ADS

click to open

Τετάρτη 14 Μαΐου 2025

Cevahir....(Tzivaeri)

Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ....Part...7»
«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας του συγγραφέα. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες .....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).....
............Μετά από μια δύσκολη και κοπιαστική ημέρα έχοντας διασχίσει την ταραγμένη θάλασσα, ο Νικηφόρος μ' ένα βαθύ στεναγμό, εξουθενωμένος, τεντώθηκε ηδονικά, σήκωσε το κεφάλι κι άφησε το σπίρτο του βλέμματός του να πλανηθεί έξω απ' το μεγάλο φινιστρίνι του γραφείου του. Στο βάθος του ορίζοντα, οι τελευταίες αχτίδες από το φως της μέρας έκαναν τον χώρο να μοιάζει βυθισμένος στις σκούρες μπλε και μαβιές σκιές του δειλινού, του ωκεάνιου δειλινού που ποτέ δεν προλάβαινε να τις χαρεί, γιατί είναι τόσο σύντομες. 
Κατέβασε μια γουλιά απ’ το παλιό κονιάκ με την κεχριμπαρένια όψη και το ευγενικό του άρωμα, περίμενε δυο τρία λεπτά πριν από τη δεύτερη γουλιά.... ύστερα άφησε το ποτήρι του, απλώθηκε στον αναπαυτικό καναπέ του γραφείου του και αφέθηκε εις την σιωπή της βαθιάς σκέψης και εις την γαλήνη των ονειροπολήσεων του προκειμένου να ακούσει το μέσα του… την καρδιά του, την ψυχή του… την πεμπτουσία της ύπαρξης του! 
Σε ελάχιστα λεπτά, η νύχτα θα έπεφτε, βαριά και βελούδινη, στον κόσμο γύρω του. Καθώς περνούν ώρες ονειροπολώντας η φαντασία του τείνει να υπερβάλλει σκέφτηκε μ’ ένα αθέλητο χαμόγελο. 
To βράδυ τoν βρήκε χωμένο στην πολυθρόνα του γραφείο του, κρατώντας το ποτήρι με το κονιάκ. Αν και αργά, συνεχίζει να ατενίζει την θάλασσα που άλλαζε χρώμα! Πόσο τον ηρεμούσε η γαλήνη της θάλασσας! Η μουσική από το cd του Αντρέα Μποτσέλι «Best Songs Of Andrea Bocelli» στους ήχους του «Can't Help Falling In Love», ήταν για αυτόν πηγή έμπνευσης! Πόσο τον άγγιζε αυτό το τραγούδι, τον ταξίδευε σ΄ έναν ονειρεμένο τόπο γεμάτο με την αγάπη τους. Με δυσκολία συγκρατούσε τα δάκρυά του στο άκουσμά του. Πώς είναι δυνατόν να είναι ευτυχισμένος ένας άνθρωπος μακριά από τα πρόσωπα που αγαπά και τον κάνουν ευτυχισμένο;
Ο Νικηφόρος σήμερα δεν είχε επαφή με το «Τζιβαέρι» του, τον θησαυρό του την Εριφύλη. Στην τελευταία επαφή τους τον είχε πληροφορήσει ότι η Άλκηστις έχει κατεβεί στην Αθήνα και έχουν προγραμματίσει την σημερινή ημέρα να πάνε παρέα στο θέατρο. Παίζεται μια πρωτότυπη διασκευή για το θέατρο, σε ένα κορυφαίο αντιπολεμικό έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας το «Όσα Παίρνει ο Άνεμος». Ένα έργο για τον έρωτα, τον πόλεμο και τον σκληρό αγώνα μιας κοινωνίας να επιλέξει ανάμεσα στην ηθική και την επιβίωση που ζωντανεύει επί σκηνής. Ο Νικηφόρος έχει διαβάσει το βιβλίο και το θεωρεί ένα από τα σπουδαιότερα βιβλία όλων των εποχών, που χάρισε και μια από τις πιο μνημειώδεις ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου.
Το Φθινόπωρο έφερε μαζί του τη θεατρική άνοιξη στην Αθήνα, μια καλλιτεχνική αναγέννηση με νέες ενδιαφέρουσες παραστάσεις και projects. Τον Οκτώβριο οι θεατρικές αίθουσες γεμίζουν με δυνατές ερμηνείες, σκηνοθετικά πειράματα και ιστορίες που προκαλούν σκέψη. Από την υπαρξιακή αγωνία μέχρι τη σκοτεινή μαγεία το θεατρικό ρεπερτόριο έχει κάτι για όλους. Μια βουτιά στο συναίσθημα, τη δράση και το απροσδόκητο. Από αρχαίους μύθους σε σύγχρονα κοινωνικά δράματα, η αθηναϊκή σκηνή γεμίζει με ιστορίες που αξίζει να δουν. Η Εριφύλη και η Άλκηστις ετοιμάστηκαν για να πάνε να δουν ένα θεατρικό έργο που πιστεύουν πως δεν πρέπει να χάσουν! Το «Όσα Παίρνει ο Άνεμος».Θα ήταν μια υπέροχη βραδινή έξοδος, κάτι που η Εριφύλη δεν μπορούσε να έχει συχνά πια τέτοιες εξόδους σαν παντρεμένη γυναίκα με δυο πολύ μικρά παιδιά.  Ωστόσο, αυτό το βράδυ οι γονείς της προσφέρθηκαν να πάρουν τα μικρά παιδιά και οι δυο γυναίκες ξεκίνησαν με χαρά το ραντεβού τους με το θέατρο.
Σαν νέες γυναίκες με αέρα δροσιάς ντύθηκαν ωραία μεν όσο πιο άπλα μπορούσαν δε. Η Εριφύλη κλασσικό ταγέρ ως «μεγαλοκυρία» και η Άλκηστις με ένα «χλιαρό» ριχτό φόρεμα η οποία παρά το υπέροχο σώμα της έχει αποδείξει ξανά και ξανά πως «δεν τόχει» με τη μόδα. Έτσι και αλλιώς για την Άλκηστις τι είναι όμορφο και πως θα δείχνεις ιδανικά το γυναικείο σώμα δεν ήταν βέβαιη ότι έχουν όλοι την ίδια άποψη για το… ιδανικό! Η ίδια νιώθει πως είναι σε κανονικό σχετικά βάρος, προσέχει τη διατροφή της για να παραμένει υγιής. Οτιδήποτε άλλο το θεωρεί ότι είναι υπερβολή και δεν οδηγεί πουθενά. Τέλος το χτένισμα τους και τα μαλλιά τους ήταν απλοϊκά και συνηθισμένα, καθώς απλώς πήγαιναν σε μια συνηθισμένη θεατρική παράσταση..
Η παράσταση τελείωσε με ένα θέατρο γεμάτο που ο κόσμος στο τέλος έδειξε έμπρακτα την αγάπη του, στους συντελεστές που ήταν όλοι μαζί γύρω από τη σκηνή ευχαριστώντας τους με θερμό χειροκρότημα για την υπέροχη και αξέχαστη παράσταση! Μπορεί η θεατρική παράσταση να τελείωσε, η ιστορία όμως συνεχίζεται μακρυά από το θέατρο και οι δυο ξαδέρφες έρχονται αντιμέτωπες με κομμάτια της ζωής τους που ζουν και αγωνιούν σε ένα κόσμο που γρήγορα αλλάζει θέτοντας ερωτήματα και διλήμματα, στην πίεση που δημιουργούν τα «πρέπει» και τους περιορισμούς που επιβάλλει η κοινωνία ιδίως στις γυναίκες που ακόμη και σήμερα εγκλωβίζονται σε «κουτάκια» ακολουθώντας στερεοτυπικές συμπεριφορές!

