Τετάρτη 26 Μαΐου 2021
Daydreams! Sto Vathi Blue tou Okeanou Kai To Skyblue
Σάββατο 24 Απριλίου 2021
From ULCC: Steam Tanker to SD14 (Ax auto to atimo to Jim Beam)
Ταξιδεύω με την πτήση της KLM από Αθήνα για Κάιρο και με τελικό προορισμό μου το SUEZ προκειμένου να επιβιβαστώ σ’ ένα φορτηγό πλοίο προς ναυτολόγηση. Δεύτερος μηχανικός σ' ένα SD14 κτισμένο στα ναυπηγεία του Σάουθαμπτον της Αγγλίας. Συνταξιδιώτης στο διπλανό κάθισμα ήταν Έλληνας ασυρματιστής με καταγωγή από την Κέρκυρα όπως μου συστήθηκε που πήγαινε και αυτός στο SUEZ για ναυτολόγηση σε πλοίο αν ενθυμούμαι καλά της εταιρείας του Ωνάση.
Κάποια στιγμή πάνω από τον αεροδιάδρομο μεταξύ της Ρόδου και της Κύπρου άρχισαν ισχυρές αναταράξεις. Το αεροπλάνο πήγαινε σαν βάρκα, πότε πάνω, πότε κάτω. Είχαμε πέσει σε κενό αέρος. Τις στιγμές εκείνες αισθανόμουν ότι το αεροπλάνο πέφτει σε ελεύθερη πτώση.
Όταν οι αναταράξεις ηρέμησαν και ένιωθα ήδη καλύτερα η έκπληξη μου ήρθε από τον συνεπιβάτη μου.
Τότε ήταν που ο συνάδελφος ασυρματιστής βρήκε ευκαιρία να μου μιλήσει για την οδυνηρή του πτήση με αεροσκάφος της Ολυμπιακής αεροπορίας που απογειώθηκε από το αεροδρόμιο Ιωάννης Καποδίστριας της Κέρκυρας με προορισμό την Αθήνα αλλά δεν κατόρθωσε ποτέ να προσγειωθεί ομαλά. Κατέπεσε σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων από το αεροδρόμιο Ελληνικού στη θαλάσσια περιοχή της Βούλας, κοντά στο θεραπευτήριο του ΠΙΚΠΑ όπου και συνετρίβη. Σε τριάντα επτά ανέρχονταν τα θύματα του τραγικού αεροπορικού δυστυχήματος, ενώ οι διασωθέντες ήταν 16. Και ανάμεσα στους διασωθέντες και ο τολμηρός μου συνεπιβάτης της πτήσης.
Είχαν περάσει δέκα χρόνια από τότε.
Μου εξομολογήθηκε ότι την ζωή του την χρωστά κατά κύριο λόγο στην ψύχραιμη αεροσυνοδό που τον πέταξε έγκαιρα ούτε που κατάλαβε πως από την έξοδο κίνδυνου στην θάλασσα. Αυτό μόνο θυμάται…
Εγώ είχα χάσει τη φωνή μου από έκπληξη και το έντονο συναίσθημα (με άφησε άναυδο το θάρρος του να ταξιδεύει ξανά)…
Βλέποντας δε να συνεχίζω να κοιτώ με επίμονη τα φτερά του αεροπλάνου που η ταλάντωση τους ακόμη δεν είχε κοπάσει πλήρως, για να εκλογικεύσει τους φόβους μου βάλθηκε να μου εξηγήσει «να μην φοβάμαι!»
«Νεαρέ μου η γνώση νικάει τον φόβο! Πρώτον δεν υπάρχουν κενά στην ατμόσφαιρα: Αυτό που οι περισσότεροι χαρακτηρίζουν έτσι είναι τα καθοδικά ρεύματα αέρα που είναι ισχυρότερα από την ανυψωτική δύναμη του αεροσκάφους. Η έκθεσή του αεροσκάφους σε ένα τέτοιο ρεύμα προκαλεί μια απότομη καθοδική κίνηση, η οποία στους επιβαίνοντες δημιουργεί την αίσθηση της πτώσης. Τα αεροσκάφη είναι φτιαγμένα για να αντέχουν σε κάτι τέτοιο. Φαντάσου ότι το φτερό που κοιτάς με αδημονία έχει τη δυνατότητα να λυγίσει μέχρι και 6 μέτρα . Η πιθανότητα να πεθάνει κανείς σε αεροπορικό δυστύχημα κατά τη διάρκεια μιας συνηθισμένης πτήσης είναι μία στα έντεκα εκατομμύρια. Με άλλα λόγια, η πιθανότητα να πεθάνεις από καρδιακή προσβολή μέσα στην καμπίνα του αεροπλάνου είναι οχτώ φορές μεγαλύτερη».
Ταυτόχρονα επιδέξια γύρισε την συζήτηση σε προσωπικές ερωτήσεις.
Μου έδωσε την αίσθηση ότι ήθελε να αποφύγει κάθε ερώτηση για το δυστύχημα και το σεβάστηκα.
Πλέον η συζήτηση περιστράφηκε στα επαγγελματικά μας.
Αυτός βρισκόταν κοντά στο να συνταξιοδοτηθεί. Υπολόγιζε ένα δυο μπάρκα ακόμη και θα κατέθετε την υπηρεσία του.
Εγώ τον πληροφόρησα ότι ήμουν έτοιμος να αποκτήσω δίπλωμα μηχανικού Α! τάξης αλλά λόγο ότι η μέχρι χθες υπηρεσία μου αφορούσε μεγάλα πετρελαιοφόρα πλοία κινούμενα με ατμό, αποφάσισα να αλλάξω παραστάσεις πριν την απόκτηση του διπλώματος και γι' αυτό τώρα πήγαινα να εργαστώ σε ένα ντιζελοκίνητο φορτηγό πλοίο και συγκεκριμένα σ’ ένα SD14…
Ήταν η σειρά του να με κοιτάξει με περιέργεια.
«Μεγάλη αλλαγή.» Μου λέει.
«Από τους Γίγαντες των 300.000 dead weight σ’ ένα πλοίο 14.000 dead weight.» Συμπλήρωσε.
«Όντως τουλάχιστον ελπίζω να ‘ναι ενδιαφέρουσα η αλλαγή.» Περισσότερο το τόνισα στον εαυτό μου παρά του απάντησα.
Ευαγγέλιο μου έμειναν τα λόγια του.
«Νεαρέ μου η γνώση νικάει τον φόβο! Και να γνωρίζεις δεν υπάρχουν κενά στην ατμόσφαιρα: Αυτό που οι περισσότεροι χαρακτηρίζουν έτσι είναι τα καθοδικά ρεύματα αέρα που είναι ισχυρότερα από την ανυψωτική δύναμη του αεροσκάφους.».
Στο πλοίο συνάντησα τον Πρώτο μηχανικό του πλοίου με τον οποίο είχαμε ήδη γνωριστεί από παλιά και μας σύνδεε οικογενειακή φιλία. Ο Πρώτος εκτελούσε ταυτόχρονα και χρέη αρχιμηχανικού στην εταιρία όταν δεν ταξίδευε, η οποία να σημειώσω ήταν μια οικογενειακή εταιρεία..
Το πλοίο ήταν ναυλωμένο από την Άπω Ανατολή με προορισμό Ευρωπαϊκούς λιμένες εκφόρτωσης και στη συνέχεια είχαμε ναύλο από τις Κάτω χώρες για λιμένες της Ανατολικής ακτής των ΗΠΑ.
Γενικά τα ταξίδια μας ήταν πολύ καλά, με ήρεμες θάλασσες.
Πλοίαρχος στο πλοίο ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός του Πρώτου μηχανικού ένας αψύς Μανιάτης της Μεσσηνιακής Μάνης. Μια λεβέντικη καρδιά που έλεγε αυτό που ένιωθε, αυτό που σκεφτόταν, με κατανόηση και ειλικρίνεια απέναντί σου. Ντόμπρος.
Το πλήρωμα αποτελείτο από Μανιάτες και Βατικιώτες με λίγες εξαιρέσεις. Όπως ο Γραμματικός του πλοίου, με καταγωγή από την Κεφαλλονιά πολιτικός πρόσφυγας στην Πολώνια την ζοφερή περίοδο του εμφυλίου πολέμου όπου και διέμενε.
Ο καπετάν Γεράσιμος ήταν μια ανεκτίμητη μονάδα του εμπορικού μας ναυτικού. Οι γνώσεις του στο αντικείμενο της ναυσιπλοΐας και των φορτώσεων των πλοίων ήταν πανεπιστημιακής εγκυκλοπαίδειας.
Μιλούσε και διαχειριζόταν τουλάχιστον έξι γλώσσες και το ‘χε καημό που δεν τα κατάφερνε αρκετά ικανοποιητικά νομίζω στα Γαλλικά.
Η αφεντιά μου σε προσωπικό επίπεδο από τις ανέσεις ενδιαίτησης των γιγάντιων ULCC πλοίων βρίσκομαι στριμωγμένος σε μια μικρή καμπίνα του SD14 μ’ ένα υποτυπώδες γραφείο και κοινά λουτρά. Νιώθω ότι ξεστράτισα και κάτι μου πήραν από τον πολιτισμό μου άλλα σε αντιστάθμισμα κατάλαβα ότι ένιωθα πολύ πιο ήρεμος και χαλαρός και σαφώς πια ο χρόνος κυλά πιο ήρεμα με μικρότερες ταχύτητες, με πολύ διαφορετικό τρόπο. Γενικά ήταν μία νέα εμπειρία, χωρίς κανένα παράπονο.
Τελειώνοντας την εκφόρτωση στους λιμένες της Ανατολικής ακτής, αρμενίζουμε νότια-νοτιοδυτικά για το λιμάνι του Χιούστον που βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο της πολιτείας του Τέξας στις ΗΠΑ, και είναι το πιο πολυσύχναστο στις ΗΠΑ. Φορτώσαμε πρώτες ύλες πετροχημικών προϊόντων και αναχωρήσαμε τέλος Αυγούστου με προορισμό τον λιμένα της Σαγκάης στην Κίνα.
Το ταξίδι αυτό ήταν μια πολύ πρωτόγνωρη εμπειρία για μένα, όταν διασχίσαμε την παγκοσμίου φήμης Διώρυγα του Παναμά που συνδέει τον Ατλαντικό ωκεανό με τον Ειρηνικό. Η διώρυγα του Παναμά (ισπανικά: Canal de Panamá) είναι ένας τεχνητός δίαυλος 82 χλμ. (51 ναυτικών μιλίων) στον Παναμά, ο οποίος ενώνει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό ωκεανό. Είναι η δεύτερη σε ναυτιλιακή σπουδαιότητα από την άποψη των θαλασσίων μεταφορών στον κόσμο, μετά τη Διώρυγα Σουέζ. Ενώνει την επί του Ατλαντικού βόρεια ακτή με εκείνη του Ειρηνικού στα νότια, χρησιμοποιώντας δεξαμενές που ανυψώνουν τα πλοία στα 26 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, που είναι το επίπεδο της τεχνητής λίμνης Gatún και τα χαμηλώνουν πάλι στην άλλη πλευρά στο ύψος της θάλασσας.
