ADS

click to open

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

Len Pos o Xronos Giatreuei Tis Pliges

Cape Town South Africa...
Κέιπ Τάουν.... Άνοιξη του χίλια εννιακόσια εβδομήντα έξι.
Οι δυο νεαροί μας φίλοι αποφάσισαν ότι ήταν η ώρα που έπρεπε να γυρίσουν στο πλοίο αφού είχαν απολαύσει ένα πλούσιο βραδινό γεύμα τελειώνοντας έτσι μια ευχάριστη εξόρμηση κατά τη διάρκεια της βραδιάς στο μοναδικό αυτό κοσμοπολίτικο λιμάνι της Νοτίου Αφρικής.
Το Κέιπ Τάουν είναι μία από τις παγκόσμιες πρωτεύουσες της υψηλής γαστρονομίας. Δεν είναι μόνο ο νυχτερινός ουρανός της Χώρας της Νότιας Αφρικής που είναι γεμάτος άστρα, είναι και τα εστιατόρια της πόλης που τα αστέρια Michelin δίνουν και παίρνουν, τοποθετώντας πόλη του Κέιπ Τάουν στην κορυφή της προτίμησης των καλοφαγάδων του κόσμου!  
Η κορυφαία και φημισμένη αστακό-μακαρονάδα του «Ακρωτηρίου» είναι ένα must για εκείνους που ψάχνουν την απόλυτη γεύση. Το άφθονο φρέσκο ψάρι, ο αστακός, αχινοί, και τα υπόλοιπα θαλασσινά, είναι καθημερινά στη διάθεσή σας. Επιλεγμένα εμφιαλωμένα κρασιά, συμπληρώνουν άριστα το μενού, είτε αυτό περιλαμβάνει ψάρι ή κρέας.
Τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα ακολουθούσε! Ήταν λίγο πριν τα μεσάνυχτα που το ταξί τους άφηνε πίσω τους την μεγάλη και στρογγυλή πλατεία που περιβάλει το Greenways Hotel στην Torquay Avenue, της πόλης του Ακρωτηρίου στη Νότιο Αφρική, όταν βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα τελείως απροσδόκητο επεισόδιο με εξελίξεις καταιγιστικές και τελείως απρόσμενες. 
Μια αναπάντεχη απόπειρα ληστείας τους είχε σαν συνέπεια την περιπετειώδη καταδίωξη τους, που παρά ολίγο έλειψε να καταλήξει σε τραγικό μακελειό.   
Όλα ξεκίνησαν στο σταυροδρόμι που δημιουργείται το αρχικό ύψος της Torquay Avenue. Ο οδηγός μιας μεγάλη παλαιάς αμερικάνικης Πλίμουθ τους έκλεισε το δρόμο δημιουργώντας μπλόκο στο ταξί που τους μετέφερε από το εστιατόριο στο πλοίο, με οδηγό του ταξί έναν Λιβανέζο που ήταν και ο  ιδιοκτήτης του. Στο παλιό αυτοκίνητο επέβαινε μια ομάδα από νέγρους που επιχειρούσαν να ακινητοποιήσουν το ταξί και να ληστέψουν τους νεαρούς επιβάτες του.
Για μεγάλη τους τύχη ο οδηγός του ταξί απόλυτα ψύχραιμος και νηφάλιος χωρίς να το καλοσκεφτεί ζύγισε με ψυχραιμία τα δεδομένα, δεν ακινητοποιήθηκε και με φιλότιμες προσπάθειες και συντονισμένες ενέργειες κατάφερε να διαφύγει από τον εγκλωβισμό των επίδοξων ληστών.
Ταυτόχρονα έβγαλε από το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου και το εναπόθεσε στην άδεια θέση του συνοδηγού το τεράστιο μάγκνουμ 44 όπλο που κουβαλούσε μαζί του. Ακολούθησε καταδίωξη από τους επίδοξους ληστές μέχρι και την λεωφόρο heerengracht όπου και εγκατέλειψαν την προσπάθεια τους.
Οι δύο μας φίλοι με ορθάνοιχτα μάτια έμειναν να κοιτάζουν άλαλοι και αποσβολωμένοι τον οδηγό του ταξί, που η ψυχραιμία του τους έκανε να μοιάζουν με πανικόβλητες νοικοκυρές.