Παρασκευή 2 Μαΐου 2025

Gefira Tis Agias Marinas

....Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ....Part...7»
«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας του συγγραφέα. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες .....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).....
........ Το Εμαιλ του Αδαμάντιου με το περιεχόμενο του, του Νικηφόρου του ξύπνησε μνήμες: Ήταν στην εφηβεία του, στην αφέλεια του και στην αθωότητα όπως τουλάχιστον ένιωθε σε εκείνη την ηλικία που σήμερα δεν το θεωρεί ανεξήγητο. Είχε μεγαλώσει σε μια πολύ φτωχική συντηρητική οικογένεια από ένα μικρο χωριό του νότου, και ποτέ δεν τα είχαν συζητήσει αυτά τα θέματα και έτσι είχε φτάσει στην ενηλικίωση  με σχετική άγνοια σχετικά με το σεξ. Οκ, είχε κάνει τις φάσεις του με τρυφερές συνομήλικες γειτονοπούλες του, φιλιά, μπαλαμούτια, αλλά μέχρι εκεί. Ανατομικά ήξερε στο περίπου τι παιζόταν, αλλά προχωρημένη επαφή ούτε είχε πάρει ούτε είχε δώσει. Μπουρδέλο μια δυο φορές που το επισκέφτηκε, δεν τον ικανοποίησε, δεν το γούσταρε να είναι έτσι. Όσο για τσόντες, μόνο κλασσικά εικονογραφημένα! Ο αυνανισμός ήταν το αποκούμπι του όταν μάλιστα συνειδητοποίησε όσο προχωρούσε η εφηβεία, ότι ούτε «κουφαίνει», ούτε επηρεάζει αρνητικά την όραση, όπως τον προειδοποιούσαν οι δικοί του, και τον είχε κάνει λάστιχο.
Ο Νικηφόρος σήμερα θυμάται τα γεγονότα που συνέβησαν όταν ήταν δέκα επτά ετών μια ηλιόλουστη καλοκαιρινή ημέρα. Ήταν στις 17 Ιουλίου, ημέρα της οποίας εορτάζεται η μνήμη της Μεγαλομάρτυς της Ορθόδοξης Εκκλησίας, της Αγίας Μαρίνας. 
Εργαζόταν περιστασιακά τις ήμερες εκείνες σε κατάστημα στην κεντρική αγορά της πόλις, υπάλληλος αποθήκης με μερική απασχόληση, για διεκπεραίωση των εργασιών της αποθήκης, όπως παραλαβές, παραγγελίες, ταξινόμηση και αποθήκευση εμπορευμάτων, και λοιπές βοηθητικές εργασίες στο πλαίσιο λειτουργίας της αποθήκης.
Στο απέναντι κατάστημα ο έμπορος είχε μια δεκαεξάχρονη κόρη που τους καλοκαιρινούς μήνες απασχολείτο στην οικογενειακή επιχείρηση. Ο Νικηφόρος έβλεπε ένα πανέμορφο, έξυπνο και ταλαντούχο μελαχρινό κορίτσι που δεν περνούσε απαρατήρητο με σώμα που θα ζήλευαν πολλές τις εκπληκτικές αναλογίες και το χαμόγελό της. Μέσα σε όλο αυτό το λεφούσι της κεντρικής αγοράς ξεχώριζε για τους γύρω, αλλά και ανάμεσά τους. Ο Νικηφόρος την έβλεπε σαν παγωτό τον Αύγουστο και η κοπέλα είχε καταλάβει την ελκυστικότητα που του προκαλούσε! Όλα ξεκίνησαν με δική του πρωτοβουλία και βγήκαν για έναν σύντομο καφέ μετά τη δουλειά τους στον οποίο περάσαν πολύ ωραία. Δεν της ζήτησε κάτι, ούτε έκανε κάποια παραπάνω κίνηση. Η επαφή τους συνεχίστηκε με χαμόγελα, ματιές και χαζοκουβέντα άλλα τίποτα το ουσιαστικό. Κάποια στιγμή αποφάσισε και εκδήλωσε πιο ξεκάθαρα πλέον ενδιαφέρον του! Του υποσχέθηκε να κανονίσει να βγούμε παρέα την επόμενη ημέρα, αργία της Αγίας Μαρίνας, να συναντηθούν στη γέφυρα να κάνουν το μπάνιο τους στη θάλασσα και να περάσουν τη μέρα μαζί. 
Αισθάνθηκε την καρδιά του να πεταρίζει στην πρόταση της: «Άφησέ με να ΄ρθω μαζί σου. Θα σταθούμε λιγάκι στην κορφή της σιδερένιας γέφυρας της Αγίας Μαρίνας, ύστερα εσύ θα κατηφορίσεις κι εγώ θα γυρίσω πίσω έχοντας στ’ αριστερό πλευρό μου τη ζέστα απ’ το τυχαίο άγγιγμα του πανωφοριού σου…»
(Γ. Ρίτσος, H Σονάτα του Σεληνόφωτος)
 Η Αγία Μαρίνα ένα γραφικό παραλιακό χωριουδάκι ένας μικρός παράδεισος. Πρόκειται για ένα ψαροχώρι που προσφέρεται για κολύμπι, ψάρεμα, τοπικούς περιπάτους. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και εντυπωσιακή είναι η ιστορία της γέφυρας, που δεσπόζει παραλιακά της Αγίας Μαρίνας. Είναι πως υπάρχει στενή συγγένεια με τον πύργο του Άιφελ. Για την ακρίβεια, η κατασκευαστική BATIGNOLLES, συνεργάτης της οποίας ήταν και ο Άιφελ, είναι η εταιρεία η οποία ξεκίνησε το έργο κατασκευής της προβλήτας το 1892. Την ίδια περίοδο, δουλευόταν παράλληλα και το μεγάλο έργο στη Γαλλική πρωτεύουσα. Οι πληροφορίες θέλουν τον Άιφελ να είναι υπεύθυνος και για το σχεδιασμό της γέφυρας στην Αγία Μαρίνα, τόσο οι εκπληκτικές ομοιότητες στο σκελετό και τη δομή των δύο έργων, όσο και παλιά σχέδια με την υπογραφή του γραφείου του, κάνουν σχεδόν βέβαιη την ανάμειξη του. Την ημέρα της εορτής ακολούθησε πάνδημη Ιερά Λιτανεία της Αγίας Εικόνας στους παραθαλάσσιους δρόμους του χωριού».
Την περίμενε δεν φάνηκε! Αφήνοντας τον να τρώει τη δεύτερη χυλοπίτα από κοπέλα που του έκατσε και πιο βάρια από την προηγούμενη! «Mην το σκέφτεσαι.» Λέει στον εαυτό του. Ήταν μια από αυτές τις ημέρες του Ιούλη, όπου ο ήλιος λάμπει ζεστός και ο αέρας φυσάει μελτέμι δροσερό. Όπου είναι καλοκαίρι στο φως και άνοιξη δροσερή στη σκιά. Στεκόταν με υπομονή στην αρχή της γέφυρας, ο ήλιος που έλαμπε ζέσταινε το πρόσωπό του. Μα δεν τον ένοιαζε να κουνηθεί για να τον αποφύγει. Δεν ήταν πως ήταν πληγωμένος εξαιτίας της χυλόπιτας, μα θύμωνε και ένιωθε τόσο χαζός που νόμισε ότι η κοπέλα ενδιαφέρεται ενώ δεν ενδιαφερόταν που πλέον αμφέβαλλε τόσο πολύ για την κρίση του και φοβάται ότι ερμήνευσε μια φιλική συμπεριφορά της ως φλερτ!  Η ερώτηση είναι: Πως το ξεπερνάει όταν την επόμενη ήμερα θα την ξαναδεί και θα του θυμίζει πόσο πολύ νιώθει ότι έχει εξευτελιστεί;. Σε κάθε περίπτωση, δεν αφήνει περιθώρια στον εαυτό του για περισσότερα, οπότε θα το πάρει απόφαση ότι δεν υπάρχει παρακάτω και θα σταματήσει να ασχολείται με το τι θέλει, εφόσον η κοπέλα δεν θέλει αυτό που θέλει αυτός. «Νικηφόρε πάντα είχες πολύ καλή σχέση με την πραγματικότητα, δεν νομίζω να κινδυνεύεις από αυταπάτες και ονειροφαντασίες που τόλμησες να της πεις ότι σου αρέσει. Θέλει δύναμη να το δείξεις, μιας και το αποτέλεσμα δεν είναι ποτέ σίγουρο. Όσοι δεν το κάνουν είναι γιατί φοβούνται την απόρριψη, την έκθεση. Τα χαμογελάκια και κλεισίματα ματιών, είναι η δική της ανάγκη για επιβεβαίωση. Δε θέλει εσένα, αλλά τη βρίσκει που τη γουστάρεις. Αγνόησέ την και προστάτευσε τον εαυτό σου. Όταν λοιπόν μαζέψεις και με την ηλεκτρική σκούπα αυτά τα νόστιμα  ψίχουλα ενδιαφέροντος που σου ρίχνει, θα έρθει και η οριστική διαγραφή. Μην αμφισβητείς τον εαυτό σου. Δεν είσαι τρελός όταν σου κλείνει το μάτι. Άστη να πάει στο καλό και πάμε γι’ άλλα. Οπότε στη συνέχεια πάμε με αέρα!.... είμαι ένας cool, ελεύθερος, ωραίος νεαρός, που φλέρταρε και ε, τι να κάνουμε που δεν πέτυχε, τώρα έχουμε άλλα πράγματα να ασχοληθούμε,.... κι άσ΄ την αυτήν να βλεφαρίζει μόνη της πια, σα να ΄χει πάθει επιπεφυκίτιδα!  Η πραγματικότητα είναι πως ναι, θα ήταν πάρα πολύ ωραίο, αλλά δεν έγινε. Η ζωή προχωρά, μη χάνεις το χρόνο σου μένοντας κολλημένος  και ο χρόνος όλα τα διορθώνει, αρκεί να τον αφήνουμε να κάνει τη δουλειά του χωρίς ψευδαισθήσεις.» Συνομιλούσε ο Νικηφόρος με τον εαυτό του.
Μπροστά του είναι σιδηροδρομικός σταθμός που εξυπηρετείται από τα τοπικά τρένα ανάμεσα στο Λειανοκλάδι και τη Στυλίδα.  Σημαντικό ρόλο έπαιξε το τρένο που με τα δρομολόγια που μετέφερε πολύ κόσμο στην πλησιέστερη, λαϊκή παραλία της πόλης. Μία αμμουδερή παραλία και μια πολυσύχναστη ακτή με ψιλή άμμο που την προτιμούσε ιδιαίτερα ο νεαρόκοσμος. Η Αγία Μαρίνα Στυλίδας από τα χρόνια του Μεσοπολέμου, αλλά και μεταπολεμικά ήταν την περίοδο του καλοκαιριού «το Φάληρο» της Λαμίας. Εκεί κάθε καλοκαίρι γίνονταν τα μπάνια του λαού. Σ’ αυτό βοηθούσε το τραίνο με δύο δρομολόγια, που έφερνε πολύν κόσμο στην πλησιέστερη λαϊκή παραλία. Στα μεταπολεμικά χρόνια δεκαετίες 1950 και 1960 με το «μουτζούρη», δηλαδή με μια ατμομηχανή και πίσω βαγόνια επιβατικά και φορτηγά, οι κάτοικοι της Λαμίας και των άλλων κοινοτήτων, σε δύο
δρομολόγια ημερησίως, πήγαιναν στην Αγία Μαρίνα και τη Βασιλική Στυλίδας για θαλάσσια μπάνια.
Απορροφημένος στις σκέψεις του δείχνει αφηρημένα αδέξιος και πολλές απορίες τον απασχολούν, απορίες που διογκώνονται και τον επηρεάζουν. Απορίες που είναι κοινές στα μετά-εφηβικά χρόνια των αγοριών και αφορούν κυρίως τα ερωτικά και σεξουαλικά θέματα. Τα επόμενα λεπτά κύλησαν γρήγορα και τον έβγαλαν από την ομίχλη των σκέψεων του. Μπροστά του στη βάση της σιδερένιας γέφυρας μια δεμένη παρέα φίλων του που σχεδόν όλοι συνδέονται χαλαρά μεταξύ τους τον καλούν να απολαύσει τις κοινές τους δραστηριότητες. Η θάλασσα, το νερό, η φύση γενικά έχει την απόλυτη δύναμη, δημιουργεί ισχυρούς δεσμούς, και ο νεανικός αυθορμητισμός, δημιουργούν νέες παρέες και σε βοηθούν να κάνεις νέους φίλους, ενώ ανακαλύπτεις τις δεξιότητες σου, και όχι μόνο. Περνώντας η ώρα η παρέα τους την είδε να μεγαλώνει και να απλώνεται στα βότσαλα της παράλιας. Την ημέρα εκείνη της γιορτής της Αγίας αποθεώθηκε από μια λαοθάλασσα νεαρόκοσμου, η δημοφιλής παραλία...
Ανάμεσα στην παρέα τους ξεχώριζε ο Φίλιππος! Εντελώς αμερόληπτα ο Φίλιππος ήταν, ευγενικός, έξυπνος, και φυσικά ένας νεαρός όμορφος άντρας στα είκοσι τρία του χρόνια. Περνώντας τα χρόνια όταν τον θυμάται καμιά φορά ο Νικηφόρος του θυμίζει τον Hugh Jackman τον ηθοποιό που τρελαίνονταν μαζί του, το γυναικείο κοινό.
Ο Νικηφόρος τον είχε δει πρόσφατα στο δρόμο τη γειτονιάς του μια δυο φορές. Είχε μάθει πως είχε απολυθεί από το στρατό τελευταία έμενε στην Αθήνα, αλλά ερχόταν τακτικά στην πόλη τους στους γονείς του. Στην γειτονιά που έμενε ο Νικηφόρος είχε μια ωραία μονοκατοικία ένας Λαμιώτης μεγαλέμπορας! Η οικογένεια του μεγαλέμπορα είχε μια εικοσάχρονη κόρη ίδια η Κλαούντια Καρντινάλε σε ομορφιά. Μάλιστα μια γειτόνισά τους με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη όταν αναφερόταν στην κοπελιά σαν κάποια γυναίκα πολύ θελκτική, έλεγε. «Σαν τα κρύα τα νερά! Την κοιτάνε σαν ξερολούκουμο. Σαν του Χατζή-Μπεκηρ λουκούμι ο κάτασπρος λαιμός της και μαλεμπί καζάντιμπι ο αναστεναγμός της.»
(Χατζή-Μπεκηρ διάσημο ζαχαροπλαστείο για τα λουκούμια του.)
Ο Φίλιππος ήταν γνωστό ότι είχε επαφές με την οικογένεια και μάλιστα είχε γνωστοποιηθεί πως προοριζόταν για επίσημος μνηστήρας της «Κλαούντια Καρντινάλε»
Και ο Νικηφόρος ήδη βρισκόταν στη ζώνη των δέκα οκτώ του χρόνων ήταν ένας κομψός  νεαρός άνδρας ψηλός μα όχι άχαρος με πλούσιο μαλλί, καστανομελιά μάτια, γεμάτα πάθος για ζωή.  
Όλα ξεκίνησαν όταν κάποια στιγμή ο Φίλιππος αστειευόμενος προκάλεσε το Νικηφόρο σε μια αναμέτρηση, έναν αγώνα κολύμβησης οι δυο τους μεχρι το τέλος της σιδερένιας γέφυρας.
«Συμφωνώ! Και τι μεγάλο έπαθλο περιμένει τον νικητή;» ρώτησε ο Νικηφόρος απευθυνόμενος στον Φίλιππο, προσπαθώντας να  φαίνεται αθώος και αφελής και ότι δεν κάνει υπόδειξη!
«Τι προτείνεις;» 
«Χμ!»
«Λοιπόν έχω να προτείνω εγώ κάποιο καλό καφέ- ρεστοράν το απόγευμα για ένα ποτό η καφε εάν συμφωνείς! Στο λόφο του Αγίου Λουκά! Πάνω από την γειτονιά σου!»
«Ενδιαφέρον μου ακούγεται ...! Όμορφο μέρος για καφε και ποτό!»
Ο αναμέτρηση για τον Νικηφόρο ήταν φιάσκο. Ο Φίλιππος ήταν δεινός κολυμβητής! Ο Νικηφόρος στο τέλος της αναμέτρησης διαπίστωσε πως ο Φίλιππος κατείχε σε βάθος τις τεχνικές κολύμβησης! 
«Το ξέρεις ότι κολυμπάς λάθος στο νερό;» Του δήλωσε ο Φίλιππος.
«Καταλαβαίνω ότι κολυμπάω λάθος αλλά δεν ξέρω από που να αρχίσω και τι να πρωτοδιορθώσω!»
«Λοιπόν, θα σε βοηθήσω να το διορθώσουμε. Κατ΄ αρχήν ας το αναλύσουμε! Το νερό είναι οκτακόσιες φορές πιο πυκνό από τον αέρα, πράγμα που σημαίνει ότι η κακή τεχνική σε επιβραδύνει και σε κουράζει πολύ γρήγορα και επομένως είναι δύσκολο να κολυμπήσεις πολύ μακριά.» Πηγαίνει δίπλα του και τον πιάνει από τη μέση για να του δείξει τη σωστή θέση μέσα στο νερό. 
«Είναι σαφές ότι αυτό που θέλουμε να πετύχουμε είναι να μειώσουμε τις αντιστάσεις του σώματός μας μέσα στο νερό. Για να γίνει αυτό χρειάζεται να μένεις ψηλά στο νερό και όσο το δυνατό πιο ευθυγραμμισμένος. Τα δυνατά πόδια σου μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά προς αυτή την κατεύθυνση. Η σωστή θέση στο κεφάλι σου βοηθά να μένουν τα πόδια ψηλά μέσα στο νερό.» 
Ο Φίλιππος όταν βοήθησε το Νικηφόρο να οριζοντιώσει το κορμί του στο νερό του έδινε συμβουλές που θα τον βοηθήσουν να βελτιώσει την τεχνική του. Του εξηγεί υπομονετικά. Αποφεύγει τις τεχνικές λεπτομέρειες. Ο Νικηφόρος σε αυτή τη θέση ένιωθε τον φαλλό και τα «καρύδια» του να κρέμονται χαλαρά μέσα στο ζεστό νερό όταν ξαφνικά ένιωσε το χέρι του Φίλιππα πάνω από το μαγιό του να χαιδευει με μαεστρία τις μπάλες του. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Δεν έχει καν προλάβει να συνειδητοποιήσει τι γίνεται. Εάν το θέλει ή όχι. Εάν του αρέσει ή όχι. Σαφέστατα ο πούτσος του είχε άλλη γνώμη. Έγινε σκληρός σαν πέτρα. Ο Νικηφόρος έκπληκτος διαπιστωνει το σύστημα του «μου αρέσει» έχει ηδονική επίδραση επάνω του και το  φαινόμενο της αυθόρμητη στύσης, επιτυγχάνεται μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα που του προκαλεί «μυρμήγκιασμα» στα γεννητικά όργανα, σαν να προδίδει κάπως το σώμα το μυαλό του και τα συναισθήματά του! Αναρωτιέται πως του συμβαίνει κάτι τέτοιο γιατί δεν είχε καμιά επιθυμία για ερωτική επαφή εκείνη τη στιγμή. Αμήχανα και μηχανικά αφέθηκε στο χάδι του. Σιγά - σιγά άρχισε να καυλώνει συνειδητά. 
Αργότερα μεστωμένος ενήλικας κάπου διάβασε το παράδειγμα  το σύστημα της «εκμάθησης» του σώματος, (learning system) που μαθαίνουμε να προσδοκούμε κάτι από έναν ερεθισμό όπως τα σκυλιά του Pavlov. Ο Pavlov τους έμαθε ότι κάθε φορά που χτυπάει το κουδούνι θα εμφανιστεί το φαγητό τους, ώσπου τα σκυλιά άκουγαν το κουδούνι και είχαν σάλια χωρίς να εμφανιστεί φαγητό. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα σκυλιά ήθελαν να φάνε το κουδούνι! Σημαίνει ότι έμαθαν ότι το κουδούνι ήταν ερέθισμα που σχετίζεται με το φαγητό. Έτσι και ο Νικηφόρος δεν σκεφτόταν το σεξ με τον Φίλιππο αλλά το σώμα του είχε μάθει ότι να του χαϊδεύουν την «οικογένεια» ήταν ερέθισμα που σχετιζόταν με το σεξ και είναι μια αυτόματη σωματική αντίδραση που συχνά δε μπορούσε να την ελέγξει. Αμήχανα και μηχανικά αφέθηκε στο χάδι του Φίλιππα. Σιγά - σιγά άρχισε να καυλώνει συνειδητά με το χέρι του Φίλιππα πλέον να τον χουφτώνει πάνω από το μαγιό, καθώς έσκυψε και του είπε σιγά στο αυτί! «Φιλαράκο μου το μαγιό σου έχει φουσκώσει τόσο πολύ που νομίζω ότι έχει χωθεί ανακόντα μέσα. Το είχα καταλάβει πως έχεις προσόντα.»
Ο Νικηφόρος ξερόβηξε λίγο αμήχανα και του λέει! «Χμμμ! Νομίζω ότι έχει δημιουργηθεί πρόβλημα μήπως να βγούμε από το νερό να ηρεμήσουμε;»
Η επόμενες στιγμές βρήκαν το Νικηφόρο ιδρωμένο έξω από τη θάλασσα με τον ήλιο από πάνω του να καίει. Είχε βγει πρώτος έξω και με πέντε βήματα βρέθηκε στην αμμουδιά. Μετά από λίγο βγήκε και ο Φίλιππος και χωρίς δεύτερη σκέψη άραξε δίπλα στο Νικηφόρο.
«Μην βλέπεις το χαμένο ποντάρισμα της αναμέτρησης σαν αποτυχία.» του λέει.
«Ο ποιητής λέει πως σαν χαμένος έχω ελπίδες.» Του λέει ο Νικηφόρος.
«Για πες μου τι λέει ο ποιητής.»
«Αναμετρήθηκαν για τα μάτια της Ελένης, όμως εκείνη προτίμησε τον Νικηφόρο κι ας ήταν αυτός που κατέληξε στο νοσοκομείο.» 
«Λοιπόν ώρα να τα μαζεύουμε έρχεται το τραίνο! Στον Άγιο Λουκά κερνάω το φαγητό πληρώνεις τα ποτά που έχασες!»
Απόγευμα ήδη βρίσκονται στη δροσιά που προσφέρει το δημοτικό περίπτερο του λόφου. Η σκηνή στη θάλασσα έχει ξεχαστεί. Ο Νικηφόρος το εξέλαβε ως ένα παιχνίδι, μια ακραία προχωρημένη χειρονομία μεταξύ φίλων χωρίς συνέχεια.
Ο λόφος του Αγίου Λουκά είναι ένας κατάφυτος λόφος της Λαμίας, που βρίσκεται ακριβώς πάνω από την Πλατεία Διάκου, με εύκολη πρόσβαση από εκεί. Εκεί ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει έναν ευχάριστο περίπατο, φαγητό, καφέ ή ποτό στο δημοτικό περίπτερο με τη μαγευτική θέα στην Οίτη, την Κοιλάδα του Σπερχειού και το Μαλιακό Κόλπο. Μέσα στο καταπράσινο δασύλλιο υπάρχει το εκκλησάκι του Αγίου Λουκά, πολιούχου της πόλης της Λαμίας, ένας μικρός ναός σταυροειδής χωρίς τρούλο που χτίστηκε ως ξωκλήσι το 1910. Έχει ιστορικό ενδιαφέρον για τις μνήμες των κατοίκων λόγω της σύνδεσής του με σημαντικά ιστορικά γεγονότα, ενώ έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού.
Το πυκνό δάσος προς την δυτική του πλευρά γειτνίαζε με βοσκοτόπια και το πανέμορφο αυτό δασύλλιο της δυτικής πλευράς ήταν τόπος ερωτικής συνεύρεσης, συνήθως κρυφής! Ήταν η γαμηστρώνα της περιοχής! Ο Νικηφόρος θυμάται μια ιστορία που τους έλεγε μια ανέραστη καθηγητρια των θρησκευτικών. Τους είχε πει ότι έβλεπε σκιές, κακά πνεύματα δηλαδή, σε αυτό το δάσος, γιατί έλεγε πως πηγαίνουν οι νέοι και κάνουν σεξ πριν τον γάμο. Επίσης τους έλεγε άμα έχουν κάνει σεξ πριν τον γάμο θα πάνε κόλαση.
Είχαν τελειώσει το φαγητό τους και απολάμβαναν τον απογευματινό καφε τους. Οι λάτρεις του καφέ και της μοναξιάς θα υπερασπιστούν αυτήν τη πρωινή τελετουργία, λέγοντας πως λίγος ποιοτικός χρόνος με τον εαυτό μας και μια κούπα καλού καφέ, αξίζει πολλά περισσότερα.» Ο Νικηφόρος δεν θα διαφωνήσει, όμως ως γνήσιος λάτρης της επαφής και της κοινωνικότητας αντιπαρέρχεται και λέει πως σαν τον απογευματινό καφέ δεν έχει. Ο απογευματινός καφές είναι ο βασικός λόγος συνάντησης με φίλους. Η έκφραση «πάμε για καφέ» είναι πια ατάκα-ορόσημο που ενώνει την παρέα, σήμα κατατεθέν χαλάρωσης και χαβαλέ. Αυτές τις στιγμές απολαμβάνουν οι δυο φίλοι μας.
«Ώρα να φύγουμε» προτείνει ο Νικηφόρος! Όπου να 'ναι θα δύσει ο ήλιος πίσω απ' τις κορφές στα απέναντι βουνά της Οίτης και της Γκιώνας και θα χαθεί. Κατηφόρισαν το δρόμο από το δεξιό πυκνό αλσύλλιο. Καθώς, ο ήλιος έγειρε και ο ίσκιος τους μεγάλωνε περπατούσαν αμίλητοι την επιστροφή προς την πόλη οι απέναντι πλαγιές του λόφου παίρνουν το θαμπό χρώμα στο απογευματινό σούρουπο.
Στο δρόμο ο Νικηφόρος νιώθει την ανάγκη ότι θελει να ουρήσει. Ζητάει συγνώμη από τον Φίλιππο και μπαίνει μέσα στο δασύλλιο «στη γαμηστρώνα» για την ανάγκη του. Ο Φίλιππος τον ακολουθεί και αυτός μέσα στο δάσος.» Μπροστά στα πόδια τους σέρνεται μια χελώνα με μαύρο κρασπεδωτό καβούκι.
«Μια αρχαία παροιμία λέει πως αν σε κατουρήσει χελώνα είναι γούρι.» του λέει γελώντας ο Φίλιππος του Νικηφόρου..
Αδειάζει την κύστη του ο Νικηφόρος και ετοιμάζεται να συμμαζευτεί. Ο Φίλιππος απλώνει το χέρι να του πιάσει και πάλι τον πούτσο.
«Θέλω να τον δω,» Του λέει! Τον πιάνει με το χέρι του και του τον παίζει λίγο ανάποδα. Κάνει να γονατίσει.
Ο Νικηφόρος τον πιάνει όμως από τον ώμο και τον κολλάει πισωκολλητά στο κορμό του δέντρου, τον κοιτάζει στα μάτια και του λέει: «Τι είναι αυτό που ζητάς;»
«Ξέρεις τι θέλω!»
«Φίλε μου αυτό ξεχασέτο δεν θα γίνει»
«Κρίμα,» λέει αμήχανα.
«Πάρε το χέρι σου μόνο, πριν μας δουν!»
«Έχεις δίκιο, παρασύρθηκα! Ίσως κάποια μέρα ξανασυναντηθούμε, ίσως και πάλι να μην ξαναβρεθούμε ποτέ.»
ΥΓ: Θέλεις η μοίρα, θέλεις ο χρόνος που όλα τα ισοπεδώνει στη διάβα του δεν συναντήθηκαν ξανά ποτέ!
Του Νικηφόρου ο ανδρικός πισινός στο μυαλό του φάνταζε ένα Φυσικό απόρθητο φρούριο που δεν επιδεχόταν κυριαρχίας!  Τα όρια της απαγόρευσης εγκατάλειψης του οχυρού είχαν καθοριστεί με εξονυχιστική ακρίβεια στο «πρακτικό» που είχε συνταχθεί στο μυαλό του.
....................................

