ADS

click to open

Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2023

Mathitis Sto 3o Dimotiko Sxoleio Lamias

............ Οι διακοπές του καλοκαιριού τελειώσαν, σε λίγες μέρες θα επιστρέψουν όλοι οι μαθητές στο σχολείο για μια ακόμη σχολική χρονιά. Ο Αλκιβιάδης, ακόμη μέχρι και σήμερα θυμάται την πρώτη ημέρα που πήγε στο νέο του σχολείο στη μεγάλη πολιτεία. Σκέψεις μπλεγμένες με ήχους και εικόνες κι αυτός κάπου εκεί ανάμεσα, εκείνο το πρωινό στις αρχές του φθινοπώρου με τις πρώτες ελαφρές ψυχρές πνοές του άνεμου, τότε που με τη λαχτάρα στα μάτια και ένα κόμπο στην ψυχή είχε ανέβει με τα πόδια τον ανηφορικό δρόμο που οδηγούσε στο Τρίτο δημοτικό σχολείο της Λαμίας. Τι ανησυχία Θεέ μου, τι αγωνία και τι ανασφάλεια που ένιωθε. Αντίο ξενοιασιά. Πρόκειται για την πρώτη του σχολική χρονιά στο μεγάλο σχολικό συγκρότημα της πόλις, έχοντας μόλις πρόσφατα μετακομίσει από το μικρό χωριό του Λακωνικού Πάρνωνα. Ένα άγνωστο μαθητούδι της τρίτης τάξης ανάμεσα στο μεγάλο πλήθος των μικρών μαθητών του σχολείου και αυτό του προκαλούσε μια διάθεση προβληματισμού και αμηχανίας. Έριξε μια τελευταία ματιά πίσω του στο δρόμο και μετά από μια στιγμή δισταγμού και νευρικότητας, καρτερικά ανέβηκε τα σκαλιά της εισόδου διέσχισε τη μεγάλη σιδερένια αυλόπορτα κ’ εισήλθε στο προαύλιο που οδηγούσε στην εσωτερική αυλή του τεράστιου κτηρίου. Τη βοή μες στ’ αυτιά του, την σκέπασε μια ασυνήθιστη για το χωριατόπαιδο βαβούρα, ένα κουβάρι φωνές ξεχύνονταν απ’ το βάθος της τεράστιας αυλής του σχολίου.
Χαμένος μέσα στο πλήθος κοίταξε γύρω του κ’ αναγνωρίζοντας δυο τρία παιδιά από τη νέα του γειτονιά γουργούρισε με ικανοποίηση, ήταν αυτό που χρειαζόταν η διάθεση του να επηρεαστεί ευχάριστα και να σβήσει κάθε δυσφορία του. Όλα γύρω του έδειχναν ιδιαίτερα θορυβώδη, χαρούμενα, τα παιδιά γελούσαν και τριγύριζαν από συντροφιά σε συντροφιά. Έτσι, μέρα με τη μέρα συνήθισε σ' αυτό το περιβάλλον και το αγάπησε αφού έγινε κομμάτι της καθημερινότητάς του. Κατάλαβε ότι κι’ αυτός πια θ’ αποτελούσε τμήμα αυτής της μεγάλης συντροφιάς. Χρειάστηκε κάποιος χρόνος να αφομοιωθεί με τους συμμαθητές του, λόγο της ιδιόμορφης λακωνικής προφοράς του, άλλα πολύ γρήγορα δημιούργησε φίλιες και ποτέ του δεν ένοιωσε ξένος από τους συμμαθητές του με τους οποίους  ζούσε τις ίδιες αγωνίες  και τις ίδιες φιλοδοξίες μαζί τους για την επιτυχία.
Δεν ήταν βέβαια καμία μαθητική μεγαλοφυΐα αλλά με την έντονη περιέργεια και διάθεση για μάθηση υπήρξε καλός μαθητής, χωρίς να είναι ιδιαίτερα επιμελής και συνεπής στις σχολικές του υποχρεώσεις, δεν δημιουργούσε προβλήματα στο σχολείο, στους δασκάλους και στους συμμαθητές του και, γενικά, έπαιρνε καλούς βαθμούς. Τα κατάφερνε όχι κι άσχημα στο σχολείο και στα μαθήματα, αλλά όχι σε βάρος της προσωπικής ευχαρίστησης, είχε ισορροπία ανάμεσα στις σχολικές επιδόσεις και στο παιχνίδι, στην παρέα με συνομηλίκους, στην τεμπελιά και στο χασομέρι της παιδικής ηλικίας.
