
Πέμπτη 11 Μαρτίου 2021
Ulcc Steam Tanker: Kapetan Panagiotis

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2020
Enas Spanios Sindiasmos Tou Gilas Mpreyier
………………….
Μια σκακιστική μελωδία από το βιβλίο…
«Το Σκάκι, πλήρης ανάπτυξης της θεωρίας και η πρακτική της εφαρμογή, τόμος IΙ» Του Τριαντάφυλλου Σιαπέρα…
Ο Τριαντάφυλλος Σιαπέρας (1 Αυγούστου 1931 – 25 Φεβρουαρίου 1994) ήταν Έλληνας σκακιστής. Ασχολήθηκε όλη τη ζωή του με το σκάκι, ως παίκτης παρτίδων, ως συνθέτης προβλημάτων, ως δημοσιογράφος και ως συγγραφέας βιβλίων.
Ήταν ένα σεμνό πρόσωπο, με εξαιρετική μνήμη και ευρύτητα γνώσεων. Αποτελούσε ίσως τη σημαντικότερη μορφή του σκακιού στην Ελλάδα.
Παίζουν τα λευκά (θέση μετά την 13η κίνηση των μαύρων)
Τα λευκά έχουν ένα κομμάτι λιγότερο …….το θυσίασαν στο η5 αλλά η επίθεση τους είναι πολύ Ισχυρή (έχουν την ανοικτή κάθετη γραμμή Είναι φανερό ότι τα λευκά πρέπει να επιδιώξουν να νικήσουν στην επίθεση.Παρά την διαπίστωση όμως ότι τα λευκά πρέπει να επιτεθούν χωρίς χρονοτριβή, ό Μπρέγιερ έπαιξε στην θέση τού διαγράμματος την κίνηση 14. Ρε1-ζ1.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιατί τα λευκά έπαιξαν αυτή την παράξενη κίνηση (14. Ρζ1) και δεν συνέχισαν την επίθεση τους; (π.χ. με την προσπάθεια να φέρουν την βασίλισσα στην στήλη «θ»: Βδ1-η4-θ4).
Ποιο είναι το σχέδιο πού κατάστρωσαν τα λευκά;
Είναι μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση, πού δείχνει πόσο βαθύς παίκτης ήταν ο Ούγγρος Γκίλα Μπρέγιερ, ένας από τους πιο μεγάλους Θεωρητικούς και αναλυτές όλων των εποχών. Βασικός εκπρόσωπος του σαρωτικού κινήματος των «υπερμοντέρνων» ο Γκιούλα Μπρέγιερ, έχοντας την ατυχία να πεθάνει νέος και το μεσουράνημα του να συμπίπτει με τα σκοτεινά χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αποτελεί παραγνωρισμένη μορφή, τόσο για τις επιδόσεις του στη σκακιέρα όσο και για τη θεωρητική του συνεισφορά.
Κρίμα πού πέθανε νέος …….μόλις 27 χρονών.
Τοποθετήστε απαραίτητα την θέση στην σκακιέρα και προσπαθήστε να καταλάβετε τα λευκά γιατί έπαιξαν αυτή την παράξενη κίνηση
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Για να κατανοήσουμε καλύτερα το νόημα πού κρύβει ή κίνηση 14, Ρζ1, ας δούμε ποια ήταν ή συνέχεια της παρτίδας:
14. Ρε1-ζ1! Ιδ5:γ3
15. β2:γ3 Αγ8-β7
16. Βδ1-η4 Ρη8-η7
Ή απάντηση των μαύρων είναι υποχρεωτική, λόγω της απειλής
Ι 7. Βθ3.
17. Πθ1-θ7 + !
Ε!!!! Ωραιότατη θυσία πού είχαν προετοιμάσει τα λευκά με την 14η κίνηση τους!
17...... Ρη7:θ7
18. Βη4-θ5+ Ρθ7-η8
19. Αβ1:η6 ζ7:η6
20. Βθ5:η6+ Ρη8-θ8
21. Βη6-θ6+ Ρθ8-η8
22. η5-η6!
Τώρα φαίνεται γιατί τα λευκά έπαιξαν την κίνηση 14. Ρζ1!
Με τον βασιλιά στο ε1, ό παραπάνω συνδυασμός των λευκών, με τις διαδοχικές θυσίες πύργου και αξιωματικού, δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί, για τον «απλό» λόγο ότι τα μαύρα θα είχαν τώρα την απάντηση 22..... Αθ4+ και 23...... Βε7!
Μετά από
22. η5-η6 Πζ8-ζ7
23. η6:ζ7+ Ρη8:ζ7
24. Βθ6-θ5+ Ρζ7-η7
25. ζ4-ζ5! ε6:ζ5
26. Αγ1-θ6+ Ρη7-θ7
27. Αθ6-η5+ Ρθ7-η8
28. Βθ5-η6 +
Και η αντίσταση των μαύρων ήταν πια χωρίς ελπίδες.
Η πιθανή ιστορία πίσω από αυτήν την κίνηση:..... Την εποχή που παιζόταν αυτό το παιχνίδι, υπήρχε ένας κανόνας που έλεγε ότι αν είχες αγγίξει ένα κομμάτι που δεν έχει νόμιμες κινήσεις, πρέπει να κινηθείς με τον βασιλιά σου. Οπότε ουσιαστικά αυτό που συνέβη είναι ότι ο Breyer είδε ότι ο Bh4+ χαλάει το σχέδιό του, αλλά δεν ήθελε να παίξει το Kf1 ακριβώς έτσι, γιατί θα φαινόταν ύποπτο και ο αντίπαλός του πιθανότατα θα καταλάβει το κόλπο πίσω από αυτή τη μυστηριώδη κίνηση. «Κατά λάθος» λοιπόν άγγιξε το πιόνι του στο e5. Φυσικά ο αντίπαλός του απαίτησε να κινηθεί με τον βασιλιά του και στη συνέχεια έπαιξε μια κανονική κίνηση, καθώς νόμιζε ότι είχε μόλις κερδίσει μια ελεύθερη στροφή και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2020
Captain Nikolas and Audi Sport Quattro of Michel Mouton

Κυριακή 31 Μαΐου 2020
Richia Lakonias • Environment • Beaches
• Περιβάλλον
• Παραλίες
Η Ρηχιά δεν είναι μόνο βουνά. Διαθέτει και παραλίες. Οι εξαιρετικού κάλους ακρογιαλιές, που εκτείνονται από τα Καρίκια μέχρι την μονή της Ευαγγελιστρίας, περιλαμβάνουν και δύο πανέμορφες αμμουδιές. Την πασίγνωστη πλέον Βληχάδα η οποία συνδέεται με ασφαλτόδρομο και τα τελευταία χρόνια δέχεται μεγάλο αριθμό επισκεπτών. Η λιγότερη γνωστή αλλά κατά την άποψη μας ακόμα ομορφότερη είναι η αμμουδιά στο Παλουγγέρι στην έκβαση του ομώνυμου φαραγγιού. Η παραλία όμως αυτή έχει ένα μειονέκτημα ή για πολλούς, συμπεριλαμβανομένων και ημών, πλεονέκτημα. Η πρόσβαση είναι δύσκολη. Τα τελευταία δύο χιλιόμετρα είναι χωματόδρομος και για τα 300 τελευταία μέτρα απαιτούνται ικανότητες ορειβάτη. Η πρόσβαση μέσω του φαραγγιού είναι αδύνατη γιατί το φαράγγι δυστυχώς εξακολουθεί να είναι άβατο, στερώντας από τον πολύ κόσμο την άγρια ομορφιά του’
Οι παραλίες ευτυχώς δεν έχουν επηρεαστεί σημαντικά από τις σαρωτικές αλλαγές. Δεν θα τις περιγράψουμε, θα δείξουμε όμως πολλές φωτογραφίες από τις πάμπολλες που υπάρχουν στο αρχείο μας. Και ας μην ξεχνάμε ότι μπορούμε ακόμα να φωτογραφίζουμε, και όπως είπαμε οι παραλίες δεν έχουν αλλάξει.