Μόνο όταν φτάσανε στο πλοίο και ξανάνιωσαν ασφαλείς, κατόρθωσαν να καλύψουν τον πανικό και το χτυποκάρδι τους, ν’ αρθρώσουν λόγο και να περιγράψουν τον ηρωισμό και το θάρρος του ταξιτζή τους.
Υπήρχε μεγάλο ποσοστό εγκληματικότητας στο Κέιπ Τάουν, σε ορισμένες περιοχές της πόλης οι κλεφτές, οι ληστές, οι πόρνες, οι λαθρέμποροι ναρκωτικών και οι κάθε λογής φυγόδικοι αποτελούσαν κράτος εν κρατεί. Το μεγαλύτερο ποσοστό της εγκληματικότητας αφορούσε το μαύρο πληθυσμό της πόλης που αυξάνονταν ραγδαία.
Ήταν η εποχή εκείνη που στη χώρα του απαρτχάιντ το να αφαιρέσεις ζωή νέγρου και μάλιστα επίδοξου ληστή ήταν αμελητέο αδίκημα.
Οι επιβάτες του ταξί  ήταν ο νεαρός μηχανικός του πλοίου ο Αλκιβιάδης παρέα με τον Παυσανία νεαρό δόκιμο μηχανικό με καταγωγή από ναυτική οικογένεια νησιού των Κυκλάδων που τελειώνοντας τη στρατιωτική του θητεία αρχικά αναζήτησε την επαγγελματική του τύχη στην στεριά χωρίς αποτέλεσμα ώστε τελικά να ακολουθήσει και αυτός την επαγγελματικη του τύχη στην θάλασσα.
«Τα καλά μας έρχονται με δυσκολία και μετά από αναζήτηση, ενώ τα κακά και χωρίς να τα αναζητήσουμε.» Του  έλεγε ο σοφός παππούς του Αλκιβιάδη.
Έτσι μέσα από αυτή την περιπέτεια και το σοκ, ξεκίνησε να αναπτύσσεται μέσα στα χρόνια μια δυνατή φιλία μεταξύ των δυο ανδρών, μια όμορφη αλλά και δυνατή φιλική σχέση.  Ο ένας θα ανακαλύψει στον άλλο στοιχεία που του λείπουν.. Ο Παυσανίας είναι ένας ευγενικός νεαρός, γοητευτικός άνδρας με την κοσμοπολίτικη αύρα ενός καλλιτέχνη εν αντιθέσει με τον Αλκιβιάδη που σαν τον κότσυφα αγαπά την μοναξιά, συχνά παραδοσιακός, αλλά ευθύς κοινωνικός, πρόθυμος για παρέα και γεμάτος καλές προθέσεις.
Και η φιλία τους μοιάζει με τα παλιά βιβλία, που ο χρόνος έρχεται και τους προσδίδει πολύ μεγαλύτερη αξία.
Ο Παυσανίας στις ημέρες εκείνης της εποχής, είχε κοντά μαύρα κατσαρά μαλλιά, οβάλ λευκό πρόσωπο, μαύρα μάτια ανθρακίτης, χέρια περιποιημένα, συμμετρική περιφέρεια, ίσια πλάτη. Δεν ήταν στεγνός αλλά ούτε παχύς, φαρδύς με στέρνο ανοικτό. Είχε μια ελκυστικά αέρινη αίσθηση η όλη του παρουσία.
Το δίλημμα που βασάνιζε τον καιρό εκείνο τον Παυσανία, αφορούσε μια μικροκαμωμένη ξανθιά κοπέλα ένα πλάσμα γλυκύτατο, ανήσυχο, που αντιμετώπιζε ακόμη και τα σοβαρά πράγματα με μια ελαφρότητα, και είχε πολλά παράπονα από την ερωτική τους σχέση. Σαν γειτόνοι είχαν ζήσει μαζί όλα τους τα χρόνια στο νησί μέχρι την αποφοίτηση απ' το τοπικό λύκειο. 
Μετακομίζοντας ο Παυσανίας στην Αθήνα και σαν φοιτητής στη σχολή Εμπορικού ναυτικού πολλές φορές αναρωτήθηκε τι ήταν εκείνο που τον κρατούσε σ’ αυτή τη σχέση. Όλα αυτά τα χρόνια των σπουδών του η σχέση τους πέρασε από πολλές δοκιμασίες. Την περίοδο της στρατιωτικής του θητείας η κοπέλα ουσιαστικά είχε φύγει από την ζωή του, την είχε δει ελάχιστες φορές και αυτές φευγαλέα.
