ADS

click to open

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2023

Ta Prota Chronia Stin Efivia

....Μία ακόμη σχολική χρονιά τελειώνει, η τελευταία του Αλκιβιάδη στο δημοτικό σχολείο και ήταν μια ξεχωριστή χρονιά και καθοριστική για την μετέπειτα ζωή του. Πολλές φορές κάποια τυχαία ή και ασήμαντα γεγονότα μπορεί να αποδειχθούν καθοριστικής σημασίας για ολόκληρη τη μετέπειτα ζωή μας. Ένα περιστατικό, ένα επεισόδιο, μια συνάντηση, μια γνωριμία συχνά  διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο στην πορεία μιας ζωής. Ως ένα τυχαίο και ασήμαντο γεγονός μπορεί να χαρακτηρισθεί και η απόφαση του Αλκιβιάδη ένα απλό, καθημερινό παιδί να αρχίσει να ονειρεύεται να ταξιδέψει στη θάλασσα, να ονειρεύεται να γίνει ένας Αργοναύτης, να γνωρίσει μέρη μακρινά που βλέπει μόνο μέσα από τα βιβλία του.. 
......Έξω οι δρόμοι λουζόταν στον ανοιξιάτικο ήλιο, όταν μετά το σχολείο σεργιάνισε στις αλάνες της γειτονιάς με το παραπάνω. Αυτό του στοίχισε άφθονους μώλωπες, και ένα εγκάρσιο σκίσιμο σαν από ξυράφι στην κνήμη βαθύ μέχρι το κόκκαλο και κάτι αφόρητους πόνους. Στο τέλος της αλάνας δυο ατροφικά δέντρα, έριχναν παραπετάσματα από μικρές σκιές και έτρεξε βιαστικά στον ίσκιο τους τον πόνο του να καταπραΰνει και να τον ανακουφίσει. Καθισμένος εκεί στον ίσκιο τα ξαφνιασμένα μάτια του σαν μια κινηματογραφική ταινία είδε το νεαρό άνδρα να ξεπροβάλει από τον κήπο παρακείμενης οικίας με ναυτική στολή στα ολόλευκα ντυμένο. Τον παρακολουθούσε έτσι ακίνητος και σκεφτικός όπως καθόταν αθέατος, πίσω από τη σκιά των δέντρων στον απογευματινό Ήλιο και στη δύναμη της εικόνας ένιωσε κάτι περίεργο να διαπερνά το κορμί του. Μυστήριο λαμπερό τον συνεπήρε, «τρελό όνειρο» που έβγαινε από την ψυχή του, μπορούσε να το δει καθαρά. Με τα μάτια της φαντασίας του απεικόνισε νοερά τον εαυτό του, να ταξιδεύει στα πέρατα του κόσμου. Ένοιωσε ζωντανά τη περιπλάνηση στην καταχνιά της σκέψης του, λες και δεν πατούσε στη γη, λες και έπλεε με καράβι στα γαλανά νερά της απέραντης θάλασσας, έγινε για λίγο ναυτικός. Αγαπούσε ιδιαίτερα τη θάλασσα και κάθε φορά που κατηφόριζε στις ακτές της Αγίας Μαρίνας το γλεντούσε η ψυχή μου. Όταν έφτανε κοντά της άπλωνε το βλέμμα παγανιά να κυνηγήσει τις ομορφιές της όλες, και άφηνε τη φαντασία του να καλπάζει αχαλίνωτη παρασύροντας τον στα πιο μαγευτικά ταξίδια. Είτανε για αυτόν το ξεκίνημα και συγχρόνως το θεμέλιο για το ριζικό του! Κι η θάλασσα τον καρτερούσε υπομονετικά να τον δεχτεί με στοργή στην αγκαλιά της.