Θα σταθούμε όμως στο Παλουγγέρι γιατί υπάρχει μια εξέλιξη, ένα κτίσμα διαφορετικό από τα άλλα. Το Χάβοζι είναι μια περιοχή μεταξύ Ντάμου και αμμουδιάς. Είναι ένας βράχος που βρέχεται από το κύμα. Στην κορυφή του βράχου έχει χτιστεί τα τελευταία χρόνια ένα μπαλκόνι. Μια βεράντα. Το έχτισε και συνεχίζει να το χτίζει ο Παναγιώτης Κουλούρης γιός του μπάρμπα Τάση του Κουλούρη. Ο Παναγιώτης λοιπόν, συνταξιούχος μουσικός, το έχτισε μόνος του πέτρα-πέτρα με τα χέρια του. Το έφτιαξε με την Ψυχή του, για την Ψυχή του. « Η Εμή Ψυχή Ετεκεν Τόδε», Είναι χαραγμένο στη σκληρή γρανιτένια πλάκα, στην είσοδο του κτίσματος. Εκεί λοιπόν στην κορυφή του βράχου, σαν άφτερο χελιδόνι έχτισε πετραδάκι- πετραδάκι την Ψυχοφωλιά του. Το ονομάσαμε ψυχοφωλιά γιατί πως αλλιώς να το ονομάσουμε? Ερημητήριο? τόπος περισυλλογής? Placeformeditation? Ουτοπία? Όλα μαζί? Χωρίς καμία εκπαίδευση στην οικοδομή, με μόνο τη σοφία, γνώση και τις κατασκευαστικές οδηγίες που εμφύσησαν στην Ψυχή του η Αθηνά και ο Ήφαιστος αντίστοιχα. Από την στιγμή που το άρμα του Φαέθωντα σκάει μύτη στον ορίζοντα σκορπίζοντας τα ροδοπέταλα του μέχρι τη στιγμή που ο Απόλλων παραχωρεί την θέση του στην Εκάτη, η ανθρώπινη Ψυχή αγκαλιάζεται και αγκαλιάζει την Μητέρα Φύση. Εκεί λοιπόν στη γειτονιά των Θεών, αντιμετωπίζει την ανεμιζόμενη Τρίαινα του άγριου Ποσειδώνα, παρατηρεί τους κεραυνούς του Δία, και μετά απολαμβάνει τον ερχομό της Ίριδος και του πλουμιστού τόξου της. Και όταν έρχεται το πέρασμα της ημέρας η Εκάτη αναδύεται με την σειρά της από το Μυρτώο να σκορπίσει με τον μαγικό τρόπο που μόνο αυτή ξέρει, τα βιολέτινα πέταλα της στη γειτονιά των Θεών. Αλλά και ο Παναγιώτης, με την σειρά του συνεισφέρει στις ευλογίες της Μητέρας Φύσης, παίζοντας στο μπουζούκι του μεταξύ άλλων και ταξίμια της δικής του σύνθεσης
Δεν υπάρχει σκεπή στη Ψυχοφωλιά. Η σκεπή βλέπετε προφυλάσσει από την Φύση, αλλά συγχρόνως περιορίζει, απομακρύνει, και φυλακίζει κατά κάποιον τρόπο, ενώ το ζητούμενο είναι ακριβώς το αντίθετο. Η ένωση με την Φύση.
Το ερημητήριο δεν είναι ακριβώς ερημητήριο με την αυστηρή έννοια της λέξεως. Ο Παναγιώτης, κατά καιρούς προσκαλεί λιγοστούς φίλους να συμμεριστούν μερικές σπάνιες εμπειρίες. Είχαμε την τύχη να βρεθούμε στο Shangri-La ( Σανγκρί-Λα) αυτό μια Αυγουστιάτικη νύχτα με Πανσέληνο. Λίγο ουζάκι. Μια ντοματούλα, δυό ελίτσες και αρκετές πενιές μπουζουκιού. Προσπαθήσαμε να φωτογραφήσουμε το σκηνικό αλλά δυστυχώς είναι μερικά πράγματα που η κάμερα δεν μπορεί να συλλάβει. Θα παρουσιάσουμε πάντως αυτά που καταφέραμε. Ελπίζουμε ότι Ο Παναγιώτης θα βρει, εδώστου Γλαυκού το γειτόνεμα , το Νιρβάνα που επιζητεί η Ψυχή του. Εμείς του το ευχόμαστε από τα βάθη της δικής μας Ψυχής.
Με ορμητήριο τον βράχο αυτόν της φώτο... είχαμε τον τρόπο να προμηθευτούμε ψάρια.. φρέσκα ψάρια.... και παρασκευάζαμε μια σούπα με ψάρια και θαλασσινά τύφλα να είχε η αυθεντική γαλλική μπουγιαμπέσα.
..........Είναι οι αναμνήσεις μας, η ταυτότητά μας, η ιστορία μας, ο σημερινός μας εαυτός.

Κυριακή 26 Απριλίου 2020
«Sintet ti kemi»
Kάθε Ρηχειώτης που σέβεται τον εαυτό του έχει να σου διηγηθεί μια ιστορία απ’ τα Καρίκια.
Ειδικά ένας Φριντζίλας το γένος από..... μητέρα....
O προ-παπους μου....Γιωργάκης Φριντζίλας...
Από την Αγορά του Περικλή μέχρι τα Μαγαζιά της Ρηχιάς η απόσταση είναι ασήμαντη. Μαγαζιά είναι η περιοχή γύρω από τον κυκλικό δρόμο και επί του οποίου υπήρχαν τα καταστήματα. Εμπορομπακαλοταβέρνες και καφενεία. Τα μαγαζιά της Ρηχιάς λειτουργούσαν όπως και η Αγορά του Περικλή. Εδώ συγκεντρώνονταν, οι Ρηχιώτες, όταν το επέτρεπαν οι αγροτικές τους ασχολίες να πιούν ένα κρασάκι, έναν καφέ ένα φασκόμηλο η απλώς να καθίσουν σε κάποια από τις λιγοστές καρέκλες αλλά κυρίως στα χτίρια και να συμμετάσχουν ενεργητικά η παθητικά στα δρώμενα. Τα καφενεία στις αρχές του περασμένου αιώνα σέρβιραν τα παραδοσιακά Ρηχιώτικα αφεψήματα. Φασκόμηλο, χαμομήλι, τσάι του βουνού έτσι για να συνοδεύουν τον ναργιλέ. Ο καφετζής Κολισταύρος (Νίκος Σταυρόπουλος ) στην προσπάθεια του να εκσυγχρονίσει τον καφενέ του λανσάρισε ένα καινούργιο προϊόν που το λέγανε καφέ. Όπως ήταν φυσικό το γεγονός συζητήθηκε ευρέως ανά την Ρηχιώτικη και όχι μόνο επικράτεια. Από το Τζίρο, τα Νήπια, τα Κλείσματα, τα Πακόγια και τα Καρίκια. Αλλά και στον υπόλοιπο Ζάρακα. Όπως ηταν φυσικό, δημιουργήθηκε μια περιέργεια για το καινούργιο τούτο πράμα. Χαρακτηριστική ιστορία είναι και η εξής. Στα Καρίκια ο μπάρμπα Γιωργάκης Φριντζίλας και ο συμπέθερος του μπάρμπα Παυλές Φριντζιλας συζητούσαν για αυτό το καινούργιο πράμα που έφερε ο Κόλιας. Η συζήτηση πήγε κάπως έτσι.
«Ρε Γιώργη τι είναι τι είναι τούτο το καινούργιο πράμα που μας έφερε εκείνος ο Κόλιας και το πίνουνε όλοι?»
«Δεν ξέρω αλλά λέω όταν θα πάμε κάτου να το δοκιμάσουμε.»
Γυρίζοντας από τα Καρίκια και πριν πάνε στα Μπελεσέικα, σταματήσανε στου Κόλια και παραγγείλανε το καινούργιο πράμα. Όταν ο μπάρμπα Κόλιας τους έφερε τους καφέδες παραξενευτήκαν γιατί αντί για ποτήρι που ήταν συνηθισμένοι, τους έφερε κάτι φλιτζανάκια. Παίρνουν λοιπόν τα φλιτζάνια τα τσουγκρίζουν όπως τσουγκρίζουν τα ποτήρια.
«Σιντέτ»
«Σιντέτ τι κέμι» Οι άνθρωποι, βλέπετε, ήταν αρβανιτόφωνοι και μιλούσαν αρβανίτικα.
Και κατεβάζουν το πράμα μονορούφι. Και φυσικά κάηκαν.
«Ρε Κόλια τι ήτανα τούτο. Μας ζεμάτισες».
Δεν είναι γνωστό εάν στη συνέχεια τα συμπεθεράκια έγιναν οπαδοί του καινούργιου πράγματος. Ο καφές πάντως είχε καθιερωθεί.