Αφήνοντας πίσω μας την διώρυγα του Παναμά ο ανθυποπλοίαρχος μ' εντολή πλοίαρχου σχεδίασε τον ορθοδρομικό πλου (πλους ελάχιστης διαδρομής) του πλοίου στο γνωμονικό ναυτικό χάρτη από τον Παναμά στον λιμένα προορισμού την Σαγκάη.
Αρχές φθινόπωρου μας βρίσκει να ταξιδεύουμε στην ωκεάνια διαδρομή νοτιοανατολικά της Ιαπωνίας όταν το δελτίο καιρού μας πληροφορεί ότι νοτιότερα της πορείας μας την περιοχή την σαρώνει μια ισχυρή τροπική καταιγίδα. Η «Λόλα».
Σπέρνοντας την καταστροφή στις Φιλιππίνες, η τροπική καταιγίδα «Λόλα» έπληξε και τις ανατολικές ακτές της Φορμόζας, με πανίσχυρους ανέμους και τεράστια κύματα. Η ισχύ της είχε εξασθενήσει ωστόσο αναμενόταν να ενισχυθεί ξανά σε τυφώνα προσεγγίζοντας Βόρεια τις ανατολικές ακτές της Ιαπωνίας. Το μετεωρολογικό δελτίο μας πληροφορούσε πως θα απολέσει κάποια από την ισχύ της φθάνοντας κοντά στη ακτές, ωστόσο παράμενε επικίνδυνη με ριπές ανέμου μέγιστης ταχύτητας 120 χιλιομέτρων την ώρα.
Ο πλοίαρχος αποφάσισε να ελαττώσουμε ταχύτητα στο μίνιμουμ εν αναμονή της τελικής πορείας και της εξασθένισης της καταιγίδας για την αποφυγή οποιονδήποτε δυσάρεστων γεγονότων καθώς και της αποφυγής να συναντηθούμε με τον τυφώνα.
Περνώντας ένα τριήμερο σ΄ αυτή την αναμονή η καταιγίδα εξασθένισε και το πλοίο ξεκίνησε και πάλι στην κανονική του ταχύτητα για τον τελικό προορισμό του.
Το λιμάνι της Σαγκάης βλέπει την Θάλασσα της Ανατολικής Κίνας στην ανατολή και τον Κόλπο του Χανγκτσόου στον νότο. Η Σαγκάη είναι η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη στον κόσμο ενώ αποτελεί σημαντικό οικονομικό κέντρο και πολυσύχναστο λιμάνι της Κίνας. Το αποικιακό παρελθόν της Σαγκάης είναι έκδηλο σε κάθε γωνιά της και συνυπάρχει αρμονικά με το προφίλ της συνεχώς αναπτυσσόμενης μεγαλούπολης με τους πελώριους ουρανοξύστες και τα τεράστια πολυκαταστήματα της.
Στην Κίνα έγινε αντικατάσταση Επιστασίας μηχανοστασίου.
Ο Πρώτος πριν αναχωρήσει από το πλοίο με φώναξε στο γραφείο του ιδιαιτέρως.
Μου ζήτησε να προσέχω και να μην στεναχωρώ τον αδελφό του διότι έχει και κάποιο μικρό πρόβλημα καρδίας.… Βλέπω ότι ταιριάζετε άλλα στο λέω γιατί ώρες-ώρες είστε αγύριστα κεφάλια και οι δυο σας.
Και «Αφήνω το μηχανοστάσιο στα χέρια σου και ότι χρειαστείς στη διάθεση σου.»
«Εντάξει δεν έχω κάποια αντίρρηση, άλλα αυτό με το μηχανοστάσιο μου ακούγεται κάπως. Παράταιρο;»
«Έξυπνος είσαι ξέρεις εσύ πώς να το χειριστείς»
Μου είπε και κάτι για κηπουρούς που δεν αρμόζουν σε δημόσιο διάλογο.
Τελειώνει η εκφόρτωση και το πλοίο είναι ελεύθερο από φορτίο χωρίς ναύλο και άμεσα διαθέσιµο στην ελεύθερη αγορά.
Μένουμε κάπου είκοσι μέρες ανοικτά της ακτής στο αγκυροβόλιο εν αναμονή της χρονικής στιγμής που θα βρεθεί το κατάλληλο ναύλο..
Ο νέος μας Πρώτος μηχανικός ήταν ένας χαμηλών τόνων άνθρωπος, ευγενικός με καταγωγή από κάποιο νησί των Κυκλάδων. Άπλα ήταν μεγάλης ηλικίας και της παλιάς σχολής των μηχανικών που κάθε καινούργια τεχνολογία του φάνταζε κάπως δύσκολα. Μου τόνισε ότι το μηχανοστάσιο ειναι στα χέρια μου. (Ήταν ήδη η δεύτερη φορά που μου τόνισαν ότι το μηχανοστάσιο είναι στα χέρια μου.) Με τον καιρό αποδείχτηκε ότι είχαμε μια πολύ καλή συνεργασία.
Στο αγκυροβόλιο της Σαγκάης εφοδιαστήκαμε με καύσιμα. Όταν ο πράκτορας μας έδωσε τα χαρτιά με τα πιστοποιητικά των καύσιμων λόγο της πλούσιας εμπειρίας μου από τα γκαζάδικα ένοιωσα μια βαθιά ικανοποίηση για την άριστη ποιότητα σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά των καυσίμων.
Αργά το απόγευμα βρίσκομαι στη γέφυρα του πλοίου παρέα με τον καπετάν Γεράσιμο και έχουμε μια φιλική συζήτηση. Από τα ερτζιανά κύματα ακούμε Πρώτο μηχανικό άλλου πλοίου που βρισκόταν ελλιμενισμένο στο αγκυροβόλιο να συνομιλεί με το γραφείο του και να αρνείται πεισματικά να παραλάβει καύσιμα από την Σαγκάη. Με μια περιέργεια ρώτησα τον πράκτορα που βρισκόταν στο πλοίο αν γνωρίζει γιατί συμβαίνει αυτό. Μου δήλωσε πως και ο ίδιος δεν μπορεί να καταλάβει γιατί συμβαίνει αυτό. Τα καύσιμα είναι ακριβώς τα ιδία μ’ αυτά που εφοδιαστήκαμε και εμείς. Η συζήτηση έκλεισε εκεί και εγώ έμεινα με την απορία με την τόσο αρνητική στάση του μηχανικού.
Έχει μπει για τα καλά ο Νοέμβριος όταν οι νέες οδηγίες είναι να προσεγγίσουμε τον λιμένα Τσονγκτζίν που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Βόρειας Κορέας, στην Επαρχία Βόρειου Χαμγκιόνγκ, στην Ιαπωνική Θάλασσα προς φόρτωση.
Προχωρημένο φθινόπωρο με το πλοίο σε κατάσταση έρματος μετά από ένα ταξίδι τεσσάρων ημερών φτάσαμε στον προορισμό μας στον λιμένα φόρτωσης. Κατά την διάρκεια του πλου ο καιρός ήταν βροχερός κατά διαστήματα άλλα η ορατότητα ήταν καλή και ο άνεμος ασθενής.
Το προς φόρτωση και μεταφορά εμπόρευμα ήταν χύδην φορτίο αργιλοπυριτικό ορυκτό που χρησιμοποιείται κυρίως σε γεωτρήσεις πετρελαίου και με προορισμό τον λιμένα εκφόρτωσής, το Ρότερνταμ της Ολλανδίας. Το μετάλλευμα προερχόμενο από την ενδοχώρα έφτανε στο λιμάνι με πολύ χαμηλό ρυθμό με αποτέλεσμα η φόρτωσης του πλοίου καθυστερούσε.
Ένας ακόμη ανασχετικός παράγοντας στο ρυθμό φόρτωσης ήταν και η κακοκαιρία που ενέσκηψε στην περιοχή. Ο χειμώνας εκείνες τις ήμερες ξεκίνησε βαρύς και δύσκολος με το θερμόμετρο να κατρακυλά χαμηλά. Και κάτω από τέτοιες συνθήκες σταματούσε η φόρτωση γιατί το φορτίο δεν έπρεπε να βραχεί.
..... Βρισκόμαστε ήδη μερικές ημέρες στην προβλήτα όταν η αντλία παροχής πετρελαίου στο λέβητα του πλοίου παρουσίασε πρόβλημα τροφοδοσίας του προς καύση.καυσίμου στην εστία. Αλλάζουμε την αντλία με την αμοιβή και ξεκινώ επιθεώρηση της αντλίας. Με έκπληξη παρατηρώ ότι οι οδόντες του ογκομετρικού στροφείου της αντλίας είναι απίστευτα φθαρμένοι (φαγωμένοι). Δεν είχε περάσει περισσότερο από ένα διήμερο και δυστυχώς και η καινούργια αντλία παρουσίασε πανομοιότυπο πρόβλημα.
Με έζωσαν τα φίδια κατά τα κοινώς λεγόμενα. Αμέσως η μνήμη μου ανακάλεσε το συμβάν με τον Πρώτο μηχανικό που αρνείτο να παραλάβει καύσιμα στη Σαγκάη.
«Διάβολε λες.»
Τα σημάδια ήταν φανερά πέρα από κάθε αμφιβολία.
Οι βλάβες παρουσιαστήκαν όταν καταναλώσαμε το παλιό καύσιμο από τις ημερησίας κατανάλωσης δεξαμενές και αυτές άρχισαν να πληρούνται με το καινούργιο καύσιμο. Και η αλλαγή αυτή είχε ολοκληρωθεί μερικές ώρες πριν την άφιξη στον λιμένα, λογικά και η μηχανή εργάστηκε κάποιες ώρες με το καινούργιο καύσιμο.
Στο αγκυροβόλιο στη Σαγκάη είχε γίνει μια εκτεταμένη συντήρηση της μηχανής, και στους καυστήρες είχαν τοποθετηθεί καινούργια προστόμια καυστήρων. Τα εξάρμωσα και πάλι προς επιθεώρηση. Με έκδηλη ταραχή διαπίστωσα ότι είχαν μικρές φθορές ανεπίτρεπτες για την καλή λειτουργιά του συστήματος.
Τα προβλήματα υπαρκτά και δύσκολα.