...... Λένε πώς ο χρόνος είναι ένα ποτάμι που κυλά και σε παρασέρνει μαζί του...Πολλά είναι και τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στη διάβα του. Με τη Μυρσίνη απ' όταν αλλάξανε σπίτι στη γειτονιά απλά βλέπονταν αραιά και που και τα λέγανε. Υπήρξε μια περίοδος που τα λέγανε πιο συχνά, τότε μάλιστα υπήρχε ένα φλερτ μεταξύ τους. Κι όπως λεγε ο σοφός παππούς του  «όπου υπάρχει φλερτ δεν υπάρχει αθωότητα».
 Εκεί στα χρόνια της εφηβεία τους έγιναν αρκετές απόπειρες να αποκτήσουν σεξουαλική σχέση και πάντα σαν από μηχανής Θεός παρουσιαζόταν μπροστά τους η Ιοκάστη και τους ανάγκαζε σε ημιτελείς  επαφές που έπαιρναν αναβολή για επόμενη ολοκλήρωση. Που τελικά ποτέ δεν ολοκληρώθηκαν τελεσίδικα..
Ήταν κάτι το απίστευτο αυτό που συνέβαινε με αυτούς. Λες κάποιες ασυνήθιστες υπερφυσικές ικανότητες της Ιοκάστης την προειδοποιούσαν. «Πρόσεχε τον.» Σαν να 'θελαν να της πουν οι δυνάμεις. Δεν ταιριάζουν. Να το ξεχάσουν..
Θα ήταν ήδη ο Αλκιβιάδης στα δέκα πέντε του χρόνια που αλλάξαν σπίτι και πάλι στην ίδια γειτονιά. Νοικιάσανε ένα μεγαλύτερο μόλις δυο στενά σοκάκια βορειότερα κατά μήκος της κοίτης του ρέματος. Τα παιδιά μεγάλωσαν και οι γονείς αποφάσισαν ότι χρειάζονταν κάτι μεγαλύτερο.
Η περιοχή με το νέο τους σπίτι θύμιζε σκηνικό από παλιές φωτογραφίες. Σκαλοπάτια και σπίτια σκαρφαλωμένα στους πρόποδες του λόφου. Τα σκαλοπάτια ξεκινούσαν από την κοίτη του ρέματος και ανηφόριζαν ψηλά, σ' ένα επίπεδο πλάτωμα.
Δεξιά και αριστερά στέκουν τα  σπίτια σαν αετοφωλιές συνήθως δίπατα με μικρές η μεγάλες αυλές. Το σπίτι που νοικιάσανε δίπατο ήταν στην αριστερή πλευρά και στο μέσον της κλίμακας από τα σκαλοπάτια. Στην όχθη του ρέματος υπήρχε μια συστάδα από ένα μικρο υδρόφιλο δάσος με πανύψηλες λεύκες. Τα δέντρα είναι τακτοποιημένα το ένα δίπλα στο άλλο, με μια συνεχή οχλοβοή από τα σπουργίτια και τις δεκαοχτούρες στα κλαδιά τους. Η οχλοβοή που έκαναν ήταν αντιστρόφως ανάλογη του μεγέθους τους. Πίσω από της λεύκες σ' ένα ευρύχωρο πλάτωμα ήταν απλωμένα στις γωνίες του τα πρώτα σπίτια. Στη δεξιά πλευρά του πλατώματος είναι ακροβολισμένα τρία σπίτια όπου διέμεναν αντίστοιχα τρεις οικογένειες με δεσμούς αίματος. Από τα πρώτα χρόνια οι γονείς του είχαν αποκτήσει μια οικειότητα και φιλία μαζί τους.