Εδώ συζητείτο το Βαλκανικό, Μεσανατολικό, Ρωσοτουρκικό το Αλβανικό. Εδώ ανέβαιναν υπουργοί, κατέβαιναν Πρωθυπουργοί και χόρευαν στο ταψί οι τοπικοί βουλευτές και τοπικοί άρχοντες. Οι Ρηχιώτες των μαγαζιών, όπως όλοι οι αραχτέλληνες των καφενέδων είχαν τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και προτιμήσεις χωρίς, σχεδόν πάντα, να ξέρουν γιατί . Ήταν πάντα χωρισμένοι σε δύο κόμματα. Δεν έχει σημασία το όνομα του κόμματος, ήταν όμως πάντα δύο. Υπήρχαν οι φανατικοί υποστηρικτές και επικριτές των παρατάξεων. Όχι κομμάτων, Ατόμων. Στις αρχές του περασμένου αιώνα εντελώς πληροφοριακά και χωρίς καμιάς άλλης σημασίας, δύο οικογένειες κυριαρχούσαν στο Ζάρακα. Οι Γραμματικαίοι και οι Παπαμιχαλόπουλοι. Είναι βέβαιο ότι η μεγάλη πλειοψηφία δεν ήξεραν γιατί υποστήριζαν φανατικά τον έναν ή τον άλλον εκτός του ότι ήταν εξαρτώμενοι από τον τοπικό κομματάρχη. Τον πολιτικό είναιαμφίβολοαν τον είχαν δει ποτέ η τον είχαν ακούσει πολύ δε περισσότερο να ήξεραν τις απόψεις του εάν είχε. Αλλά αυτό δεν τους εμπόδιζε στις Μαγαζιεύσεις τους να υμνούν, παιανίζουν, και να λιβανίζουν τον δικό τους, ενώ κατακεραύνωναν και έστελναν στα τάρταρα τον ¨Οχτρό¨. Μερικοί έπαιρναν τα πράγματα στα σοβαρά ενώ άλλοι το έριχναν και στην πλάκα. Η πλάκα, το καλαμπούρι και η καζούρα ήταν οι βασικοί άξονες διασκέδασης της Καφενοπαρέας. Ένας, από τους "σοβαρούς", φανατικός οπαδός ρήτορας ήταν και ο Μπάρμπα Γιάννης (θα τον πούμε μπάρμπα Γιάννη γιατί το πραγματικό του όνομα μου διαφεύγει. Η ιστορία πάντως είναι αληθινή ή για αληθινή πάντως μου την διηγήθηκαν), που υποστήριζε τον ….....(ούτε και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία) , τον οποίο, φυσικά, ο Μπάρμπα Γιάννης είναι ζήτημα αν τον είχε συναντήσει έστω και μία φορά. Σε κάποια από τις μαγαζοσυγκεντρώσεις αποφασίστηκε να κάνουν μια πλακίτσα στο Μπάρμπα Γιάννη. Του λένε ¨μπάρμπα Γιάννη θα σου δώσουμε είκοσι δραχμές αλλά δεν θα μιλήσεις καθόλου πολιτικά όλη την ημέρα . Θα μείνεις εδώ δεν θα φύγεις αλλά δεν θα μιλάς. Εντάξει? ¨ ¨Ρε δώστε μου εμένα ένα εικοσάρικο και δεν θα βγάνω τσιμουδιά¨ Παίρνει λοιπόν το εικοσάρικο και αμέσως μετά άρχισε η ομαδική και οργανωμένη επίθεση στον αγαπητό του Μπάρμπα Γιάννη ο οποίος άρχισε να κάθετε σε αναμμένα κάρβουνα περικυκλωμένος από φλόγες, φίδια και ότι άλλο. Το μαρτύριο όμως δεν κράτησε πολύ, γιατί ο Μπάρμπα Γιάννης Σηκώθηκε βγάζει από την τσέπη το εικοσάρικο και τους το πετάει στα πόδια.¨ πάρτε το ρε γιατί εγώ θα μιλήσω ¨ .. και μίλησε… και μίλησε … και μίλησε. Αυτή ήταν μια από τις μορφές ψυχαγωγίας στα Μαγαζιά.
Μπάρμπα... Θεόδωρος Φριντζήλας ή Στραβοθοδωράκης, ο πασίγνωστος τυφλός ποιητής από τη Ρηχιά............................
Ένας Λεβεντάνθρωπος.... Μποέμ ..............
Ξάδελφος του παππού.........................
Θείος της μητέρας μου.......
Ω! Βλάχα Μούσα της Ρηχιάς
Κόρη του Θοδωράκη
Κατέβα και βοήθα με
Να πω ένα τραγουδάκι
…………………………
Δεν είμαι βέβαιος ότι ψυχαγωγούσε τους ενήλικες. Είχε όμως μεγάλη απήχηση στον παιδόκοσμο. Όταν το παιδομάνι έβλεπε τον Μπάρμπα Θοδωράκη έτρεχε πίσω του.
«Μπάρμπα Θοδωράκη πες μου ένα ποίημα»
«Πως σε λένε;»
«Μπότη»
«Ο Μπότης το καλό παιδί και τ’άξιο παλληκάρι…..κλπ»
«Πες μου και μένα ένα.»
«Πως σε λένε?»
«Γιάννη»
«Ο Γιάννης το καλό παιδί κλπ. κλπ.»
Ο μπάρμπα Θοδωράκης είχε πάντα ένα τετράστιχο για όλους. Το έφτιαχνε εκείνη τη στιγμή, ή τα είχε σε μια τράπεζα δεδομένων και τραβούσε ένα κατά την ζήτηση; Πως σε λένε Γιώργο. Πάρε Γιώργο. Εσένα; Νίκο. Πάρε Νίκο. Εσένα; Χρήστο. Πάρε Χρήστο.
Περάστε κόσμε, πάρε παιδόκοσμε.
Ανήκε ο μπάρμπα Θοδωράκης στους Entertainers της Παλιάς Ρηχιάς; Στους ενήλικες προφανώς όχι. Ο παιδόκοσμος όμως;
Ο μπάρμπα Θοδωράκης είναι ένας θρύλος, και όπως όλους τους θρύλους να τον τιμούμε και να τον σεβόμαστε..
Copy Paste...
Πηγη: http://www.richea-laconias.gr/index.php/el/home-el-gr
ΡΗΧΙΑ
Η Καθημερινότητα σε ένα Μικρό Ορεινό Χωριό.
Μια εξαφανιζόμενη Κουλτούρα
Του Θοδωρή Κόκκορη

Κυριακή 17 Μαρτίου 2019
Oi Stoumpos.... Epidaurou Limira ...

Μερικά ιστορικά γεγονότα για την οικογένεια του παππού από μητέρα είναι παρμένα από το Βιβλίο "ΓΙΑΤΙ"
του εξόχου αφηγητή των χωριών του Ζάρακα.
ΚΟΚΚΟΡΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Έκδοση του 1992
Γεώργιος Λ. Κόκκορης
Κρήτης 26 - Βριλήσσια
Αθήναι
Τ.Κ. 15235
Τηλ: 6010783
...............Η οικογένεια του παππού από τον πατέρα του είχε καταγωγή από τον Άγιο Μάμα της κοινότητας του Δημοτικού Διαμερίσματος Ελίκας, κοντά στη Μονεμβασιά, που ανήκει στο Δήμο Βοιών Λακωνίας.
Το γένος του Πατέρα
Στούμπος Στρατήγης Γεννηθείς Στα 1730; Στούμπος Παναγιώτης Γεννηθείς Στα 1800;; Ίσως ο γενάρχης της ρίζας μου
Αναφέρεται σε Έγγραφη Διαμάχη για Λάφυρα πολέμου το έτος 1826..... Μεταξύ ένοπλων αγωνιστών υπό των Στρατηγών.... Κουμουστιώτη και ΓιατράκουΑπό Γ.Α.Κ. και Ληξιαρχεία γάμων....Γεννήσεων...
Η συνέχεια γράφεται στην περιοχή Ελίκα Επιδαύρου Λιμηρά... και Στον Άγιο Μάμα…
Σύμφωνα με πληροφορίες από διαφορετικές πηγές ο
(Σταυριανός Τσιγκούνης Του Παναγιώτη Τσιγκούνη)
όπως αναφέρεται στους εκλογικούς καταλόγους του 1865.... της Ελίκας Επιδαύρου Λιμηρά πρόκειται για τον ……Σταύρος Στούμπος του Παναγιώτη 36 ετών...... γεννηθείς το 1829…...
Ευχαριστω τον: Nikos-Eleni Pavlakis/ ..για την ανεκτίμητη βοήθεια του στην επιβεβαίωση της ως άνω πληροφορίας που κατείχα αόριστα....Με Παιδιά:
2) Χαράλαμπος Στούμπος του Σταύρου 1867….
3) Αλέξανδρος Στούμπος του Σταύρου.. 186;….2) Χαράλαμπος Στούμπος του Σταύρου 1867….
2. Χρυσούλη Χαράλαμπου Στούμπου.... 1902; σύζυγος. Δημητρίου Ραμάκη στον Αρχάγγελο
3. Θεόδωρος Στούμπος του Χαράλαμπου 1904…1942 ....ο Παππούς....
Το Γένος της Μητέρας
Ιωάννης Φριντζήλας Γεωργίου 1815
Με παιδιά τους3) Λάμπρος Φριντζήλας Ιωάννη 1850
Με Παιδιά:1) Ιωάννης Φριντζήλας Λάμπρου 1888....1970 ο παππούς
2) Νικόλαος Φριντζήλας Λάμπρου3) Γιώργος Φριντζήλας Λάμπρου
4) Παναγιώτης Φριντζήλας Λάμπρου
5) Ελένη Φριντζήλα Λάμπρου
Ο Παππούς: 1888-1970
ΦΡΙΝΤΖHΛΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ του ΛΑΜΠΡΟΥ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ και της ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΣ ΣΑΡΠΜΠΑΝΗΈνας από τους Ρηχιώτες αγροτοκτηνοτρόφους αγωνιστές Πατεράδες της γενιάς μας που για την πατριωτική του στάση που τήρησε η οικογένεια του στην αντίσταση οι Χίτες του παρακράτους κατέστρεψαν όλα τα περιουσιακά του στοιχεία, με το πλιάτσικο και τη φωτιά. Τον προφυλάκισαν βάρβαρα, και τον βασάνισαν δέρνοντας τον μέχρι αναισθησίας χωρίς οίκτο κα έλεος φωνάζοντάς τον ΕΑΜΟβούλγαρο.