Πέμπτη 17 Απριλίου 2025

Summer vacation is over.

..Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ....Part...7»
«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας του συγγραφέα. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες .....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).......Βρισκόμαστε πλέον στην εποχή του Φθινοπώρου.  Στην εποχή κατά την οποία ο γαλανός ουρανός, οι ηλιόλουστες μέρες και οι δροσερές νύχτες προσθέτουν σταδιακά εκατοντάδες κίτρινες, πορτοκαλί και κόκκινες πινελιές στους δασοσκέπαστους λόφους. Έχουν περάσει τρεις γεμάτες εβδομάδες που τελείωσαν οι διακοπές του καλοκαιριού για τις οικογένειες τους.  Η «θερινή ραστώνη» η δύναμη που τα ισοπεδώνει όλα, ή η «καλοκαιρινή ραστώνη» που εύκολα χρησιμοποιεί όποιος θέλει να χαρακτηρίσει την πλήρη αδράνεια, τη χαλαρότητα που επικρατεί το καλοκαίρι και ειδικότερα τον Αύγουστο κάτω από έναν ήλιο που στέκει αγέρωχος εκεί ψηλά και δίνει ώθηση στα ενδόμυχα όνειρα και τις επιθυμίες μας, να ζούμε πιο έντονα, να σκεφτόμαστε θετικά πράγματα, να χαράσσουμε το μέλλον μας και ο,τι μπορεί να συμβεί να μετατίθεται σε μέλλοντα χρόνο. Στις μέρες μας όπου το άγχος και οι ρυθμοί της καθημερινότητας μας είναι αυξημένοι, οι διακοπές και οι μικρές αποδράσεις μπορούν να μας δώσουν μια ανάσα ξεκούρασης, η όποια έχει πολύ ευεργετικές επιπτώσεις και στην μετέπειτα ζωή μας. Απελευθερωνόμαστε, ηρεμούμε για να ξεφύγουμε από πίεση, άγχος και απαιτήσεις και θέλουμε να τα ξεχάσουμε όλα. Αυτές λοιπόν οι ανέμελες στιγμές που έζησαν οι οικογένειες τους έχουν μείνει εκεί στις ακρογιαλιές του πανέμορφου κόλπου. στη θάλασσα όπου το νερό ξέπλενε τις αισθήσεις τους και το αλάτι επούλωνε τις πληγές τους. Οι διακοπές φαντάζουν πλέον ανάμνηση και το κάθε μέλος της ευρύτερης οικογένειας βρίσκεται σήμερα και πάλι ενεργό στα εργασιακά και οικογενειακά τους καθήκοντα. Για πολλούς, είναι η επιστροφή στη δουλειά ή το σχολείο μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, κάτι που δίνει μια αίσθηση ανανέωσης και οργανωτικότητας. Είναι η στιγμή που βάζουμε νέους στόχους και οργανώνουμε τις υποχρεώσεις μας, με μια αίσθηση φρεσκάδας και νέας ενέργειας. Ο Σεπτέμβριος είναι ένας μήνας γεμάτος μεταβατικές στιγμές και αντιθέσεις, που τον καθιστούν μοναδικό και ίσως τον καλύτερο μήνα του χρόνου. Από τη μία πλευρά, το καλοκαίρι αποχαιρετά, με τη ζέστη να υποχωρεί σιγά σιγά, και από την άλλη, το φθινόπωρο αρχίζει να κάνει την εμφάνισή του, με την ατμόσφαιρα να γίνεται πιο δροσερή και γλυκιά. Αυτός ο μήνας φέρνει μαζί του και την εποχική μετάβαση στη φύση. Τα φύλλα των δέντρων αρχίζουν να αλλάζουν χρώμα, με τα ζωντανά πράσινα να δίνουν τη θέση τους σε χρυσοκίτρινες και κόκκινες αποχρώσεις. Η φύση προετοιμάζεται για τον ερχομό του χειμώνα, και αυτή η αλλαγή δημιουργεί μια μοναδική αίσθηση γαλήνης και ομορφιάς.
.....Η Εριφύλη πέρα από τις οικογενειακές καθημερινές υποχρεώσεις της σαν μητέρα δυο μικρών παιδιών που μεριμνά για την σωστή ανατροφή τους και την άρτια σχολική εκπαίδευση τους, με προσμονή και έντονο ενδιαφέρον ανέμενε την έναρξη των μαθημάτων στο Εργαστήρι Βυζαντινής Αγιογραφίας όπου έκανε ελεύθερες σπουδές ζωγραφικής και βυζαντινής αγιογραφίας. Συνέχισε να πηγαίνει τους μικρούς γιους της  κολυμβητήριο το χειμώνα – ή για την ακρίβεια, και το χειμώνα! Δεν το θεωρούσε καθόλου κακή ιδέα διότι πιστεύει πως η κολύμβηση όπως και κάθε σωματική άσκηση δυναμώνει το ανοσοποιητικό τους σύστημα και το κολύμπι είναι μια πολύ υγιεινή άσκηση για όλο το σώμα, που γυμνάζει χωρίς να επιβαρύνει, δεν προκαλεί τραυματισμούς και δυναμώνει τους πνεύμονες. 
Ταυτόχρονα ξεκίνησε και πάλι το γυμναστήριο που είχε διακόψει τους καλοκαιρινούς μήνες και απλώς αφιέρωνε λίγο χρόνο στον εαυτό της κάνοντας γυμναστική στην ύπαιθρο. Πηγαίνει στο ίδιο γυμναστήριο εδώ και τρία χρόνια, όμως τη νέα σαιζόν, ο καινούργιος γυμναστής είναι πολύ όμορφος με όλα αυτά τα τυπικά χαρακτηριστικά ενός σέξι γυμναστή (κοιλιακοί, μούσκουλα, αρρενωπότητα).  Εκεί, ο γυμναστής έδειξε αμέσως το ενδιαφέρον του για εκείνη και μετά το δεύτερο κιόλας μάθημα την περίμενε απ’ έξω, της έπιασε κουβέντα και στο τέλος της ζήτησε να πάνε για ποτό. Καθόλου δεν το εκτίμησε το ενδιαφέρον του η Εριφύλη απεναντίας της θύμισε τον γείτονα της τον ταξιτζή,(Αυτόν τον Λιγούρη που το μάτι του διαθέτει ραντάρ, το οποίο πιάνει ό,τι σε θηλυκό κινείται εντός του οπτικού του πεδίου. Αυτός πιστεύει ότι όλες γυναίκες γράφουν «γάμησε με» στο κούτελο και στο δικό του έχει πάρει ανεξίτηλο μαρκαδόρο και έχει γράψει «θέλω να σε πηδήξω.») οπότε είπε ευγενικά όχι και αποχώρησε. Ωστόσο, στα μαθήματα συνέχισε να ασχολείται κυρίως μαζί της και να προσπαθει κάθε φορά να την ακουμπήσει για να τη διορθώσει. Μέχρι που του έθεσε ξεκάθαρα τα όρια της για να νιώθει άνετη και ελεύθερη, να γυμναστεί όπως θέλει, χωρίς να νιώθει την απειλή ότι κάποιος θα έρθει να της πιάσει την κουβέντα σφίγγοντας επιδεικτικά τα μπράτσα του. Και αν πρέπει να της δείξει μια άσκηση, να τη ρωτήσει πρώτα αν μπορεί να την αγγίξει.
Στην απορία της φιλενάδας της, της Ελπινίκης γιατί δεν αλλάζει γυμναστήριο και κάθεται και ανέχεται τον κάθε γλοιώδη τύπο, η Εριφύλη αντέδρασε. «Γιατί αν είναι να αλλάζουμε γυμναστήρια και χώρους δραστηριοποίησης γενικά κάθε φορά που μας παρενοχλούν, δεν θα μπορούμε να πάμε πουθενά στο τέλος. Δεν είναι το θέμα να φεύγουμε εμείς σαν κυνηγημένες, το θέμα είναι να μαζευτούν οι σάλιαγκες. Που μου σταυροκοπιέσαι με απορία κιόλας…»
....Η Άλκηστις αποφάσισε να πάρει στα σοβαρά τα πτυχιακά της μαθήματα. Για να πάρει πτυχίο χρωστά ένα μάθημα και τη πτυχιακή της εργασία και είναι απλά θέμα χρόνου να περάσει τον πρώτο από τους δυο σκοπέλους. Τον δεύτερο όσο και καλή διάθεση και αν έχει απαιτεί διάβασμα, και δε θέλει να πάει και άλλο μακριά η βαλίτσα του πτυχίου της. Ταυτόχρονα απασχολείται part time στη ρεσεψιόν πολυτελούς ξενοδοχείου στην πολιτεία καταγωγής και διαμονής της. Με την Εριφύλη έχουν σχεδόν καθημερινή επαφή μέσα από τα sosial media. Όταν ο χρόνος της το επιτρέπει  η Άλκηστις κατεβαίνει στην Αθήνα στην ξαδέλφη της...............

Κυριακή 6 Απριλίου 2025

2006 (MLC)

.. Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ....Part...7»
«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας του συγγραφέα. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες .....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).......Δεν πρόλαβαν να γυρίσουν στην Αθήνα και ο Νικηφόρος στη βδομάδα επάνω βρέθηκε στο αεροδρόμιο με προορισμό το Άμστερνταμ. Μπαρκάριζε σε ένα μεγάλο τελευταίας τεχνολογίας δεξαμενόπλοιο που ξεφόρτωνε στο Ρότερνταμ. Είναι πικρή του ναυτικού η μοίρα το λέει και το τραγούδι.
«Βάρα λοστρόμε την μπουρού
κι εσύ μηχανικέ ντουγρού
φουλαριστά οι μηχανές, πάλι να τρέχουν
Κι αν κλαίνε αγάπες στη στεριά
σφίχτε λεβέντες την καρδιά
οι ναυτικοί στον χωρισμό πρέπει ν' αντέχουν
Είναι πικρή του ναυτικού η μοίρα
να καταπίνει την αλμύρα
απ' το κύμα κι απ' το δάκρυ
στης θάλασσας την κάθε άκρη.»
Κάθε μπάρκο και μια περιπέτεια, κάθε λιμάνι και μια διαφορετική εμπειρία, τρικυμισμένες ή γαλήνιες θάλασσες, τόποι διαφορετικοί, άλλες φορές μαγευτικοί άλλες απωθητικοί. Eνα ταξίδι της ζωής, η καθημερινότητα του ναυτικού, πολλές οι χαρές, αρκετές και οι πίκρες και πάντα ο νους και η καρδιά να ταξιδεύει πιο γρήγορα από τις μηχανές το πλοίου στην οικογένεια πίσω στην πατρίδα, σε πρόσωπα αγαπημένα, σε παιδιά που τα αναζητεί και τον αναζητούν.
Βρισκόμαστε στην πρώτη δεκαετία της νέας χιλιετίας που κυκλοφόρησε το Skype μια επαναστατική και πρωτοποριακή και δημοφιλής εφαρμογή τηλεφωνικών κλήσεων εκείνη την εποχή μέσω Διαδικτύου στον κόσμο. Το Skype, το οποίο κυκλοφόρησε το 2003, υποσχόταν στους χρήστες του μια άνευ προηγουμένου ιδιωτικότητα, με κλήσεις «πολύ ασφαλείς με κρυπτογράφηση end-to-end» κάτι που θεωρητικά καθιστούσε αδύνατο για τους hacker ή τους κατασκόπους να διαβάσουν τις συνομιλίες και να ακούσουν κλήσεις από το Διαδίκτυο. Οι κλήσεις του Skype είχαν εξαιρετική ποιότητα ήχου και ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς.
Το ναυτικό επάγγελμα είναι από τα ποιο δύσκολα και σκληρά επαγγέλματα που υπάρχουν στον κόσμο. Οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει ο ναυτικός, η ιδιαιτερότητα του επαγγέλματος και η απομόνωση μέσα στο καράβι μακριά από τους δικούς του ανθρώπους είναι μόνο κάποιες από τις δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει. Η ευγνωμοσύνη και ο σεβασμός που θα πρέπει να δείχνουμε σε αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι εργάζονται κάτω από αντίξοες συνθήκες με σκοπό να επιβιώσουν αυτοί και οι οικογένειες τους , είναι το λιγότερο.
Ένα αντιθέσει με ότι πιστεύουν πολλοί άνθρωποι στην στεριά, ο ναυτικός του εικοστού πρώτου αιώνα δεν βγαίνει στα λιμάνια. Βλέποντας αξιοθέατα και γλεντώντας. Η μονοτονία του να εργάζεσαι και να ζεις στο ίδιο περιβάλλον για πολλούς μήνες τον χρόνο είναι τεράστια και μεγάλο πρόβλημα για την ψυχολογία ενός ναυτικού. Ένα ίσως από τα δυσκολότερα κομμάτια στο επάγγελμα του ναυτικού είναι ότι αποχωρίζονται την οικογένεια του και τους φίλους του. Δεν υπάρχει χειρότερο συναίσθημα να αποχωρίζεσαι την οικογένεια σου για τόσο μεγάλα χρονικά διαστήματα. Πραγματικά ένα τεράστιο ψυχολογικό βάρος που δεν αντιμετωπίζεται με τίποτα.
Σήμερα λοιπόν οι ναυτικοί έχουν κερδίσει το δικαίωμα υποχρεωτικής πρόσβασης στο διαδίκτυο ενώ βρίσκονται στη θάλασσα, στο πλαίσιο της επικαιροποίησης της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας  που συμφωνήθηκε το 2006 (MLC) και οι συνθήκες έχουν βελτιωθεί ραγδαία τα τελευταία χρόνια, κυρίως λόγω τις έλευσης του Ίντερνετ στα καράβια αλλά και την μεγάλη μείωση του κόστους της τηλεφωνικής επικοινωνίας.
Η ανοιχτή και τακτική επικοινωνία είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση ισχυρών οικογενειακών δεσμών. Με τη σύγχρονη τεχνολογία, οι ναυτικοί μπορούν να παραμένουν σε επαφή με τις οικογένειές τους μέσω τηλεφωνικών κλήσεων, βιντεοκλήσεων και μηνυμάτων μέσω των social media. Οι συχνές συζητήσεις βοηθούν στη διατήρηση της συναισθηματικής σύνδεσης και εξασφαλίζουν ότι όλοι είναι ενήμεροι για τις καθημερινές δραστηριότητες και τα σημαντικά γεγονότα ώστε να μπορούν να ξεπεράσουν τις δυσκολίες και να απολαύσουν μια πλήρη και ισορροπημένη ζωή.
Το έμαθε και ο Αδαμάντιος ότι το πλοίο διέθετε ιντερνετική σύνδεση και του έστειλε μήνυμα του Νικηφόρου. Ο Νικηφόρος ξαφνιάστηκε λίγο καθώς δεν το περίμενε από τον Αδαμάντιο να εκδηλώσει τέτοιο έντονο ενδιαφέρον για επαφές τους. Ένα χαμόγελο γέμισε το πρόσωπο του. Ενδιάμεσα σχόλια τον σύντομο χρόνο και τις λίγες στιγμές που είχαν βρεθεί μόνοι κάποιες από αυτές ο Νικηφόρος έμενε με μια αίσθηση πως ο Αδαμάντιος αναζητούσε πολύ διακριτικά.....