Στο μικρότερο σπίτι έμενε μια χήρα με τους δυο γιους της, νέοι σε ηλικία παντρειάς. Ο Αλκιβιάδης τι στο καλό γίνεται- αναρωτήθηκε-. Η γειτονιά είχε πήξει στις χήρες και ζωντοχήρες. Ήταν όντως αρκετές για τον πληθυσμό της γειτονιάς. Άνετα μπορούσε να μιλήσει για πλεόνασμα χηρών. Επρόκειτο για χήρες που οι άνδρες τους δούλευαν απ την ανατολή του Ήλιου μεχρι τη δύση του χειρονακτικές εργασίες και οι γυναίκες κρατάνε περισσότερο από τους άντρες, είναι φτιαγμένες από διαφορετική, πιο ανθεκτική πάστα. Μπορεί να φτάσουν σε πολύ μεγάλη ηλικία ζώντας μια ζωή στη σκιά του άνδρα. Στο δεύτερο σπίτι έμενε η οικογένεια της μεγάλης κόρης της που είχε επίσης τρεις κόρες από τέσσερά έως δώδεκα χρονών την εποχή που αλλάξανε σπίτι. Στο τρίτο σπίτι έμενε η μικρότερη κόρη της με δυο παιδιά μικρά ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Η Ιοκάστη είχε αγαστή φιλία και με τις δυο κόρες. Η μεγάλη η Πανδώρα ήταν στην ηλικία της Ιοκάστης. Η μικρότερη η Περσεφόνη ήταν δυο με τρία χρόνια μικρότερη.
Η Πανδώρα, ούτε Αρσακειάς, ούτε Ουρσουλίνα. Ήταν μια χαριτωμένη μυρωδάτη κοκκινομάλλα, κοντή με καλές αναλογίες, συμπαθής, με χλωμό λευκόχρωμο πρόσωπο βιολετί μάτια που ασκούν αδιόρατη γοητεία και πεταχτό περπάτημα. Η Πανδώρα ήταν αθεράπευτα ρομαντική και αμετακίνητη στις απόψεις της και κάπως αφελής, για να μην πει ο Αλκιβιάδης τίποτε χειρότερο. Εάν της έδινες αφορμή να μιλήσει, άρχιζε και ξεχνούσε να τελειώσει, αλλά αν βρισκόταν με κάποιον που δεν τον συμπαθούσε, δηλαδή με τους αρκετούς ανθρώπους του κόσμου της συνοικίας. σχεδόν δεν άνοιγε το στόμα της! Παντρεμένη μ' έναν κοντό και ξερακιανό τριάντα-πεντάρι, με τα μαλλιά του πάντα ανακατωμένα, και που συνήθως έμενε βδομάδα αξύριστος. Δούλευε εργάτης στις οικοδομές.
Η Περσεφόνη. Ήταν μετρίου αναστήματος κοπέλα, με λευκή επιδερμίδα και λεπτό σκελετό, συμπαθητική, και ντελικάτη. Τα καστανά μαλλιά της έκαναν μικρές μπούκλες. Τα ανοιχτά καστανά υγρά μάτια της είχαν μια γλυκύτητα, μάτια που φανέρωναν ότι το άτομο διαθέτει καλούς τρόπους και υπομονή. Παντρεμένη μ' έναν ψηλό άνδρα, καστανό, με όμορφη κατατομή, ψηλό μέτωπο, ντυμένος συνήθως κατά τα κιτς πρότυπα της εποχής. Όταν τον γνώρισε η Περσεφόνη υπηρετούσε στρατιώτης στην κοντινή μονάδα στρατού. Δούλευε υδραυλικός, ανακατωνόταν και με το εμπόριο, φανατικός ποδοσφαιρόφιλος.
Η Ιοκάστη με την Περσεφόνη από τον πρώτο χρόνο που γνωρίστηκαν κόλλησαν από την πρώτη στιγμή, έγιναν φίλες. Ένιωθαν λες και γνωρίζονταν χρόνια ολόκληρα, είχαν μια τρομερή οικειότητα μεταξύ τους από τα πρώτα λεπτά της γνωριμίας τους. Είχαν αυτά τ' αναγκαία συστατικά για τη δημιουργία μιας ιδιαίτερης οικειότητας και συμπάθειας, δέθηκαν μεταξύ τους. «Ο καλός φίλος και η σκιά εμφανίζονται μόνον όταν ο ήλιος λάμπει. Και ο φίλος σου είναι ο άνθρωπος που ξέρει τα πάντα για σένα και παρόλα αυτά, ακόμα σε συμπαθεί.»