Το πλοίο διέθετε και δεύτερη εφεδρική δεξαμενή ημερησίας κατανάλωσης η οποία ήταν γεμάτη με παλιό καύσιμο.
Ο λέβητας χωρίς αντλία παροχής πετρελαίου, με μεγάλο κόπο και επινόηση προσαρμόσαμε μια αντλία και τον λειτουργήσαμε με την εφεδρική δεξαμενή πετρελαίου.
Ο ατμός ήταν άκρως απαραίτητος διότι οι θερμοκρασίες στην περιοχή είχαν πέσει στους 20 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν.
Σε διαβούλευση με τον Πρώτο τον παροτρύνω να έλθει σε επαφή με το γραφείο και να ζητήσει να μας λύσουν το πρόβλημα του καύσιμου, διότι είναι ορατά τα σημάδια ότι η μηχανή πολύ σύντομα θα έχει λειτουργικό πρόβλημα.
Η αλήθεια είναι πως ήταν πολύ διστακτικός και υποχωρητικός με τους απέναντι του γραφείου. Ίσως γιατί και ο ίδιος δεν κατανοούσε ότι μπορεί να συμβεί τόσο μεγάλο πρόβλημα. Δεν του έχει ξανασυμβεί.
Συνομίλησα απ’ ευθείας με τον καπετάνιο.
«Κάπτεν! Το γνωρίζεις ότι πριν τριάμισι μήνες έγινα πατέρας και δεν έχω δει τον γιο μου. Επειδή το γραφείο δεν συμμερίζεται τους φόβους μου σου μιλώ ειλικρινά ότι εάν ο προορισμός ήταν ανατολικά εγώ θα ετοίμαζα την βαλίτσα μου και θα κατασκήνωνα στην προβλήτα μέχρι να αποφάσιζαν οι βόρειο Κορεάτες τι θα έκαναν μαζί μου.
Τώρα Νότια έχει τόσα πολλά ασφαλή λιμάνια προσέγγισης που πιστεύω ότι σε κάποιο θα τα καταφέρουμε να προσεγγίσουμε διότι σίγουρα τα σημάδια μου δείχνουν ότι παραπάνω από εβδομάδα ταξίδι δεν κάνουμε.
«Έχω και εγώ μιλήσει με το γραφείο και δεν συμμερίζονται τους φόβους σου…» Μου λέει.
«Χίλιες φορές κι άλλες τόσες να βγω υπερβολικός και φαντασιόπληκτος, αλλά τα προβλήματα βλέπω να ΄ρχονται....»
Ταυτόχρονα ο κάπτεν άδραξε την ευκαιρία να μου απευθύνει μια φιλική επίπληξη με πολύ σοβαρό τρόπο.
……..Την προηγούμενη ο κομισάριος υπεύθυνος του φορτίου και του κόμματος είχε απευθύνει πρόσκληση στο πλήρωμα να παρευρεθεί σε μια εκδήλωση για την φίλια των λαών και εγώ με εύσημο τρόπο βρήκα δικαιολογίες να μην συμμετέχω στην αποστολή και αυτό μου το κρατούσε.......
«Τώρα στ' αλήθεια εγώ σου φταίω που είσαι η Κεφαλή του πλοίου και δεν μπόρεσες να την κάνεις και ‘συ μ' ελαφρά πηδηματάκια από τις…. ανούσιες παράτες τους;»…
Τέλειωσε η φόρτωση το πλοίο συνοδεία ρυμουλκών οδηγήθηκε στην έξοδο του λιμένα, αφήσαμε τον πιλότο και βγήκαμε στην ανοικτή θάλασσα. Την πρώτη ήμερα του ταξιδιού όλα καλά είχε και ο καιρός ηρεμήσει και είχαμε ακόμη λίγο πετρέλαιο από το παλιό. Την δεύτερη ήμερα ξεκίνησε η μηχανή να λειτουργεί με το νέο καύσιμο και εγώ να μην μπορώ να κοιμηθώ παρακολουθώντας τυχόν παρενέργειες. Τρίτη ήμερα και οι αντλίες πετρελαίου υψηλής πίεσης άρχισαν να παρουσιάζουν διαρροή από τα εμβολοχιτώνια τους. Το πρόβλημα ορατό και περνώντας ο χρόνος βαίνει επιδεινούμενο.
Ξημερώματα της τέταρτης ημέρας αποφασίζουμε ότι το πλοίο αδυνατεί να συνεχίσει για πολύ τον πλου. Σε μερικές ώρες έχουμε δυνατότητα να προσεγγίσουμε το Χονγκ Κονγκ η το Καοσιούνγκ της Φορμόζας.
Επιλέξαμε το δεύτερο. Ήταν πιο κοντινό και με πιο ασφαλές αγκυροβόλιο από πολλές απόψεις.
Φτάσαμε στο αγκυροβόλιο λίγο πριν δύσει ο Ήλιος. Είναι γνωστό ότι η αγκυροβολία όσο και το δέσιμο στο λιμάνι αποτελούν τα μεγαλύτερα άγχη του ταξιδιού αφού απαιτούν μανούβρες και συντονισμένη προσπάθεια του πληρώματος.
«Κάπτεν όλα τώρα είναι στα δικά σου χέρια και στη ναυτοσύνη σου.
Κανόνισε την προετοιμασία για το φουντάρισμα όσο πιο ανώδυνα μπορείς διότι κατά 99% όταν η μηχανή κάνει «κράτει» δεν το βλέπω να ξαναπαίρνει μπροστά.. Αντλίες και καυστήρες έχουν παραδώσει πνεύμα…»
Όντως η μηχανή παράδωσε πνεύμα και δεν ξανά-ξεκίνησε!
Ίσως του Μανιάτη πλοιάρχου η ψυχή του να ‘χε πάει στο στόμα κατά την διαδικασία αλλά έκανε άψογη και ασφαλή αγκυροβολία.
Στο πλοίο κατέφθασε κατεπειγόντως ο πρώην Πρώτος μηχανικός που εκτελούσε και χρέη Αρχιμηχανικού.
Δίνουμε δείγμα του καυσίμου σ’ εξειδικευμένο χημικό εργαστήριο προς ανάλυση και ταυτόχρονα παραγγείλαμε τα απαραίτητα ανταλλακτικά που απαιτούνται για τις επισκευές των αντλιών και των καυστήρων της Κυρίας μηχανής.
Τα αποτελέσματα της εργαστηριακής ανάλυσης ήταν ότι τα καύσιμα είχαν σε περιεκτικότητα υπερβολικά υψηλό ποσοστό σε Βανάδιο και Σιλικόνη, και θεωρηθήκαν ακατάλληλα για καύση σε μηχανές εσωτερικής καύσης.
(Εμ γι’ αυτό διάβολε ο Πρώτος μηχανικός εκεί στη ράδα στη Σαγκάη ωρυόταν ότι δεν παίρνει καύσιμα από εκεί. Ποιος να ξέρει τι νίλα είχε πάθει ο καψερός στο παρελθόν.)
«Τη νίλα του Δράμαλη» Θα πρόσθετα εγώ...
...... Σαββατόβραδο αναμένοντας τα ανταλλακτικά των επισκευών αποφασίστηκε μια ομαδική έξοδο του πληρώματος.
Στο πλοίο έχουν παραμείνει οι βάρδιες ο Πρώτος μηχανικός ο Γραμματικός και μερικοί ακόμη.
Την ομάδα εξόδου την απαρτίζουν ο Αρχιμηχανικός ο Πλοίαρχος, οι αξιωματικοί καταστρώματος και μηχανής ο ασυρματιστής οι μάγειρο-καμαρότοι κλπ. Μια σχετικά μεγάλη εύθυμη παρέα φίλων από δώδεκα άτομα που χαλαρώνουν.
Γύρω στις δέκα η ώρα, βραδινή, σύσσωμη η μεγάλη παρέα καταλήξαμε σ’ ένα μικρό μπαρ κοντινό στον λιμένα το «Μπάρκο». Ένας μικρός χώρος με ευχάριστη και προσεγμένη διακόσμηση και ατμόσφαιρα. Ένας γνήσιος τύπος του AMERICAN BAR που η πελατεία του δεν ήταν μόνιμη αλλά διεθνής από τα πληρώματα των πλοίων. Τα σκαμπό του δε ήταν κινητά κατά τρόπο που μπορούσαμε να καθίσουμε άνετα, σχηματίζοντας την παρέα μας και να συζητήσουμε.
Πιάσαμε τον οβάλ πάγκο του Μπαρ από άκρη σ’ άκρη στριμωγμένοι αλλά με περίσσιο κέφι.
Περνώντας η ώρα ήμασταν οι μοναδικοί πελάτες αλλά αρκετοί μπορώ να πω για τον χώρο του μαγαζιού.
Περασμένα μεσάνυχτα και έχουμε ήδη καταναλώσει τρία με τέσσερα μπουκάλια Johnnie Walker.
Οι περισσότεροι ετοιμαζόμαστε για αναχώρηση..
Ο Κάπτεν κοιτάζει το ρολόι του και βάζει τις φωνές
«Που πάτε ορέ! Ένα μπουκάλι ακόμη και φύγαμε.»
«Έχουμε ήδη πιει πολύ, Κάπτεν μου»
Έχει ψιλομεθύσει κιόλας και έχει έρθει στο κέφι, του αρέσει η παρέα μας ας μη του χαλάσουμε το χατίρι.
«Ένα τελευταίο ποτηράκι και φύγαμε.»
«Μπάρμαν πιάσε άλλο ένα Johnnie Walker.»
Δυστυχώς το κατάστημα δεν έχει άλλο Johnnie Walker.
Ο Μπάρμαν φεύγει για λίγο και ψάχνει μήπως και βρει. Τζίφος! Τέτοια ώρα τέτοια λόγια,… όλα κλειστά.
Στην προσθήκη του μπαρ φιγουράρουν μεταξύ άλλων και δυο μπουκάλια ουίσκι Jim Beam..
Εντολή Κάπτεν. «Κατέβασε μας ένα απ’ αυτά.»
Ο μάγειρας σαν πιο έμπειρος της παρέας με τα ποτά θα επιθυμούσε να μην τ' ανακατέψουμε. Ταυτόχρονα μας διηγήθηκε την ιστορία του Johnnie Walker που μας τελείωσε: Πως από ένα μικρό παντοπωλείο έγινε ο διάσημος «Περπατητής.»
Είπαμε πως δεν γίνεται να χαλάσουμε χατίρι στον Κάπτεν, όποτε χαλάλι του ανοίγουμε και το Jim Beam.