Ταυτόχρονα μάθαινε ότι κάποιο διάστημα είχε μπει στη ζωή της παλιός συμμαθητής τους.
Πάει καιρός τώρα που η φίλη του μόνη της πια προσπαθεί ορμητικά να ξαναμπεί και πάλι στην ζωή του.
Ταυτόχρονα την ίδια εποχή μια νεαρή ψηλή καστανή γυναικεία φιγούρα, εργαζομένη σε μεγάλη πολυεθνική εταιρεία ανακάλυπτε πως πολύ της άρεσε αυτός ο ευγενικός άνδρας και αναζητούσε μια μόνιμη σχέση μαζί του. Αυτή η νέα του γνωριμία ήταν κάτι σαν τονωτική ένεση στην ιδέα που είχε για τον εαυτό του.
Απόλυτα φυσιολογικό σκέφτεται ο Αλκιβιάδης για τον φίλο του! 
«Να μην το ξεχνάς στις γυναίκες αρέσουν οι ευγενικοί άνδρες!» , έλεγε ο σοφός παππούς του. 
Για τον Παυσανία την εποχή εκείνη ήταν  περίπλοκο να περιγράψει με λόγια την ψυχοσωματική κατάσταση του, καθώς οι αναμνήσεις γλιστρούσαν στο μυαλό του με αφορμή τις δυο γυναίκες.
Είχε την αίσθηση ότι βάδιζε μέσα σ’ ένα τοπίο μετά την βροχή, στην υγρασία, ενός παράξενου δρόμου. Και πως η λύση ήταν εκεί στο τέλος του δρόμου και τον περίμενε.
Το πρόβλημα του είναι ότι ο δρόμος σε κάποιο σημείο του διχαλώνει. Από το ένα μονοπάτι βρίσκεται το ξανθό κορίτσι, το χθες και η σιγουριά του γνώριμου, από το άλλο η  νέα γνωριμία, το αχαρτογράφητο άγνωστο ακόμη μα επιθυμητό..
«Ποιο δρόμο θέλεις να διαλέξεις, η εκλογή βρίσκεται μόνο στα χεριά σου,» του είπε ο Αλκιβιάδης όταν ο Παυσανίας του εκμηστηρεύτηκε το δίλημμα του.
«Ο ποιητής έχει απαντήσει προ πολλού στο ερώτημα αυτό!» συμπλήρωσε.
Δυο δρόμοι χωρίζουν σ’ ένα δάσος κι εγώ αποφάσισα.
Τον λιγότερο ταξιδεμένο πήρα.
Κι αυτή είναι όλη κι όλη η διαφορά.
«Για να υποστηρίξω την όποια απόφαση σου αν βέβαια το χρειάζεσαι, αυτό που έχω να σου πω είναι ότι για μένα προσωπικά δεν χρειάζεται να ξέρω που πάω! Από τη στιγμή που βγήκα στο δρόμο αφήνω το ένστικτο μου και την καρδιά μου να με οδηγεί.» Του λέει ο Αλκιβιάδης.
«Εσύ είσαι σε διλληματική θέση και είναι πολύ αργά για να υποχωρήσεις στις επιθυμίες της ξανθιάς σου μα ίσως και πολύ νωρίς για να δράσεις στη νέα σου γνωριμία.» Συμπλήρωσε.
Προς το παρόν του Παυσανία του ήταν πολύ δύσκολο να αποφασίσει, δεν επιθυμούσε να δοκιμάσει την τύχη του, μέσα από ένα κυκεώνα συναισθημάτων.
Λεν πως ο χρόνος γιατρεύει όλες τις πληγές.
Λένε ειν’ εύκολο το χτες να λησμονήσεις.
Όμως εγώ νιώθω ακόμα σα νάταν χτες.
Τα δάκρυα, τα φιλιά κι όλες τις συγκινήσεις.

.....Να ξέρεις πως αργά η γρήγορα θα υπακούσεις στα αληθινά καλέσματα της καρδίας σου.
Ίσως αύριο ίσως μετά από καιρό, ακόμη δεν ξέρω πότε.