Ήταν τότε που ο κάθε πατέρας σαν και εκείνον τον ξωμάχο τον Μπάρμπα Γιάννη τον Φριτζήλα που και αυτός είχε πολεμήσει στην πρώτη γραμμή του μετώπου της Μικρά Ασίας, έπρεπε να τιμωρούνται με τρόπο κανιβαλικό για την στάση των παιδιών τους.
Και εκείνος τους απαντούσε με αγανάχτηση.
«Εμένα ρε με λέτε ΕΑΜΟβούλγαρο που πολέμησα δέκα χρόνια εναντίον τους σώμα με σώμα, για την λευτεριά της Πατρίδας.
Και όμως αυτό εξαγρίωνε τους θλιβερούς προσκυνημένους και τον βασάνισαν χειρότερα.
Εκεί είχαν κατρακυλήσει οι εθνοσωτήρες της δεξιάς μας τότε και βασάνιζαν του γέρους πολεμιστές γονείς των πατριωτικών αγώνων του έθνους, γιατί είχαν γαλουχήσει τα παιδιά τους με τα πατριωτικά αισθήματα και τα ιερά και όσια της φυλής μας κληροδοτήματα. Ξεσπούν τα ανθρωπάκια της υποτέλειας στους γέροντες και στις αδύναμες γυναικούλες διότι δεν είχαν τα κότσια να ανέβαιναν στα βουνά να τα βάλουν με τους αγωνιστές. Αυτό γιατί αργότερα όταν θα άδειαζαν τα χωριά από τον κόσμο και θα τα κατέστρεφαν και θ' αφαιρούσαν την δυνατότητα στήριξης, από τις τέλεια εξοπλισμένες κι άπειρα υπέρτερες δυνάμεις των μεγάλων αφεντάδων, και το άφθονο χρήμα.
Ο γεροφριντζήλας ήπιε κι αυτός το πικρό ποτήρι της απογοήτευσης όταν έμαθε τον θάνατο του γιου του αγωνιστή Λάμπρου που πιάστηκε αιχμάλωτος και εκτελέστηκε εν ψυχρώ από τους αντιπάλους, που ήθελαν μόνο νεκρούς και όχι αιχμαλώτους. Είχε προηγηθεί η κατάσχεση στο κοπάδι του με τα γιδοπρόβατα που με αυτά είχε αναθρέψει τα παιδιά του, και τα λάτρευε και εκείνα το ίδιο όπως και όλοι οι ξομάχηδες κτηνοτρόφοι που γεννιούνται και μεγαλώνουν κοντά σε αυτά απολαμβάνοντας την ηρεμία και τον καθαρό αέρα της υπαίθρου. Είδε με χτυποκάρδι τον γιο του Γιώργο να βγαίνει ζωντανός από την θύελλα της αδελφοσφαγής και έκλαιγε από συγκίνηση. Πέρασε τα τελευταία του χρόνια πικραμένος για την άδικη μεταχείριση που του επιφύλαξαν οι μικροί αλλά άκρως επικίνδυνοι της ολιγάριθμης ομάδας των συγχωριανών του, της άκρας δεξιάς, της εξουσίας. Πέθανε το 1970.
Του είχαν μοιάσει τά παιδιά. Και έγιναν πατριώτες.
Του καταστρέψαμε το βιός, οι θλιβεροί προδότες.
Στα νιάτα ήταν ο αγωνιστής- Ήταν αγνός πολεμιστής.
Τους Τούρκους και τους Βούλγαρους , τους είχε πολεμήσει.
Για δέκα χρόνια συνεχώς - Χωρίς να σταματήσει
Και Βούλγαρο τον βρίζανε - Αυτοί που προσκηνήσανε
Ποιοι δώσανε την εντολή - Και τον προφυλακίσανε;
Τον γέροντα αγωνιστή - Γιατί τον βασανίσανε;
Ενέργεια αίσχους και ντροπής - Κύριοι της επιτροπής.
Σημείωση Ι: Ο παππούς..... Έλληνας οπλίτης που πολέμησε με αληθινό θάρρος υπό τρομερά αντίξοες συνθήκες στην Μακεδονία..... και έλαβε μέρος στις μάχες από το Πάνορμο έως τον Σαγγάριο.
Η Γιαγιά: 1895-1998
ΦΡΙΝΤΖHΛΑ ΜΑΡΙΑ του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ και της ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΛΑΓΚΗ...Αυτής της σκληροτράχηλης λεβεντομάνας που αγωνιστές ανάθρεψε με τον ιδρώτα και με το αίμα της για να της τα βασανίσουν και να της τα δολοφονήσουν οι προσκυνημένοι νάνοι που λέρωσαν της χώρας μας την ιστορία; Είναι πολύς ο χώρος που χρειάζεται για να χωρέσουν τα περιστατικά αυτής της αγωνίστριας και σταματώ εδώ.
Στα χέρια ποιος μας κράτησε - Και μας πρωτοτραγούδησε;
Και ποιος μας πρωτοφίλισε - Και μας γλυκονανούρισε;
Ποιανού χέρι κρατήσαμε - Στα πρώτα βήματα μας
Και όταν παίζοντας πέσαμε - Ποιος έτρεξε κοντά μας;
Η Μάνα μας λαχτάρισε - Και ήρθε να μας σηκώσει
Να μας χαϊδέψει τρυφερά - Και θάρρος να μας δώσει.
Ποιος είναι που αμφισβητεί - Της μάνας την φροντίδα
Να δώσει θάρρος στα παιδιά - Παρηγοριά κι ελπίδα;
Η Μάνα που αναφέρω εδώ - Η σκληραγωγημένη
Πάλεψε ασταμάτητα - Και νιώθει ευτυχισμένη.
Η μητέρα: 1928-1996
ΚΥΡΑ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ (ΣΤΟΥΜΠΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ... ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ)
Σημείωση δική μου...
Αλλά και πέρα από το πιο μακρινό παρελθόν......ακόμη και στις πιο πρόσφατες εποχές, η κόρη της, η κυρά Γιαννούλα, ...... η μητέρα μας......, σε ηλικία είκοσι οκτώ ετών, ξεγέννησε το μικρότερο αδελφό μου το μήνα θεριστή στο δρόμο που οδηγούσε απ’ το αλώνι όπου δούλευε μέχρι την ώρα της γέννας καθ’ οδόν προς το σπίτι με τη βοήθεια και συμπαράσταση, από δυο γειτόνισσες που αυτό διορίστηκαν μαίες και επιμελήθηκαν τον τοκετό στην αυλή του φτωχικού σπιτιού τους, κάτω από τον ίσκιο της γέρικης ελιάς.
Η μαμή του χωριού κατέφθασε όταν ήδη η γέννα είχε λάβει αίσιο τέλος.
Βλέπε : Σε ξέσκεπο σπίτι σας μεγάλωσα...
Σημείωση ΙΙ:
Η κόρη τους ....η Κυρά Γιαννούλα δέκα εννιάχρονη έφηβη ερωτεύτηκε επίσης δέκα εννιάχρονο έφηβο από τα Κουλέντια (Οικισμό Μπουμπουτσέλια), στρατολογημένο από τους "χίτες" του περιβόητου Μπραντίτσα που λυμαίνονταν το χωριό τους.
«Στα χωριά του Πάρνωνα, δρούσε ο περίφημος καπετάν, ο Δημήτριος ο Μπραντίτσας, ο οποίος καταγόταν από τα Νιάτα Λακωνίας και είχε οργανώσει ένα λόχο παρακρατικών που δρούσαν εναντίον του ΕΛΑΣ. Ήταν ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής, είχε πάρει σβάρνα τα διάφορα χωριά, εκτελούσε εν ψυχρώ, και έκαιγε τα σπίτια, ρήμαζε και λεηλατούσε περιουσίες, κάναν πλιάτσικο και έπαιρναν τα πάντα, από λάδια, αλεύρια... ό,τι πολύτιμο είχαν οι άνθρωποι εν πάση περίπτωση.»
Το έσκασαν λοιπόν από την Ρηχιά........ και κυνηγημένοι... η μεν μητέρα μου από την οικογένεια της, ο δε πατέρας μου από την παρακρατική ομάδα του, βρήκαν καταφύγιο στον μικρό και απόμερο οικισμό τα Βουβουτσέλια (Παναγίτσα), του χωριού Κουλέντια ......όπου ξεκίνησαν την φτωχική ζωή τους.............σ᾿ χαμόσπιτο φτωχικό κι ηλιόφωτο, ... και η ζωή τους φτωχική και αξιοπρεπής...... ζωή του μεροκαματιάρη.
Σημείωση ΙΙΙ: Ο πατέρας υπηρέτησε στον ελληνικό στρατό και έλαβε μέρος στις μάχες στην Βόρειο Ελλάδα στον εμφύλιο.....
.......Όταν τον ρωτούσε ο Εγγονός του για τη ζωή στα νιάτα του... του απαντούσε απλά χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις: «Ήμουν μέλος μιας συμμορίας».