Η Ιοκάστη δεν ήξερε γράμματα. Μόλις που κατάφερνε να γράφει το ονοματεπώνυμο της και αυτό με δυσκολία. Η Περσεφόνη είχε τελειώσει τη βασική εκπαίδευση τα κατάφερνε αρκετά καλά να γράφει και να διαβάζει. Όταν γνωρίστηκαν η Περσεφόνη της μετέδωσε το προσωπικό της πάθος αυτό της απλής νοικοκυράς που δεν εργαζόταν και έβρισκε λίγη χαρά της απλής, επαρχιακής ζωής και παρηγοριά στη λιτή ζωή της φτωχογειτονιάς στα οικογενειακά περιοδικά ποικίλης ύλης της εποχής, «Ντόμινο» και «Ρομάντζο», που ξεχώριζαν, κυρίως, για τα φωτορομάντζα τους.
Τα αγόραζε ανελλιπώς κάθε βδομάδα, καθόταν ύστερα στο προσήλιο, στην αυλή της, και τα ξεκοκάλιζε. Κρατούσε δε όλα τα τεύχη του περιοδικού σε μια ντουλάπα στο δωμάτιό της και πολλές φορές έπαιρνε και διάβαζε και κάποιο τεύχος παλιό.
Η Ιοκάστη, εντυπωσιασμένη από το φανταχτερά εξώφυλλα, ζήτησε να της διαβάσει τα φωτορομάντζα τους. Μια φορά κι έναν καιρό, όπως αρχίζουν όλα τα παραμύθια, ζούσε ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Κι έπειτα, δειλά – δειλά, αγάπη ερωτική.
Μόλις της διάβασε, λοιπόν, τα φωτορομάντζα κι έφτασαν στο... «συνεχίζεται στο επόμενο», «κόλλησε» στην περιέργεια να παρακολουθήσει την εξέλιξη των ιστοριών, κι έτσι κάθε Σάββατο, που η Περσεφόνη έπαιρνε και διάβαζε το νέο τεύχος των «Ντόμινο»-«Ρομάντζο» στη συνέχεια τα διάβαζε στην Ιοκάστη. Πολλές φόρες της τα έδινε για να της τα διαβάσει ο γιος  της ο Αλκιβιάδης.
Αισθήματα και αγάπες, έρωτες και λουλούδια, μικρές και μεγάλες προκλήσεις το περιεχόμενο, σε μια εποχή ρομαντισμού. Όνειρα σε συνέχειες, όπως σήμερα τα σήριαλ στην τηλεόραση, παλιά τα φωτορομάντζα στα περιοδικά, πονεμένες ιστορίες και δάκρυζαν οι ευαίσθητες ψυχές. Οι σαπουνόπερες, μιας άλλης εποχής. Βάσανα, λυγμοί, κατατρεγμοί…
«Χμμμ! η ανάγκη πιστεύει για ένα παραμύθι ήταν που τα έθρεψε και θρέφει και σήμερα τα παντός είδους λαϊκά αναγνώσματα».
Εκεί στη γειτονιά τους του έβρισκαν και οι μέρες του χιονιά. Οι μέρες που τα πουλιά σπρωγμένα από τον χιονιά κατεβαίνουν κατά χιλιάδες πετούν χαμηλά και ορμούν όλα μαζί προς τον κάμπο, σχηματίζοντας μεγάλα σμήνη.  Ημέρες που τις περνούσαν μέσα στο σπίτι ακούγοντας τη φωτιά να τριζοβολάει στο τζάκι η στη σόμπα. Αυτό θυμάται. Τη φωτιά. Μια περίοδος που όλα κυλούσαν πιο αργά, σαν οι επιθυμίες να πάγωναν στο χιονιά. Βρίσκονται στο νέο τους σπίτι πιο ευρύχωρο που είναι σε θέση να καλύψει απόλυτα τις οικογενειακές τους ανάγκες.
Τέτοιες μέρες ήταν που ξεκίνησε μία παράδοση. Ο Λυκούργος ο σύζυγος της Πανδώρας πρότεινε και οργάνωσε δραστήριες οικογενειακές συναντήσεις, μεταξύ των οικογενειών τους.
