ADS

click to open

Παρασκευή 4 Αυγούστου 2023

H Gynaika Kai O Molieros

Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία Ι: (Part:1)....
«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας του συγγραφέα. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες .....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία Ι: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία Ι (Part..1)»
..........Ο Αλκιβιαδης νιώθει επώδυνο το συναίσθημα της ενοχής για την εξωσυζυγική σεξουαλική του απιστία! Νιώθει ότι ήταν σφάλμα να αναζητήσει αυτό το πάθος από μία εξωτερική πηγή και με αυτό που έπραξε τα κατάφερε να έλθει σε σύγκρουση με το σύστημα αξιών τους και τις απόψεις τους περί οικογενείας και την πράξη αυτή τη βιώνει ως προσωπικό τραύμα.
Η γοητεία του σεξ δείχνει την ανάγκη αυτό που το σώμα του ζητάει να αφυπνίσει τον εγκέφαλο του. Η νόηση του όμως και η συνείδηση του έχει τα δικά της όρια. Είναι σαν να λέει στη σύντροφο του: «Δεν είσαι αρκετή για μένα». Και αυτό του είναι πολύ σκληρό για να σκεφτεί να την απατήσει ξανά. Το ψυχολογικό βάρος που σήκωσε μετά την απιστία δεν αξίζει για κανέναν λόγο τελικά, για μερικές στιγμές ευχαρίστησης, κι αυτό τον κάνει να νιώθει πολύ άσχημα. Θεωρεί πιο σημαντικό το δέσιμο και την εμπιστοσύνη στο δεσμό τους από μία εφήμερη απόλαυση, ακόμη και εάν ο νέος σύντροφος είναι πιο σέξι, πιο επιθυμητός, πιο περιπετειώδης, και η ερωτική δίνη που υπόσχεται είναι πολλών μποφόρ.
Η εικόνα όμως της συμπεριφοράς της Ανδρομάχης του έχει δημιουργήσει έντονο προβληματισμό καθώς είναι διάχυτη η αίσθηση του ότι «κάτι» συμβαίνει. Όταν μάλιστα, στην περίοδο που αυτός της δείχνει να την θέλει αρκετά σεξουαλικά εκφράζοντας με θόρυβο το παράπονό του ότι «τον πάει στη γωνία», βλέποντας τις προτεραιότητές της, χωρίς το σεξ! Αυτό το «κάτι» του μεταδίδει ταυτόχρονα και ένα μήνυμα στην αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμησή του. Είναι σαν να του λέει εμμέσως ότι δεν την ελκύει πια, δεν τα βρίσκουν πλέον στο σεξουαλικό, δεν καταφέρνει να της ξυπνά την ερωτική επιθυμία.
Αποφασίζει πως είναι καιρός να συζητήσει για το πρόβλημα που τον απασχολεί με ένα φίλο από τα παλιά, έναν θαλασσόλυκο καπετάνιο που τον θεωρεί αυθεντία στα ερωτικά.
Η αυθεντία με το κύρος του, σαν έτοιμος από καιρό προσπαθεί να του δώσει τη λύση.
Αρχίζει από το χειρότερο αλλά πιθανό σενάριο που μπορεί να συμβαίνει.
«Καλέ μου φίλε, τα πράγματα είναι απλά στη ζωή. Μην σε πιάνει πανικός! Μείνε ψύχραιμος. Γιατί μάλλον υπάρχει άλλος.» Τον συμβουλεύει και σαν άλλος επιθεωρητής Κλουζώ εν δράσει του αναλύει τα σημάδια.
Παρά την επικρατούσα άποψη ότι ο άνδρας είναι ο κυνηγός και η γυναίκα το θήραμα, συνήθως γίνεται το αντίθετο. Η γυναίκα, σε αντίθεση με τους άντρες, όταν ερωτεύεται δίνει ψυχή και σώμα. Αν λοιπόν έχει ενθουσιαστεί με κάποιον άλλον, μην περιμένεις να κάνει σεξ μαζί σου, τουλάχιστον όχι με την καρδιά της. Το μυαλό της είναι αλλού και δυστυχώς για εσένα εκεί ακριβώς θα επιθυμούσε να είναι και το σώμα της.
Και γιατί να κάνετε σεξ, αφού εκείνη αντλεί ικανοποίηση  από αλλού;
Ακόμα και αν δεν είναι άπιστη, ακόμα και αν δε σε έχει κερατώσει, σίγουρα το ερωτικό στοιχείο μεταξύ σας έχει εξασθενήσει υπερβολικά πολύ.
Έχει μούτρα, αποφεύγει να σε κοιτάξει στα μάτια, μιλάει ελάχιστα. Είναι φανερό πως με κάτι είναι ενοχλημένη, ωστόσο, δεν μπαίνει στη διαδικασία να στο εξηγήσει όσες φορές κι αν εσυ ρωτήσεις «τι έχεις;». Δεν είναι νάζι, δεν είναι κοριτσίστικη ιδιοτροπία, δεν είναι τακτική ή στρατηγική. Είναι μια κουρασμένη γυναίκα που έχει βαρεθεί να τονίζει το αυτονόητο. Τι τής απομένει; Τα μούτρα η έχω πονοκέφαλο! Δεν υπάρχει εραστής, φίλος ή σύζυγος που δεν έχει ακούσει έστω για μια φορά τη δημοφιλέστερη δικαιολογία για να μην κάνει μια γυναίκα σεξ. Η αλήθεια είναι προφανώς πως απλά δεν θέλει. Γιατί, τότε, δεν το λέει. Και πάλι ενοχικά σύνδρομα, κατάλοιπα παλαιότερων γενεών, είναι η αιτία. Η γυναίκα θέλει να σερβίρει την απόρριψη ευγενικά, ώστε να σε πληγώσει όσο γίνεται λιγότερο. Το «έχω πονοκέφαλο» είναι σαφώς ηπιότερο από το «δεν θέλω ούτε να με αγγίξεις σήμερα», δεν βρίσκεις;
Τώρα αν είσαι άτυχος και πέσεις σε μία τέτοια γυναίκα, θα σε έχει σίγουρα βασιλιά, αλλά ψάχνε κάθε τόσο το κεφάλι σου!
Η εμφάνιση και γενικότερα η παρουσία δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο, καθώς δεν είναι λίγες οι φορές που μπορεί να δούμε μία γυναίκα σεμνή και χαμηλοβλεπούσα και μετά από λίγο να μάθουμε ότι έχει κάνει τα τέρατα!
Να ξέρεις, ότι όλες οι γυναίκες, ότι εμφάνιση κι αν διαθέτουν, έχουν τουλάχιστον έναν θαυμαστή στο περιβάλλον τους ο οποίος παρά το γεγονός ότι γνωρίζει ότι είναι δεσμευμένες, τις πολιορκεί διακριτικά. Δεν είναι πρωτοφανές, όσο κι αν σου ακούγεται περίεργο, μια γυναίκα μέσα στην πορεία της ζωής ενός γάμου να χάσει το σεξουαλικό ενδιαφέρον χωρίς όμως να χαθεί η συναισθηματική αναγνώριση και η αγάπη προς τον σύντροφο της, έχοντας όμως διαχωρίσει τη σεξουαλικότητα από τη συναισθηματική επαφή.
Μάλιστα όλες αυτές που συνειδητοποιούν ότι δεν έχουν πια το σεξουαλικό ενδιαφέρον για τον σύντροφό τους, δεν σημαίνει ότι έχουν μπει οι ίδιες σε σεξουαλική σιγή, καθώς μόλις αποκτήσουν καινούργιο σύντροφο, η λίμπιντο επιστρέφει στα ύψη.
Ένας φίλος μου ταξιδιάρης και φιλόσοφος του δρόμου μου ’χε πει κάποτε ότι «οι γυναίκες έχουν δυο ηλικίες, τις ανέραστες που γεννήθηκαν γριές και τις ερωτιάρες που είναι και μένουν πάντα νέες. Δεν έχει σημασία η ηλικία τους αλλά ο πόθος και το πάθος τους για έρωτα. Αυτό δεν έχει σημασία με την μούρη αλλά με την ψυχή τους. Κι είχε δίκιο, μια φορά είδα εξηντάρα να παίρνει παρτούζα δυο αρσενικά και να τους κάνει να φτύνουν τις μάνας τους το γάλα.
Και οι στατιστικές, σαφέστατες! Σύμφωνα με την πιο έγκυρη, το εξήντα πέντε τα εκατό των γυναικών ομολογούν πως έχουν απατήσει τους άντρες τους.
Και μήπως είναι σίγουρο το άλλο τριάντα πέντε; Αυτές απλώς δεν το λένε!
«Αφού το κάνει αυτή γιατί να μην το κάνω κι εγώ;» φαίνεται να σκέφτονται όλο και περισσότερες γυναίκες.
Με τέτοια συντριπτικά ποσοστά, μάλλον κάποια ανυπέρβλητη ανάγκη οδηγεί όλες αυτές τις γυναίκες στην απιστία ή ακόμα και η ίδια η φύση. Κανένα ζώο δεν είναι εκατό τοις εκατό μονογαμικό στο εκατό τοις εκατό της ζωής του. Πόσο εύκολο είναι να αντισταθεί στα «γραμμένα» του DNA της; Ίσως, τελικά, η μονογαμία να επιτυγχάνεται μόνο μέσω μοιχείας.  Και να μην ξεχνάς την κλειτορίδα ως το μοναδικό όργανο που είναι σχεδιασμένο αποκλειστικά για ευχαρίστηση, καθώς διαθέτει 8.000 νευρικές απολήξεις, διπλάσιες από αυτές του πέους. Η κλειτορίδα είναι η Ιερή, η Μεγάλη πιστοποίηση της γυναίκας ως σεξουαλικού όντος. Μητέρα του οργασμού, απαράβατο κέντρο λατρείας και φροντίδας από το οποίο πηγάζουν ανεκτίμητης ορμής ποτάμια, ηλεκτρισμένα, σχεδόν θανατηφόρα. Πώς αλλιώς; Αφού μιλάμε για το γυναικείο ανάλογο του πέους.
Είναι γνωστός ο μύθος που καταδιώκει επί αιώνες τη γυναικεία σεξουαλικότητα.
..........«Ο μύθος θέλει το μάντη Τειρεσία να τυφλώνεται από το εκδικητικό μένος της θεάς Ήρας, όταν τόλμησε να μην τη στηρίξει στη διαμάχη της με το Δία σχετικά με το ποιος έχει τον πιο έντονο οργασμό -ο άντρας ή η γυναίκα. Όταν εκείνος δήλωσε με βεβαιότητα ότι ο γυναικείος οργασμός είναι πολλάκις πιο ισχυρός από τον αντρικό, η Ήρα, νιώθοντας ότι ο Τειρεσίας πρόδωσε το πιο απόκρυφο γυναικείο μυστικό, τον τύφλωσε.»......
«Δηλαδή μου λες είναι αναπόφευκτο..... έρχεται η μέρα, λοιπόν.... που κάποια στιγμή στη ζωή μας η απιστία μας χτυπάει την πόρτα; Όλοι κάποια στιγμή θα κερατώσουμε ή θα κερατωθούμε;» Ρητορικό το ερώτημα του στον ειδήμονα.
Γι' αυτόν είναι δύσκολο να πιστέψει ότι υπάρχει χώρος για απιστία σε μια φυσιολογική σχέση, όπου κυριαρχεί η αγάπη.
«Και να ξέρεις» του τόνισε απτόητος την συνέχεια της ανάλυσις ο θαλασσόλυκος.
Φυσιολογικοί άνθρωποι δεν υπάρχουν, είναι ένας μύθος η κανονικότητα. Όταν οι «μάσκες πέφτουν» παύουν να είναι όλα καλά και φυσιολογικά. Ακόμα κι εκείνος που σου φαίνεται τόσο κανονικός, τόσο απλός, κρύβει στην ντουλάπα του σκελετούς και δυναμίτες, πτώματα, ενοχές και πόθους.
Οι μόνοι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι αυτοί που δεν γνωρίζουμε.......
«Γεννηθήκαμε άπιστοι!» Το σεξ δεν αποδέχεται την ηθική γιατί το σεξ είναι και ανήθικο και ακόλαστο. Δεν μπορείς να το μετρήσεις με όρους ηθικούς. Μπορεί να δώσει κάποιος εντολή σε μία επιθυμία που είναι «πρωτόγονη!» όχι!
Γνωρίζουμε τη διάσημη αυτή φράση του Freud, ο οποίος έπειτα από τριάντα χρόνια μελέτης της γυναικείας ψυχής, δεν κατόρθωσε να απαντήσει στην ερώτηση «τι θέλει η γυναίκα». 
Ο εραστής δεν ρωτάει πολλά. Να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα. Δεν θέλουν να γίνουν φιλαράκια, ούτε θα λύσουν την οικονομική κρίση. Δεδομένου του περιορισμένου χρόνου, εστιάζουν στο θέμα που τους αφορά: το sex. Ταυτόχρονα υπάρχει μια ζωώδης αλήθεια της γυναικείας επιθυμίας.! Ο εραστής της βγάζει τον πιο ακομπλεξάριστο εαυτό της και δεν αφήνει χώρο σε ντροπές και στερεότυπα. Τα «μη», τα «όχι» και τα «πρέπει» τα έχει ήδη. Αυτό που αναζητά είναι να απελευθερωθεί από κανόνες και περιορισμούς, της αρέσει η ελευθερία να πειραματίζεται να εξερευνά και να ικανοποιεί όλες τις σεξουαλικές της ανάγκες και φαντασιώσεις με τον εραστή από ότι με τον σύντροφο της. 
Ο εραστής δεν κάνει σχέδια για το μέλλον. Το πιο πιθανό είναι ότι το μέλλον του είναι ήδη τόσο γεμάτο από σχέδια, που δεν χωράει ούτε ένα μικρό σκίτσο. Περιορίζονται λοιπόν στο σχέδιο της επόμενης συνάντησης – εκτός απροόπτου δηλαδή.
Και αν είναι και νεαρός είναι καλύτερος. Οι λόγοι είναι προφανείς: δεν έχει προβλήματα στύσης, τον ενδιαφέρει ο γυναικείος οργασμός περισσότερο από το δικό του, και δεν θα τη δει ποτέ στα σοβαρά.
Ο Αλκιβιάδης δεν είχε ποτέ του αμφιβολίες για την πίστη της Ανδρομάχης του, ποτέ δεν ένοιωσε ανησυχία για τη σχέση τους. Αλλά διάβολε σήμερα ο θαλασσόλυκος κατόρθωσε να του δημιουργήσει αμφιβολίες και σύγχυση.
Ερωτήματα πολλά. «Τι έχεις να πεις προφέσορα;» Ρώτησε με απορημένο ύφος.
«Δηλαδή;»
«Τι γνώμη σου ζητάω»
«Μου βάζεις δύσκολα. Δεν κάνω μαντείες πάνω από μια γυάλινη σφαίρα, δεν έχω ικανότητες θείας αποκάλυψης ούτε πιστεύω σε μυστικιστικές ενοράσεις. Μου είναι αδύνατο να πω σε κάποιον ποιο άλογο θα κερδίσει στον ιππόδρομο, πόσα χρόνια θα ζήσει η αν η γυναίκα του τον απατά. 
Δεν υπάρχει ξεκάθαρη απάντηση. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να πω να μη το παίρνει και κατάκαρδα αδελφέ μου αν η γυναίκα κάποιου τον απατά. Άμα νοιώσει ο κερατάς τη γλύκα του κεράτου, μέλι και γάλα γίνεται με τη νοικοκυρά του. Πολλοί είναι αυτοί που κρέμασαν τη φωτογραφία τους παραδίπλα στα πορτρέτα των πιο διάσημων της ιστορίας με το θέμα αυτό. Ήφαιστος, Αγαμέμνονας, Μενέλαος, κι άλλων ενδόξων.»  Του λέει με ένα δραματικό-κοροϊδευτικό ύφος και του κλείνει το μάτι φιλικά . Ήταν φανερό ότι ο θαλασσόλυκος διακωμωδεί τις καχυποψίες του Αλκιβιάδη.
«Σόρυ φίλε μου που στα λέω χύμα, αλλά έτσι δουλεύει η ζωή. Τι να κάνουμε; Και μήνυση να της κάνεις δεν αλλάζει.»
«Πως το είπες το ποσοστό έξι στις δέκα; Κι εγώ θα είμαι η εξαίρεση;» Αναρωτήθηκε μέσα από τα δόντια του ο Αλκιβιάδης. Φαίνεται ότι το κοροϊδευτικό ύφος του θαλασσόλυκου δεν γαληνεύει την ψυχή του. Αντίθετα του δημιουργεί ανησυχία με έντονη καχυποψία.
Εδώ και καιρό γνωρίζει ένα ζευγάρι αγαπημένο, με ζωή ασυννέφιαστη. Και ξαφνικά μαθαίνει πως η κυρία πηδιέται σα σκύλα. Ο αφελής σύζυγος την κοιτάει στα μάτια.
Συμβαίνει βέβαια και το αντίθετο. Αλλά αυτό δεν τον αφορά. Συνέχισε τις σκέψεις του.
Να την ελέγξει, του είναι αδιανόητο. Το θεωρεί αναξιοπρεπές. Την αγαπάει και την σέβεται. Δεν διανοήθηκε ποτέ να την αμφισβητήσει. Αλλά το βράδυ, όταν του αρνείται την αγκαλιά της αρχίζει να αναρωτιέται: «Κι αν;» Θα ήταν τόσο φυσικό.
Εδώ που τα λέμε, το αντίθετο είναι αφύσικο. Αφού η συντριπτική πλειοψηφία αυτό κάνει. Αποκλείεται αυτός να είναι η εξαίρεση! Αλλά δεν είχε και καμία ένδειξη.
Απλώς νοιώθει ότι η σεξουαλική καμπή στη σχέση τους μπορεί και να οφείλεται στο ότι η Ανδρομάχη του έχει αφοσιωθεί στα παιδιά τους. Τα έχει σε πρώτο πλάνο.
Το αντιλαμβάνεται. Αυτή είναι η φύση. Είναι απολύτως λογική αυτή η εξέλιξη στις σχέσεις ... είναι αναπόφευκτη..... η ερωτική επιθυμία μπαίνει σε τροχιά ύφεσης, και προσπερνά ότι είναι σημαντικό στον γάμο της να κρατά ζωντανή την επικοινωνία και τον ποιοτικό χρόνο με τον σύντροφό της.
Αυτός την εξωσυζυγική σχέση την θεωρεί κατάσταση νοσηρή, να είναι μ’ έναν άνθρωπο που τον αγαπά, τον πονά και τον φροντίζει ως τον σύντροφό του και ταυτόχρονα να υποστηρίζει καινούργιες συγκινήσεις πού γεμίζουν το κενό του και να γεύεται την ηδονή και τη σεξουαλική απόλαυση με κάποιον άλλον. Δεν το μπορεί.... ώστε η ιδέα της απιστίας δεν του περνάει καν από το μυαλό ή τον αγγίζει τόσο λίγο που δεν έχει σημασία.
Πως το είχε νοιώσει με την Ναυσικά; «Σκατά».
Εκτός φυσικά, όταν πρόκειται για τις προσωπικές του στιγμές.
Το μυαλό του πλάθει εικόνες νοητές, και απόλυτα πιπεράτες..... το ερωτικό του πάθος τρέφεται από εικόνες --με φανταστικές ερωμένες--.
Σ' ένα λιμάνι με ομίχλη και σκούρα λυπημένη θάλασσα. Καράβια που σφυρίζουν ασταμάτητα και όμορφες γυναίκες. Γυναίκες γεννημένες για να σε μεθύσουν με τις ομορφιές τους, να σε περιμένουν με την ανάγκη να αγαπηθούν παράφορα, να τους κάνει κάποιος έρωτα. Κι αυτός ν' ανάβει και να σβήνει στην αγκαλιά τους...... νιώθει ότι βρήκε τον παράδεισο και την κόλαση στο πρόσωπό τους!
«Και τώρα Μούσα Ερατώ,
έλα κοντά μας
και πες μας πώς ο Ιάσονας ...
έφερε το χρυσόμαλλο Δέρας...
από τον ερωτά του στη Μήδεια ...
γιατί έχεις τις χάρες
της Κύπριδας Αφροδίτης...
και φέρνεις τη μαγεία
στα ανύπαντρα κορίτσια...»
Μούσα εκείνες τις στιγμές μπορεί να είναι η ίδια η Ανδρομάχη του.
Είναι το εισιτήριο εκείνης που θαυμάζει, εκστασιάζεται και αποκαλύπτει τις βαθύτερες σεξουαλικές του ορμές όταν μπαίνει ως στόχος στο μυαλό του και στις σεξουαλικές φαντασιώσεις του. Η νύκτα χαϊδεύει τα όνειρα και η σιγαλιά τις σκέψεις.
Ερευνά άσεμνα και ακόλαστα...... βγάζοντας στην επιφάνεια τις πρωτόγονες απόκρυφες παρορμήσεις του, με λατρευτική αφοσίωση, σαν να προσπαθεί, να έλθει σε σωματική επαφή μαζί της.
Παραδομένος στο πάθος του με αυθάδεια σεργιανούσε σε λιβάδια διονυσιακής μέθης και ηδονής.
Ανακουφισμένος χαλάρωσε, και με αργές, νωχελικές κινήσεις αναχωρεί για την κρεβατοκάμαρα τους.
Μια μεγάλη έκπληξη, σαν πειρασμός ακάλεστος ήρθε να ταράξει την τρικυμισμένη τον τελευταίο καιρό είναι αλήθεια ερωτική τους σχέση. Μα η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις. Κάποιες στιγμές μάλιστα κάποια περιστατικά μας προκαλούν απρόσμενη έκπληξη και μας αφήνουν γεμάτους απορία.
«Άργησες!», του είπε η γοητευτική συντροφος του με ναζιάρικη φωνή, κάνοντας αυτά τα «κουταβίσια μάτια», όλο χάρη και γοητεία, όταν τον είδε να ξεπροβάλλει στην πόρτα του δωματίου.
«Μουτράκια μωρό μου και αργείς να έλθεις στο κρεβάτι τα βράδια;» του λέει χαδιάρικα.
Ασφαλώς, δεν τόλμησε να τις εκμυστηρευτεί τις μύχιες σκέψεις του και περιορίστηκε μονάχα στο ν' αρνηθεί. «Όχι βέβαια! Γιατί να το κάνω αυτό;»
«Μα δεν με πλησιάζεις τελευταία στο κρεβάτι, ούτε καν αναφέρεις κάτι.» Του λέει.
«Απλά σέβομαι τις επιθυμίες σου οι οποίες τελευταία δεν συμπεριλαμβάνουν το κομμάτι αυτό της συμβίωσής μας.»
Ωστόσο, η Ανδρομάχη δεν είναι από εκείνες που παραδίνονται στον «εχθρό» αμαχητί. Είχε, λοιπόν, έτοιμο το «καρφί» που του το πέταξε στη συνέχεια:
«Αυτό, κούκλε μου, µου το λες τώρα ως απειλή;.»
Η αλήθεια είναι ότι αυτός τα έχει χάσει μπροστά στον απροκάλυπτο τρόπο που η σύντροφος του ερωτοτροπεί απόψε. Στα μάτια της που του χαμογελούσαν μελιστάλαχτα, διακρίνεται διάχυτος ερωτισμός, αρκούντως ερεθιστικός…. «πολλά υποσχόμενος.»
Η Ανδρομάχη με όλη την ομορφιά της απλώθηκε στο κρεβάτι σαν γάτα, αισθησιακή και νωχελική, επιτρέποντας στο σεντόνι που κρατούσε δήθεν από ντροπή να γλιστρήσει, αποκαλύπτοντας ωστόσο με ακριβή και προσεχτική επιμέλεια, κάποιες γωνιές του κορμιού της, ασφαλώς για να φαίνεται πιο προκλητική και να μπορεί να διεγείρει την φαντασία του καλύτερα, ξυπνώντας μέσα του όλα τα «άγρια» και «ατίθασα» ένστικτα του έρωτα.
Η ατμόσφαιρα, το όλο κλίμα που δημιουργείται και η σκηνή με το σεντόνι κινητοποιεί τη φαντασίωση του και τον προετοιμάζει για το θέαμα που θα επακολουθησει. Η γοητεία της αποπλάνησης βάζει ξανά τη σύντροφο του στο ερωτικό παιχνίδι όπου αρχίζει να αναζωογονείται, να έχει ενέργεια, και όλα αυτά σε αντίθεση με τον τελευταίο καιρό όπου  στη σχέση τους επικρατούσε ηρεμία και ρουτίνα, και η ερωτική επιθυμία είχε μπει στο ντουλάπι.
«Μήπως ενοχλώ τη βραδινή σου ηρεμία και ρουτίνα;»
Ένα πονηρό χαμόγελο ανέβηκε στα χείλη της, καθώς έλεγε: «Αγάπη μου! Σε διαβεβαιώνω, δεν έχω ενοχληθεί στο ελάχιστο. Ίσως θα θέλεις να μου κάνεις παρέα.»  και απόμεινε εσκεμμένα σιωπηλή για μια στιγμή.
Ο Αλκιβιαδης χαμογέλασε όχι με ιδιαίτερη ικανοποίηση. «Πολύ δελεαστική προσφορά!» Αγνοώντας τη προκλητική στάση της Ανδρομάχης προσπαθώντας να ξεπεράσει τη νευρικότητά του και να εξηγήσει τις συνθήκες αυτής της απρόσμενης έκπληξης.
«Το διασκεδάζεις, να με πειράζεις απόψε! Κάνω λάθος;» 
«Το διασκεδάζω πολύ. Μη μου πεις, αγάπη μου, ότι είσαι κουρασμένος!»
«Γιατί ρωτάς μωρό μου;»
«Γιατί απόψε έχουμε πολλή δουλειά.» Του ψιθύρισε ναζιάρικα.
Αχ, μούσα μου! Εσύ που τα βλέπεις και όλα τ’ ακούς! Και τι δεν θα έδινε στ’ αλήθεια για να της πει ότι όντως είναι κουρασμένος. Ότι η μούσα τον είχε κάνει πτώμα. Όμως, για τίποτα στον κόσμο δεν θα της έλεγε κάτι τέτοιο. Είναι απαράβατος κανόνας, ποτέ του να μην υποπέσει σ’ αυτό το σφάλμα. Να προβεί δηλαδή σε μια ανάλογη «ομολογία» απέναντι στη γεμάτη σφρίγος και ζωντάνια σύντροφο του, όταν της αρέσει να τον σκανδαλίζει, να τον σαγηνεύει, να ξυπνάει μέσα του τις πιο απόκρυφες επιθυμίες. Δεν είπε τίποτα, μόνο σήκωσε ελαφρά το σεντόνι και γλίστρησε αθόρυβα στο κρεβάτι δίπλα της. Το χέρι της άρχισε να διατρέχει το σώμα του, κινούμενο «επικίνδυνα» προς τις «κάτω περιοχές», αυτές τις «άκρως ανδρικές»!
«Ουπς! Τι έχουμε εδώ; Σαν μαραμένη γλαδιόλα είναι αγάπη μου.»
Αυθόρμητα, δίχως σκέψη και προετοιμασία ενέδωσε στο πειρασμό να πάρει το αίμα της πίσω για τις προσωπικές αιχμές που της απηύθυνε με αιχμηρό τρόπο στη τελευταία σύγκρουση τους για τη σεξουαλική συμπεριφοράς της, καθώς είχε θέσει υπό ενοχή την ηθική της.
«Η γυναίκα είναι πάντα έτοιμη για την εκδίκηση της» είπε κάποτε ο Μολιέρος
Είχε την ευκαιρία της να πάρει τη προσωπική «εκδίκηση» που αφήνει υπέροχη γεύση σε όποιον τη γεύεται, και το έπραξε με τον πιο «γλυκό» τρόπο που τον ξεσήκωνε σεξουαλικά.
«Ήθελες να με γαμήσεις ε! Με τι;» Του λέει καθώς έτριβε το μαραμένο του πέος στα κωλομέρια της.
«Σου σηκώνεται καθόλου; Πόσο καιρό έχει να σου σηκωθεί άχρηστε; Παραδέξου ότι δεν μπορείς !»
Αποφασισμένη να παρατείνει το πιάτο της εκδίκησης που τρώγεται κρύο….. πετάει το σεντόνι από πάνω της και μένει ολόγυμνη μπροστά στα έκπληκτα μάτια του, με τα πόδια της ανασηκωμένα και ορθάνοιχτα, με τα χέρια της να πιάνει το ...........



Τρίτη 25 Ιουλίου 2023

H Bolta Sto Attiko Parko Akirothike

«Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ.» .....(Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας.....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1))
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).....
.....Έμεινε ακίνητη με τα μάτια ανοιχτά τέντωσε τ’ αυτιά της περιμένοντας ν' ακούσει τις φωνές από τα τρυφερά βλαστάρια της κάτω στη μεγάλη αυλή τους. Επικρατούσε τόσο πολύ ησυχία που μπορούσε να ακούσει το θόρυβο από τα αυτοκίνητα που διέσχιζαν στο βάθος της συνοικίας την κεντρική λεωφόρο. Από τις προηγούμενες ημέρες είχε υποσχεθεί στα παιδιά μια εκδρομή στο Αττικό πάρκο. Το συνήθιζε να επιβραβεύει τους λατρεμένους της μπόμπιρες για την καλή τους συμπεριφορά. Το θεωρεί ότι είναι ο καλύτερος και αποτελεσματικότερος τρόπος για να τα βοηθήσει να αποκτήσουν καλές συνήθειες. Πίστευε ότι η επιβράβευση της καλής συμπεριφοράς είναι προτιμότερη από τη διόρθωση της κακής. Το Αττικό πάρκο είναι ένας χώρος για αναψυχή με καθαρό αέρα. Να διασκεδάσουν λοιπόν τα μικρά της στο ζωολογικό κήπο και η ίδια να αποφορτίσει το μυαλό της από τις «ένοχες» σκέψεις και επιθυμίες.
Φόρεσε ένα  ψηλόμεσο τζιν που «αγκαλιάζει» το σώμα της, κάνοντας άψογη εφαρμογή ένα κομμάτι που τόνιζε με κομψό και θηλυκό τρόπο τις καμπύλες της καθώς τέτοιου τύπου παντελόνια κολακεύουν όλους τους σωματότυπους. Η Εριφύλη το συνδύασε με Navy Μπλε πουκάμισο και τα λευκά της γυναικεία Sneakers παπούτσια. Έριξε μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη, έμεινε ικανοποιημένη από το είδωλο της και βγήκε στο μπαλκόνι να δει στην αυλή τους αν έχουν ξυπνήσει τα παιδιά.
Τον πρώτο ζωντανό πλάσμα που βλέπει είναι απέναντι ο γείτονας της ο Μιλτιάδης που βολτάρει νευρικά στην βεράντα του. Με απόλυτη ψυχραιμία του απευθύνεται σαν να τον  βλέπει πρώτη φορά σήμερα.  Ο Μιλτιάδης μόλις την είδε γύρισε να την κοιτάξει. Είναι εντυπωσιακή σκέφτηκε παρ' όλο που δεν ήταν πρώτη που την έβλεπε! Έχει κάτι απροσδιόριστο πάνω της που την κάνει πολύ ελκυστική.
«Καλημέρα γείτονα.»
«Καλημέρα γειτόνισσα.» 
«Πως και είσαι εδώ σήμερα; Η Ναταλία μου είπε ότι θα ταξιδεύατε οικογενειακώς στη Σαλαμίνα το Σαββατοκύριακο.»
«Ναι έτσι ήταν στο πρόγραμμα.  Αλλά αναπάντεχα είχα να μικρό ατύχημα στο πόδι μου, όχι τίποτα σπουδαίο και έμεινα για να μην το κουράσω.»
«Περαστικά σου.»
«Ευχαριστώ. Βρε Εριφύλη. Μήπως σου βρίσκεται κανένα τσιγάρο; Ξέρεις τον πόνο του να θες ένα ρημάδι τσιγάρο και να μην έχεις.» Της λέει με παραπονιάρικη φωνή.
Ο Μιλτιάδης είναι συστηματικός τρακαδόρος,  σπάνια παίρνει δικό του πακέτο επειδή διατείνεται μονίμως πως δεν καπνίζει, άντε να καπνίσει καμιά φορά και τότε αρχίζει: «Να σου πάρω μωρέ ένα τσιγάρο;». Κι το ‘χει συνήθεια να παίρνει ένα τσιγάρο από τον ένα φίλο του κι ένα τσιγάρο από την άλλο.
«Ναι βρε Μιλτιάδη! Τι ρωτάς; Περίμενε ένα λεπτό. Μόνο μην μας πάρει χαμπάρι η ΕΣΑ.»
ΕΣΑ εννοεί τον πατέρα της. 
Η Εριφύλη καπνίζει καμιά φορά κρυφά από τον πατέρα της. Τον λατρεύει και δεν θέλει να τον στεναχωρεί με τις ατασθαλίες της.
Κατέβηκε στο πλατύσκαλο της σκάλας να του δώσει το τσιγάρο. Εντάξει η Εριφύλη είναι ωραίο και πολύ σέξι θηλυκό που έχει ως δυνατό της σημείο το στήθος της. Πολύ ωραίο όλο της το κορμί, καταπληκτικός και ο κώλος της, αλλά για το στήθος της τα κομπλιμέντα που ακούει είναι το κάτι άλλο. Όπως έσκυψε στο μαντρότοιχο δυο υπέροχα στήθια αποκαλύπτονται μπροστά του που της ξεχείλισαν από το μισό-κουμπωμένο πουκάμισο που φορούσε. Κάτω από το φόρεμα διαγράφονταν περήφανα και στητά στήθη με δύο θηλές σφιχτές και σφριγηλές, με την στοργή και την τρυφερότητα των είκοσι οκτώ τους  χρόνων,  αψηφούν τη βαρύτητα και τον χλευάζουν όλο αυθάδεια! Οι ρόγες της σκούρες, σκληρές και ολόρθες ανασήκωναν έντονα το ύφασμα σαν να ήθελαν να βγάλουν τα μάτια του Μιλτιάδη.
Ο Μιλτιάδης ξερό-κατάπιε τραβώντας ηδονικά μια τζούρα καπνού. «Μμμμμμ!»  είπε με καυλιάρικη φωνή που μόλις που βγήκε ο ήχος της φωνής του, ενώ παρατηρούσε κάθε χιλιοστό του κορμιού της Εριφύλης.
«Καλός o καιρός και με θαυμάσια ορατότητα.»  Μονολογεί δήθεν αόριστα και υπομειδιώντας ως εκδήλωση ευχαρίστησης γι αυτό που βλέπει, ο Μιλτιάδης.
«Ναι όντως θαυμάσια μέρα και θαυμάσια ορατότητα. Γείτονα να γνωρίζεις όμως όταν η ορατότητα είναι θαυμάσια τότε είναι που το μυαλό μας μειώνει τις άλλες αισθήσεις.» Του απάντα με φιλάρεσκο ανθυπομειδίαμα η Εριφύλη.
............Ταυτόχρονα  να 'σου και ξεχύνονται στην αυλή και οι μικροί μπόμπιρες και από πίσω τους και ο παππούς..
«Καλημέρα πατέρα. Λίγο κομμένο σε βλέπω σήμερα.»
«Καλημέρα κόρη. Μια χαρά είμαι. Εσύ τι κάνεις;»
«Πίνω τον καφέ μου. Να σου φτιάξω να πιούμε παρέα.»
«Ναι κορούλα μου. Σαν τον καφέ από τα χεράκια σου, δεν έχει.»
«Είσαι εσύ μια μαλαγάνα παππούς. Η μητέρα που είναι;»
«Έχει πάει στο χασάπη να ψωνίσει. Το μεσημέρι έρχεται ο αδελφός σου και ετοιμάζει τραπέζι.»
«Πως και έτσι ξαφνικά το αδελφάκι;»
«Δεν ξέρω θα μας πει όταν έλθει.»
Πίνοντας τον καφέ τους ο πατέρας της τη ρωτάει περίεργος.
«Για πού το βάλαμε και στολιστήκαμε πρωί-πρωί; Αν επιτρέπεται.»
«Έχω υποσχεθεί στα παιδιά να πάμε μια βόλτα στο Αττικό πάρκο.»
«Τώρα που έρχεται ο θείος τους; Αναβάλλετε.»
«Εύκολο το έχεις; Για πες το τους.»
«Θα τα καταφέρεις εσύ. Έχεις τον τρόπο σου με τα παιδιά.»
«Ναι! Θα τους φωνάξω να ψηφίσουμε. Εγώ ψηφίζω λευκό.»
«Ντροπή σου. Σα να μου λες πατέρα σε κλέβω.»
«Ωραία δεν πάμε, ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις.»
«Τελικά εσύ είσαι η μαλαγάνα. Λοιπόν έχουν πάρει πρωινό τους πάω μια βόλτα στην επάνω γειτονιά στο Στράτο με τα άλογα. Οπού να ‘ναι έρχεται και η μητέρα σου με την ξαδέλφη σου την Άλκηστις. Έχουν πάει μαζί για να ψωνίσουν.»
«Εσύ θα πας, με τα παιδιά, κι εμένα πού μ' αφήνεις; μοναχή, σαν καλαμιά στον κάμπο ημέρα αργία;»
«Να η κόρη το έριξε και στην ποίηση. Έχασα τίποτα επεισόδια; Μετά τη ζωγραφική! Μη μου θυμώνεις σε λίγο θα είναι εδώ η μάνα σου με την ξαδέρφη σου. Και σε κάθε περίπτωση δεν θ’ αργήσουμε. Θα έλθω γρήγορα για να πάμε στο αεροδρόμιο. Άλλωστε εσύ θα μας πας στο αεροδρόμιο.»
«Ναι μαμά εσύ θα μας πας.» Συμφωνούν και οι μπόμπιρες.
«Μικρά μου τρυφερά διαβολάκια. Πάλι με τον παππού και τη γιαγιά το βράδυ. Την μαμά την ξεχάσατε. Να γυρίσετε γρήγορα μας περιμένει να μιλήσουμε στο τηλέφωνο ο μπαμπάς, Το λέω και στον παππού τον ξεχασιάρη.» 
Η Εριφύλη είχε με έντονο τρόπο εμφυσήσει στους μικρούς γιους της να επιθυμούν να έχουν τακτική επικοινωνία με τον πατέρα τους. Ακούραστα και με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αγάπη καλλιεργούσε αυτή την επαφή και επιθυμούσε να έχει η επικοινωνία τους όσο περισσότερο και τακτικότερο χρόνο γινόταν. Ήταν το μυστικό της όμορφης σχέσης τους από απόσταση..... η ειλικρίνεια και η επικοινωνία...... 
Η Εριφύλη τον Νικηφόρο που είναι μακριά τους τον κρατά ενήμερο για μικρά και μεγάλα θέματα, και μοιράζονται μαζί του γεγονότα σημαντικά και ασήμαντα, ότι συμβαίνει στην καθημερινότητα τους, προκειμένου να μη χάνουν την επαφή και το δεσμό τους. Σλόγκαν είχε γίνει ο Νικηφόρος και η οικογένεια του στα ασύρματα δίκτυα της εποχής στους ωκεανούς. Οι διάλογοι τους μερικές φορές ήταν μια ατέλειωτη ακουστική απόλαυση.
Μόλις έχουν αναχωρήσει ο παππούς Θρασύβουλος με τα μικρά παιδιά, καταφθάνει η Αντιγόνη η μητέρα της Εριφύλης μαζί με την ανιψιά της την νεαρή εικοσάχρονη φοιτήτρια την Άλκηστις.
Η Αντιγόνη. Μια  ενδιαφέρουσα γυναίκα που την λάτρεψε ο Νικηφόρος από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους για την αυτοπεποίθηση και για το δυναμισμό της! Αλλά ταυτόχρονα του φάνταζε και του φαντάζει απίστευτα γοητευτική στα μάτια του ακόμη και στα σαράντα επτά της χρόνια συνεχίζει να εκπέμπει, την αύρα της και την προσωπικότητά της. 
Μια γοητευτική γυναίκα που ακόμη την θυμάται στον γάμο της κόρης της με περίσσεια χάρη και χαρακτηριστική θηλυκότητα! αρκετές φορές «έσυρε» τον χορό με τέτοιο ρυθμό και θηλυκές φιγούρες που ξεσήκωσε όσους ήταν παρόντες στο γλέντι του γάμου. Ο Νικηφόρος εκείνη τη μέρα κυριολεκτικά είχε μείνει άφωνος κατ’ αρχήν με τις χορευτικές ικανότητες της σέξι Εριφύλης που ξεσήκωσαν «τσουνάμι» χειροκροτημάτων, άλλα και της ακαταμάχητα γοητευτικής Αντιγόνης.
«Καλημέρα μητέρα. Καλημέρα ξαδέλφη.»
Η Αντιγόνη αφού αντάλλαξαν με την Εριφύλη την καλημέρα τους και τις  απαραίτητες πληροφορίες για το υπόλοιπο της ημέρας η μια κάτω στην αυλή και η άλλη στο  μπαλκόνι αναχωρεί στο εσωτερικό του σπιτιού.
Η Άλκηστις ρωτάει την Εριφύλη. «Καλημέρα ξαδέρφη! Να σε περιμένουμε να κατέβεις κάτω για καφέ;»
«Έχω μερικές εκκρεμότητες με την καθαριότητα και την τακτοποίηση του σπιτιού! Θα κατέβω αργότερα. Αν θέλεις ανέβα να μου κάνεις παρέα και κάθε βοήθεια ευπρόσδεκτη.»
Η Άλκηστις αφήνει τα ψώνια στην θεία της και ανεβαίνει στον όροφο στης Εριφύλης.
«Καλημέρα και από κοντά ξαδέλφη. Από ότι βλέπω δεν χρειάζεσαι βοήθεια. Όλα είναι σε μία τάξη ως συνήθως στο σπιτικό σου.»
«Όπως σου έχω ξαναπεί, και σίγουρα το γνωρίζεις, ένα σπίτι έχει άπειρα πράγματα που πρέπει να γίνουν σε καθημερινή βάση! Όλες μας θέλουμε να έχουμε ένα σπίτι στην εντέλεια. Καθαρό, συμμαζεμένο, να το βλέπει ο άλλος και να καμαρώνει βρε αδερφέ!»
«Και εσύ τι βλέπω! Άψογα ντυμένη. Στην τρίχα. Τι να υποθέσω;»
«Η φοιτήτρια μας φορά μπλουζάκι του γυμναστηρίου και τη βαπτιστική φούστα της. Ααα από ότι βλέπω και κάτι στραβοπατημένες γόβες της μαμάς έτοιμη να βγάλει το σκύλο βόλτα στα χώματα. Ξαδέλφη άμα τα είχα φορέσει εγώ αυτά, «ψιλά» θα μου έδιναν στο Μετρό.»  
«Αν και στη τρίχα από εμφάνιση, λίγο τσιτωμένη και κάπως με επιθετική διάθεση σε βρίσκω σήμερα;  Έχει γίνει κάτι; »
«Συγγνώμη αγάπη μου. Η αλήθεια είναι ότι είχα κακό ύπνο το βράδυ. Μάλλον με πείραξε η χθεσινή αυξημένη ατμοσφαιρική υγρασία!»
«Μόνο αυτή η άτιμη η υγρασία είναι η αιτία και το πρόβλημα;»
«Τι άλλο να είναι;»
«Εγώ που να ξέρω; Εσύ θα μου πεις αν υπάρχει λόγος να σε βασανίζει κάτι. Τι είναι αυτό που θέλει ένα κορίτσαρος σαν την ξαδέλφη μου και την βασανίζει.»
«Τι να θέλω κορίτσι μου; Και τι να με πείραξε;»
«Να λέω! Μήπως σε πείραξαν οι φτέρνες σου που είχαν βγάλει φουσκάλες από τα σούρτα φέρτα στα μαγαζιά στο γνωστό εμπορικό κέντρο και είπες να ξαποστάσεις στο μαγευτικό περιβάλλον του ρεστοράν, εκεί που απολάμβανες το δροσιστικό σου κοκτέιλ χθες το απόγευμα;»
Η αμηχανία της Εριφύλης κράτησε δυο τρία δεύτερα.
«Έπαθες κάτι;» ρώτησε η Άλκηστις και το χαμογελάκι της πρόδιδε ότι κατάλαβε τι έγινε.
«Εσύ τι γύρευες στο εμπορικό κέντρο;»
«Έλα μου ντε τι γύρευα εγώ εκεί; Λες να μ’ έστειλε ο Νικηφόρος να σε κατασκοπεύω; Αλήθεια  τι θέλει ο κόσμος στο εμπορικό κέντρο ξαδέρφη;»
«Μπορεί πολλά να θέλει! Λέω εγώ τώρα! Η σεμνή νεαρά μου ξαδέλφη η Άλκηστις να θέλει να σουλατσάρει αυτές τις καυτά σέξι ατέλειωτες χυτές ποδάρες που έχει και να τις δείχνει χωρίς πρόβλημα μέχρι ψηλά στο βρακί της και να χαρίζει τις καλύτερες, κι απολαυστικές σαρκικές ηδονές στο φιλοθέαμον κοινό του εμπορικού κέντρου! »
«Ξαδέρφη μου γλυκιά πρόσεχε τι λες. Το λέει και το τραγουδάκι ξαδέλφη. Εμένα το ματάκι μου άλλα έψαχνε να βρει και αλλά εντόπισε ξαφνικά. Τι έψαχνα εγώ; Η κολλητή μου η Καλλιόπη ήθελε οπωσδήποτε να αποκτήσει τσάντα κι εγώ έπρεπε να δείξω κατανόηση στο ότι δεν της άρεσαν οι περίπου εκατό που είχαμε δει. Ενώ λοιπόν αποφασίσαμε να αράξουμε και να αναλύσουμε το φλέγον και σοβαρό ζήτημα που την απασχολούσε γυρίζω το βλέμμα μου και τι βλέπω. 
«Ρε συ Καλλιόπη εκεί στο βάθος, η Εριφύλη με την Ελπινίκη δεν είναι αυτές οι μορφονιές;» Ερωτώ και απαντώ στον εαυτό μου.
«Καλά έβλεπα! Η ξαδέρφη τις στιγμές εκείνες παρατήρησα ότι ήταν κομματάκι «απρόσεκτη» και μάλλον έδειχνε το βρακί της, σε συγκεκριμένο αποδέκτη βεβαίως-βεβαίως. Σοκ! η πρώτη αντίδραση, αποδοχή η δεύτερη, απορία η τρίτη και καλύτερη. Τώρα; η ερώτηση φωτιά! Γοητευτικός και από τους πιο ελκυστικούς άνδρες που έχω δει. Και αξιόλογη επιλογή δεν λέω άλλα ξαδέρφη να προσέχεις την εβδόμη απ' τις Δέκα Εντολές.»
«Και καλά με είδες και δεν μου μίλησες;» Διαμαρτυρήθηκε η Εριφύλη.
«Σε μια στιγμή, για να πω την μαύρη αλήθεια, σκέφτηκα να τρέξω και να σου πω φτου σου βρε άτιμη! Σαν δε ντρέπεσαι! Σκέφτηκα όμως πως εδώ χρειάζεται ψυχραιμία και λογική.» Και κλείνοντας πονηρά το μάτι συνέχισε. «Ξαδερφούλα μου χαλάρωσε.  Χαζή ήμουν; Να χάσω τέτοια φάση; Αχ, και να ‘βλεπες τα μούτρα σου!»
«Δεν τσιμπάω τόσο εύκολα, ξαδέλφη. Οποία έχει δει έναν όμορφο άνδρα, τους έχει δει όλους.»
«Ξέρω, ξέρω. Είδα πως γυάλιζε το ματάκι σου.»
Η Εριφύλη έκανε δήθεν ότι παραδίδεται σηκώνοντας τα χέρια και άλλαξε κουβέντα.
«Πότε είπαμε θα ξεκινήσει η νέα σου εξεταστική περίοδος; Την επόμενη Δευτέρα; Και εσύ μου τριγυρίζεις στα εμπορικά κέντρα αντί να μένεις προσηλωμένη και συγκεντρωμένη στους ακαδημαϊκούς σου στόχους;»
Η Άλκηστις έσμιξε τα φρύδια και αναστέναξε. «Μου αναποδογυρίζεις την κουβέντα. Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε. Ξέρεις να ξεφεύγεις απ' το θέμα.»
«Γιατί αγάπη μου τα μαθήματα σου δεν σε ενδιαφέρουν;»
«Δεν λέω πως νοιώθω και τόσο άνετα με αυτό που κάνω. Αλλά διάβολε απ’ όταν βρέθηκα μπροστά στο συμβάν δεν μπορώ να αρνηθώ πως ένοιωσα κάπως πολύ περίεργα με το σκηνικό. Κεραμίδα μου 'πέσε. Εγώ γνωρίζω μια ξαδέλφη, μια γυναίκα με αυστηρό χαρακτήρα και μου φαίνεται δύσκολο να πιστέψω αυτό που είδα. Δηλαδή να αποδέχεται το φλερτ ενός άγνωστου άντρα. Ξέρω το σεβασμό και την εκτίμηση που λειτουργούν ως βάση στη σχέση σας με το Νικηφόρο, και πόσο τον αγαπάς και τον εκτιμάς και για το λόγο αυτό μου φαίνεται απίστευτο που κοίταζες άλλον άνδρα με συμπάθεια και μάλιστα μ' ένα χαμόγελο μέχρι τα αφτιά .»
«Εγώ ήμουν αυτή; Είσαι σίγουρη; » Έκανε αθώα η Εριφύλη.
«Ξαδέλφη άσε τις εξυπνάδες. Μ’ εμένα μιλάς. Μην αλλάζεις το θέμα άσε πια τις ντροπές. Πες μου στ’ αλήθεια ότι το απολάμβανες το φλερτ, γιατί το γνωρίζω από πρώτο χέρι, όταν η καύλα έρχεται φεύγει η λογική.»
Η Εριφύλη ξαφνιάστηκε προς στιγμή, που της μίλησε έτσι η αγαπημένη της ξαδερφούλα, αλλά έπιασε και κάτι μέσα στην έκπληξή της. Μάλλον την διευκόλυνε να φέρει στην επιφάνεια και κάποια απόκρυφη και καταπιεσμένη επιθυμία της. Πήρε μια βαθιά ανάσα. 
«Μωρό μου εσύ. Τι είναι αυτό που σε ερέθισε τόσο πολύ και εντυπωσιάστηκες! Εσύ τι λες. Υπάρχει λόγος και  φαγούρα, να φλερτάρεις με άλλον άνδρα, και να κοιτάξεις παραπέρα όταν περνάς καλά με τον σύντροφο σου;»
«Τι να σου πω! Σε θεωρώ σοβαρή, ηθική και εκλεκτική. Και πάντως πότε δεν έχουν πέσει στην αντίληψη μου πονηρές κινήσεις σου. Βασικά δεν είναι δική μου δουλειά για να ξέρω. Αλλά υποθέτω απ’ όσο καλά σε γνωρίζω, τουλάχιστον μέχρι σήμερα πως όχι. Μα βλέπεις σε κοιτάζουν εκείνοι. Και εσύ να μη το επιδιώκεις δεν μπορεί να μην εστιάσουν το βλέμμα τους πάνω σου. Τέτοιες αισθησιακές καμπύλες και τέτοια κορμάρα είναι αδύνατον να μην είσαι στο επίκεντρο και είναι φυσικό να μαγνητίζεις τα ανδρικά βλέμματα. Μεταξύ μας μιλάμε τώρα, χωρίς ταμπού. Ε και εσύ ζωντανός άνθρωπος είσαι με σάρκα και οστά. Και νέα και πολύ όμορφη γυναίκα, ένας πειρασμός που ο προσωπικός σου μαγνητισμός είναι αρκετά έντονος και ελκύεις αρκετά βλέμματα και η παρουσία του ξυπνάει ξαφνικά στους άνδρες τα βαθύτερα τους ένστικτα, τα πρωτόγονα και λάγνα. Λογικό λοιπόν το βρίσκω όταν και εσύ έχεις τις ορμές σου να αντιδράς κάπως απρόβλεπτα. Δεν τιθασεύονται εύκολα οι ρημάδες οι καύλες μας ξαδέρφη.
Κάτι τέτοιες στιγμές των ανθρώπων τις θεωρώ πολύ προσωπικές και βεβαίως σε καμία περίπτωση ανακοινώσιμες. Έλα όμως που με τσιγκλά η περιέργεια και με το αδελφικό μου θάρρος μπορώ να σε ρωτώ τα προσωπικά σου για αυτό που ξετυλιγόταν μπροστά μου! Σε είχε συνεπάρει η παρουσία του γοητευτικού άνδρα, με την ένταση να κυριαρχεί σου προκαλούσε αναστάτωση και είχες και αυτό το βλέμμα που άφηνε έντονο ερωτικό στοιχείο να πλανάται στην ατμόσφαιρα, οπότε είναι πολύ πιθανό να ρισκάριζες να εκφράσεις πως ένιωθες για το πρόσωπο του και πολύ θα ήθελες να ζήσεις καυτές στιγμές μαζί του από ότι τουλάχιστον εγώ κατάλαβα.»
«Αυτό ήταν;… Ξαδέρφη πλέκεις ολόκληρο σενάριο για μια ιστορία της στιγμής!» 
«Είσαι σίγουρη ότι ήταν μόνο ένα φλερτ της στιγμής έστω και επίμονο και αυτό ήταν πέρασε και το ξεχάσαμε; Δηλαδή η ξαδέλφη μου, είναι μια γυναίκα που στέκεται σε περίοπτη θέση για τους διεκδικητές και ανθίσταται σθεναρά στα ερωτικά καλέσματα των μνηστήρων που τη θαυμάζουν και την πολιορκούν και παραμένει αδιάφορη στους πειρασμούς, παραμένοντας πιστή Πηνελόπη στο Νικηφόρο της; Η μπορεί ένα ξαφνικό συναπάντημα της τύχης φέρνει στον δρόμο της έναν άνδρα που την ενθουσιάζει και ενδεχομένως της προκαλεί ερωτική επιθυμία αλλά σκέφτεται που να μπλέκουμε σε τέτοιες ένοχα ερωτικές και επικίνδυνες ιστορίες εγώ μια παντρεμένη σοβαρή νοικοκυρά;»
«Μμμ! Συμφωνώ δεν έχεις άδικο όπως τα λες! Μάλλον, ισχύουν και τα δύο σενάρια. Ξαδερφούλα μου η ένοχη ερωτική απόλαυση, έχει μια άγρια καύλα η άτιμη. Δεν ξεπερνιέται εύκολα. Είναι σαν γλυκό με σοκολάτα, ενώ πρέπει να κάνεις δίαιτα, ένα χαλαρό Σαββατοκύριακο, δεν σ' αφήνει να έχεις μέτρο  και απλά μπαίνεις σε πειρασμό και πέφτεις με τα μούτρα. Βλέπεις πρώτα τα παρατάει το μυαλό μετά το σώμα και η καύλα έχει βάλει σε πειρασμό χιλιάδες γυναίκες.»
«Χεχε είσαι κι εσύ γλυκατζού σαν κι εμένα! Οπότε! Ξαδέρφη μπαίνουμε στον πειρασμό και δοκιμάζουμε το γλυκό με σοκολάτα;»
«Κοίτα, εμείς οι γυναίκες, ιδιαίτερα κάποιες συγκεκριμένες μέρες του μήνα που πέφτουν τα επίπεδα σιδήρου και μαγνησίου στον οργανισμό, «ζητάμε» γιατί όπως λένε, όταν τον «τρως» εκκρίνεται η ενδορφίνη που είναι υπεύθυνη για το αίσθημα της ευτυχίας και εκείνες τις μέρες που το χρειαζόμαστε η αλήθεια είναι ότι θα θέλεις νομίζω να είναι κάποιος κάπου τριγύρω. Τώρα έχω ακούσει περιπτώσεις ανθρώπων που δεν τους αρέσει να τον «τρώνε», εντάξει, γούστα είναι αυτά.
«Ξαδέρφη! Ας μιλήσουμε με ειλικρίνεια. Με τη φωτιά παίζεις. Κι αν στη θερμή της αγκαλιά μπορείς να ζεσταθείς, πολύ εύκολα στα παράνομα πύρινα της δίχτυα μπορείς να τυλιχτείς. Και αυτό στο λέω με με πάσα αδελφική αγάπη.»
«Τη φλόγα τη γιατρεύει η φλόγα, αγάπη μου λεν οι ποιητές.»
«Αχ καλά το κατάλαβα ότι σε γαργαλάει το μουνάκι σου και δεν σ' αφήνει σε ησυχία. Είμαι σίγουρη ότι στη συνέχεια θα ζήσουμε συναρπαστικές και ευχάριστες ερωτικές στιγμές με το γοητευτικό άνδρα.»
«Αααααααχ αυτό το θέμα σηκώνει πολύ συζήτηση! Γενικότερα ικανοποιώ την ανάγκη μου μόνη μου, που κοντεύω να ξεχάσω τη γεύση της πούτσας, γιατί έχω να τη φάω μήνες αλλά δεν μπορώ να την «ξεγελάσω» με τίποτα. Δηλαδή αν είχα να διαλέξω ανάμεσα σε ένα δονητή και σε μια πουτσα, θα διάλεγα το δεύτερο. Δε λέω, από τη μια μου αρέσει αυτός ο άνδρας, με κάνει να στάζω από καύλα, αλλά από την άλλη όμως είναι αλήθεια αυτό που λες, ότι παίζοντας με τη φωτιά είναι πολύ επικίνδυνο.»
«Τα παράνομα ερωτικά παιχνίδια αναμφισβήτητα έμενα με ιντριγκάρουν σαν σκέψη. Μου αρέσει το φλερτ και το παιχνίδι της ερωτικής αποπλάνησης! Είναι ωραία ιδέα δε λέω να βολευόμαστε με δονητή, αλλά είναι «φάτε μάτια ψάρια» και όταν μας περνάει νιώθουμε πάλι την «ανάγκη» να βρεθούμε στην αγκαλιά ενός άνδρα. Να γευτούμε τα χάδια του, τα φιλιά του, το καυλί του! Και εσύ τι φοβάσαι, μην μάθει ο Νικηφόρος ότι ποτίζει την ανομβρία και τις κάψες στο μουνάκι σου άλλη πυροσβεστική μάνικα; Πως! Στην άλλη άκρη του κόσμου; Στους ωκεανούς που ταξιδεύει; Και μην ξεχνάς έχετε και αλλήλο- κάλυψη με την Ελπινίκη. Άλλωστε και εγώ εδώ είμαι να σε συνδράμω στις κουτσουκέλες σου! Με το αζημίωτο εννοείται. Αν δεν στηριχτείς στη ξαδέρφη σου σε ποιον θα στηριχτείς; Στον ψυχολόγο ίσως αλλά και η ξαδέρφη σου είναι εδώ να βοηθήσει με τη δική της μικρή εμπειρία και να σου ανοίξει νέες πόρτες στη σκέψη. Αλλά για να μην κοροϊδευόμαστε, το σεξ είναι απόλαυση και πολύ τον γουστάρω τον ωραίο γκόμενο να ποτίσει και το δικό μου το μουνάκι!»
«Άλκηστις αγαπούλα μου δεν είναι εύκολα πράγματα αυτά και καλό θα είναι να κρατάμε επιφυλάξεις και να μην παρασυρόμαστε από εφήμερα ερωτικά πάθη και σεξουαλικές ανάγκες, γιατί θα μπορεί να μας βγάλουν σε μονοπάτια που δεν θα είναι εύκολο να τα περπατήσουμε.»
«Δεν αντιλέγω, είναι δύσκολο όταν πρέπει να περπατήσεις ισορροπώντας πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί. Παραδέξου ότι σου αρέσει αυτός ο άνδρας, και τον σκέφτεσαι επίμονα με ερωτικό ενδιαφέρον και σου προκαλείται αναπόφευκτα ένα είδος ερωτικής έλξης αναζητώντας να ικανοποιήσεις την επιθυμία σου για σεξ μαζί του. Όμως το πρόβλημα είναι ότι εσύ μια γυναίκα με πολύ θερμό ταμπεραμέντο δεν μπορείς ή δεν πρέπει να είσαι μαζί του γιατί ανήκεις αλλού, είσαι παντρεμένη εδώ και δέκα χρόνια με τον Νικηφόρο, έναν καταπληκτικό άνδρα, και ανοιχτόμυαλο εραστή που σε αγαπά, η σχέση σας μπορώ να πω είναι πάρα πολύ καλή, υπάρχει επικοινωνία, και αγάπη με κατανόηση μεταξύ σας. Και στο ερωτικό κομμάτι από όσα μου έχεις εκμυστηρευτεί η ερωτική σας ζωή είναι γεμάτη. Είναι όμως γεμάτη; Αναρωτιέμαι μερικές φορές αν αυτό αληθεύει, και είμαι σίγουρη ότι το ίδιο θα αναρωτιέσαι και εσύ επίσης μερικές φορές.
Τυχαίνει πολύ συχνά σε παντρεμένες γυναίκες να τους αρέσει ένας άλλος ιδιαίτερος άνδρας και να τον σκέφτονται συνεχώς! Θα ήθελαν πολύ να σταματήσουν να τον σκέφτονται αλλά νομίζω πως δεν υπάρχει τρόπος τις στιγμές που η γυναίκα που κρύβουμε μέσα μας δεν μπορεί να κρατηθεί άλλο και θέλει να εκδηλωθεί. Είναι οι στιγμές που η σάρκα φλέγεται, και οι καύλες κι οι ορμές δεν έχουν εξαρτώμενα ραντεβού. Τότε είναι που δεν υπάρχει κάποιο πρωτόκολλο ή κάποιος ενδεδειγμένος τρόπος χειρισμού μιας τέτοιας κατάστασης. Τότε θα πρέπει να αποφασίσουν πώς το χειρίζονται και δεν υπάρχει χώρος για παρερμηνείες!
Ε δεν θέλει και πολλή φαντασία, όταν θα βρεθείς σε τέτοιες καταστάσεις και θέλεις τόσο πολύ να το προχωρήσεις ότι υπάρχουν πρακτικά και ηθικά ζητήματα που πρέπει να εξετάσεις, προτού κάνεις οποιανδήποτε κίνηση! Αλλά έτσι όπως το λες, το να νιώσεις την αίσθηση ενός άλλου άντρα από τον Νικηφόρο, είναι μία εμπειρία σου διαλύει όλες τις αναστολές. Αν αποφασίσεις να τον κυνηγήσεις, πρέπει να γνωρίζεις ότι είναι μια διαδικασία που δεν θα είναι εύκολη, ούτε συναισθηματικά ευχάριστη. Εριφύλη ο έρωτας μας είναι ένα συναίσθημα που ξεπερνιέται, φεύγει και ξεχνιέται αλλά η καύλα του κορμιού είναι πάντα παρούσα αγνή, καθολική και αναμάρτητος.
Η Άλκηστις παρ' όλο το πολύ στενό μαρκάρισμα στην Εριφύλη τελικά έχει μένει με την απορία μετέωρη: «Τι θα κάνει η αγαπημένη της ξαδέρφη της όταν οι κρυφές φαντασιώσεις της κατακλύζονται από σεξουαλικές επιθυμίες; Θα ενδώσει στον παράνομο ερωτικό πειρασμό με τον ομορφάντρα που υπόσχεται να της ικανοποιεί τις βαθύτερες σεξουαλικές της επιθυμίες παρασέρνωντας την σε καυτές συναντήσεις και σ΄ ένα μαγικό και ηδονικό ταξίδι σεξουαλικής απόλαυσης;»  
Υπάρχει γυναίκα που έστω και μία φορά στη ζωή της να μην έχει σκεφτεί σοβαρά να κερατώσει τον άντρα της;.. Όποια το αρνηθεί λέει ψέματα και καλά θα κάνει να αναθεωρήσει γιατί  η αλήθεια είναι πώς το κέρατο πέφτει σύννεφο. Μπορεί να ακούγεται κάπως κυνικό, μα όπως και να 'χει η αλήθεια είναι αυτή. Σήμερα έχουν ανατραπεί αποφασιστικά τα δεδομένα που ίσχυαν πριν πενήντα με εξήντα χρόνια. Αρκεί να αναφέρω το εξής εκπληκτικό. Μέχρι το δυο χιλιάδες το 60% των Ελληνίδων δεν είχε ποτέ εξωσυζυγική σχέση. Το 2010 τα ποσοστά ήρθαν τούμπα, στο 60% είναι οι «άτακτες» και στο 40% οι φρόνιμες! Σήμερα ασφαλώς είναι ακόμα πιο χαμηλότερο το ποσοστό των παντρεμένων γυναικών που δεν κάνουν απιστίες. Αλλάζουν τα πράγματα. Με απλούς υπολογισμούς, ένα σε κάθε δύο ζευγάρια, έχει παράνομο ερωτικό δεσμό. Οι γυναίκες διεκδικούν πλέον, και στο παράνομο, τα σεξουαλικά τους… δικαιώματα. Έτσι λοιπόν φαίνεται ότι η Εριφύλη μας αν και της είναι δύσκολο να το παραδεχτεί ακόμα και στον εαυτό της τελικά τον τύπο τον γουστάρει και τζάμπα το παιδεύει. «Όλο ...ναι μεν αλλά! μου τα μασάει η καριόλα η ξαδέρφη! Όταν την πιέζω αυτή κοιτάει το πάτωμα γιατί νιώθει λίγο άβολα. Η μου μιλάει για το Νικηφόρο της και δεν έχει στο μυαλό της το σεξ με άλλον άνδρα (πού τα πουλάει αυτά;). Εγώ κατάλαβα ότι ο άνδρας εκεί στο εμπορικό κέντρο έφερε στο φως όλα όσα προσπαθεί να καταπιέσει και να κρατήσει κρυφά. Αυτός ο άνδρας της ξύπνησε επιθυμίες έντονες και η ξαδέρφη πιστεύω ότι κινείται στα άκρα της συζυγικής πίστης. Δε χρειάζεται να της κάνω ερωτήσεις που ούτε και η ίδια δεν έχει τη σίγουρη απάντηση. Απλά πιστεύω πως ο μόνος τρόπος να ξεφορτωθεί τον πειρασμό είναι να ενδώσει σε αυτόν και είναι ένα βήμα πριν πατήσει τη μπανανόφλουδα της απιστίας και τον κάνει τάρανδο τον γλυκό μου Νικηφόρο και η Εριφύλη είναι από τις γυναίκες που ξέρουν να κρύβονται τόσο καλά, ώστε σπάνια γίνονται αντιληπτές.»

Click to Open
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part 2)
.....

Πέμπτη 11 Μαΐου 2023

Anemogenitries! Ena Amfilegomeno Project

«Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ.» ....(Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας.....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1))
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).....
.......Έτσι λοιπόν κύλησε η μέρα τους, μέχρι αργά το μεσημέρι. Ο Νικηφόρος αφού τακτοποίησε μερικές εξωτερικές εργασίες ξαναγύρισε στης Νεφέλης από νωρίς, περιμένοντας τα αποτελέσματα της μαγειρικής της. Έβαλε λίγο κονιάκ στο ποτήρι, τράβηξε τις κουρτίνες του παραθύρου κοιτάζοντας την θάλασσα ενώ από το cd player ακούγονταν η φωνή του Andrea Bocceli στο αγαπημένο του κομμάτι «En Aranjuez con tu amor». Είχε αφοσιωθεί να την παρακολουθεί να μαγειρεύει, καθισμένος στο ξύλινο καναπέ της κουζίνας δίπλα της και κοιτούσε με τα μάτια προσηλωμένα στις κατσαρόλες, πότε έβαζε το αλάτι, την κανέλα, τα μπαχαρικά και οι μυρωδιές από τα φαγητά τον ζάλιζαν και του έλκυαν εσωτερικά στον κόσμο των αισθήσεων. Λένε ότι η μαγειρική είναι η χαρά του ότι μπορεί κάποιος να φέρει εις πέρας ένα αποτέλεσμα, οποιοδήποτε είναι αυτό, είτε είναι γευστικό είτε όχι, όσο έχει σημασία η προσπάθεια. Η χαρά της Νεφέλης είναι ότι φτιάχνει δικά της δημιουργήματα με την ιδιαιτερότητα της προσωπικής φαντασίας της. Είναι ότι κάνει κάτι με τα χέρια της και απολαμβάνει τη χαρά του ότι τα καταφέρνει. Το πιο σημαντικό από όλα όμως, για εκείνη είναι η γεύση να ταυτίζεται με τη συνεύρεση, με τους ανθρώπους με τους οποίους επιλέγει να το χαρεί το συντροφικό τραπέζι. Ένα τραπέζι που θα κάτσουν να φάνε, θα γελάσουν, θα πιουν, θα τσακωθούν, θα τα ξαναβρούν, θα συζητήσουν, θα ξαναγελάσουν. Για τη Νεφέλη το τραπέζι με το φαγητό για φίλους είναι να κάτσουν δύο τρεις ώρες και αυτές οι ώρες να περιέχουν τα πάντα. Να περνάει όλη τους η ζωή μπροστά από τα μάτια τους όταν συνδέονται γύρω από τη γεύση. Ίσως, τελικά της Νεφέλης, η μαγειρική και η γεύση να είναι σαν την αγάπη». Όταν κάθισαν στο τραπέζι δοκιμάζοντας τη συνταγή της Νεφέλης ενθουσιάστηκαν. Το κρέας ήταν εύγευστο και τρυφερό αυτό όμως που το έκανε να ξεχωρίζει ήταν η σάλτσα του με το λεπτό άρωμα του σκόρδου και της κανέλας αλλά και η όψη της σάλτσας με την κρεμώδη υφή της. Και φτάσανε στην ώρα του καφέ. Η Νεφέλη δεν χαλάει την συνήθεια της. Ελληνικός καφές πάντα. Βάζει τα φλιτζανάκια στο τραπέζι και με το τεράστιο μπρίκι που αχνίζει σερβίρει. Πίνουν αργά αργά κουβεντιάζοντας τα νέα του χωριού, της χώρας, και τα προσωπικά τους. Με κουβέντα κι ονειροπολήματα. Ο Νικηφόρος πρέπει να ομολογήσει ότι με μεγάλη του χαρά διαπίστωσε ότι τις δυο γυναίκες τις συνέδεε μια αληθινή και στέρεη φιλία. Σχετικά δεν δυσκολεύτηκε να σκεφτεί ότι «το Ποίημα στους φίλους» που έτυχε να διαβάσει του περίφημου αργεντινού συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες ήταν το πλέον κατάλληλο για να αποδώσει τη φιλία τους και έδωσε απάντηση σε όλα του τα ερωτήματα.
«Δεν μπορώ να σου δώσω λύσεις για τα προβλήματα της ζωής σου, ούτε έχω απαντήσεις για τις αμφιβολίες και τους φόβους σου, όμως μπορώ να σε ακούσω και να τα μοιραστώ μαζί σου. Δεν μπορώ να αλλάξω το παρελθόν ή το μέλλον σου αλλά όταν με χρειάζεσαι θα είμαι δίπλα σου. Δεν μπορώ να αποτρέψω τα παραπατήματα σου, όμως μπορώ να σου προσφέρω το χέρι μου για να κρατηθείς και να μην πέσεις.» 
Οι ώρες τους κυλούσαν σε ευχάριστο και ζεστό κλίμα. Η Φαίδρα ήταν για το Νικηφόρο η ευχάριστη έκπληξη στην παρέα τους, ήταν λίγο συμβατική αλλά άνετα την συζήτηση την οδηγούσε στο βάθος των πραγμάτων με πολυποίκιλα ενδιαφέροντα και αναζητήσεις.  
Της Φαίδρας είναι αλήθεια ότι το «ημερολόγιο» της πάντα ήταν γεμάτο με λίγα κενά κατά διαστήματα και πάντα είχε ιστορίες με αρκετά ενδιαφέρουσες γνωριμίες. Είχε έναν απίστευτο μηχανισμό επιτυχούς επιβίωσης και δεν παραδινόταν εύκολα. Φρόντισε να αναπτύξει τόσα ταλέντα και τόσες τεχνικές γοητείας έτσι που πάντα περιστοιχιζόταν από ερωτευμένα μάτια. Είχε έναν πιστό σύζυγο, και ένα τσούρμο θαυμαστές γύρω γύρω. Δεν χορταίνεις να την ακούς αφού οι αφηγήσεις της είναι πάντοτε απολαυστικές και παραστατικές και ο λόγος της ατέλειωτος και εξαιρετικά χορταστικός. Είναι μια καλλιτέχνις των λέξεων, που ζωγραφίζει τις ιστορίες και τους χαρακτήρες της με ζωντάνια και έμπνευση με τη φωνή της να δημιουργεί πολλαπλασιαστική ηχώ στ' αυτιά του με τις στιχομυθίες των ηρώων της, οι οποίες είναι γεμάτες χιούμορ. Οι διάλογοι μαζί της χαρακτηρίζονταν από εξομολογητικές διαθέσεις που του επέτρεπαν κάποιες στιγμές να φτάσει και σ' ερωτήσεις κλειδιά, και δε δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να βρει τους κοινούς τους τόπους. Η Φαίδρα του άρεσε από την πρώτη στιγμή που την είχε δει και σήμερα όσο προχωρούσαν οι συζητήσεις τους τον κέρδιζε ακόμα περισσότερο. Ήταν ευγενέστατη χωρίς να δίνει οποιοδήποτε δικαίωμα για κάτι παραπάνω από την αρχή μιας φιλίας ανάμεσα τους. Ή τουλάχιστον αυτό υποδείκνυε αρχικώς η στάση της. Μίλησαν αρκετά για τις σκέψεις τους και τις σχέσεις τους.  
Ταυτόχρονα ο Νικηφόρος διαπίστωσε ότι του εδόθη μια πάρα πολύ καλή ευκαιρία, να γνωρίσει από πολύ κοντά τη νεαρή Δανάη. Αυτό το κορίτσι ήταν όλο ζωντάνια και κέφι, που τον σαγήνευε ακόμη και με το πιο αμυδρό βλέμμα της σαν ιέρεια του ερωτισμού όταν έριχναν μεταξύ τους κλεφτές όλο νόημα ματιές παριστάνοντας μάλιστα δήθεν τους αδιάφορους! Ωστόσο, η φαντασία του μάντευε πολλά και η εν γένει στάση της άφηνε περιθώρια για σεξουαλικούς συνειρμούς όταν τεμπέλιαζε και τεντωνόταν στον καναπέ σαν αξιολάτρευτο κατοικίδιο. Δεν είχε τίποτε το προσποιητό επάνω της με το ονειροπόλο βλέμμα στα όμορφα μάτια της!  Κάποια στιγμή η κοπέλα ζήτησε συγνώμη στράφηκε στην μητέρα της και της λέει πως έχει ένα αίσθημα κόπωσης και υπνηλίας μετά το φαγητό, θα πάει να ξαπλώσει στο κρεβάτι της. Οι λιγοστές φακίδες στο πρόσωπο και στα χέρια της φανερώθηκαν έντονες έτσι όπως περνούσε τη φωτισμένη είσοδο του σπιτιού από τον Ήλιο που φεγγοβολούσε ακόμη μολονότι η ώρα ήταν περασμένη. Φεύγοντας άφησε το βλέμμα της να πλανηθεί στο Νικηφόρο λες και του έδινε να διαβάσει κάποιο ένοχα μυστικό σημείωμα. Το πέος του Νικηφόρου πιάστηκε στο δόλωμα του πάθους και σπαρτάρισε μέσα στα δίχτυα του, άρχισε να διογκούται και με πολύ κόπο προσπαθούσε να μείνει αδιάφορος. «Αυτή τη μικρή, βάζω το χέρι µου στη φωτιά πώς ή θα γαμιέται πολύ συχνά, ή θα παίζει μέρα-νύχτα μαλακία. Με καύλωσε το νυμφίδιο!» σκέφτηκε με το πούτσο του να πάλλεται κάτω από το ύφασμα!
Ο Νικηφόρος πήρε τον καφέ του, μετακόμισε στο καναπέ κι απολάμβανε τις ιστορίες, ειδικά την διασκεδαστική αφήγησή της, και έκανε σχόλια, φροντίζοντας και αυτός να κρατά ανάλαφρη την ατμόσφαιρα με χαλαρή κουβεντούλα που ξεκίνησε μεταξύ τους και του έδωσε την ευκαιρία να ξεδιπλώσει την ικανότητά του να αφήνει τους άλλους να μιλάνε, μυρίζοντας τη ζεστή θηλυκή μυρωδιά τους. Κοίταζε τις δύο γυναίκες ίσια στα μάτια δείχνοντας με ελαφρές μυϊκές συσπάσεις το ενδιαφέρον του, ενώ παράλληλα καθοδηγούσε την κουβέντα με υπόγειες έξυπνες ερωτήσεις. Ήταν περίφημος ακροατής ούτως ή άλλως, οπότε η δημιουργία ευχάριστου κλίματος παρέας ήταν μακράν η ειδικότητά του. Οι δικές του πεζές ναυτικές ιστορίες δεν έκρινε ότι είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για εκείνες κι έτσι τεχνηέντως, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από τα δικά τους ενδιαφέροντα. Αποτύπωνε κάθε λέξη της Φαίδρας κι ένιωθε την αύρα της εκφραστικότητάς της να τον μαγεύει. Μιλούσε αργά με χαμηλή φωνή, αλλά µε πάθος και το ζεστό ανέμελο βλέμμα της γινόταν πύρινο, καθώς άφηνε τους συλλογισμούς της να ξεδιπλωθούν. Τα ελαφρώς υγρά χείλη της γεννούσαν διαρκώς πνιχτά γελάκια που γρατζούνιζαν τις αισθήσεις του. Η ώρα κυλούσε στα όμορφα λιβάδια της οικειότητας τους.  
Τελευταία η Φαίδρα συμμετείχε στον αγώνα των κατοίκων ενάντια στον σχεδιασμό του αιολικού πάρκου στην περιοχή. Για ‘κείνη αλλοιώνουν θρασύτατα το τοπίο του βουνού. 
Τους εξηγούσε με ζέση γιατί δεκάδες τοπικές κοινωνίες, περιβαλλοντικές οργανώσεις, τοπικοί φορείς και συλλογικότητες ανά τη χώρα έχουν ξεσηκωθεί για τις ανεμογεννήτριες.  Δεν είναι η αιολική ενέργεια μια εναλλακτική ανανεώσιμη πηγή ενέργειας που λειτουργεί προς όφελος του φυσικού περιβάλλοντος και άρα της ζωής! Και αντιδρούν οι κάτοικοι, οι τοπικοί φορείς για τη βάναυση αλλοίωση του τοπίου έτσι όπως το έχουν γνωρίσει με το σύνθημα «Ελεύθερα Βουνά Χωρίς Αιολικά».
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η αιολική ενέργεια και οι ανεμογεννήτριες είναι μια εναλλακτική, ανανεώσιμη πηγή ενέργειας. Αυτά που αμφισβητούνται έντονα, είναι η επιλογή πολύ μεγάλων ανεμογεννητριών και η χωροθέτηση τους, ιδιαίτερα στις ορεινές περιοχές. Μικρό το όφελος, μεγάλη η καταστροφή! Σύμφωνα με στοιχεία η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από τη λειτουργία ανεμογεννητριών είναι απίστευτα ασήμαντη ενώ η καταστροφή στο φυσικό περιβάλλον είναι πρωτοφανής και ανεπανόρθωτη! 
Οι δρόμοι που διανοίγονται για την κατασκευή των αιολικών πάρκων καταστρέφουν το ορεινό τοπίο και τους οικότοπους ενώ πολλές φορές αλλάζουν ακόμη και την πορεία των βρόχινων νερών με διάφορες επιπτώσεις για το περιβάλλον.
H πράσινη ενέργεια και η χρήση των ΑΠΕ δημιουργούν μία νέα πραγματικότητα για τις κοινωνίες τόσο από πλευράς περιβαλλοντικής όσο και οικονομικής.
Η τιμή του ρεύματος που παράγεται από την αιολική ενέργεια, και που φτάνει στο τελικό αποδέκτη, δηλαδή τον καταναλωτή, όχι μόνο δεν είναι μειωμένη, αλλά αυξάνεται από 130% έως 400%, σε σχέση με τις τιμές της συμβατικής ενέργειας.
Ο ήχος που κάνουν τα φτερά τους καθώς γυρίζουν, ένας διαπεραστικός γδούπος που θυμίζει ελικόπτερο, ακούγεται περισσότερο μακριά παρά στη βάση της ανεμογεννήτριας όπου γίνονται συνήθως οι σχετικές μετρήσεις, ενώ ταυτόχρονα παράγονται υπόηχοι και υπέρηχοι που δεν γίνονται αντιληπτοί αλλά κανείς δεν ξέρει αν και κατά πόσο βλάπτουν ανθρώπους και ζώα. Και κάτι ακόμη που πολύς κόσμος αγνοεί.
Η λειτουργία των γιγαντιαίων ανεμογεννητριών δεν επιτρέπει τη δημιουργία χιονιού στις βουνοκορφές, (όπως ακριβώς βάζουν ανεμόμυλους στα πεδινά για να προστατέψουν τα πορτοκάλια από τον πάγο) με αποτέλεσμα να μειώνεται σημαντικά ο υδροφόρος ορίζοντας και να χάνονται πολύτιμοι υδροφόροι πόροι.
Η χλωρίδα, η πανίδα, οι ανεξερεύνητες αρχαιολογικές θέσεις, τα παραδοσιακά μονοπάτια, θα χαθούν κάτω από το βάρος των βίαιων επεμβάσεων. Οι εκατοντάδες ανεμογεννήτριες, οι υποσταθμοί, οι γραμμές μεταφοράς θα εξαφανίσουν το κάλλος των φυσικών τοπίων που θα μετατραπούν σε βιομηχανικές ζώνες παραγωγής αιολικής ενέργειας.
Το ζωικό βασίλειο θα υποφέρει. Έχει εκτιμηθεί ότι χιλιάδες αποδημητικά πουλιά, γεράκια, χρυσαετόι γυπαετοί κλπ. σκοτώνονται από αιολικούς στροβιλοκινητήρες ετησίως.
Όσο για το αισθητικό μέρος;  Μια άχαρη σιδεροκατασκευή,  ψηλή, καταστρέφει για πάντα τον χαρακτήρα των κορυφών.  Άσε που οι βάσεις τους οι οποίες γίνονται συνήθως με ανατινάξεις κρύβουν μέσα τους άπειρους τόνους μπετόν ανακατεμένο με ιδιαίτερα τοξικά επιβραδυντικά πήξης.
Κι όταν οι συμβάσεις για τη χρήση τους λήξουν τι γίνεται τότε; Οι κορυφές μετατρέπονται σε ένα απέραντο νεκροταφείο καλωδίων κι επικίνδυνων παλιοσιδερικών που αιωρούνται στο κενό.
Το μεγαλύτερο αιολικό πάρκο στην Ευρώπη απασχολεί μόνο τρεις μόνιμους υπαλλήλους.  Ακόμη και το επιχείρημα ότι δημιουργούν θέσεις εργασίας στην τοπική κοινωνία είναι κι αυτό ένα ψέμα.
Το απόγευμα οι γυναίκες αναχώρησαν. Η Νεφέλη πρόθυμα συνόδευσε τη Φαίδρα, ήθελε και η ίδια να συμμετέχει στον εσπερινό. Ευκαιρία ήταν.  
Η Φαιδρά έδωσε τα κλειδιά της μηχανής και της αποθήκης στο Νικηφόρο και τον ευχαρίστησε θερμά που αναλαμβάνει να μεταφέρει τη μηχανή του συζύγου της στο χωριό.
«Σ' ευχαριστώ Νικηφόρε! Το εκτιμώ πολύ που μπαίνεις στο κόπο!» Του λέει και η φωνή της τον περιέλουσε με τη γοητεία της που τον έκανε να ανατριχιάσει. Αν η φωνή της ήταν γεύση θα ήταν ζεστή σοκολάτα σκέφτηκε ο Νικηφόρος.
Αναχώρησαν οι γυναίκες με προορισμό το χωριό από όπου θα έπαιρναν και την ηλικιωμένη χήρα μητέρα της Φαίδρας. H Δανάη δεν ακολούθησε τις δυο γυναίκες, έμεινε με τις νεαρές παρέες της στη μικρή καφετέρια του χωριού αναμένοντας τον γυρισμό τους. Από τα μικρά της χρόνια δεν ήταν από εκείνους τους νέους ανθρώπους που νιώθουν μια βαθύτερη ανάγκη να ασχολούνται με τα θρησκευτικά ζητήματα της πίστης τους. Από οικογενειακή και μόνο παράδοση ήταν μια απλή χριστιανή και όπως ήταν αναμενόμενο δεν ακολούθησε τις γυναίκες στα εκκλησιαστικά τους καθήκοντα.
Κάποια στιγμή όμως σηκώθηκε βιαστικά λέγοντας στην παρέα της πως πρέπει να επιστρέψει στο σπίτι για ένα σημαντικό ραντεβού και θα επέστρεφε!. Φρόντισε να δικαιολογηθεί στις κολλητές της ότι έπρεπε να αναλάβει να κατατοπίσει τον οικογενειακό τους φίλο το Νικηφόρο που θα αποθηκεύσουν την μηχανή του πάτερα της που την φέρνει από το εξοχικό τους.
Η πιο στενή της φίλη που το τελευταίο καλοκαίρι είχαν παρέα μετατρέψει μυστικά την αποθήκη του πατρικού σπιτιού σε καβάτζα για sex, την συμβουλεύει δήθεν φιλικά. «Να φροντίσεις Χρυσή μου την αποθήκη να την έχετε κλειδώσει από μέσα πριν σας συνεπάρει το σεξουαλικό πάθος.»
... Το απόγευμα ήταν ακόμη ηλιόλουστο όταν έφθασε ο Νικηφόρος και βρήκε τη Δανάη να τον περιμένει στο σπίτι της γιαγιά της. Τη βρήκε έξω στην αυλή, πάνω από τον κήπο τον γεμάτο λουλούδια. Καθόταν σε ένα παγκάκι στο πλάι της πλακόστρωτης αυλής. 

Click to Open
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part 6)
.....

Πέμπτη 13 Απριλίου 2023

Oi dyo Filenades sto Shopping Center

Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ.» (Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας.....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1))
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).....
.....Εριφύλη και Ελπινίκη.......
Αφήνοντας το όχημα στο πάρκινγκ του εμπορικού κέντρου οι δυο όμορφες κυρίες χαλαρές σαν έφηβες πιάστηκαν αγκαζέ και ιδιαίτερα χαμογελαστές και ευδιάθετες περπάτησαν στους χώρους του εμπορικού κέντρου και απόλαυσαν τον περίπατό τους χαζεύοντας στις βιτρίνες και την βόλτα τους στα μαγαζιά.  Τελειώνοντας τα απαραίτητα ψώνια τους κάθισαν να απολαύσουν ένα όμορφο μεσημεριανό γεύμα, μετά τη κοπιαστική βόλτα τους σ’ ένα εξαιρετικά δημοφιλές μπαρ εστιατόριο, ειδικότερα δημοφιλές σε νέους ανθρώπους. Η ατμόσφαιρα ήσυχη και λόγο ότι ήδη είναι προχωρημένη απογευματινή ώρα υπάρχουν λιγοστοί πελάτες στο κατάστημα.
Το ρεστοράν ήταν σχεδόν άδειο, αν εξαιρούσε κανείς τρία-τέσσερα ζευγάρια που κάθονταν στη μπροστινή σάλα του μαγαζιού, οπότε δεν δυσκολεύθηκαν να βρουν τραπέζι. Κάθισαν σε μια ήσυχη γωνία στο βάθος του εστιατορίου ήταν μόνες τους, δεν υπήρχαν πελάτες τριγύρω τους απολαμβάνοντας το γεύμα τους σε στιγμές χαλάρωσης και ιδιωτικότητας. Έχοντας απολαύσει ένα ελαφρύ αλλά πολύ γευστικό γεύμα με ένα εξαίρετο ελαφρό ροζέ κρασί συνοδεία τώρα απολαμβάνουν χαλαρά τη γεύση απ’ ένα δροσιστικό κοκτέιλ. Είχαν χαρούμενη διάθεση, τους λύθηκε η γλώσσα (όχι πως μέχρι τότε ήταν δεμένη) και φλυαρούσαν ακατάπαυστα σαν πρωινές τσίχλες μες σ' ασημένια φυλλώματα.
«Άπαπα! πανάθεμα σε! Τι χουνέρι έκανες στον υπάλληλο εκεί στο κατάστημα με τις γόβες.» Λέει η Ελπινίκη στην Εριφύλη.
«Εγώ! Τι του έκανα;»
«Τι έκανες χρυσή μου η τι έδειξες, όταν δοκίμαζες τις γόβες; Ο υπάλληλος είχε γονατίσει μπροστά σου να σε βοηθήσει και εσύ όταν άνοιξες ελαφρά τα πόδια σου για να έχεις ευκολία στη δοκιμή, χαλαρή και άνετη του δείχνεις ίδια την επίμαχη σκηνή στο «Βασικό ένστικτο». Αυτός παρατηρούσε με λαίμαργο ερωτικό βλέμμα και κόντευε να σκάσει σαν λάστιχο Michelin που πατάει πρόκα στο δρόμο, κάθε φορά που εσύ έκλεινες και άνοιγες τα πόδια σου δοκιμάζοντας τις γόβες. Από σαράντα κύματα τον πέρασες και εξήντα καρδιακές προσβολές έπαθε μέχρι να τελειώσεις τις δοκιμές και να σηκωθείς από το κάθισμα. Τον φουκαρά, τον λυπήθηκα λιγάκι όταν εσύ έφερες τα μάτια σου στο πρόσωπό του, δείχνοντας ότι είχες προσέξει το πού κοίταγε προηγουμένως και το βλέμμα σου είχε εκείνο το πουτανίστικο ύφος του ξέρω ότι με παίρνεις μάτι και γουστάρω.  Με μπαλτά του ‘κοψες την καρδιά.»
«Τουλάχιστον, τις αγόρασα..... οπότε συνδυάσαμε αμφότεροι το τερπνόν μετά του ωφελίμου.» 
Εκείνη την ώρα έκανε την είσοδο στο μπιστρό ο γοητευτικός άνδρας με πολύ στυλ στο εκρηκτικό σεξ απίλ του. Η Ελπινίκη καθώς είχε θέα στην είσοδο τον είδε πρώτη.
«Φιλενάδα έρχεται στο διπλανό τραπέζι! Ακριβώς διπλά σου!.»
Η Εριφύλη μεμιάς  ξαφνιασμένη έστρεψε προς το άλλο μέρος.
«Τι είναι; Έρχεται; Ποιος έρχεται;»  Ρωτάει η Εριφύλη με απορία. Και ξαφνικά βλέπει τον ομορφάντρα απέναντί της.
«Δεν θα το πιστέψεις. Ίδιος μ’ αυτόν τον ηθοποιό που είχε ξεσπάσει ντόρος σχετικά με τα πλούσια ελέη του.» Της ψιθύρισε σκύβοντας κοντά της η Ελπινίκη.
Η Εριφύλη τον παρατηρεί όταν ήταν σχεδόν διπλά της.
«Ρε Ελπινίκη! Φτυστός ίδιος αν λέμε τον ίδιο ηθοποιό. Πως τον έλεγαν να δεις, που έπαιζε σε μια ταινία έναν επιτυχημένο, γοητευτικό τριαντάρη με μια σχεδόν ακόρεστη σεξουαλική όρεξη, όπου εμφανιζόταν και ολόγυμνος.»
«Έχεις δίκιο. Ίδιος αυτός ο εργένης ηθοποιός που δηλώνει ότι αναζήτα να βρει τον έρωτα της ζωής του. Λες και τούτος ο ομορφάντρας να ψάχνει κι αυτός τον έρωτα της ζωής του; Και να 'χει τα ίδια προσόντα; Ξέρεις τι λένε για τον ηθοποιό. Μπορεί να παίξει γκολφ με τα χέρια του δεμένα πίσω από την πλάτη του» Ψιθύρισε το τελευταίο η Ελπινίκη.
«Μωρή φιλενάδα; Πως;!» Ρώτησε η Εριφύλη με απορία.
«Μ' αυτό που του κρέμεται ανάμεσα στα σκέλια!» Εξήγησε σκασμένη στα γέλια η Ελπινίκη.
«Και πώς το έμαθες εσύ;!»
«Θα σου πω!» Της απάντησε, και την κοίταξε με ύφος μυστηριώδες.
«Λοιπόν;»
«Τον είδα γυμνό στο μπάνιο να τη χαϊδεύει κι αυτή μεγάλωνε, μάτια μου.»
«Ανάθεμά σε! Σήμερα δεν παίζεσαι Ελπινίκη! Να 'σαι καλά μ' έκανες και γέλασα!» Και της γέλασε πονηρά η Εριφύλη.
«Του έγινε τόοοση!. Θεέ μου συγχωράμε!» Συνέχισε η Ελπινίκη κι έδειξε με τα χέρια της το μέγεθος.
Ο γοητευτικός άνδρας πέρασε δίπλα τους σε ελάχιστη απόσταση. Τα μάτια της Εριφύλης παρασυρμένη από τη γοητεία της παραστατικής αφήγησης της Ελπινίκης με τα προσόντα του ιδιαίτερα προικισμένου ηθοποιού, ενστικτωδώς στράφηκαν στο καβάλο του άνδρα. Φανταζόταν τη στύση του να φουσκώνει και να γεμίζει το καβάλο του. Ξαφνικό ρίγος διαπέρασε την επιδερμίδα της. Λάγνες επιθυμίες αγκαλιάζουν τις σκέψεις της και πλημμυρίζει τα μέσα της. Ένιωθε να αναψοκοκκινίζει και να πλημμυρίζει χυμούς.
«Τι ηθοποιούς και πράσινα άλογα μου λες ρε φιλενάδα. Αυτός είναι πιο όμορφος από τον Θεό Απόλλωνα που έχουμε στο Μουσείο μας. Τυχερή η κοπέλα που τον αγκαλιάζει.»
Κοίταξαν συνωμοτικά η μία την άλλη, κατόπιν στράφηκαν προς τα διπλανά τραπέζια και τότε διαπίστωσαν πως οι παρέες είχανε φύγει. Ήταν μοναχές τους στην άκρη της παραλληλόγραμμης αίθουσας του καταστήματος.
Ο άνδρας τις είδε! Ένα πλατύ χαμόγελο ευχαρίστησης ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του. Επέλεξε και κάθισε στον γωνιακό καναπέ δίπλα τους. Ήταν το πιο απόμακρο και ήσυχο σημείο του μαγαζιού. Ακριβώς δίπλα και απέναντι από τις δυο μας φίλες. Τόσο η Ελπινίκη όσο και η Εριφύλη τον κοιτούσαν διακριτικά.
Όντως ήταν κούκλος. Κούκλος, όμως. Από αυτούς με τα επιθυμητά χαρακτηριστικά που όλες οι γυναίκες θέλουν. 
Γύρω στα τριάντα του χρόνια με πλούσια ανάκατα μαλλιά μια φιγούρα μοναχικού γοητευτικού τριαντάρη που τραβούσε τα βλέμματα των θηλυκών που προσπερνούσε και μ' ένα γλυκό χαμόγελο που του χαρίζει τη γοητεία εκείνη που δύσκολα μπορεί μία γυναίκα να αντισταθεί.  Με πέντε λέξεις, αρσενικό που δεν περνάει απαρατήρητο και προφανώς, θα είχε πολλές επιτυχίες με τις γυναίκες.
Ακούμπησε απαλά την χρυσό-καστανή ματιά του στις δύο τόσο γοητευτικά λαμπερές γυναικείες σιλουέτες και άφησε τις στιγμές να χαλαρώσουν. Στα χείλη του γεννήθηκε ένα στοχαστικό χαμόγελο. Παρατηρώντας τις το πρόσωπο του ρόδισε και χαμογέλασε. Σκέψεις τον πλημμύρισαν αυθόρμητα. Πραγματοποίησε μια νοητή περιπλάνηση χαρτογραφώντας με ενδιαφέρον τις δυο όμορφες γυναίκες εκεί δίπλα του. Είχε μεγάλη αδυναμία στις όμορφες, προσεγμένες γυναίκες. Θεωρούσε πραγματικό Θηλυκό όποια ήξερε με μαεστρία ν' αναδεικνύει τα δυνατά σημεία που της χάρισε η φύση.
Πρώτα νοερά περιπλανήθηκε στην Ελπινίκη. 
«Αυτή με το σινιέ ταγιέρ. Ομορφιά κλασσική. Απόλυτη κοκέτα  πάντα στην τρίχα. Κομψή γυναίκα που ακόμη και το αιδοίο της  σίγουρα είναι απαλό, όμορφο και περιποιημένο.»
Δεν πρόλαβε να αποσώσει το συλλογισμό του και το βλέμμα του πέφτει γυρνώντας στην Εριφύλη και όταν τα βλέμματα τους συναντήθηκαν ένιωσε εκείνο τον ηλεκτρισμό, αυτό το πρωτόγνωρο συναίσθημα. Ήταν έλξη με την πρώτη ματιά. Kαθώς την κοιτάζει, απολαμβάνει με γρήγορες ματιές τις λεπτές κινήσεις και την αριστοκρατική της φιγούρα, μια κλασική εικόνα κομψοντυμένης ομορφιάς στο ρεστοράν. Tα κατσαρά καστανοκκοκινα μαλλιά της κατεβαίνουν με τέλειο κυματισμό και τονίζουν το σταρένιο της δέρμα, ίδιο με τη χλομάδα των γυναικών της Mεσογείου. Tα τοξωτά φρύδια κι οι μακριές βλεφαρίδες της, μια νυχτερίδα. Tα μάτια της, λαμπυριζουν κάτω απ᾽ τα φρύδια της σαν πολύτιμο πετράδι μέσα σε χρυσό πλαίσιο. Η συμμετρία των χαρακτηριστικών του προσώπου της χαρίζει, χωρίς αμφιβολία, αυτοπεποίθηση! Καλοσχηματισμένη μύτη και χείλη συνθέτουν ένα αρμονικό πρόσωπο, που προσθέτει στο σοβαρό της προφίλ μια πινελιά, μια υποψία για κάτι που μένει ανομολόγητο.
Ήταν η σεξουαλική ένταση που τον απογειώνει. Το σώμα του αυτόματα ποθούσε αυτό που έβλεπε. «Γυναίκα αγριόμουνο» άφησε να φύγει από τα χείλη του ένας άτονος ψίθυρος: «Πολύ όμορφη γυναίκα σαν ατίθασο άτι που ξυπνάει μέσα σου το ζώο. Επίσης, γυναίκα που γουστάρει άγρια κόλπα. Γυναίκα που φέρεται στο σεξ ως αφέντρα» μουρμουρίζει ενώ το ακριβό της άρωμα αναμειγμένο με τη μυρωδιά απ’ το σώμα της τον μεθάει, θα ’θελε να το μαζέψει στην παλάμη του όπως αιωρείται και τον περιβάλλει με τη γοητεία της. Σαν χείμαρρος τον παρέσυρε η σεξουαλική αύρα που ακτινοβολούσε αυτή η γυναίκα. Ένιωσε κύματα καύλας να τον διαπερνούν. Όλα τα κύτταρά του, του έλεγαν ότι αυτή τη γυναίκα επιθυμούν να είναι το άλλο του μισό. 
Η Εριφύλη συνειδητοποίησε ότι ο άντρας που καθόταν απέναντι ακουμπώντας τις παλάμες του διπλωμένες στο τραπέζι είχε ρίξει το βλέμμα του πάνω της. Τα χρυσαφιά του μάτια βυθίστηκαν στα δικά της, αιχμαλωτίζοντας τα για μερικά ατέλειωτα δευτερόλεπτα, κι εκείνη ένιωσε να την αξιολογεί άμεσα και να την κοιτάζει με στιγμιαία περιέργεια. Είχε την άβολη αίσθηση πως αυτός ο άντρας μπορούσε να δει περισσότερα απ’ όσα θα ήθελε η ίδια να δείξει. Έμεινε να τον κοιτάζει σαν χαζή, με την καρδιά να βροντοχτυπάει στο στήθος της, και με μια σκέψη να σκάει σαν βεγγαλικά στο μυαλό της: Θεέ μου, τι άντρας που είναι. Κι ήταν τόσο κοντά της. Ήταν ο πιο επιθυμητός άντρας που είχε ποτέ συναντήσει.
Θυμήθηκε τις ξεχασμένες συμβουλές της γιαγιάς της. Την συμβούλευε πως οι αληθινές γυναίκες πρέπει να είναι εκπληκτικές ηθοποιοί. Από τα χρόνια της πρώιμης εφηβείας τους να κάνουν ώρες πρόβας μπροστά στο ανδρικό κοινό ώστε να εκτοξεύουν την υποκριτική τους. Η γιαγιά της θεωρούσε πάντα τον έρωτα σαν μια Θεατρική σκηνή, όπου οι γυναίκες ζουν την κάθε τους μέρα σαν πρεμιέρα. Γυναίκα είναι εκείνη τη συμβούλευε πως δεν κοιτάζεις ποτέ έναν άγνωστο άνδρα στα μάτια. Αφήνεις να κυλήσει ικανό διάστημα, μέχρις ότου εκείνος προσηλωθεί πάνω σου επίμονα και διεκδικητικά. Επιλέγεις από ένστικτο, τη στιγμή που Θα του ρίξεις μία και μοναδική θανατηφόρα ματιά, λίγο πριν αποχωρήσεις απ' το σκηνικό. Ο άνδρας, έχοντας περάσει τη βασανιστική δοκιμασία της αδιαφορίας, νιώθει το ακαριαίο κοίταγμα σου να καρφώνεται σαν κεντρί στην καρδιά του. Αποχωρώντας αυτοκρατορικά, έχεις ήδη Θέσει τους κανόνες σου. Εσύ βασίλισσα στον Θρόνο, εκείνος πιστός ιππότης αφιερωμένος στη γοητεία σου. Το παιχνίδι συνεχίζεται με απανωτές πολλαπλές δοκιμασίες, μέχρι ν' αποφασίσεις εσύ να δώσεις το οριστικό τέλος. 
 Ξεροκατάπιε. Το αίμα κύλησε πιο έντονα στις φλέβες της. Ξαφνικά, μια αίσθηση φόβου την κυρίευσε. Είχε αρχίσει να φοβάται ότι ο άνδρας δεν θα σταματούσε εκεί. Αισθανόταν ευάλωτη και αυτό φαινόταν. Ο άνδρας της χαμογέλασε εγκάρδια με το που κατάλαβε ότι η Εριφύλη αισθανόταν άβολα. Σήκωσε το βλέμμα του αναζητώντας το σερβιτόρο. Τα βλέμματα τους συναντήθηκαν και πάλι και τα μάτια του βυθίζονταν αλύπητα στα βάθη της ψυχής της, και τα έλεγαν όλα! Η Εριφύλη είχε αρχίσει να νοιώθει αυτή την γλυκιά ζέστη να την κυριεύει να την ζαλίζει και να νιώθει μια αμοιβαία σεξουαλική έλξη. Ένιωσε και αυτή κύματα καύλας να την διαπερνούν.
Από εκείνη τη στιγμή, άρχισαν να επικοινωνούν νοερά. Τα νοητά μηνύματα που αντάλλαζαν ήταν ανοιχτό βιβλίο και για τους δύο. Είναι ζωγραφισμένα στα πρόσωπα τους, κάθε στιγμή, κάθε λεπτό! Χωρίς υποθέσεις. Χωρίς αμφιβολίες. Ξεκάθαρα της έλεγαν ότι ήθελε να τη γνωρίσει. Και μαζί με τα μηνύματα, άρχισαν απλόχερα να γεννιούνται, συναισθήματα πρωτόγνωρα και να την «πλημμυρίζουν». Προσπαθούσε να κρατήσει αποστάσεις, καθώς συλλογιζόταν τις συνέπειες. 
Με κάθε λεπτό που περνούσε, οι χτύποι της καρδιάς της επιταχύνονταν. Η ταραχή της φούντωνε, κι άρχισε να νιώθει φριχτά, καθώς ένταση πλημμύρισε ξαφνικά το χώρο, τόσο απτή και χαρακτηριστική, που θα ταν αδύνατο να ξεγελάσει τον οποιονδήποτε: μια τόσο ωμή, απροκάλυπτη και βίαιη σεξουαλικότητα, που η Εριφύλη ένιωσε να της κόβεται η ανάσα. Σαν ηλεκτρικό ρεύμα τη διαπέρασε το μήνυμα, κι ένιωσε τα γόνατά της να κόβονται.
«Τον θέλω,» σκέφτηκε πανικόβλητη.
Δεν είχε ιδέα πώς της είχε συμβεί αυτό.
«Τον θέλω! Ακόμη ακόμη και όταν σκέφτομαι ότι αυτή την στιγμή, μπορεί και να μην έρθει ποτέ.»
Ασυναίσθητα, το κορμί της έγειρε προς το μέρος του, τα χείλια της μισάνοιξαν, η επιδερμίδα της ρίγησε σαν να τη φυσούσε δυνατός αέρας. Έκλεισε για μια στιγμή τα μάτια, κοντανασαίνοντας.

Click to Open
Ερωτική Μυθοπλασία IΙ: (Part.. 1)
.....

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2023

Apo Tin Paidikotita Stin Efivia: o Epilogos

...O Αλκιβιάδης λόγω βιοποριστικών και όχι μόνο συνθηκών εγκατέλειψε το λύκειο προς μεγάλη απογοήτευση της Κύπριας φιλολόγου του που αλλιώς την φανταζόταν την σταδιοδρομία του. (Όχι πάντως μηχανικό...  Κάτι για ρεπόρτερ του έλεγε. Δημοσιογράφος εννοείς; τη ρωτούσε.) «Για κάποιους ανθρώπους τα γράμματα γίνονται πολυτέλεια όταν το μόνο που τους έχει απομείνει είναι η περηφάνια της φτώχειας τους.» Και άντε και πώς να το ανακοινώσει στην Ιοκάστη που τον έβλεπε να παίρνει τα γράμματα και καμάρωνε. Έβλεπε στο γιο της τα διψασμένα για γνώση μάτια της.
Από τα παιδικά του χρόνια, ο Αλκιβιάδης ήταν φορτωμένος με ευθύνες και έπρεπε να αγωνιστεί σκληρά για το ψωμί του, αφού η Ιοκάστη του και ο Κλέαρχος ήταν φτωχοί και δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν στον ανήσυχο Αλκιβιάδη μια καλή εκπαίδευση, για την οποία τόσο λαχταρούσε. 
.....Πού να ’ξερε η δόλια η Ιοκάστη πως για το φτωχόπαιδο του παλιού εκείνου καιρού, τα τρύπια και χιλιομπαλωμένα παντελόνια του θα γίνονταν αιτία να του κλέψουν τον ήλιο της ελπίδας που δεν έμαθε πολλά γράμματα, και ξένες γλώσσες. Γιατί, πού να περισσέψουν λεφτά για καινούριο παντελόνι, τότε που η φτώχεια κυνηγούσε τους ανθρώπους. Αυτά τα τρύπια, τα χιλιομπαλωμένα παντελόνια που φορούσε από ανάγκη και περισσή ανέχεια, έγιναν η αιτία ώστε ο Αλκιβιάδης στην προεφηβική του ηλικία να νοιώθει άβολα και ν' αρνείται να πηγαίνει στο φροντιστήριο των αγγλικών και των γαλλικών βρίσκοντας χιλιάδες δικαιολογίες για να μην στεναχωρεί την Ιοκάστη, που του τα παρείχε δουλεύοντας πολύ σκληρά και πολλές ώρες..και σήμερα την ευγνωμονεί, γιατί ακόμα του θυμίζουν το καθήκον και τη θέση του μέσα στην κοινωνία, κάθε φορά που πάει να ξεχαστεί.
..,, Απλώς τελείωσε μια νυκτερινή σχόλη εργοδηγών μηχανολόγων.. Υπηρέτησε τη στρατιωτική θητεία του ως υπαξιωματικός στο τεχνικό κλάδο στα τεθωρακισμένα. Με το τέλος της στρατιωτικής θητείας επέτυχε πρόσληψης στο τεχνικό τμήμα της ολυμπιακής αεροπορίας αλλά δεν τον ικανοποιούσαν την εποχή εκείνη οι μισθολογικές προοπτικές και αποφάσισε να μην αποδεχθεί την πρόσληψη. Με το πτυχίο του εργοδηγού μηχανολόγου, φοίτησε ένα χρόνο στις  ακαδημίες των εμποροπλοιάρχων ώστε να ακολουθήσει το επάγγελμα του ναυτικού. Τον κέρδισε η θάλασσα το παιδικό του όνειρο, παρασύροντας τον στα πιο μαγευτικά ταξίδια. Κι’ η θάλασσα τον δέχτηκε στην αγκαλιά της. Την συνέχεια των σπουδών που πολύ την επιθυμούσε, ήταν πλέον ένα όνειρο παραγκωνισμένο στο χώρο της φαντασίας.
Ίσως κάποια μέρα.
Ίσως.
Μα εκείνη η μέρα δεν ήρθε, δεν παρουσιάστηκε ποτέ. Τώρα που έχει τα τριπλάσια χρόνια, κυνηγάει την παιδική ηλικία που δεν είχε, και γι' αυτό του αρέσουν οι παιδικές περιπέτειες.
Την ίδια εποχή είναι που συντελείτε η σωματική μεταμόρφωση του Τηλέμαχου. Μέχρι τότε στα δεκατέσσερα του χρόνια ήταν ένα κοντό παιδί που ψήλωσε απότομα στα δεκαπέντε με δεκαέξι του χρόνια, κι ακόμα συνέχισε να ψηλώνει, σαν κάποιο χέρι μαγικό να έπλαθε το κορμί του. Ψήλωσε αρκετά, απέκτησε φυσική ομορφιά, και από έφηβος έδειχνε μεγάλη αυτοκυριαρχία και εμπιστοσύνη στον εαυτό του.Το πρόσωπό του είχε στιβαρή χάρη και το βλέμμα του ήταν χαϊδευτικό, ήμερο, αντίφεγγε με μελί φωτεινές αναλαμπές. Ένας όμορφος έφηβος με καστανόξανθα μαλλιά που συνήθως τα άφηνε λίγο περισσότερο μακρύτερα απ' όσο έπρεπε. Η φυσική του σεξουαλικότητα και ο ήρεμος θελκτικός τόνος της φωνής του κυριαρχούσαν στους γύρο του. Ήταν αυτός απ’ τα αδέλφια που είχε όλα εκείνα τα φυσικά σωματικά χαρίσματα των προγόνων από την πλευρά της μητέρας τους.
Ο μικρός Ιάσονας μεγαλώνοντας ψήλωσε έγινε ένα γεροδεμένο παλικαράκι. Τέλειωσε το δημοτικό και προετοιμάζεται για εισαγωγικές εξετάσεις στο γυμνάσιο. Προετοιμάζεται τρόπος του λέγειν διότι τα βιβλία γενικά του έφερναν αλλεργία.
Ο Αλκιβιάδης αν και είχε εγκαταλείψει το Λύκειο, διατηρούσε καλές αναμνήσεις και εκτιμούσε το παιδαγωγικό έργο του πατρινού γυμνασιάρχη του και αντίστοιχα ο γυμνασιάρχης εκτιμούσε την φιλομάθεια του Αλκιβιάδη… Με θάρρος λοιπόν ζήτησε από τον γυμνασιάρχη να βοηθήσει τον μικρό Ιάσονα διότι είναι ένα πανέξυπνο παιδί απλά δεν τα πάει καλά με τα γράμματα.
Ακόμη και σήμερα ο Αλκιβιάδης θυμάται με νοσταλγία και σεβασμό τον καταγωγή απ’ την Πάτρα γυμνασιάρχη του να του γραπώνει την μύτη με τον Δείκτη και τον μεσαίο δάκτυλο και να τον ταρακουνά μέχρι που τον έπαιρναν τα ζουμιά απ  την αιμορραγούσα μύτη… 
Το έγκλημα του ήταν ότι είχε ζωηρή φαντασία και μια μεγάλη αγάπη στις περιπέτειες, έγραφε γλαφυρές εκθέσεις, αλλά οι σελίδες του ήταν σαν ένα ολάνθιστο λιβάδι σπαρμένο παπαρούνες.  Η Κύπρια φιλόλογος χαμογελούσε με κατανόηση αλλά ο γυμνασιάρχης το είχε βάλει αμέτη-μωχαμέτη ο μαθητής του να μάθει και ορθογραφία.
«Ζωντόβολο θα μάθεις ποτέ να γραφείς σωστά τις λέξεις.» Και τον ταρακουνούσε χωρίς οίκτο. Αλλά στα ματιά του ο Αλκιβιάδης έβλεπε μια ζεστή, τρυφερή ματιά που ενδιαφερόταν για εκείνον. Αυτή η κρυμμένη τρυφερότητα  ήταν η απόδειξη της αγάπης του για τον μαθητή του.
Ο μικρός Ιάσονας συμμετείχε αναγκαστικά για να πάρει μέρος στις εισαγωγικές εξετάσεις για το γυμνάσιο, για να μην πικράνει την Ιοκάστη και τον αδελφό του ύστερα από τις δέουσες ασφυκτικές παραινέσεις, αλλά παρακάλεσε το γυμνασιάρχη να μην τον βοηθήσει γιατί δεν επιθυμεί να πάει στο γυμνάσιο. Το 'βλέπε για γράμματα ότι δεν μπορούσε να προχωρήσει, θεωρούσε το σχολικό βάρος ασήκωτο. Ήταν καιρός του να διαλέξει μια τέχνη. Ο γυμνασιάρχης με κατανόηση του χάιδεψε στοργικά το κεφάλι και του ευχήθηκε να βρει αυτό που επιθυμεί στην ζωή του. Με το πέρασμα το χρόνου δεν κάθισε ξανά ποτέ σε θρανία, βρήκε όμως τον δρόμο του, κι έκανε προκοπή  ύστερα από μόχθο και σκληρή δουλειά. ...  
Η ίδια η ζωή έχει διδάξει πως ουκ ολίγοι, που δεν κάθισαν σε θρανία, βρήκαν τον δρόμο τους, δούλεψαν σκληρά και πέτυχαν πολλά. Όπως ο ιδιόμορφος και πλούσιος Κεφαλλονίτης της ανέκδοτης ιστορίας που λέγεται από στόμα σε στόμα, για πολλά χρόνια, που λέει στο τραπεζίτη του «Αν ήξερα να γράφω θα ήμουν καντηλανάφτης».
Ο Κλέαρχος η Ιοκάστη με τον Τηλέμαχο και τον Ιάσονα μετακόμισαν στην Αθήνα το διάστημα της στρατιωτικής θητείας του Αλκιβιάδη.
Η Ιοκάστη. Η υπέροχη μητέρα τους.
Απεβίωσε στα εξήντα επτά της χρόνια σε πολύ καλή φυσική και πνευματική κατάσταση και καλή φυσική σωματική δραστηριότητα, από αιφνίδιο θάνατο (την πρόδωσε η αγνή καρδιά της) που ξάφνιασε τόσο το γιατρό της, καθώς και όλους τους άλλους γύρω τους.
Του Αλκιβιάδη υπάρχουν ακόμη μέσα στο μυαλό και στην ψυχή του αναμνήσεις, εικόνες της και συναισθήματα από το παρελθόν τους που έχουν χαραχτεί βαθιά μέσα του και δεν ξεχνιούνται, αν και έχουν ξεθωριάσει και δεν είναι τόσο ζωντανές με το πέρασμα του χρόνου, που τις κουβαλά ακόμα και σήμερα. Οι αναμνήσεις είναι συνυφασμένες με το παρελθόν του και το παρελθόν του καθορίζει άμεσα το παρόν και το μέλλον του.  Η Ιοκάστη του είναι μια ανάμνηση που για αυτόν σημαίνει κάτι θετικό, κάτι που θέλει να θυμάται για όσο ζει, κάτι που βίωσε και τον έκανε ευτυχισμένο και η ανάμνηση της βρίσκεται σε μια γωνιά της ψυχής και του μυαλού του και τον συντροφεύει να έχει το ψυχικό σθένος για να πετύχει, να είναι αισιόδοξος, τολμηρός και δυνατός όπως αυτή τον συμβούλευε. Το αποτύπωμα που άφησε, δεν ξεθώριασε! Μέσα του «φωσφορίζει» να του την θυμίζει ανελέητα και να 'ρχεται στα χείλη του ψιθυριστά πόσο τους λείπει....
Επέστρεψε εσπευσμένα από το Χιούστον των ΗΠΑ όπου βρισκόταν.
Δεν τα κατάφερε! Δεν πρόλαβε να την ασπαστεί αν και έτρεξε να αγκαλιάσει για τελευταία φορά το άψυχο σώμα της. Αν και το επιθυμούσε.
Ο άνεμος της μνήμης γέμισε μελαγχολική σκόνη το μυαλό του και αμέσως το πρόσωπό του σκοτείνιασε ενθυμούμενος την εικόνα της πρόωρα χαμένης μητέρας του. Ο πόνος του ξεχείλισε για μια ακόμα φορά και τα μάτια του άρπαξαν φωτιά. Είχε καιρό να κλάψει, παρόλο που η σκέψη της τον βάραινε διαρκώς. Από εκείνο το μελανό δευτερόλεπτο που έμαθε για τον αιφνίδιο θάνατό της, μια σκιά σαν κοράκι ήρθε και κάθισε μόνιμα στην ψυχή του. Άφησε τα δάκρυα να κυλήσουν, ζητώντας να ξορκίσει την προσωπική του τραγωδία. Αν τον έβλεπε από μια γωνιά του σύμπαντος, σίγουρα θα τον καμάρωνε. 
Τον πρώτο καιρό τις νύχτες που το φεγγάρι έπαιζε κρυφτό με τα σύννεφα, μες στα βαθιά μεσάνυχτα σαν λύκος μοναχικός, σερνόταν κρυφά μέσα από τους ίσκιους και τρύπωνε σαν φάντασμα στην τελευταία κατοικία της.
Ήθελε να είναι ολομόναχοι οι δυο τους, πλησίαζε αθόρυβα, εκεί που εκείνη κοιμόταν ήσυχα και γαλήνια. Να τα πούνε. Και να μην τους ακούει κανείς. Στεκόταν πάνω από την λιτή μαρμάρινη πλάκα, η ψυχή του κομμάτια. Δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί έφυγε τόσο νωρίς, έτσι ξαφνικά, χωρίς ένα αντίο, χωρίς μια λέξη… Περίμενε εκεί….Κλαίει, μ' έντονο, γοερό κλάμα και τα δάκρυα που καίγανε χύνονται ζεστά απάνω στο κρύο μάρμαρο. Γονατιστός επάνω της και αναρωτιόταν «Γιατί;»  Καμία απάντηση από πουθενά. «Που πήγε η γαλήνη και η ηρεμία σου. Γιατί χάθηκε η ομορφιά της ψυχής σου; Γιατί; Χάθηκαν τα χάδια σου τα τρυφερά.» 'Όταν ήταν μικρός, ερχόταν ακροπατώντας στο κρεβάτι του λίγο πριν κοιμηθεί, για να τον σκεπάσει. Του χάιδευε τα μαλλιά, τον μύριζε απαλά, τον ασπαζόταν τρυφερά όπως μόνο μια μάνα ξέρει και πήγαινε να ξαποστάσει από την κούραση της ημέρας. Πέρασαν κιόλας τριάντα πέντε χρόνια, συλλογίστηκε. Έτσι απλά! Σαν ένα ανοιγόκλεισμα του ματιού. Κι ένοιωσε στο μάγουλό του, το φιλί της μάνας του, όπως όταν τον αποχαιρετούσε στο πρώτο του μπάρκο. «Να πας στο καλό καρδιά μου. Να σε φυλάει ο Άγιος μας, εκεί στα ξένα που πηγαίνεις». Έχωσε μέσα στη τσέπη από το σακάκι του ένα φυλακτό και τον ξεπροβόδισε μέχρι το αεροδρόμιο που ετοιμαζόταν να σαλπάρει για τον Περσικό κόλπο. 
Έφευγε όταν η μέρα χάραζε και ο ορίζοντας ρόδιζε στο βάθος. Έκλεινε τα μάτια και το ξέρει πως δεν υπάρχει γιατί. Έτσι είναι ο κόσμος.
Ο Κλέαρχος.
Απεβίωσε στα ογδόντα πέντε του έτη. Ο Αλκιβιάδης με τα χέρια του ... του έκλεισε τα μάτια όταν αναχώρησε η ψυχή του από το σώμα του, για ν' αναπαυθεί.. (........ αιώνια μετά των δικαίων........)
Ο Τηλέμαχος.
Τελείωσε το Λύκειο,  σταμάτησε όμως εκεί, δεν έκανε ένα βήμα ακόμη να πάρει εφόδια για να προχωρήσει παραπέρα,. Oταν ήταν μικρός μάλλον ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής, δεν υπάρχει παιδί που παίζει μπάλα και να μη θέλει να γίνει ποδοσφαιριστής.  Είχε μεγάλο φυσικό ταλέντο, αλλά ήταν τρομερά απείθαρχος, οπότε το πλάνο αυτό δεν προχώρησε με επιτυχία.  Μετά, και καθώς τα πράγματα σοβάρευαν και οι αποφάσεις έπρεπε να έχουν και κάποιον ρεαλισμό, αυτός παρέμεινε αναποφάσιστος, επιβεβαιώνοντας τη αστάθεια του χαρακτήρα μου. Δεν είχε ιδέα τι μπορεί πραγματικά να του αρέσει, ίσως μόνο μια αίσθηση, αλλά κι αυτή δεν ήταν αρκετή. Υπηρέτησε στις ειδικές δυνάμεις καταδρομών του στρατού. Του Αλκιβιάδη δεν του φάνηκε παράξενο αλλά είχε κάποιους φόβους με την επιλογή του αδελφού του. Πίστευε ότι δεν ταίριαζε με τον ατίθασο χαρακτήρα του να γίνει μέλος μίας επίλεκτης ομάδας καταδρομέων που πρέπει να περάσει από ασκήσεις και γυμνάσια που προκαλούν τρόμο και πόνο και ορισμένες φορές μάλιστα η εκπαίδευση για τα ειδικά αυτά σώματα ξεπερνάει κάθε φαντασία.
Η μετέπειτα επαγγελματική ζωή του πολυτάραχη και ασταθής. Ασχολήθηκε με μια πληθώρα από επαγγέλματα. Από δουλειές του ποδαριού μέχρι επιτυχημένες επιχειρήσεις. Μπορεί να ‘ταν ένα χαρισματικό παιδί, αλλά οδήγησε την ζωή του χωρίς πηδάλιο, ανήσυχος, χωρίς πληρότητα, τελικά βούλιαξε στο βάλτο της καθημερινότητας, με τα σπουδαία του χαρίσματα χαμένα. Από την εφηβική του ηλικία η περιπέτεια ήταν συνυφασμένη με την ίδια τη ζωή μου. Ήταν αυτός απ’ τα αδέλφια που είχε όλα εκείνα τα φυσικά σωματικά χαρίσματα των προγόνων από την πλευρά της μητέρας τους. Ήταν ένας όμορφος άντρας με καστανόξανθα μαλλιά που συνήθως τα άφηνε λίγο περισσότερο μακρύτερα απ' όσο έπρεπε. Τον Τηλέμαχο τον σκότωσε το ίδιο του το πάθος για τη ζωή. Και η ίδια η ζωή τον έδιωξε από την αγκαλιά της. Δε χρειάστηκε και πολύς κόπος για να αναποδογυρίσει το σκάφος παρασύροντας στο βυθό ότι υπήρχε πάνω του. Όταν τον βάλανε κάτω απ' τη γη ήταν μονάχα σαράντα τριών ετών. Χάθηκε έτσι ξαφνικά. Ποιος θα το 'λεγε. Σαράντα τρία χρόνια ανέμελης ζωής που ξαφνικά ένα ύπουλο τσίμπημα στην καρδιά τον σκόρπισε για πάντα.
Λάκισε απ' τούτη τη ζωή χωρίς να τους πει ούτε ένα αντίο.....
 Ο Ιάσονας. ....
Όταν ο Ιάσονας είπε την απόφαση του η Ιοκάστη δεν συμφωνούσε που αποφάσισε να παρατήσει τα γράμματα για μια τέχνη, το θεωρούσε παράτολμη κίνηση για την μετέπειτα ζωή του, θύμωσε πικράθηκε μα η απόφαση του Ιάσονα ήταν αγύριστη... Ο Κλέαρχος που είχε ιδιαίτερη αδυναμία στον Βενιαμίν τους δεν του έκανε εντύπωση και δεν αντέδρασε στις επιθυμίες του Ιάσονα. Τουναντίον πολλές φορές  έγινε πολύτιμος αρωγός στις προσπάθειες του.
Και ο Αλκιβιάδης καθησύχασε την μητέρα τους. «Αυτό το παιδί έχει έμφυτο μέσα του το δαιμόνιο του εμπορίου, και μην το υποτιμάς, μητέρα» της είπε.
Από έφηβος ξημεροβραδιαζόταν δουλεύοντας τόσο σκληρά που είχε συνηθίσει να κοπιάζει για να πετύχει. Του χρειαζόταν εξάλλου να κάνει βήματα προόδου, για να κλείσει το στόμα της μητέρας τους, η οποία ανησυχούσε σχετικά με το μέλλον του. Ασχολήθηκε ταυτόχρονα με τεχνικές εργασίες υδραυλικών εγκαταστάσεων, και με εμπορικές δουλειές, μειώνοντας με γοργό ρυθμό την απόσταση που χρειάζεται να διανυθεί ως την καταξίωση.
Παντρεύτηκε νεαρότατος και ήδη στη στρατιωτική θητεία του είχε μια κόρη, που έφερε πανάξια το όνομα της μητέρας τους. Υπηρέτησε στην επίλεκτη Μονάδα της Προεδρικής Φρουράς παρ’ ότι δεν ήταν επιλογή του, ούτε το επιθυμούσε.. Απλώς επιλέγει με κριτήρια κυρίως ήθους και σωματικά. Και αυτό ο Αλκιβιάδης νομίζει ότι τα λέει όλα!  Αργότερα ο χαρακτήρας του, το εμπορικό και επιχειρηματικό δαιμόνιο που είχε μέσα του, είχαν σημαντική συμβολή στην προώθηση της κοινωνικής του ευημερίας, με αποτέλεσμα η βελτίωση της ευημερίας του να να συνδεθεί με τη δημιουργία μια όμορφης οικογένειας.
.........Το ταξίδι, η περιπέτεια και η μακριά πορεία τελειώνει σ' εκείνο το μέρος όπου πηγαίνει η φλόγα όταν σβήνει, στο άυλο παρελθόν .
.......... Όταν αρχίζει να σουρουπώνει, παίρνει το μονοπάτι που οδηγεί στην ακτή, όπου κάθεται ώρες ολόκληρες εκεί που σκάει το κύμα, στην άμμο την ποτισμένη από την αλμύρα, και αγναντεύει το πέλαγος. Βλέπει τα  κύματα να παφλάζουν στην αμμουδιά στα πόδια του, τα νιώθει στο ρυθμό του φλοίσβου τους να του ψιθυρίζουν ολόγυρα από το σώμα του. Έκλεισε  τα μάτια του για ν' ακούσει τη μουσική τους μα δεν τ' άκουγε παρά μόνο τον παφλασμό τους. Ήταν η αντάρα της ψυχής του, που βούβαινε τα πάντα γύρω του. Το μυαλό του ανασύρει από τα ξεχασμένα υπόγειά του αναμνήσεις, είναι οι στιγμές που εύχεται να μπορούσε να γκρεμίσει τα σύνορα του Χώρου και του Χρόνου. Αισθάνεται τη μαγεία να αναβλύζει από κάθε κόκκο άμμου στην ακρογιαλιά, να εξαπλώνεται γύρω του με τα κύματα του νερού και του αέρα. Ξαναγυρίζει στα χρόνια της ξέγνοιαστης παιδικότητας, που τα κορμιά τους ήτανε στητά σαν λαμπάδες, τα πρόσωπα αρυτίδωτα σαν χυμώδη φρέσκα ροδάκινα, τα μάτια λαμπερά, γεμάτα φλόγα και το κεφάλι σκεπασμένο από πλούσια ατίθασα μαλλιά.
Τα κύματα του σιγοτραγουδούσαν τραγούδια δίχως μουσική, σφύριζαν σκοπούς δίχως λόγια, με μόνο στόμα, με μόνη γλώσσα κι έκφραση, τη γλώσσα των κυμάτων και εκεί καθισμένος στην αμμουδιά, ταξίδευε με τα καράβια που περνούσαν...
...............................................
***Πηγή … Η Κουμουστά της Λακεδαίμονος…
Θεοδ. Σ. Κατσουλάκου… Παν. Χ. Στούμπου
Εκδοση ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΞΗΡΟΚΑΜΠΙΟΥ......ΣΠΑΡΤΗ 2012
Γ. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ
1. Οικογένειες και ιστορική τους παρουσία… Σελίδα 199….

**Kατά την παράδοση ήταν ο πρώτος οικιστής της Ρειχιάς από τις Σπέτσες στα 1795…Βλέπε: Λακωνικαί Σπουδαί… Τόμος 20
Ελευθερίου Π. Αλεξάκη… ΚΡΥΜΜΕΝΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΑΛΒΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΟΑΛΒΑΝΟΠΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗ ΒΑ ΛΑΚΩΝΙΑ. (1400-2000)

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2023

«Den Legonte Ta Panta Stous Pantes»

.
... Την εποχή εκείνη στο τέλος τη εφηβείας του Αλκιβιάδη, ο Κλέαρχος ένοιωθε εντελώς αποστραγγισμένος από ενέργεια και παρουσίαζε φιλάσθενο χαρακτήρα και ασθένειες τον ταλαιπωρούσαν. Ο θεράπων του ιατρός τους δήλωσε, ότι λόγω του ιστορικού με τα νεφρά του, χρήζει νοσοκομειακής περίθαλψης και για «καλύτερα» αποτελέσματα τον παρέπεμψε σε μεγάλο νοσοκομείο των Αθηνών για περαιτέρω κλινικές εξετάσεις καθώς τους δήλωσε ότι τις κρίνει πραγματικά απαραίτητες...
 «Ταλαιπωρήθηκε στις κυνηγητικές εξορμήσεις στα βουνά και τα λαγκάδια που εφορμούσαν με τον φίλο του το γιατρό.» Μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του ο Αλκιβιάδης στην Ιοκάστη.
«Αλκιβιάδη σε παρακαλώ! Μη λες τέτοια λόγια για την ίδιο σου τον πατέρα». Τον μάλωσε η μητέρα του.
Έχει περάσει μια εβδομάδα που η Ιοκάστη άφησε τον Κλέαρχο στην εποπτεία των γιατρών με τη συνδρομή της αδελφής της που μένει στην Αθήνα. Επιστρέφει πάλι στο νοσοκομείο στην Αθήνα για να δει την πρόοδο της ανάρρωσης του Κλέαρχου. Διαβαίνοντας το εσωτερικό μεγάλο πάρκο του νοσοκομείου έπιασε στα «πράσα» τον Κλέαρχο να ερωτοτροπεί σε παγκάκι του πάρκου με μια νοσοκόμα. Είχε δίκιο λοιπόν η αδελφή της που τον επισκεπτόταν καθημερινά και εκμυστηρευόταν της Ιοκάστης ότι ο Κλέαρχος τον τελευταίο καιρό εκμεταλλεύεται την ψυχολογία της με την φιλάσθενη νοοτροπία που παρουσιάζει. Αδελφή μου της έλεγε το μυαλό του είναι στο «Ο γιατρός θεραπεύει, αλλά η νοσοκόμα φροντίζει τον ασθενή.» Και της τόνιζε ιδιαίτερα με στόμφο ειρωνικό αυτό το «αλλά η νοσοκόμα φροντίζει τον ασθενή.»
Ο Κλέαρχος τις ώρες εκείνες ήταν τόσο απορροφημένος το μόνο που σκέφτεσαι είναι το πουλί του και τα σαλιαρίσματα! Δεν πήρε είδηση την παρουσία ούτε καν τον ίσκιο της Ιοκάστης. Την Ιοκάστη ένας τεράστιος θυμός την είχε πλημμυρίσει και ξεχείλιζε από κάθε της πόρο. Μια πίκρα. Αγαπούσε τον Κλέαρχο, λαχταρούσε και ανησυχούσε να τον συναντήσει ώστε να μάθει για την πορεία της υγείας του. Η αντίδρασή της έμοιαζε με βουβή κραυγή: Κυριευμένη από απογοήτευση πήρε των κομματιών της κι έφυγε χωρίς να την πάρει είδηση ο Κλέαρχος. Γύρισε άναυλη στη Λαμία..
Με τη επιστροφή στη Λαμία μια απέραντη πίκρα και ένας βουβός θυμός αιωρείται και κυριαρχεί στο περιβάλλον του σπιτιού τους. Ο Αλκιβιάδης αντιλαμβάνεται ποιος είναι ο στόχος του θυμού, και ο θυμός αποτελεί πρόβλημα όταν δεν εκφράζεται και παραμένει βουβός. Λύπη βαθιά τον πλημμύρισε στο βουβό συναπάντημα των ματιών τους με την Ιοκάστη.
Δεν τον είχε ματαδεί τόσο κομματιασμένη την μητέρα του, τον στύλο του σπιτιού τους, ο Αλκιβιάδης. Σαν τ’ αλωνιού τη πέτρα τη παλιά. Σαν του παξιμαδιού το θρύμμα. Ρίγησε μέσα του. Αγκάλιασε με τις μεγάλες του παλάμες το σκυμένο κορμι της. Φίλησε τρυφερα τη κεφαλη της παραμερίζοντας με τα χείλη του το μαυρο θύσανο των μαλλιών της.
«Μητέρα, ψιθύρισε! Όσο κάποιος δε μιλάει, όσο κρατά βουβή την πίκρα και την ενόχλησή του,  σχεδόν πάντοτε φωλιάζει ένας άλλος βουβός θυμός και γι' αυτό αγριότερος. Ο ανεκδήλωτος θυμός είναι δηλητήριο που έχει κατεύθυνση, συσσωρεύεται και κάποια στιγμή εκπυρσοκροτεί. Βουβά, σαν συριγμός..» Της πρότεινε με θέρμη να του μιλήσει ανοιχτά για το πρόβλημά της και γ’ αυτόν που της το προξενεί. Να του εξομολογηθεί τις σκέψεις της, τις αντιρρήσεις της, την πίκρα της, το θυμό της. Ό,τι τέλος πάντων ταλαιπωρεί τη σχέση τους με τον πατέρα του..
«Ακόμη και να μη σε καταλάβω, θα νιώσεις καλύτερα με τον εαυτό σου που μίλησες. Θα νιώσεις καλύτερα με την αυτοεκτίμησή σου. Είναι πολύ πιο εύκολο να είσαι ειλικρινής και θαρραλέα από το να είσαι λυπημένη και θυμωμένη. Είναι, δεν είναι;.!»
Η Ιοκάστη δάμασε το θυμό της, άφησε να ξεθυμάνει η οργή της και βουβά σταλαματιά-σταλαματιά τα δάκρυά της πέφτουν, έπνιξε κάθε φωνή διαμαρτυρίας και του μίλησε μέσα από τα βάθη της καρδιάς από τις βαθύτερες τις πιο εσωτερικές περιοχές της ψυχής της. Παράπονο την έπιασε, αναστενάζει και διηγείται εφηβικές αναμνήσεις για τις επιλογές της, και με παράτονο να βγαίνει το αχ της φωνή της μέσ' από τα φυλλοκάρδια της.
.....Τα χωριά του Ζάρακα κατά την περίοδο της Κατοχής, ήταν θέατρο δραστηριοτήτων της Εθνικής Αντίστασης. Στο Γέρακα στο Κυπαρίσσι και αλλού έφθαναν συχνά ελληνικά και συμμαχικά υποβρύχια, τη νύχτα, από τη Μέση Ανατολή. Διακινούσαν κατασκόπους και είχαν επαφή  με τις  μονάδες Εθνικής Αντίστασης. Μέλη της ομάδας αυτής  μαζί με τους ντόπιους, Ζαρακίτικης καταγωγής,  περιέθαλπαν και έκρυβαν από  τους Γερμανούς,  με κίνδυνο της ζωής τους  Έλληνες και ξένους  κατασκόπους.
Η Ρηχιά ήταν και παραμένει αγροτική περιοχή. Μερικά από τα χωράφια βρίσκονται σε μακρινή απόσταση από του οικισμούς, όχι τόσο χιλιομετρικώς αλλά χρονικώς γιατί ο απαιτούμενος χρόνος μεταβίβασης σε αυτά ήταν μεγάλος, επειδή η μεταφορές γίνονταν με μουλάρια και γαϊδούρια σε δρόμους δύσβατους. Για τον λόγο αυτό δημιουργήθηκε η ανάγκη κατασκευής καταλυμάτων- καταφυγίων για αποθηκεύσεις και την προστασία από τις καιρικές συνθήκες. Στα μακρινά κτήματα όπως τα Καρίκια, που ήταν οι ιδιοκτησίες της οικογενείας του παππού σου βοσκούσαν τα πρόβατά μας και καλλιεργούσαμε  τα χτήματα μας. Εκεί στα Καρίκια, οι πρόγονοι μας είχαν χτίσει ένα ισόγειο σπιτάκι με κεραμίδια που κάλυπταν ανθρώπους και ζώα μαζί.  Ταυτόχρονα χαμηλά στο μυχό της θάλασσας στη θέση Βρίζα είχαν χτίσει πρόχειρο καταφύγιο τη λεγομένη τούρλα που  θύμιζε κτίσμα της λεγομένης « Μεγαλιθικής Περιόδου.»
Ο Αλκιβιάδης ανέμενε προσηνής την συνέχεια της ιστορίας της, προβληματισμένος για το τι σκοπό  εξυπηρετεί η περιγραφή της περιοχής. Έχοντας ζήσει και ο ίδιος για ένα διάστημα στο χωριό, όλα αυτά τα γνώριζε από πρώτο χέρι.
Εδώ η Ιοκάστη σταμάτησε για λίγο την αφήγησή της, όντας εμφανώς πιο ήρεμη. Έκλεισε για λίγο τα μάτια και άρχισε πάλι να του αφηγείται. Πήρε μια βαθιά ανάσα και τότε κατάλαβε πως είχε φτάσει στο πιο δύσκολο. Ξεκίνησε μια εκ βαθέων εξομολόγηση όταν ξανάπιασε το μίτο των συλλογισμών της. Ζούσε τόσο έντονα το παρελθόν, που το παρόν δεν την ενδιέφερε πια σχεδόν καθόλου. Όσο η δροσερή σκιά της μουριάς σκέπαζε την αυλή κι η μυρωδιά απ' τα χρυσάνθεμα έφτανε από τον κήπο, τόσο πιο έντονα θυμόταν την εποχή εκείνη.
...........Στη Νοτιοανατολική Λακωνία κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής 1941-1944. οι πρώτες ομάδες ανταρτών είχαν δημιουργηθεί στην οροσειρά του Πάρνωνα ήδη απ’ τα τέλη του 1942. Αρχικά, οι ομάδες είχαν πολύ περιορισμένη δράση λόγω έλλειψης οπλισμού και έμψυχου δυναμικού. Η κατάσταση άλλαξε την Άνοιξη του 1943 με την άφιξη της πρώτης αγγλικής αποστολής, και το τέλος της Ιταλικής Κατοχής από  το καλοκαίρι του 1943 και  βρισκόμαστε πλέον στην δεύτερη αιματηρή γερμανική κατοχή στην Πελοπόννησο. Την εποχή εκείνη Έλληνες και Βρετανοί κομάντος  είχαν  φθάσει στη Λακωνία από τη Μέση Ανατολή με τελικό τους προορισμό να ενισχύσουν την Αντίσταση.
Βρετανοί κομάντος έπεσαν με αλεξίπτωτα κοντά στην  θαλάσσια περιοχή του μικρού όρμου Βρίζα στο κάβο στις Λούτσισες με δύσκολες καιρικές συνθήκες εκεί που βρίσκεται το κατάλυμα- καταφύγιο της οικογένειας μας... Λόγω σφοδρής βροχής και ισχυρών ανεμών έχασε τα ίχνη ο ένας του άλλου. Φήμες μιλούσαν για έναν τραυματία και έναν ακόμη θανάσιμα τραυματία στην περιοχή... ο νεότερος είχε βγει στη θέση Βρίζα. Επειδή δεν βρήκε άμεσα μια ασφαλή γωνιά τη βροχερή νύχτα, η αγωνία είχε ήδη αρχίσει να φωλιάζει στο στομάχι του όταν ανακάλυψε μια μικρή σπηλιά όπου βρήκε ασφαλές και φιλόξενο καταφύγιο τις νυχτερινές ώρες. Μέσα στο θαμπό φως της αυγής, η πρώτη εικόνα μπροστά του μοιάζει σχεδόν με ζωγραφική σύνθεση στην ψυχή του. Μια στήλη λευκού καπνού ήταν ορατή καθώς υψωνόταν στην υγρασία της ατμόσφαιρας. Μόλις που χαράζει και με ψιλή-ψιλή βροχή κατά αραιά διαστήματα ακολούθησε τον κατσικόδρομο που οδηγούσε από τον όρμο της Βρίζα στο κατάλυμα- καταφύγιο της οικογένειας μας μετά από δύσκολη πεζοπορία. Το κατάλυμα- καταφύγιο ήταν μια πανάρχαια τούρλα που είχε μετατραπεί σε με τον χρόνο σε πιο ευρύχωρο κατάλυμα.
Η βροχή είχε σταματήσει, αλλά ο καιρός τα ίδια και τα ίδια, όταν βλέπεις αυτά τα μαύρα σύννεφα στην Κουλοχέρα να κολλάνε κατά το Αμπελάκι, να κατηφορίζουν κατά το Σκίθι και να ξαπλώνονται στα Μαντριά, να περιμένεις κι άλλες βροχές, όπως συνηθίζουν να το λένε οι τσοπαναραίοι (ποιμένες).
Ο νεαρός άνδρας εντοπίστηκε πρώτα από τα σκυλιά του κοπαδιού μας. Ο παππούς σου πρόσταξε  τα σκυλιά να ησυχάσουν. Αν και βρεγμένος και έχοντας ταλαιπωρηθεί ιδιαίτερα φαινόταν ότι διέθετε την απαραίτητη στιβαρότητα να επιβιώνει σε δυσμενείς συνθήκες και ευτυχώς, έδειχνε καλά στην υγεία του. Μπήκε στο σπίτι ζητώντας την άδεια να απευθυνθεί στη γιαγιά σου. Συμπαθητικός, καλοσχηματισμένος, όμορφος, πειστικός..... φαινόταν και πολύ ειλικρινής.
Ήταν η περιπέτεια ενός νεαρού, Βρετανού στρατιώτη, ο οποίος, μπάρκαρε μια νύχτα της άνοιξης του 1943; από την Μέση Ανατολή με προορισμό την Κρήτη, και την Πελοπόννησο κι από ‘κει, περπατώντας, κατέληξε στην εξώπορτα του αγρότο-καλυβιού μας.
Εγώ μόλις είχα αναχωρήσει για το μαντρί μας που βρισκόταν κοντά στο κατάλυμα. Σε μια στιγμή κοίταξα πίσω και είδα σε μικρή απόσταση το νεαρό στρατιώτη.
......... Η ανάμνηση ξετυλίχτηκε στο μυαλό της, δάκρυα άρχισαν να πλημμυρίζουν τα μάτια της. Η εικόνα του Βρετανού στρατιώτη πρέπει να είχε πλημμυρίσει το μυαλό της.
....... Ο παππούς σου γέμισε ποτήρι με ρακί και του το πρόσφερε. Το ήπιε λαίμαργα σαν να έπινε νερό, οι γουλιές κατέβαιναν χωρίς να το καταλαβαίνει, μέχρι που ξαφνικά ξαναζωντάνεψε, πήρε δύναμη. Ήταν σαν «μάννα εξ ουρανού» διότι όπως ήταν γεμάτος αλάτι από τα κύματα, αισθανόταν αφόρητη δίψα. Τον βοήθησε να βγάλει τα βρεγμένα ρούχα του και του έδωσε να ρίξει επάνω του μια κάπα που φορούσε ο παππούς σου φτιαγμένη από τραγόμαλλο. Ο απρόσμενος επισκέπτης τυλίχτηκε με την κάπα καθώς κούρνιαζε πιο κοντά στη φωτιά με την πλάτη ακουμπισμένη στον τοίχο έτσι ώστε όσο το δυνατόν να φτάνει περισσότερη θερμότητα επάνω του. Η γιαγιά σου ετοίμασε ένα ζεστό πρωινό με φρέσκο γάλα, και φρέσκο-ψημένο χωριάτικο ψωμί με τηγανιτά αυγά για τον ταλαιπωρημένο στρατιώτη και μπόλικο τουλουμίσιο τυρί με ελιές.
Η οικογένεια μας, τηρώντας τις πατροπαράδοτες παραδόσεις του τόπου μας, απέκρυψαν τον περιπλανώμενο στρατιώτη, μοιράστηκαν μαζί του το λιγοστό φαγητό μας, με κίνδυνο της ζωής τους αφού οι Γερμανικές διαταγές ήταν σαφείς. Όποιος παρέχει αρωγή στον εχθρό θα τιμωρείται με θάνατο, (έλεγε η διαταγή του Γερμανού Διοικητή Φρουρίου της Μονεμβάσιας).
Ο νεαρός Βρετανός στρατιώτης ήξερε λίγα ελληνικά που τα είχε μάθει στη Μέση Ανατολή και στην Κρήτη. Λέξεις που τον βοηθούσαν στην επαφή του..
Ο παππούς σου χωρίς να χάσει καιρό αναχώρησε για τη Ρηχιά να βρει το σύνδεσμο των ανταρτών και να τον φέρει σε επαφή με Βρετανό στρατιώτη.
Έμεινε μαζί μας κρυμμένος και την επομένη. Και τις δύο μέρες που ακολούθησαν, φανταζόταν ότι ήταν καλά κρυμμένος, με ασφάλεια στο οικογενειακό κατάλυμα- καταφύγιο μέχρι που ο παππούς σου τον έφερε σ' επαφή με τους συνδέσμους των ανταρτικών ομάδων στην περιοχή. Τον διαβεβαιώσαμε ότι ήταν καλά κρυμμένος ακόμη κι από ακούσιους πληροφοριοδότες. «Ήδη ο θείος σου είχε πιάσει όπλο του αντάρτη και το 1946-47, ήταν σε λόχο αντάρτικο.» Ένοιωθε μια σιγουριά και μια ασφάλεια, που του μαλάκωνε την ψυχή.
Έκτοτε, ποτέ μου δεν έμαθα τι απέγινε ο Βρετανός στρατιώτης. Θυμάμαι που έδωσε καραμέλες και σοκολάτες στις μικρές μου αδελφές. Ναι τον συμπάθησα από την πρώτη στιγμή. Ήταν ένας πολύ απλός και ευθύς άνθρωπος. Εκείνα τα γκρίζο-πράσινα μάτια του με σημάδεψαν με την ύπαρξή τους. Μας υποσχέθηκε μόλις τελειώσει ο πόλεμος θα προσπαθήσει να ξαναγυρίσει και να μας ξαναβρεί. Με ρώτησε αν με το καλό όλα αυτά τελειώσουν αν θα ήθελα να πάω στην Αγγλία να τον βρω. Μας υποσχέθηκε ότι θα μας γραφεί συχνά. Όταν αυτό είναι εφικτό. Την εποχή εκείνη ετοιμαζόταν τα βαφτίσια της μικρής-μικρής θείας σου. Νονός της ήταν πρώην βουλευτής από την Κρεμαστή που είχε σπουδάσει νομικά στο Παρίσι, μετέπειτα υπουργός στην κυβέρνηση του Σ. Βενιζέλου. Ζήτησα από την γιαγιά σου να μεσολαβήσει να είναι αυτός ο σύνδεσμος έχοντας την μεγάλη ελπίδα ότι έτσι ίσως θα μπορέσω να έχω επαφή μαζί του.
Είναι η στιγμή που στης Ιοκάστης το μυαλό επικρατεί μελαγχολική διάθεση ανακαλώντας με νοσταλγία γεγονότα και αμυδρές εικόνες εκείνης της εποχής. Στην σκέψη της λιμνάζουν και πάλι οι ίδιες μελαγχολικές ιδέες, όπως τότε! Που δεν τις εξωτερικεύει. Ένα «κουβάρι» το οποίο δεν το αφήνει να ξετυλιχτεί. Άπλα νοιώθει. Μελαγχολική. Θλιμμένη...
Ο Αλκιβιάδης βλέποντας τώρα την ωχρά και μελαγχολική όψη της μάνας του την έπιασε απ' το χέρι και την τράβηξε μαλακά να κάτσει δίπλα του. Κοίταξε γύρω του με τα ζεστά δάκτυλα του ακουμπισμένα στο χέρι της και μ' αυτή την έκφραση θυμού και εξάντλησης στο πρόσωπο του εκφράζοντας τη δυσαρέσκεια του και πιο πολύ απ' όλα τον εξόργιζε η υποτακτηκότητα της μητέρας του στη συζυγική της σχέση με τον πατέρα του.
Η Ιοκάστη τότε έβαλε το πρόσωπο της στις χούφτες της, έγειρε το κεφάλι της πάνω στα γόνατά της κι έτσι όπως καθόταν ζαρωμένη άρχισε να κλαίει πνιχτά μ' έναν τρόπο σα να 'βγάζε από μέσα της το παράπονο μιας ζωής. Ένας βουβός αναστεναγμός, της ξέφυγε πιο πολύ σαν λυγμός ήταν.  Οι ανάσες της γίνονταν βαθιές και λαχανιασμένες, ένιωθε σαν να είχε τρέξει. Και κατά κάποιον τρόπο ίσως να το είχε κάνει κιόλας. Έτρεχε πίσω από τη ζωή που επιθυμούσε για την οικογένεια της και σύντροφος της δεν βοηθούσε, να την αποκτήσουν.
.....Ο Αλκιβιάδης για πρώτη φορά προβληματιζεται εάν η μητέρα του εννοούσε όσα είχε πει και όσα δεν είχε πει. Μητέρα! όλοι μας νιώθουμε κάποιες φορές θλιμμένοι ή άκεφοι – κι αυτό μάλιστα δεν είναι καθόλου κακό μπορεί να νιώθεις σύγχυση και να είσαι πληγωμένη από τη συμπεριφορά του πατέρα, συμπεριφορά σαν και αυτές που αισθάνεσαι ότι το ποτήρι ξεχειλίζει, αλλά το γνωρίζεις πολύ καλύτερα ότι ο πατέρας δεν είναι κακός, απλώς παθιάζεται ορισμένες φορές με συμπεριφορές και οι πράξεις του ξεφεύγουν από τα όρια και σε βγάζουν από τα ρούχα σου. Καιρός πολύς έχει περάσει από την τελευταία φορά που το χωριό σε χαρακτήρισε «θαρραλέα γυναίκα». Είκοσι χρόνια ακριβώς από εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό που είπατε χαμογελαστοί καλημέρα ο ένας στον άλλο..... Η Ιοκάστη φίλησε με τρυφερότητα τον γιο της. Ένιωσε όλες της τις θολές σκέψεις να διαλύονται. Μόνο μια σκέψη κυριαρχεί στο μυαλό της. Των παιδιών της, της οικογένειάς της.
......Ο Αλκιβιάδης σήμερα «επιμένοντας μυθιστορηματικά» αποπειράται να ζωντανέψει τις πραγματικές αναμνήσεις της Ιοκάστης αυτές που άγγιξαν την ψυχή της και που δεν τόλμησε να του εξομολογηθεί. Γιατί η ανάμνηση της ευτυχίας, δεν είναι πια ευτυχία. Είναι στιγμιαίες σκέψεις και βουβές ονειροφαντασίες, απ' τα εφηβικά σκιρτήματα. Που σβήνουν σαν τα χνάρια στο μαλακό το χώμα.
                     «Δεν λέγονται τα πάντα στους πάντες: Ου πάσι τα πάντα ρητά».
Η Ιοκάστη δεν είχε διακρίνει καλά το πρόσωπο του νέου που ήρθε από τόπο μακρινό, αλλά πρόσεξε την ψηλή του κορμοστασιά και τα βρεγμένα πυκνά μαλλιά του που χρύσιζαν σαν τη φλόγα της φωτιάς. Και ένοιωθε ήδη κάτι σαν τσίμπημα στο στήθος. Κάθε λέξη του και η ξενική του προφορά έκαναν την καρδιά της να σκιρτάει..
Ο Στρατιώτης παρά την θερμή υποδοχή που του έκαναν ένοιωθε εκείνο που πραγματικά ήταν, ξένος ανάμεσα σε κόσμο διαφορετικό από εκείνον. Τώρα όμως έβλεπε να τον σερβίρουν όλο φροντίδα, την γιαγιά να του χαμογελά σαν να ήταν μωρό και τα μικρά κορίτσια καθισμένα στο λίθινο πάγκο να τον κοιτάζουν παραξενεμένα, αλλά χωρίς φόβο. Ένοιωσε ότι όλοι ήταν σοβαροί, αλλά ευτυχισμένοι, μέσα στη φτωχική καλύβα τους.
........Έπιασε τον εαυτό του να την κοιτάζει.«Πόσο χρόνων να είναι;» Αναρωτιέται!
Ήταν αυτές οι πρώτες του σκέψεις μόλις είδε την κοπέλα που στεκόταν πίσω του, και τον κοίταζε επίμονα με μάτια λαμπερά και έτσι όπως ήταν σκυμμένος έστρεψε για να της χαμογελάσει. Όμορφη κοπέλα με το αγέρωχο παράστημα της. Η εικόνα της είχε πλημμυρίσει το μυαλό του με τα λυτά τα μαλλιά της, ελεύθερα όπως τα ρυάκια και τα χόρτα στα λιβάδια.  
«Μου φαίνεται πως ονειρεύομαι. Τι φυσική ομορφιά! Πανέμορφο δροσερό πρόσωπο νεανίδας, γεμάτο υγεία το σφριγηλό και λαμπερό κορμί της δεν χρειάζεται τα φτιασίδια. Ένα παρθένο κορμί που έχει τη φρεσκάδα των μυστικών πηγών, τη βελούδινη πρωινή απαλότητα του μπουμπουκιού, τη γυαλάδα του μαργαριταριού όταν βέβηλα χέρια δεν έχουν ακόμη ποτέ χαϊδέψει. Ο στρατιώτης μαγεύεται απ' την εικόνα της που είναι τόσο ξεκάθαρη, νιώθει σαν τον ιππότη στο μύθο ο οποίος ανοίγει με μεγάλη δυσκολία δρόμο ανάμεσα από αγκαθωτούς θάμνους για να κόψει ένα τριαντάφυλλο που κανείς ποτέ δεν είχε μυρίσει.»
Τα κατάφερε με μεγάλη δυσκολία να πιάσει κουβέντα μαζί της. Και δώστου νοήματα ενώ συζητάνε και προσπαθούν να συνεννοηθούν. Λόγια και βλέμματα εναλλάσσονταν. Θετική αύρα αναδυόταν απ' όλα τα μέρη του φτωχού καλυβιού. Τα μάτια τους μιλάνε πιο πολύ από τη γλώσσα τους. Η Ιοκάστη προσπαθούσε πολύ να συγκεντρωθεί, να καταπνίξει τις επιθυμίες που φούντωναν μέσα της. Είναι η έφηβη που που θέλει να γίνει γυναίκα. Εν μέρει μόνο τα κατάφερνε να συγκρατηθεί και να μην φανερώσει την ερωτική έξαψη, που της είχε προκαλέσει. Μια μαγική κλωστή έμοιαζε να τους συνδέει  διεγείροντας τους με τρόπο κόσμιο και φλογερό.
...... Την επομένη περιμένοντας τον παππού και τα νέα από τον σύνδεσμο, κάποια στιγμή βρέθηκαν περπατώντας οι δυο τους ανάμεσα στο πράσινο των θάμνων, εκείνος ψηλός και στητός, εκείνη σταρένια και καστανή, φαίνεται πως τους ευχαριστούσε εκείνη η επαφή επειδή κοίταζαν προς την κορυφή της Κουλοχέρα και γελούσαν.
«Νομίζω πως είναι η ώρα να πάμε να βρούμε τον πατέρα μου.»
Ο στρατιώτης έγνεψε καταφατικά. «Εντάξει», κι έστρεψε το κεφάλι του.
Τα μάτια της απείχαν μόλις λίγα εκατοστά απ' τα δικά του. Πόσο ήθελε να τη φιλήσει, αλλά αντ' αυτού είπε απλώς: «Πάμε».
Οι ασπάλαθοι και τα ρείκια που πατούσαν στο δύσβατο μονοπάτι ήταν τραχιά. Τα κοτσάνια τους μπλέκονταν στα παπούτσια τους καθώς έσερναν τα βήματά τούς, διασχίζοντας το άγονο τοπίο. Ο ήλιος που έδυε άπλωνε τις σκιές του πάνω στα ρείκια και ο ανοιξιάτικος αέρας ψυχρός μύριζε λουλούδια, μερικές μέλισσες βούιζαν ράθυμα, πηγαίνοντας  από λουλούδι σε λουλούδι ενώ οι χαμηλοί θάμνοι μοσχοβολούσαν. Ο στρατιώτης άπλωσε και πήρε το χέρι της μέσα στο δικό του. Η Ιοκάστη δεν αντέδρασε. Ένιωσε τόσο φυσικό το άγγιγμα του. Το ήθελε τόσο πολύ. Ένοιωθε το χέρι της να εγκαταλείπεται τρέμοντας λιγάκι μέσα στο δικό του, ενώ τα σκληρά και ζεστά δάχτυλα του μπλέκονταν δυνατά με τα δικά της σαν να ήταν εραστές. Αισθάνθηκε να της τρέμουν τα γόνατα, σκιρτούσε η καρδία της και μέσα της ένοιωσε τη φωτεινή ομορφιά του ηλιοβασιλέματος, από τις τελευταίες αχτίδες του ηλίου προς τη μεριά της δύσης. Αυτή να χάνεται μες την ευφορία της μέθης και στις απραγματοποίητες επιθυμίες και φαντασιώσεις της.
Επάνω στη πιο δύσκολη στιγμή μπήκαν στο πετρόκτιστο μαντρί εκεί που τους περίμεναν οι γονείς της.  Η Ιοκάστη ντράπηκε, μαζεύτηκε μέσα στο καβούκι της, γύρισε στην πραγματικότητα. Της φάνηκε ότι έσβησε η φλόγα της μέθης και το αίμα σταμάτησε να χτυπά με βία μέσα στις φλέβες της.
Αργά το βράδυ έπεσε ανήσυχη στο στρώμα με την σκέψη του. Πως είναι να είσαι ερωτευμένη σκέφτηκε. Άμα είσαι πεινασμένη το ξέρεις φωνάζουν τα σπλάχνα σου. Όταν στην παγωνιά του χειμώνα κρυώνεις πάλι το λένε τα σπλάχνα σου. Όταν όμως είσαι ερωτευμένη και θέλεις να το πεις, δυσκολεύεσαι. Αυτό που θέλεις να πεις πως το λένε; Κοιτούσε ψηλά με τα μάτια της γεμάτα όνειρα. Και όμως κάτι την φόβιζε, γιατί ήταν η πρώτη της φορά που ένιωθε την ανάγκη να την φιλούσε αυτός ο άγνωστος όμορφος άνδρας.
Τον πρώτο καιρό τις βροχερές μέρες της άνοιξης, και ενώ έπαιρνε να βραδιάζει καθισμένη μπροστά στο λιθόκτιστο σπιτάκι τους, ατένιζε τη θάλασσα από ψηλά, μια μελαγχολία πολύ θλιμμένη την γέμιζε.
«Γιατί όμως δεν μπορώ να ξεχάσω το βλέμμα του, τη γνωριμία. Γιατί με πονάει ακόμα;  Αφού το ξέρω δεν υπάρχει ελπίδα;  Ίσως να είναι το πρώτο σκίρτημα που ποτέ δεν ξεχνιέται.» Συλλογίζεται με την εικόνα του και την γυροφέρνει στο μυαλό της.
Ξανάβλεπε το μειλίχιο χαμόγελο του όπως τον είδε την τελευταία φορά περνώντας πλάι της για να πάει για ύπνο και γεννήθηκε μέσα της η τρελή ελπίδα.
Πόσο θα ήθελε να κοιμόντουσαν μαζί στο ίδιο κρεβάτι, αλλά το ήξερε ότι άδικα το περίμενε. Αποκοιμήθηκε περιμένοντας τον και ίσως ακόμη να τον περιμένει στα όνειρα της σαν να ψάχνει κάτι χαμένο...
Στην εφηβεία της ο χρόνος κυλούσε ραγδαία  και ο χρόνος τ' αλλάζει όλα, τίποτα δεν αντιστέκεται στο πέρασμα του, οι εφηβικές αναμνήσεις με τα πρώτα εφηβικά ερωτικά σκιρτήματα, σκόρπισαν και έσβησαν μέσα της όπως τα σύννεφα στον ουρανό γύρω από το φεγγάρι, όταν φυσάει η τραμουντάνα.
........Όσο κι αν μπορεί να φαίνεται απίστευτο ότι ένα γαρύφαλλο καταφέρνει ν' αντέχει στην παγωνιά. Το ίδιο μπορεί να φαίνεται απίστευτο κι όμως ναι, η σχέση του Κλέαρχου και της Ιοκάστης μπορούσε ν' αντέξει τους κραδασμούς που ήταν αναπόφευκτοι. Και να που είχαν πετύχει τη συντροφική κατανόηση, που καθένας τους ανέμενε και προσδοκούσε, από τον άλλο και με τον καιρό ήταν και πάλι όλα καλά, και η συμβίωση τους όπως τότε τον παλιό καιρό που μοιράζονταν τη χαρά και την αγωνία τους. Με την Ιοκάστη που από πάντα σεβόταν βαθύτατα την επιλογή που είχε ακολουθήσει, σ' ένα γάμο ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που πίστευε ότι αγαπιόνταν, και στον οποίο παρέμενε πιστή.  Και τον Κλέαρχο να νιώθει ότι είναι ασφαλής δίπλα σε μια τέτοια δυναμική σύντροφο που τον εμπνέει και τον κάνει να νιώθει θετικά για τον εαυτό μου.
Μεγαλώνοντας ο Αλκιβιάδης συχνά-πυκνά όσο κοίταζε μέσα του πιο βαθιά, τόσο πιο πολύ αναρωτιέται τι είναι αυτό που έκανε την Ιοκάστη να ερωτευτεί τον Κλέαρχο και να τον αγάπα τόσο άδολα, τόσο αγνά, τόσο αληθινά που έμαθε να ξεχνάει και να συγχωρεί.
Αυτή η άδολη αγάπη της του θυμίζει την ευλάβεια της θρησκευτικής της πίστης έχοντας ακόμη «νωπές» τις μνήμες από το τελευταίο επεισόδιο. Μοιάζει σαν να ήταν χθες το επεισόδιο που του θυμίζει πόσο δυνατό είναι το δέσιμο της Ιοκάστης με τον Κλέαρχο....
Στο πέρασμα των χρόνων ο Κλέαρχος σαν φανατικός κυνηγός έζησε υπέροχες στιγμές και μοιράστηκε πολύ όμορφες εμπειρίες με άλλους φίλους κυνηγούς που απέκτησε στη Λαμία... Ταξίδεψε σ' όμορφα τοπία, σε λίμνες σε βάλτους και σε απομακρυσμένες περιοχές. Γνώρισε κανάλια και όχθες με αξέχαστα κυνήγια υδροβίων στο Σπερχειό ποταμό, στην καρδιά του χειμώνα που προσελκύουν παπιά, όταν ο τόπος είναι απείραχτος από κυνηγετική πίεση ή όταν η παγωνιά στα ανοικτά νερά έχει σπρώξει τα πουλιά σε μέρη πιο απάνεμα, που «ρεματίζουν» και δεν παγώνουν.
Σε μια από αυτές τις εξορμήσεις χάθηκε ένας πολύ καλός του φίλος κυνηγός.  Παρά τις επίμονες έρευνες για την ανεύρεση του όταν χάθηκε στην περιοχή του Σπερχειού ποταμού αυτές είχαν προβεί άκαρπες μέχρι που τον βρήκαν μετά από μια εβδομάδα στο Μαλιακό κόλπο. Τον είχε ξεβράσει ο ποταμός.
Αν και απ' το συμβάν έχει περάσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα, είναι προφανές πως το γεγονός έχει περάσει υποσυνείδητα στην Ιοκάστη και της δημιούργησε μια εσωτερική ψυχική γρατζουνιά. Πάνω από ένας χρόνος έχει περάσει πλέον από τις ημέρες εκείνες. Ο Κλέαρχος μετά από μια ακόμη ημερήσια κυνηγητική εξόρμηση, νύχτωσε κι ακόμη να φανεί. Νύχτωσε για τα καλά, ανάψανε απ’ ώρα τα ηλεκτρικά. Έχει και μια υγρασία, του κέρατα. Φυσάει νοτιάς, που περονιάζει τα κόκαλα. Ο ουρανός πίσσα και άνεμος βρυχάται. Στο σπίτι έπεσε μια βουβαμάρα για πολλή ώρα. Μια μούγκα, που γινόταν αβάσταχτη όσο περνούσε η ώρα να φανεί.  Και τότε σαν να την έζωσαν τα μαύρα φίδια, σηκώθηκε και ξεπόρτισε. 
«Πούντος να φανεί; Ούτε πέντε ώρες νύχτα δεν απόμειναν». 
Ξεκίνησε και πήγε κάτω χαμηλά στο ρέμα ανέβηκε στο βράχο.... Το κρύο την ανάγκαζε να σφίγγεται και να τυλίγεται στο φαρδύ πανωφόρι της. Και η Ιοκάστη τότε άρχισε σιγανά να μουρμουρίζει ένα μακρόσυρτο θλιβερό σκοπό και τον επαναλαμβάνει πολλές φορές κάτι σαν παραπονεμένο μοιρολόι με φωνή βραχνή, θλιβερή και παραπονεμένη. Ασυντόνιστη, μέσα από τα δόντια της .
«Που είσαι, Κλεαρχέ μου; Φανερώσου. Βρέχει και αστράφτει ο ουρανός. Που είσαι, Κλεαρχέ μου; Φανερώσου.»
Δεν πέρασαν μερικά λεπτά που ξεκίνησε το μοιρολόι και θόρυβος μοτοσυκλέτας ακούστηκε να έρχεται από το παράλληλο μονοπάτι του ρέματος.  Ήταν ο ήχος απ' τη μοτοσυκλέτα, του «εξαφανισμένου!» κυνηγού. Όταν η αγωνία καταστάλαξε, όταν η καταχνιά στο μυαλό της Ιοκάστης διαλύθηκε, όταν ηρέμησε η ψυχή της, ο  Αλκιβιάδης δεν ήξερε με ποιον από τους δυο ήταν πραγματικά περισσότερο θυμωμένος, εξοργισμένος.  
«Ρε μάνα! Ρε μάνα!  Τι να πω ρε μάνα! κλάματα και μοιρολόγια, που άργησε να φανεί ο Άρχοντας;»
 Η Ιοκάστη αυτό που αισθανόταν για τον Κλέαρχο το αποκαλούσε αγάπη επειδή δεν υπήρχε πιο κατάλληλη λέξη. Ήταν η αίσθηση της ταυτότητας της ο καθρέπτης του εσωτερικού της κόσμου. Χωρίς αυτό αισθανόταν ότι είναι κάτι άδειο. Κάτι λιγότερο.

.Σημείωση Ι: Ο Αλκιβιάδης την εποχή εκείνη δεν έδωσε σημασία στην αφήγηση της Ιοκάστης... το θεώρησε ένα εφήμερο εφηβικό ερωτικό σκίρτημα στο μυαλό της..... για ένα νεαρό Βρετανό στρατιώτη με γκρίζο-πράσινα μάτια.....
Σήμερα που έχει την περιέργεια να αποτυπώσει με ακρίβειά το επεισόδιο...., δυστυχώς ο παππούς η γιαγιά και η μητέρα του.... έχουν προ πολλού αποδημήσει...  
Η ογδοντάχρονη σήμερα θεία του...... (ήταν οκτάχρονη τότε....)  θυμάται πολύ καλά.... ένα νεαρό στρατιώτη βρεγμένο ως το κόκκαλο που εμφανίστηκε στην πόρτα του καταλύματος ξαφνικά ένα πρωινό.... (Παιδούλα... ένοιωσε φόβο στην παρουσία του....) και μερικές λεπτομέρειες ... (πχ... φορούσε μια Πουλάδα μεταλλική - ασημένια;-χρυσή; - που την χάρισε μ' επιμονή στη γιαγιά και ένα φουλάρι που το χάρισε στην αδελφή της.... Ακόμη θυμάται πως είχε αφήσει πίσω του στη θάλασσα έναν νεκρό.....  είχαν πέσει μαζί απ' το αεροπλάνο..)
Μετά από εκτεταμένη ερεύνα στο διαδίκτυο ... ο Αλκιβιάδης πιστεύει ότι η αποστολή  που..... ταιριάζει με την αφήγηση της μητέρας του.... (Βέβαια το 1943 - 1944..... η μια αποστολή πρακτόρων διαδεχόταν την άλλη.... είχε πήξει ο Πάρνωνας και ο Ταΰγετος στους Εγγλέζους και Έλληνες πράκτορες .... άλλοι έρχονταν.... άλλοι φυγαδεύονταν.....)
πρέπει να 'ταν αυτή................
............20 Μαΐου 1943 έπεσε στον Πάρνωνα ο Άγγλος ταγματάρχης Χέριγκτον με ένα ασυρματιστή και δύο ακόμα, ο ένα εξ αυτών κατά την πτώση σκοτώθηκε................  Πηγή:http://pluton22.blogspot.com/2014/11/
................... Η ίδια με άλλη ημερομηνία.....Τη νύχτα της 12ης-13ης Μαΐου 1943 οι Έλληνες απεσταλμένοι υποδέχτηκαν στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου τη δεύτερη αποστολή, η οποία αποτελούνταν από τον Άγγλο ταγματάρχη Χάρινγκτον και άλλους τρεις αξιωματικούς. Κατά την πτώση με τα αλεξίπτωτα, δύο απ’ αυτούς ο σμηναγός Δρακούλης και άλλος ένας ανθυπολοχαγός, τραυματίστηκαν θανάσιμα.
Πηγή: https://skalalakonias.wordpress.com/2016/05/08/oelasnotialakonia/

Click to Open
Ο Επίλογος!
.....

 
Web Informer Button