Αναρωτήθηκες ποτέ πόσοι είναι αυτοί που παρόλο που ξέρουν ότι βρίσκονται σε λάθος δρόμο, λάθος περιβάλλον, ακόμη και λάθος σχέση, κάνουν το μεγάλο και τολμηρό βήμα να επανεξετάσουν τον εαυτό τους και τις πραγματικές επιθυμίες τους και να ξεκινήσουν να κάνουν αυτό που πραγματικά θέλουν, να ξαναδούν τον εαυτό τους σε καθαρό καθρέπτη;
Η αναβλητικότητα είναι φυγή από τις τωρινές στιγμές. Παρά τις μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες της, ελάχιστοι άνθρωποι θα είναι ειλικρινείς αν πουν ότι δεν είναι αναβλητικοί.
Στην πραγματικότητα δεν αναβάλλεται κάτι όταν δεν το κάνεις, απλούστατα δεν έγινε.
Για μερικούς δε γίνεται τρόπος ζωής, ν’ αναβάλλουν πάντα για μια μέρα που δεν θ’ έρθει ποτέ.
.....Ο Παυσανίας άρχισε να του διηγείται την ιστορία της γνωριμίας με την νεαρή ξανθή κοπέλα αλλά, κατά ένα περίεργο τρόπο, του Αλκιβιάδη του φαινόταν ν’ ήξερε τα κυριότερα σημεία. Ποιος αλήθεια δεν έχει περάσει από το στάδιο αυτό.
«Ποτέ δεν τα πήγαμε τόσο καλά από την αρχή κιόλας αυτής της σχέσης υπήρχαν προβλήματα ανάμικτα με τα αισθήματα.»
«Γιατί συνέχιζες;» τον ρώτησε.
«Έλπιζα πάντα ότι τα πράγματα θα καλυτέρευαν.»
«Συμπεριφέρεσαι πολύ ανόητα αν αποζητάς μια εξήγηση έξω από τον εαυτό σου για το τι πρέπει να αποφασίσεις.»
Και όταν η σχέση τους έδειχνε να ξαναρχίζει, το κύμα του μέλλοντος ήρθε και τουμπάρισε την βάρκα του. Αισθανόταν ελαφρώς και αορίστως ένοχος για το γεγονός, αλλά μόνο ελαφρώς και αορίστως.
 Οι κυκεώνες των αισθημάτων είναι ένα μακρύ ταξίδι που κρατεί αιώνες, ποτέ του δεν φτάνει στο τέλος. Πόσοι και πόσοι ταξιδιώτες δεν έχουν περάσει από τους σταθμούς του. Άλλοτε με σκληρές αποφάσεις άλλοτε με ήπιους τόνους.
Ο φίλος μας το ένοιωθε, έφτανε στο τέλος, ολοκληρώνοντας αυτό το ταξίδι. Δεν εξαίρω το γεγονός ότι ήταν συνετός και συμβιβασμένος με τη μοίρα του και η εξέγερση ήταν πάντα ξένη με τη σκέψη του. Παρόλα αυτά συνέχισε με μεγαλύτερη ένταση την προσπάθεια να κάνει γνωστό το τέλος του ταξιδιού του με την ανήσυχη και με μια ελαφρότητα ερωτική τους σχέση.
Όχι δεν ήταν ερωτευμένος μαζί της. Οι δυο τους απλώς ζούσαν ένα ιντερμέτζο καλοτυχίας, ενισχυμένο από μια δόση σεξουαλικής εναρμόνισης.
Δεν είχε κανένα λόγο να πιστεύει πως αυτό το πράγμα θα κρατούσε και πάλι για πολύ.
Αυτή τη φορά δεν έχει πισωγυρίσματα, η σχέση τους είχε γεράσει πριν την ώρα της.
Ήταν δική του απόφαση να φτάσουν στο τέλος.
Τρεις μήνες αργότερα.
Βρίσκονται στην μεγάλη δεξαμενή επισκευών Keppel Verolme BV, στα ναυπηγεία με έδρα το Ρότερνταμ στην Περιοχή του Rozerburg στην ανατολική όχθη του μεγάλου καναλιού, του θαλάσσιου δρόμου που ενώνει τη Βόρειο θάλασσα με την Κεντρική Ευρώπη. Βασικές υπηρεσίες του είναι επισκευή,  συντήρηση, τροποποίηση, ανακαίνιση και κατασκευή πλοίων. Στη δυτική πλευρά του καναλιού είναι η περιοχή του Vlaardingen, με τις απέραντες εκτάσεις από τουλίπες, το χαρακτηριστικό λουλούδι της Ολλανδίας. Ένα μοναδικό θέαμα. Ένα πολύχρωμο χαλί από τουλίπες σκεπάζει τις καλλιέργειες, και συνθέτουν μια πανδαισία χρωμάτων και μας υπενθυμίζουν ότι έφτασε η άνοιξη.