Ο αδικοχαμένος Θείος:1924-1949
ΦΡΙΝΤΖHΛΑΣ ΛΑΜΠΡΟΣ του ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ
Αυτό είχε κάνει α ο Μπάρμπα-Γιάννης ο Φριτζήλας και το πλήρωσε πολύ ακριβά αγαπητέ μου αναγνώστη. Μετά την απελευθέρωση η ζωή του Λάμπρου έγινε πολύ δύσκολη διότι οι παρακρατικοί χτύπησαν την οικογένεια αδίσταχτα με πολλούς τρόπους. Τον καταδίωξαν μανιωδώς τον αγωνιστή, ο οποίος αναγκάστηκε να πιάσει πάλι το όπλο του αντάρτη. Το 1946-47, ήταν στο λόχο του Τάκη Γεωργόπουλου από το Βλαχιώτη, και το 1948 αποσπάστηκε στον λόχο του Γιώργου Γκοβάτσου από τη Μεταμόρφωση Λοχίας. Τον Ιούνιο του 1949 κατά τις επιχειρήσεις της 9ης Μεραρχίας έπεσε σε ενέδρα και πιάστηκε αιχμάλωτος στην Θέση Αμυγδαλιά Πελετών όπου και τον εξόντωσαν αμέσως. Είχαν προηγηθεί τρομερές κακοποιήσεις των γονέων του και η κατάσχεση κάθε κινητού περιουσιακού στοιχείου. Ο γέρος πατέρας του δάρθηκε μέχρι αναισθησίας από τους Χίτες, η μάνα του κλείστηκε για οκτώ μήνες φυλακή, η κακομεταχείριση δεν σταμάτησε μέχρι και της καταστροφής του σπιτιού τους και του στανοτοπιού τους.
Ο Λάμπρος σαν ξεκίνησε - Και μπήκε στον αγώνα
'Ήταν πεντακάθαρος - Κρυστάλλινη σταγόνα.
Ήταν το τσοπανόπουλο - Το σκληραγωγημένο
Σαν το πουλί ελεύτερο - Ήτανε μαθημένο.
Ήταν αγνός και τίμιος - Που πάντα στους αγώνες
Για λευτεριά και προκοπή- Τίμησε τη φυλή του.
θείοι -θείες
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΡΙΝΤΖHΛΑΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ 1932-2020ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΜΑΡΙΖΑ.... ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ 1934-
ΘΕΟΔΟΥΛΗ ΠΕΤΡΑΚΗ.... ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ 1936-1998
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΣΙΔΕΡΗ... ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ ΚΑΙ ΤΗς ΜΑΡΙΑΣ 1943-
Η Συνέχεια...Το γένος του Πατέρα στα Μπουμπουτσέλια….Μονεμβάσιας
Ο Παππούς: 1904-1942
ΣΤΟΥΜΠΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ το γένος "ΤΣΙΓΓΟΥΝΗ";Η γιαγιά: Ζαφείρω Καραστατήρη... 1900-1935
ΣΤΟΥΜΠΟΥ ΖΑΦΕΙΡΩ …. ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΡΑΣΤΑΤΗΡΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ......ΕΙΡΗΝΗΣ .........................Πατέρας της γιαγιάς μου Ζαφείρως ήταν ο Ιωάννης Καραστατήρης του Μελέτη (1850) και η μητέρα της λεγόταν Ειρήνη.Ο Πατέρας: 1928-2013
Τεκνα:
Η ετεροθαλής γιαγιά: 1902-1982
Ετεροθαλείς θείοι -θείες
Τέκνα του Ιωάννη Στούμπου του Θεοδώρου
Τέκνα Θεόδωρου Στούμπου του Ιωάννη
Τέκνα Ιωάννη Στούμπου του Θεοδώρου
Τέκνα Γεωργίου Στούμπου του Θεοδώρου

Πέμπτη 18 Μαΐου 2017
To Deutero Mparko: 3rd Engineer In The Largest OBO..
Παρίσι! Η «πόλη του φωτός» δεν έχει πάρει άδικα τον τίτλο αυτό. Αποτελεί μια πόλη κόσμημα με αποτέλεσμα άλλες όμορφες πόλεις, να συγκρίνονται περιφραστικά με αυτή (το Παρίσι της Ανατολής, λαμπερή σαν το Παρίσι κτλ.).
Απ' όποια πλευρά και αν το δει κανείς, το Παρίσι είναι η πόλη που λάμπει σαν κόσμημα μέσα στο φως του μεταμεσονύκτιου ήλιου και σε καλεί για να σε θαμπώσει. Είναι η πανέμορφη και σαγηνευτική μητρόπολη που γοητεύει τους επισκέπτες.
Από το αεροδρόμιο του Παρισιού η μετάβαση στη Χάβρη έγινε με το τρένο, καθώς υπάρχει άμεση σιδηροδρομική σύνδεση και το ταξίδι διαρκεί περίπου δυο ώρες.
Επειδή είχε μια ελαφριά καταχνιά όλα τα φώτα στην περιοχή της προβλήτας ήταν αναμμένα και ανά διαστήματα ψιλή βροχή έπεφτε στο λιμένα και στο περιβάλλοντα χώρο..
Οι υγρές πλάκες της αποβάθρας γυάλιζαν σαν στιλβωμένο δέρμα στο ωχρό λευκό τεχνητό φως. Το μεγάλο πετρελαιοφόρο πλησίαζε αργά, με σχολαστική ηρεμία στην θέση εκφόρτωσης.
Τα νέου τύπου πετρελαιοφόρα της εποχής είχαν τεράστιο μέγεθος και χάρη στην ευρυχωρία τους οι καμπινές του πληρώματος ήταν άνετες σαν τυπικές μικρές φοιτητικές γκαρσονιέρες.
Κατεβαίνοντας από το αυτοκίνητο στάθηκα ακίνητος ατενίζοντας για λίγες στιγμές το τοπίο κι άφησα το θαλασσινό αεράκι να με αναζωογονήσει σαν βάλσαμο. Η θάλασσα ήταν γαλήνια ήσυχη, η πόλη διακρινόταν στα ανατολικά και πέρα μακριά στο βοριά διακρινόταν η ορεινή στεριά που ξεφύτρωνε από τη θάλασσα σκούρα και δασωμένη.
Τις επόμενες ώρες βρίσκομαι ναυτολογημένος, είναι το δεύτερο μου μπάρκο και για πρώτη μου φορά Τρίτος Μηχανικός στο μεγάλο Δεξαμενόπλοιο "Άτλαντας», το οποίο ταυτόχρονα είναι σχεδιασμένο και για μεταφορά ξηρών φορτίων, λόγο για τον οποίο το πλήρωμα του υπερηφανευόταν ότι εργάζονται στο μεγαλύτερο φορτηγό του κόσμου, (Ένα ΟΒΟ 230.000 τόνων μεταφορικής ικανότητος), βαπόρι σύγχρονο και καλοτάξιδο, που κατέπλευσε στο λιμάνι κοντά στο σούρουπο, κάνοντας τους διάφορους ελιγμούς για να γίνει η παραβολή του στην προβλήτα εκφόρτωσης.
(Τα πετρελαιοφόρα πλοία αποτελούνται από δεξαμενές που αποθηκεύεται το πετρέλαιο για να μεταφερθεί από τον τόπο εξόρυξης στον τόπο διύλισης.
Το μέγεθος τους μεγάλο, είναι ικανά να μεταφέρουν έως και 500.000 τόνους. Καράβια υψηλού κινδύνου καθώς μεταφέρουν επικίνδυνο φορτίο. Οι ναυτικοί που δουλεύουν σ’ αυτά είναι άνθρωποι που αντέχουν και έχουν κότσια και υπομονή να αντέχουν μια ζωή που είναι γεμάτη κινδύνους και απομόνωση, διότι η ζωή στα πετρελαιοφόρα (γκαζάδικα) απαιτεί μεγάλες αντοχές, αφού τον περισσότερο καιρό ταξιδεύουν και ελάχιστα πατούν στεριά.
Ζωγραφισμένη είναι η χαρά στον καθένα από το πλήρωμα, που τελείωσε ακόμα ένα ταξίδι μέσα από τα σταυροδρόμια της θάλασσας.
Φθάνοντας στο λιμάνι, πατώντας στεριά στο πρώτο δρασκέλισμα στο μουράγιο του μεγάλου και πολυσύχναστου λιμανιού, ξεχνούν όλα εκείνα που πέρασαν στο πέλαγος. Κι ύστερα, αρχίζει όλο εκείνο το αλισβερίσι που χαίρεται κάθε ναυτικός στο σμίξιμο των χνότων του με τους στεριανούς, όποιοι και να 'ναι αυτοί.
Τελειώνοντας το πρατιγάρισμα από τις αρχές του λιμανιού, ακολουθεί η έξοδος του πληρώματος στην στεριά.
«Βρε καλώς το παλικάρι. Τι μικρός που είν' ο κόσμος πως τα φέρνει η ζωή. Καλώς ήρθες φίλε μου.» Άκουσα πίσω μου μια γνώριμη φωνή.