Βάζει στο ποτήρι του πίνει μια γουλιά, σαν να ξινίζει το μούτρο του, αντιλαμβανόμαστε πως δεν τους αρέσει πια η γεύση του ουίσκι όταν αφήνει το ποτήρι στον πάγκο και δεν το ξαναδοκιμάζει..
Ταυτόχρονα κανείς άλλος δεν βλέπω να τιμά τον «Τζίμι.» …. Μένει το μπουκάλι γεμάτο, δώρο στον μπάρμαν και εμείς περασμένα μεσάνυχτα και με το μυαλό θολό απ’ το ποτό, αποφασίσαμε ότι είναι ώρα να ξεκινήσουμε για το πλοίο.
Ο μπάρμαν μας ευχαρίστησε, υποκλίθηκε σαν γνήσιος ανατολίτης μας έσφιξε τα χέρια, τον διαβεβαιώσαμε πως περάσαμε μια ευχάριστη βραδιά και ύστερα μας άνοιξε αργά την πόρτα και μας άφησε να βγούμε στη νύχτα. Ο μπάρμαν στεκόταν στην άκρη της πόρτας και συνέχισε να υποκλίνεται με χάρη καθώς μας αποχαιρετούσε.
Πάνω από τον έρημο, απαλά φωτισμένο δρόμο, ένα μεγάλο φεγγάρι ορθωνόταν στο μισοσυννεφιασμένο ουρανό.
«Νομίζω πως η δροσιά της νύχτας θα μας κάνει καλό.» Λέω στην παρέα τεντώνοντας το κορμί μου.. «Κι όχι τίποτα άλλο, αλλά είμαι και λίγο ζαλισμένος. Χωρίς να έχω πιει πολύ».
Καθώς διαβαίνουμε το κατώφλι του μπαρ, εδώ αρχίζουν τα ωραία με τον Κάπτεν. Άρχισε να ταλαντεύεται και χρειάστηκε να κρατηθεί επίμονα από μια κολόνα, για να σιγουρευτεί για τη στάση του. Μα ούτε κι αυτό τον βοηθούσε.
Να επισημάνω ότι μιλάμε για κάποιον που καταναλώνει πολύ λογικές ποσότητες αλκοόλ και όχι για κάποιον, που χρειάζεται μια μπουκάλα ουίσκι για να την «ακούσει». Το παραπάνω ποτηράκι λοιπόν τον επηρέασε περισσότερο απ’ όσο εκείνος νόμιζε, αφού μετά τη χαλάρωση του ήρθε η ευφορία και γενικά έγινε πιο αυθόρμητος από το συνηθισμένο. Βγαίνοντας έξω στην υγρασία της νύχτας άρχισε και παραπατούσε από το μεθύσι. Ο αδελφός του μου κάνει νόημα να τον έχω τον νου μου και να τον βοηθήσω αν χρειαστεί. Σαν μικρότερος τον σεβόταν και δεν ήθελε να του δείξει ότι έχει ανάγκη από βοήθεια.
Πηγαίνω δίπλα του προσπαθώντας να τον πείσω να στηριχτεί επάνω μου αλλά εκείνος αρνήθηκε πεισματικά και συνέχισε να προχωρήσει μολονότι ήταν εμφανές πως δεν ήταν σε θέση να περπατήσει σταθερά.
«Απόψε δεν πάω πουθενά !» λέει μέσα στο μεθύσι του.
«Χάλια είναι εκεί που πάμε, γι’ αυτό μην πας πουθενά!»
Στη συνέχεια θυμήθηκε την ιστορία με τις δηλώσεις μου στη Κορέα που του δήλωσα ότι αν το ταξίδι ήταν ανατολικά θα κατέβαινα από το πλοίο, και άναψε σαν δαδί. Όρθωσε κορμί του και το γελαστό πρόσωπό του συννέφιασε σαν μαρτιάτικος ουρανός.
«Άλλο πάλι και τούτο! Είχε στραβώσει στ’ αλήθεια μ’ αυτή την ιστορία.»
« Είναι και το μυαλό του θολό απ’ το ποτό, κι όλα του φταίνε.» Σκέφτηκα.
Και με την μανιάτικη προφορά του κομματιαστή και βαριά συρμένη, γυρίζει και μου λέει:
«Τελικά είσαι πολύ μεγάλο καθίκι! Αλλά σε πάω!»
«Είμαι ένα κάθαρμα, δεν το αρνούμαι. Ναι ξέρω πόσο άσχημα φέρθηκα και πόσο καθίκι είμαι, αλλά έλα και στηρίξου επάνω μου.»
«Καλά, λοιπόν! Αφού επιμένεις, αλλά σ' το ξαναλέω: είσαι πολύ μεγάλο καθίκι!»
Συνεχίσαμε, λοιπόν, να περπατάμε σιωπηλοί. Ακούγοντας τον ήχο των βημάτων μας, προσπαθούσα να κρατήσω το βήμα μαζί του, η ατμόσφαιρα ήταν καθαρή και μπορούσα να βλέπω τα πόδια του ολοκάθαρα.
Ο Κάπτεν, τώρα δίπλα μου περπατούσε αδιάφορα με το κεφάλι σκυφτό. Ούτε που μιλούσε, λέξη δεν ανταλλάξαμε όπως τον κρατούσα αγκαζέ. Αυτό μου έκανε εντύπωση.
Είχαμε φτάσει στην προβλήτα όταν τα πόδια μου είχαν αρχίσει να κουράζονται. Διασχίσαμε την είσοδο, για να φτάσουμε στο κιγκλίδωμα με τις λάντζες, κι εκεί επιβιβαστήκαμε. Απέναντι στο αγκυροβόλιο τα φώτα των πλοίων, που έφεγγαν εκεί, παιχνίδιζαν στο μάτι.
Ο αδελφός του πήδησε πρώτος στη λάντζα για να τον κρατήσει να κατέβει στο κατάστρωμα του σκάφους. Ο Κάπτεν προσγειώθηκε στο εξωτερικό κάθισμα της «λάντζας» τεντώθηκε, τέντωσε την πλάτη του, τους ώμους, το λαιμό του και έγειρε το κορμί του πάνω στη κουπαστή. Άπλωσε τα πόδια του, στήριξε τους αγκώνες του ακούμπησε το κεφάλι του στην ξύλινη πλάτη του στο στέγαστρο του μικρού σκάφους και από εκεί παρατηρούσε και έμεινε να κοιτάζει επίμονα το φεγγαρολουσμένο νερό δίχως να σαλεύει.
Ταχτοποιήθηκα και κάθισα δίπλα του παρατηρώντας πέρα τα φώτα των πλοίων που έμεναν πάντα ακίνητα, κρέμονταν σαν παραλυμένα.
Μόλις ξεκίνησε η λάντζα ο καπετάνιος με μισοκλεισμένα τα βλέφαρα έριξε ένα βλέμμα εμπρός του έπειτα έφερε σιγά το χέρι στα μαλλιά και τα έστρωσε με την παλάμη.
«Είσαι εντάξει; Πως αισθάνεσαι;» Τον ρώτησα και τον κοίταξα....
Δεν μου απάντησε. Μέσα στη σιγαλιά της νύχτας κάθε άλλος θόρυβος του λιμανιού πνιγόταν από το βίντσι ενός μεγάλου πετρελαιοφόρου που αγκυροβολούσε έξω του λιμένα. Μαούνες φορτωμένες με σωρούς προϊόντα στριμώχνονταν στο βάθος της προβλήτας.
Κ έπειτα, σα να θυμήθηκε έξαφνα μου έπιασε το χέρι στο μπράτσο: Σαν κάτι να είχε ξεχάσει, κάτι σημαντικό.
Με κοίταξε χαμογελώντας με ορθάνοιχτα μάτια. «Ώστε, λοιπόν, είχες κιόλας σκοπό να φτάσεις ίσαμε εκεί!»
Το βίντσι του μεγάλου βαποριού σταμάτησε να κάνει θόρυβο εκεί έξω από το βραχίονα του λιμανιού.
Το κατάλαβα, η μνήμη του είχε ξαναγυρίσει στα γεγονότα της Κορέας, την απουσία μου στην «παράτα» και την δήλωση μου ότι θα εγκαταλείψω το βαπόρι
Καθισμένος κοντά του έμεινα σιωπηλός και τον άφησα να συνεχίσει τις σκέψεις του προσπαθώντας να διακρίνω το πλοίο μας που ο μακρουλός μεγάλος όγκος του πετρελαιοφόρου του έφραζε την ορατότητα μπροστά μας.
Το βίντσι του βαποριού ακούστηκε πάλι που έτριζε.
«Διορθώνουν τα κλειδιά της άγκυρας.» είπε ο καπετάνιος
«Σαν να αγκυροβόλησε πολύ κοντά στο βραχίονα του λιμανιού.» Συμπλήρωσα για να σπάσω τη σιωπή μου.
Ούτε που μίλησα ξανά… ήταν και ο καπετάνιος σιωπηλός και απόμακρος αλλά νηφάλιος τώρα μέχρι που η λάντζα πλαγιοδέτησε στη σκάλα του βαποριού.
Την επόμενη μέρα ένα κυριακάτικο πρωινό σαν κι αυτό που ο Θεός ξημέρωσε με καθαρό ουρανό, ο Καπετάνιος μας ανάλαφρος σαν πούπουλο, σηκώθηκε νηφάλιος και με διαύγεια πνεύματος και προσπαθεί να βρει την πραγματικότητα της προηγούμενης.
Τα θυμάται όλα... Μα πιο πολύ θυμάται τον Jim Beam...
«Άτιμο πράγμα αυτό το Jim Beam.! Με χάλασε!»
Το θέμα είναι τώρα τι λες στον Κάπτεν μας που είχε κατεβάσει ένα μπουκάλι Johnnie Walker και απλώς έβρεξε τα χείλη του με το Jim Beam.
Θυμήθηκα τα λόγια του παππού μου που με συμβούλευε στην εφηβεία μου...
«Γιατί όπως όλοι ξέρουμε τελικά, δε φταίει το ποτό γενικά, φταίει εκείνο το τελευταίο ποτό για όλα!»
Το πλοίο ανεφοδιάστηκε καινούργια καύσιμα τα μολυσμένα διαβρωτικά καύσιμα παραδόθηκαν σε υποδοχή της στεριάς. Έγιναν οι απαραίτητες επισκευές και συνεχίσαμε το ταξίδι για τον λιμένα εκφόρτωσης.
Στο Σουέζ ζήτησα και έγινε αντικατάστασης μου…
Συμπλήρωσα δέκα μήνες μπάρκο κάνοντας ακριβώς τον γύρο του κόσμου σαν άλλος Φιλέας Φογκ.
Ο γύρος του κόσμου σε δέκα μήνες….
Πέμπτη 11 Μαρτίου 2021
Ulcc Steam Tanker: Kapetan Panagiotis
Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2020
Enas Spanios Sindiasmos Tou Gilas Mpreyier
………………….