Ο Παυσανίας γύρισε στην καμπίνα του μετά απ' το τέλος της καθημερινής απασχόλησης του στις επισκευές του μηχανοστασίου, και βρήκε την 'Άντζελα να κοιτάζει το επαγγελματικό προσωπικό του ημερολόγιο. Το είχε ανοιγμένο σε μια συγκεκριμένη σελίδα και διάβαζε μια υποσημείωση.
«Πάντως κάτι έχει μείνει να σου θυμίζει τα παλιά.» του είπε η Άντζελα.
Ο Παυσανίας έμεινε για λίγο σιωπηλός, έβγαλε την φόρμα εργασίας του και κοίταξε τον κοπέλα του με θλιμμένο βλέμμα. «Είναι κάποια πράγματα που δεν χρειάζεται να τα ξέρεις» είπε.
 Ένοιωθε κάπως προβληματισμένος με τον τρόπο που συνήθως οι γυναίκες βγάζουν διάφορα αυθαίρετα συμπεράσματα και βυθισμένος στις σκέψεις του, έκανε ένα γρήγορο πέρασμα στο μπάνιο και ξεκίνησε ένα χαλαρωτικό ντους.
«Ξέρεις καλύτερα να υπάρχει διάλογος μεταξύ μας, και να λέει ο ένας στον άλλο τους λόγους για τους οποίους είναι χαρούμενος η λυπημένος» Συνέχισε η κοπέλα.
«Ε, ναι,» είπε ο Επαμεινώνδας, όμως δεν προχώρησε παραπέρα. Πολύ θα ήθελε να της εξηγήσει πως τώρα βρισκόταν στην αρχή ενός γλυκού ονείρου, με μια γυναίκα που τον ήθελε και τον αγαπούσε.
«Το ξέρεις ότι έχεις ένα ύφος σα δαρμένο σκυλί;» του λέει η Άντζελα.
«Ε, δε νομίζω ότι είναι και τόσο άσχημη η κατάσταση μου, απλώς νοιώθω λίγο απαίσια, με ταλαιπωρεί λίγο ο πονοκέφαλος» της είπε.
«Ακόμη περιμένω να μου πεις γιατί έχεις αυτό το λυπημένο ύφος,» είπε η Άντζελα.
Ήταν βέβαιος πως αρκούσε ακόμη μια ερώτηση για να ξεκινήσουν μια ατελείωτη κουβέντα, η όποια μπορεί και να κρατούσε και ώρες. Προτίμησε να μην το ρισκάρει και δεν απάντησε.
Η Άντζελα. έπιασε τον εαυτό της ν’ ανασηκώνει τους ώμους της για να καμωθεί ότι δεν την πείραζε η σιωπή του. Όμως άνθρωπος ήταν και την ενοχλούσαν όταν κάθε τόσο ανακάλυπτε αναμνήσεις της εφηβικής του ηλικίας. Στριφογύρισε το ρολόι στον καρπό της και κοίταξε την ώρα.
«Αν είναι να με κάνεις να σ’ ερωτευτώ τρελά, τότε φρόντισε να μη φάμε την ώρα μας κλεισμένοι εδώ στην μικρή καμπίνα σου, ετοιμάσου να πάμε στο Ρότερνταμ.»
Ο Παυσανίας έμεινε σκεπτικός για λίγο, του ξέφυγε ένας αναστεναγμός ευχαρίστησης, και μόνο με την σκέψη της τον έκανε να χαμογελάσει.
«Σα να ‘χεις δίκιο, Άντζελα. ίσως είμαι και εγώ τρελά ερωτευμένος μαζί σου, έχω δαγκώσει την λαμαρίνα που λένε.» Αργά και τρυφερά την τράβηξε κοντά του, το πρόσωπο του λουζόταν στο απογευματινό φως, ακτινοβολώντας μια λάμψη. Τα μάτια του αντίκρισαν τα δικά της. Την φίλησε στο στόμα σφαλίζοντας τα μάτια του, απαλά στην αρχή, κι ύστερα παθιασμένα ξεχνώντας τα πάντα.