Την πρώτη του χρονιά στο νέο του σχολείο δυο συμμαθήτριες και ένας συμμαθητής του ξεχώριζαν τόσο για το ήθος τους όσο και για την άρτια εκπαίδευσή τους.
Ποτέ του δεν ένοιωσε την ανάγκη να δοκιμάσει τις δυνατότητές του, να τους συναγωνιστεί στις διακρίσεις. Τώρα, γυρεύει να τους φέρει καλόβολα μπροστά του, να θυμηθεί όλες τις ωραίες αναμνήσεις τους, τα πρόσωπα τους, τα σουσούμια τους. Μα δε του έρχονται στο νου παρά θολές οι εικόνες τους, χαμένες.
Η Στέλλα.
Η φήμη της μεσουρανούσε στην μαθητική τη τάξη. Μάζευε τον κόσμο γύρω της όπως το φως τις πεταλούδες, το έβρισκε απίθανο να είναι μόνη της, διότι σύμφωνα με το παλιό απόφθεγμα, οι ωραίες δεν μένουν ποτέ μόνες.
Άσπρη και καστανόξανθη, εκείνο που τη ξεχώριζε περισσότερο ήταν τα μεγάλα φωτεινά της μάτια που βαστούσαν ένα ξάστερο ψιχάλισμα μέσα στην παιδιάστικη παρουσία.
Δεκαετίες αργότερα την είδε σε εξώφυλλα περιοδικών, ν’ αναφέρονται στην αξιόλογη καλλιτεχνική της δραστηριότητα.
Επιτυχημένη μουσικός, η Στέλλα ήταν όμορφη σαν πάντα.
Η Μαρία ένα κοριτσόπουλο με τη λευκή λάμψη του δέρματος, ιδανικό μοντέλο για να ζωγραφίσεις το  πορτρέτο μιας νεαρής κοπέλας.
Ο Αλκιβιαδης την θεωρούσε ως το πλέον χαρισματικό άτομο της νεανικής τους τάξης. Διέθετε το ευλογημένο προνόμιο του προικισμένου ατόμου με δημιουργικότητα και ικανότητα μάθησης. Ένα φυσικό ταλέντο στο γράψιμο και πολύ της άρεσε να διαβάζει. Πριν από κάποιο καιρό είχε βρει αυτό το κείμενο της «Rosemarie Urquico» στο οποίο εξηγούσε γιατί ένα κορίτσι που διαβάζει είναι η κατάλληλη σύντροφος. Μεταξύ άλλων, έγραψε ότι: «Βγες με ένα κορίτσι που διαβάζει γιατί το αξίζεις. Αξίζεις ένα κορίτσι που μπορεί να σου δώσει τον πιο πολύχρωμο κόσμο. Αν θέλεις όλον τον κόσμο και τους κόσμους πίσω από αυτόν, βγες με ένα κορίτσι που διαβάζει. Ακόμα καλύτερα, βγες με ένα κορίτσι που γράφει.»
Η Μαρία ξεχώριζε για τους ευγενικούς της τρόπους και την καλοσύνη της. Ήταν ήσυχο, πρόσχαρο κοριτσόπουλο και γλυκόλογο. Θυμάται τα μεγάλα μελαχρινά της μάτια που κάποιες φορές κοιτάζανε τόσο παράξενα και πετούσαν τόσο αστραφτερές αναλαμπές που δε βαστούσες να τα βλέπεις. Εκείνο που την ξεχώριζε περισσότερο μέσα σε όλη την παρέα ήταν πως βαστιόταν πάντα καθαρή, και δε φαινότανε ποτέ αχτένιστη. Ίσιωνε με τις παλάμες τα σγουρά μαλλιά της, με τη φανταχτερή τους λάμψη, το ίσιασμα αυτό το συνήθιζε συχνά ακόμη και μέσα στο ξάναμμα του παιχνιδιού, στεκόταν άξαφνα κι  έσιαζε τα μαλλιά της, την έβλεπες που κοίταζε γύρω της με την αστραφτερή μελαχρινή ματιά της και μ' ένα γέλιο γλυκό ευαίσθητο, που έδειχνε τα αστραφτερά λευκά της δόντια.
Ο Δημήτρης.
Ευαίσθητη, εξευγενισμένη, χαρούμενη ψυχή,  έσφυζε από ζωή.
Αν και από μεγαλοαστική οικογένεια είχε αμοιβαία φιλική σχέση μ’ όλους στην τάξη και έχαιρε εκτίμησης στις καθημερινές συντροφιές.
Στο γαλήνιο πρόσωπο του τα φωτεινά μελιά μάτια γίνονταν πελώρια κι η λάμψη τους σκιαζόταν από την αγωνία, όπως ο ήλιος από τα σύννεφα όταν κάτι του πήγαινε στραβά, γέμιζαν καταχνιά, ένιωθε παγιδευμένος.

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Web Informer Button