Μια σκακιστική μελωδία από το βιβλίο…
«Το Σκάκι, πλήρης ανάπτυξης της θεωρίας και η πρακτική της εφαρμογή, τόμος IΙ» Του Τριαντάφυλλου Σιαπέρα…
Ο Τριαντάφυλλος Σιαπέρας (1 Αυγούστου 1931 – 25 Φεβρουαρίου 1994) ήταν Έλληνας σκακιστής. Ασχολήθηκε όλη τη ζωή του με το σκάκι, ως παίκτης παρτίδων, ως συνθέτης προβλημάτων, ως δημοσιογράφος και ως συγγραφέας βιβλίων.
Ήταν ένα σεμνό πρόσωπο, με εξαιρετική μνήμη και ευρύτητα γνώσεων. Αποτελούσε ίσως τη σημαντικότερη μορφή του σκακιού στην Ελλάδα.
Παίζουν τα λευκά (θέση μετά την 13η κίνηση των μαύρων)
Τα λευκά έχουν ένα κομμάτι λιγότερο …….το θυσίασαν στο η5 αλλά η επίθεση τους είναι πολύ Ισχυρή (έχουν την ανοικτή κάθετη γραμμή Είναι φανερό ότι τα λευκά πρέπει να επιδιώξουν να νικήσουν στην επίθεση.Παρά την διαπίστωση όμως ότι τα λευκά πρέπει να επιτεθούν χωρίς χρονοτριβή, ό Μπρέγιερ έπαιξε στην θέση τού διαγράμματος την κίνηση 14. Ρε1-ζ1.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιατί τα λευκά έπαιξαν αυτή την παράξενη κίνηση (14. Ρζ1) και δεν συνέχισαν την επίθεση τους; (π.χ. με την προσπάθεια να φέρουν την βασίλισσα στην στήλη «θ»: Βδ1-η4-θ4).
Ποιο είναι το σχέδιο πού κατάστρωσαν τα λευκά;
Είναι μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση, πού δείχνει πόσο βαθύς παίκτης ήταν ο Ούγγρος Γκίλα Μπρέγιερ, ένας από τους πιο μεγάλους Θεωρητικούς και αναλυτές όλων των εποχών. Βασικός εκπρόσωπος του σαρωτικού κινήματος των «υπερμοντέρνων» ο Γκιούλα Μπρέγιερ, έχοντας την ατυχία να πεθάνει νέος και το μεσουράνημα του να συμπίπτει με τα σκοτεινά χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αποτελεί παραγνωρισμένη μορφή, τόσο για τις επιδόσεις του στη σκακιέρα όσο και για τη θεωρητική του συνεισφορά.
Κρίμα πού πέθανε νέος …….μόλις 27 χρονών.
Τοποθετήστε απαραίτητα την θέση στην σκακιέρα και προσπαθήστε να καταλάβετε τα λευκά γιατί έπαιξαν αυτή την παράξενη κίνηση
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Για να κατανοήσουμε καλύτερα το νόημα πού κρύβει ή κίνηση 14, Ρζ1, ας δούμε ποια ήταν ή συνέχεια της παρτίδας:
14. Ρε1-ζ1! Ιδ5:γ3
15. β2:γ3 Αγ8-β7
16. Βδ1-η4 Ρη8-η7
Ή απάντηση των μαύρων είναι υποχρεωτική, λόγω της απειλής
Ι 7. Βθ3.
17. Πθ1-θ7 + !
Ε!!!! Ωραιότατη θυσία πού είχαν προετοιμάσει τα λευκά με την 14η κίνηση τους!
17...... Ρη7:θ7
18. Βη4-θ5+ Ρθ7-η8
19. Αβ1:η6 ζ7:η6
20. Βθ5:η6+ Ρη8-θ8
21. Βη6-θ6+ Ρθ8-η8
22. η5-η6!
Τώρα φαίνεται γιατί τα λευκά έπαιξαν την κίνηση 14. Ρζ1!
Με τον βασιλιά στο ε1, ό παραπάνω συνδυασμός των λευκών, με τις διαδοχικές θυσίες πύργου και αξιωματικού, δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί, για τον «απλό» λόγο ότι τα μαύρα θα είχαν τώρα την απάντηση 22..... Αθ4+ και 23...... Βε7!
Μετά από
22. η5-η6 Πζ8-ζ7
23. η6:ζ7+ Ρη8:ζ7
24. Βθ6-θ5+ Ρζ7-η7
25. ζ4-ζ5! ε6:ζ5
26. Αγ1-θ6+ Ρη7-θ7
27. Αθ6-η5+ Ρθ7-η8
28. Βθ5-η6 +
Και η αντίσταση των μαύρων ήταν πια χωρίς ελπίδες.
Η πιθανή ιστορία πίσω από αυτήν την κίνηση:..... Την εποχή που παιζόταν αυτό το παιχνίδι, υπήρχε ένας κανόνας που έλεγε ότι αν είχες αγγίξει ένα κομμάτι που δεν έχει νόμιμες κινήσεις, πρέπει να κινηθείς με τον βασιλιά σου. Οπότε ουσιαστικά αυτό που συνέβη είναι ότι ο Breyer είδε ότι ο Bh4+ χαλάει το σχέδιό του, αλλά δεν ήθελε να παίξει το Kf1 ακριβώς έτσι, γιατί θα φαινόταν ύποπτο και ο αντίπαλός του πιθανότατα θα καταλάβει το κόλπο πίσω από αυτή τη μυστηριώδη κίνηση. «Κατά λάθος» λοιπόν άγγιξε το πιόνι του στο e5. Φυσικά ο αντίπαλός του απαίτησε να κινηθεί με τον βασιλιά του και στη συνέχεια έπαιξε μια κανονική κίνηση, καθώς νόμιζε ότι είχε μόλις κερδίσει μια ελεύθερη στροφή και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2020
Captain Nikolas and Audi Sport Quattro of Michel Mouton
Κυριακή 31 Μαΐου 2020
Richia Lakonias • Environment • Beaches
• Περιβάλλον
• Παραλίες
Η Ρηχιά δεν είναι μόνο βουνά. Διαθέτει και παραλίες. Οι εξαιρετικού κάλους ακρογιαλιές, που εκτείνονται από τα Καρίκια μέχρι την μονή της Ευαγγελιστρίας, περιλαμβάνουν και δύο πανέμορφες αμμουδιές. Την πασίγνωστη πλέον Βληχάδα η οποία συνδέεται με ασφαλτόδρομο και τα τελευταία χρόνια δέχεται μεγάλο αριθμό επισκεπτών. Η λιγότερη γνωστή αλλά κατά την άποψη μας ακόμα ομορφότερη είναι η αμμουδιά στο Παλουγγέρι στην έκβαση του ομώνυμου φαραγγιού. Η παραλία όμως αυτή έχει ένα μειονέκτημα ή για πολλούς, συμπεριλαμβανομένων και ημών, πλεονέκτημα. Η πρόσβαση είναι δύσκολη. Τα τελευταία δύο χιλιόμετρα είναι χωματόδρομος και για τα 300 τελευταία μέτρα απαιτούνται ικανότητες ορειβάτη. Η πρόσβαση μέσω του φαραγγιού είναι αδύνατη γιατί το φαράγγι δυστυχώς εξακολουθεί να είναι άβατο, στερώντας από τον πολύ κόσμο την άγρια ομορφιά του’
Οι παραλίες ευτυχώς δεν έχουν επηρεαστεί σημαντικά από τις σαρωτικές αλλαγές. Δεν θα τις περιγράψουμε, θα δείξουμε όμως πολλές φωτογραφίες από τις πάμπολλες που υπάρχουν στο αρχείο μας. Και ας μην ξεχνάμε ότι μπορούμε ακόμα να φωτογραφίζουμε, και όπως είπαμε οι παραλίες δεν έχουν αλλάξει.
Θα σταθούμε όμως στο Παλουγγέρι γιατί υπάρχει μια εξέλιξη, ένα κτίσμα διαφορετικό από τα άλλα. Το Χάβοζι είναι μια περιοχή μεταξύ Ντάμου και αμμουδιάς. Είναι ένας βράχος που βρέχεται από το κύμα. Στην κορυφή του βράχου έχει χτιστεί τα τελευταία χρόνια ένα μπαλκόνι. Μια βεράντα. Το έχτισε και συνεχίζει να το χτίζει ο Παναγιώτης Κουλούρης γιός του μπάρμπα Τάση του Κουλούρη. Ο Παναγιώτης λοιπόν, συνταξιούχος μουσικός, το έχτισε μόνος του πέτρα-πέτρα με τα χέρια του. Το έφτιαξε με την Ψυχή του, για την Ψυχή του. « Η Εμή Ψυχή Ετεκεν Τόδε», Είναι χαραγμένο στη σκληρή γρανιτένια πλάκα, στην είσοδο του κτίσματος. Εκεί λοιπόν στην κορυφή του βράχου, σαν άφτερο χελιδόνι έχτισε πετραδάκι- πετραδάκι την Ψυχοφωλιά του. Το ονομάσαμε ψυχοφωλιά γιατί πως αλλιώς να το ονομάσουμε? Ερημητήριο? τόπος περισυλλογής? Placeformeditation? Ουτοπία? Όλα μαζί? Χωρίς καμία εκπαίδευση στην οικοδομή, με μόνο τη σοφία, γνώση και τις κατασκευαστικές οδηγίες που εμφύσησαν στην Ψυχή του η Αθηνά και ο Ήφαιστος αντίστοιχα. Από την στιγμή που το άρμα του Φαέθωντα σκάει μύτη στον ορίζοντα σκορπίζοντας τα ροδοπέταλα του μέχρι τη στιγμή που ο Απόλλων παραχωρεί την θέση του στην Εκάτη, η ανθρώπινη Ψυχή αγκαλιάζεται και αγκαλιάζει την Μητέρα Φύση. Εκεί λοιπόν στη γειτονιά των Θεών, αντιμετωπίζει την ανεμιζόμενη Τρίαινα του άγριου Ποσειδώνα, παρατηρεί τους κεραυνούς του Δία, και μετά απολαμβάνει τον ερχομό της Ίριδος και του πλουμιστού τόξου της. Και όταν έρχεται το πέρασμα της ημέρας η Εκάτη αναδύεται με την σειρά της από το Μυρτώο να σκορπίσει με τον μαγικό τρόπο που μόνο αυτή ξέρει, τα βιολέτινα πέταλα της στη γειτονιά των Θεών. Αλλά και ο Παναγιώτης, με την σειρά του συνεισφέρει στις ευλογίες της Μητέρας Φύσης, παίζοντας στο μπουζούκι του μεταξύ άλλων και ταξίμια της δικής του σύνθεσης
Δεν υπάρχει σκεπή στη Ψυχοφωλιά. Η σκεπή βλέπετε προφυλάσσει από την Φύση, αλλά συγχρόνως περιορίζει, απομακρύνει, και φυλακίζει κατά κάποιον τρόπο, ενώ το ζητούμενο είναι ακριβώς το αντίθετο. Η ένωση με την Φύση.