Γύρισα σαστισμένος. «Μου ακούγεται γνώριμη η φωνή σας, κύριε, αλλά ποιος είστε;» Γελώντας του είπα περιπαικτικά,
Χαμογελώντας με ζέση απλώσαμε και σμίξαμε τα χέρια μας δυνατά. Μεταξύ μας υπήρχε μια βολική οικειότητα, η οποία ήταν απότοκος της γνωριμίας μας στο πρόσφατο παρελθόν σε άκρως φιλικό περιβάλλον. Ήταν ο υποπλοίαρχος του πλοίου, ένας τριαντάρης άνδρας, ψηλός γεροδεμένος, ευχάριστος στο παρουσιαστικό, με καταγωγή από τα μέρη της Αιτωλοακαρνανίας. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου τραχιά ανεμοδαρμένα, τα πλούσια ξανθά μαλλιά του ατημέλητα και τα γένια του αξύριστα. Φορούσε ένα ξεθωριασμένο τζιν και σκούρο ναυτικό πουλόβερ καλυμμένο με αδιάβροχο επανωφόρι.
Εκείνα τα δευτερόλεπτα στα ορμητικά νερά ένοιωσε παράλυτος από το φόβο και το σοκ, πίστεψε πως έφτασε η τελευταία ώρα του. Δεν θυμόταν να έκανε συνειδητή προσπάθεια να σωθεί. Το στόμα κι η μύτη του γέμισαν νερό, η παγωνιά που ένοιωθε ήταν κάτι το ασύλληπτο και το κορμί του είχε παραλύσει από τον πόνο. Παραδόθηκε παθητικά στις αρπαγές του υγρού στοιχείου, όταν τα χεριά του άγγιξαν κάτι που κινούνταν αντίθετα μ’ εκείνον. Ενστικτωδώς ένοιωσε ξάφνου να ανασύρεται στην επιφάνεια. Αρπάχτηκε από τα παρατεταμένα χεριά που τον έσωσαν και τον έσυραν στο κατάστρωμα του ρυμουλκού, βήχοντας και ξερνώντας τα θολά νερά του μεγάλου ποταμού. Ύστερα ανάσανε λαίμαργα τον καθαρό αέρα που θρόιζε στο περιβάλλον. Από την στιγμή της πτώσης του μέχρι την στιγμή της ανάδυσης του στο κατάστρωμα μεσολάβησαν πολύ λίγα λεπτά. Που βέβαια του φάνηκαν αιώνες. Τελειώνοντας την ιστορία του στο πρόσωπο του ζωγραφίστηκε η έκφραση προσκυνητή που έφτασε στους Άγιους Τόπους. Ευλάβεια ανάμεικτη με δέος και μια δόση φόβου γι’ αυτά που είχαμε ακούσει. Στο μυαλό μου ήρθαν οι μαγικοί στίχοι του μεγάλου και αξεπέραστου ποιητή των θαλασσών Νίκου Καββαδία. «Οι προσευχές των ναυτικών»
Ήταν δε φανερό ότι το πλήρωμα του πλοίου είχε σε μεγάλη υπόληψη τις ικανότητες του. Για το πρόσωπο του κυκλοφορούσαν εξαιρετικά ενδιαφέρουσες ιστορίες που μου έδωσαν ώθηση να κάνω σκέψεις και ορισμένες ερωτήσεις για να μάθω περισσότερα και να ανοίξω πόρτες κλειστές και γιατί όχι και σκοτεινούς διαδρόμους για τη προσωπικότητα του. Συνδυάζοντας πληροφορίες από διάφορες ανεπίσημες πηγές κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το μεγάλο και γρήγορο οικονομικό κέρδος μπορεί για κάποιους να ανοίξει πόρτες, που για τον πολύ κόσμο είναι κλειστές. Οι φήμες δίνουν και παίρνουν ότι ενεπλάκη σε συναλλαγές μεγάλου κυκλώματος μεταφοράς λαθραίων τσιγάρων συνεργαζόμενος με την ιταλική μαφία η οποία οργάνωνε και συντόνιζε τις μεταφορές μέσω του πλοίου που εκτελούσε πλοιαρχία στο παρελθόν και σε νεαρά ηλικία.
Στο τελευταίο του ταξίδι με καπετάνιο όχι τον ίδιο το πλοίο είχε αναχωρήσει από τις ανατολικές ακτές της Σικελίας με προορισμό γιουγκοσλαβικό λιμένα στη βόρειο ανατολική Αδριατική θάλασσα, όπου βρέθηκε να πλέει ακυβέρνητο εξ’ αιτίας σφοδρής καταιγίδας. Το πλήρωμα του πλοίου έστειλε σήμα κινδύνου και διεσώθη από την ιταλική ακτοφυλακή, με το πλοίο να βυθίζεται κάπου πενήντα μιλιά Νότια των Δαλματικών ακτών. Ήταν φανερό πως δοκίμαζε την τύχη του, αλλά τα τελευταία χρόνια τον καταδίωκε για κάποιον ανεξήγητο λόγο η κακοδαιμονία και όλα του πήγαιναν στραβά.
........Το πλοίο τρεις ημέρες αργότερα τελειώνοντας την εκφόρτωση αφήσαμε πίσω μας τη Χάβρη στο γλυκό απογευματινό φως και βάλαμε πλώρη νοτιοδυτικά, σαλπάραμε για τις ακτές της Νιγηρίας προς φόρτωση με προορισμό εκφόρτωσης τις Ολλανδικές Αντίλλες στην καραϊβική θάλασσα. Στο τέλος της πρώτης εβδομάδας διασχίζαμε τον ωκεανό με πλώρη στο νοτιά, αφήνοντας πίσω μας στα βορειοδυτικά την σκοτεινή θάλασσα των Σαργάσσων και με το πλοίο να πλέει λουσμένο στο ασημένιο φεγγαρόφωτο. Ολόκληρη η περιοχή χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά ευμετάβλητες καιρικές συνθήκες και ιδιαιτέρως έντονα μετεωρολογικά φαινόμενα τα οποία είναι συνήθως εντελώς απρόβλεπτα και βραχύβια. Στο φως του φεγγαριού που κρεμόταν σαν χρυσοκόκκινο μενταγιόν στον ουρανό, ένα νησί ξεπρόβαλε μεσ’ από τα σκοτεινά νερά σαν μια ασαφή γραμμή στο σημείο που έσμιγαν ουρανός και θάλασσα. Περασμένα μεσάνυχτα έχουμε τελειώσει την δεύτερη τετράωρη βάρδια και βρισκόμαστε με τον ανθυποπλοίαρχο τον καπετάν Επαμεινώνδα στην πρύμνη του πλοίου για ένα τελευταίο τσιγάρο.
«Προλήψεις και δεισιδαιμονίες συναντιόνται από τα αρχέγονα χρόνια μέχρι σήμερα.» μου αντέτεινε. Και με μια φευγαλέα κίνηση αγγίζει με το χέρι του τον ξύλινο στυλοβάτη της σημαίας στην πρύμνη, προκειμένου να επικαλεστεί την προστασία του και να μη μας συμβεί κάτι που μόλις ειπώθηκε.
«Σήμερα όλα αυτά αντιμετωπίζονται περισσότερο ως αστείο, ωστόσο κάποιοι εξακολουθούν να πιστεύουν στο ανεξήγητο.» Αντέτεινα.
«Τα κακά τελώνια και πνεύματα. υπάρχουν, δεν τα βλέπουμε! Κι’ όμως υπάρχουν.»
«Πάνε πάνω από έξι χιλιάδες χρόνια που η θεία εκδίκηση αλυσόδεσε στο βράχο τον Προμηθέα και ο Ηρακλής τον ελευθέρωσε για να απαλλαγούμε απ’ αυτά τα δεσμά.» Του ανταπάντησα.
«Μην ξεχνάς ότι ακόμη και σήμερα αντιμετωπίζουμε την μοίρα μας σαν κάτι το αναπόφευκτο και προκαθορισμένο αγαπητέ μου.» Μου συμπλήρωσε τις σκέψεις του κι ένα αμυδρό χαμόγελο άρχισε να διαγράφεται στο πρόσωπο του.
Δεν υπήρχε στη σκέψη μου κάτι άλλο που θα μπορούσα να προσθέσω στη μακροσκελή συζήτηση για αντεπιχείρημα και ούτε το επιθυμούσα….
Διαισθάνθηκα ότι ξεπέρασα από τις κόκκινες γραμμές με την αρνητική μου θέση στη συζήτηση μας και στα πιστεύω του και δεν το επιθυμούσα να χαρακτηριστώ αναιδής από τον συνομιλητή μου.
Παροδικά με συνεπήρε μια συγκίνηση ενθυμούμενος παρόμοιες συζητήσεις και στιγμές από τις πιο γλύκες της μέχρι τώρα ζωής μου. Την τελευταία χρονιά φοίτησης στην Ναυτική Ακαδημία, είχαμε την τύχη να έχουμε καθηγητή έναν νεαρό αξιωματικό του πολεμικού ναυτικού. Η μελέτη του μαθήματος ξέφευγε από τα συνηθισμένα και διεισδούσε σε μονοπάτια σκέψης σαν τα αποψινά. Ο λόγος του σε αιχμαλώτιζε, αβίαστα κυλούσε σαν μέλι στις παλλόμενες αρτηρίες των ακροατών του που είχαν την ευτυχία να τον ακούν.
Μείναμε εκεί έξω στην πρύμνη γύρω στα δέκα λεπτά και αναχωρήσαμε για ύπνο. «Έχουμε χρόνο να τα ξαναπούμε για το θέμα αυτό αγαπητέ μου φίλε,» Του είπα αναχωρώντας.