Του άρεσε το κρασάκι και τα μεζεδάκια για να συνοδεύουν το κρασί. Ήταν μεν κοντός και γεροδεμένος, αλλά ήταν σχετικά λιπόσαρκος και νευρώδης και δικαίως χαρακτηριζόταν στη γειτονιά και μερακλής. Στην οικογένεια του μπορεί και να τους έλειπαν μερικά από τα απαραίτητα όμως ήταν πάντα χαρούμενοι και γλεντούσαν την απλή και φτωχική ζωή, όπως αυτοί μόνο ήξεραν, οι άνθρωποι δεν έπαιρναν τη ζωή μοιρολατρικά.
«Τώρα είναι η ιδανική εποχή για να μαζευόμαστε στο σπίτι με φίλους και μ΄ένα ποτήρι κρασί στο χέρι να μοιραζόμαστε εμπειρίες και συναισθήματα.» Ένιωθε ότι μπορούσε να μοιραστεί και με άλλους τα βάσανα και τις αγωνίες της ζωής.
Οικογενειακές στιγμές ηρεμίας και χαλάρωσης πότε στο σπίτι της Πανδώρας που διέθετε ευρύχωρο σαλόνι με τζάκι ποτέ στο δικό τους με τη ξυλόσομπα. Σαν αποτέλεσμα, είχανε δεθεί πολύ σαν οικογένειες. Σπάνια συμμετείχε και η οικογένεια της Πηνελόπης... Ο ποδοσφαιρόφιλος σύζυγος της συνήθως απουσίαζε με αποτέλεσμα να μην συμμετέχει ούτε η Πηνελόπη.
Είναι αυτές οι στιγμές ηρεμίας και χαλάρωσης που και η Ιοκάστη νιώθει ότι μπορεί να ξεκλέψει και λίγο χρόνο για τον εαυτό της. Ξεχνά τη κούραση, την απογοήτευση. Τα δικά της χαμένα όνειρα. Τις μεγάλες δυσκολίες της ζωής που αντιμετωπίζει χωρίς την αρμόζουσα βοήθεια απ τον σύντροφο της. Δεν είναι κακός αλλά δεν είναι και ο ενεργητικός οικογενειάρχης.
Το να είσαι εργαζόμενη μητέρα συνεπάγεται άγχος, κούραση, ευθύνες και καθόλου μα καθόλου χρόνο. Η καθημερινότητα φαντάζει τόσο δύσκολη... Γιατί η μητέρα είναι ο στυλοβάτης του σπιτιού τους. Η Ιοκάστη είναι ηρωίδα! Θέλει τα παιδιά της να μπορούν να είναι χαρούμενα. Εν αντιθέσει με τον Κλέαρχο που όπως είπαμε είναι αρκετά φυγόπονος και τα έχει φορτώσει σχεδόν όλα πάνω της. Η Ιοκάστη είναι μια γυναίκα που τον ηρεμεί, τον χαλαρώνει με την οποία νιώθει μεγάλη ευχαρίστηση, όταν ξέρει πως η σύντροφός του διακρίνεται για τον δυναμισμό και την αυτάρκεια της.
Ο Λυκούργος εργάζεται κι αυτός πολύ σκληρά, δίνει καθημερινά σκληρή μάχη για το μεροκάματο: Οικοδομή, κασμάς, φτυάρι, τενεκές. Σκληρή και κουραστική δουλειά. Σηκωνόταν από τ' αξημέρωτα. Βογκά και πασχίζει να τα φέρει βόλτα με το μεροκάματο.. Για ζωή με αξιοπρέπεια παλεύει, για το τραπέζι της φαμίλιας παλεύει..