Το κάθε τι από τα περασμένα έσβησε μέσα στην ομίχλη. Το παρελθόν είχε ξεχαστεί.
Ζωντανή απόδειξη πως η ζωή σπάνια είναι έτσι όπως μας τη λένε.
Η Άντζελα ήταν μια ψηλή και αρκετά όμορφη κοπέλα με ίσια καστανά μαλλιά. Τα ταξίδια ήταν το πάθος της. Κατέφθασε στο πλοίο με την άφιξη στον λιμένα και θα έμενε σε όλη την διάρκεια των επισκευών δυο εβδομάδες περίπου. Ο δεσμός τους είχε επισημοποιηθεί και λογάριαζαν σύντομα να παντρευτούν. Έγινε κλήρωση για τον κουμπάρο, μεταξύ Αλκιβιάδη και της κολλητής της. Ο κλήρος πάντα πέφτει στα κορίτσια.
Απ’ όσο δύναται να γνωρίζει ο Αλκιβιάδης η Άντζελα εξακολουθούσε ν’ αποτελεί μυστήριο σε ότι αφορούσε την προηγούμενη προσωπική της ζωή. Στα είκοσι πέντε χρόνια της τώρα δεν είχε κάποιο σοβαρό ερωτικό δεσμό με κανέναν, η έτσι φαινόταν τουλάχιστον.
Ωστόσο σήμερα έδειχνε φρέσκια και ευτυχισμένη.
Την ιδία ώρα στο καπνιστήριο του πλοίου εξελίσσεται διάλογος μεταξύ του Πρώτου και του Τρίτου μηχανικού.
«Τι λες μωρέ, ανήκουστο», είπε ο πρώτος χαμογελώντας αχνά, προσπαθώντας να αστειευτεί. Ο Τρίτος μηχανικός ο Μανώλης ο κρητικός δικαιολογείτο ως συνήθως για τις συχνές άδειες απουσίας που ζητούσε. Τακτικό το φαινόμενο.
Παραπονιόταν δε για τα προβλήματα που είχε με την τελευταία σχέση του.
«Έχω τσακωθεί τόσες φορές μ’ αυτή την καρακάξα που ούτε παντρεμένοι να ήμασταν.»
«Εσύ μια ζωή αφήνεις τις γυναίκες και σε κάνουν ότι θέλουν,» του είπε ο Πρώτος μηχανικός.
«Μερικές απ’ αυτές σίγουρα με κάνουν ότι θέλουν» απάντησε με νόημα ο νεαρός κρητικός.
«Ναι οι όμορφες,» είπε ο Πρώτος. «Δε σ’ έχω δει ποτέ να κάνεις χατίρια σε άσχημη.»
«Πρώτε μου επιτρέπεις να σου πω κάτι; Δε νομίζω πως θ’ άντεχα να ζω παντρεμένος, δεν τις αντέχω τις εντάσεις.»
«Τότε καημένε μου, ετοιμάσου για ένα δύσκολο ταξίδι» του είπε ο Πρώτος.
«Μπα!» έκανε ο Μανώλης απορημένος. Και μόνο στη σκέψη του μονίμου δεσμού δεν ένοιωθε καλά. Είχε την αίσθηση πως η ζωή του θα γεμίσει ετερόκλητες ευθύνες, μπερδεμένες μεταξύ τους.
Τελειώνοντας οι επισκευές, ο Μανώλης αποχαιρετώντας την τελευταία κατάκτηση του,
δεν θα ξεχνούσε ποτέ την έκφραση της, εκείνη την χαμένη, απελπισμένη έκφραση που είναι εντελώς περιττή κάθε λέξη.
....Της Άντζελας της προκαλούσε θλίψη το γεγονός πως ο χρόνος παραμονής στο Ρότερνταμ τέλειωσε, στενοχωρημένη αποχαιρετούσε τον καλό της και γύρισε στην Ελλάδα ευτυχισμένη.
Ο Παυσανίας έμεινε μέχρι αργά στην κουπαστή του πλοίου, παρακολουθώντας τον ήλιο που έδιωχνε την αραιή ομίχλη, η όποια ως εκείνη τη στιγμή ήταν απλωμένη πάνω από τα νερά του καναλιού. Το επόμενο χρονικό διάστημα οι εξελίξεις απέδειξαν πως ο χρόνος γιατρεύει όλες τις πληγές.

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Web Informer Button