Σημείωση: Οι ναυτικοί κέρδισαν το δικαίωμα στην υποχρεωτική κοινωνική συνδεσιμότητα για τα πληρώματα - συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στο Διαδίκτυο - με ενημερώσεις της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας του 2006 (MLC).

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2025

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2024

Mparmpa Theodorakis Frintzilas

...Θεόδωρος Φριντζήλας ή Στραβοθοδωράκης, ο πασίγνωστος τυφλός ποιητής από τη Ρηχιά μέλος της οικογένειας Φριντζήλα, με μέλη στη Κρεμαστή, τα Πελετά, τα Πιστάματα και τη Ρηχιά.  Διακρίθηκε για το ποιητικό του τάλαντο, ως ο πασίγνωστος τυφλός ποιητής από τη Ρηχιά. 
........................... 
Ένας Λεβεντάνθρωπος.... Μποέμ ..............
Ξάδελφος του παππού.........................
Θείος της μητέρας μου.......

1955 -1956.... Ήμουν πεντάχρονος που σαν μέσα από μια συννεφιά μνήμης ενθυμούμαι το μπάρμπα Θοδωράκη που έμενε σε ένα κατώι, όπου τα έβγαζε πέρα με ελάχιστα. Σηκωνόταν κατά το μεσημεράκι, ζητούσε να τον πάρω από το χέρι και να τον οδηγήσω σεργιάνι μέχρι την ντάπια του οικισμού Μπελεσέικα. Αυτή τη βόλτα την εκτελούσε, με τον ενθουσιασμό ενός προσκυνητή που βαδίζει σε ιερά χώματα. Όταν είχε ήλιο, καθόταν στο βράχο και μασουλούσε το ψωμί του καπνίζοντας και ένα τσιγάρο. Όταν έβρεχε ή έκανε κρύο, έμενε στο κατώι βούλιαζε σ’ ένα φθαρμένο καναπέ και άκουγε στη διαπασών μουσική. Με το που έπαιρνε να νυχτώνει και απέξω το σκοτάδι ήταν απόλυτο στο κατώι επικρατούσε βαθιά σιωπή. Το μυαλό του τότε ήταν καθαρό σαν τον χειμωνιάτικο νυχτερινό ουρανό, με το φεγγάρι και τον πολικό αστέρα στη θέση τους να τρεμοσβήνουν ζωηρά. Ο μπάρμπα Θοδωράκης μέσα στην ησυχία της νύχτας αναζητεί τα θέματα των στιχουργημάτων του βασισμένα στην καθημερινή ζωή και τις τοπικές παραδόσεις στα Ζαρακιτοχώρια. Λίγο πριν τον πάρει ο ύπνος, σκεφτόταν τον τελευταίο του στίχο και προσπαθούσε να θυμηθεί πως είχε ταιριάξει τις λέξεις και πότε τις είχε χρησιμοποιήσει ξανά. Μπορεί να τις είχε ξανασκεφτεί και άλλες φορές στη ζωή του, αλλά δεν μπορούσε να θυμηθεί τίποτε το συγκεκριμένο. Σχολίαζε με καυστικό τρόπο τις πολιτικές εξελίξεις, περίβαλλε με αγάπη τα γνωστά του πρόσωπα που αναφέρονται στα ποιήματά του, παραθέτει τις σκέψεις του χωρίς να ηθικολογεί. Είχε τόσα πράγματα να σκεφτεί, τόσες ιστορίες να πει. Αυτό που του έλειπε ήταν η σωστή διέξοδος, απ’ όπου θα ξεχύνονταν οι σκέψεις και οι ιδέες, σαν λάβα που μετά θα έπηζε σε μια σταθερή ροή πρωτότυπων έργων, που όμοια τους ο κόσμος δεν είχε δει ποτέ.  Οραματιζόταν πως τα μάτια των ανθρώπων θα άνοιγαν διάπλατα από την έκπληξη στο σπάνιο ταλέντο. Μια φωτογραφία του μ’ ένα χαμόγελο, θα έμπαινε στις λογοτεχνικές σελίδες των περιοδικών! Ο μπάρμπα Θοδωράκης σκεφτόταν μερικά ποιήματα που είχαν αρχή. Μερικά άλλα είχαν τέλος. Κανένα όμως δεν είχε αρχή και τέλος και ασταμάτητα, δούλευε καθετί που του περνούσε από το μυαλό. Το πρόβλημα ήταν ότι σκεφτόταν υπερβολικά πολλά. Δεν μπορούσε με τίποτε ν’ αποφασίσει, όταν σκεφτόταν τη ρίμα του στο σύνολό της, τι ήταν απαραίτητο και τι όχι. Την επόμενη μέρα, σχεδόν τα είχε ξεχάσει! 

Ω! Βλάχα Μούσα της Ρηχιάς
Κόρη του Θοδωράκη
Κατέβα και βοήθα με
Να πω ένα τραγουδάκι
…………………………
Έτσι άρχιζε ένα ποιηματάκι κάποιος φιλόδοξος σατιρικός ποιητής στα μαθητικά του χρόνια, και ο οποίος εγκατέλειψε, για ευνόητους λόγους, την ποίηση πολύ σύντομα. Ο ποιητής(;) αναφέρεται στο Μπάρμπα Θοδωράκη τον Φριντζήλα. Ο μπάρμπα Θοδωράκης ήταν ένας γέρος αγράμματος, τυφλος, εξ ου και Στραβοθοδωράκης, με άσπρα γένια που είχε το χάρισμα να φτιάχνει στίχους με μεγάλη ευκολία. Πολλοί από αυτούς τους στίχους γινόταν και τραγούδια. Δεν πιστεύω ότι οι στίχοι του να έχουν διασωθεί. Είχε μεγάλη απήχηση στον παιδόκοσμο. Όταν το παιδομάνι έβλεπε τον Μπάρμπα Θοδωράκη έτρεχε πίσω του.
«Μπάρμπα Θοδωράκη πες μου ένα ποίημα»
«Πως σε λένε;»
«Μπότη»
«Ο Μπότης το καλό παιδί και τ’άξιο παλληκάρι…..κλπ»
«Πες μου και μένα ένα.»
«Πως σε λένε?»
«Γιάννη»
«Ο Γιάννης το καλό παιδί κλπ. κλπ.»
Ο μπάρμπα Θοδωράκης είχε πάντα ένα τετράστιχο για όλους. Το έφτιαχνε εκείνη τη στιγμή, ή τα είχε σε μια τράπεζα δεδομένων και τραβούσε ένα κατά την ζήτηση; Πως σε λένε Γιώργο. Πάρε Γιώργο. Εσένα; Νίκο. Πάρε Νίκο. Εσένα; Χρήστο. Πάρε Χρήστο.
Περάστε κόσμε, πάρε παιδόκοσμε.
Ανήκε ο μπάρμπα Θοδωράκης στους Entertainers της Παλιάς Ρηχιάς; Στους ενήλικες προφανώς όχι. Ο παιδόκοσμος όμως;
Ο μπάρμπα Θοδωράκης είναι ένας θρύλος, και όπως όλους τους θρύλους να τον τιμούμε και να τον σεβόμαστε..

.........................................
Ο Θεοδωράκης Φριντζήλας γεννήθηκε το 1880 στο Μπρακάκι, στην περιοχή Καρίκια του χωριού Ρηχιάς.
Πέθανε στις 22 του Ιούλη το 1961, 82 χρόνων.
................................................
Γιώργη, τι να τα κάνεις τα λεφτά - με τους πολλούς τους τόκους
άμα δεν έχεις άνθρωπο καλό - με τους καλούς τους τρόπους.
Γιώργη, να μην κοιτάξεις χρήματα - παρά καλή γυναίκα
γιατί ποτέ τα χρήματα - δεν βγαίνουν στο σεργιάνι.
Πάρε γυναίκα όμορφη - να βγαίνεις στο σεργιάνι
να σκάζουν οι ρουφιάνοι.
.................................
Αυτό το αχ να μούφευγε - απ’της καρδιάς τα φύλλα
όλο τον κόσμο θάκαιγα - δίχως φωτιά και ξύλα.
Καημένη Κουλοχέρα μου - πόχεις την τρύπια πέτρα
τρούπια είν’κι η καρδούλα μου - σαν τη δική σου πέτρα.
..........................................
Α, ρε φίλε δεν ξέρω - αν κοιμάσαι ή ονειριάζεσαι
κείνος πούχει καλό μυαλό - και άλλο δεφτέρι βγάζει.
.................
Ναι,φίλε μου ετούτο το μυαλό - βγαζει βελόνες άφθονες
χιλιάδες εκατομμύρια - να ράψεις τα κασμίρια σου
κι όλα σου τα στολίδια.
................
Κλαίω με μαύρα δάκρυα - της γης το χώμα βρέχω
και δεν εβρέθηκε άνθρωπος - να με ρωτήσει τι έχω.
Όταν πεθάνω μη με κλαις - γιατί ΄μαι πεθαμένος,
κλάψε με τώρα πούμαι ζωντανός - κι είμαι τυφλός και καταφρονημένος.
..........................
Δεν το πιστεύω στο ντουνιά - κανένας να με φτάσει
στα τραγουδάκια τα πολλά - και ούτε να με περάσει.
Τα ποιήματα .....
Από το βιβλίο ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Θ. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
θοδωράκης φριτζήλας - Ο ΤΥΦΛΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ
................
Σημείωση I: Τα ανίψια του (Η μητέρα μου.... και οι Θείες μου)... Μου δηλώσαν ότι δεν ήταν παντελώς τυφλός! Απλώς από νεαρή ηλικία είχε αρχίσει να έχει εκτεταμένα μειωμένη όραση η οποία με την πάροδο του χρόνου επιδεινώθηκε. Προς επιβεβαίωση τους παραθέτω το δίστιχο...
Ανέβαινε το 1956 σε ηλικία 76 χρονών στις «Βόγιες» και βλέποντας τον πρόεδρο του Χάρακα, το Δαμιανό να επιβλέπει το έργο επαναχάραξης του νέου δρόμου του λέει:
                              Γεια σου Δαμιανέ - με τη βόγια την καινούρια
                            που θα σε συγχωράνε - άνθρωποι και γαιδούρια.

Σημείωση II: Το 1825 πέρασε από το Ζάρακα ο Ιμπραήμ ο οποίος ως γνωστό δεν άφησε πίσω του τίποτε όρθιο.  Αμέσως μετά την επανάσταση η Ρηχιά ήταν ακατοίκητη και οι διάφορες εκτάσεις που ονομάζονταν μετόχια ανήκαν σε κατοίκους της Κρεμαστής. Αμέσως μετά την επιδρομή του Ιμπραήμ άρχισαν να εγκαθίσταται στην περιοχή της Ρηχιάς  διάφορες οικογένειες όπως οι Πετρουτσάς στα Νήπια από τις Σπέτσες, οι Φριντζήλας στα Καρίκια επίσης από τις Σπέτσες. Οι Κόκκορης στη Ρηχιά πιθανώς από τους Γοράνους Σπάρτης. Οι Δρίβας ήταν κάτοικοι Κρεμαστής πολύ παλαιότερα.

Σημείωση III: Το Μετόχι Καρίκια άνηκε στους Φριτζηλαίους αλλά μέσω προικώων απέκτησαν γη εκεί και οι Μπελεσαίοι οι οποίοι ήταν μάλλον από τα μέρη της Κορίνθου..

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2024

Stoumpos (Petra-Kotrona)