Ο καπετάν Επαμεινώνδας, είναι ο πρακτικός τρίτος πλοίαρχος του πλοίου, ένας σαρανταπεντάρης λεπτός, στεγνός, ζωντανός άνδρας, αγαπητός και χαμογελαστός, καταδεχτικός και πρόσχαρος, τόσο χαριτωμένος, που όλοι μας στο πλοίο τον αποκαλούσαν «ο καλός μας φίλος».
Εκτελώντας τις ίδιες βάρδιες, είχαμε αποκτήσει μεταξύ μας μια έκδηλη οικειότητα, κάνοντας ταυτόχρονα πολύ καλή παρέα και τελειώνοντας τις βάρδιες μας παίρναμε το βραδινό δείπνο παρέα.
Τον ενθυμούμαι που ποτέ του δεν με άφησε να τελειώσω ένα πλήρες χορταστικό γεύμα. «Από τραπέζι είναι απαράβατος κανόνας να σηκώνεσαι πεινασμένος.» Μου έλεγε. Περνώντας τα χρόνια ομολογώ πόσο δίκιο είχε.
Φορτώσαμε ανοικτά στο πέλαγος της Νιγηρίας και φτάσαμε στο Κουρασάο στα τέλη του Νοέμβρη. Μπορεί ο χειμώνας να μην είναι και ο βαρύτερος στο βόρειο ημισφαίριο τα τελευταία χρόνια, ωστόσο υπάρχουν κάποιες περιοχές στον κόσμο που έχουν πάντα καλοκαίρι. Μια από αυτές είναι και οι Ολλανδικές Αντίλλες στην Καραϊβική θάλασσα, και αποτελούν όπως και η ευρύτερη περιοχή, ιδανικό σκηνικό για τουριστικό προορισμό. Ο κατάλογος με τα αξιοθέατα στις Ολλανδικές Αντίλλες είναι συναρπαστικός, σε σύνδεση με την φιλόξενη κουλτούρα των ντόπιων κατοίκων.
Τα καυτά σημεία της νυχτερινής ζωής στο Κουρασάο κινούνται σαν κινούμενες θίνες, από περιοχή σε περιοχή σε οποιαδήποτε δεδομένη νύχτα. Μπορείτε να μείνετε έξω αργά κάθε βράδυ για περιπέτεια, και έντονη νυχτερινή ζωή με χορό, κοκτέιλ και ζωντανή μουσική μέχρι το πρωί. Ο ρυθμός και η μελωδία της κέντρο-αμερικανικής μουσικής έχουν μια αίσθηση μαγική.
Η μεγάλη τοπική «μάντρα» έχει ακόμη και τη νύχτα, πανέμορφες Κολομβιάνες κυρίες, που είναι προφανώς αρκετά δημοφιλής και μεταξύ των ναυτικών από τα πλοία που καταπλέουν στο νησί.
Εκεί γνώρισε και ο νεαρός μας ναύτης από την Κατερίνη την κοκκινομάλλα Κολομβιάνα καλλονή που του αιχμαλώτισε το νου και την καρδιά. Ήταν ψηλή και ντυμένη απλά κι άνετα, μ’ ένα σκούρο μπλε πουκάμισο, μπεζ σορτς και σανδάλια. Τα σφικτά στήθη της τσίτωναν το δροσερό ύφασμα και το σορτς μόλο που δεν ήταν προκλητικά κοντό, αποκάλυπτε ένα ζευγάρι μακριά ηλιοκαμένα πόδια στο χρώμα του μελιού. Τα μαλλιά της τα είχε τραβηγμένα πίσω, τυλιγμένα σε χοντρή κοτσίδα που έφτανε στους ώμους. Τα μάτια της ήταν σκούρα γαλάζια, η μυτούλα της αναιδής και τα χείλη της σαρκώδη και μισάνοιχτα. Ένοιωσε να βουλιάζει στα πανέμορφα υγρά της μάτια. Κάθε της βλέμμα, κάθε της άγγιγμα, ξυπνούσε μέσα του ένα ακατανίκητο πάθος, βάζοντάς τον σε πειρασμό. Δεν αστειευόταν μιλούσε σοβαρά και με ζέση γι αυτήν. Έκανε όνειρα να την στείλει στην πατρίδα του στην Ελλάδα.
«Πες σε παρακαλώ πως είναι δυνατόν να μπλεχτείς σε μια ιστορία που την θεωρώ φαντασιοπληξία;» Του απεύθυνε σοβαρά την ερώτηση ο Καμαρότος του πλοίου.
«Φαντασιοπληξία;» Μας κοίταζε έκπληκτος σαν να μην μπορούσε να πιστέψει την αντίδραση μας.
«Δεν είναι φαντασιοπληξία μου. Το κορίτσι είναι εκεί πέρα και με περιμένει.» Το δήλωνε και το πίστευε. Την ονειρευόταν ήδη στο αεροπλάνο με προορισμό την Θεσσαλονίκη. Τα γεγονότα που στην αρχή φαντάζουν μάλλον απλά, αρχίζουν και σκουραίνουν όταν ο εφήμερος έρωτας γίνεται υπαρξιακό συναίσθημα. Ο νεαρός μας ναύτης μέσα στο κεφάλι του φαίνεται να ζει τον δικό του μετά-εφηβικό και εντυπωσιακά ονειρεμένο κόσμο. Ποιες είναι οι λογικές συμβουλές και οι εναλλακτικές λύσεις που μπορείς να δώσεις σ’ ένα νεαρό που τον κατακλύζει το κεραυνοβόλο αίσθημα του έρωτα; Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η μετακίνηση του νεαρού μας ναύτη από τον λουλουδιάσμενο λιβαδότοπο της φαντασίας στην πραγματικότητα θα είναι ξαφνική και δυσάρεστη.
«Οι περισσότερες κοπέλες σ’ αυτά τα μέρη που συχνάζουν οι ναυτικοί ψάχνουν για κάποιον που θα του κάνουν παρέα για τις διακοπές τους. Ελπίζουν στη συνηθισμένη περίπτωση ότι θα βγάλουν κάποια καλά χρήματα και στην ακόμη καλύτερη ότι μπορεί και να είναι η ευκαιρία τους για να ξεφύγουν για λίγο από αυτή την κοινωνική μιζέρια που ζουν και να περάσουν ευχάριστα ...» Τον συμβούλεψε και πάλι ο καμαρότος.
Το πλοίο ήταν χρονοναυλωμένο στη πολυεθνική εταιρεία πετρελαιοειδών «SHELL» και τους επόμενους μήνες του χειμώνα εκτέλεσε τέσσερα συνεχόμενα ταξίδια μεταφοράς Αργού πετρελαίου από τις πετρελαιοπηγές της Νιγηρίας στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης και εφοδιασμού των διυλιστηρίων σto Willemstad του Κουρασάο.
Μερικούς μήνες αργότερα βρισκόμαστε στην αρχή της άνοιξης του επόμενου έτους και το συμβόλαιο ναύλωσης έχει τελειώσει μετά το τελευταίο μας ταξίδι στο Κουρασάο.
Είναι Κυριακή. Τις πρώτες απογευματινές ώρες η ένταση της απόγειας θαλάσσιας αύρας, ο «μπάτης» έχει αυξηθεί και η ένταση του ανέμου είχε αρχίσει να φουσκώνει την θαλάσσια επιφάνεια δημιουργώντας λευκό αφρό από κύματα. Τις ώρες εκείνες ο ασυρματιστής του πλοίου καταφθάνει στο σαλόνι κομίζοντας τα τελευταία νέα. Τα νέα μιλούσαν για προετοιμασία και ετοιμότητα του πλοίου να εκτελέσει ναύλο από Νιγηρία για Γένοβα Ιταλίας. Νέα απολύτως δυσάρεστα για τον πλοίαρχο μας. Ήταν μια πολύ δυσάρεστη εξέλιξη. «Ίσως είναι καιρός να φύγω για διακοπές.» Σκέφτηκε μεγαλόφωνα ο πλοίαρχος.
«Προς το παρόν δεν θα ήθελα να προχωρήσω σε καμία βιαστική ενέργεια διότι υπάρχει πάντα η έννοια του απρόβλεπτου, .» Ολοκλήρωσε τις σκέψεις του.
Όσο δυνατός και ψύχραιμος κι αν είναι κάνεις, υπάρχουν και κάποιοι που εντυπωσιάζουν μ' αυτή την απρόβλεπτη δυναμική τους και καταφέρνουν πάντα να μένουν ψύχραιμοι. Τον ζήλευα γι’ αυτό.
Με το ξημέρωμα της Δευτέρας νεώτερες πληροφορίες καθιστούσαν το πλοίο αδρομολόγητο.
(Κάθε πλοίο που ολοκλήρωσε τους όρους ναύλωσης του και είναι έτοιμο για νέα ναύλωση λέγεται αδρομολόγητο ή ελεύθερο.)