Η αλήθεια είναι ότι στα τριάντα πέντε του χρόνια νοιώθει κουρασμένος, νοιώθει να μην έχει ενέργεια και διάθεση μετά από τη σκληρή δουλειά για να έχει όρεξη για ερωτικά παιχνίδια. πολύ γρήγορα άρχισε να παραμελεί και δεν ανταποκρίνεται στα συζυγικά του καθήκοντα απέναντι στις σεξουαλικές επιθυμίες της γυναίκας του. Η Πανδώρα φαινότανε πως της άρεσαν τα ερωτικά παιγνίδια και ο Λυκούργος δεν μπορούσε να την καλύψει. «Δεν τη φρόντιζε όσο πρέπει.» Ένοιωθε ότι δεν την πρόσεχε, όπως παλιά. Εδώ και καιρό λοιπόν του παραπονιόταν ότι την παραμελεί, δεν ενδιαφέρεται για αυτή και άλλα πολλά. Συχνά πυκνά μάλιστα του έλεγε ότι θα καταλήξει να βρει κάποιον να την ικανοποιεί και καλά θα έκανε να τη φροντίζει πιο συχνά. Από την πλευρά του, παρότι ακόμη του άρεσε πολύ, δεν ένιωθε την ανάγκη να κάνει έρωτα μαζί της και όταν το έκανε, ήταν σκέτη αγγαρεία.
Αυτή είναι μια απλή νοικοκυρά, και μπορεί να αφιερώσει περισσότερο χρόνο και φροντίδα στον εαυτό της. Δέκα πέντε χρόνια παντρεμένη συνήθισε τόσο που είχε ξεχάσει λίγο τον νεανικό εαυτό της. Η αλήθεια ήταν ότι τελευταία είχε αρχίσει να σκέφτεται να προσπαθήσει να πραγματοποιήσει κάποιες από τις φαντασιώσεις της τώρα που έχει ακόμα την ευκαιρία στα τριάντα πέντε της χρόνια. Ψάχνει, κάποιον να την κυνηγά λίγο και να της δίνει σημασία χωρίς να σημαίνει ότι την ερωτεύτηκε. Αρκεί να μπορεί άνετα να κάνει μόνο σεξ. Απλά να τον συναντά όταν έχει την ανάγκη να κάνει σεξ.
Η Πηνελόπη ζει στο δικό της κόσμο των φωτορομάντζων και νοιώθει τη δική τους αμείωτη και αυτάρκη ενέργεια τους. Αναμφίβολα ήταν μια γυναίκα πάντοτε μειλίχια, ήρεμη, γαλήνια και προσιτή σε όλους.
Ο ποδοσφαιρόφιλος σύζυγος της, ένας τύπος έξω καρδιά με μια επηρμένη βλάχο-αυθάδεια συμμετείχε σπάνια στις οικογενειακές συνάξεις. Κι όταν συμμετείχε και το εκλεκτό κρασί έρεε άφθονο, ήταν φορές που κολλούσε πάνω στην Ιοκάστη τα μάτια του, θαυμάζοντας τις καμπύλες της και με δυσκολία συγκρατιόταν να μην εκδηλωθεί.  Έβλεπες πώς ο θαυμασμός και η συμπάθεια που ένοιωθε για την Ιοκάστη, δεν άργησε να μετατραπεί σ’ ερωτική επιθυμία.  Η Ιοκάστη ξεχώριζε ήταν η πιο όμορφη. Φιλήδονα όμορφη. Μελιά προς καστανά μάτια κι ένα κορμί με πλούσια τα ελέη! Πιο όμορφη από ποτέ απ έπνεε έντονο ερωτισμό, μέσα σ' ένα κρεμεζί φόρεμα, με τα καστανά μαλλιά της ατίθασα, τον δυναμισμό της, και την όρεξη της που είχε για ζωή.
Η Ιοκάστη τον απέκρουε ευγενικά, με καλοσύνη και συμπάθεια. Προς τιμή του την σεβόταν απόλυτα δεν την παρενόχλησε σεξουαλικά ανεπίτρεπτα ποτέ. Και η Πανδώρα μπορεί να φαίνεται πολύ φιλική με τη μητέρα αλλά πίσω από την πλάτη της αμόλαγε φαντασιόπληκτες τορπίλες και σεξουαλικές κακίες μαγειρεμένες.
Χύμα τα τσουχτερά και όλο υπονοούμενα σεξιστικά σχόλια, με αφορμή τους όμορφους γλουτούς της Ιοκάστης. Ο σεξισμός κατά των εργαζομένων γυναικών σε ανδροκρατούμενο περιβάλλον, στο πρόσωπο της μητέρας του ζει και βασιλεύει στα κουτσομπολιά της.