...Είναι κάποιες φορές που κάποιες πληροφορίες είναι δίπλα μας και εμείς τις ψάχνουμε στη σκακιέρα του πλανητικού χάους.
Πατημένα στο Φθινόπωρο των εξήντα μου χρόνων, με γκρίζο-λευκό μαλλί πλαισιωμένο με γκριζόμαυρες κηλίδες από δω κι από εκεί, ελαφριές ρυτίδες σαν χαρακιές σκύβω να δέσω τα κορδόνια μου κι αναστενάζει η μέση μου αλλά αρνούμαι να υποτακτώ στον γρήγορο, αγωνιώδη ρυθμό της ζωής μας. Στο ξαφνικά μολύνθηκα από το μικρόβιο να αναζητήσω τις ρίζες μου σε μια πηγή ένα στήριγμα, που θα με βοηθούσε να κτίσω το οικογενειακό μας δέντρο σε μια λευκή σελίδα του τετραδίου ανοιχτή μπροστά μου, ώστε να νιώσω πως πατάω πιο στέρεα σ’ αυτό τον τρίτο πλανήτη από τον ήλιο. 
Στο ξεκίνημα της αναζήτησης ζητώντας κάποια επικουρική βοήθειά έγινα Φίλος της ομάδας του χωριού μου ΚΟΥΛΕΝΤΙΑ ΛΑΚΩΝΙΑΣ στο Facebook για άντληση πληροφοριών από τους συγχωριανούς του τόπου καταγωγής μου. Ταυτόχρονα σ' αυτή τη καταπληκτική ομάδα, μέσα από τις επαφές μου με τους φίλους, φίλες βιώνω χαρές και λύπες ανακαλύπτοντας το μοναδικό δώρο της Φιλίας! Η καρδιά μου γεμίζει με συναισθήματα που μοιάζουν με κύματα. Αυτές οι φιλίες τις περισσότερες φορές μας ανεβάζουν ψηλά, αλλά καμιά φορά μας πετάνε άτσαλα στην όχθη όταν μαθαίνεις δυσάρεστα νέα τους!
 Από πλευράς γενεαλογικού δένδρου μητέρας η αναζήτηση ήταν απλή και εύκολη να φιλοτεχνήσω το γενεαλογικό της δέντρο και ένα σύντομο ιστορικό της οικογένειας της. Η μικρότερη αδελφή της μητέρας μου η θεία η Κατερίνα είναι ένα ανεξάντλητο και πολύτιμο βιβλίο σε αυτό το αντικείμενο. Την επισκέπτομαι κατά περιόδους στη Μαγούλα Αττικής, φτιάχνει μυρωδάτο καφέ με εσάνς κανέλας και τα λέμε. Μερικές φόρες ερχόταν στην παρέα μας και ο ξάδελφος της ο συγχωρεμένος ο Μίμης ο Φριντζήλας ο πατέρας της Μάρθας και τότε ο καφές συνοδευόταν με τσίπουρο και οι πληροφορίες γίνονταν ποταμός.. Για τους Φριντζηλαίους της ομάδας του χωριού τον Μίμη τον είχε βαπτίσει η μητέρα μου. Ήταν η μεγαλύτερη στα αδέλφια και ξαδέλφια.
Για τους γονείς του πατέρα μου που τους έχασε στην παιδική του ηλικία ελάχιστα ήξερα. Ο πατέρας μου δεν μιλούσε σχεδόν ποτέ για τους πεθαμένους γονείς του. Γενικά δεν ήταν ομιλητικός, και ότι και να του συνέβαινε, ποτέ δεν μιλούσε εύκολα για τα συναισθήματά του λες και ήταν μολυσματικά μικρόβια σε στόμα ασθενούς. Εγώ δεν θυμόμουν να είχα ρωτήσει ποτέ τον πατέρα μου για τους νεκρούς γονείς του. Εκτός από μια φορά, όταν ήμουν ακόμη πολύ μικρός, που τον ρώτησα χωρίς να θυμάμαι γιατί: «Πώς ήταν η γιαγιά;» Ο πατέρας μου κοίταξε αλλού και σκέφτηκε για λίγο πριν απαντήσει. «Είχε πολύ λευκή επιδερμίδα», μου είπε. «Ήταν ευγενικό και καλόβολο άτομο και είχε ωραίο περπάτημα». Περίεργος τρόπος για να περιγράφεις έναν άνθρωπο.
Γνωρίζοντας σταδιακά φίλους της ομάδας του χωριού μου ΚΟΥΛΕΝΤΙΑ ΛΑΚΩΝΙΑΣ στο Facebook άρχισα αναμοχλεύοντας υποδόρια τις επαφές μου και τις σχέσεις με μερικούς φίλους της ομάδας. Έγινα στενός κορσές του Παναγιώτη Κοντάκου, αυτός με ανέχθηκε με περίσσια υπομονή μου έδωσε τα τηλέφωνα για ενορίες και ληξιαρχεία και με έφερε σε επαφή ηλεκτρονικά με την αξιότιμη μητέρα του και από ότι έχω νιώσει μέσα από τα σχόλια των φίλων της ομάδας είναι και μια αξιολάτρευτη δεσποσύνη η Μητέρα του η κυρία Ελένη. Σε αυτούς τους ανθρώπους τους εύχεσαι άλλον ένα αιώνα γεμάτο υγεία. Ταυτόχρονα είχα ψιλοκολλήσει σαν βδέλλα και στον αξιότιμο διαχειριστή μας τον Γιώργο Κοντάκο μήπως και βοηθήσει να ξετυλίξω το κουβάρι για τις ρίζες μου. Να ληξιαρχεία Μολάων, Σπάρτης, ενορίες Λυρών, Κουλέντια κλπ.
Σκαλίζω με υπομονή πληροφορίες από τα Γενικά Αρχεία Κράτους , και τους παλαιούς εκλογικούς καταλόγους. Γνωρίζω και έρχομαι σε επαφή με «Nikos-Eleni Pavlakis/» από τη Νεάπολη στα Βάτικα τον οποίο ευχαριστώ από καρδιάς για τις ανεκτίμητες πληροφορίες που αφορούν τις οικογένειες Καραστατήρη και ιδιαίτερα την γιαγιά μου από πατέρα. Τη Ζαφείρω Καραστατήρη του Ιωάννη Καραστατήρη. Τυχαία μέσα στην αναζήτηση ανακαλύπτω ότι στις εκδόσεις «Λακωνικαί σπουδαί» υπάρχουν πληροφορίες με τους «Στούμπος». Παίρνω τηλέφωνο τον εκδοτικό οίκο.Να μη το πλατειάζω κατέληξα σε μια νοητή διαδρομή. Λιασίνοβα (Προσήλιο)-Ξηροκάμπι-Κουμουστά-Ελίκα-Άγιος Μάμμας-Κουλέντια-Μπουμπουτσέλια. Καθώς ένωσα τις σκόρπιες, άτακτες τελείες της αναζήτησης που με αφορούσαν προσωπικά, αναστοχάζομαι τη ζωή των προγόνων μου, τις επιτυχίες τους, τις αποτυχίες και τα ερείπια που άφησαν πίσω τους, κτίζοντας ένα ανάγλυφο, ολοζώντανο πορτραίτο της προσωπικότητάς τους. Έφτιαξα το γενεαλογικό μας δέντρο έχοντας ερωτηματικά πολλά για την αρχική ρίζα του επωνύμου της οικογενείας μου.
Ανιψιά από ξαδέλφη της συζύγου μου, από το Βόλο, αναπληρώτρια δασκάλα το επάγγελμα μετατέθηκε πρόσφατα Αθήνα. Ανατολική Αττική. Ενοίκια και τα λοιπά έξοδα που περιέχονται σ ένα διαμέρισμα φτάνουν και δεν φτάνουν να τα καλύψει ο μισθός της. Την φιλοξενούμε! Μένει με την κόρη μας. Χώρος «δόξα το Θεό.»
Καθόμαστε απογευματάκι παρέα απολαμβάνοντας τον καφέ μας εγώ η κόρη μου και η ανιψιά. Κάποια στιγμή μου λέει το κορίτσι «Θείε διάβασα την ανάρτηση «το Μεγάλο Ρέμα. Τι ωραία που γράφεις».
«Στη θεία σου να τα πεις που μου λέει τι μαλακίες γράφεις πάλι!» της λέω γελώντας ευχαριστημένος.
Και αρχίζω να τους εξηγώ πως το μικρόβιο να γράφω ιστορίες μας ξεκίνησε αναζητώντας τις ρίζες μου και εν τάχη τους εξιστορώ το οικογενειακό μας δέντρο. Εκείνη την ώρα να σου και ο μεγάλος μου ο γιος. Κάθεται στη παρέα μας. Εγώ εξηγώ το γένος του πάτερα και πως τελικά το επώνυμο σύμφωνα με φήμες προήλθε από το ότι κάποιος πρόγονος μας χρησιμοποιούσε τακτικά τη λέξη Στούμπος και είχε σαν αποτέλεσμα να του έμεινε σαν επώνυμο.
Χωρίς να χάσει χρόνο παίρνει το λόγο ο γιος.
«Τι παραμύθια λες στα κορίτσια ρε πάτερα.»
Και αρχίζει να μας λέει την ιστορία που ξέρει. 
Ένας άνδρας από τα μέρη της Δυτικής Μάνης έκανε φόνο και  κυνηγημένος έφυγε προς τα ανατολικά της Μάνης στα χωριά του Ταΰγετου πάνω από το Γύθειο! Εκεί ρίζωσε έγινε ποιμένας απέκτησε μαντριά και αιγοπρόβατα και παντρεύτηκε. Ήταν σκληροτράχηλος άνδρας, μεγαλόσωμος, γεροδεμένος και σλαβικής καταγωγής από το σλάβικο χωριό την εποχή εκείνη της Μάνης τη Λιασίνοβα. Στον καινούργιο του τόπο που ρίζωσε λόγω του μεγάλου όγκου της σωματοδομής του τον αποκαλούσαν με το σλαβικό προσωνύμιο «Στούμπο», που σημαίνει ακατέργαστη μεγάλη πέτρα (κοτρόνα). Το οποίο προσωνύμιο έμεινε και επωνυμία. Κάποιος απόγονος πιθανόν παιδί του ήταν υπερβολικά γεροδεμένος, ρωμαλέος. Είχε σηκώσει στους ώμους του ένα γαϊδούρι φορτωμένο και το μετέφερε εκατό μέτρα με το φορτίο του. Η μετέπειτα καταγωγή μας από παππού είναι από την περιοχή της Ελίκας δήμου Νεαπολέως Βοιών Λακωνίας.
Κόκκαλο εγώ. «Και εσύ πως τα ξέρεις όλα αυτά;»
«Πως τα ξέρω. Μου τα διηγήθηκε ο παππούς όταν ήμουν μικρός.»
Γύρισα τον κόσμο ανάποδα να μάθω τις ρίζες μας, κάτι που πριν τριάντα και χρόνια τις γνώριζε ποιο τεκμηριωμένα ο γιος μου από μια απλή αφήγηση του παππού του.
Η κόρη με κοιτούσε με κατανόηση. «Μπαμπά μου μη στεναχωριέσαι έτσι συνήθως συμβαίνει! Μέχρι τα εξήντα όλοι τρέχουν να προ φτάσουν τη ζωή! Που χρόνος για αναζητήσεις.»
Τελικά ανακάλυψα ότι οι ρίζες μας δείχνουν σλάβικο αίμα από πατέρα και αρβανίτικο από μητέρα.
....Εγώ δε συζητούσα εύκολα με το γέρο μου για τα παλιά. Ο πατέρας μου θα έπρεπε να μου είχε πει κάτι, στο οποίο να μπορούσα να στηριχτώ και εγώ σήμερα. Όμως ο πατέρας μου εμένα πότε δεν μου μίλησε για την οικογενειακή ιστορία του.
Έφηβος πια μια φορά που τον ρώτησα! «Πες μου κάτι για τον προηγούμενο γάμο σου.»
Ανόρεχτα μου λέει «Μετά την κατοχή πεινούσα και έψαχνα να βρω ένα πιάτο φαγητό. Κάπου χτύπησα λάθος πόρτα με στρίμωξαν και παντρεύτηκα μια μεγάλη γυναίκα στα δέκα οκτώ μου. Με την πρώτη ευκαιρία την κοπάνησα!»
Σήμερα άλλα εγώ έμαθα από την κυρά Ελένη. Ήταν ένα όμορφο κοριτσόπουλο  δέκα-οχτάχρονο και αυτό!