Νέες οδηγίες από την εταιρεία ήταν να πλεύσουμε με προορισμό προς Περσικό κόλπο με ενδιάμεση στάση στο λιμάνι του Κέιπ Τάουν που βρίσκεται στο ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας στη Νότια Αφρική για μερικές εργασίες συντήρησης και επισκευών. Ομολογουμένως ο πλοίαρχος ένοιωσε βαθιά ανακούφιση τη στιγμή εκείνη που παρέλαβε τις νέες οδηγίες μέσα στο αποκορύφωμα της σύγχυσης και της έντασης που υπήρξε το προηγούμενο διάστημα. Η ανακούφιση αυτή ήρθε στο μυαλό του σαν πουλάκι που ξεπετάγεται φτεροκοπώντας στον παγωμένο ουρανό, και η παγερή αίσθηση και τα μαύρα πανιά που είχαν κατακλύσει τον νου του τις τελευταίες ώρες έγινε ικανοποίηση.
Είχαν κυλίσει ήδη δυο εβδομάδες από τις τελευταίες οδηγίες και είχαμε μπει στα χωρικά ύδατα της Νοτίου Αφρικής. Θαυμάσια βραδιά, καθαρή ατμόσφαιρα, κοιτούσα έκθαμβος στον ουρανό και έμεινα άφωνος από το πόσο ξάστερος ήταν, με την θαλάσσια αύρα να γίνεται αισθητή σε όλα τα μήκη του πλοίου, προμηνύοντας την καινούργια αυγή που έρχεται.
Στην αρχή το φημισμένο ακρωτήριο ήταν μια μικρή κουκκίδα στο βάθος του νυκτερινού ορίζοντα, άρχισε να παίρνει σχήμα και μορφή καθώς πλησιάζαμε. Μόλις το πλοίο έφτασε στην είσοδο του μεγάλου περιβάλλοντος κόλπου έκοψε ταχύτητα, παρέλαβε πλοηγό και κατέπλευσε αργά αργά στο ευρύχωρο λιμάνι του Κέιπ Τάουν. Στο αγκυροβόλιο του λιμανιού ήταν αραγμένα αρκετά μεγάλα ποντοπόρα πλοία και πολλά γιοτ, επικρατούσε συνωστισμός και φασαρία, μέχρι να προσδέσουμε στην προβλήτα επισκευών.
Στο Κέιπ Τάουν στο πλοίο ναυτολογήθηκε επίσης άρτι αφιχθείς ο μάστρο Νικόλας, ένας νεαρός κρητικός, Τρίτος Μηχανικός. Μόλις πάτησε το πόδι του στο πλοίο βάλθηκε να καταπλήξει το υπόλοιπο πλήρωμα με τη αλέγρα φυσιογνωμία του. Δεν ήταν παρά η τρίτη ημέρα παραμονής στην επισκευαστική ζώνη και ο μάστρο Νικόλας δεν έδωσε σημεία ζωής για δυο ολόκληρα εικοσιτετράωρα. Ο ήρωας μας πηγαίνοντας στην εταιρεία τηλεφωνίας για να τηλεφωνήσει στην πατρίδα, γνώρισε, εντυπωσιάστηκε και μαγεύτηκε από την τραγουδιστική προφορά, τα πλούσια στήθη και τις υποσχέσεις της τρυφερής αλλά επίμονης νεαρής υπαλλήλου.
Οι κακές γλώσσες λένε ότι ο ιδιόρρυθμος κρητικός όλο αυτό το διάστημα που απουσίαζε δεν είχε σηκωθεί από το κρεβάτι παρά μόνο για τις σωματικές του ανάγκες. Το διάστημα που η νεαρή ήταν απασχολημένη στην εργασία της, η μητέρα της τον απασχολούσε στο κρεβάτι το νεαρό μας φίλο.
Τελείωσαν οι επισκευές απομακρυνθήκαμε από την προβλήτα και στραφήκαμε προς την έξοδο του λιμανιού. Πίσω μας τα έντονα φωτισμένα κτίρια της μεγαλούπολης άρχισαν να χάνονται αργά αργά μέσα στο ζοφερό σκοτάδι. Το πλοίο ανέπτυξε ταχύτητα καθώς κατευθυνόταν στον ανοικτό ωκεανό με προορισμό τον Περσικό κόλπο. Μπροστά μας το φεγγάρι ξεπρόβαλε πίσω από τα σύννεφα και εμείς αρμενίζαμε στο φωσφορικό του μονοπάτι.
Το πλοίο έφτασε ανοικτά από τα στενά του Hormuz το μεσημέρι της δωδέκατης ημέρας από την αναχώρηση μας από το Κέιπ Τάουν. Η θάλασσα ήταν λάδι, ο ουρανός είχε το χρώμα του ατσαλιού. Σκέφτηκα πως έχουμε σταθεί υπερβολικά τυχεροί σε ότι αφορά τον καιρό. Ήταν η εποχή της έναρξης των μουσώνων και η ένταση των ανέμων σ' αυτά τα μέρη φτάνει συχνά σε θυελλώδης καταστάσεις. Οι μουσώνες στη Αραβική χερσόνησο κρατούν μεγάλο χρονικό διάστημα με αποτέλεσμα η θάλασσα γίνεται πολύ επικίνδυνη ακόμη και για μεγάλα πλοία. Αφού επιλέξαμε, το κατάλληλο σημείο ρίξαμε την Άγκυρα στα εξήντα μετρά βύθισμα περίπου, τρία ναυτικά μίλια μακρυά από την πλησιέστερη ακτή και αγκυροβολήσαμε εν αναμονή ναύλου.
Έχουν ήδη περάσει δέκα μέρες και παραμένουμε στο αγκυροβόλιο άπραγοι εν αναμονή ναύλου.
Την δεκάτη ημέρα με το πρώτο φως της αυγής αποπλεύσαμε με την σωστική λέμβο του πλοίου που απομακρύνθηκε με νωχελική χάρη από το πλοίο βάζοντας πλώρη προς την πλησιέστερη βραχονησίδα, αρματωμένοι με αρκετά σύνεργα ψαρικής. Στα απόνερα της λέμβου αναρριπίζονταν φωσφορικοί ιριδισμοί, σαν διαμαντένιο κομπολόι πάνω στα γαλάζια νερά.
Ήταν ένας άτυπος διαγωνισμός ψαρέματος για μια παρέα έξι ατόμων. Μια μικρή ανάπαυλα να ξεφύγουμε από τα συνηθισμένα και καθημερινά. Ο ήλιος έγερνε προς τη δύση τώρα, μια μεγάλη πυρακτωμένη σφαίρα στον καθαρό ουρανό, έβαφε πορτοκαλή τον ορίζοντα και ρόδινη τη στιλπνή επιφάνεια των βράχων. Είχαμε ψαρέψει όλη μέρα ο ένας πλάι στον άλλο κουτσομπολεύοντας τους συναδέλφους μας και σχολιάζοντας διάφορα θέματα που μαθαίναμε από το ραδιόφωνο. Το μόνο που ακουγόταν ήταν ο παφλασμός των κυμάτων πάνω στα βράχια του νησιού, αναμειγμένος με τον ήχο από τα θαλάσσια θηλαστικά. Μερικά ιστιοπλοϊκά σκάφη ήταν ακόμη έξω ανοικτά, μακρινές σκιές κάτω από τον καυτό ήλιο του δειλινού στο νερό που είχε ένα εκτυφλωτικό μπλε σμαραγδένιο χρώμα, αποτέλεσμα ίσως των ορυκτών κοιτασμάτων στον κοραλλένιο βυθό, μια απόχρωση που θα νόμιζες ότι υπάρχει μόνο στις διαφημίσεις.
Υπήρχε μόνο ένα μικρό πρόβλημα. Ανέμενε κατ' αρχήν την δικαστική εξέλιξη με τα ασφάλιστρα από το «ολική απώλεια» του σκάφος του στην Αδριατική θάλασσα και λόγω της εκκρεμότητας αυτής υπήρχε δυσκολία να προστρέξει σε τράπεζα για δάνειο. Γνωρίζοντας ότι τόσο εγώ όσο και ο Τρίτος πλοίαρχος με σκληρή δουλειά στο πλοίο είχαμε αποκτήσει ένα μικρό «κομπόδεμα» στην τράπεζα, το οποίο ήταν εν γνώσει του. Μας ζήτησε την συνδρομή στο επιχείρημα του με την ανάλογη συμμετοχή μας σ' αυτό το επιχειρηματικό σχέδιο. Να συμμετάσχουμε τόσο οικονομικά όσο και στην επάνδρωση του. Ακούγοντας την πρόταση του πλοιάρχου θα πρέπει να παρουσίαζα κωμικό θέαμα έτσι όπως έχασκα με το στόμα ορθάνοιχτο, γιατί άκουσα διπλά μου το πνιχτό γέλιο του Τρίτου πλοιάρχου.
Το αποτέλεσμα ήταν η επαγγελματική συνεργασία μας σε εταιρική βάση έμεινε μόνο στους διαλόγους, ναυάγησε από δική μου και μόνο άρνηση να συμμετάσχω στο εγχείρημα, και η δίκη μου άρνηση παρέσυρε στη συνέχεια και τον Τρίτο πλοίαρχο να αρνηθεί με αποτέλεσμα και η απόκτηση του πλοίου δεν έλαβε αίσια κατάληξη παρά την έντονη επιμονή του πλοιάρχου μας.
«Ο καθένας εις το είδος του και ο Λουμίδης στους καφέδες». Λέει η διαχρονικά και πάντα επίκαιρη διαφήμιση.