Το ερημητήριο δεν είναι ακριβώς ερημητήριο με την αυστηρή έννοια της λέξεως. Ο Παναγιώτης, κατά καιρούς προσκαλεί λιγοστούς φίλους να συμμεριστούν μερικές σπάνιες εμπειρίες. Είχαμε την τύχη να βρεθούμε στο Shangri-La ( Σανγκρί-Λα) αυτό μια Αυγουστιάτικη νύχτα με Πανσέληνο. Λίγο ουζάκι. Μια ντοματούλα, δυό ελίτσες και αρκετές πενιές μπουζουκιού. Προσπαθήσαμε να φωτογραφήσουμε το σκηνικό αλλά δυστυχώς είναι μερικά πράγματα που η κάμερα δεν μπορεί να συλλάβει. Θα παρουσιάσουμε πάντως αυτά που καταφέραμε. Ελπίζουμε ότι Ο Παναγιώτης θα βρει, εδώστου Γλαυκού το γειτόνεμα , το Νιρβάνα που επιζητεί η Ψυχή του. Εμείς του το ευχόμαστε από τα βάθη της δικής μας Ψυχής.
Με ορμητήριο τον βράχο αυτόν της φώτο... είχαμε τον τρόπο να προμηθευτούμε ψάρια.. φρέσκα ψάρια.... και παρασκευάζαμε μια σούπα με ψάρια και θαλασσινά τύφλα να είχε η αυθεντική γαλλική μπουγιαμπέσα.
..........Είναι οι αναμνήσεις μας, η ταυτότητά μας, η ιστορία μας, ο σημερινός μας εαυτός.
Κυριακή 26 Απριλίου 2020
«Sintet ti kemi»
Kάθε Ρηχειώτης που σέβεται τον εαυτό του έχει να σου διηγηθεί μια ιστορία απ’ τα Καρίκια.
Ειδικά ένας Φριντζίλας το γένος από..... μητέρα....
O προ-παπους μου....Γιωργάκης Φριντζίλας...
Από την Αγορά του Περικλή μέχρι τα Μαγαζιά της Ρηχιάς η απόσταση είναι ασήμαντη. Μαγαζιά είναι η περιοχή γύρω από τον κυκλικό δρόμο και επί του οποίου υπήρχαν τα καταστήματα. Εμπορομπακαλοταβέρνες και καφενεία. Τα μαγαζιά της Ρηχιάς λειτουργούσαν όπως και η Αγορά του Περικλή. Εδώ συγκεντρώνονταν, οι Ρηχιώτες, όταν το επέτρεπαν οι αγροτικές τους ασχολίες να πιούν ένα κρασάκι, έναν καφέ ένα φασκόμηλο η απλώς να καθίσουν σε κάποια από τις λιγοστές καρέκλες αλλά κυρίως στα χτίρια και να συμμετάσχουν ενεργητικά η παθητικά στα δρώμενα. Τα καφενεία στις αρχές του περασμένου αιώνα σέρβιραν τα παραδοσιακά Ρηχιώτικα αφεψήματα. Φασκόμηλο, χαμομήλι, τσάι του βουνού έτσι για να συνοδεύουν τον ναργιλέ. Ο καφετζής Κολισταύρος (Νίκος Σταυρόπουλος ) στην προσπάθεια του να εκσυγχρονίσει τον καφενέ του λανσάρισε ένα καινούργιο προϊόν που το λέγανε καφέ. Όπως ήταν φυσικό το γεγονός συζητήθηκε ευρέως ανά την Ρηχιώτικη και όχι μόνο επικράτεια. Από το Τζίρο, τα Νήπια, τα Κλείσματα, τα Πακόγια και τα Καρίκια. Αλλά και στον υπόλοιπο Ζάρακα. Όπως ηταν φυσικό, δημιουργήθηκε μια περιέργεια για το καινούργιο τούτο πράμα. Χαρακτηριστική ιστορία είναι και η εξής. Στα Καρίκια ο μπάρμπα Γιωργάκης Φριντζίλας και ο συμπέθερος του μπάρμπα Παυλές Φριντζιλας συζητούσαν για αυτό το καινούργιο πράμα που έφερε ο Κόλιας. Η συζήτηση πήγε κάπως έτσι.
«Ρε Γιώργη τι είναι τι είναι τούτο το καινούργιο πράμα που μας έφερε εκείνος ο Κόλιας και το πίνουνε όλοι?»
«Δεν ξέρω αλλά λέω όταν θα πάμε κάτου να το δοκιμάσουμε.»
Γυρίζοντας από τα Καρίκια και πριν πάνε στα Μπελεσέικα, σταματήσανε στου Κόλια και παραγγείλανε το καινούργιο πράμα. Όταν ο μπάρμπα Κόλιας τους έφερε τους καφέδες παραξενευτήκαν γιατί αντί για ποτήρι που ήταν συνηθισμένοι, τους έφερε κάτι φλιτζανάκια. Παίρνουν λοιπόν τα φλιτζάνια τα τσουγκρίζουν όπως τσουγκρίζουν τα ποτήρια.
«Σιντέτ»
«Σιντέτ τι κέμι» Οι άνθρωποι, βλέπετε, ήταν αρβανιτόφωνοι και μιλούσαν αρβανίτικα.
Και κατεβάζουν το πράμα μονορούφι. Και φυσικά κάηκαν.
«Ρε Κόλια τι ήτανα τούτο. Μας ζεμάτισες».
Δεν είναι γνωστό εάν στη συνέχεια τα συμπεθεράκια έγιναν οπαδοί του καινούργιου πράγματος. Ο καφές πάντως είχε καθιερωθεί.
Εδώ συζητείτο το Βαλκανικό, Μεσανατολικό, Ρωσοτουρκικό το Αλβανικό. Εδώ ανέβαιναν υπουργοί, κατέβαιναν Πρωθυπουργοί και χόρευαν στο ταψί οι τοπικοί βουλευτές και τοπικοί άρχοντες. Οι Ρηχιώτες των μαγαζιών, όπως όλοι οι αραχτέλληνες των καφενέδων είχαν τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και προτιμήσεις χωρίς, σχεδόν πάντα, να ξέρουν γιατί . Ήταν πάντα χωρισμένοι σε δύο κόμματα. Δεν έχει σημασία το όνομα του κόμματος, ήταν όμως πάντα δύο. Υπήρχαν οι φανατικοί υποστηρικτές και επικριτές των παρατάξεων. Όχι κομμάτων, Ατόμων. Στις αρχές του περασμένου αιώνα εντελώς πληροφοριακά και χωρίς καμιάς άλλης σημασίας, δύο οικογένειες κυριαρχούσαν στο Ζάρακα. Οι Γραμματικαίοι και οι Παπαμιχαλόπουλοι. Είναι βέβαιο ότι η μεγάλη πλειοψηφία δεν ήξεραν γιατί υποστήριζαν φανατικά τον έναν ή τον άλλον εκτός του ότι ήταν εξαρτώμενοι από τον τοπικό κομματάρχη. Τον πολιτικό είναιαμφίβολοαν τον είχαν δει ποτέ η τον είχαν ακούσει πολύ δε περισσότερο να ήξεραν τις απόψεις του εάν είχε. Αλλά αυτό δεν τους εμπόδιζε στις Μαγαζιεύσεις τους να υμνούν, παιανίζουν, και να λιβανίζουν τον δικό τους, ενώ κατακεραύνωναν και έστελναν στα τάρταρα τον ¨Οχτρό¨. Μερικοί έπαιρναν τα πράγματα στα σοβαρά ενώ άλλοι το έριχναν και στην πλάκα. Η πλάκα, το καλαμπούρι και η καζούρα ήταν οι βασικοί άξονες διασκέδασης της Καφενοπαρέας. Ένας, από τους "σοβαρούς", φανατικός οπαδός ρήτορας ήταν και ο Μπάρμπα Γιάννης (θα τον πούμε μπάρμπα Γιάννη γιατί το πραγματικό του όνομα μου διαφεύγει. Η ιστορία πάντως είναι αληθινή ή για αληθινή πάντως μου την διηγήθηκαν), που υποστήριζε τον ….....(ούτε και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία) , τον οποίο, φυσικά, ο Μπάρμπα Γιάννης είναι ζήτημα αν τον είχε συναντήσει έστω και μία φορά. Σε κάποια από τις μαγαζοσυγκεντρώσεις αποφασίστηκε να κάνουν μια πλακίτσα στο Μπάρμπα Γιάννη. Του λένε ¨μπάρμπα Γιάννη θα σου δώσουμε είκοσι δραχμές αλλά δεν θα μιλήσεις καθόλου πολιτικά όλη την ημέρα . Θα μείνεις εδώ δεν θα φύγεις αλλά δεν θα μιλάς. Εντάξει? ¨ ¨Ρε δώστε μου εμένα ένα εικοσάρικο και δεν θα βγάνω τσιμουδιά¨ Παίρνει λοιπόν το εικοσάρικο και αμέσως μετά άρχισε η ομαδική και οργανωμένη επίθεση στον αγαπητό του Μπάρμπα Γιάννη ο οποίος άρχισε να κάθετε σε αναμμένα κάρβουνα περικυκλωμένος από φλόγες, φίδια και ότι άλλο. Το μαρτύριο όμως δεν κράτησε πολύ, γιατί ο Μπάρμπα Γιάννης Σηκώθηκε βγάζει από την τσέπη το εικοσάρικο και τους το πετάει στα πόδια.¨ πάρτε το ρε γιατί εγώ θα μιλήσω ¨ .. και μίλησε… και μίλησε … και μίλησε. Αυτή ήταν μια από τις μορφές ψυχαγωγίας στα Μαγαζιά.
Μπάρμπα... Θεόδωρος Φριντζήλας ή Στραβοθοδωράκης, ο πασίγνωστος τυφλός ποιητής από τη Ρηχιά............................
Ένας Λεβεντάνθρωπος.... Μποέμ ..............
Ξάδελφος του παππού.........................
Θείος της μητέρας μου.......
Ω! Βλάχα Μούσα της Ρηχιάς
Κόρη του Θοδωράκη
Κατέβα και βοήθα με
Να πω ένα τραγουδάκι
…………………………
Δεν είμαι βέβαιος ότι ψυχαγωγούσε τους ενήλικες. Είχε όμως μεγάλη απήχηση στον παιδόκοσμο. Όταν το παιδομάνι έβλεπε τον Μπάρμπα Θοδωράκη έτρεχε πίσω του.
«Μπάρμπα Θοδωράκη πες μου ένα ποίημα»
«Πως σε λένε;»
«Μπότη»
«Ο Μπότης το καλό παιδί και τ’άξιο παλληκάρι…..κλπ»
«Πες μου και μένα ένα.»
«Πως σε λένε?»
«Γιάννη»
«Ο Γιάννης το καλό παιδί κλπ. κλπ.»
Ο μπάρμπα Θοδωράκης είχε πάντα ένα τετράστιχο για όλους. Το έφτιαχνε εκείνη τη στιγμή, ή τα είχε σε μια τράπεζα δεδομένων και τραβούσε ένα κατά την ζήτηση; Πως σε λένε Γιώργο. Πάρε Γιώργο. Εσένα; Νίκο. Πάρε Νίκο. Εσένα; Χρήστο. Πάρε Χρήστο.
Περάστε κόσμε, πάρε παιδόκοσμε.
Ανήκε ο μπάρμπα Θοδωράκης στους Entertainers της Παλιάς Ρηχιάς; Στους ενήλικες προφανώς όχι. Ο παιδόκοσμος όμως;
Ο μπάρμπα Θοδωράκης είναι ένας θρύλος, και όπως όλους τους θρύλους να τον τιμούμε και να τον σεβόμαστε..
Copy Paste...
Πηγη: http://www.richea-laconias.gr/index.php/el/home-el-gr
ΡΗΧΙΑ
Η Καθημερινότητα σε ένα Μικρό Ορεινό Χωριό.
Μια εξαφανιζόμενη Κουλτούρα
Του Θοδωρή Κόκκορη
Κυριακή 17 Μαρτίου 2019
Oi Stoumpos.... Epidaurou Limira ...

Μερικά ιστορικά γεγονότα για την οικογένεια του παππού από μητέρα είναι παρμένα από το Βιβλίο "ΓΙΑΤΙ"
του εξόχου αφηγητή των χωριών του Ζάρακα.
ΚΟΚΚΟΡΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Έκδοση του 1992
Γεώργιος Λ. Κόκκορης
Κρήτης 26 - Βριλήσσια
Αθήναι
Τ.Κ. 15235
Τηλ: 6010783
...............Η οικογένεια του παππού από τον πατέρα του είχε καταγωγή από τον Άγιο Μάμα της κοινότητας του Δημοτικού Διαμερίσματος Ελίκας, κοντά στη Μονεμβασιά, που ανήκει στο Δήμο Βοιών Λακωνίας.
Το γένος του Πατέρα
Στούμπος Στρατήγης Γεννηθείς Στα 1730; Στούμπος Παναγιώτης Γεννηθείς Στα 1800;; Ίσως ο γενάρχης της ρίζας μου
Αναφέρεται σε Έγγραφη Διαμάχη για Λάφυρα πολέμου το έτος 1826..... Μεταξύ ένοπλων αγωνιστών υπό των Στρατηγών.... Κουμουστιώτη και ΓιατράκουΑπό Γ.Α.Κ. και Ληξιαρχεία γάμων....Γεννήσεων...
Η συνέχεια γράφεται στην περιοχή Ελίκα Επιδαύρου Λιμηρά... και Στον Άγιο Μάμα…
Σύμφωνα με πληροφορίες από διαφορετικές πηγές ο
(Σταυριανός Τσιγκούνης Του Παναγιώτη Τσιγκούνη)
όπως αναφέρεται στους εκλογικούς καταλόγους του 1865.... της Ελίκας Επιδαύρου Λιμηρά πρόκειται για τον ……Σταύρος Στούμπος του Παναγιώτη 36 ετών...... γεννηθείς το 1829…...
Ευχαριστω τον: Nikos-Eleni Pavlakis/ ..για την ανεκτίμητη βοήθεια του στην επιβεβαίωση της ως άνω πληροφορίας που κατείχα αόριστα....Με Παιδιά:
2) Χαράλαμπος Στούμπος του Σταύρου 1867….
3) Αλέξανδρος Στούμπος του Σταύρου.. 186;….2) Χαράλαμπος Στούμπος του Σταύρου 1867….
2. Χρυσούλη Χαράλαμπου Στούμπου.... 1902; σύζυγος. Δημητρίου Ραμάκη στον Αρχάγγελο
3. Θεόδωρος Στούμπος του Χαράλαμπου 1904…1942 ....ο Παππούς....
Το Γένος της Μητέρας
Ιωάννης Φριντζήλας Γεωργίου 1815
Με παιδιά τους3) Λάμπρος Φριντζήλας Ιωάννη 1850
Με Παιδιά:1) Ιωάννης Φριντζήλας Λάμπρου 1888....1970 ο παππούς
2) Νικόλαος Φριντζήλας Λάμπρου3) Γιώργος Φριντζήλας Λάμπρου
4) Παναγιώτης Φριντζήλας Λάμπρου
5) Ελένη Φριντζήλα Λάμπρου
Ο Παππούς: 1888-1970
ΦΡΙΝΤΖHΛΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ του ΛΑΜΠΡΟΥ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ και της ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΣ ΣΑΡΠΜΠΑΝΗΈνας από τους Ρηχιώτες αγροτοκτηνοτρόφους αγωνιστές Πατεράδες της γενιάς μας που για την πατριωτική του στάση που τήρησε η οικογένεια του στην αντίσταση οι Χίτες του παρακράτους κατέστρεψαν όλα τα περιουσιακά του στοιχεία, με το πλιάτσικο και τη φωτιά. Τον προφυλάκισαν βάρβαρα, και τον βασάνισαν δέρνοντας τον μέχρι αναισθησίας χωρίς οίκτο κα έλεος φωνάζοντάς τον ΕΑΜΟβούλγαρο.
Ήταν τότε που ο κάθε πατέρας σαν και εκείνον τον ξωμάχο τον Μπάρμπα Γιάννη τον Φριτζήλα που και αυτός είχε πολεμήσει στην πρώτη γραμμή του μετώπου της Μικρά Ασίας, έπρεπε να τιμωρούνται με τρόπο κανιβαλικό για την στάση των παιδιών τους.
Και εκείνος τους απαντούσε με αγανάχτηση.
«Εμένα ρε με λέτε ΕΑΜΟβούλγαρο που πολέμησα δέκα χρόνια εναντίον τους σώμα με σώμα, για την λευτεριά της Πατρίδας.
Και όμως αυτό εξαγρίωνε τους θλιβερούς προσκυνημένους και τον βασάνισαν χειρότερα.
Εκεί είχαν κατρακυλήσει οι εθνοσωτήρες της δεξιάς μας τότε και βασάνιζαν του γέρους πολεμιστές γονείς των πατριωτικών αγώνων του έθνους, γιατί είχαν γαλουχήσει τα παιδιά τους με τα πατριωτικά αισθήματα και τα ιερά και όσια της φυλής μας κληροδοτήματα. Ξεσπούν τα ανθρωπάκια της υποτέλειας στους γέροντες και στις αδύναμες γυναικούλες διότι δεν είχαν τα κότσια να ανέβαιναν στα βουνά να τα βάλουν με τους αγωνιστές. Αυτό γιατί αργότερα όταν θα άδειαζαν τα χωριά από τον κόσμο και θα τα κατέστρεφαν και θ' αφαιρούσαν την δυνατότητα στήριξης, από τις τέλεια εξοπλισμένες κι άπειρα υπέρτερες δυνάμεις των μεγάλων αφεντάδων, και το άφθονο χρήμα.
Ο γεροφριντζήλας ήπιε κι αυτός το πικρό ποτήρι της απογοήτευσης όταν έμαθε τον θάνατο του γιου του αγωνιστή Λάμπρου που πιάστηκε αιχμάλωτος και εκτελέστηκε εν ψυχρώ από τους αντιπάλους, που ήθελαν μόνο νεκρούς και όχι αιχμαλώτους. Είχε προηγηθεί η κατάσχεση στο κοπάδι του με τα γιδοπρόβατα που με αυτά είχε αναθρέψει τα παιδιά του, και τα λάτρευε και εκείνα το ίδιο όπως και όλοι οι ξομάχηδες κτηνοτρόφοι που γεννιούνται και μεγαλώνουν κοντά σε αυτά απολαμβάνοντας την ηρεμία και τον καθαρό αέρα της υπαίθρου. Είδε με χτυποκάρδι τον γιο του Γιώργο να βγαίνει ζωντανός από την θύελλα της αδελφοσφαγής και έκλαιγε από συγκίνηση. Πέρασε τα τελευταία του χρόνια πικραμένος για την άδικη μεταχείριση που του επιφύλαξαν οι μικροί αλλά άκρως επικίνδυνοι της ολιγάριθμης ομάδας των συγχωριανών του, της άκρας δεξιάς, της εξουσίας. Πέθανε το 1970.
Του είχαν μοιάσει τά παιδιά. Και έγιναν πατριώτες.
Του καταστρέψαμε το βιός, οι θλιβεροί προδότες.
Στα νιάτα ήταν ο αγωνιστής- Ήταν αγνός πολεμιστής.
Τους Τούρκους και τους Βούλγαρους , τους είχε πολεμήσει.
Για δέκα χρόνια συνεχώς - Χωρίς να σταματήσει
Και Βούλγαρο τον βρίζανε - Αυτοί που προσκηνήσανε
Ποιοι δώσανε την εντολή - Και τον προφυλακίσανε;
Τον γέροντα αγωνιστή - Γιατί τον βασανίσανε;
Ενέργεια αίσχους και ντροπής - Κύριοι της επιτροπής.
Σημείωση Ι: Ο παππούς..... Έλληνας οπλίτης που πολέμησε με αληθινό θάρρος υπό τρομερά αντίξοες συνθήκες στην Μακεδονία..... και έλαβε μέρος στις μάχες από το Πάνορμο έως τον Σαγγάριο.
Η Γιαγιά: 1895-1998
ΦΡΙΝΤΖHΛΑ ΜΑΡΙΑ του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ και της ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΛΑΓΚΗ...Αυτής της σκληροτράχηλης λεβεντομάνας που αγωνιστές ανάθρεψε με τον ιδρώτα και με το αίμα της για να της τα βασανίσουν και να της τα δολοφονήσουν οι προσκυνημένοι νάνοι που λέρωσαν της χώρας μας την ιστορία; Είναι πολύς ο χώρος που χρειάζεται για να χωρέσουν τα περιστατικά αυτής της αγωνίστριας και σταματώ εδώ.
Στα χέρια ποιος μας κράτησε - Και μας πρωτοτραγούδησε;
Και ποιος μας πρωτοφίλισε - Και μας γλυκονανούρισε;
Ποιανού χέρι κρατήσαμε - Στα πρώτα βήματα μας
Και όταν παίζοντας πέσαμε - Ποιος έτρεξε κοντά μας;
Η Μάνα μας λαχτάρισε - Και ήρθε να μας σηκώσει
Να μας χαϊδέψει τρυφερά - Και θάρρος να μας δώσει.
Ποιος είναι που αμφισβητεί - Της μάνας την φροντίδα
Να δώσει θάρρος στα παιδιά - Παρηγοριά κι ελπίδα;
Η Μάνα που αναφέρω εδώ - Η σκληραγωγημένη
Πάλεψε ασταμάτητα - Και νιώθει ευτυχισμένη.
Η μητέρα: 1928-1996
ΚΥΡΑ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ (ΣΤΟΥΜΠΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ... ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ)
Σημείωση δική μου...
Αλλά και πέρα από το πιο μακρινό παρελθόν......ακόμη και στις πιο πρόσφατες εποχές, η κόρη της, η κυρά Γιαννούλα, ...... η μητέρα μας......, σε ηλικία είκοσι οκτώ ετών, ξεγέννησε το μικρότερο αδελφό μου το μήνα θεριστή στο δρόμο που οδηγούσε απ’ το αλώνι όπου δούλευε μέχρι την ώρα της γέννας καθ’ οδόν προς το σπίτι με τη βοήθεια και συμπαράσταση, από δυο γειτόνισσες που αυτό διορίστηκαν μαίες και επιμελήθηκαν τον τοκετό στην αυλή του φτωχικού σπιτιού τους, κάτω από τον ίσκιο της γέρικης ελιάς.
Η μαμή του χωριού κατέφθασε όταν ήδη η γέννα είχε λάβει αίσιο τέλος.
Βλέπε : Σε ξέσκεπο σπίτι σας μεγάλωσα...
Σημείωση ΙΙ:
Η κόρη τους ....η Κυρά Γιαννούλα δέκα εννιάχρονη έφηβη ερωτεύτηκε επίσης δέκα εννιάχρονο έφηβο από τα Κουλέντια (Οικισμό Μπουμπουτσέλια), στρατολογημένο από τους "χίτες" του περιβόητου Μπραντίτσα που λυμαίνονταν το χωριό τους.
«Στα χωριά του Πάρνωνα, δρούσε ο περίφημος καπετάν, ο Δημήτριος ο Μπραντίτσας, ο οποίος καταγόταν από τα Νιάτα Λακωνίας και είχε οργανώσει ένα λόχο παρακρατικών που δρούσαν εναντίον του ΕΛΑΣ. Ήταν ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής, είχε πάρει σβάρνα τα διάφορα χωριά, εκτελούσε εν ψυχρώ, και έκαιγε τα σπίτια, ρήμαζε και λεηλατούσε περιουσίες, κάναν πλιάτσικο και έπαιρναν τα πάντα, από λάδια, αλεύρια... ό,τι πολύτιμο είχαν οι άνθρωποι εν πάση περίπτωση.»
Το έσκασαν λοιπόν από την Ρηχιά........ και κυνηγημένοι... η μεν μητέρα μου από την οικογένεια της, ο δε πατέρας μου από την παρακρατική ομάδα του, βρήκαν καταφύγιο στον μικρό και απόμερο οικισμό τα Βουβουτσέλια (Παναγίτσα), του χωριού Κουλέντια ......όπου ξεκίνησαν την φτωχική ζωή τους.............σ᾿ χαμόσπιτο φτωχικό κι ηλιόφωτο, ... και η ζωή τους φτωχική και αξιοπρεπής...... ζωή του μεροκαματιάρη.
Σημείωση ΙΙΙ: Ο πατέρας υπηρέτησε στον ελληνικό στρατό και έλαβε μέρος στις μάχες στην Βόρειο Ελλάδα στον εμφύλιο.....
.......Όταν τον ρωτούσε ο Εγγονός του για τη ζωή στα νιάτα του... του απαντούσε απλά χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις: «Ήμουν μέλος μιας συμμορίας».
Ο αδικοχαμένος Θείος:1924-1949
ΦΡΙΝΤΖHΛΑΣ ΛΑΜΠΡΟΣ του ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ
Ο Λάμπρος Ιωάννου Φριτζήλας ήταν ένα από εκείνα τα αγνά απολύτως αθώα τσοπανόπουλα της δικής μας γενιάς που τα ανέθρεφαν οι απλοϊκοί και αγράμματοι γονείς τους με τις αρχές της Ελληνοχριστιανικής θρησκείας, τους αυστηρούς παραδοσιακούς μας οικογενειακούς κανόνες και την ανιδιοτελή φιλοπατρία. Είχε αναθραφεί με πολλές στερήσεις και σκληρές συνθήκες διαβίωσης και ήταν προσαρμοσμένος στην σκληρή ζωή των νέων που ζούσαν τότε στα απομονωμένα χωριά του Ζάρακα που δεν είχαν την υποδομή που έχουν τώρα. Δεν υπήρχαν δρόμοι, ρεύμα και γενικά τα σημερινά μέσα επικοινωνίας. Πήγαινε με τα πόδια του περπατώντας από τη Ρηχιά στα Καρύκια που είχαν τα στανοτόπια τους και όχι με την κατάλληλη ενδυμασία και ποδεμή. Όλος ο γνωστός κόσμος μέχρι τότε για τον Λάμπρο ήτανε από τα καρύκια, μέχρι τα Μπελεσέϊκα, της Ρηχιάς. Είχε ακούσει από τους μεγαλύτερους κάτι για τους Κολοκοτρώνηδες, Παπαφλέσσηδες και Διάκους, που πολεμήσανε τους Τούρκους. Του είχε διηγηθεί και ο Πατέρας του τις πολεμικές του περιπέτειες στον Μικρασιατικό πόλεμο που είχε πάρει μέρος τότε που ήταν νέος και τον κάλεσε η Πατρίδα. Όταν κι αυτός άκουσε ότι στα κοντινά βουνά υπήρχαν κάτι πατριώτες που τους λέγανε αντάρτες και πολεμούσαν τους καινούργιους κατακτητές υπάκουσε στον άγραφο νόμο του καθήκοντος και δεν δίστασε αυτό το καθαρόαιμο Ελληνόπουλο της υπαίθρου με την λεβέντικη κορμοστασιά να δώσει το παρών του. Και να διαθέσει με ανιδιοτέλεια και εθελοντικά τα ξέγνοιαστα και ωραία του νιάτα για τον αγώνα της λευτεριάς. Αυτή του η απόφαση ήταν που στοίχισε στον Πατέρα του υλική καταστροφή και φριχτά βασανιστήρια και θάνατο από τους δοσίλογους της κατοχής όταν εκ των υστέρων έγιναν οι εθνοσωτήρες και οι θεματοφύλακες των ιδανικών της φυλής μας. 'Ήταν τότε που το παρακράτος της δεξιάς δεν σταματούσε μπροστά σε τίποτα. 'Ήταν τότε που ο κάθε πατέρας σαν και εκείνον τον ξωμάχο τον Μπάρμπα Γιάννη τον Φριτζήλα που και αυτός είχε πολεμήσει στην πρώτη γραμμή του μετώπου της Μικρά Ασίας, έπρεπε να τιμωρούνται με τρόπο κανιβαλικό για την στάση των παιδιών τους. Ήταν τότε που οι Χίτες θέλαν να πείσουν τον κόσμο, ότι έπρεπε να τιμωρούνται εκείνοι οι πατεράδες που δεν συμβούλεψαν τα παιδιά τους να προσκυνήσουν τους δυνατούς κατακτητές πηγαίνοντας μαζί τους και να πρόδιναν την πίστη τους και τα ιδανικά τους. Ήταν τότε που εν ονόματι του βασιλέως διαπομπεύτηκαν και εξοντώθηκαν πολλοί γονείς διότι είχαν κάνει το λάθος κατά τη γνώμη των ανθρωποκυνηγών της δεξιάς και είχαν γαλουχήσει τα παιδιά τους με το αίσθημα της τιμής και του πατριωτικού καθήκοντος.Αυτό είχε κάνει α ο Μπάρμπα-Γιάννης ο Φριτζήλας και το πλήρωσε πολύ ακριβά αγαπητέ μου αναγνώστη. Μετά την απελευθέρωση η ζωή του Λάμπρου έγινε πολύ δύσκολη διότι οι παρακρατικοί χτύπησαν την οικογένεια αδίσταχτα με πολλούς τρόπους. Τον καταδίωξαν μανιωδώς τον αγωνιστή, ο οποίος αναγκάστηκε να πιάσει πάλι το όπλο του αντάρτη. Το 1946-47, ήταν στο λόχο του Τάκη Γεωργόπουλου από το Βλαχιώτη, και το 1948 αποσπάστηκε στον λόχο του Γιώργου Γκοβάτσου από τη Μεταμόρφωση Λοχίας. Τον Ιούνιο του 1949 κατά τις επιχειρήσεις της 9ης Μεραρχίας έπεσε σε ενέδρα και πιάστηκε αιχμάλωτος στην Θέση Αμυγδαλιά Πελετών όπου και τον εξόντωσαν αμέσως. Είχαν προηγηθεί τρομερές κακοποιήσεις των γονέων του και η κατάσχεση κάθε κινητού περιουσιακού στοιχείου. Ο γέρος πατέρας του δάρθηκε μέχρι αναισθησίας από τους Χίτες, η μάνα του κλείστηκε για οκτώ μήνες φυλακή, η κακομεταχείριση δεν σταμάτησε μέχρι και της καταστροφής του σπιτιού τους και του στανοτοπιού τους.
Ο Λάμπρος σαν ξεκίνησε - Και μπήκε στον αγώνα
'Ήταν πεντακάθαρος - Κρυστάλλινη σταγόνα.
Ήταν το τσοπανόπουλο - Το σκληραγωγημένο
Σαν το πουλί ελεύτερο - Ήτανε μαθημένο.
Ήταν αγνός και τίμιος - Που πάντα στους αγώνες
Για λευτεριά και προκοπή- Τίμησε τη φυλή του.
θείοι -θείες
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΡΙΝΤΖHΛΑΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ 1932-2020ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΜΑΡΙΖΑ.... ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ 1934-
ΘΕΟΔΟΥΛΗ ΠΕΤΡΑΚΗ.... ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ 1936-1998
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΣΙΔΕΡΗ... ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΦΡΙΝΤΖHΛΑ ΚΑΙ ΤΗς ΜΑΡΙΑΣ 1943-





'