Ήταν μια εποχή που η Πανδώρα περνούσε τακτικά για φιλικές επισκέψεις από το χώρο εργασίας της  Ιοκάστης. Εκεί ανάμεσα στα μηχανήματα συναντούσε την Ιοκάστη, ήταν η μοναδική γυναίκα εργαζόμενη στο χώρο ευθύνης της και τρεις τέσσερις  άνδρες… Όπως μέσα στα πουλιά ξεχωρίζει το αηδόνι για τ’ όμορφο τραγούδι του έτσι ανάμεσα στους εργαζόμενους ξεχώριζε η Ιοκάστη που ακτινοβολούσε λάμψη, ομορφιά. Ακτινοβολούσε αγέρωχη χωρίς μακιγιάζ.... αφήνει το στίγμα της και ξεχωρίζει, δείχνει ότι έχει δυναμισμό αλλά και αυτοπεποίθηση για την φυσική της εμφάνιση.
Η Πανδώρα σχεδόν δεν το πίστευε αυτό που αντίκρισε τη μέρα εκείνη. Ένας άνδρας που έκανε την καρδιά της να πεταρίσει σαν πετροχελίδονο που το χτυπάει η καταιγίδα πέρα στους λόφους του Αγίου Λουκά. Ήταν ψηλός, γεροδεμένος, με καστανά μακριά μαλλιά που ξεκουράζονταν στους φαρδιούς γεροδεμένους ώμους του, σαν νύμφες ξαπλωμένες στα βράχια. Χαμογελούσε και το χαμόγελό του έκανε τη Πανδώρα να την περιλούσει η ταραχή που την βυζοχτυπούσε την ώρα εκείνη. Η Πανδώρα ύψωσε το βλέμμα της και τα μάτια της διασταυρώθηκαν με εκείνα του εργάτη. Ένιωσε να  μουδιάζει από γλυκιά ηδονή καθώς τα μάτια του όργωναν το κορμί της κι ένα συγκαταβατικό χαμόγελο να παιχνιδίζει στα χείλη του.
Δάγκωσε τα χείλη της ηδονικά, ένα πλατύ χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπό της, σαν να του έλεγε.«Είμαι διαθέσιμη, έτοιμη να τρυγήσω μαζί σου την ηδονή.» Το λαχνό της βλέμμα υποδηλώνει «σε θέλω εδώ και τώρα». Αυτός ο άνδρας της διεγείρει τις αισθήσεις και το μυαλό. Είναι αυτό που λατρεύει στο σεξ.
Εστιάζει την προσοχή της στην Ιοκάστη. Τα σκούρα βιολετιά μάτια της έλαμπαν ζωηρά, και σήμερα ήταν αρκούντως φλύαρη.
«Βρε κορίτσι μου, στις ομορφιές σου είσαι όπως πάντα.... ελκυστική, σέξι! Πως τα καταφέρνεις!; Θέλω τη συμβουλή σου.» της λέει μ' ένα σκανταλιάρικο χαμόγελο στα μάτια.
«Εδώ εργάζεται αυτό το ομορφόπαιδο; ολόκληρος παίδαρος είναι, δύο μέτρα» Τα λόγια της έβγαιναν βιαστικά με αδημονία και φανερή περιέργεια.
Η Ιοκάστη την κοίταξε συλλογισμένη, έχωσε δύο δάκτυλα μέσα στη σφαίρα των καστανών μαλλιών της και άρχισε να ξύνει το κεφάλι της αμήχανα για μερικά δευτερόλεπτα πριν απαντήσει.
«Ναι. Είναι υπεύθυνος του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού της επιχείρησης.» Την πληροφορεί, ακούγοντας υπομονετικά τη φλυαρία της
«Γουάου, τι αρσενικό είναι ετούτο! Πω-πω!, Ρε, τι κούκλος είναι αυτός; Τι παίδαρος; Λοιπόν φιλενάδα προτείνω να το πας παρακάτω με τον γκόμενο! Να κάνεις κάποια κίνηση να πάρει κάποιο σήμα. Βγάλε πράσινο που έχουν κολλήσει οι σηματοδότες σου και ανάβουν κόκκινο ασταμάτητα.» Της είπε.
