναπτήρα της. Ήταν χαρούμενη. Θα πρόσφερε κάτι ιδιαίτερο στον εαυτό τους απόψε. Έκλεισε την πόρτα πίσω της, άναψε το αμπαζούρ και κάθισε απέναντι του στην πολυθρόνα. Στο γλυκό χαμηλωμένο φως ήπιε την πρώτη γουλιά. Άναψε τον αναπτήρα και άγγιξε τη φλόγα στο τσιγάρο. Βαθιά ρουφηξιά. Βλέμμα συνωμοσίας. Έφαγε λίγους ξηρούς καρπούς, ένα κομμάτι μήλο. Ξεφλούδισε την μπανάνα. Τη χάρηκε με το βλέμμα κι ύστερα την απομύζησε τελετουργικά. Η τηλεόραση έδειχνε τώρα στιγμιότυπα ποδοσφαιρικών αγώνων. Ο σπήκερ ύφος αυτάρεσκου ανθρώπου που αναλύει πολύ σημαντικά γεγονότα της ζωής. «Μαλάκα» είπε Νεφέλη πήρε το πληκτρολόγιο στο χέρι της και τον αφάνισε με μια της κίνηση. Αποτέλειωσε τη μπανάνα, ξανάφερε το τσιγάρο στο στόμα, ήπιε μια γουλιά απ΄το ποτό της. Απόψε θα γινόταν κάτι υπέροχο. Προσπάθησε να βολευτεί στην πολυθρόνα, να ρεμβάσει. Ήταν άβολα. Σηκώθηκε. Γυρόφερε στο μικρό σαλόνι. Βγήκε στο μπαλκόνι. Νύχτα κι ερημιά. Μπήκε πάλι μέσα, έκλεισε την μπαλκονόπορτα, τράβηξε την κουρτίνα. Κοίταξε ναζιάρικα το Νικηφόρο πήρε το ποτό της και τράβηξε αργά προς την κρεβατοκάμαρα. Ακούμπησε το ποτήρι, το πιατάκι, τα τσιγάρα στο κομοδίνο. Άναψε το πορτατίφ με το χαμηλό φωτισμό και έσβησε το φως. Στο θαμπό φως του πορτατίφ πήρε να απαλλάσσεται από το μπουρνούζι της τελετουργικά. Τώρα ήταν γυμνή. Αγαπούσε την γύμνια της. Αγαπούσε το κορμί της. Το φλέρταρε λιγάκι στον καθρέφτη της τουαλέτας. Πίσω της στεκόταν ο Νικηφόρος γυμνός.
Πέρασε ένα πλατύ χάδι όπου έφταναν τα χέρια του και την παρέσυρε στο κρεβάτι.Tο ηχείο συνέχιζε παίζει up beat μελωδίες και ήταν ένα γλυκό συμπλήρωμα στην όλη γλυκύτητα της ώρας. Τα χέρια του κύλησαν στο στήθος, στην κοιλιά, στους γλουτούς, στα πόδια, που ανασηκωμένα, ανοιχτά ρίγησαν στο χάδι των δαχτύλων του. Την ξάπλωσε στο κρεβάτι.
«Στο είπα καυλιάρα γυναίκα ότι εμείς οι δύο έχουμε πολλά να κάνουμε . Και ακόμα δεν είδες τίποτα.» Μουρμούρισε ερωτιάρικα και το βλέμμα του με μόνιμη διάθεση για τις όμορφες στιγμές τους να τη χαϊδεύει σε όλο της το κορμί, από πάνω ως κάτω.
«Μωρό μου, όλα εντάξει», της λέει υποχρεώνοντας τη να τον κοιτάξει.
«Ναι ήταν υπέροχα», του απάντησε και πήγε να σηκωθεί.
«Που πας;», τη ρώτησε απορημένος.
«Να ξεπλυθώ λίγο.»
«Δε νομίζω ότι τελειώσαμε ακόμα.»
«Τι έλεγες;», του είπε τη στιγμή που είδε το πούτσο του να ζωντανεύει πάλι.
Τρεις μέρες έμειναν ακόμη μαζί το ζευγάρι ο Νικηφόρος και η Νεφέλη που σημαίνει πως έζησαν ξανά στιγμές γεμάτες πάθος και συνουσίες στο έμπα του φθινοπώρου. Έζησαν ωραίες και δυνατές στιγμές! Έζησαν τη σαγήνη που δεν τη ζεις κάθε μέρα. Γιατί το καλό γαμήσι είναι αυτό που απολαμβάνεις και αυτό που θέλεις να απολαύσει και ο παρτενέρ σου.
...............….
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου