ADS

click to open

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024

....Erotiki Mythoplassia I ...O Epilogos

..Επίλογος! 
..........Περίμενε ότι ο Αλκιβιάδης θα δίσταζε ή θα συνοφρυωνόταν, εκείνος όμως την κοίταξε σκεπτικός. Κατόπιν, πήρε τα χέρια της συντρόφου του μέσα στα δικά του και εξέτασε τα νύχια της, όπως έκανε στα πρώτα χρόνια της γνωριμίας τους, και μετά την κοίταξε κατάματα.
.«Ένα τραπέζι» είπε. «Πράγματι. Ωραία ιδέα».
«Ένα πολύ ιδιαίτερο, αποχαιρετιστήριο, τραπέζι, με μοναδικούς καλεσμένους τον ιερέα μας και τη φιλενάδα σου την Ναυσικά μας και κύριο πιάτο τη συγκίνηση.» Της είπε με τρυφερότητα.
Το τραπέζι αποφασίστηκε να γίνει στη πίσω βεράντα του σπιτιού τους, τηρούσε τις καλύτερες προϋποθέσεις από άποψη περιβάλλοντος. Η μεγάλη βεράντα με την πέργκολα που την σκέπαζαν η κληματαριά και οι βουκαμβίλιες μεταμορφώθηκε σε τραπεζαρία. Το τραπέζι στρώθηκε με λευκό κεντητό τραπεζομάντιλο και οι μυρωδιές έκαναν την βεράντα σαν εξοχική ταβέρνα. Τα τζιτζίκια τερέτιζαν, στα απέναντι πεύκα πανταχού παρόντα αλλά αθέατα, η βραδιά ήταν ζεστή.
Η Ανδρομάχη χαιρόταν αυτή την επιλογή, της άρεσε που, ενώ ήταν στο σπίτι της, ένιωθε σαν να βρισκόταν εντελώς αλλού. Αν και είχε κάποιους φόβους για το επικείμενο εγχείρημα, τους έδιωξε γρήγορα πίνοντας μια ρακή ήδη από την κουζίνα.
Ως τότε, δεν έπινε ποτέ πάνω από ένα δυο ποτηράκια κρασί, έτσι όταν ήπιε μια ρακή, δεν ήξερε αν βούρκωσε εξαιτίας του ποτού ή αν έφταιγε η γλυκόπικρη βεβαιότητα ότι ο ιερέας έφευγε την επόμενη μέρα. Ακούμπησε το ποτήρι της στο τραπέζι με μια πομπώδη χειρονομία και έκανε αέρα στο πρόσωπό της πριν ξεσπάσει σε δάκρυα. Το αποχαιρετιστήριο τραπέζι τους είχε γαρίδες με σκορδάτη, μαγιονέζα με κρίταμα, φρεσκότατα ζουμερά σκουμπριά στη σχάρα, μαϊντανοσαλάτα με πλιγούρι, λεμονάτη καπνιστή μελιτζανοσαλάτα και μία δροσερή σαλάτα με αγγούρι πιπεριές και άνηθο. Όλα φτιαγμένα με μεράκι από τα χέρια της.
Τα θαλασσινά συνόδευε ένα κρασί με νεύρο και όγκο, ένα λευκό ξηρό κρασί από την ποικιλία Σαββατιανό …αρχίζοντας και τελειώνοντας το δείπνο με μια ρακή.
Δύσκολος ο αποχαιρετισμός σε μια φαντασιακή ερωτική σχέση που εξατμίζεται στο πέρασμα του χρόνου.
Ο ιερέας! Και η Ναυσικά! Δυο φαντασιακά πρόσωπα! Δυο υπέροχες υπάρξεις, δυο αέρινες παρουσίες, οι οποίες τους χαρακτηρίζουν και πολλές φορές ταυτίζονται μαζί τους.
Πρόσωπα τόσο οικεία που τον βασανίζει ένα ερώτημα! Θα μπορούσε να είναι αυτοί οι ίδιοι;
Αυτός πάντως τους αγάπησε και την ερωτική του ιστορία την διηγείται με τρυφερότητα. Είναι ίδια η δική τους ερωτική ιστορία, παθιασμένη, που αποκαλύπτεται ισορροπώντας ανάμεσα στο φαντασιακό και το πραγματικό, στην καθημερινή τους αλήθεια και στο ιδανικό παραμύθι. Ο πραγματικός του κόσμος σταμάτησε για λίγο, καθώς μπήκε κι ο ίδιος στον κόσμο του παραμυθιού του. Συνδέθηκε με τους ήρωες του μέσα από την αναζήτηση στις λέξεις, στα συναισθήματά τους, αλλά και με το διάβα του χρόνου. Μπορεί οι περισσότεροι έρωτες να εξατμίζονται στο πέρασμα του χρόνου, αυτό δεν συμβαίνει όμως με την περίπτωση του. Αυτός προτιμά να κρατήσει άσβεστο το πάθος του. Και την κάθε μέρα μέσα από το όνειρο του να το ξαναζωντανεύει.
Γι αυτό και σήμερα οι λέξεις του έχουν σκοινιά και οι προτάσεις σύρματα αγκαθωτά καθώς επιχειρεί  να τους αποχωριστεί. Είναι όμως η κατάλληλη ώρα να τελειώσει το παραμύθι του. Να αποσυνδέσει τον διακόπτη, να κλείσει απαλά την πόρτα, αφήνοντας απ' έξω τις μορφές τους, όσο και αν οι σκέψεις του δεν περιγράφονται με λόγια. Να σβήσει από τη μνήμη του τις φιγούρες τους και να φύγουν με τον ίδιο τρόπο όπως εμφανίστηκαν στο συναισθηματικό φαντασιακό του κόσμο. Η νύχτα ήρθε συμπονετική δροσερή άπλωσε σεντόνια σιωπής, μερικά σύννεφα ψηλά στον ουρανό έτρεχαν και άλλαζαν σχήμα σαν να κυνηγούσαν την ιδεατή μορφή τους.
Έκλεισε τα μάτια του και χαλάρωσε, έμεινε σιωπηλός και αφέθηκε στη ροή των σκέψεων του, ακολουθώντας τις αναμνήσεις του και άρχισε να ακούει με προθυμία όλα εκείνα τα πολύχρωμα παραμύθια με τα οποία ο πόθος και η φαντασία μάγευαν τις αισθήσεις του σαν Σειρήνες μες στο στήθος του που δεν μπορεί να τους αντισταθεί. Θυμήθηκε και του ήρθαν η εικόνες της πρώτης επαφής του με την Ανδρομάχη του σαν να ήταν φύλλα και κλαράκια που επέπλεαν σε ένα ποταμάκι. Ένα ποτάμι τον πλημμύρισε με εικόνες από την κοινή ζωή τους. Έτσι γεννήθηκε ο σπόρος του θαυμαστού φυτού της αγάπης τους. Και φύτρωσε, άφθονα και μεγάλωσε και θέριεψε, και αυτός δεν πρόκειται ποτέ, με κάποια ποταπή πράξη, να κλαδέψει τα φύλλα και τους μίσχους του! Θυμάται λεπτομέρειες πολλές, σημάδια και χνάρια της ζωής τους στο χρόνο, που δεν είχαν χαθεί! Τίποτα δεν έχει αλλάξει στη διάβα του χρόνου. Τι γλυκιά μελωδία που έχουν αλήθεια κάποιες αναμνήσεις. Τον έπνιξε μια τρυφερή νοσταλγία.
Απόψε σε μια ατμόσφαιρα γεμάτη τρυφερότητα  οι δυο τους στη βεράντα, αυτός σύντροφος σταθερός αταλάντευτος, ζουν μαζί τις χαρές και τις λύπες τους. Και δεν υπήρξε ποτέ η εποχή που η ζωή τους να είχε μπροστά της δρόμους και μονοπάτια για πολλές επιλογές. Η διαδρομή τους ήταν πάντα μια, η εξαιρετική διαδρομή που οδηγούσε στα ιδανικά λημέρια της οικογένειας τους.
Το ερωτικό πάθος, αν και λιγότερο έντονο από ό,τι στην αρχή, μπορεί να αναβιώσει ξανά και ξανά σε μια σχέση στην οποία έχει αναπτυχθεί εμπιστοσύνη και οικειότητα.Διότι δεν είναι η σεξουαλική επιθυμία που τροφοδοτεί το ερωτικό συναίσθημα, αλλά τα τρυφερά συναισθήματα που ξυπνούν την επιθυμία του ενός για τον άλλον.
Κι αυτό δεν είναι ένα τραπέζι λύπης και θλίψης, αλλά ένα τραπέζι χαράς με πρωταγωνιστές τους δυο τους γιατί απόψε γιορτάζουν τα δέκα πέντε χρόνια συμβίωσης και ήταν τόσο χαρούμενοι που πραγματικά έλαμπαν στο γιορτινό τους τραπέζι.
Η ευτυχία είναι γύρω τους, κοντά τους, τους πολιορκεί από παντού και δεν έπαψε να τους χτυπά την πόρτα θέλοντας να φτάσει στην καρδιά τους με τον αέρα που αναπνέουν.
«Τι μεγάλη χαρά να βλέπω γύρω μου χαρούμενους ανθρώπους.» Του λέει, με τα μάτια της να λάμπουν ηδονικά.
«Και εγώ άγγελε μου! Κι όταν εμείς είμαστε ευτυχισμένοι και οι γύρω μας είναι ευτυχισμένοι και χαρούμενοι.»
Την αγκάλιασε και προχώρησαν προς την έσοδο του σπιτιού. Κάτω από τη μεγάλη πόρτα του σαλονιού, σταμάτησε. Τον κοίταξε παράξενα, ένιωθε κάτι περίεργο να πλανιέται στην ατμόσφαιρα. Αισθάνθηκε τόσο περίεργα, ήταν αυτή και αυτός, κανείς άλλος. Ήταν μια γυναίκα έτοιμη να βρυχηθεί. Ήταν η στιγμή τους. Κρεμάστηκε στους ώμους του, ένιωσε τη ζεστασιά της να διαπερνά το κορμί του. Νιώθοντας πως ήθελε περισσότερα από εκείνη, αγκάλιασε τη μέση της με το χέρι του και τράβηξε το κορμί της να κολλήσει στο δικό του. Το πρόσωπό της βρίσκεται κάπου στο στήθος του, τα χείλη της φιλούν το λαιμό του, τα χέρια της έχουν αγκαλιάσει τη μέση του. 
Γλιστράνε στην άκρη του αναπαυτικού καναπέ καθώς αυτός γονατίζει στο πάτωμα, με το ένα του χέρι αγκάλιασε από τη μέση το καυτό κορμί της και το άλλο κατέβηκε από την κοιλιά της και έπιασε το σημείο ανάμεσα στο δαντελένιο εσώρουχό της. Βρήκε αυτό που αναζητούσε και το χάιδεψε ανελέητα με τις άκρες των δαχτύλων του.
Ακόμα και με τόσο λίγα προκαταρκτικά, εκείνη ήταν ήδη έτοιμη, ένιωσε την υγρή ζεστασιά της να τον τυλίγει. Την κράτησε σταθερά καθώς συνέχιζε να τη χαϊδεύει, ώσπου εκείνη τεντώθηκε σαν τόξο, τίναξε το κεφάλι της πίσω και τα νύχια της γαντζώθηκαν στους ώμους του, ενώ οι βρυχηθμοί της απλώθηκαν στις τέσσερις γωνίες του σαλονιού.
..Οι φαντασιώσεις τους κλείδωσαν στο συζυγικό τους κρεβάτι, εκεί ο ένας δίπλα στον άλλο, τα μάτια τους αντικρίζουν μόνο εκείνους. Ο χρόνος σταματάει. Οι λέξεις περισσεύουν η ανάσα τους κόβεται, μένουν μόνο τα βλέμματα τους να μιλήσουν και να καλύψουν όλα τα κενά που υπάρχουν μέσα τους. Οι ανάσες κι οι χτύποι της καρδιάς τους συντονίζονται, χαράζουν κοινές νότες ευτυχίας κι αισθάνονται «ένας» όπως δεκαπέντε χρόνια τώρα.
Σε μια ρουτίνα που δε μιλάνε τα χείλη αλλά τα βλέμματα. Καταργούνται οι λέξεις και απλά της φανερώνει την αγάπη του με πράξεις. Και μαζί ανταμώνουν τ’ όνειρο σ ’έναν κόσμο δικό τους κάτω απ’ την επήρεια εθιστικών αγγιγμάτων, κι αισθήσεων που συγκρούονται κι εκρήγνυται σε ένα ερωτικό παραλήρημα που δίνει ενέργεια στις σεξουαλικές φαντασιώσεις τους.
Τα δάχτυλα και τα χέρια του, της χαρίζουν λυτρωτικά χάδια και χαλαρώνουν κάθε της αντίσταση, κάθε της ενδοιασμό. Το μασάζ σε κάθε σημείο του σώματός της την κάνουν να παραδίνεται άνευ όρων και να ξεχνά κάθε «πρέπει», «μη» και «δεν». Μαζί του δεν υπάρχουν «απαγορεύεται» κι «επιτρέπεται» και όλα γίνονται σκόνη που τη φυσάει, κάθε φορά που αφήνει μικρές αναπνοές πάνω στο κορμί της. Κάνει το σώμα της δικό του κι αυτή δοκιμάζει και δοκιμάζεται, παίζει, ταξιδεύει, τρελαίνεται και του προσφέρεται. Κάθε φορά που την κάνει να «τελειώνει», νιώθει να δαμάζεται κι απολαμβάνει δυνατά τον ρόλο της.Τον νιώθει να εισχωρεί στο κορμί της και τον εκλιπαρεί να μη σταματήσει. Όταν είναι υπό το καθεστώς της καύλας, δεν κρατά μεζούρες. Μόνο παρακαλά αυτός ο «τύραννος» να συνεχίσει να τη βασανίζει. Μόνη της λύτρωση η ένωσή τους και αυτό που θα κάνει όλες τους τις αισθήσεις να χτυπήσουν συναγερμό και να φτάσει το μυαλό τους στο «κόκκινο». Λόγια, κραυγές, μουγκρητά, ιδρώτας, δύναμη κι αδυναμία, όλα καταθέτονται στο βωμό της απόλαυσης και της κορύφωσης.
,,,,,,Ξάπλωσε δίπλα της άνοιξε τα καυτά χείλη του αιδοίου της, και άρχισε απαλά να γλείφει το θάμνο γύρω του. Η Ανδρομάχη αρχίζει να αναδεύεται ανήσυχα, αρχίζει να βογκά και να αναστενάζει γεμάτη λαγνεία.
Αμέσως μετά η γλώσσα του βυθίζεται και το κορμί της σφαδάζει φρενιασμένα. Όσο τη ρουφάει και τη πηδάει με τη γλώσσα του, νιώθει ηδονικό σκίρτημα παντού, σε όλο της το κορμί, δεν μπορεί να αντισταθεί στο κάλεσμά του, τύλιξε τα πόδια της στο λαιμό του και τον κράτησε εκεί.
Της αρέσει αυτή η στάση. Δεν δέχονται όλες οι γυναίκες να πέσει ένας οποιοσδήποτε άντρας ανάμεσα στα σκέλια τους, πρέπει πρώτα να τις κερδίσει για να του δώσουν το σινιάλο. Με τη γλώσσα του διαχώρισε τα δυο χείλη και όταν τ' άνοιξε πια ήταν υγρά και έτριψε τη γλώσσα του πάνω κάτω ανάμεσα στα στρώματα της ευαίσθητης της σάρκας, πέρασε τα χέρια του κάτω απ' τα γόνατα της, έπιασε τους γοφούς της και τη κοιλιά της με της παλάμες του, την χάιδεψε και της άνοιξε τα πόδια. 
Όλα γίνονται απαλά, με ευγένεια, είναι μια προσευχή που θέλει την ώρα της.
Τον ικανοποιεί βαθιά το να φέρνει τη σύντροφο του σε σπασμούς έκστασης με τα φιλιά του.
Το πιστεύει βαθιά ότι μεταξύ δύο συντρόφων δεν υπάρχει καμία διαφθορά, ενοχή ή ντροπή, γιατί η σαρκική ανισότητα παύει να υπάρχει στο κρεβάτι. Υπάρχει μόνο η υπόσχεση της ευχαρίστησης και η εκπλήρωση των αμοιβαίων επιθυμιών.
Η θέα των χειλιών του αιδοίου και των αστραφτερών ρόδινων πτυχών έστειλαν όλο το αίμα από το σώμα του να ξεχυθεί σαν χείμαρρος στο πέος του. 
Εκείνη βόγκηξε απελπισμένα. «Σε παρακαλώ» είπε λαχανιασμένα, τον ικέτεψε να βάλει ένα τέλος στα ηδονικά βασανιστήρια που της έκανε με τη γλώσσα του.
Καθώς εκείνος ξεκίνησε να κινείται με αργές ωθήσεις, εκείνη ανασηκώθηκε για να τον συναντήσει, άρχισε να κινείται ρυθμικά μέσα της σ’ ένα ξέφρενο οργασμό που δεν μπορούσε να τον συγκρατήσει, οι απότομοι σπασμοί του ξύπνησαν μέσα της κύματα, σαν φλόγες, αστραφτερές που έκαναν τα σωθικά της να λιώνουν. Είναι σαν να διαδέχονται το ένα το άλλο, πολλά κύματα ευχαρίστησης. Σχεδόν σαν πυροτεχνήματα, όπου υπάρχει μια έκρηξη και μετά έρχεται μια άλλη, λίγο μετά μια ακόμα και είναι όλες υπέροχες.. Η απελευθέρωσή του ήρθε καυτή, ο σφυγμός του σφυροκοπούσε στα αυτιά του και ούτε που κατάλαβε τις άναρθρες κραυγές της σαν πληγωμένο θηλυκό ζώο που δεν έβγαζαν κανένα νόημα, καθώς άλλος ένας οργασμός που την κυρίευσε της εξουθένωσε σώμα και ψυχή. Έμεινε να βαριανασαίνει με κλειστά μάτια για καμπόση ώρα και μετά τον έβγαλε απότομα από μέσα της, καθώς συνερχόταν σιγά σιγά.
Ο Αλκιβιάδης κατέρρευσε δίπλα της κατάκοπος και γαλήνιος. Και της ψιθυρίζει στο αυτί πως η χημεία τους όπως κι η μαγεία δε χάνονται. Μια όαση είναι που μέσα της παρασύρονται και χάνονται μέχρι να τους βρει το ξημέρωμα αγκαλιά.
Είχαν αγαπηθεί όπως ποτέ, και καμιά λέξη, κανένα βλέμμα δεν ήταν πιο εκφραστικό απ’ τα κορμιά τους που είχαν νιώσει τόσο έντονα την ηδονή. Ο Αλκιβιαδης κουλουριάστηκε σαν χαδιάρης γάτος πάνω στην Ανδρομάχη του. Τα κορμιά τους εφάρμοσαν φυσικά, το ένα θηλύκωσε στο άλλο, αυτός πίσω της. Το μυώδες στομάχι του κούμπωσε στην καμάρα της πλάτης της, οι μηροί του βρήκαν τη θέση τους στην κοιλότητα των λυγισμένων ποδιών της. Φωλιασμένη μέσα στα μακριά μυώδη μπράτσα του και νανουρισμένη από το απαλό λίκνισμα του, η Ανδρομάχη αποκοιμήθηκε πρώτη.
Και κάθε φορά του υπενθυμίζει πως όταν κοιμούνται μαζί, ν’ αφήνει το πνεύμα του στα χέρια της με ασφάλεια, και δε θα βγει ποτέ από τα δίχτυα της. Όχι ότι αυτός άλλωστε θέλει να ξεφύγει, από την ισόβια σύντροφό του, που τον σαγηνεύει με την άδολη χάρη της και τον φυσικό αισθησιασμό της. Φαινομενικά εύθραυστη, αλλά προικισμένη με τεράστια δύναμη επιβίωσης, ικανή να προσφέρει ασφάλεια και προστασία στην σχέση τους και την οικογένεια τους. Δεν θα δειλιάσει στιγμή να σταθεί στο πλευρό αυτών που αγαπά και να γυρίσει αν χρειαστεί για το χατήρι τους τον κόσμο ανάποδα.
Αυτή η μία και μοναδική που είναι το λιμάνι τους. Ο κυματοθραύστης τους και ο σηματοφόρος της χαράς τους που η παρουσία της πέφτει σαν τη σταγόνα του λαδιού στο νερό, σταγόνα που απλώνεται και γαληνεύει την υδάτινη επιφάνεια.
Είναι σημαντικό γι αυτόν μετά από τόσα χρόνια έγγαμου βίου, την αγάπησε από μέσα προς τα έξω, νοιάζεται για την Ανδρομάχη του, ξέρει ότι μπορούν να συνυπάρχουν χωρίς να κυνηγάνε σκιές αναζητώντας το καλύτερο απ' αυτό που έχουν.
Μαζί λοιπόν προσπαθούν και ζουν με περίσσια αγάπη, με τις συμφωνίες αλλά και τις διαφωνίες τους, και με τις λιακάδες και με τις βροχές, πάντα δίπλα ο ένας στον άλλο, όχι απέναντι.
Αυτό είναι μια καλή συνταγή για μια σχέση τους που ξέρει να μαγειρεύει, αλλά και ξέρει να τρώει!
Ο δε παλιόφιλος καπετάνιος , αφού πρώτα τον κάθισε σε αναμμένα κάρβουνα, ερμηνεύοντας με σαφήνεια όσα οι έρευνες και οι αναλύσεις λένε, τρέχει τώρα τη φωτιά να σβήσει, ανήσυχος για μια εξέλιξη ανεπανόρθωτη στην οικογενειακή ζωή του φίλου του.! 
Πριν αναχωρήσει για τα μακρινά του ταξίδια, του τόνισε με έμφαση.....
Μιας και σίγουρα μετά από την συζήτηση μας η καχυποψία σου έχει φτάσει σε επίπεδα στρατόσφαιρας, καλό θα ήταν πριν καταδικάσεις τη σύντροφό σου ως μοιχαλίδα σε αναμονή, να μπεις στην ακριβώς αντίστροφη διαδικασία που λέει το εξής απλό: Αν μία γυναίκα περνάει καλά, δεν κάνει «σχέδια» παρά μόνο για τον άντρα στον οποίο οφείλει την ευτυχία της.
Ξέρεις, επομένως, τι πρέπει να κάνεις. Άλλωστε, φίλε μου καλέ, ποτέ σου να μην ξεχνάς ότι και η Πηνελόπη, με τον Οδυσσέα έμεινε.
Η μαγκιά είναι το ταίρι σου να είναι προορισμένο για σένα και με τη συμπεριφορά σου να το καλύπτεις τόσο και με τέτοιον τρόπο που να μη βρίσκει τρύπα να μπουκάρει ο δαίμονας.
Και τέλος μια χρήσιμη και βασική συμβουλή που πρέπει να έχεις υπόψη σου .
Το σεξ δεν επιβάλλεται, ούτε απαιτείται. Δεν είναι σωστό ή λάθος, είναι η ανάγκη σου για εκείνη, να τη θέλεις στο μυαλό και στο σώμα σου. Να γουστάρεις τη γυναίκα σου, να θες να κάνετε σεξ. 
Βασικός νόμος και απαράβατος! Η γυναίκα το σεξ το έχει στα σκέλια της. Είναι αυτή που κρατάει το κλειδί του σεξ στα χέρια της. Άμα θέλει, σε κάνει και τρέχεις. Μπορεί να σε φέρει από την άκρη του κόσμου, γιατί ξέρει καλά το κουμπί του άντρα που λέγεται πόθος.
::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::
Υ.Γ.1: Το σεξ δεν είναι έγκλημα.... Η περιγραφή του γιατί πρέπει να είναι;
.......Θυμάμαι την εποχή που ο αέρας ήταν καθαρός και το σεξ βρώμικο .....Μπερνς Τζώρτζ..........
::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::
Υ.Γ.2: Υπάρχει ο ιδανικός σύντροφος;
«Στο μυαλό μας μπορεί να υπάρχει. Αργά ή γρήγορα η πραγματικότητα θα μας χτυπήσει την πόρτα αφού ο ιδανικός άλλος είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος με διαφορετικά βιώματα και προσδοκίες.
Οι δύο πλευρές συναισθάνονται ότι ποτέ δεν θα γίνουν ένα σώμα αλλά θα είναι δύο ξεχωριστά άτομα. Η πρόκληση από εδώ και πέρα είναι να διατηρηθεί ένας κοινός κόσμος, αντιλήψεις και προσδοκίες.
Και τελικά αυτό το πρόσωπο που επιλέξαμε μπορεί να μην είναι το τέλειο ταίρι αλλά εμείς το επιλέξαμε και πάλι αυτό θα διαλέγαμε με όλα τα λάθη και τις αντιθέσεις. Ένας αληθινός άνθρωπος με πολλά χαρίσματα και πτυχές συμπεριφορών που ακόμη εξακολουθούμε να ανακαλύπτουμε και φυσικά να αγαπάμε. Οτιδήποτε άλλο, είναι συνέταιρος και η σχέση σύμβαση......γι αυτό τη σημερινή μας εποχή τόσες αποτυχημένες συμβάσεις καταγγέλλονται πλέον τόσο συχνά.»!

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

Mia Kainourgia Mera

....Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ  ....Part:6». ....«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας του συγγραφέα. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες .....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).....
........Άλλη μια μέρα ξημέρωσε. Όλα καινούργια, δροσερά, φωτεινά. Από το παράθυρο γλίστρησε κιόλας η πρώτη γελαστή ακτίνα και από τις χαραμάδες μπουκάρει δροσερό το αεράκι. O Νικηφόρος άνοιξε τα μάτια του αργά η ώρα περασμένη, μια σιωπή τον κύκλωνε κι ο ύπνος του στάθηκε μαγευτικός, δίχως σταμάτημα. Σαν ξύπνησε, καινούρια ίχνη να ακολουθήσει προσπαθεί χαμένος ακόμα σε όνειρα νυχτερινά. Ως συνήθως, τράβηξε μια δυνατή τζούρα νέας πνοής, τεντώθηκε για να ξυπνήσουν όλοι οι μύες και έτριψε απαλά τα βλέφαρά του, απλώνοντας τα χέρια του στη φλοκάτη, τα σεντόνια ήταν κρύα. Η Νεφέλη, μετά την καυτή νύχτα που είχαν περάσει, είχε ήδη σηκωθεί από νωρίς και έλειπε από το σπίτι. Σηκώθηκε να ξεμουδιάσει, το κορμί του το ΄νιωσε ανάλαφρο σ' ένα σπίτι πεντακάθαρο. Δε θυμάται τι όνειρο είδε, μα ένιωθε ανάλαφρος και χαρούμενος σα να έβγαινε από τη παλίρροια της θάλασσας. Μειδίασε αυτάρεσκα και κατευθύνθηκε νωχελικά προς το λουτρό για ένα ζεστό ντους. Άφησε το νερό να σβήσει από πάνω του κάθε ίχνος χαλάρωσης και νωθρότητας και κοίταξε τον εαυτό του στον καθρέπτη. Αντίκρισε την ένταση των ματιών του, έκανε μερικές αστείες γκριμάτσες και χαμογέλασε στην αυτοπεποίθησή του. Με αργές κινήσεις άρχισε να προετοιμάζεται για το πρωινό αναζωογονητικό του ξύρισμα. 
Τελειώνοντας με την πρωινή ρουτίνα αφύπνισης, έριξε δυο ελαφρά σκαμπίλια στα μάγουλά του να τεντώσει τα νεύρα του και ένας χυμός και ένας δυνατός καφές ήταν ότι ακριβώς χρειαζόταν. Μόλις πήρε τις απαραίτητες θερμίδες έφτιαξε έναν μυρωδάτο εσπρέσο καφέ και ξεπρόβαλε την όψη του απ΄ τη μπαλκονόπορτα. Η πρωινή φθινοπωρινή πάχνη στον ήρεμο κόλπο είχε κάτσει πηχτή πάνω από τη θάλασσα, η μέρα είχε φέξει πια για τα καλά, πολλά σύννεφα, ροδισμένα, κι άλλα μελαψά, τα 'σπρώχνε, τα ζύμωνε, τα γοργοκυλούσε ο άνεμος, στον πρωινό απειρόχρωμο και θαμπό ουρανό. Βγήκε απόξω στο μπαλκόνι με θέα την θάλασσα, ρούφηξε την θαλασσινή την οσμή, κάρφωσε το βλέμμα του μακριά στον ορίζοντα, εκεί όπου ο ουρανός συναντούσε τη θάλασσα, γυμνάστηκε για λίγο και άραξε απολαμβάνοντας το καφέ του αναρωτώμενος ταυτόχρονα που χάθηκε πρωινιάτικα η Νεφέλη. 
 Η Νεφέλη: (νέφω: χύνω ύδωρ), η προσφέρουσα ζωογόνον ύδωρ, γνήσιο τέκνο του κανόνα «Η ηθική στη γυναίκα είναι σαν το πιπέρι στη σούπα. Αν είναι λίγο, είναι ένα ωραίο καρύκευμα. Αν το παρακάνεις, δε θέλει κανείς τη σούπα.» Ο Νικηφόρος από όταν γνώρισε τη Νεφέλη τη θυμάται υπεύθυνη και ακούραστη, καλή νοικοκυρά που ξυπνάει απ' τη χαραυγή. Εκεί που ο περισσότερος κόσμος χρειάζεται μερικά λεπτά ακόμη ώσπου να βρει το κουράγιο για να σηκώσει το κεφάλι απ’το μαξιλάρι, και χωρίς να νοιάζεται, προτιμάει να αναβάλλει το πρωινό ξύπνημα, μέχρι τη στιγμή που μια ματιά στο ρολόι θα τους τινάξει απ’το κρεβάτι όπως μια παλιά φρυγανιέρα τινάζει τις φέτες του ψωμιού η Νεφέλη είχε διαφορετική γνώμη για όλα αυτά. 
Σηκωνόταν πάντοτε στις έξι, και ο Νικηφόρος δεν είχε κατορθώσει εξηγήσει αυτή την ανεξήγητη πρωινή βιασύνης της. Είναι τολμηρή, θαρραλέα και διεκδικεί αυτό που της αρέσει. Στο σεξ παίρνει το παιχνίδι πάνω της και θέλει να της δίνεσαι ολοκληρωτικά. Θέλει συχνό σεξ, παίρνει πρωτοβουλίες και σε ταξιδεύει στον έβδομο ουρανό. Αυτά σκεφτόταν ο Νικηφόρος ατενίζοντας για αρκετή ώρα το βουνό απέναντί του με βλέμμα κενό, η μέρα είναι μουντή και συννεφιασμένη αλλά η θερμοκρασία ήταν ευχάριστα δροσερή κι ο ήλιος να ανεβαίνει ανενόχλητος μετά τη χθεσινή μπόρα παίζοντας πίσω από παχιά μπλαβιά σύννεφα χαρίζοντας, που κι που, κάποιες σύντομες ανάπαυλες λιακάδας. Τα κοκόρια ακούγονταν με ηχώ και ο αέρας μύριζε απ' τους ανθούς της λεμονιάς στο βάθος του κήπου. Δεν τον επηρέαζε η υγρασία της θάλασσας. Το γύρω τοπίο με τη βοήθεια των σύννεφων γίνονταν ομορφότερο. Τα φυλλοβόλα δέντρα είναι πράσινα, αλλά ο ψίθυρος του φθινοπώρου, που πλησιάζει, είναι εμφανής εδώ κι εκεί στις κιτρινισμένες άκρες των φύλλων που είχαν χάσει τα λαμπερά κίτρινα, τα χρυσαφιά, τα μελιά, τα έντονα πορτοκαλιά και τα κεχριμπαρένια τους χρώματα. Κάποια στιγμή μπλέχτηκε στα πόδια του η γάτα, ζητιάνευε κι αυτή τα χάδια του, νιαούριζε ζωηρά και του απέσπασε για λίγο το μυαλό από το περιβάλλον. Κοιτούσε, δήθεν ικετευτικά τον Νικηφόρο, τριβόταν στα πόδια του, άφηνε την ουρά της σημαντικά περισσότερη ώρα πάνω στη γάμπα του, ακόμη κι αν το σώμα της είχε αποκολληθεί από εκείνη. Η ουρά της γάτας, ήταν το ύστατο παρακάλι, η πονηριά, ο εκβιασμός, η πουτανιά του αιλουροειδούς. Τη χρησιμοποιούσε κατά βούληση. Τη Νεφέλη πάντως, την τούμπαρε συνεχώς. Σε μια στροφή του δρόμου η γάτα κόντεψε να λιώσει κάτω από τις ρόδες του αυτοκινήτου της και η Νεφέλη από τις τύψεις που δεν την πρόσεξε εκείνη τη στιγμή, είπε να την υιοθετήσει και να την προσέχει για όλες τις υπόλοιπές στιγμές της. Δεν είχε περάσει καμπόση ώρα που ρέμβαζε στον ήχο της παλίρροιας όταν έκανε την εμφάνιση της η Νεφέλη ερχόμενη από το διπλανό σπίτι της Φαίδρας. Αν και ήταν ακόμη πρωί, η Νεφέλη ακτινοβολούσε, και όταν τον είδε τα μάτια της έλαμψαν, πάνω στη φρέσκια επιδερμίδα της, και τα κατακόκκινα μάγουλα. Οι χθεσινοβραδυνοί οργασμοί είχαν επιδράσει πάνω της σαν το πιο θαυματουργό καλλυντικό. Τον πληροφόρησε ότι επί ευκαιρία της τριημέρου αργίας είχαν έλθει στο εξοχικό τους η γειτόνισσα της η Φαίδρα μαζί με την κόρη της την Δανάη. Ήρθαν πολύ αργά χθες το βράδυ. Μάλιστα είδε φως στο σπίτι μου και πέρασε να μου πει μια καλησπέρα. Δυστυχώς για κακή μας τύχη ήταν την ώρα που ζούσαμε σε ένα παράλληλο σύμπαν, όπου η ηδονή είχε τον πρώτο λόγο και οι λέξεις έβγαιναν από το στόμα μας, μόνες τους, χωρίς καν να τις σκεφτούμε. Επόμενο ήταν να ακούσει τα παθιασμένα πρόστυχα βογγητά κατάλαβε τι συμβαίνει και δεν μας ενόχλησε. Τελικά πάντα μπορεί να εμφανιστεί κάποιος ξαφνικά και να σε κάνουν τσακωτό, η να σε υποπτευτούν.
«Με είχε τρελαίνει το γαμήσι σου μωρό μου. Καριόλη άνδρα, μου φάνηκε ατέλειωτο!. Είχε πάρει φωτιά το μουνί μου!. Έζησα στιγμές με εκρηκτικούς οργασμούς που θα τους θυμάμαι για καιρό! Λένε πως το καλό κρεβάτι θέλει φαντασία και εφευρετικότητα. Σωστά;»
«Σωστά! Έτσι τούρμπο που με είχες κάνει κατά τη διάρκεια του σεξ .»
«Δηλαδη είμαι γυναίκα που βάζει φωτιά στα σεντόνια;»
«Τα αποτελέσματα έδειξαν Μωρό μου ότι έχεις τεράστια διάθεση για σεξ, δεν έχεις αναστολές, έχεις αυτοπεποίθηση επειδή ξέρεις να ικανοποιείς αλλά και να ικανοποιείσαι.»
«Ξέρω να ζήσω το σεξ καυλιάρη μου!»
«Άρα λοιπόν…! Η Φαίδρα ξέρει με ποιον ήσουν τη νύχτα και γαμιόσουν.»
«Ναι είδε τ’ αυτοκίνητο σου και το κατάλαβε.»
«Λες να μας κάνει  βούκινο;... με τα επιτεύγματα μας;.  Ελπίζω πως δεν θα έχουμε προβλήματα.»
«Από την Φαίδρα; Δεν νομίζω, αυτή είναι πολύ εχέμυθη και διακριτική και δεν θα έχουμε προβλήματα. Άλλωστε γνωριζόμαστε χρόνια τώρα και κάτι που «λέγεται εκεί, μένει εκεί!» και έτσι μπορώ να την εμπιστευτώ. Αλλού είναι το πρόβλημα.»
«Δηλαδή που είναι το πρόβλημα;.»
«Να πρέπει να μας άκουσε και η κόρη της η Δανάη.»
«Τι να πω τώρα εγώ; Πότε έγινε αυτό με την Δανάη;»
«Από ότι κατάλαβα ει χε βγει με το φεγγάρι ήταν δίπλα στην αμμουδιά στο κύμα, αλλά υποπτεύομαι πως γυρίζοντας από το μονοπάτι που χωρίζει τα σπίτια μας, κατάλαβε τι παίζει, στάθηκε στην πίσω αυλή και έζησε μαζί μας τις καύλες μας.» 
«Δηλαδή μας άκουγε τότε που λέγαμε ότι μας κατέβει και το λεξιλόγιο είχε ένα ευρύ φάσμα με διάφορες αποχρώσεις;»
«Τα πιο ωραία λόγια στο κρεβάτι θα ειπωθούν όταν έχεις χάσει τα λογικά σου και δεν φιλτράρεις τίποτα κούκλε μου. Στο κάτω κάτω εκείνη την ώρα που χάνουμε τον έλεγχο σιγά μη βάλουμε και «μπιμπ» στο στόμα μας. Το φαντάζεσαι; »
«Φαντάζομαι την Δανάη που άκουσε τι κάναμε, με λεπτομερή περιγραφή.»
 «Παραμύθια για ενήλικες λέγαμε αγορίνα μου! Πειράζει;»
«Η Δανάη ε! Μαθήτρια του λυκείου δεν είναι;»
«Όχι ! Έχει τελειώσει το λύκειο. Είναι φοιτήτρια σε κάποια σχολή κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η κοπέλα είναι αρκετά δυναμική και ολίγον άτακτη σαν θηλυκό, ένα χαριτωμένο αλάνι τώρα στα δέκα οκτώ της. Σίγουρα έχει να κάψει καρδιές τώρα που μεγάλωσε! Να δεις τα βλέμματα των αντρών στο δρόμο πως την κοιτάνε.»
Ο Νικηφόρος συμφώνησε. Σκέφτεται τη Φαίδρα μια από τις πιο όμορφες φάτσες της περιοχής, που από τα ωάρια της λογικό ήταν να προκύψει η Δανάη, ένα από τα πιο λαχταριστά μωρά. Πράγματι η Δανάη είναι ένα γοητευτικότατο πλάσμα, μια πανέμορφη κοπέλα. Κάτι είχε ακούσει ότι το κοριτσάκι ήταν ξεπεταγμένο από καιρό! Περίεργο πράγμα κι αυτό, κάποτε τα κορίτσια ήταν ντροπαλά και σεμνά, τώρα λες και τα έχει καβαλήσει ο διάολος, με το που θα μπούνε στο γυμνάσιο από παιδιά γίνονται γυναίκες, ποθούν χάδια, φιλιά και είναι πολλές από αυτές που δεν αρκούνται σε αυτά αλλά θέλουν περισσότερα.
«Πάντως η Δανάη θέλει μερικές συμβουλές γιατί στην ηλικία αυτή όπως ξέρεις από την δική σου εμπειρία το μουνί δεν ησυχάζει εύκολα.»
«Μην τα λες εμένα! Λες να μην τα θυμάμαι! Στο λύκειο ήταν που ήμουν ηφαίστειο η κοπέλα και δεν μπορούσα να ηρεμήσω! Όταν με πήδηξε για πρώτη φορά ένας ποδοσφαιριστής της τοπικής μας ομάδας ήμουν ακόμη στη δευτέρα λυκείου και τότε ήθελα πέντε φορές την ημέρα πήδημα για να ηρεμήσω, δεν με προλάβαινε ο τύπος στο γαμήσι σου λέω! Άντε μετά να παίξει μπάλα ο νεαρός που έσερνε τα πόδια του. Και μεταξύ μας εκτός από αυτόν με πηδούσε και ο ξάδερφος μου, που ήταν στρατιώτης όταν ερχόταν με άδεια από το στρατόπεδο στο χωριό.»
 «Θα μείνουν;»
«Η Φαίδρα με τη Δανάη;»
«Ναι. Ποιος άλλος.»
«Ναι θα μείνουν μέχρι αργά το απόγευμα που θα πάει με την μητέρα της στον εσπερινό του μοναστηρίου στο επάνω χωριό. Και επειδή η Φαίδρα δεν έχει μαγειρέψει και μιας και είχαμε να βρεθούμε από κοντά αρκετό καιρό, και εγώ έχω κανονίσει να μαγειρέψω της πρότεινα εάν δεν έχουν άλλα σχέδια τότε είναι καλεσμένες στο σπίτι μου για φαγητό, να έρθουν να φάμε μαζί παρέα δε θα ήθελα να φάμε μονάχοι μας και να περάσουμε γενικά την ημέρα μας στο σπίτι μας. Η Φαίδρα με την κόρη της δέχτηκε με ευχαρίστηση την πρόσκληση και τις αναμένω να έλθουν το μεσημέρι. 
Αα! Να μην το ξεχάσω.  Η Φαίδρα ζήτησε τη μεσολάβηση μου, να σου ζητήσω να της κάνεις μια πολύ φιλική εξυπηρέτηση.»
«Φιλική εξυπηρέτηση; Και εγώ πως μπορώ να τη βοηθήσω; Μη μου πεις πως η Φαίδρα έχει καύλες και αναζητά επιβήτορα; Προσφέρομαι εντελώς δωρεάν να της κάνω μια προσωπική εξυπηρέτηση για να ηρεμήσει η όμορφη κυρία εάν αυτή την εποχή έχει ρθει σε φάση του οίστρου.» 
«Εγώ λέω συμμαζέψου και μην μου λες πολλά. Η γυναίκα γνωρίζει ότι έχεις ένα «κουσούρι». Ξέρει ότι σου αρέσουν οι μηχανές και το ίδιο αρέσουν και στον σύζυγο της.  Η μηχανή του συζύγου της λοιπόν επειδή έφυγε ξαφνικά για μπάρκο έμεινε στην αυλή τους στο εξοχικό και θέλει αν έχεις την ευγενή καλοσύνη να την μεταφέρεις στο σπίτι της μητέρας της στο χωριό για ασφάλεια.»
Έτσι λοιπόν κύλησε η μέρα τους, μέχρι αργά το μεσημέρι. Ο Νικηφόρος αφού τακτοποίησε μερικές εξωτερικές εργασίες ξαναγύρισε στης Νεφέλης από νωρίς, περιμένοντας τα αποτελέσματα της μαγειρικής της. Έβαλε λίγο κονιάκ στο ποτήρι, τράβηξε τις κουρτίνες του παραθύρου κοιτάζοντας την θάλασσα ενώ από το cd player ακούγονταν η φωνή του Andrea Bocceli στο αγαπημένο του κομμάτι «En Aranjuez con tu amor». Είχε αφοσιωθεί να την παρακολουθεί να μαγειρεύει, καθισμένος στο ξύλινο καναπέ της κουζίνας δίπλα της και κοιτούσε με τα μάτια προσηλωμένα στις κατσαρόλες, πότε έβαζε το αλάτι, την κανέλα, τα μπαχαρικά και οι μυρωδιές από τα φαγητά τον ζάλιζαν και του έλκυαν εσωτερικά στον κόσμο των αισθήσεων. Λένε ότι η μαγειρική είναι η χαρά του ότι μπορεί κάποιος να φέρει εις πέρας ένα αποτέλεσμα, οποιοδήποτε είναι αυτό, είτε είναι γευστικό είτε όχι, όσο έχει σημασία η προσπάθεια. Η χαρά της Νεφέλης είναι ότι φτιάχνει δικά της δημιουργήματα με την ιδιαιτερότητα της προσωπικής φαντασίας της. Είναι ότι κάνει κάτι με τα χέρια της και απολαμβάνει τη χαρά του ότι τα καταφέρνει. Το πιο σημαντικό από όλα όμως, για εκείνη είναι η γεύση να ταυτίζεται με τη συνεύρεση, με τους ανθρώπους με τους οποίους επιλέγει να το χαρεί το συντροφικό τραπέζι. Ένα τραπέζι που θα κάτσουν να φάνε, θα γελάσουν, θα πιουν, θα τσακωθούν, θα τα ξαναβρούν, θα συζητήσουν, θα ξαναγελάσουν. Για τη Νεφέλη το τραπέζι με το φαγητό για φίλους είναι να κάτσουν δύο τρεις ώρες και αυτές οι ώρες να περιέχουν τα πάντα. Να περνάει όλη τους η ζωή μπροστά από τα μάτια τους όταν συνδέονται γύρω από τη γεύση. Ίσως, τελικά της Νεφέλης, η μαγειρική και η γεύση να είναι σαν την αγάπη». Όταν κάθισαν στο τραπέζι δοκιμάζοντας τη συνταγή της Νεφέλης ενθουσιάστηκαν. Το κρέας ήταν εύγευστο και τρυφερό αυτό όμως που το έκανε να ξεχωρίζει ήταν η σάλτσα του με το λεπτό άρωμα του σκόρδου και της κανέλας αλλά και η όψη της σάλτσας με την κρεμώδη υφή της. Και φτάσανε στην ώρα του καφέ. Η Νεφέλη δεν χαλάει την συνήθεια της. Ελληνικός καφές πάντα. Βάζει τα φλιτζανάκια στο τραπέζι και με το τεράστιο μπρίκι που αχνίζει σερβίρει. Πίνουν αργά αργά κουβεντιάζοντας τα νέα του χωριού, της χώρας, και τα προσωπικά τους. Με κουβέντα κι ονειροπολήματα. Ο Νικηφόρος πρέπει να ομολογήσει ότι με μεγάλη του χαρά διαπίστωσε ότι τις δυο γυναίκες τις συνέδεε μια αληθινή και στέρεη φιλία. Σχετικά δεν δυσκολεύτηκε να σκεφτεί ότι «το Ποίημα στους φίλους» που έτυχε να διαβάσει του περίφημου αργεντινού συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες ήταν το πλέον κατάλληλο για να αποδώσει τη φιλία τους και έδωσε απάντηση σε όλα του τα ερωτήματα.
«Δεν μπορώ να σου δώσω λύσεις για τα προβλήματα της ζωής σου, ούτε έχω απαντήσεις για τις αμφιβολίες και τους φόβους σου, όμως μπορώ να σε ακούσω και να τα μοιραστώ μαζί σου. Δεν μπορώ να αλλάξω το παρελθόν ή το μέλλον σου αλλά όταν με χρειάζεσαι θα είμαι δίπλα σου. Δεν μπορώ να αποτρέψω τα παραπατήματα σου, όμως μπορώ να σου προσφέρω το χέρι μου για να κρατηθείς και να μην πέσεις.» 

 
Web Informer Button