«Ααα. Εσύ τρελάθηκες. Τι λόγια είναι αυτά που λες κορίτσι μου.» Είπε η Ιοκάστη.
«Δεν το βλέπεις πως να σε γνωρίσει καλύτερα θελει ο κούκλος. Γι αυτό γίνονται οι σχέσεις φιλενάδα, για να γνωριστούν δυο άνθρωποι καλύτερα σε βάθος και πλάτος. Επαναλαμβάνω λοιπόν. Αν και εφόσον σε γουστάρει ο γκόμενος, μην καθυστερείς, διότι όσο το σουρντίζεις το πράγμα, και δεν «επιτίθεσαι», φιλενάδα έχεις εν πολλοίς χαμένο και παιχνίδι.»
Ταυτόχρονα ένας ακόμη παίδαρος από την απέναντι βιομηχανική μονάδα έρχεται να ρωτήσει για κάποιο μηχανολογικό πρόβλημα τον φίλο του. Η Πανδώρα δεν μπορεί να το πιστέψει μ’ αυτά τα όμορφα αντρικά κορμιά που βλέπει σήμερα.
«Εδώ ρε φιλενάδα μου δεν είναι βιοτεχνία. Εδώ χωρίς να το καταλάβω έχω βρεθεί σ΄ ένα ανδρολίβαδο! Τόσοι άνδρες; Και τι άνδρες! Ποιος τη χάρη σου, αχ και να είχα την τύχη σου! Μόνο μία απορία μου καρφώθηκε… Μπορείς, αλήθεια, ένα τέτοιο αρσενικό που κάνει «γκελ» στις γυναίκες χωρίς να καταβάλλει τη στοιχειώδη προσπάθεια να φλερτάρει να τον απορρίπτεις;» Της λέει.
Δεδομένου ότι η Πανδώρα δεν δουλεύει και μένει συνέχεια στο σπίτι έχει το προνόμιο να έχει άφθονο ελεύθερο χρόνο και ο κόσμος των φαντασιώσεων της είναι φλογερός και ορμητικός. Φαντασιώνεται μια πλούσια ερωτική ζωή και αφήνει τη φαντασία της να την παρασύρει σε ένα κλίμα αισθησιασμού, που ξυπνά μέσα της αναμνήσεις ή και κρυφούς πόθους εφηβικών και πρώιμων ενήλικων περιπλανήσεων. Εκεί που ο ερωτισμός της αντικαθιστά τον φόβο, και το ποθητό γίνεται σχεδόν προσιτό γνώριμο και την οδηγεί σε ανεξερεύνητα ερωτικά μονοπάτια και περιπετειώδης εμπειρίες. Ακόμα και αν τα σενάρια που φτιάχνει η φαντασία της είναι σοκαριστηκά.
......... Η Πανδώρα έχει αφεθεί σε ένα φαντασιακό παιχνίδι ηδονής. Έχει έναν ολόκληρο φαντασιακό σεξουαλικό κόσμο μες το κεφάλι της, που απλώνεται και αγκαλιάζει όλο της το είναι. Η σχέση της με την Ιοκάστη είναι μια σχέση ιδιαίτερη. Την θαυμάζει για το χαρακτήρα της, για την λεβέντικη κορμοστασιά της. Ταυτόχρονα τη ζηλεύει και θα ήθελε να της μοιάζει να ήταν σαν τη μητέρα του. «Σκέφτεται ο Αλκιβιαδης σήμερα.» Η Ιοκάστη συνέχισε να εργάζεται σκληρά αφιερώνοντας πολλές ώρες στη δουλειά, πριν γυρίσει σπίτι για να συνεχίσει και τις δουλειές του σπιτιού.

Click to Open
Εφηβικές Φουσκοδεντριές!
.....

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Web Informer Button