Click to Open

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

Ta Neanika Toy Xronia

....Τα πρώτα χρόνια στη Λαμία μαθητής ακόμη του δημοτικού σχολείου τελειώνοντας η σχολική χρονιά τα καλοκαίρια ο «Αλκιβιάδης» εργαζόταν περιστασιακά σε διάφορες δουλειές του ποδαριού. Αρχικά το πρώτο καλοκαίρι δεκάχρονος σ΄ ένα καφενείο ήταν ο μικρός που μετέφερε τους καφέδες στους πελάτες. Το επόμενο καλοκαίρι έκανε το βοηθό σε πλανόδιο πωλητή πάγου για τα ψυγεία της εποχής! To επάγγελμα του παγοπώλη την δεκαετία του εξήντα είχε ξεχωριστή θέση κυρίως τους καυτούς μήνες του καλοκαιριού! Θυμάται που σηκώνονταν με το αφεντικό του απ' τα βαθιά χαράματα για να προλάβουν τις παραγγελίες τους και να ικανοποιήσουν την απαιτητική πελατεία τους. Το μεροκάματο ήταν σκληρό με το μεταφορικό τους μέσον ένα τρίκυκλο μηχανάκι με καρότσα μετάφεραν τις κολόνες του πάγου από τα παγοποιείο της πόλης στους πελάτες και φυσικά έπρεπε να κινείτε γρήγορα, να είναι σβέλτος στη δουλειά του να κόβει τον πάγο και να τον μεταφέρει στα σπίτια ή στα μαγαζιά, ανάλογα. Περιστασιακά βοηθούσε έμπορο υποδημάτων την εποχή που γινόταν το παζάρι. Επίσης εκεί στις πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη τους έπαιρνε η «Ιοκάστη» η μητέρα τους αυτόν και τα μικρά αδέλφια του στις βαμβακοφυτείες του Λαμιακού κάμπου και μάζευαν βαμβάκι τότε που η συγκομιδή του βαμβακιού γινόταν με τον παραδοσιακό χειρωνακτικό τρόπο, πριν οι βαμβακοσυλλεκτικές μηχανές αντικαταστήσουν τους ανθρώπους και κατακλύσουν τον κάμπο. Η εργασία συγκομιδής ήταν επίπονος, απαιτείτο περισσότερος χρόνος αλλά και περισσότερα εργατικά χέρια. Η συγκομιδή του βαμβακιού ξεκινούσε το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου και συνήθως μέχρι το τέλος του Οκτωβρίου και άρχιζε από το πρωί ως και τη δύση του ηλίου! Χρόνια ευτυχισμένα; Χρόνια δυστυχισμένα; Πως να τα πεις; Δούλευαν από το πρωί μέχρι το βασίλεμα του Ήλιου και χαιρόταν τις πέντε-δέκα δεκάρες που έφερναν το βράδυ στο σπίτι και συνέχιζε η Ιοκάστη τις σπιτικές εργασίες μέχρι αργά.
Τελειώνοντας η σχολική χρονιά στο γυμνάσιο πλέον το καλοκαίρι του 1965 το δεκαπεντάχρονο «Αλκιβιάδη» ο πατέρας του ο «Κλέαρχος» τον μετέφερε στα Καμένα Βούρλα για εργασία. Ήταν η εποχή που τα Καμένα Βούρλα ήταν δημοφιλές τουριστικό θέρετρο και υπήρχαν ευκαιρίες για εργασία. Εκεί ξεκίνησε την καριέρα στα τουριστικά επαγγέλματα πλένοντας τα ποτήρια στο μπαρ γνωστού ξενοδοχείου. Πολύ σύντομα έγινε βοηθός σερβιτόρου μέχρι το τέλος της καλοκαιρινής σαιζόν. Στα Καμένα Βούρλα ο Αλκιβιάδης πέρασε τρεις μοναχικούς μήνες! Όταν η δουλειά της ημέρας είχε τελειώσει, πολλά βράδια έπαιρνε το ποδήλατο του δυο κουβέρτες και πήγαινε και κοιμόταν μέσα στο πευκόδασος επάνω από την ακρογιαλιά του Κρυονερίου! Του άρεσε ιδιαίτερα αυτός ο τρόπος ζωής. Ηταν μια εφηβικη εμπειρία! Εκεί στην ανία και στη μοναξιά της ερημιάς, εκεί όπου βασιζόταν αποκλειστικά και μόνο στον εαυτό του ένιωθε την πραγματική και κρυμμένη δύναμή του με τα σκούρα μελιά του μάτια να κοιτάζουν μέσα από τα δέντρα την απέραντη μοναξιά του διαστήματος,. 
Με την έναρξη της σχολικής χρονιάς ίσχυε ήδη η νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964  στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και ήταν σε δύο τριετείς κύκλους (το Γυμνάσιο και το Λύκειο), και το «Ακαδημαϊκό Απολυτήριο» για την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, με την ταυτόχρονη κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων στα ΑΕΙ, και η δημοτική γλώσσα ως όργανο και αντικείμενο διδασκαλίας και μάθησης. Κύριοι μεταρρυθμιστικοί στόχοι ήταν να γίνει η εκπαίδευση προσιτή σε όλες τις κοινωνικές τάξεις (δωρεάν παιδεία) και να διευθετηθεί ταυτόχρονα, με την ανάπτυξη ενός δεύτερου δικτύου τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης. Και πολύ απλά από το γυμνάσιο που είχε τελειώσει ο «Αλκιβιαδης» για εισαγωγή στο Λύκειο απαιτούντο πλέον εισαγωγικές εξετάσεις. Ο «Αλκιβιάδης» είχε την ατυχία να του συμβεί ένα απρόσμενο συμβάν και έχασε το λεωφορείο της γραμμής από τα Καμένα βούρλα για τη Λαμία την ήμερα των εξετάσεων και δεν έλαβε μέρος. Στο μυαλό του είχε καθίσει και η ιδέα ότι οι σπουδές στο Λύκειο κατά βάση προετοίμαζαν τους μαθητές για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και στη συνέχεια για ηγετικές θέσεις στη κοινωνία και προσωπικά για να ολοκληρώσει αυτό το κύκλο ένιωθε ότι δεν έχει το οικονομικό υπόβαθρο να υποστηρίξει αυτό το κύκλο σπουδών. Σκέφτεται μη ρεαλιστικές τις προσδοκίες για συνέχιση στις σπουδές του, κρίνοντας αντικειμενικά, ως ανυπέρβλητα τα εμπόδια που αποφέρουν οι οικονομικές δυσκολίες και η έλλειψη οικονομικής υποστήριξης από το οικογενειακό περιβάλλον. Έτσι, θεωρούσε τον εαυτό του ευάλωτο. Καθόλου περίεργο λοιπόν, που λίγο πριν ξεκινήσει το σχολικό έτος, το παράτησε οριστικά το λύκειο. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα ήταν μεγάλη σπατάλη χρόνου αν έμενε εκεί άλλα τρία χρόνια. Νόμιζε ότι ήταν σωστή η κίνησή του που έλαβε την απόφαση να παραιτηθεί από τη συνολική προσπάθεια ολοκλήρωσης των σπουδών του! Είχε αρχίσει δειλά-δειλά να σχεδιάζει το μέλλον του. Γυρίζοντας στη Λαμία και εγκαταλείποντας το Λύκειο είχε δυο σκέψεις στο μυαλό του. Πρώτον να βγάλει ναυτικό φυλλάδιο και δεύτερο να φοιτήσει στη σχόλη εμποροπλοιάρχων τη φημισμένη «ΛΑΜΙΑΚΗ». Οι απόφοιτοι της σχολής την εποχή εκείνη  ήταν περιζήτητοι στην εμπορική ναυτιλία.
Ναυτικό φυλλάδιο λόγω ηλικίας απαιτείτο γονική συναίνεση. Από τον «Κλέαρχο» ήταν πολύ εύκολο να τη πάρει μα αυτός επιθυμούσε τη συναίνεση να του τη δώσει η «Ιοκάστη.» Αρχικά ήταν ανένδοτη, έκαμψε τις αντιστάσεις της όταν της υποσχέθηκε ότι μέχρι να πάει στρατιώτης δεν θα φύγει. Ενδόμυχα πίστευε ότι θα του περάσει και έδωσε τη συγκατάθεση της. Το πρόβλημα της σχολής αποδείχτηκε ανυπέρβλητο. Ήταν ημερησία η σχολή και τα δίδακτρα ασήκωτα για το οικογενειακό τους βαλάντιο. Σαν εναλλακτική αποφάσισε να φοιτήσει στο νυχτερινό τμήμα εργοδηγών μηχανολόγων της σχολής και έπιασε δουλειά σ΄ ένα κατάστημα χονδρεμπορικής με δημητριακά προϊόντα τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Το κατάστημα ήταν  στη περιοχή της λαχαναγοράς και ταυτόχρονα έκανε μερικές έχτρα εργασίες βοηθώντας στα ξεφορτώματα των φορτηγών για έχτρα χαρτζιλίκι. Ήταν και η εποχή που απόκτησε τη βλαβερή συνήθεια του καπνίσματος και ταυτόχρονα η υπεύθυνη της σχολής αγγλικών όπου φοιτούσε κάλεσε την «Ιοκάστη» και της εκμυστηρεύτικε τις πολύ συχνές απουσίες του. Βλέπεις μάθαινε γαλλικό μπιλιάρδο το παλικάρι το έβρισκε πολύ πιο ενδιαφέρον.
Το  καλοκαίρι του 1966 δέκα εξάχρονος προσελήφθη εποχικός εργάτης στη ΔΕΗ. Την εποχή εκείνη επέκτειναν το δίκτυο της επιχείρησης στα γύρω χωριά της Υπάτης και αναζητούσαν προσωπικό να σκάβει για να τοποθετηθούν οι κολόνες του νέου δικτύου. Κοπιαστική η διαδικασία εγκατάστασης του νέου δικτύου, ειδικά αυτό της Υπάτης διάσχιζε βουνά και λαγκάδια. Πριν το σκάψιμο των λάκκων μέσα στους οποίους θα «εμφύτευαν» τις κολόνες, είχε προηγηθεί τεχνική μελέτη και σήμανση τοποθέτησης τους. Όλες οι κολόνες που τοποθετήθηκαν στη περιοχή προς επέκταση του δικτύου προς τα χωριά είχαν ύψος από 10 μέχρι 15 μέτρα και η θεμελίωση τους γύρω στα δυο μέτρα για λόγους αντοχής και τήρησης των κανόνων ασφαλείας. Θεόρατα ξύλα. Τα χρόνια εκείνα δεν υπήρχαν γερανοί, που να σηκώναν και «φύτευαν» τις κολώνες. Η διαδικασία που ακολουθούσαν οι εργάτες της ΔΕΗ ήταν η εξής: Πρώτα άνοιγε ο λάκκος με προσοχή ώστε μη χαλάσει η συνοχή της γης γύρω του.  Ο Εργάτης χειριζόταν έναν ατσάλινο σφυρήλατο λοστό 225 εκατοστών μήκος περίπου τη γνωστή παραμίνα. Σφυρηλατημένο ατσάλι για αντοχή με στιλβωμένα, λοξά νύχια για ακρίβεια στο σκάψιμο.
Ο «Αλκιβιάδης», δέκα εξάχρονος ήταν όχι απλώς ο νεότερος της εργατικής ομάδας αλλά σχεδόν οι περισσότεροι τον θεωρούσαν παιδί τους. Είχε συμφωνήσει με τον εργοδηγό ότι δεν θέλει διάλειμμα στην εργασία του απλά όταν τελειώσει το λάκκο του να είναι ελεύθερος. Ο εργοδηγός γελώντας συγκαταβατικά συμφώνησε μαζί του. Δυστυχώς για τον «Αλκιβιάδη» σε ελάχιστα σημεία το έδαφος ήταν ευκολόχρηστο στους περισσότερους λάκκους ήταν σκέτος γρανίτης. ''Όσο πιο στενός ήταν ο λάκκος, τόσο καλύτερα. Μετά έβαζαν στην μια πλευρά του λάκκου ένα έλασμα, το λεγόμενο ως «γκόμενα» στην αργκό των εργατών και παράλληλα πλησίαζαν την κολόνα από την απέναντι πλευρά. Στη συνέχεια άρχιζαν να σηκώνουν την κολόνα από τη μια άκρη της, για να μπορεί να γλιστράει το κάτω μέρος της, μέχρι να σηκωθεί όρθια. Για τη δική τους ασφάλεια και για να υπάρχει καλύτερος έλεγχος σε όλη τη διαδικασία, η κολόνα ήταν δεμένη με σκοινιά δεξιά και αριστερά. 'Όταν κατάφερναν να τοποθετήσουν την κολόνα κατακόρυφα μέσα στο λάκκο, ρίχνανε μέσα χώμα και τραβούσαν τη λαμαρίνα, που πλέον δεν χρειαζόταν. Η διαδικασία τελείωνε με καλό πάκτωμα του χώματος με ειδικούς τετράγωνους κόπανους.
Θυμάται εκείνες τις  μέρες με καύσωνα στο οροπέδιο της Υπάτης, με τον λίβα να καίει τα σπαρτά, με το θερμόμετρο να χτυπάει σαρανταπεντάρια, και να προσπαθούν ντάλα μεσημέρι να στήσουν τις κολόνες και τις περισσότερες φορές η υψηλή θερμοκρασία και η πίσσα από τις κολόνες να καταστρέφει το δέρμα τους με εγκαύματα.  Φτώχεια καταραμένη που οι εργάτες, ποτέ δεν σκέφτηκαν μέτρα προστασίας, ποτέ δεν διανοήθηκαν να κάτσουν στη σκιά να περάσει το καμίνι. Η ανάγκη για επιβίωση, ήταν πάνω από όλα. Και τότε, στα τέλη της δεκαετίας του εξήντα, ήταν όλα χειροκίνητα. Όλες οι δουλειές γινόταν με το χέρι, με την πλάτη.
Πέρασε ο Ιούνιος και τέλος Ιουλίου αρχές Αυγούστου είχε στηθεί το δίκτυο, τέλειωσε το σκάψιμο παροπλίστηκε η παραμίνα και έμειναν αναμνήσεις οι κάλοι, οι φουσκάλες και το σκίσιμο στο δέρμα του «Αλκιβιάδη» κάτι που  αποτελεί συχνό φαινόμενο για όσους ασχολούνται με βαριές χειρονακτικές εργασίες χωρίς να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα προστασίας. Στη συνέχεια άρχισε η σύνδεση δικτύου στα σπίτια. Ηλεκτρολόγος της εταιρείας εκτιμώντας τον ακάματο ζήλο του τον πρότεινε στη διοίκηση να τον πάρει βοηθό του και να του ανανεώσουν τη σύμβαση όταν τελείωση το τρίμηνο του. Δεν είχε περάσει ούτε εβδομάδα στα νέα του καθήκοντα που η θεία του «Ερμιόνη» τον κάλεσε να πάνε στο χωριό στη Ρειχιά. Και όταν τον «Αλκιβιάδη» τον καλεί η «Ερμιόνη» σαν άλλος Μωυσής ανοίγει πέρασμα στη θάλασσα και ανταποκρίνεται στο κάλεσμα της. Με το πρώτο λεωφορείο της γραμμής ο Αλκιβιάδης αναχώρησε για Αθήνα και από εκεί με την θεία «Ερμιόνη» για Μονεμβάσια. Μάλιστα, η «Ερμιόνη» του είχε προτείνει από το Πάσχα το καλοκαίρι να πάμε μαζί οι δύο τους δυο εβδομάδες διακοπές στο χωριό! Δεν το έκρυβε ότι τον ξεσήκωσε η ιδέα αυτή, σκεφτόταν πόσο έντονα περάσαν το τελευταίο Πάσχα. Ίσως μια καινούργια καλοκαιρινή γνωριμία και αυτός να αφεθεί σε αυτή τη φαντασιακή τρέλα του και του αρέσει πολύ. Ένα ταξίδι διακοπών που θα ρουφάει ήλιο, θάλασσα ένταση και φυσικά την ανατροπή.
Γυρίζοντας ο «Αλκιβιάδης» από τις καλοκαιρινές διακοπές παράλληλα με τη φοίτηση στη σχόλη του αναζήτησε μία εργασία παρεμφερή στο τεχνικό κλάδο αλλά την εποχή εκείνη το μαθητευόμενο οι εργοδότες το προσλάμβαναν άμισθο για να μάθει τη τέχνη. Αναγκάστηκε να ασχοληθεί με οικοδομικές εργασίες που ήταν πιο προσοδοφόρες οικονομικά. Στη λέσχη που σύχναζε για μπιλιάρδο γνώρισε ένα νεαρό εργολάβο που είχε αναλάβει την εργολαβία της επένδυσης πλακιδίων στις εγκαταστάσεις του μεγάλου επίγειου δορυφορικού σταθμού στις Θερμοπύλες και στα νεοαναγειρόμενα σφαγεία Λαμίας. Αναζητούσε εργάτη για να παρασκευάζει τις λάσπες στους δυο μαστόρους του, προσφέρθηκε τον προσέλαβε στην μικρή του ομάδα που την απάρτιζαν τρία-τέσσερα άτομα όλα πολύ νεαρής ηλικίας και έτσι περίπου κύλησε η εφηβεία του μεχρι την ενηλικίωση του. Με το καιρό έγινε ένας καλός μάστορας σε επενδύσεις πλακιδίων το χειμώνα και σερβιτόρος-μπάρμαν τα καλοκαίρια στα Καμένα Βούρλα. Επίσης ο εργολάβος εκτός από ένας πολύ καλός παίκτης στο γαλλικό μπιλιάρδο ήταν και άριστος σκακιστής, και δεν άργησε να γαλουχήσει και τον Αλκιβιάδη ώστε να εντρυφήσει και αυτός στα μαγικά μυστικά του σπουδαίου αυτού παιχνιδιού.
Η «Ιοκάστη» μερίμνησε με μια καθηγήτρια αγγλικών να κάνει ο «Αλκιβιάδης» ατομικά μαθήματα στο σπίτι της καθηγήτριας και έτσι κουτσό-έμαθε πέντε-δέκα υποφερτές αράδες από δαύτα γιατί με τα αρχαία και τις ξένες γλώσσες δεν το είχε και στο άνετα το άθλημα. Τουναντίον διάβαζε ότι βρισκόταν στα χέρια του. Η υπεύθυνη της δημοτικής βιβλιοθήκης Λαμίας του είχε το ελεύθερο ότι ώρα ήθελε όποιο βιβλίο ήθελε του το παραχωρούσε ελεύθερα! Και από τα πρώτα βιβλία της βιβλιοθήκης ήταν και «Τα κατά συνθήκην ψεύδη» του Μαξ Νορντάου  (1849-1923).  Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του, εβραϊκής καταγωγής, Αυστριακού στοχαστή Μαξιμίλιαν Ζίντφελντ… που τον σημάδεψε σα χαρακτήρα. Το διάβασε όταν ήταν δέκα πέντε χρονών και τον συνεπήρε τόσο πολύ που το ξαναδιάβασε και πάλι δεύτερη φορά.
Απλώς τελείωσε τη νυκτερινή σχόλη εργοδηγών μηχανολόγων. Τελευταία χρονιά η σχολή  του επέστρεψε το χρηματικό ποσό που είχε καταβάλλει στα δίδακτρα σαν ο μαθητής που ξεχώρισε με την απόδοσή του. Βρισκόταν στα Καμένα Βούρλα δούλευε στο μπαρ-μπουφέ μεγάλου ξενοδοχείου που του έφερε ο ταχυδρόμος την επιταγή με τα χρήματα. Την εποχή εκείνη στα Καμένα Βούρλα έκαναν εμφανίσεις περιοδεύοντες θίασοι τραγουδοποιών. Για ένα μεγάλο διάστημα ήταν και ο Γιάννης Σπάρτακος, ο «μικρός βασιλιάς» της τζαζ ένας από τους κορυφαίους Έλληνες συνθέτες, πιανίστας και μαέστρος με τέσσερα πέντε κοριτσόπουλα στη πίστα. Λογικό ήταν να μη χρειαζόταν ο «Αλκιβιαδης» και ιδιαίτερο κόπο να καταναλώσει το αντίτιμο της υποτροφίας του.
Υπηρέτησε τη στρατιωτική θητεία του ως υπαξιωματικός στο τεχνικό κλάδο στα τεθωρακισμένα. Με την εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων, σκεπτόταν τον επαγγελματικό προσανατολισμό του και την επιλογή του σωστού επαγγέλματος που θα ταίριαζε στον χαρακτήρα του, τα ενδιαφέροντά του, και σα νέος θα είχε την ευκαιρία να εξελιχθεί στο μέλλον σ' έναν ενήλικα που θα αντλεί ικανοποίηση από την εργασία του! Απόφοιτος της Μέσης σχολής Εργοδηγών μηχανολόγων έκανε αίτηση πρόσληψης στον ΟΤΕ και Την Ολυμπιακή Αεροπορία για τα  τεχνικά τμήματα. Αναμένοντας της έκβαση των αιτήσεων δούλευε εργάτης στις οικοδομές. Την εποχή του 1972-3 στην Αθήνα γινόταν οργασμός ανοικοδόμησης. Η αναμενόμενη πρόσληψη καθυστερούσε, και τότε θυμήθηκε το ναυτικό του φυλλάδιο το καταχωνιασμένο από την «Ιοκάστη» σε κάποιο συρτάρι. Το ξέθαψε κατέβηκε Πειραιά και χωρίς να το καταλάβει βρέθηκε στο Περσικό κόλπο μπαρκαρισμένος σ' ένα γκαζάδικο. Ταυτόχρονα η Ολυμπιακή του πρότεινε πρόσληψη άλλα δεν την αποδέχτηκε. Έμεινε εννέα μήνες στη θάλασσα. Γυρίζοντας στην Ελλάδα έλαβε την απόφαση να φοιτήσει ως είχε δικαίωμα ένα έτος στη ναυτική ακαδημία μηχανικών εμπορικού ναυτικού ώστε το επιλεχθέν επάγγελμα να του διασφαλίζει τις επιδιωκόμενες προοπτικές εξέλιξης του, και να μην αποτελεί μια παρωχημένη επιλογή που ενδεχομένως θα τον οδηγούσε σε μια αδιέξοδη κατάσταση στασιμότητας. Τον κέρδισε η θάλασσα όπως την ατένιζε στα θολά παιδικά του όνειρα από τις ακτές της Αγίας Μαρίνας Φθιώτιδας παρασύροντας τον στα πιο μαγευτικά ταξίδια. Κι’ η θάλασσα τον δέχτηκε στην αγκαλιά της προς μεγάλη απογοήτευση της Κύπριας φιλολόγου του που αλλιώς τη φανταζόταν τη σταδιοδρομία του. (Όχι πάντως μηχανικό. Κάτι για ρεπόρτερ του έλεγε. Δημοσιογράφος εννοείς; τη ρωτούσε.)
Για κάποιους ανθρώπους τα γράμματα γίνονται πολυτέλεια όταν το μόνο που τους έχει απομείνει είναι η περηφάνια της φτώχειας τους. Και άντε και πώς να το ανακοινώσει στην «Ιοκάστη» που τον έβλεπε να παίρνει τα γράμματα και καμάρωνε. Έβλεπε στο γιο της τα διψασμένα για γνώση μάτια της.
Μπορεί να φαίνεται ανόητο αλλά κάποτε μέσα του σαν φευγαλέο σύννεφο είχε ένα όνειρο πολύ κοινό, να συνεχίσει τις σπουδές του, αλλά υπήρχε έλλειψης στόχων, για την ακρίβεια με την πιο πλατιά έννοια του όρου απλώς να αποκτήσει ευρύτερες γνώσεις. Κάπου κάπου το όνειρο αυτό γυρνούσε και του κτυπούσε τη πόρτα μα με τον καιρό ένιωσε ότι ήταν πλέον ένα όνειρο παραγκωνισμένο στο χώρο της φαντασίας του.
«Ίσως κάποια μέρα.» Σκεφτόταν.
«Ίσως.»
Μα εκείνη η μέρα δεν ήρθε, δεν του παρουσιάστηκε ποτέ. Τώρα που έχει τα τριπλάσια χρόνια, κυνηγάει την παιδική ηλικία που δεν είχε, και γι' αυτό του αρέσουν οι παιδικές περιπέτειες. 
Υ.Γ: Και στα είκοσι οκτώ του χρόνια έκοψε και το τσιγάρο άπαξ και δια παντός.

Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2024

The happy night of the Tibetans,

μαγικό τραγούδι και ρυθμός .... χαμογελαστά πρόσωπα. Φιλικά πρόσωπα! Αγαπητά πανέμορφα κορίτσια! Η ανοιχτή ψυχή των χορευτών είναι πλήρης αρμονία. Και αυτή η αρμονία μεταδίδεται σε όλους εμάς που παρακολουθούμε αυτό το βίντεο.
Ευχαριστώ όλους για το βίντεο.

Παρασκευή 24 Μαΐου 2024

Malaga... Playa de la Malagueta.. Ki Ena Mpoykali Sangria

Ένα μικρο απόσπασμα από την «Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ....»
«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας του συγγραφέα. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες .....κλπ.. Βλέπε Μυθοπλασία ΙΙ: (Part:1)
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..1).....
...Ξαδέρφη αυτό το υπέροχο και απρόβλεπτο ταξίδι που λέγεται ζωή είναι γεμάτο συγκινήσεις, όμορφες στιγμές, αλλά και προκλήσεις εκεί που δεν τις αναμένεις και οι προκλήσεις γίνονται αισθητές και δημιουργούν μια νέα πραγματικότητα επιφέροντας επιπτώσεις και μας υποχρεώνουν να κάνουμε επιλογές που ας είμαστε ειλικρινείς μας φέρνουν αντιμέτωπους με ηθικά διλήμματα. Μπορεί να υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους, παρόλο που μια γυναίκα είναι παντρεμένη, βρίσκει τον εαυτό της τόσο ευάλωτο και εκτεθειμένο να σκέφτεται κάποιον άλλο άνδρα και η σεξουαλική έλξη που της ασκεί να είναι  αναπόφευκτη! Από ηθικοπλαστικής φύσεως του αυστηρά μονογαμικού έρωτα θα βασανίζεται πολύ να σταματήσει να τον σκέφτεται αλλά νομίζω πως δεν υπάρχει τρόπος τις στιγμές που έρχεται αντιμέτωπη με τη σεξουαλικότητα που κρύβουμε μέσα μας, που δεν μπορεί να κρατηθεί άλλο και θέλει να εκδηλωθεί. Είναι οι στιγμές που η σάρκα φλέγεται, οι καύλες κι οι ορμές δεν έχουν εξαρτώμενα ραντεβού. Τότε είναι που δεν υπάρχει κάποιο πρωτόκολλο ή κάποιος ενδεδειγμένος τρόπος χειρισμού μιας τέτοιας κατάστασης. Τότε θα πρέπει να αποφασίσει πώς το χειρίζεται παραιτούμενη από οποιαδήποτε προσπάθεια ηθικοπλαστικής επιχειρηματολογίας! Αγαπητή μου ξαδέρφη υπήρχε, υπάρχει μα και θα υπάρχει εσαεί το παράνομο, το «απαγορευμένο μήλο…» το αμαρτωλό!. Ακριβώς σαν την παρακάτω ιστορία που σου διηγήθηκε η καλή σου φίλη η Ελπινίκη, της κυρίας Μελισσάνθης της συζύγου του υποπλοιάρχου σε γκαζάδικο που εκτελούσε ταξίδια από Μεσόγειο θάλασσα στη Βραζιλία.
Η ερωτική ιστορία αυτή συνέβη πριν μερικά χρόνια και η Ελπινίκη την είχε ακούσει με μια γερή δόση από κουτσομπολιό που σκοτώνει, από τις κοπέλες που εργάζονταν στα γραφεία της μεγάλης ναυτιλιακής εταιρείας που εργαζόταν και ο σύζυγος της και την είχε μεταφέρει στην Εριφύλη. Η Μελισσάνθη όμορφη και σέξι γυναίκα δε δούλευε, γυμναζόταν και πρόσεχε γενικά πολύ τον εαυτό της στα τριάντα πέντε της χρόνια! Γύρω στο ένα εβδομήντα, αδύνατη, μελαχρινή με σγουρά μαλλιά, μαύρα μάτια και πολύ δυνατό στήθος, λες και σου μιλούσε. Παντρεμένη και αυτή με ναυτικό από κάποιο νησί των Κυκλάδων. Την εποχή εκείνη ο σύζυγος είχε μπαρκάρει υποπλοίαρχος σε γκαζάδικο που εκτελούσε ταξίδια από Μεσογειακούς λιμένες της Βορείου Αφρικής στη Βραζιλία μεταφέροντας Crude oil. Η Μελισσάνθη πήρε το αεροπλάνο με προορισμό τη Μάλαγα Ισπανίας και από εκεί οδικώς για τον λιμένα διέλευσης του πλοίου το Αlgeciras όπου επιβιβάστηκε φιλοξενούμενη επιβάτης να μείνει μερικές ημέρες με το σύζυγο της. Ο υποπλοίαρχος του πλοίου ένας στιβαρός άνδρας στα σαράντα και κάτι του χρόνια, στο πλοίο σαν υπεύθυνος των υγρών και επικινδύνων φορτίων, έρχεται καθημερινά αντιμέτωπος με πολύ πιεστικές καταστάσεις και υπερβολικές απαιτήσεις με τη διαχείριση τους που απαιτούσαν αυξημένη διαθεσιμότητα (χρονική, ποιοτική,) εξειδίκευση και υψηλή ευθύνη. Οι συνέπειες της καθημερινής απασχόλησης του με πρόσθετες ώρες εργασίας είχαν σαν αποτέλεσμα να του παράγουν μια ανισορροπία στις ώρες εργασίας του που επηρέαζε την ποιότητα της ζωής του! Κατ΄ επέκταση, θεωρείτο «φυσιολογικό» στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του να αισθάνεται καταβεβλημένος και ταυτόχρονα μειωμένη επιθυμία για τη σχέση που αφορούσε τα σεξουαλικά συζυγικά του καθήκοντα κατά την διάρκεια παραμονής της Μελισσάνθης στο πλοίο. Με λίγα λόγια και καθόλου μουσική δεν δείχνει ιδιαίτερη έμφαση και ορθή εκτίμηση στις σεξουαλικές ανάγκες της κυρίας Μελισσάνθης που πλεονάζουν. Η κυρία Μελισσάνθη μια που πήγε και μια που ξεμπαρκάρισε στο γυρισμό επιστροφή στην πατρίδα με το ίδιο δρομολόγιο σχεδόν αγάμητη. Οι φήμες ότι ο κύριος υποπλοίαρχος είχε αποκτήσει το πολύ συχνό αφροδίσιο νόσημα το βακτήριο Chlamydia trachomatis από μια γρήγορη ξεπετά στη Μπραζίλια και μόλις είχε αναρρώσει και ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός βρίσκοντας δικαιολογία τον φόρτο της εργασίας του για να αποφεύγει τη σεξουαλική επαφή με την κυρία του, ίσως να ήταν και fake news. Στο γυρισμό στον λιμένα του Αlgeciras από το πλοίο μαζί με την κυρία Μελισσάνθη ξεμπαρκάρισε και είκοσι πεντάχρονος νεαρός μηχανικός με καταγωγή από νησί του Αργοσαρωνικού. Ξεκίνησαν αργά απόγευμα από το Αlgeciras με το σούρουπο να τους ακολουθεί κατά μήκος της Costa del Sol Occidental, ο ουρανός ήταν πλημμυρισμένος από ιριδίζοντα ρόδινα και γαλαζοπράσινα, χρώματα, μπλεγμένα αξεδιάλυτα μεταξύ τους, έτσι όπως μόνο η Φύση ξέρει να κάνει, έφτασαν όταν ο ήλιος έγερνε βάφοντας μενεξεδένια τη δύση, και το φως της ημέρας ξεθώριαζε γρήγορα, παραχωρώντας τη θέση του σ’ ένα ήσυχο, μεσογειακό σούρουπο. Η βραδιά είναι διαυγής και δροσερή, και τα φώτα της Malagas λαμπυρίζουν και τρεμοπαίζουν, καλωσορίζοντας τους καθώς αποβιβάζονται στο ξενοδοχείο. Τα νέα φθάνοντας στη Μάλαγα για την κυρία Μελισσάνθη και το νεαρό μηχανικό είχαν δυο όψεις και ευχάριστη και δυσάρεστη αναλόγως από ποια οπτική το έβλεπε ο καθείς τους. Πρώτον με αιτία της απεργίας ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας του αεροδρομίου είχαν ακυρωθεί οι πτήσεις το τελευταίο είκοσι τετράωρο και λόγω μεγάλης πληρότητας των ξενοδοχείων ο πράκτορας πιστεύοντας ότι έχουν συγγένεια μετά βίας τους βρήκε προς διάθεση ένα δίκλινο δωμάτιο σε καλό ξενοδοχείο. Με μια αρχική αμηχανία και μερικά ναι μεν άλλα για την τιμή των όπλων, το αποδέχτηκαν αμφότεροι με άκρως φιλική διευθέτηση. «Είναι ότι καλύτερο κατόρθωσα να βρω.» τους πληροφόρησε ο πράκτορας. Έπρεπε να ξεφύγουν απ’ αυτή τη δύσκολη θέση που έδειχνε «μεν» ιδιάζουσες συνθήκες συγκατοίκησης, «αλλά» πολλά υποσχόμενη καθώς το νέο τους ταξιδιωτικό πρόγραμμα μέχρι να ξεκινήσει η πτήση τους περιελάμβανε τουλάχιστον δυο διανυχτερεύσεις. Το ξενοδοχείο είναι κοντά στον λιμένα και τα μεγάλα μπαλκόνια του βλέπουν στην ατελείωτη θάλασσα! Το δωμάτιο δίκλινο με δύο μονά κρεβάτια και έναν καναπέ μεγάλο ευρύχωρο, κλιματιζόμενο με μπαλκόνι με θέα το λιμάνι, τηλεόραση, ψυγείο, δωρεάν wifi, όπου επικρατεί τάξη και καθαριότητα, είκοσι τετράωρο room service. Ο νεαρός μηχανικός τη βοήθησε να μεταφέρουν τις αποσκευές τους στο δωμάτιο. Η Μελισσάνθη μπαίνει τελευταία μέσα, κλειδώνει την πόρτα, βγάζει τα παπούτσια της, φορά παντόφλες του ξενοδοχείου και τακτοποιεί προσεκτικά το πανωφόρι της και την τσάντα της στον καλόγερο και κάθεται στον καναπέ. Ο Νεαρός περιεργάστηκε τα κατατόπια του δωματίου και σχολίασε τα όντως άνετα αν και μονά κρεβάτια που υπήρχαν λέγοντας ότι θα είχαν άνεση στον ύπνο. 
Η Μελισσάνθη κοιτά το ρολόι της. «Είμαι λιγάκι ψόφια, δεν κοιμήθηκα πολύ χθες το βραδυ. Θα μπορούσε να ήταν και χειρότερα όμως. Εγώ με όλη αυτή την αναστάτωση ήδη πεθαίνω της πείνας! Εσύ;».
«Έχω λυσσάξει στην πείνα. Αλλά να κάνουμε πρώτα ένα ντους;»
«Εννοείται πως είναι το πιο αναγκαίο αυτή τη στιγμή μετά το δίωρο ταξίδι μας με το ταξί.»
Ο νεαρός μπήκε πρώτος στο ντους! Όταν τελείωσε και βγήκε ήταν ήδη ντυμένος έτοιμος για έξοδο.
«Μπείτε και  κάνετε ντους με την ησυχία σας.» και βρήκε την ευκαιρία να της πει πως μόνος αυτός μόνη και αυτή, χωρίς υποχρεώσεις αυτό το βράδυ, να βγαίναν για ποτό, φαγητό, οτιδήποτε. Προς μεγάλη του χαρά δέχτηκε την πρόσκληση του με ευχαρίστηση.
«Εγώ θα βγω στο μπαλκόνι όταν είστε έτοιμη με φωνάζετε να καλέσουμε ταξί για το εστιατόριο.»
«Η Μελισσάνθη κοιτάζει δήθεν με απορία γύρω της.»
«Συμβαίνει κάτι;» Τη ρωτάει
«Κοιτάζω αν είμαστε πολλές»
«Ο νεαρός με γέλιο καλόκαρδο, χαρούμενο. «Για τον πληθυντικό εννοείς;»
Η Μελισσάνθη σκέφτηκε πως μια παράξενη συγκυρία της φέρνει απρόσμενα και αναπόφευκτα τη συγκατοίκηση με το νεαρό άνδρα σ΄ ένα δωμάτιο ξενοδοχείου! Ωστόσο, είχε καλή διάθεση για αυτό που ζούσε. Το κλειδί βρισκόταν στον τρόπο που σκεπτόταν: πέταξε οτιδήποτε αρνητικό και προγραμμάτισε τον νου της να λειτουργεί με θετικές και όμορφες σκέψεις. Μπαίνοντας κάτω από το ντους ένιωσε πολύ πιο ενεργητική με το νερό που πέφτει πάνω στο σώμα της. Χαλαρά και χωρίς βιασύνη, υιοθετώντας ρουτίνα ομορφιάς, φρόντισε και περιποιήθηκε τον εαυτό της που βελτίωσαν όχι μόνο την εμφάνιση της αλλά και την ψυχολογία της. Τέλος ξύρισε και περιποιήθηκε το μουνάκι της, βγήκε έτοιμη, ντύθηκε όμορφα με ένα ωραίο στενό casual φόρεμα έβαλε το καυλωτικό άρωμα της έτοιμη να βγουν με το νεαρό μηχανικό για φαγητό και μετά για ένα ποτό. Ο Νεαρός όσο πλησίαζε η ώρα να βγουν με την Μελισσάνθη άρχιζε να αγχώνεται ευχάριστα. Η ώρα πέρασε και η Μελισσάνθη έκανε την εμφάνιση της στο μπαλκόνι. «Δεν άργησα;» Την είδε! Πολύ καλή η εμφάνιση της, εξωτερικά που φορούσε ρούχο στιλάτο εφαρμοστό και ελάχιστα προκλητικό άλλα από κάτω οι καμπύλες της φαινόταν σκέτη καύλα.
Το ταξί μετά από μια πολύ σύντομη διαδρομή τους άφησε στην Playa de la Malagueta στη γειτονιά με τη μεγάλη γαστρονομική προσφορά να απολαύσουν τις πολλαπλές γαστρονομικές επιλογές τους μπροστά στη Μεσόγειο και η γαστρονομική περιήγηση στη νυχτερινή ζωή της Μάλαγα που είναι απόλαυση καθώς πέφτει η νύχτα. Τα φώτα της πόλης αντανακλούσαν στο νερό. Δάση από κατάρτια διαμέλιζαν το φέγγος της πανσέληνου. Εκείνη τη στιγμή ο νεαρός μηχανικός ένιωθε πως το τοπίο το είχε ζωγραφίσει ο Πικάσο. Ανάμεσα σε κτίρια του δέκατου ένατου αιώνα, μεγάλα δέντρα και ουρανοξύστες υψώνονται στη Μάλαγα και μπροστά τους μια γωνιά μεγάλης μοναδικότητας η Playa de la Malagueta. Το σκηνικό έμοιαζε με καρτ ποστάλ, από τους ψηλούς φοίνικες μέχρι την κατάλευκη άμμο που την έγλειφαν τα κύματα. 
«Το γνωρίζεις ότι η Μάλαγα αυτό το ιστορικό λιμάνι της Μεσογείου, είναι η πόλη του Πικάσο;» γυρίζει και λέει στην Μελισσάνθη ρουφώντας με τα ρουθούνια του την τσίκνα από τα τις paella&Tapas των πολυπληθών ρεστοράν της περιοχής. Η Μελισσάνθη ένιωσε το χέρι του νεαρού άνδρα να τη σπρώχνει απαλά για να περάσει από την ξύλινη πόρτα ενός μικρού ισπανικού εστιατορίου. Μια ανατριχίλα τη διαπέρασε στο άγγιγμα του και υποχρεώθηκε να τονίσει στον εαυτό της ότι η χειρονομία του ήταν απλώς μια επίδειξη ευγένειας και καλών τρόπων. Τίποτα παραπάνω. Τώρα η Μελισσάνθη γλιστρούσε αργά στο κάθισμα που εκείνος τράβηξε ευγενικά για να τη διευκολύνει να καθίσει. Το τραπέζι τους βρισκόταν σε διακριτική θέση, σε μια γωνία. Το εστιατόριο συνδύαζε την ησυχία και την σπιτική ζεστασιά ακριβώς πάνω στη θάλασσα με πολλά χάλκινα σκεύη κουζίνας κρεμασμένα στον έναν τοίχο και ξεθωριασμένα σχέδια ζωγραφικής στον απέναντι. Η ατμόσφαιρα μύριζε σκόρδο και ελαιόλαδο. Μιλούσαν τρώγοντας και πίνοντας για δυο ώρες στη Playa de La Malagueta και άρχισε να αρέσει ο ένας στον άλλον σιγά σιγά. 
«Επιδόρπιο;» ρώτησε την ώρα που η Μελισσάνθη περνούσε απαλά την πετσέτα από τα χείλη της. «Θ’ αστειεύεσαι. Κοντεύω να σκάσω.» «Απ’ ό,τι βλέπω, χρειάζεσαι λίγη εξάσκηση για να τρως πλούσιο γεύμα. Δεν παραξενεύομαι που είσαι τόσο αδύνατη.» «Ε, όχι και αδύνατη!» διαμαρτυρήθηκε εκείνη, μολονότι ένιωθε μυστικά ευχαριστημένη για το κομπλιμέντο. Ποτέ δεν υπήρξε αδύνατη και δεν επρόκειτο να γίνει. Ευθύνονταν τα γονίδιά της γι’ αυτό. «Εντάξει, λοιπόν. Να πιούμε το ποτό μας στο ξενοδοχείο;»
 Απόλαυσαν ένα δείπνο με υπέροχα πιάτα πίνοντας από δυο ποτήρια γλυκό δροσερό κρασί και επιστρέφοντας από το εστιατόριο στο ξενοδοχείο, σίγουρα σκεφτόταν και οι δυο το σεξ. Το ζήτημα ήταν ποιος θα κάνει την πρώτη κίνηση, το πρώτο βήμα. Ένα μικρό «απρόσεχτο» βήμα ήταν αρκετό και πριν καταλάβουν τι έγινε το καζάνι που έβραζε θα σκάσει. Θα γινόταν έτσι κι αλλιώς! Λέγαν αστεία και γελούσαν μαζί. Μεσανυχτα έμοιαζε ήδη σαν να γνωρίζονταν μια ζωή. Συνέχισαν να μιλάνε χαλαρά η Μελισσάνθη αραγμένη στο μικρο καναπέ και ο νεαρός άνδρας απέναντι της σε μια  καρέκλα. Μιλούσαν κυρίως για τη δουλειά των ναυτικών, για το τι τους αρέσει και φυσικά η κουβέντα δεν άργησε να πάει και στα ερωτικά. Η γυναίκα όπως καθόταν έτσι απλωμένη απέναντί του τα δυο υπέροχα πόδια της που ήταν μισάνοιχτα και το φόρεμα της ήταν λίγο σηκωμένο, ανάμεσα φαινόταν τέλεια το κιλοτάκι της. Ένα άσπρο διάφανο με πολύ δαντέλα, υπέροχο και από μέσα σαν μέσα από ελαφρά ομίχλη φαινόταν ροδοκόκκινα τα χείλη απ΄ το μουνί της και το καυλί του κόντεψε να σπάσει το παντελόνι του στη θέα του. Η Μελισσάνθη από απέναντι μπορούσε να βλέπει τον καβάλο του παντελονιού του μόλις κατάλαβε τι είχε συμβεί χαμογέλασε με πολύ νόημα. Παραπονέθηκε ότι νιώθει  τον αυχένα της βαρύ και κουρασμένο, αυτό το «πιάσιμο» που φέρνει πονοκέφαλο. Ο νεαρός άνδρας βρήκε την ευκαιρία που αναζητούσε να κάνει την  κίνηση του. Η σανγκρία (sangria) βοηθούσε, το μπουκάλι που είχαν πάρει μαζί τους στο ξενοδοχείο είχε σχεδόν τελειώσει και η υπομονή και τον δυο επίσης. Από εκείνη την πρώτη ώρα που είχανε βρεθεί μόνοι τους, η καύλα και το πάθος τους, τους καλούσε να παρασυρθούν, σε «παράνομα» - κατά τους τύπους- μονοπάτια ηδονής. Ενώ τίποτα το συγκεκριμένο δεν ειπώθηκε ήταν ολοφάνερο ότι στο μυαλό και των δύο ένα πράγμα υπήρχε. Πως θα πηδηχτούν άγρια αφήνοντας τους τύπους και τις δικλίδες ασφαλείας κατά μέρους.  
«Ένα καλό μασάζ μπορεί να είναι εξαιρετικά χαλαρωτικό και να σου προσφέρει ανακούφιση από το άγχος, θα σε χαλαρώσει, θα σε κάνει να αισθανθείς όμορφα!» Της λέει και σηκώθηκε, πήγε πίσω της και άρχισε να της κάνει μασάζ ξεκινώντας από το κεφάλι για να υπάρξει οικειότητα στα πρώτα του αγγίγματα προχωρώντας σταδιακά προς τον αυχένα, η Μελισσάνθη τεντώθηκε, το απολαμβάνει και αναστέναξε βαθιά. 
«Ξέρεις πόση ώρα το θέλω αυτό.» του είπε. 
«Εγώ να δεις!» υποδεικνύοντας ότι επιτείνει τα λεγόμενα της και ότι και αυτός νιώθει τα ίδια και ακόμα πιο έντονα.
«Πλάκα μου κάνεις τώρα!»
«Στόχος μου με την ενθάρρυνση σου είναι να σε ευχαριστήσω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.» της απαντά.
«Με κάνεις να νοιώθω όμορφα μαζί σου!» 
«Με όλο το θάρρος αν κατάλαβα καλά στο πλοίο κάποιες στιγμές η σχέση σας με το σύζυγο φάνταζε κάπως τεταμένη! Συζυγικές αψιμαχίες;»
«Το πρόβλημα ήταν ότι γενικά έχω μανία να αναλύω υπερβολικά τα πράγματα κι αυτό τον κουράζει. Για αυτό κι έχω γίνει, λέει, ψυχαναγκαστική.»
«Μάλιστα. Και αυτό επηρεάζει και τη σεξουαλική σας ζωή;»
«Δεν ξέρω πως να το ερμηνεύσω! Σκέφτομαι, δηλαδή, μήπως γενικά έτσι είναι οι σχέσεις όταν με τα χρόνια αρχίζεις να συνηθίζεις τον άλλον.»
«Δεν συμφωνώ μαζί σου. Εξάλλου δεν είσαι τόσο μεγάλη! Απεναντίας είσαι νέα και ποθητή.»Της λέει συνεχίζοντας το μασάζ στον αυχένα, ασκώντας απαλή πίεση με τις άκρες των δακτύλων του κατά μήκος της βάσης του κρανίου της. Απελευθερώνοντας ελαφρά το φερμουάρ στο φόρεμα ψιλά είχε ελεύθερους τους ώμους της και άρχισε σιγά-σιγά να κατεβαίνει μέχρι την κορυφή των ώμων της με κυκλικές κινήσεις αυξάνοντας σταδιακά την πίεση καθώς οι μύες της άρχισαν να χαλαρώνουν.
«Εσύ! Για πες τώρα, τι λέει η κοπέλα σου για το επάγγελμα σου;»
«Δεν υπάρχει καμία. Μόνος μου είμαι.»
«Μάλιστα. Και πως είναι η σεξουαλική σου ζωή τελευταία;»
«Πικρή η αλήθεια αλλά θα την πω, νιώθω εντελώς άδειος.»
« Αα! κρίμα. Καλά κι εγώ, μη νομίζεις, καιρό έχω να....»
«Η εύθραυστη μελαχρινή ομορφιά σου μην μου πεις πως δεν έχει θαυμαστές! Όλες οι γυναίκες, έχουν τουλάχιστον έναν θαυμαστή στο περιβάλλον τους ο οποίος παρά το γεγονός ότι γνωρίζει ότι είναι δεσμευμένες, τις πολιορκεί διακριτικά. Σίγουρα προτάσεις δεν σου έχουν κάνει; Άσε τον ναυτικό και παντρέψου εμένα».
«Γέλια...»
«Χυλόπιτα έχεις ρίξει;»
«Ναι έχει χρειαστεί» «Γέλια»
«Εμμονικός θαυμαστής;»
«Ναι έχει υπάρξει. Του μίλησα στα ίσα και με ψυχραιμία και κατάφερα να τον απομακρύνω όταν του είπα ότι δεν έχω διάθεση για κάτι παραπάνω. Το θέμα είναι ότι απλά δεν έχω συνηθίσει να...... Αυτό με τα αφροδίσια που κυκλοφορούσε στο πλοίο ισχύει;» τον ρωτάει ξαφνικά στο ξεκάρφωτο και ο νεαρός έκπληκτος χάνει τα λόγια του μένει αμίλητος. 
«Τον… τον παλιομαλάκα! Τον γαμημένο!» ξεσπάει η Μελισσάνθη.
« Ώπα, αγρίεψαν τα πράγματα…Το θέμα είναι βαρύ και απαιτεί ανάλυση.» Την περιπαίζει με ευχάριστη διάθεση και με σκοπό να διασκεδάσει με τις αντιδράσεις της.
«Όλα καλά;» τη ρώτησε.
«Ναι, όλα καλά», είπε.
Με απαλές κινήσεις επιδέξια και τρυφερά κατεβαίνει ποιο χαμηλά από τους ώμους απελευθερωνει το σουτιέν της από το σύνδεσμο στην πλάτη με αυτοπεποίθηση και αυτό είναι κάτι που ανοίγει τον δρόμο. Τον δρόμο της απόλαυσης μέσα στην κοιλάδα των μαγεμένων λόφων της. Με αργές κυκλικές κινήσεις προχωρά σταδιακά και φτάνει να της κάνει μασάζ στο στήθος ξεκινώντας από έξω προς τα μέσα μέχρι τις θηλές. Άφησε την γυναίκα να τον καθοδηγήσει σχετικά με το μέγεθος της πίεσης που την ευχαριστεί περισσότερο. Οι θηλές ανασηκώνονται με τα χάδια και το μασάζ, σηματοδοτώντας τη διέγερση. Το κορμί της είχε ανάψει, ξύπνησε τις αισθήσεις της, της ξύπνησε το πάθος και τη σεξουαλική επιθυμία. Μείναν για μια στιγμή σιωπηλοί. Ακούει μόνο την αναπνοή της οι θηλές της ευδιάκριτες στητές του ξυπνάνε περίεργα ένστικτα, κάρφωσε τα μάτια του στα δικά της και άρχισε να έχει μια ωραιότατη στύση. Τότε την αγκάλιασε και φιλήθηκαν. Αυτή έμεινε άφωνη ακουμπώντας τον τοίχο, και μάλλον σκεφτόταν πολλά! Αισθανόταν τη δύναμη των μυών του στην προσπάθεια να τον σπρώξει μακριά της, αλλά τα χέρια της έγιναν αδύναμα καθώς η ένταση του φιλιού του δυνάμωνε. Η αντίστασή της γινόταν όλο και πιο απρόθυμη συνειδητοποιώντας ότι ανταποκρινόταν στα φιλιά του. Τα χέρια του αγκάλιασαν κτητικά τους γοφούς της και την έσφιξε τόσο δυνατά πάνω του ώστε εκείνη ένιωσε τον ερεθισμό του. Την είχε φέρει ακριβώς εκεί που ήθελε τώρα. Το κορμί της είχε αποδειχτεί τόσο προδοτικό. Της έβαλε το χέρι της εκεί στη στύση του, η Μελισσάνθη το έσφιξε δυνατά. «Ωραία τι κάνουμε.» της λέει. Το μουνί της είχε διογκωθεί και άρχισε να «μυρμηγκιάζει». Ο κόλπος της γέμισε υγρασία έτοιμος για σεξουαλική πράξη. «Πάμε στο κρεβάτι.» 
Τράβηξε το κεφάλι του προς το μέρος της και τα χείλη τους έσμιξαν πάλι βίαια καθώς το χέρι της έβγαλε αυτό που αναζητούσε από το παντελόνι του. Τα χέρια του τυλίχτηκαν στη μέση της, θηλυκώνοντας τα σώματά τους, καθώς τα στόματα τους δαγκώνονταν λαίμαργα. Ανυπομονησία ξέσπασε ανάμεσά τους, και τα δυνατά χέρια του νεαρού άνδρα γλίστρησαν στον κορμό της, έπιασαν τους γλουτούς της και την ανασήκωσαν με ευκολία. Το σώμα της κατάλαβε τι της ζητούσε και ανταποκρίθηκε. Τα πόδια της τυλίχτηκαν αυτόματα γύρω από τη μέση του, ο άνδρας γύρισε στο πλάι και με δυο βήματα την κόλλησε στον τοίχο, και άρχισε να τη σπρώχνει τρίβοντας το σκληρό πούτσο του στην κοιλότητα που σχημάτιζε το φόρεμα της. Ηδονή και λαχτάρα σφυροκοπούσαν μέσα της και ξεφυσούσε στο στόμα του, εκλιπαρώντας τον σιωπηλά να της δώσει κι άλλο. Τα στήθη της πιέστηκαν στο στέρνο του. Ο ερεθισμός του ήταν τόσο έντονος και εντυπωσιακός που η Μελισσάνθη ένιωσε ένα ρίγος ωμής γυναικείας δύναμης. «Σε θέλω τώρα. Τώρα», τον ικέτεψε. Με μάτια που έκαιγαν, έβγαλαν τα ρούχα τους και τα άφησαν να πέσουν στο πάτωμα. «Θεέ μου, τι όμορφη που είσαι», ψιθύρισε ο νεαρός άνδρας. Το καυτό του βλέμμα έκανε τις θηλές της να σκληρύνουν. Πήρε τα στήθη της στις παλάμες του, χάιδεψε την σάρκα τους κι έπειτα έσκυψε για να τα φιλήσει. Η Μελισσάνθη έβγαλε μια κραυγή, έγειρε αυθόρμητα μπροστά κι έκλεισε τα μάτια της παραδομένη στην ηδονή. Τα χέρια του άνδρα, χάιδευαν τις σφιχτές καμπύλες της κοιλιάς και της μέσης της. Η αναπνοή της έγινε πιο γρήγορη, η φλόγα ανάμεσα στους μηρούς της δυνάμωνε αβάσταχτα.  Τη σήκωσε στην αγκαλιά του, και τη μετέφερε στο κρεβάτι. Την απέθεσε κι έγειρε πάνω της, σκορπίζοντας φιλιά στα στήθη και στους ώμους της. Ύστερα κατέβηκε χαμηλότερα στους γοφούς. «Είσαι σίγουρη;» είπε μέσα απ’ τα δόντια του. «Ναι», απάντησε αποφασιστικά η Μελισσάνθη. «Είμαι». Δείχνοντας πως έχει φτάσει η ώρα να ξεκινήσουν το ταξίδι της μεγάλης απόλαυσης!

Η συνέχεια στην ...
Click to Open
Ερωτική Μυθοπλασία ΙΙ (Part..2)
.....
 
Web Informer Button